MASTER PLAN WATER MANAGEMENT IN THESSALY IN THE WAKE OF STORM DANIEL How to Address Thessaly’s Water-Related Agricultural Challenges

Μεταφορτώστε τα αρχεία στους κατωτέρω συνδέσμους (στην ελληνική γλώσσα):

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΤΟΜΟΣ Α΄: ΥΠΟΔΟΜΕΣ ΑΝΤΙΠΛΗΜΜΥΡΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

ΤΟΜΟΣ Β ‘: ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΥΔΑΤΩΝ

ΤΟΜΟΣ Γ΄: ΕΓΚΑΙΡΗ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΡΙΣΗΣ

ΤΟΜΟΣ Δ΄: ΓΕΩΡΓΙΑ & ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑ

ΤΟΜΟΣ Ε ́: ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ

ΤΟΜΟΣ ΣΤ΄ : ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΡΑΣΗΣ ΚΑΙ
ΧΡΟΝΟΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΑ

Συνοπτική περίληψη του σχεδίου στην ελληνική γλώσσα 

Στους κατωτέρω συνδέσμους τα κείμενα είναι διαθέσιμα και στην αγγλική γλώσσα:

HVA Master Plan Executive Summary

 HVA Master Plan Introduction

 HVA Masterplan Water Management – Thessaly – Master Version DRAFT 1st delivery vol 1

  HVA Masterplan Water Management – Thessaly – Master Version DRAFT 1st delivery vol 2

 HVA Masterplan Water Management – Thessaly – Master Version DRAFT 1st delivery vol 3

HVA Master Plan vol 4

 HVA Master Plan vol 5

 HVA Masterplan Water Management – Thessaly – Master Version DRAFT 1st delivery vol 6

 HVA Master Plan Appendices

 

  • 12 Απριλίου 2024, 14:49 | Κίνηση για την Προστασία και Ανάδειξη Μεγάλου Ρέματος Ραφήνας;
    Το βλέπω Θετικά/Αρνητικά:  

    Μας βρίσκουν σύμφωνους/ες τα σχόλια των περιβαλλοντικών οργανώσεων
    1. Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού
    2. Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης
    3. Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία
    4. Greenpeace
    5. WWF Ελλάς
    που έχουν υποβληθεί παραπάνω και συγκεκριμένα στις 22/3/24.
    Τα παραθέτουμε ξανά παρακάτω και ζητάμε να τα λάβετε σοβαρά υπόψη, καθώς η αντιμετώπιση μίας καταστροφής όπως αυτή της Θεσσαλίας και η πολιτική διαχείρισης των υδάτων ΟΦΕΙΛΕΙ να αντιμετωπιστεί σοβαρά, να βγάλει συμπεράσματα ώστε να μην επαναληφθούν τέτοιου μεγέθους καταστροφές στη Θεσσαλία και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Οφείλει επίσης να χαράξει στρατηγική και μέτρα, σε συμφωνία με όλες τις ευρωπαϊκές οδηγίες και στρατηγικές. Η προχειρότητα με την οποία επιχειρείται να καταρτιστεί το σχέδιο, τα ασφυκτικά χρονικά περιθώρια, τα πολλαπλά εμπόδια στη διαβούλευση (παραθέτονται στο κείμενο των οργανώσεων παρακάτω) και η εμφανής παραβίαση των ευρωπαϊκών οδηγιών και στρατηγικών, προοιωνίζουν την επανάληψη γνωστών κακών πρακτικών με τις ίδιες καταστροφικές συνέπειες στη φύσησ και τον άνθρωπο.

