Αρχική Αναδιάρθρωση Πολιτικής Προστασίας - Εθνικός Μηχανισμός Εναέριας Διάσωσης και ΑεροδιακομιδώνΆρθρο 19 Μεταφορά Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών στο Υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής ΠροστασίαςΣχόλιο του χρήστη Βασίλης Καλερίδης ΓΓΕΚ | 26 Νοεμβρίου 2023, 18:10
Αρχικά θα ήθελα να διατυπώσω μια παρατήρηση για την παρούσα διαβούλευση. Έκανα ένα πέρασμα στις 63 απόψεις που έχουν εκφραστεί έως και τρεις μέρες πριν τη λήξη της. Με βάση το γεγονός ότι το παρόν άρθρο αφορά ένα Ερευνητικό Κέντρο, παρατήρησα ότι οι καθόλου λίγες απόψεις που υπογράφονται από ερευνητές σε συλλογικό και προσωπικό επίπεδο αντίκεινται στην προτεινόμενη μεταφορά του ΕΑΑ. Δηλαδή, οι σχετικοί με το θέμα διαφωνούν χωρίς εξαίρεση. Αντίθετα, η συντριπτική πλειονότητα των απόψεων που υποστηρίζουν το άρθρο υπογράφονται από πρόσωπα χωρίς – δηλωμένη – ιδιότητα, δηλαδή πιθανώς μη σχετικούς με το θέμα. Επομένως, το λογικό συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι υπάρχει πλήρης διαφωνία από την εισήγηση του Νομοθέτη δεδομένου ότι η παρούσα διαβούλευση αποτελεί τη πρώτη και μοναδική ευκαιρία για τους συμμετέχοντες να εκφράσουν άποψη για το συγκεκριμένο θέμα. Με βάση το συμπέρασμα αυτό, απλώς σημειώνω τον προβληματισμό μου για το νόημα διαβουλεύσεων αυτού του τύπου. Υποτίθεται ότι έχουν δημιουργηθεί για την υποστήριξη / διόρθωση των προτάσεων του Νομοθέτη. Επειδή η προσωπική μου εμπειρία είναι εντελώς αρνητική και πιστεύω ότι δεν έχει ληφθεί υπ’ όψη καμία αρνητική άποψη που έχει εκφραστεί σε αυτήν την, άνω των 10 ετών, διαδικασία, απλώς εκφράζω την ευχή, για πρώτη φορά, όλες αυτές οι απόψεις και επιχειρήματα να προβληματίσουν την πολιτική ηγεσία ώστε και η διαβούλευση να “πιάσει τόπο”. Σε σχέση με την ουσία του περιεχομένου του άρθρου, στην παρούσα διαβούλευση μια σειρά από συλλογικά όργανα και μεμονωμένοι ερευνητές όλων των βαθμίδων και ιδιοτήτων έχουν παρουσιάσει μια πλειάδα επιχειρημάτων σε όλα τα επίπεδα. Μια μικρή επαφή να έχει κάποιος με το ελληνικό και διεθνές ερευνητικό σύστημα θα συμφωνήσει με όλα ή τα περισσότερα και θα ήθελα να συνταχθώ κι εγώ με αυτά. Από την πλευρά μου, ως στέλεχος της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Καινοτομίας (ΓΓΕΚ), θα ήθελα να επισημάνω ένα σημείο που επίσης έχει αναφερθεί και από άλλους σχολιαστές. Δε χωράει αμφισβήτηση ότι το ΕΑΑ είναι ένα σημαντικό μέλος του ελληνικού ερευνητικού ιστού από το 19ο αιώνα. Όπως η συντριπτική πλειονότητα των Ερευνητικών Κέντρων της χώρας, λειτουργεί απρόσκοπτα στην υπηρεσία της Έρευνας, τα ερευνητικά αντικείμενά του επεκτείνονται με τη δημιουργία Ινστιτούτων, τις τελευταίες δεκαετίες εποπτεύεται από τη ΓΓΕΚ και αξιολογείται θετικά σε τακτά χρονικά διαστήματα από διεθνείς φορείς. Συμπερασματικά, λειτουργεί χωρίς προβλήματα και προσφέρει στην Έρευνα και την Ανάπτυξη της χώρας. Επομένως, μια ενδεχόμενη μεταφορά του δεν εξυπηρετεί – αν δεν καταστρέφει – το αντικείμενο του ελληνικού συστήματος έρευνας. Κατά τη γνώμη μου και σύμφωνα με την ιδιαίτερη γωνία της προσέγγισής μου, προκύπτει το συμπέρασμα ότι, δυστυχώς και αντίθετα από δηλωθέντα αλλού από την – εκάστοτε - Κυβέρνηση, η Έρευνα και Καινοτομία και ο τόσο σημαντικός ρόλος που παίζουν για την Ανάπτυξη αλλά και την Οικονομία μιας χώρας, σαφώς δεν αποτελούν προτεραιότητα για το Νομοθέτη. Αντίθετα και ανεξάρτητα από τους λόγους που απαίτησαν την εν λόγω απόφαση (σ.