Σύλλογος Εργαζομένων στην Αποκατάσταση Επιπτώσεων Φυσικών
Καταστροφών
-Σ.Ε.Α.Ε.Φ.Κ.- somateio.seafk@gmail.com
ΕΠΙΔΟΜΑ ΕΤΟΙΜΟΤΗΤΑΣ
Στο Άρθρο 2 προβλέπεται η δυνατότητα καθορισμού, σε εικοσιτετράωρη βάση, του ωραρίου εργασίας του προσωπικού το οποίο υπηρετεί στη Γενική Γραμματεία
Αποκατάστασης Φυσικών Καταστροφών και Κρατικής Αρωγής. Στο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ’, ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ… προβλέπεται: «Το ωράριο εργασίας του πάσης φύσεως προσωπικού το οποίο υπηρετεί στη Γενική Γραμματεία Αποκατάστασης Φυσικών Καταστροφών και Κρατικής Αρωγής του Υπουργείου Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, καθώς και του προσωπικού που διατίθεται ή ασκεί παράλληλα καθήκοντα στις υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας ή του οποίου οι υπηρεσίες επιτάσσονται για την καταγραφή και αποκατάσταση των ζημιών που προκλήθηκαν από φυσικές καταστροφές, δύναται σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης να καθορίζεται σε εικοσιτετράωρη βάση, τα Σάββατα, τις
Κυριακές και τις αργίες, καθώς και να τίθεται σε επιφυλακή, ανάλογα με τις προκύπτουσες υπηρεσιακές ανάγκες». Στο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι΄ (ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρο 45 Εξουσιοδοτικές διατάξεις, στο 4), ορίζεται: «Με απόφαση του Υπουργού Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας καθορίζονται το ωράριο εργασίας και ο αριθμός του προσωπικού που απασχολείται κάθε φορά ή είναι σε επιφυλακή, σύμφωνα με το άρθρο 37».
Η αυτονόητη πρόβλεψη υπερωριακής αμοιβής για τις περιπτώσεις αυτές, σε καμία
περίπτωση δεν υποκαθιστά το γεγονός της απαίτησης για διαρκή ετοιμότητα και (με εντολή) για εφαρμογή «γνήσιας ετοιμότητας» η οποία αποτελεί υποχρέωση του εργαζόμενου.
Ετοιμότητα για εργασία υπάρχει όταν κάποιο άλλο πρόσωπο δέχεται να περιορίσει χρονικά
την ελευθερία του για χάρη κάποιου άλλου προσώπου με σκοπό να του προσφέρει εργασία
κάθε φορά που θα του ζητηθεί. Άλλοτε το πρόσωπο αυτό πρέπει να βρίσκεται για ορισμένο
χρόνο στον τόπο εργασίας, για να παρέχει τις υπηρεσίες του μόλις παρουσιαστεί ανάγκη.
Άλλοτε υποχρεούται να βρίσκεται σε οποιοδήποτε τόπο, αρκεί να δηλώνεται έτσι ώστε να
ανευρίσκεται εγκαίρως και να προσφέρει την εργασία του μόλις του ζητηθεί. Τέλος ο
απασχολούμενος πρέπει να βρίσκεται σωματικά στον τόπο της εργασίας περιορίζοντας έτσι
την ελευθερία του χωρίς όμως να είναι υποχρεωμένος να έχει σε εγρήγορση τις σωματικές
και πνευματικές του δυνάμεις. Μπορεί δηλαδή ακόμη και να κοιμάται ή να βρίσκεται για
ορισμένα διαστήματα έξω από τον τόπο εργασίας. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις υπάρχει
κάποιος περιορισμός της προσωπικής ελευθερίας για χάρη ενός άλλου προσώπου, του εργοδότη. Διαφέρει όμως κάθε φορά ο βαθμός ετοιμότητας, κριτήριο ιδιαίτερα σημαντικό για τον προσδιορισμό του εργασιακού καθεστώτος στο οποίο υπάγεται ο εργαζόμενος και ως εκ τούτου και την αμοιβή του.