    Σχόλια περιβαλλοντικών οργανώσεων στην έκθεση της εταιρείας HVA με τίτλο «Water management in Thessaly in the wake of Storm Daniel”
    Γενικά σχόλια σχετικά με τη διαβούλευση
    Έλλειμμα θεσμικής βάσης: Από το εισαγωγικό μήνυμα στο opengov.gr, όπου διεξάγεται η διαβούλευση, δεν προκύπτει καμία θεσμική πλαισίωση για την υπό σχολιασμό έκθεση. Η έκθεση δεν εντάσσεται καν στο πλαίσιο των υποχρεώσεων της χώρας για εφαρμογή των οδηγιών 2000/60/ΕΚ για τα ύδατα και 2007/60/ΕΕ για τις πλημμύρες, ούτε προβλέπεται από εθνική νομοθεσία για τη διαχείριση των υδάτων.
    Πρέπει να σημειωθεί ότι μόλις πριν μερικές μέρες (15 Μαρτίου 2024), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε, μετά από επανειλημμένες σχετικές προειδοποιήσεις, να παραπέμψει τη χώρα μας για παραβίαση των δυο οδηγιών που σχετίζονται άμεσα με την υπό σχολιασμό μελέτη της εταιρείας HVA: την οδηγία 2007/60/ΕΚ για τη διαχείριση του κινδύνου πλημμυρών και την οδηγία 2000/60/ΕΕ “Πλαίσιο κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων”. Πρόκειται για μια ιδιαίτερα ντροπιαστική εξέλιξη, ειδικά καθώς αφορά μια χώρα που δεν έχει απλώς υποχρέωση εφαρμογής τους, αλλά και μεγάλη ανάγκη από τα εργαλεία που προσφέρουν οι δυο αυτές οδηγίες για πραγματικά βιώσιμη διαχείριση των υδάτινων οικοσυστημάτων, ώστε να λειτουργήσουν αποτελεσματικά υπέρ της θωράκισης της κοινωνίας και της οικονομίας από τις καταστροφικές επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης. H μελέτη της εταιρείας HVA αγνοεί πλήρως τις δυο οδηγίες και επιδεινώνει το έλλειμμα σωστής εφαρμογής τους από τη χώρα μας.
    Πρέπει να τονιστεί ότι η ανάπτυξη των σχεδίων διαχείρισης λεκανών απορροής ποταμού, στο πλαίσιο της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, και των σχεδίων διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας, στο πλαίσιο της οδηγίας 2007/60/ΕΕ, αποτελούν στοιχεία της ολοκληρωμένης διαχείρισης της λεκάνης απορροής ποταμών. Το δίκαιο της ΕΕ σαφώς προβλέπει ότι οι δύο διαδικασίες, δηλαδή η διαχείριση του κινδύνου από πλημμύρες και η επίτευξη καλής οικολογικής κατάστασης των υδάτινων οικοσυστημάτων, έχοντας υπόψη τους περιβαλλοντικούς στόχους της οδηγίας 2000/60/ΕΚ (προοίμιο οδηγίας για τις πλημμύρες, εδ. 17) αποτελούν στοιχεία της ολοκληρωμένης διαχείρισης της λεκάνης απορροής ποταμών και θα πρέπει να αξιοποιούν αμοιβαία τη δυνατότητα κοινών συνεργειών και κοινού οφέλους.
    Επισημαίνουμε επίσης ότι οι περιβαλλοντικές οργανώσεις έχουν ήδη υποβάλει σχόλια στη διαβούλευση για τη 2η αναθεώρηση των σχεδίων διαχείρισης λεκανών απορροής (ΣΔΛΑΠ) για τη Δυτική Στερεά και τη Θεσσαλία. Τα σχόλια των περιβαλλοντικών οργανώσεων είναι διαθέσιμα εδώ: https://www.wwf.gr/shmeio_gnosis/politiki/?12171866/——-2—
    Γλώσσα: Δεν είναι ξεκάθαρο σε ποιο κοινό απευθύνεται η μελέτη αυτή. Πάντως, όταν οποιοδήποτε έγγραφο ή έκθεση τίθεται σε δημόσια διαβούλευση, βασική υποχρέωση του αρμόδιου φορέα είναι να προσφέρει το κείμενο στη γλώσσα του κοινού που καλείται να το σχολιάσει και του οποίου τη ζωή επηρεάζει. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, το γεγονός ότι η έκθεση και τα τεύχη της είναι στα Αγγλικά, αποτελεί υποβάθμιση του κρίσιμου θεσμού της διαβούλευσης και ειρωνεία προς το ελληνικό κοινό που πιθανώς να μην είναι εξοικειωμένο είτε με την ίδια τη γλώσσα είτε με τεχνικούς όρους που χρησιμοποιούνται στην έκθεση. Ένα καθαρά μορφολογικό επίσης σχόλιο είναι η απουσία πίνακα περιεχομένων, γεγονός που δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο την ουσιαστική συμμετοχή του κοινού, καθώς η πλοήγηση στο κείμενο και η εξ αρχής αποκόμιση της συνολικής εικόνας για τη δομή είναι αδύνατη.
    Επιστημονική επάρκεια: Στα τεύχη δεν αναφέρονται ομάδες επιστημόνων που συνέταξαν τα κείμενα, ούτε μεθοδολογία ή περιγραφή της έρευνας (εάν διεξήχθη έρευνα). Αλλά και η ίδια η επιλογή μιας εμπορικής εταιρείας, όπως η Handelsvereniging Amsterdam-HVA (μτφ Εμπορική Εταιρεία του Άμστερνταμ), η οποία ιστορικά εξειδικεύεται στην εκμετάλλευση μεγάλων γεωργικών εκτάσεων σε πρώην ολλανδικές αποικίες και στο εμπόριο των προϊόντων τους, προκαλεί ερωτηματικά σχετικά με την επιστημονική επάρκεια και την απαραίτητη εξειδίκευση στα κρίσιμα ζητήματα της θωράκισης από πλημμύρες και από τις κλιματικές καταστροφές που πλέον συμβαίνουν ολοένα και συχνότερα και τείνουν να γίνουν νέα κανονικότητα.Ειδικότερα σχόλια επί των παραδοχών και προτάσεων της HVA
    Το τεύχος “Flood defense infrastructures” φαίνεται να αποτελεί συρραφή κειμένων και προτάσεων που έχουν ήδη εκφραστεί σε άλλα πλαίσια και απλά να συγκεντρώνει σε ένα πακέτο όλα τα έργα και τις παρεμβάσεις που έχουν κατά το παρελθόν προταθεί ή σχεδιαστεί (μεγάλα και μικρότερα φράγματα, σήραγγες, αναχώματα, έργα ορεινής υδρονομίας, κλπ). Υπολείπεται επίσης σοβαρά σε σχέση με τις ραγδαίες εξελίξεις σε καινοτόμες προσεγγίσεις αποτελεσματικής αντιμετώπισης των πλημμυρών και συνολικότερα των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης, με βάση τις υπηρεσίες που προσφέρουν τα φυσικά οικοσυστήματα του κάθε τόπου.
    Αν και η μελέτη της HVA ανακοινώθηκε με τον τίτλο “MASTER PLAN FOR THE A) POST-DISASTER REMEDIATION OF THE DAMAGE CAUSED BY THE >70,000 HECTARE FLOODING IN THESSALY and B) THE MITIGATION OF FUTURE FLOODING IN THE AREA aiming at covering the operational needs of the Ministry of Civil Protection» [ΑΔΑ: 90ΛΩ46ΝΠΙΘ-1Ξ3 – Έγκριση σύμβασης δωρεάς μεταξύ του ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ (ως δωρεοδόχου) και του νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα με την επωνυμία «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΤΡΑΠEΖΩΝ» (ως δωρητή)]. Εντούτοις όμως, στην έκθεση (σελ. 24 τεύχους για τις πλημμύρες) αναφέρεται ότι:
    “Το Master Plan δεν είναι απλώς ένα αυτόνομο ή άκαμπτο σχέδιο για τη διαχείριση των πλημμυρών. Τα στοιχεία του παρόντος πρέπει να ενσωματωθούν στα υπάρχοντα και μελλοντικά Σχέδια Διαχείρισης Υδάτων, Σχέδια Διαχείρισης Πλημμύρας, οδηγίες της ΕΕ, όπως η Οδηγία της ΕΕ για τις Πλημμύρες (2007/60/ΕΚ). Επιπλέον, η ευθυγράμμιση με τα αναπτυξιακά σχέδια για τους τομείς της γεωργίας και της κτηνοτροφίας είναι επιτακτική για μια ολιστική και αποτελεσματική προσέγγιση. Οι στρατηγικές και τα μέτρα που προτείνονται σε αυτό το Κατευθυντήριο Σχέδιο προορίζονται συγκεκριμένα να ενσωματωθούν στην εν εξελίξει αναθεώρηση του υφιστάμενου Σχεδίου Διαχείρισης Πλημμυρών της Κυβέρνησης της Ελλάδας. Το επικαιροποιημένο σχέδιο προβλέπεται να εξελιχθεί σε ένα ισχυρό επιχειρησιακό εργαλείο για την ολοκληρωμένη διαχείριση των πλημμυρών. Αυτό περιλαμβάνει την πρόοδο και την αξιολόγηση των υποδομών, τη δημιουργία συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης και αποτελεσματικές διαδικασίες για την ανάκαμψη από τις πλημμύρες.”
    Αυτός ο συλλογισμός είναι εξαιρετικά προβληματικός σε σχέση με το δίκαιο της ΕΕ, καθώς δεν μπορεί ένα εκτός ισχύοντος θεσμικού πλαισίου σχέδιο να επιβάλει εξωγενώς προσαρμογή σε θεσμικά προβλεπόμενα σχέδια με το ίδιο αντικείμενο. Λαμβάνοντας μάλιστα ως δεδομένο ότι το υπό ‘διαβούλευση’ ‘masterplan’ καθορίζει το πλαίσιο για μελλοντικές άδειες έργων αναμφισβήτητα θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, όπως τα μεγάλα φράγματα, τότε θα έπρεπε να υποβληθεί σε στρατηγική εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων, όπως επιβάλλει η νομοθεσία της ΕΕ (οδηγία 2001/42/ΕΚ).
    Συνολικά, η μελέτη δίχως να ακολουθεί καμία γνωστή ή θεσμοθετημένη μεθοδολογία εκπόνησης μελετών προτείνει, με βάση γενικόλογη και διόλου τεκμηριωμένη επιχειρηματολογία, υδραυλικές λύσεις οι οποίες έχουν ήδη προταθεί από άλλους φορείς, ενώ κάποιες (όπως τα έργα εκτροπής του Αχελώου) έχουν ακυρωθεί δικαστικώς και καταδικαστεί επιστημονικά. Αυτές οι παρωχημένης λογικής προτάσεις καλό θα είναι να μείνουν στο παρελθόν.