σ. οι οποίοι δεν παρουσιάζονται επαρκώς και πουθενά), κανείς δεν ασχολείται με την επίδραση της μεταφοράς του ΕΑΑ στην υποβάθμιση του ερευνητικού συστήματος στην Ελλάδα. Τέλος, συμπληρωματικά και πάλι με άλλους συμμετέχοντες στη διαβούλευση, θα ήθελα να καταθέσω την άποψή μου σχετικά με τους πραγματικούς λόγους και τη φιλοσοφία της απόφασης για μεταφορά του ΕΑΑ στο Υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας. Δεδομένου ότι τα αποτελέσματα, οι μετρήσεις και οι προτάσεις της ερευνητικής κοινότητας αποτελούν ένα χρήσιμο και αντικειμενικό εργαλείο για την εκάστοτε πολιτική ηγεσία ως προς την υποχρέωσή της να λάβει αποφάσεις και να συντονίσει τις επιτροπές και τα όργανά της προς όφελος της κοινωνίας, αποτελεί διεθνή πρακτική η ύπαρξη συνεργασίας μεταξύ ερευνητικής κοινότητας και πολιτικής ηγεσίας. Ειδικά για την πρόληψη και αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών, υπάρχει μια σειρά δημόσιων φορέων οι οποίοι παρακολουθούν το αντικείμενο με διάφορους τρόπους και μεθοδολογίες και από τις διαφορετικές πλευρές διαφόρων επιστημών. Τέτοιοι είναι πέραν της ΕΜΥ και ενός μικρού τμήματος των αντικειμένων του Αστεροσκοπείου: α) άλλα τμήματα Ερευνητικών Κέντρων, β) εργαστήρια και Τομείς διαφόρων ΑΕΙ και γ) άλλα Υπουργεία. Επομένως, μια θετικά σκεπτόμενη πολιτική ηγεσία, αντί της αυθαίρετης υπαγωγής ενός τμήματος ή – πολύ χειρότερα όλων των πηγών ερευνητικών μετρήσεων σε ένα νεοσύστατο Υπουργείο - θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα όργανο στο οποίο θα συμμετείχαν όλες αυτές οι πηγές και που θα μετέφερε όλη την αντικειμενική επιστημονική πληροφορία στα όργανα λήψης αποφάσεων. Δυστυχώς, το παρόν άρθρο προσεγγίζει το πρόβλημα σε εντελώς διαφορετική βάση και σε αυτό το σημείο έγκειται η εσφαλμένη εντύπωση που φοβάμαι ότι έχει η εκάστοτε πολιτική ηγεσία για την Έρευνα και την αξιοποίηση των αποτελεσμάτων της. Εδώ και αιώνες, η Έρευνα σε όλα τα πεδία και τις επιστήμες είναι ουδέτερη και αντικειμενική και προσφέρει συγκεκριμένα δεδομένα και στοιχεία που μπορούν να αξιοποιηθούν στη λήψη αποφάσεων και την οργάνωση ενεργειών σε όφελος της κοινωνίας. Η επιστημονική παρατήρηση και γνώση δεν “πολιτικοποιείται” όπως ακούστηκε, δε συμπολιτεύεται ούτε αντιπολιτεύεται Κυβερνήσεις και ακόμη περισσότερο δε “συντονίζεται” ή “χειραγωγείται” με την απομάκρυνσή της από τον ερευνητικό ιστό και με την υπαγωγή της σε Υπουργείο – Χρήστη. Ένα τέτοιο Υπουργείο έχει την υποχρέωση να αξιοποιήσει πολιτικά τις όποιες επιστημονικές μετρήσεις και εκτιμήσεις και είναι παντελώς σε λάθος δρόμο όποιος πιστεύει ότι μπορεί να τις “βελτιώσει” ή να τις “αποκρύψει” κατά το δοκούν. Βασίλης Καλερίδης Γενική Γραμματεία Έρευνας & Καινοτομίας