(α) Γνήσια ετοιμότητα προς εργασία υπάρχει, όταν ο εργαζόμενος βρίσκεται σε πλήρη δέσμευση του ελεύθερου χρόνου του, με την έννοια ότι κατά τη διάρκεια του ωραρίου του δεν διαθέτει την παραμικρή δυνατότητα να αναπαύεται, ή να χρησιμοποιεί την εργασιακή του δύναμη διαφορετικά, αλλά πρέπει να διατηρεί τις σωματικές και πνευματικές του δυνάμεις σε εγρήγορση, ώστε να είναι σε θέση να παρέχει την εργασία του στον εργοδότη σε κάθε στιγμή που θα του ζητείται. Σε αυτή την μορφή ετοιμότητας θεωρείται ότι υπάρχει
πλήρης απασχόληση, ανεξάρτητα από το εάν θα ανακύψει παροχή εργασίας ή όχι. Η γνήσια ετοιμότητα εξομοιώνεται με κανονική παροχή εργασίας και εφαρμόζονται σε αυτήν, όλες οι διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας, ειδικότερα για τα κατώτατα όρια αποδοχών, τα χρονικά όρια εργασίας, την αμοιβή και τις προσαυξήσεις για υπερεργασία, υπερωριακή απασχόληση και εργασία κατά τις Κυριακές και αργίες κλπ.
(β) Αντίθετα, στην μη γνήσια (απλή) ετοιμότητα προς εργασία, ο εργαζόμενος
αναλαμβάνει την υποχρέωση να περιορίσει μερικώς την ελευθερία των κινήσεων του υπέρ του εργοδότη του, χωρίς να υποχρεούται να διατηρεί σε εγρήγορση τις σωματικές ή πνευματικές του δυνάμεις, ώστε να είναι στην διάθεση του τελευταίου κάθε στιγμή, παραμένοντας απλώς, είτε στον τόπο εργασίας αναπαυόμενος, είτε στην οικία του
αναμένοντας κλήση του εργοδότη. Δεν αποκλείεται η απλή ετοιμότητα να εμπεριέχει το στοιχείο της εγρήγορσης από την πλευρά του εργαζομένου, αλλά μόνο όταν προκύπτει κατάσταση ανάγκης. Ο εργαζόμενος που βρίσκεται σε απλή ετοιμότητα, δικαιούται αμοιβής για την δέσμευση της προσωπικής του ελευθερίας. Αν δεν έχει συμφωνηθεί αμοιβή, τεκμαίρεται ότι δικαιούται τον συνηθισμένο μισθό, κατά το άρθρο 653 ΑΚ.
Από τις προβλέψεις του Σχεδίου Νόμου είναι προφανές πως προκύπτει ζήτημα
πρόσθετης ρύθμισης για τις περιπτώσεις (α) και (β).
Σύλλογος Εργαζομένων στην Αποκατάσταση Επιπτώσεων Φυσικών Καταστροφών -Σ.Ε.Α.Ε.Φ.Κ.- somateio.seafk@gmail.com ΕΠΙΔΟΜΑ ΕΤΟΙΜΟΤΗΤΑΣ Στο Άρθρο 2 προβλέπεται η δυνατότητα καθορισμού, σε εικοσιτετράωρη βάση, του ωραρίου εργασίας του προσωπικού το οποίο υπηρετεί στη Γενική Γραμματεία Αποκατάστασης Φυσικών Καταστροφών και Κρατικής Αρωγής. Στο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ’, ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ… προβλέπεται: «Το ωράριο εργασίας του πάσης φύσεως προσωπικού το οποίο υπηρετεί στη Γενική Γραμματεία Αποκατάστασης Φυσικών Καταστροφών και Κρατικής Αρωγής του Υπουργείου Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, καθώς και του προσωπικού που διατίθεται ή ασκεί παράλληλα καθήκοντα στις υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας ή του οποίου οι υπηρεσίες επιτάσσονται για την καταγραφή και αποκατάσταση των ζημιών που προκλήθηκαν από φυσικές καταστροφές, δύναται σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης να καθορίζεται σε εικοσιτετράωρη βάση, τα Σάββατα, τις Κυριακές και τις αργίες, καθώς και να τίθεται σε επιφυλακή, ανάλογα με τις προκύπτουσες υπηρεσιακές ανάγκες». Στο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι΄ (ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρο 45 Εξουσιοδοτικές διατάξεις, στο 4), ορίζεται: «Με απόφαση του Υπουργού Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας καθορίζονται το ωράριο εργασίας και ο αριθμός του προσωπικού που απασχολείται