    Σε πρώτη φάση, οι περιβαλλοντικές οργανώσεις υποβάλλουν πρώτη δέσμη σχολίων, με εστίαση στα εξής ζητήματα: α) Συμβατότητα με το ενωσιακό δίκαιο, β) Συμμετοχή και διαφάνεια, γ) Αγνόηση της κλιματικής κρίσης και προφανών λύσεων, δ) Προβληματική χαρτογραφική απεικόνιση, ε) Απουσία δεδομένων, στ) Έμφαση σε μεγάλα κατασκευαστικά έργα, ζ) Επαναφορά της εκτροπής του Αχελώου, η) Αγνόηση βέλτιστων πρακτικών (Nature-based solutions), θ) Μοντέλο διακυβέρνησης.
    α) Συμβατότητα με το ενωσιακό δίκαιο: Η έκθεση δεν ικανοποιεί τις απαιτήσεις της οδηγίας 2007/60/ΕΚ για τη διαχείριση του κινδύνου πλημμυρών. Ενδεικτικά, τα προτεινόμενα μέτρα στο πλαίσιο της ενωσιακής νομοθεσίας για τη διαχείριση του κινδύνου πλημμύρας πρέπει απαραιτήτως να περιλαμβάνουν κατ’ ελάχιστο χαρακτηρισμό δασικών περιοχών ως προστατευτικών, περιορισμό δραστηριοτήτων στις πλημμυρικές κοίτες, εντοπισμό και καταγραφή εστιών παραγωγής φερτών και σχεδιασμό μέτρων που είναι συμβατά με τις απαιτήσεις της οδηγίας πλαίσιο για τα ύδατα, της οποίας στόχος είναι η αποτροπή περαιτέρω επιδείνωσης, προστασία και βελτίωση των υδάτινων οικοσυστημάτων, και η προώθηση της βιώσιμης χρήσης του νερού.
    Η μελέτη περιλαμβάνει, επίσης, ρυθμίσεις που αφορούν τη διαχείριση των υδάτων, αντικείμενο που κατά την ενωσιακή νομοθεσία ρυθμίζεται από την οδηγία 2000/60/ΕΚ και τα σχέδια διαχείρισης λεκάνης απορροής (ΣΔΛΑΠ). Σημειωτέον ότι τα εν λόγω σχέδια βρίσκονται στη δεύτερη φάση αναθεώρησής τους, ενώ φαίνεται να αγνοούνται στο σύνολο της μελέτης (γίνεται μόνο αναφορά στο ανεπαρκές «σύστημα παρακολούθησης ή σαφές θεσμικό [τους] πλαίσιο», VOLUME II, σελ. 119).
    Επιπλέον, πολλά από τα μέτρα που προτείνονται στην έκθεση (π.χ. μεγάλα φράγματα) είναι ασύμβατα με τις νέες κατευθύνσεις της Ε.Ε. και κυρίως με τον νέο κανονισμό για την αποκατάσταση της φύσης που βρίσκεται σε τελικό στάδιο έγκρισης. Ο κατακερματισμός των υδατορεμάτων από φράγματα και η διακοπή της συνδεσιμότητάς τους έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον στόχο που τίθεται από τον νέο κανονισμό (αποκατάσταση 25.000 χιλιομέτρων ποταμών ελεύθερης ροής, σε σύγκριση με το 2020).
    Η μελέτη της HVA δεν έχει λάβει καθόλου υπόψη τις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο πλαίσιο της ενδιάμεσης αξιολόγησης της προόδου εφαρμογής των πρώτων σχεδίων διαχείρισης κινδύνων πλημμύρας (για την Ελλάδα αυτή η αναφορά εκδόθηκε το 2021, καθώς υπέβαλε τα απαραίτητα στοιχεία με καθυστέρηση). Η ενδιάμεση αξιολόγηση αποτυπώνει τις σημαντικότερες παραλείψεις των ΣΔΚΠ. Μια από τις σημαντικές παραλείψεις αφορά τη μη αποτύπωση από τα ΣΔΚΠ «φυσικών μέτρων συγκράτησης νερού” (natural water retention measures). Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διατυπώνει ισχυρή σύσταση για ενίσχυση των λύσεων που βασίζονται στα οικοσυστήματα και ειδικότερα των φυσικών μέτρων συγκράτησης νερού (NWRM), ως εξής: “the information provided is not detailed and the FRMPs do not highlight the potential role of NWRM. Generally, the use of nature based solutions should be strengthened. A high share of the total costs will go on measures that could include riverbank and riverbed modifications, with possible negatively impacts on the ecological and hydromorphological conditions of streams and rivers.” Η έκθεση της HVA επιδεινώνει ακόμα περισσότερο αυτό το σοβαρό έλλειμμα του αντιπλημμυρικού σχεδιασμού της χώρας.
    Η έκθεση της HVA περιέχει μόνο γενικόλογες αναφορές στα NbS, δίχως να διατυπώνει κανένα ουσιαστικό μέτρο προς την κατεύθυνση της ολοκληρωμένης και συμβατής με το ενωσιακό δίκαιο και τις βέλτιστες διαθέσιμες πρακτικές θωράκισης της χώρας απέναντι στην υπαρξιακή απειλή της κλιματικής κρίσης. Μεγάλο ποσοστό του συνολικού προϋπολογισμού φαίνεται ότι διατίθεται σε μέτρα εγκιβωτισμού και τροποποιήσεων στις κοίτες των ποταμών με πιθανές αρνητικές επιπτώσεις στις οικολογικές και υδρομορφολογικές συνθήκες των περιοχών. Η μελέτη της HVA περιέχει προτάσεις που ενισχύουν αυτή τη λογική, με επιπλέον αναχώματα, τροποποιήσεις της κοίτης ποταμών και εκτροπές ποταμών (π.χ. Αχελώος, Αγιαμονιώτης)
    β) Συμμετοχή, διαφάνεια και κοινωνική συνεργασία: Διαβούλευση κειμένου στα αγγλικά, αποκλείει μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας και ανθρώπων των οποίων η ζωή επηρεάζεται ευθέως, οι οποίοι ενδεχομένως δεν γνωρίζουν τη γλώσσα και την τεχνική ορολογία που χρησιμοποιείται στην έκθεση. Η κοινωνία και οι παραγωγικοί φορείς όμως πρέπει να έχει κεντρικό ρόλο στην αναζήτηση και εφαρμογή των κατάλληλων λύσεων που να ανταποκρίνονται στις ανάγκες της. Απαιτείται στενή συνεργασία με παραγωγούς και ομάδες που ήδη εφαρμόζουν αγροοικολογικές πρακτικές στα αγροκτήματά τους και έχουν εμπειρία από τα οφέλη και πλεονεκτήματα και αγρο-επιστήμονες που έχουν γνώση και εμπειρία σε αγροοικολογικές, μεθόδους ανθεκτικότητας και προστασίας κλίματος και βιοποικιλότητας, και μπορούν να συμβάλουν στη δημιουργία ενός νέου παραγωγικού μοντέλου στη Θεσσαλία. Εν ολίγοις, δεν νοείται διοικητική διαδικασία στην Ελλάδα που να διεξάγεται σε άλλη γλώσσα πλην της ελληνικής.
    γ) Αγνόηση της κλιματικής κρίσης και προφανών λύσεων: Η προφανής λύση (που δεν προτείνεται πουθενά στο σχέδιο της HVA) είναι η ανασυγκρότηση της αγροτικής παραγωγής με βάση τα νέα κλιματικά δεδομένα και επίκεντρο τις δύο επείγουσες και απολύτως επίκαιρες προτεραιότητες: (α) Ενίσχυση της ανθεκτικότητας των αγροσυστηματων και (β) Προστασία της βιοποικιλότητας που αποτελεί κλειδί για τις υπηρεσίες που μπορεί να προσφέρει ένα οικοσύστημα (φυτοπροστασία, επικονίαση, ανακύκλιση των θρεπτικών ουσιών και φυσικά προσαρμογή στις κλιματικές συνθήκες). Κανένα σύστημα δεν μπορεί να είναι λειτουργικό και υγιές χωρίς βιοποικιλότητα. Κανένα σχέδιο για αναδιάρθρωση καλλιεργειών δεν μπορεί να είναι βιώσιμο στη νέα κλιματική πραγματικότητα χωρίς να προτείνει προστασία βιοποικιλότητας και ανθεκτικότητα των αγροτικών συστημάτων.
    Πρακτικά, αυτά μπορούν να επιτευχθούν: (α) Εφαρμόζοντας πρακτικές που αυξάνουν την ικανότητα του εδάφους να διηθεί το νερό, να το συγκρατεί, και να κάνει τα θρεπτικά στοιχεία πιο αφομοιώσιμα από τα φυτά. (β) Εξασφαλίζοντας βιοποικιλότητα στο επίπεδο των ειδών εντός του αγροτικού οικοσυστήματος. Αυτό περιλαμβάνει τη βιοποικιλότητα στους μικροοργανισμούς του εδάφους, στους πληθυσμούς των εντόμων, της αυτοφυούς βλάστησης και των καλλιεργούμενων φυτών. (γ) Εξασφαλίζοντας ποικιλία διατροφικών πηγών για την εξασφάλιση ποικιλίας στη διατροφή, το οποίο με τη σειρά του διασφαλίζει τη διατροφική ασφάλεια. Στις αγροτικές περιοχές: αγροτικό τοπίο με ποικιλία καλλιεργούμενων ειδών και ζώων. Στις αστικές περιοχές: αστική χωροταξία που ενθαρρύνει την αστική γεωργία, για να υπάρχει μεγαλύτερη οικιακή αυτάρκεια και καλύτερη διατροφή των πληθυσμών. (δ) Δημιουργώντας κοινωνικά και οικονομικά συστήματα που υποστηρίζουν την επιβίωση και ευημερία των αγροτικών κοινοτήτων, όπως προώθηση τοπικών αγορών καλλιεργητών, προγράμματα υποστηριζόμενης γεωργίας, επανασύνδεση παραγωγών-καταναλωτών, δημόσιες συμβάσεις με αγροκτήματα που παράγουν τροφή προστατεύοντας το κλίμα και τη βιοποικιλότητα, κοκ.
    Σε κάθε περίπτωση, ένα σχέδιο ανασυγκρότησης της πληγείσας τις πρωτοφανείς πλημμύρες Θεσσαλίας οφείλει να στρέψει την περιοχή στο αύριο και όχι να την κρατάει όμηρο του χθες.
    Όσον αφορά τις καλλιέργειες βαμβακιού (και καλαμποκιού), σύμφωνα με τα αποτελέσματα της ομάδας που πραγματοποιεί σχετικές προβλέψεις για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στη χώρα, για λογαριασμό της Τράπεζας της Ελλάδος, προβλέπεται ήδη σημαντική μείωση της παραγωγικότητας τους μέσα στις επόμενες δεκαετίες επομένως η αναδιάρθρωση των καλλιεργειών είναι ούτως ή άλλως μονόδρομος.
    δ) Προβληματική χαρτογραφική απεικόνιση: Οι χάρτες δεν είναι ευκρινείς, ενώ δεν είναι σαφές ούτε ποια δεδομένα αποτυπώνουν, από ποιες πηγές προέρχονται αυτά και σε ποιες χρονικές περιόδους αναφέρονται. Πιθανότατα επίσης να περιέχουν λάθη, όπως πχ ο πίνακας στη σελίδα 37 που δηλώνει ότι αποτυπώνει ‘water depths’ στις 7 Σεπτεμβρίου 2024.
    ε) Απουσία δεδομένων: Το τεύχος διατυπώνει συμπεράσματα και καταλήγει σε προτάσεις μικρών και μεγάλων τεχνικών έργων δίχως να αναφέρει πουθενά σε ποια δεδομένα βασίζεται.
