Αρχική Αναδιάρθρωση Πολιτικής Προστασίας - Εθνικός Μηχανισμός Εναέριας Διάσωσης και ΑεροδιακομιδώνΆρθρο 19 Μεταφορά Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών στο Υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής ΠροστασίαςΣχόλιο του χρήστη ΚΩΝ/ΝΟΣ ΤΖΙΟΤΖΙΟΥ | 27 Νοεμβρίου 2023, 17:05
Η ελληνική επιστημονική και διεθνής κοινότητα, η Γενική Γραμματεία Έρευνας και Καινοτομίας (ΓΓΕΚ), το Εθνικό Συμβούλιο Έρευνας Τεχνολογίας και Καινοτομίας (ΕΣΕΤΕΚ), η Σύνοδος Προέδρων Ερευνητικών Κέντρων και Τεχνολογικών Φορέων, οι Σύλλογοι Εργαζομένων και Ερευνητών στο ΕΑΑ, ή Ένωση Ελλήνων Ερευνητών, σύλλογοι άλλων Ερευνητικών Κέντρων και η Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων σε Ερευνητικά Κέντρα και Ιδρύματα (ΠΟΕΕΚ-Ι) έχουν ήδη εκφράσει την αντίθεση τους στην προτεινόμενη υπαγωγή του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών υπό την εποπτεία της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας του Υπουργείου Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας. Το ίδιο εμφανώς προκύπτει και από περισσότερα σχόλια στην παρούσα διαβούλευση, εξαιρώντας πάντα τα κακόβουλα και ανυπόγραφα σχόλια (όποιος έχει το θάρρος της γνώμης του θα πρέπει να παρέχει τα πλήρη στοιχεία της «ταυτότητας» του). Το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών (ΕΑΑ), το αρχαιότερο (181 χρόνια παρουσίας) και ένα από τα μεγαλύτερα Ερευνητικά Κέντρα της χώρας, έχει ως βασική και θεμελιώδη αποστολή του την συλλογή επιστημονικών δεδομένων και την εκπόνηση βασικής και εφαρμοσμένης έρευνας σε μια πληθώρα διαφορετικών επιστημονικών τομέων, με σκοπό την παραγωγή νέας γνώσης, την εφαρμογή νέων καινοτόμων τεχνολογιών, την εκπαίδευση νέου επιστημονικού προσωπικού και τη μεταφορά της γνώσης στην ίδια την κοινωνία μέσω ΚΑΙ της παροχής εξειδικευμένων υπηρεσιών σε δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς και οργανισμούς. Αυτές οι ανοιχτές στην πολιτεία και κοινωνία υπηρεσίες είναι αποτέλεσμα της πολύπλευρης ερευνητικής δραστηριότητας του προσωπικού του ΕΑΑ, συνήθως μέσω ανταγωνιστικών ερευνητικών και αναπτυξιακών προγραμμάτων στα οποία το ΕΑΑ έχει επιδείξει, σύμφωνα και με τις πρόσφατες διεθνείς αξιολογήσεις των Ινστιτούτων του, μια πρωτοφανή αύξηση τα τελευταία χρόνια. Μια απλή ανάγνωση του περιεχομένου των ιστοσελίδων του ΕΑΑ και των τριών Ινστιτούτων του καταδεικνύει ότι οι συντριπτικά περισσότερες επιστημονικές δραστηριότητες και θεματικές που θεραπεύει το ΕΑΑ, καθώς και η πλειονότητα των μεγάλων εθνικών ερευνητικών υποδομών που διαθέτει (μεταξύ των οποίων δύο από τα μεγαλύτερα τηλεσκόπια της χώρας και της Ευρώπης) δεν έχουν καμία σχέση με την πολιτική προστασία και την κλιματική κρίση. Απλή ανάγνωση του άρθρου 19 καθώς και της Ανάλυσης Συνεπειών της Ρύθμισης φανερώνει την προχειρότητα σύνταξης του, την έλλειψη μελέτης και σχεδιασμού καθώς και την απουσία ουσιαστικής αιτιολόγησης της προτεινόμενης αλλαγής. Προφανώς αυτό είναι συνέπεια τόσο της άγνοιας από τους ιθύνοντες του πραγματικού ρόλου και της συμβολής του ΕΑΑ στον ερευνητικό ιστό της χώρας, όσο και της άρνησης από την πολιτεία ουσιαστικής διαβούλευσης και εποικοδομητικού διαλόγου με τη Διοίκηση και τους επιστήμονες και εργαζόμενους στο ΕΑΑ για τους τρόπους συνέργειας, όπου αυτή είναι εφικτή. Για τους πραγματικούς λόγους βέβαια της προτεινόμενης υπαγωγής ας ανατρέξει κανείς στο ύφος αλλά και το περιεχόμενο δηλώσεων υπουργών, βουλευτών αλλά και του ίδιου του πρωθυπουργού της χώρας τους τελευταίους μήνες στα ΜΜΕ και τη βουλή των Ελλήνων. Τυχόν ψήφιση του άρθρου ως έχει θα έχει δραματικές οργανωτικές, οικονομικές, διοικητικές και θεσμικές συνέπειες για το ΕΑΑ και ουσιαστικά θα σήμαινε ότι το μεγαλύτερο