Κοινός σχολιασμός άρθρων 15 και 16
Η αναφορά στο άρθρο 15 του προτεινόμενου σχεδίου νόμου ότι “[η] Αυτοτελής Διεύθυνση Πολιτικής Προστασίας στελεχώνεται από μόνιμο προσωπικό, με συναφή εκπαίδευση και εμπειρία στον τομέα της πολιτικής προστασίας” είναι γενικόλογη και ασαφής. Τα προσόντα του προσωπικού πρέπει να γίνουν πιο συγκεκριμένα για να μπορούν να συμβάλλουν τα μέγιστα στη θέση. Στο δε άρθρο 16 του προτεινόμενου σχεδίου νόμου όχι μόνο δεν περιγράφονται τα προσόντα του προσωπικού που απαιτούνται για τη στελέχωση του Αυτοτελούς Τμήματος Πολιτικής Προστασίας, αλλά καταργείται και η σχετική εξουσιοδοτική διάταξη του άρθρου 21 παρ. 3 του ν. 4662/2020 που προβλέπει ότι “[με] προεδρικό διάταγμα, το οποίο εκδίδεται εντός έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος, μετά από πρόταση των Υπουργών Οικονομικών, Προστασίας του Πολίτη και Εσωτερικών, καθορίζονται οι οργανικές θέσεις, οι ειδικότητες, τα περιγράμματα θέσεων με βάση τον εκάστοτε Οργανισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας (Ο.Ε.Υ.), η διαδικασία πρόσληψης, τα κριτήρια στελέχωσης των Αυτοτελών Τμημάτων Πολιτικής Προστασίας και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια”.
Για παράδειγμα, πρέπει να έχουν τουλάχιστον πτυχίο γεωτεχνικού ή ειδικοτήτων ΤΕΕ αναλόγως και των κυρίων κινδύνων που καλείται να αντιμετωπίσει τοπικά (π.χ. σε μια περιοχή με ιστορικό δασικών πυρκαγιών πρέπει να προτιμάται γεωτεχνικός), με γνώσεις Γεωγραφικών Πληροφοριακών Συστημάτων (GIS) ενώ κάθε πρότερη αποδεδειγμένη εμπειρία στο αντικείμενο, μεταπτυχιακοί ή διδακτορικοί τίτλοι στο αντικείμενο των φυσικών ή τεχνολογικών καταστροφών θα αποτελούν ένα επιπλέον προσόν. Δεν πρέπει να ακολουθηθεί το αποτυχημενο ως τώρα μοντέλο πλήρωσης των αντίστοιχων θέσεων από απόστρατους Ενόπλων Δυνάμεων ή Σωμάτων Ασφαλείας, καθώς απαιτούνται εξειδικευμένα προσόντα όπως περιγράφονται παραπάνω και η θητεία στις Ένοπλες Δυνάμεις ή τα Σώματα Ασφαλείας δεν σημαίνει αυτοδικαίως και επιστημονικές γνώσεις στον σχεδιασμό και τη διαχείριση αντικειμένων πολιτικής προστασίας.
Η προσπάθεια να αποκτήσουν οι Δήμοι την τεχνογνωσία που απαιτείται για την πρόληψη των δασικών πυρκαγιών και γενικότερα για την πολιτική προστασία, προϋποθέτει μια σημαντική τομή στη δομή και την στελέχωση των Δήμων προκειμένου να εφαρμόσουν την αντίστοιχη δημόσια πολιτική. Είναι σημαντικό να προχωρήσουν άμεσα οι διαδικασίες τόσο για τη συγκρότηση των τμημάτων πολιτικής προστασίας των Δήμων, όσο και για την εφαρμογή συγκεκριμένου προγράμματος εκπαίδευσης για τα στελέχη της αυτοδιοίκησης. Μια τέτοια μεταρρύθμιση προϋποθέτει φυσικά την ύπαρξη κανονιστικού πλαισίου, προτύπων και οδηγιών, ωστόσο αυτά δεν αρκούν. Χρειάζεται η κεντρική Δημόσια Διοίκηση να διασφαλίσει τις προϋποθέσεις, τους όρους και τους πόρους (ανθρώπινους, οικονομικούς, τεχνικούς κ.λπ.) που απαιτούνται, καθώς και να εφαρμόσει ένα στοχευμένο πρόγραμμα υποστήριξης των Δήμων για την εφαρμογή της εκάστοτε δημόσιας πολιτικής. Σε διαφορετική περίπτωση, πολλοί μεσαίου μεγέθους Δήμοι και φυσικά οι μικροί Δήμοι, δεν θα μπορούν να ανταποκριθούν. Να καθοριστεί άμεσα και δεσμευτικά το ελάχιστο προσωπικό των υπηρετούντων σε τμήματα Π.Π. Ο προϊστάμενος μόνος του ή ο προϊστάμενος και ένας υπάλληλος, είναι αυτονόητο ότι είναι αδύνατον να αντεπεξέλθουν τόσο σε περιόδους ηρεμίας πολλώ δε μάλλον σε περιόδους ύπαρξης ή εξέλιξης καταστροφικού φαινομένου.