    Αναφέρονται επιτόπιες επισκέψεις ως «διερευνητικές αποστολές» (fact-finding missions), άλλοτε σε πληθυντικό (Volume I και III) και άλλοτε σε ενικό (Volume IΙΙ), καθώς και ότι υπάρχει σχετική έκθεση (fact-finding report, Volume II, σελ. 100). Όμως παρουσιάζονται μόνο τα αδρά συμπεράσματα αυτής της έκθεσης (Volume II, σελ. 116), χωρίς αναφορά στη μεθοδολογία, τα καταγεγραμμένα στοιχεία και τον τρόπο εξαγωγής συμπερασμάτων.
    Αναφέρεται (Volume I, σελ. 38) ότι η διαμόρφωση του Σχεδίου Διαχείρισης Κινδύνου Πλημμυρών βασίστηκε σε υδρολογικά μοντέλα που είχαν ήδη δημιουργηθεί για τη Θεσσαλία. ‘Όμως, στην επόμενη ακριβώς πρόταση, αναφέρεται ότι «οι διερευνητικές αποστολές εντόπισαν αδυναμίες στα υπάρχοντα μοντέλα, ειδικά σε ότι αφορά την επάρκειά τους για τον σχεδιασμό και διαστασιολόγηση των υποδομών αλλά και για την Έγκαιρη Προειδοποίηση και τη Διαχείριση Κινδύνων». Προτείνεται μάλιστα τα μοντέλα αυτά να επικαιροποιηθούν (εκ των υστέρων;).
    στ) Έμφαση σε μεγάλα κατασκευαστικά έργα: Αν και σε διάσπαρτα σημεία της η έκθεση αναφέρει ότι ο περιορισμός της φυσικής ροής ρεμάτων και ποταμών ευθύνεται για την αυξημένη τρωτότητα της Θεσσαλίας σε πλημμύρες και ξηρασία, καθώς και την ανάγκη διατύπωσης φυσικών λύσεων για την αντιπλημμυρική θωράκιση της Θεσσαλίας και την απελευθέρωση των φυσικών διόδων του νερού, εντούτοις η ‘μεγάλη εικόνα’ είναι η έμφαση που δίνει σε παρωχημένης λογικής, τεράστιου οικονομικού κόστους και αποδεδειγμένα αναποτελεσματικές προσεγγίσεις μεγάλων κατασκευαστικών παρεμβάσεων, όπως η εκτροπή του Αχελώου, η κατασκευή 23 φραγμάτων και επιπλέον αναχωμάτων που δημιουργούν περίκλειστα χωριά (μόνο στην περιοχή του Καλέντζη προτείνονται >60km νέων αναχωμάτων, χωρίς να γίνεται καμία αναφορά σε αποκατάσταση της κοίτης των ποταμών. Γενικότερα η μελέτη αποτελεί συμπίλημα παλαιότερων προτάσεων για μεγάλα κατασκευαστικά έργα, τα οποία όμως είναι ακατάλληλα για την υπαρξιακή πρόκληση της κλιματικής κρίσης και των καταστροφών που τείνουν να γίνουν η νέα κανονικότητα.
    Η μελέτη δηλώνει ότι προτεραιοποιεί μεν τα ορεινά φράγματα έναντι άλλων λύσεων, ωστόσο η έκταση του κειμένου για τα μεγάλα φράγματα σε συνδυασμό με τις εκτενείς τεχνικές προδιαγραφές που υπάρχουν στο τεύχος “Appendices” (Annex 9), δίνουν την ξεκάθαρη κατεύθυνση. Ειδικά για τα μεγάλα φράγματα ωστόσο φαίνεται να υπάρχουν αντιφάσεις που το ίδιο το κείμενο αναγνωρίζει. Η μελέτη αναφέρει ότι ο κύριος σκοπός αυτών των φραγμάτων είναι η άρδευση και αυτό μπορεί να έρχεται σε σύγκρουση με τον αντιπλημμυρικό τους στόχο: “Managing floods requires keeping reservoirs empty to accommodate floodwaters, while electricity companies and farmers prefer high and relatively constant water levels”. Για να επιλύσει αυτή την πρόκληση αναφέρει γενικόλογα και αόριστα την “καλή συνεργασία μεταξύ φορέων”, δηλαδή ένα ακόμα επίπεδο στην ήδη πολύπλοκη διαδικασία που στην πράξη αποδεικνύεται ιδιαίτερα προβληματικό.
    ζ) Επαναφορά της εκτροπής του Αχελώου: To σχέδιο δείχνει να διέπεται από μια εμμονή με το τεράστιο κατασκευαστικό έργο της εκτροπής του Αχελώου (φράγμα Συκιάς, σήραγγα Πετρωτού – Δρακότρυπας, φράγματα Μουζακίου και Πύλης). Η δε επίκληση της κλιματικής αλλαγής ως δικαιολογίας για την εκτροπή του Αχελώου είναι η πλέον παράλογη και δυνητικά καταστροφική πολιτική επιλογή. Ειδικά υπό τη βαριά σκιά της καταστροφής που προκάλεσε η καταιγίδα Ντάνιελ και επιδείνωσε η αμέσως επόμενη καταιγίδα Ηλίας, είναι ανάγκη να αναλογιστούμε πώς θα είχε εξελιχθεί η κατάσταση εάν είχε ολοκληρωθεί η εκτροπή του Αχελώου. Ειδικότερα λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι στόχος της εκτροπής είναι η διατήρηση της στάθμης του Πηνειού σε υψηλό επίπεδο κατά τους θερινούς και πρώτους φθινοπωρινούς μήνες, εύλογα συμπεραίνεται ότι κατά τη διάρκεια εκδήλωσης του Ντάνιελ, ο Πηνειός θα είχε ξεχειλίσει ήδη από τις πρώτες μέρες. Πιθανότατο αποτέλεσμα θα ήταν η πλημμύρα της Λάρισας κατά τη διάρκεια της καταιγίδας και σε πολύ μεγαλύτερη έκταση.
    η) Αγνόηση βέλτιστων πρακτικών (Nature-based solutions): Η αναφορά στις λύσεις που βασίζονται στη φύση (nature-based solutions) γίνεται μόνο κατ’ επίφαση και υποδηλώνει άγνοια επί του αντικειμένου. Αναφορά γίνεται μόνο ως συμπληρωματικό έργο των έργων ορεινής υδρονομίας (ενδεικτικά revegetation and reforestation) ενώ αγνοεί πλήρως κρίσιμης σημασίας προσεγγίσεις όπως αποκατάσταση κοίτης ποταμών, αποκατάσταση παρόχθιων δασών, σύνδεση με πλημμυρικά πεδία, αποκατάσταση υγροτόπων και προστασία δασικών εκτάσεων ή/και αναδασώσεις όπου χρειάζεται). Η Ολλανδία είναι πρωτοπόρος σε έργα που βασίζονται σε nature-based solutions και μια ολλανδική εταιρεία θα έπρεπε να το γνωρίζει αυτό και να αξιοποιήσει κατά το δυνατόν πληρέστερα τη διαθέσιμη εμπειρία και γνώση. Τελικά η αναφορά σε NbS είναι τελείως ανεπαρκής, ιδίως καθώς δεν εξειδικεύονται και παρουσιάζονται ως μέρος ενός συνονθυλεύματος παρεμβάσεων από την εκτροπή του Αχελώου έως και άλλες “grey infrastructures” (δηλ. μεγάλα κατασκευαστικά έργα). Η εταιρεία και τα αρμόδια υπουργεία μπορούν να αξιοποιήσουν το υλικό που έχει διαμορφώσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος (βλ. σχετικό κατάλογο στο τέλος των σχολίων). Οι φυσικές λύσεις δεν είναι εμβαλωματική προσθήκη σε ένα χαοτικό σύνολο από μεγάλες κατασκευαστικές παρεμβάσεις και εκτροπές ποταμών από μια λεκάνη απορροής σε άλλη. Οι φυσικές λύσεις στην κλιματική κρίση είναι ασπίδα προστασίας για ανθρώπους, κοινότητες, οικοσυστήματα και την οικονομία, και απαιτούν συνολικό και συμπαγή σχεδιασμό.
    θ) Ανησυχητικό μοντέλο διακυβέρνησης: Το τεύχος που εστιάζει στη διακυβέρνηση (δηλαδή στον “Οργανισμό Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας”, περιέχει πολλή λεπτομέρεια, σε επίπεδο ακόμα και αριθμού ηλεκτρονικών υπολογιστών, τυπολογία για τις οθόνες, smartphones, μεγάφωνα, ποδήλατα, και τύπο αυτοκινήτων 4Χ4, κλπ αλλά και μισθολογικές απαιτήσεις (στο τεύχος VI “Recommendations and timelines”). Η αναφορά όμως στον νομικό χαρακτήρα του οργανισμού γεννά ανησυχίες, τόσο για τις εγκρίσεις των έργων και την αδειοδότησή τους, αλλά και για το καθεστώς διάθεσης του νερού στους τελικούς χρήστες (δηλαδή στους αγρότες). Συγκεκριμένα, η HVA (της οποίας ο ρόλος στην διαχείριση του οργανισμού θα πρέπει να διευκρινιστεί από την κυβέρνηση), φαίνεται να προτείνει νομική μορφή ειδικού χαρακτήρα, με ανάθεση αρμοδιοτήτων υπό τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας (σελ. 126-128 τεύχους για τη διακυβέρνηση).
    Τέλος, δεδομένου ότι φαίνεται πως η μελέτη αγνοεί πλήρως τη διεθνή τάση αντιμετώπισης με φυσικές λύσεις των σοβαρών κινδύνων από την κλιματική κρίση, παραθέτουμε σημαντικό υλικό για φυσικές λύσεις (nature-based solutions) στη διαχείριση του κινδύνου πλημμυρών:
    ● European Commission. (2023). Nature-based Solutions for flood mitigation and coastal resilience. Climate ADAPT. https://op.europa.eu/en/publication-detail/-/publication/d6e80dca-d530-11ea-adf7-01aa75ed71a1/language-en
    ● European Environment Agency. (2023). Nature-based solutions play crucial role in building Europe’s climate resilience. https://www.eea.europa.eu/en/newsroom/news/nature-based-solutions-play-crucial-role
    ● European Environment Agency. (2023). Nature-based solutions in Europe: Policy, knowledge and practice for climate-change adaptation and disaster risk reduction. https://www.eea.europa.eu/publications/nature-based-solutions-in-europe
    ● European Investment Bank. (2023). Nature-based solutions for flood mitigation in Greece. https://www.eib.org/en/stories/nature-based-solutions-flood-greece
    ● Nordic Council of Ministers for the Environment and Climate. (2022). Nordic Ministerial Declaration on nature-based solutions. https://www.norden.org/en/declaration/nordic-ministerial-declaration-nature-based-solutions
    ● Sustainable Asset Valuation (SAVi) of River Restoration in Greece https://www.iisd.org/publications/report/savi-river-restoration-in-greece