ερευνητικό κέντρο της Ελλάδος από 1/1/2024 θα στερείται του απαραίτητου θεσμικού πλαισίου για να λειτουργήσει, αφού το άρθρο δεν αποσαφηνίζει επακριβώς τι θα ισχύει μετά τις 31/12/2023. Το προτεινόμενο νέο εποπτεύων υπουργείο δυστυχώς στερείται της αναγκαίας τεχνογνωσίας και αρμοδιότητας υποστήριξης της ερευνητικής διαδικασίας στο ΕΑΑ, που μόνο η ΓΓΕΚ κατέχει, έχει σαφώς έχει πολύ μικρή συνάφεια με την ερευνητική δραστηριότητα στο ΕΑΑ και προφανώς οι γνωστές και βραδείς προσαρμογές της Ελληνικής δημόσιας διοίκησης σε σημαντικές και απότομες αλλαγές θα προκαλέσουν θεσμική αναστάτωση και δυσλειτουργίες στο ερευνητικό κέντρο για πάρα πολλούς μήνες (ίσως και χρόνια) και θα οδηγήσουν, σε μια στιγμή εκθετικής ανάπτυξης για το κέντρο, νομοτελειακά σε παρακμή. Θα θέσουν σε άμεσο κίνδυνο α) τη συντήρηση και λειτουργία μεγάλων εθνικών ερευνητικών υποδομών, πληρωμένων και από τον ελληνικό λαό, που ΔΕΝ σχετίζονται με τις φυσικές καταστροφές και προφανώς το νέο υπουργείο δεν γνωρίζει πώς να διαχειριστεί, β) τη θεσμική υπόσταση του ερευνητικού και λοιπού Προσωπικού του ΕΑΑ καθώς και την εκπαίδευση νέου επιστημονικού προσωπικού, και γ) την διαχείριση όλων των υφιστάμενων ερευνητικών έργων που υλοποιεί το ΕΑΑ καθώς και τη δυνατότητα προσέλκυσης νέων χρηματοδοτήσεων που απευθύνονται στα υπό την εποπτεία της ΓΓΕΚ ερευνητικά κέντρα. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος όμως βρίσκεται στην υλοποίηση μεγάλων έργων που έχουν ήδη ενταχθεί προς χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας με συγχρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, για τα οποία είναι υπεύθυνη η ΓΓΕΚ, καθώς και η υλοποίηση κτιριακών έργων που υλοποιούνται αυτή τη στιγμή στο ΕΑΑ από την τεχνική υπηρεσία της ΓΓΕΚ, συνολικού ύψους δεκάδων εκατομμυρίων Ευρώ. Για όλους τους παραπάνω λόγους: 1) Το ΕΑΑ ως ερευνητικό κέντρο ΠΡΕΠΕΙ να παραμείνει συνδεδεμένο με την ΓΓΕΚ και τον νόμο για την έρευνα. Ο κατακερματισμός του ερευνητικού ιστού, αντίθετα με τις υφιστάμενες διεθνείς πρακτικές αξιοποίησης των Ερευνητικών Κέντρων, οδηγεί στην περαιτέρω υπονόμευση του Ενιαίου Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης και Έρευνας του οποίου την δημιουργία εμφατικά ζητά τα τελευταία χρόνια η πανεπιστημιακή και ερευνητική κοινότητα. 2) Η αξιοποίηση των υπηρεσιών που έχει αναπτύξει το ΕΑΑ, στο πλαίσιο πάντα των ερευνητικών δραστηριοτήτων μέρους του προσωπικού του, και άπτονται της πολιτικής προστασίας (π.χ. πρόγνωση, παρακολούθηση και αντιμετώπιση καταστροφικών φυσικών φαινομένων) μπορεί να γίνει μέσω δοκιμασμένων ήδη (με υπουργεία, περιφέρειες και δημόσιους φορείς) διαδικασιών και πρακτικών όπως τα μνημόνια συμφωνίας ή οι προγραμματικές συμφωνίες. Δεν χρειάζεται υπαγωγή σε νέο υπουργείο, το ΕΑΑ και το ερευνητικό προσωπικό του ήταν και είναι πάντα ανοιχτό στην αξιοποίηση του έργου του και των υπηρεσιών του προς όφελος της κοινωνίας. Και μια ακόμα τελευταία επισήμανση. Καμία υπαγωγή σε ένα νέο υπουργείο δεν θα φιμώσει, αν αυτός είναι εν τέλει ο σκοπός, την κατοχυρωμένη από το σύνταγμα ακαδημαϊκή ελευθερία αλλά και έκφραση λόγου. Ο κάθε επιστήμονας σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι «υπόλογος» για την οποιαδήποτε επιστημονική άποψή του. Υπόλογοι μπορεί να είναι μόνο αυτοί που, ως αιρετοί από τον ελληνικό λαό και συνεπώς υπεύθυνοι για την εκτελεστική εξουσία, καλούνται εν τέλει να παράγουν ορθολογικές πολιτικές και να λαμβάνουν σε περιπτώσεις κρίσης τις απαραίτητες, σωστές επιχειρησιακές αποφάσεις, χωρίς να αγνοούν (κάτι που δυστυχώς συμβαίνει συχνά) την ανιδιοτελώς και απλόχερα προσφερόμενη γνώμη των ειδικών επιστημόνων. Κώστας Τζιότζιου Ειδικός Λειτουργικός Επιστήμονας Α’ βαθμίδας ΙΑΑΔΕΤ - ΕΑΑ