Βασική προϋπόθεση για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση του σχεδιασμού πρόληψης είναι η στελέχωση των αρμόδιων τμημάτων και η εκπαίδευση του προσωπικού. Παρά τις (ορθές) προβλέψεις του άρθρου 21 του ν. 4662/2020 για τη σύσταση αυτοτελών τμημάτων Πολιτικής Προστασίας στους Δήμους και στελέχωσης τους με προσωπικό αποκλειστικής απασχόλησης στο αντικείμενο, δυστυχώς η εικόνα που επικρατεί σήμερα είναι απογοητευτική. Οι υπάλληλοι που υπηρετούν στο τμήμα πρέπει να απασχολούνται αποκλειστικά και μόνο με τα αντικείμενα της Π.Π. και σε καμία περίπτωση να μην υποστηρίζουν με παράλληλα καθήκοντα ή με οποιοδήποτε άλλο νόμιμο ή μη τρόπο, αντικείμενα άλλων τμημάτων του Δήμου.
Στο πλαίσιο του έργου «Κατάρτιση και εφαρμογή σχεδίων δράσης για την πρόληψη δασικών πυρκαγιών σε τοπικό επίπεδο» που υλοποιεί το WWF Ελλάς σε συνεργασία με το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών διανεμήθηκε το φθινόπωρο 2022 σχετικό ερωτηματολόγιο στους 332 Δήμους της χώρας για να αξιολογηθεί η οργάνωση πολιτικής προστασίας σε επίπεδο Δήμων. Απάντησαν 169 δήμοι (50,9% του συνόλου), ποσοστό που αποτελεί ένα αξιόπιστο δείγμα της σημερινής κατάστασης. Τα αποτελέσματα της έρευνας δείχνουν ότι τρία χρόνια μετά τη θεσμοθέτηση του ν. 4662/2020 δεν έχουν γίνει οι απαιτούμενες ενέργειες για τη σύσταση Αυτοτελών Τμημάτων Πολιτικής Προστασίας στους Δήμους και στελέχωσής τους με επαρκές και σχετικό με το αντικείμενο προσωπικό. Τα στελέχη πολιτικής προστασίας των Δήμων έχουν ελλιπή εξειδίκευση και εκπαίδευση. Ασκούν στη μεγάλη τους πλειονότητα ποικίλα παράλληλα καθήκοντα, ενώ η συνέχεια και η συνοχή των δράσεων πρόληψης δεν εξασφαλίζεται λόγω του αυξημένου ποσοστού των αιρετών υπαλλήλων που ορίζονται ως υπεύθυνοι πολιτικής προστασίας. Επιπλέον έχει σημειωθεί ελάχιστη πρόοδος προς αυτό τον στόχο καθώς αντίστοιχη έρευνα του 2012 (στο πλαίσιο του έργου LIFE ForestCities) είχε καταλήξει σε πολύ παρόμοια ευρήματα. Το υπόλοιπο ποσοστό των Δήμων που δεν απάντησαν αφορά είτε μικρούς νησιωτικούς, είτε λίγους αστικούς που δεν έχουν δασικές εκτάσεις, είτε Δήμους που απλά δεν ενδιαφέρθηκαν να απαντήσουν ή δεν είχαν ορίσει κάποιον υπεύθυνο. Από την έρευνα τα εξής σχετικά συμπεράσματα:
α. To 84% εξακολουθεί να απασχολεί το προσωπικό πολιτικής προστασίας σε παράλληλα καθήκοντα κατά παράβαση της παρ. 1 του άρθρου 21 του ν. 4662/2020,
β. Το 34% του προσωπικού είναι απόφοιτοι δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης,
γ. Το 50% των στελεχών πολιτικής προστασίας έχουν ειδικότητες οι οποίες είναι άσχετες με το αντικείμενο της Πολιτικής Προστασίας ή δεν μπορούν να υποστηρίξουν επιστημονικά τέτοιες δράσεις.
Μεγάλα κενά υπάρχουν και στην κατάρτιση των στελεχών παρά την ίδρυση της Ακαδημίας Πολιτικής Προστασίας με την υπ. αριθμ. 16287/2022 (Β΄5848) απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας με τίτλο «Οργάνωση και λειτουργία της Ακαδημίας Πολιτικής Προστασίας (Α.Π.Ο.Π.)».