  • 31 Μαρτίου 2024, 21:12 | Στάθης Αραποστάθης
    Το βλέπω Θετικά/Αρνητικά:  

    Οκτώ σημεία κριτικής αποτίμησης τoυ Master Plan για την Θεσσαλία.
    Το master plan που συνέγραψε η ολλανδική εταιρία HVA Ιnternational για την προσαρμογή της Θεσσαλίας στην κλιματική αλλαγή έχει απασχολήσει την κοινή γνώμη, όχι μονο στην Περιφέρεια αλλά πανελλαδικά. Το κείμενο, που έχει αναρτηθεί προς διαβούλευση στις ψηφιακές πλατφόρμες των σχετικών Υπουργείων, έχει προκύψει μετά από ανάθεση της κυβέρνησης, και παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον, καθώς, αν εφαρμοστούν οι προτάσεις, αναμένεται να αλλάξει καθοριστικά το σκηνικό της αγροδιατροφής σε τοπικό και εθνικό επίπεδο. Σε μία προσπάθεια καλύτερης κατανόησης των κρίσιμων ζητημάτων που εξαρτώνται από τη σχετική μελέτη, προσφέρεται παρακάτω μία κωδικοποιημένη αποτίμηση των προτάσεων της oλλανδικής εταιρίας σχετικά με την αναδιάρθρωση της Θεσσαλίας. Το πλαίσιο προσέγγισης έχει να κάνει με μία συστηματική κατανόηση των μεταβάσεων μετασχηματισμού τεχνολογικών και παραγωγικών συστημάτων όπως τα μελετούμε στο ΕΚΠΑ. Συγκεκριμένα:
    1. Διαδικαστικά δόθηκε στη δημοσιότητα μία πρόταση τεχνικά απαιτητική (με αρκετές τεχνικές ορολογίες για εξειδικευμένα ακροατήρια) και μεγάλη σε έκταση, ενώ τέθηκε προς διαβούλευση στα αγγλικά και για διάστημα μικρότερο του ενός μηνός. Αυτό δημιουργεί συνθήκες (γλωσσικού, τεχνικού) αποκλεισμού των κοινωνικών εταίρων, περιθωριοποίησης ενδιαφερόμενων κοινωνικών ομάδων, όπως οι αγρότες, και δύσκολα πείθει ως προς την διαφάνεια και τη δημοκρατικότητα της διαδικασίας. Η πρόταση θα μπορούσε να αποτελέσει έναυσμα και τη βάση για ουσιαστική διαβούλευση, συνδιαμόρφωση και χάραξη πολιτικών με τον αγροτικό κόσμο, εάν υπό την αιγίδα της Περιφέρεια εφαρμοζόταν ένα σχέδιο συνδιαμόρφωσης ανά τόπους/νομούς. Δηλαδή να «κατέβει» η πρόταση σε επίπεδο περιφερειακού διαλόγου, με τους συνεταιρισμούς, τις ενώσεις αγροτών και κτηνοτρόφων, τους τοπικούς δήμους και τις τοπικές κοινότητες, καθώς και οποιαδήποτε άλλο ενδιαφερόμενο μέρος. Η διαβούλευση θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί υπό την αιγίδα της Περιφέρειας, μέσα στον χρονικό ορίζοντα ενός τριμήνου, όπου τα στοιχεία της ανατροφοδότησης να θεωρηθούν στοιχεία συνδημιουργίας/συνδιαμόρφωσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη. Σε αυτό το πλαίσιο θα υπήρχε η δυνατότητα για τα ενδιαφερόμενα μέρη – τους αγρότες, την Περιφέρεια, τους συνεταιρισμούς, τις εμπλεκόμενες εταιρίες αγροεφοδίων και σπόρων, τους ΤΟΕΒ και άλλους κοινωνικούς εταίρους- να διαπραγματευτούν και να αλλάξουν το περιεχόμενο αλλά και τις ίδιες τις προτάσεις, μέσα σε ένα ανοιχτό, συμπεριληπτικό και δημοκρατικό πλαίσιο διαβούλευσης. Η διαβούλευση θα πρέπει να είναι μία διαδικασία «πλουραλισμού» και «συμπερίληψης» και πρέπει να δηλωθεί εμφατικά ότι το σχέδιο ανασυγκρότησης, πρωτίστως, είναι μία διαδικασία που αφορά τον αγροτικό πληθυσμό, καθώς θα έχει άμεσες επιπτώσεις στον αγροτικό κόσμο, μέσα στο ευρύτερο κοινωνικο-πολιτικό-οικονομικό παραγωγικό μοντέλο.
    2. Η πρόταση θέτει ένα πλάνο στον ορίζοντα έξι ετών για τον μετασχηματισμό των καλλιεργειών στην Θεσσαλία. Όσοι μελετούμε κοινωνικο-τεχνολογικούς μετασχηματισμούς γνωρίζουμε α. ότι καταστροφικά φαινόμενα της κλίμακας του Daniel, μπορεί να αποτελέσουν «σημεία μετασχηματισμού» των (αγρο-διατροφικών) συστημάτων, β. οι μετασχηματισμοί έχουν διάρκεια και σχεδιάζονται σε βάθος χρόνου, γ. οι μετασχηματισμοί εκτός από τη διαμόρφωση νέων κατευθύνσεων, απαιτούν διαδικασίες απεμπλοκής από προηγούμενες αντιλήψεις, πρακτικές και τεχνολογίες, δ. η πολυπλοκότητα της αγροδιατροφικής αλυσίδας (παραγωγής – εφοδιασμού – κατανάλωσης) απαιτεί την μελέτη της πορείας και της διασύνδεσης των επιμέρους συστημάτων και μετασχηματισμών. Άρα ένας χρονικός ορίζοντας με πλάνο έξι έτη χωρίς αυστηρά προσδιορισμένα και συγκεκριμένα μέτρα που πραγματικά θα συνεισφέρουν και θα ωθήσουν την αναδιάρθρωση των καλλιεργειών, χωρίς να διαμορφωθούν ειδικές συνθήκες παραγωγής και αγοράς για τα νέα προϊόντα που θα ωριμάσουν, τόσο τον αγρότη όσο και τον καταναλωτή, καθώς και τους ενδιάμεσους της αγροδιατροφικής αλυσίδας, είναι μάλλον φιλόδοξο, αν όχι απατηλό/ουτοπικό. Πρέπει να γίνει άμεσα αντιληπτό και να ληφθεί σοβαρά υπόψη στην χάραξη πολιτικής, ότι ο σημερινός αγροτικός κόσμος , δεν χαρακτηρίζεται από στατικότατα και οπορτουνισμό, αλλά λειτουργεί με ορθολογικά κριτήρια, μέσα στο πλαίσιο της φιλελεύθερης οικονομίας (και του διεθνούς αγροτικού χρηματιστηρίου), όπου οι επιλογές του γίνονται με κριτήρια που αποκρυσταλλώνουν κοινωνικές και οικονομικές επιλογές, αλλά και αντικατοπτρίζουν τοπικά προβλήματα (διαθεσιμότητα νερού, σπόρων, πρώτων υλών, μηχανικού εξοπλισμού, γονιμότητα εδαφών).
    3. Σύμφωνα με τα παραπάνω, οι διαδικασίες και η στρατηγική της μετάβασης αποκτά ιδιαίτερη σημασία. Τέλος, ενώ το σχέδιο μιλά με όρους ”μεταβάσεων”, δεν δίνει καμία θεσμική και οργανωσιακή προσοχή στον ρόλο της Περιφέρειας, ούτε και στους τοπικούς επιμέρους φορείς (Δήμους, ΤΟΕΒ, γεωτεχνικά επιμελητήρια). Συγκεκριμένα -με αφορμή το ευρύτερο αίτημα για την ανασυγκρότηση της Θεσσαλίας, θα πρέπει να υπάρξει\ιδρυθεί μία θεσμική και οργανωσιακή δομή, ένα «Κέντρο Βιώσιμων Μεταβάσεων και Καινοτομίας» σε επίπεδο Περιφέρειας. Ουσιαστικά η δομή του Κέντρου αυτού, θα λειτουργεί: α. ως «ενορχηστρωτής» των ενδιαφερόμενων μερών της μετάβασης, β. θα αναλάβει τον συντονισμό και την οργάνωση των αναγκαίων εκπαιδευτικών διαδικασιών της μετάβασης, καθώς και των διαδικασιών διάχυσης της γνώσης, γ. θα εποπτεύει τη διαδικασία της μετάβασης, και θα πραγματοποιεί την απαραίτητη αναμόχλευση και κατεύθυνση (steering) της μετάβασης δ. θα αναλαμβάνει τις απαραίτητες διαδικασίες διαβούλευσης, αλλά και την συμπερίληψη των ενδιαφερόμενων μερών σε αυτή ε. θα λειτουργεί ως σύνδεσμος μεταξύ αγροτών, εταιριών, πανεπιστημιακών, ερευνητικών κέντρων και των καταναλωτών, στ. θα βοηθάει στην εξομάλυνση και επιτάχυνση των γραφειοκρατικών και νομικών διαδικασιών που απαιτούνται για την συμμετοχή των προϊόντων σε νέες αλυσίδες αξίας. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι στο V.5 στο κεφάλαιο “Social Challenges” (“Κοινωνικές προκλήσεις”) η πρόταση περιέχει πραγματικά χρήσιμες ιδέες και προτάσεις που θα πρέπει να αποτελέσουν ευκαιρίες για επένδυση, μέσα στα πλαίσια της ανασυγκρότησης α. σε εκπαίδευση, ενημέρωση και συστηματική κατάρτιση των αγροτών, β. στην εμπέδωση του συνεταιριστικού – επιχειρηματικού πνεύματος, γ. στην εμβάθυνση και διάχυση ενός πνεύματος ανοικτότητας και κουλτούρας συλλογικότητας όπως σημειώνεται στην πρόταση, γ. στη διασφάλιση της διαρκούς σύνδεσης της έρευνας με την παραγωγή, δ. στην επένδυση και ενδυνάμωση διαδικασιών διαμόρφωσης νέων αλυσίδων αξίας στην περίπτωση των θεσσαλικών προϊόντων. Ειδικότερα για το (γ) και το (δ) υπάρχει συζήτηση και προσπάθειες εδώ και πολλά χρόνια στην Θεσσαλία. Φαίνεται σαν η πρόταση της ολλανδικής εταιρίας (HVA) να αγνοεί τις προσπάθειες αυτές, να μην εντοπίζει και αναγνωρίζει τα προβλήματα που αντιμετώπισαν οι ιστορικοί πρωταγωνιστές, τόσο οι ερευνητές όσο και οι συνεταιρισμοί αλλά και οι ομάδες παραγωγών. Οι προτάσεις της HVA είναι γενικευτικές και θα μείνουν απλές ‘προτάσεις’ εάν δεν εξειδικευτούν, δεν προωθηθούν και δεν στεγαστούν υπό την οργανωσιακή δομή ενός «Κέντρου Βιώσιμων Μεταβάσεων και Καινοτομίας». Επίσης πρέπει να επισημάνουμε ότι η ολλανδική συμβουλευτική εταιρία στην πρόταση της κάνει αναφορά σε “κουλτούρα ανοικτότητας”. Όμως μάλλον δεν έχει γίνει αντιληπτό ότι η κουλτούρα ανοικτότητας υπάρχει ήδη στους αγρότες της περιοχής της Θεσσαλίας. Ο λόγος ήταν ότι η ανυπαρξία πολιτικής κατεύθυνσης τους άφηνε έκθετους στα πλαίσια ανοικτών αγορών. Σε αυτό το πλαίσιο, οι ίδιοι οι αγρότες και με δική τους πρωτοβουλία οδηγήθηκαν στον διαμοιρασμό της πληροφορίας, μεταξύ των συνεταιριστικών σχημάτων, ανοίγοντας εναλλακτικούς δρόμους με προσωπικό και οικονομικό κόστος, αλλά προς όφελος του συνόλου. Είναι κρίσιμο να κατανοήσουμε ότι οι αγρότες ήταν διπλά εκτεθειμένοι, λόγω της αλλαγής της κουλτούρας των γεωπόνων στην Ελλάδα. Διότι οι επαγγελματίες γεωπόνοι τις τελευταίες δεκαετίες λειτουργούν κυρίως ως εκπρόσωποι εταιριών και δευτερευόντως ως σύμβουλοι επιστήμονες, κοντά στα τοπικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι αγρότες και οι αγρότισσες. Οι αγρότες/τισσες εμπειρικά γνωρίζουν ότι μόνο διαμοιράζοντας τις εμπειρίες τους μπορούν να επιβιώσουν και να προχωρήσουν στις επαγγελματικές τους δραστηριότητες. Τα νέα μικρά ή μεγάλα συνεταιριστικά σχήματα, αποτελούν σημαντικό παράδειγμα ότι ο αγροτικός κόσμος της Θεσσαλίας έχει αναπτύξει δυνατότητες και ικανότητες μετασχηματισμού πολύ πιο προωθημένες από ό,τι παρουσιάζει η πρόταση των Ολλανδών αλλά και αποδέχεται το Ελληνικό κράτος και η σημερινή κυβέρνηση. Η έκθεση βέβαια δικαίως τονίζει ότι τα συνεταιριστικά σχήματα χρειάζονται περισσότερη βοήθεια και υποστήριξη από την πλευρά της Πολιτείας καθώς και από τους ίδιους τους αγρότες παραγωγούς.