κάθε φορά ή είναι σε επιφυλακή, σύμφωνα με το άρθρο 37». Η αυτονόητη πρόβλεψη υπερωριακής αμοιβής για τις περιπτώσεις αυτές, σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά το γεγονός της απαίτησης για διαρκή ετοιμότητα και (με εντολή) για εφαρμογή «γνήσιας ετοιμότητας» η οποία αποτελεί υποχρέωση του εργαζόμενου. Ετοιμότητα για εργασία υπάρχει όταν κάποιο άλλο πρόσωπο δέχεται να περιορίσει χρονικά την ελευθερία του για χάρη κάποιου άλλου προσώπου με σκοπό να του προσφέρει εργασία κάθε φορά που θα του ζητηθεί. Άλλοτε το πρόσωπο αυτό πρέπει να βρίσκεται για ορισμένο χρόνο στον τόπο εργασίας, για να παρέχει τις υπηρεσίες του μόλις παρουσιαστεί ανάγκη. Άλλοτε υποχρεούται να βρίσκεται σε οποιοδήποτε τόπο, αρκεί να δηλώνεται έτσι ώστε να ανευρίσκεται εγκαίρως και να προσφέρει την εργασία του μόλις του ζητηθεί. Τέλος ο απασχολούμενος πρέπει να βρίσκεται σωματικά στον τόπο της εργασίας περιορίζοντας έτσι την ελευθερία του χωρίς όμως να είναι υποχρεωμένος να έχει σε εγρήγορση τις σωματικές και πνευματικές του δυνάμεις. Μπορεί δηλαδή ακόμη και να κοιμάται ή να βρίσκεται για ορισμένα διαστήματα έξω από τον τόπο εργασίας. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις υπάρχει κάποιος περιορισμός της προσωπικής ελευθερίας για χάρη ενός άλλου προσώπου, του εργοδότη. Διαφέρει όμως κάθε φορά ο βαθμός ετοιμότητας, κριτήριο ιδιαίτερα σημαντικό για τον προσδιορισμό του εργασιακού καθεστώτος στο οποίο υπάγεται ο εργαζόμενος και ως εκ τούτου και την αμοιβή του. (α) Γνήσια ετοιμότητα προς εργασία υπάρχει, όταν ο εργαζόμενος βρίσκεται σε πλήρη δέσμευση του ελεύθερου χρόνου του, με την έννοια ότι κατά τη διάρκεια του ωραρίου του δεν διαθέτει την παραμικρή δυνατότητα να αναπαύεται, ή να χρησιμοποιεί την εργασιακή του δύναμη διαφορετικά, αλλά πρέπει να διατηρεί τις σωματικές και πνευματικές του δυνάμεις σε εγρήγορση, ώστε να είναι σε θέση να παρέχει την εργασία του στον εργοδότη σε κάθε στιγμή που θα του ζητείται. Σε αυτή την μορφή ετοιμότητας θεωρείται ότι υπάρχει πλήρης απασχόληση, ανεξάρτητα από το εάν θα ανακύψει παροχή εργασίας ή όχι. Η γνήσια ετοιμότητα εξομοιώνεται με κανονική παροχή εργασίας και εφαρμόζονται σε αυτήν, όλες οι διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας, ειδικότερα για τα κατώτατα όρια αποδοχών, τα χρονικά όρια εργασίας, την αμοιβή και τις προσαυξήσεις για υπερεργασία, υπερωριακή απασχόληση και εργασία κατά τις Κυριακές και αργίες κλπ. (β) Αντίθετα, στην μη γνήσια (απλή) ετοιμότητα προς εργασία, ο εργαζόμενος αναλαμβάνει την υποχρέωση να περιορίσει μερικώς την ελευθερία των κινήσεων του υπέρ του εργοδότη του, χωρίς να υποχρεούται να διατηρεί σε εγρήγορση τις σωματικές ή πνευματικές του δυνάμεις, ώστε να είναι στην διάθεση του τελευταίου κάθε στιγμή, παραμένοντας απλώς, είτε στον τόπο εργασίας αναπαυόμενος, είτε στην οικία του αναμένοντας κλήση του εργοδότη. Δεν αποκλείεται η απλή ετοιμότητα να εμπεριέχει το στοιχείο της εγρήγορσης από την πλευρά του εργαζομένου, αλλά μόνο όταν προκύπτει κατάσταση ανάγκης. Ο εργαζόμενος που βρίσκεται σε απλή ετοιμότητα, δικαιούται αμοιβής για την δέσμευση της προσωπικής του ελευθερίας. Αν δεν έχει συμφωνηθεί αμοιβή, τεκμαίρεται ότι δικαιούται τον συνηθισμένο μισθό, κατά το άρθρο 653 ΑΚ. Από τις προβλέψεις του Σχεδίου Νόμου είναι προφανές πως προκύπτει ζήτημα πρόσθετης ρύθμισης για τις περιπτώσεις (α) και (β).