Κοινός σχολιασμός άρθρων 15 και 16 Η αναφορά στο άρθρο 15 του προτεινόμενου σχεδίου νόμου ότι “[η] Αυτοτελής Διεύθυνση Πολιτικής Προστασίας στελεχώνεται από μόνιμο προσωπικό, με συναφή εκπαίδευση και εμπειρία στον τομέα της πολιτικής προστασίας” είναι γενικόλογη και ασαφής. Τα προσόντα του προσωπικού πρέπει να γίνουν πιο συγκεκριμένα για να μπορούν να συμβάλλουν τα μέγιστα στη θέση. Στο δε άρθρο 16 του προτεινόμενου σχεδίου νόμου όχι μόνο δεν περιγράφονται τα προσόντα του προσωπικού που απαιτούνται για τη στελέχωση του Αυτοτελούς Τμήματος Πολιτικής Προστασίας, αλλά καταργείται και η σχετική εξουσιοδοτική διάταξη του άρθρου 21 παρ. 3 του ν. 4662/2020 που προβλέπει ότι “[με] προεδρικό διάταγμα, το οποίο εκδίδεται εντός έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος, μετά από πρόταση των Υπουργών Οικονομικών, Προστασίας του Πολίτη και Εσωτερικών, καθορίζονται οι οργανικές θέσεις, οι ειδικότητες, τα περιγράμματα θέσεων με βάση τον εκάστοτε Οργανισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας (Ο.Ε.Υ.), η διαδικασία πρόσληψης, τα κριτήρια στελέχωσης των Αυτοτελών Τμημάτων Πολιτικής Προστασίας και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια”. Για παράδειγμα, πρέπει να έχουν τουλάχιστον πτυχίο γεωτεχνικού ή ειδικοτήτων ΤΕΕ αναλόγως και των κυρίων κινδύνων που καλείται να αντιμετωπίσει τοπικά (π.χ. σε μια περιοχή με ιστορικό δασικών πυρκαγιών πρέπει να προτιμάται γεωτεχνικός), με γνώσεις Γεωγραφικών Πληροφοριακών Συστημάτων (GIS) ενώ κάθε πρότερη αποδεδειγμένη εμπειρία στο αντικείμενο, μεταπτυχιακοί ή διδακτορικοί τίτλοι στο αντικείμενο των φυσικών ή τεχνολογικών καταστροφών θα αποτελούν ένα επιπλέον προσόν. Δεν πρέπει να ακολουθηθεί το αποτυχημενο ως τώρα μοντέλο πλήρωσης των αντίστοιχων θέσεων από απόστρατους Ενόπλων Δυνάμεων ή Σωμάτων Ασφαλείας, καθώς απαιτούνται εξειδικευμένα προσόντα όπως περιγράφονται παραπάνω και η θητεία στις Ένοπλες Δυνάμεις ή τα Σώματα Ασφαλείας δεν σημαίνει αυτοδικαίως και επιστημονικές γνώσεις στον σχεδιασμό και τη διαχείριση αντικειμένων πολιτικής προστασίας. Η προσπάθεια να αποκτήσουν οι Δήμοι την τεχνογνωσία που απαιτείται για την πρόληψη των δασικών πυρκαγιών και γενικότερα για την πολιτική προστασία, προϋποθέτει μια σημαντική τομή στη δομή και την στελέχωση των Δήμων προκειμένου να εφαρμόσουν την αντίστοιχη δημόσια πολιτική. Είναι σημαντικό να προχωρήσουν άμεσα οι διαδικασίες τόσο για τη συγκρότηση των τμημάτων πολιτικής προστασίας των Δήμων, όσο και για την εφαρμογή συγκεκριμένου προγράμματος εκπαίδευσης για τα στελέχη της αυτοδιοίκησης. Μια τέτοια μεταρρύθμιση προϋποθέτει φυσικά την ύπαρξη κανονιστικού πλαισίου, προτύπων και οδηγιών, ωστόσο αυτά δεν αρκούν. Χρειάζεται η κεντρική Δημόσια Διοίκηση να διασφαλίσει τις προϋποθέσεις, τους όρους και τους πόρους (ανθρώπινους, οικονομικούς, τεχνικούς κ.λπ.) που απαιτούνται, καθώς και να εφαρμόσει ένα στοχευμένο πρόγραμμα υποστήριξης των Δήμων για την εφαρμογή της εκάστοτε δημόσιας πολιτικής. Σε διαφορετική περίπτωση, πολλοί μεσαίου μεγέθους Δήμοι και φυσικά οι μικροί Δήμοι, δεν θα μπορούν να ανταποκριθούν. Να καθοριστεί άμεσα και δεσμευτικά το ελάχιστο προσωπικό των υπηρετούντων σε τμήματα Π.