    4. Παρατηρούμε ότι το πλάνο, όπως αυτό παρουσιάζεται από την ολλανδική εταιρία, ενσωματώνει μία προκατάληψη για την Ανατολική Θεσσαλία. Ενώ κατανοεί τα προβλήματα της Ανατολικής Θεσσαλίας, τα προβάλει – τα γενικεύει, ως προβλήματα όλης της Θεσσαλίας και προτείνει λύσεις γενικευτικά χωρίς εξειδίκευση ανά τόπους περιοχές. Η χωρική διάσταση είναι κρίσιμη ώστε να τονιστούν α. τα ειδικά χαρακτηριστικά κάθε περιοχής: i. Τα εδαφολογικά και υδρογεωλογικά χαρακτηριστικά, ii. Τα Γεωγραφικά, iii. Τα Παραγωγικά, iv. Τα Κοινωνικά. Άρα μεθοδολογικά η ανάλυση της Ολλανδικής εταιρίας είναι ευάλωτη σε κριτική, γιατί δεν έχει κατανοήσει την πολυπλοκότητα και την πολυμορφία της Θεσσαλίας και του παραγωγικού της δυναμικού στην αγροδιατροφή. Πιο συγκεκριμένα: I) τονίζεται το πρόβλημα της έλλειψης και της ποιότητας των νερών, χωρίς να γίνεται σαφές σε ποιες περιοχές αναφέρεται το σχέδιο. Για παράδειγμα, στην περιοχή της Καρδίτσας και στις περιοχές αρμοδιότητας του ΤΟΕΒ Ταυρωπού, υπήρξαν άλλου τύπου ζητήματα, που σχετίζονταν με τη διαχείριση του νερού (και την ανάληψη της διαχείρισης της λίμνης Πλαστήρα) και του δικτύου του, αλλά δεν αφορούσαν την έλλειψη του νερού για την περιοχή της Καρδίτσας. Το έλλειμα του νερού στην περιοχή του Ταυρωπού, για μεγάλο χρονικό διάστημα στο παρελθόν, δεν αποτελούσε ζήτημα επάρκειας, αλλά ήταν έλλειμα ορθολογικής και δίκαιης διαχείρισης στην πρόσβαση αυτού, που μόνο μέσα από την αλλαγή διοίκησης, οργάνωσης και τεχνολογικού μετασχηματισμού του δικτύου κατάφερε η (νέα) διοίκηση του ΤΟΕΒ να διασφαλίσει το απαραίτητο νερό και την πρόσβαση σε αυτό, για όλα τα μέλη του (και όχι μόνο γι’ αυτά). Η ύπαρξη νερού και η διάθεσή του μέσω κατάκλισης, για δεκαετίες έχει διαμορφώσει συγκεκριμένες πρακτικές, ‘συνήθειες’ άρδευσης, αλλά και έχει συσσωρεύσει μεγάλη τεχνογνωσία σε συγκεκριμένα προϊόντα, όπως το βαμβάκι. Αντίθετα στην περιοχή του νομού Λαρίσης και πιο συγκεκριμένα στην περιοχή από την Χάλκη μέχρι το Αρμένιο υπάρχει έλλειμα νερού και μεγάλη επιβάρυνση των σχετικών υδροφόρων οριζόντων (με βάση το περιβαλλοντικό όριο). Στις συγκεκριμένες περιοχές, έχει παρατηρηθεί τις τελευταίες δύο δεκαετίες, ότι οι αγρότες με δική τους βούληση και με συνεταιριστικό πνεύμα και χωρίς καμία βοήθεια, πραγματοποίησαν αναδιάρθρωση των καλλιεργειών τους. Μέλη των συνεταιρισμών του ΘΕΣγη και του Κιλελέρ είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα του φαινομένου αυτού. Ουσιαστικά τα μέλη των συνεταιρισμών αυτών, επένδυσαν σε νέες καλλιέργειες, πειραματίστηκαν, έμαθαν νέες καλλιέργειες και προσαρμόστηκαν διαμορφώνοντας «αυθόρμητες» ζώνες καλλιέργειας και παραγωγής με βάση την τοπική τους γνώση και εμπειρία για την γονιμότητα του εδάφους, αλλά και τις ανάγκες τους για νερό. Αυτά τα πραγματικά τοπικά παραδείγματα όπως οι ‘αυτοσχέδιες’ ζώνες πειραματισμού νέων καλλιεργειών, καθώς και ένα πλήθος διαφορετικών καινοτομικών παραδειγμάτων, χάθηκαν ή δεν αναγνωρίστηκαν στην πρόταση της Ολλανδικής εταιρίας, γιατί μεθοδολογικά η πρόταση αντιμετωπίζει την περιφέρεια της Θεσσαλίας ως κάτι ενιαίο και ομοιογενή. Στο επίπεδο συγκρότησης ενός Master Plan, θα έπρεπε να αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του η ανάλυση της χωρικής ιδιομορφίας με την παράλληλη συγκρότηση προτάσεων για ζώνες παραγωγής που θα γίνουν α. στη βάση των εδαφολογικών και γεωμορφολογικών χαρακτηριστικών των τοπικών περιοχών β. στη βάση των τεχνολογικών υποδομών και επενδύνσεων που έχουνγίνει και γ. στην γνώση (τεχνογνωσία) που έχει αναπτυχθεί και ενυπάρχει σε κάθε περιοχή. Για παράδειγμα στην περιοχή της Λάρισας, λόγω ανεπάρκειας νερού, υπάρχει πλέον γνώση σε καλλιέργειες όπως η ρίγανη και το ρεβίθι πέρα από την παραδοσιακή ξερική καλλιέργεια του σιταριού. Μπορεί να διαμορφωθούν διαδικασίες οργανωμένης διάχυσης της γνώσης από τους αγρότες για τους αγρότες. Επιπλέον είναι κρίσιμο να σημειώσουμε ότι δεν δίνεται η πρέπουσα έμφαση σε περιοχές όπως το Πήλιο και η Νοτιοδυτική Μαγνησία με ειδικά χαρακτηριστικά σε σχέση με την ελαιοπαραγωγή, τις δενδρώδεις καλλιέργειες, τα φαρμακευτικά φυτά, και την παραγωγή μελιού.
    5. Η έκθεση προτείνει αναδιάρθρωση καλλιεργειών από το βαμβάκι και την μηδική προς καλλιέργειες οπωροκηπευτικών. Όπως σημειώθηκε παραπάνω δεν έχει κατανοηθεί από μέρους των εκπροσώπων της εταιρίας, το φαινόμενο της «αυθόρμητης» αναδιάρθρωσης που ήδη πραγματοποιείται σε συγκεκριμένες περιοχές. Επίσης δεν τίθεται το ζήτημα της ποιότητας του βαμβακιού και καθώς και των κτηνοτροφικών φυτών όπως η μηδική. Σχετικά με το βαμβάκι πρέπει να σημειωθεί ότι εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής η ποιοτική παραγωγή βαμβακιού δείχνει να μετατοπίζεται σε βορειότερα σημεία της χώρας. Αυτό σημειώνεται ως παρατήρηση προς την εταιρία, που υποστηρίζει το αίτημα για απεμπλοκή από την καλλιέργεια βαμβακιού, όσο και τους παραγωγικούς φορείς. Οι παραγωγικοί φορείς πρέπει να έχουν λόγο στην αναδιάρθρωση. Θα μπορούσαν να υποστηρίξουν και να πιέσουν προς την κατεύθυνση της παραμονής του βαμβακιού σε συγκεκριμένες ζώνες, αλλά με συγκεκριμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά. Μεγάλη προσοχή πρέπει να δοθεί στη διασφάλιση της ποιότητας και της οικονομικής ενίσχυσης (και άλλων κινήτρων) της ποιοτικής παραγωγής. Ο παραγωγός πρέπει να πληρώνεται την ποιότητα κάτι που δεν γινόταν τα προηγούμενα χρόνια, σύμφωνα με μαρτυρίες βαμβακοκαλλιεργητών. Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να συμφωνηθούν εξαρχής τα πρότυπα ποιότητας για την Θεσσαλία, μέσα από μία ανοικτή διαδικασία όπου οι αγρότες πραγματικά θα ανταμείβονται για την παράδοση ποιοτικού προϊόντος. Θεσμοί διασφάλισης της διαδικασίας μπορεί να είναι το Εθνικό Κέντρο Ποιοτικού Ελέγχου, Ταξινόμησης & Τυποποίησης Βάμβακος στην Καρδίτσα και η Περιφέρεια μέσω του προταθέντος «Κέντρου Βιώσιμων Μεταβάσεων και Καινοτομίας» (βλέπε παραπάνω). Ουσιαστικά η πρόταση αναδιάρθρωσης της Θεσσαλίας θα μπορούσε να αποτελέσει μία ευκαιρία για στροφή στην ποιότητα και για παραγωγή σε συγκεκριμένες ζώνες όπου θα πρέπει να συμφωνούνται με επιστημονικά και κοινωνικά κριτήρια, αντί να προτείνει την εκτόπιση του βαμβακιού. Επίσης στα πλαίσια της ποιοτικής στροφής είναι κρίσιμο να σημειωθεί ότι δεν γίνεται καμία αναφορά στην ανάδειξη της αναγκαιότητας της τοπικής σποροπαραγωγής καθώς και των τοπικά σχεδιαζόμενων και αναπτυσσόμενων ποικιλιών, των τοπικών ποικιλιών, των παραδοσιακών ποικιλιών, των ποικιλιών που προσαρμόζονται από ερευνητές σε τοπικές εταιρίες και τοπικά επιστημονικά κέντρα έρευνας.
    6. Η έκθεση εμπεριέχει σαφή πρόταση για τον Αχελώο. Υπάρχει κάτι πολύ θετικό στην πρόταση της Ολλανδικής εταιρίας. Η ‘εκτροπή’ (αν ευσταθεί σήμερα ο όρος, μιας και έχει ανανοηματοδοτηθεί τα προηγούμενα χρόνια) δεν υποστηρίζεται για να συνεχιστεί το ίδιο μοντέλο παραγωγής και χρήσης. Αυτό είναι θετικό γιατί διαμορφώνει τις συνθήκες επανανοηματοδότησης α. του έργου, β. της σημασίας του, γ. της κλίμακάς του δ. της χρήσης του. Είναι θετικό ότι το έργο, μαζί με τα συνοδά έργα, υποστηρίζεται ως απαραίτητο για τον εμπλουτισμό του υπόγειου υδροφόρου ορίζοντα, καθώς και για την αναδιάρθρωση των καλλιεργειών που επί της αρχής τονίζουν ότι πρέπει να γίνει με στόχο την εξοικονόμηση ενέργειας και ύδατος. Η τοποθέτηση του έργου ως τέτοιου είναι μία θετική εξέλιξη τόσο στο να υπάρξουν πολιτικές υλοποίησης και ολοκλήρωσης του έργου, όσο και στη βοήθεια της κατανόησης από τους τοπικούς εταίρους – φορείς, αγρότες, διαχειριστές, συνεταιρισμούς- ότι δεν είναι ένα έργο για να διασφαλιστεί η αφθονία νερού αλλά να διασφαλιστεί η περιβαλλοντική ακεραιότητα του κάμπου και να βοηθηθούν νέες καλλιέργειες. Βέβαια μεθοδολογικά και πάλι η έκθεση με την πρόταση για αναδιάρθρωση μακριά από το βαμβάκι και προς άλλες καλλιέργειες εξίσου υδροβόρες δημιουργεί αρκετά ερωτηματικά.
    7. Στην έκθεση δεν υπάρχει αναφορά και έμφαση στην βιολογική καλλιέργεια. Στα πλαίσια της αναδιάρθρωσης της Θεσσαλίας καθώς και των Ευρωπαϊκών πολιτικών η βιολογική καλλιέργεια θα έπρεπε να αποτελεί μέρος της έρευνας και τη ανάλυσης για τη διεξαγωγή προτάσεων και συμπερασμάτων. Θα έπρεπε να συνδεθεί με το αίτημα για νέες αλυσίδες αξίας των προϊόντων της Θεσσαλίας, που αναφέρει η έκθεση, αλλά ο τρόπος οριοθέτησης είναι απολύτως γενικευτικός και ασαφής. Επίσης στα πλαίσια προτάσεων της αναδιάρθρωσης της παραγωγικής βάσης θα μπορούσε να τονιστεί η ανάγκη ζωνών βιολογικής καλλιέργειας που θα εξασφαλίζουν την αξιόπιστη εφαρμογή του συστήματος καλλιέργειας, ώστε να δομηθεί ένα ισχυρό μήνυμα καλών πρακτικών βιολογικής γεωργίας σε μεγάλη κλίμακα που θα μπορούσε να συνδεθεί και να ταυτιστεί με το brand name των προϊόντων της Θεσσαλίας.
    8. Στο πλαίσιο της ανασυγκρότησης προτείνεται η ανάγκη διαφορετικής οργάνωσης της διαχείρισης νερού στην Θεσσαλία. Αυτή η πρόταση φαίνεται να έχει τη συναίνεση των κοινωνικών φορέων και εταίρων. Βέβαια η πρόταση κατανοεί το πρόβλημα της διαχείρισης νερού ως αποκλειστικά οργανωσιακό, χωρίς να κατανοεί ότι το νερό, ή ακριβέστερα η διαχείριση του νερού, οντολογικά ως κοινό αγαθό, συγκροτεί γύρω του δίκτυα γνώσης, υποδομές, κοινωνικές και πολιτικές σχέσεις και αφηγήματα για το μέλλον και το παρόν. Ενώ είναι πράγματι κρίσιμο να διασφαλιστεί η οργανωσιακή ομοιογένεια της ισότιμης διαχείρισης του νερού, θα πρέπει να είναι απολύτως σαφές ότι στην όποια πρόταση για έναν νέο φορέα δεν θα πρέπει να χαθεί η υπάρχουσα γνώση και τεχνογνωσία που συγκροτήθηκε από τους κατά τόπους ΤΟΕΒ. Πρέπει να σημειώσουμε ότι στον τόμο II για την Οργάνωση της Διαχείρισης του Νερού (Water Management Organization) και συγκεκριμένα στις σελ.151-152 η έκθεση σημειώνει ότι δεν πρέπει να ανοίξει η ψαλίδα και η απόσταση μεταξύ του τελικού χρήστη του νερού που είναι ο αγρότης και της διαχειριστικής αρχής. Αυτή η διαπίστωση είναι κρίσιμη και θα είναι κρίσιμη για τους αγρότες παραγωγούς και την αποτελεσματικότερη άρδευση των χωραφιών τους. Δεν πρέπει να χαθεί η επένδυση που έχει γίνει σε καλές πρακτικές και αρχές στην ισότιμη πρόσβαση στην παροχή νερού που υπάρχουν – έστω και σε ένα μικρό αριθμό λειτουργικών ΤΟΕΒ. Επίσης δεν θα πρέπει να χαθεί η δυναμική και η ευελιξία που έχουν αναπτύξει συγκεκριμένοι ΤΟΕΒ, όπως αυτός του Ταυρωπού, να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των παραγωγών, καθώς και στις προκλήσεις που βάζουν φυσικά φαινόμενα και καταστροφές μεγάλης κλίμακας. Δεν θα πρέπει να χαθεί η αμεσότητα και η ευελιξία που έχει αναπτυχθεί μεταξύ των διοικήσεων των περισσότερων (λειτουργικών) ΤΟΕΒ και των μελών τους, στην αντιμετώπιση των τοπικών προβλημάτων, για την αντικατάσταση του ηλεκτρολογικού εξοπλισμού των συστημάτων άρδευσης, είτε για την αντικατάστασή τους σε περιπτώσεις φθοράς ή κλοπής ή μη αναμενόμενης απόδοσης. Θα πρέπει να αναζητηθεί ο τρόπος ώστε να ενισχυθεί η οργανωσιακή, χρηματοπιστωτική και επιστημονική στελέχωση των φορέων ή του φορέα διαχείρισης του νερού, με τρόπο που να ενισχύει τις προσπάθειες αρκετών ΤΟΕΒ που βρίσκονται στο στάδιο υπογειοποίησης των επιφανειακών καναλιών άρδευσης, έτσι ώστε να επιτυγχάνεται η αποδοτικότερη διαχείριση του νερού, με τις λιγότερες δυνατές απώλειες.
    Τελειώνοντας θα θέλαμε να τονίσουμε ότι είναι κρίσιμο να ενσωματωθούν οι οπτικές και η απόψεις των αγροτών παραγωγών καθώς και των τοπικών εταιρικών δικτύων μεταποίησης, παραγωγής σπόρων και νέων ποικιλιών, και της διάθεσης αγροεφοδίων καθώς και της επιστημονικής και ερευνητικής κοινότητας. Η έκθεση πρέπει να γίνει βάση διαλόγου για τον μετασχηματισμό της αγροδιατροφής στην Θεσσαλία.

    Στάθης Αραποστάθης, Αναπληρωτής Καθηγητής ΕΚΠΑ, Επιστημονικός Υπεύθυνος του Ερευνητικού Προγράμματος Go-JuST (www.go-just.com)

    Γιάννης Φωτόπουλος, Μεταδιδάκτορας Ερευνητής ΕΚΠΑ,
    Μέλος της Ερευνητικής Ομάδας του Προγράμματος Go-JuST

    Σωτήρης Αλεξάκης, Μεταδιδάκτορας Ερευνητής ΕΚΠΑ, Μέλος της Ερευνητικής ομάδας του προγράμματος Go-JuST

    Βάσω Καραντζάβελου, Υποψήφια Διδακτόρισσα ΕΚΠΑ, Μέλος της Ερευνητικής ομάδας του προγράμματος Go-JuST

    Δημήτρης Λαγουβάρδος, Υποψήφιος Διδάκτορας ΕΚΠΑ, Μέλος της Ερευνητικής ομάδας του προγράμματος Go-JuST

  • 29 Μαρτίου 2024, 14:09 | Σωτηρία Ντάντου.
    Το βλέπω Θετικά/Αρνητικά:  

    Επιθυμώ να διατυπώσω τους προβληματισμούς μου σχετικά με την εισήγηση εγκαταλειψης της Μεταμόρφωσης Καρδίτσας και μετατροπής της σε πλημμυρική ζώνη.

    Α. Στη σελίδα 64 η μελέτη κάνει ισχυρή σύσταση μετεγκατάστασης της Μεταμόρφωσης
    Β. Στη σελίδα 66 με δεδομένη την εγκατάλειψη του χωριού, το αφήνει απροστάτευτο και το εντάσσει ξεκάθαρα σε πλημμυρική ζώνη.
    Γ. Στη σελίδα 253 προβλέπει ορίζοντα μετεγκατάστασης 15 χρόνων, σε προκατασκευασμένα σπίτια, χωρίς αποζημιώσεις

    • Δεν αναλύεται και δεν τεκμηριώνεται σαφώς η επικινδυνότητα της Μεταμόρφωσης. Δεν βασίζεται η σύσταση σε εξειδικευμένες μελέτες διαχείρισης κινδύνου, τοπογραφίας του χωριού, εδαφών και κτισμάτων. Δεν γνωρίζουμε να έχουν εκπονηθεί καν τέτοιες μελέτες, ειδικά για την περιοχή, ως οφείλονταν, πριν από την εισήγηση τόσο ριζικών λύσεων χωρίς εναλλακτικές.

    • Στις αρχικές τους δηλώσεις οι ειδικοί τεχνοκράτες (Γκουσιούρης από ομάδα Ολλανδών, Λέκκας) δήλωναν ότι δεν είναι αρμόδιοι να συστήσουν μετεγκαταστάσεις και ότι με βάση τις μελέτες δεν «πλημυρίζουν» κατοικημένα μέρη. Η αλλαγή στάσης και η πρόταση εγκατάλειψης χωρίς εναλλακτικές και δημιουργία πλημμυρικής ζώνης στο χωριό, προφανώς προέκυψε μετά την έναρξη στο χωριό εσπευσμένων διαδικασιών για απόφασης μετεγκατάστασης και της πρώτης, θετικής αλλά άτυπης, δήλωσης των κατοίκων για μετεγκατάσταση και όχι από τα αποτελέσματα επισταμένης έρευνας. Εν τούτοις δεν έλαβε υπ’ όψη ότι οι κάτοικοι της Μεταμόρφωσης στη συνέλευση περί μετεγκατάστασης έθεσαν ως κόκκινη γραμμή την διατήρηση των οικιών τους στο χωρίο και την μη ένταξή του σε πλημμυρική ζώνη.

    • Ενώ για τη Μεταμόρφωση συστήνεται ως η εγκατάλειψη ως μονόδρομος, για τα άλλα, εξίσου σοβαρά πληγέντα χωριά τριγύρω (π.χ. Αστρίτσα, Άμπελο , Βλοχό) η μελέτη δίνει εναλλακτικές λύσεις πέρα από την μετεγκατάσταση και εισηγείται μέτρα ισχυρής προστασίας.