Π. Ο προϊστάμενος μόνος του ή ο προϊστάμενος και ένας υπάλληλος, είναι αυτονόητο ότι είναι αδύνατον να αντεπεξέλθουν τόσο σε περιόδους ηρεμίας πολλώ δε μάλλον σε περιόδους ύπαρξης ή εξέλιξης καταστροφικού φαινομένου. Βασική προϋπόθεση για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση του σχεδιασμού πρόληψης είναι η στελέχωση των αρμόδιων τμημάτων και η εκπαίδευση του προσωπικού. Παρά τις (ορθές) προβλέψεις του άρθρου 21 του ν. 4662/2020 για τη σύσταση αυτοτελών τμημάτων Πολιτικής Προστασίας στους Δήμους και στελέχωσης τους με προσωπικό αποκλειστικής απασχόλησης στο αντικείμενο, δυστυχώς η εικόνα που επικρατεί σήμερα είναι απογοητευτική. Οι υπάλληλοι που υπηρετούν στο τμήμα πρέπει να απασχολούνται αποκλειστικά και μόνο με τα αντικείμενα της Π.Π. και σε καμία περίπτωση να μην υποστηρίζουν με παράλληλα καθήκοντα ή με οποιοδήποτε άλλο νόμιμο ή μη τρόπο, αντικείμενα άλλων τμημάτων του Δήμου. Στο πλαίσιο του έργου «Κατάρτιση και εφαρμογή σχεδίων δράσης για την πρόληψη δασικών πυρκαγιών σε τοπικό επίπεδο» που υλοποιεί το WWF Ελλάς σε συνεργασία με το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών διανεμήθηκε το φθινόπωρο 2022 σχετικό ερωτηματολόγιο στους 332 Δήμους της χώρας για να αξιολογηθεί η οργάνωση πολιτικής προστασίας σε επίπεδο Δήμων. Απάντησαν 169 δήμοι (50,9% του συνόλου), ποσοστό που αποτελεί ένα αξιόπιστο δείγμα της σημερινής κατάστασης. Τα αποτελέσματα της έρευνας δείχνουν ότι τρία χρόνια μετά τη θεσμοθέτηση του ν. 4662/2020 δεν έχουν γίνει οι απαιτούμενες ενέργειες για τη σύσταση Αυτοτελών Τμημάτων Πολιτικής Προστασίας στους Δήμους και στελέχωσής τους με επαρκές και σχετικό με το αντικείμενο προσωπικό. Τα στελέχη πολιτικής προστασίας των Δήμων έχουν ελλιπή εξειδίκευση και εκπαίδευση. Ασκούν στη μεγάλη τους πλειονότητα ποικίλα παράλληλα καθήκοντα, ενώ η συνέχεια και η συνοχή των δράσεων πρόληψης δεν εξασφαλίζεται λόγω του αυξημένου ποσοστού των αιρετών υπαλλήλων που ορίζονται ως υπεύθυνοι πολιτικής προστασίας. Επιπλέον έχει σημειωθεί ελάχιστη πρόοδος προς αυτό τον στόχο καθώς αντίστοιχη έρευνα του 2012 (στο πλαίσιο του έργου LIFE ForestCities) είχε καταλήξει σε πολύ παρόμοια ευρήματα. Το υπόλοιπο ποσοστό των Δήμων που δεν απάντησαν αφορά είτε μικρούς νησιωτικούς, είτε λίγους αστικούς που δεν έχουν δασικές εκτάσεις, είτε Δήμους που απλά δεν ενδιαφέρθηκαν να απαντήσουν ή δεν είχαν ορίσει κάποιον υπεύθυνο. Από την έρευνα τα εξής σχετικά συμπεράσματα: α. To 84% εξακολουθεί να απασχολεί το προσωπικό πολιτικής προστασίας σε παράλληλα καθήκοντα κατά παράβαση της παρ. 1 του άρθρου 21 του ν. 4662/2020, β. Το 34% του προσωπικού είναι απόφοιτοι δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, γ. Το 50% των στελεχών πολιτικής προστασίας έχουν ειδικότητες οι οποίες είναι άσχετες με το αντικείμενο της Πολιτικής Προστασίας ή δεν μπορούν να υποστηρίξουν επιστημονικά τέτοιες δράσεις. Μεγάλα κενά υπάρχουν και στην κατάρτιση των στελεχών παρά την ίδρυση της Ακαδημίας Πολιτικής Προστασίας με την υπ. αριθμ. 16287/2022 (Β΄5848) απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας με τίτλο «Οργάνωση και λειτουργία της Ακαδημίας Πολιτικής Προστασίας (Α.Π.Ο.Π.)».