    • Με την απόλυτη εισήγηση για εγκατάλειψη-μετεγκατάσταση η μελέτη αντιφάσκει με τα ίδια τα συμπεράσματά της αφού αλλού έχει επισημαίνει ελλείψεις σοβαρές μέτρων στην αντιπλημμυρική προστασία, που θα μπορούσαν να είχαν μειώσει την ένταση του φαινομένου και να κάνουν πιο διαχειρίσιμες τις συνέπειες για το χωριό. Μάλιστα και όλες οι παλιότερες πλημμύρες στο χωριό ήταν κυρίως αποτέλεσμα έλλειψης κατάλληλων έργων και ανθρώπινων επιλογών και παραλείψεων. Άλλωστε πρόσφατα, μετά τον Daniel, η Ελλάδα παραπέμφθηκε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για την μη επικαιροποίηση αντιπλημμυρικής προστασίας και διαχείρισης υδάτων.

    • Είναι τεχνικά εφικτή η ισχυροποίηση των αναχωμάτων σε Καλέντζη και Ιταλικό, παράλληλα με όλα τα άλλα έργα ορεινής υδρονομίας, για την δημιουργία ασφαλούς νησίδας 4.000 στρ. και στην Μεταμόρφωση, και η εξασφάλιση οδών διαφυγής σε περίπτωση κίνδυνου προς τον Κοσκινά. Επιπλέον, προστασία μπορεί να προσφέρει και η υπερύψωση κτισμάτων των χωριού -λύση απόλυτα εφικτή επίσης.

    • Η εισήγηση μετεγκατάστασης χωρίς αποζημιώσεις έρχεται σε αντίθεση με τον νόμο που προβλέπει απαλλοτρίωση οικιών (και άρα λήψη αποζημίωσης ή παροχή περιουσίας ίσης αξίας αλλού) σε περίπτωση μετεγκατάστασης.

    • Ο μεγάλος χρονικός ορίζοντας μετεγκατάστασης (15 χρόνια) σημαίνει ότι η επιδότηση ενοικίου που θα δοθεί θα υπερβαίνει κατά πολύ το κόστος αποζημιώσεων επισκευής των σπιτιών!

    • Εσπευσμένες και μη εξειδικευμλενες, εισηγήσεις και διαδικασίες μετεγκατάστασης υπό τους παραπάνω όρους δεν προασπίζουν τα δικαιώματα και τα συμφέροντα των κατοίκων. Ουσιαστικά μειώνεται και η αξία της περιουσία τους, έναντι προκατασκευασμένων και αδιευκρίνιστου μεγέθους σπιτιών, αλλά και η αίσθηση της κοινότητας, της συνοχής και της ταυτότητας που δίνει η διαβίωση στον πατρογονικό τόπο.

  • 29 Μαρτίου 2024, 14:52 | Νίκος Ράπτης
    Το βλέπω Θετικά/Αρνητικά:  

    1. Το Master Plan χαρακτηρίζεται από νομική ασυμβατότητα με το δίκαιο της ΕΕ για τα ύδατα και τις πλημμύρες.
    Πιο συγκεκριμένα, το master plan δεν εντάσσεται στο πλαίσιο των υποχρεώσεων της χώρας για εφαρμογή των οδηγιών 2000/60/ΕΚ για τα ύδατα και 2007/60/ΕΕ για τις πλημμύρες, ούτε στην εθνική νομοθεσία για τη διαχείριση των υδάτων.

    Ενδεικτικά, οι προδιαγραφές (που δεν τηρούνται στο Master Plan) προβλέπουν :
    -Εκτίμηση με διαφανή και έγκυρα ποσοτικά και ποιοτικά δεδομένα της κατάστασης των υδάτινων σωμάτων,
    -Καταγραφή και αξιολόγηση των κινδύνων πλημμύρας (όχι με γενικόλογες αναφορές), και
    -Αντιστοίχιση με συγκεκριμένα μέτρα.

    2. Η πρόταση για δημιουργία φορέα διαχείρισης των υδάτων είναι επί της αρχής σωστή. Όμως, η σαφής και επίμονη διατύπωση από την HVA του νομικού χαρακτήρα του προτεινόμενου οργανισμού διαχείρισης υδάτων ως «νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου (στην ελληνική περίληψη) “in order to follow the rules of the private economy”» (volyme II, ch. 4, p. 128) έχει πιθανότατα αντισυνταγματικό χαρακτήρα (με βάση και την απόφαση του ΣτΕ για την ΕΥΔΑΠ και τη ΔΕΥΑΘ), καθώς ζητάει αυτός ο φορέας να αναλάβει τη διοίκηση των υδάτινων πόρων και την εποπτεία εφαρμογής των οδηγιών της ΕΕ για τα ύδατα και για τις πλημμύρες (και εδώ ίσως υπάρχει και ζήτημα παραβίασης του δικαίου της ΕΕ, καθώς η εποπτεία της εφαρμογής του ενωσιακού δικαίου αποτελεί υποχρέωση των κρατών και όχι ιδιωτικών οργανισμών).

    Το master plan επιδιώκει υποκατάσταση κρατικών εξουσιών και ιδιωτικοποίηση των υδάτινων πόρων, τους οποίους στη συνέχει πιθανότατα θα διαθέτει προς πώληση.
    Στην έκθεση, σαφέστατα προκρίνει νομική μορφή, όχι απλώς εταιρείας του δημοσίου (δηλ. νομικό πρόσωπο δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου), αλλά τονίζει ότι αυτός θα πρέπει να λειτουργεί με βάση τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας. Περιγράφει μάλιστα σε λεπτομέρεια μισθολογικά κίνητρα, αλλά και κάθε στοιχείο εξοπλισμού που θα πρέπει να αγοράσει το κράτος (όπως υπολογιστές και συγκεκριμένων προδιαγραφών (!) οθόνες και αυτοκίνητα 4Χ4) με τα οποία θα προικοδοτήσει την ιδιωτική αυτή εταιρεία. Υπάρχουν σοβαρότατες διαστάσεις αντισυνταγματικότητας, ίσως μάλιστα και εναντίωσης προς το δίκαιο της ΕΕ, καθώς προτείνει ο νέος οργανισμός να είναι αρμόδιος για την εφαρμογή των οδηγιών για τα ύδατα και για τις πλημμύρες (όχι το κράτος ή κάποιος δημόσιος επιστημονικός οργανισμός, αλλά μια ιδιωτική εταιρεία).

    3. Το Master Plan χαρακτηρίζεται από έλλειμμα επιστημονικής επάρκειας:
    -Δεν αναφέρεται επιστημονική ομάδα ή ειδικότητες που απασχολήθηκαν
    -Οι χάρτες είναι θολοί, με πληροφορία που δεν διευκρινίζεται, δίχως λεζάντες και αναφορά στις πηγές των πληροφοριών που αποτυπώνουν.
    -Δεν υπάρχουν πουθενά δεδομένα, ενώ σε κάποια σημεία ως πηγή πληροφοριών δίνονται γενικές αναφορές (πχ στο τεύχος για τις πλημμύρες, σελ. 43: «Data as provided by the Greek government», δίχως καμία περαιτέρω πηγή. Ομοίως και στη σελίδα 57).

    4. Η «διαβούλευση», από τέσσερα υπουργεία (!) (Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας) στα αγγλικά συνιστά κατάφωρη παραβίαση των κανονισμών για τη διαβούλευση και περίπτωση κακής διακυβέρνησης. Σε κάθε περίπτωση, τα αγγλικά δεν είναι επίσημη γλώσσα της χώρας μας και η παράνομη χρήση τους σε διαδικασία Διαβούλευσης αποκλείει a priori την έκφραση γνώμης από χιλιάδες Θεσσαλούς αγρότες και συλλογικότητες, η ζωή των οποίων εξαρτάται άμεσα από τα προτεινόμενα στο master plan.

  • 29 Μαρτίου 2024, 10:55 | Ρητάς Βασίλης
    Το βλέπω Θετικά/Αρνητικά:  

    Η παρέμβαση μου αυτή αφορά μόνο τη Μεταμόρφωση Καρδίτσας (η εικόνα με το πλημμυρισμένο χωριό με τα κόκκινα κεραμίδια έχει προβληθεί σε όλο τον κόσμο), η οποία μπορεί να σωθεί και οι πλημμυροπαθείς κάτοικοι να μην γίνουν οι ΠΡΩΤΟΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΟΙ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ στην Ευρώπη.

    Στη σελίδα 64 γίνεται ισχυρή σύσταση να ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΦΘΕΙ Η ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ (abandonment of the entire village) ΚΑΙ ΟΧΙ ΑΠΛΑ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΗ, λόγω δυσκολίας στην προστασία του χωριού και βιώσιμων επιλογών εκκένωσης.
    Σε όλα τα γύρω χωριά (Βλοχός, Κεραμίδι Μαραθέα , Κοσκινάς κλπ) που επλήγησαν στον ίδιο βαθμό και έχουν το ίδιο υψόμετρο περίπου (γύρω στα 90 μέτρα) , προβλέπεται (σελίδα 75 και 251) κατασκευή ή ενίσχυση αναχωμάτων και πλήρης προστασία αυτών.
    Στα χωριά Αστρίτσα και Αμπελος (σελ. 251) προτείνεται η κατασκευή αναχωμάτων ή εναλλακτικά να εξεταστεί η μετεγκατάσταση.
    Για τη Μεταμόρφωση δεν προβλέπεται στην απαρίθμηση των έργων (σελ. 251) κανένα έργο στο 2 ποτάμια εκατέρωθεν του χωριού.
    Η Μεταμόρφωση στη εικόνα 16 (σελ. 64) εμφανίζεται με μπλε χρώμα και περιλαμβάνεται στις πλημμυρικές ζώνες. Επιπλέον στη σελίδα 66 αναφέρεται ότι εφόσον εγκαταλειφθεί η Μεταμόρφωση, προτείνεται να κατασκευαστούν στον Καλέντζη πόρτες προς το χωριό για εκτόνωση των υδάτων και προστασία άλλων περιοχών.
    Για τη Μεταμόρφωση δεν αναφέρονται εναλλακτικές, με μόνη πρόταση την εγκατάλειψη του χωριού.
    Οι κάτοικοι δεν γνωρίζουν αυτή την προοπτική και καλούνται να αποφασίσουν χωρίς καμμιά επίσημη ενημέρωση, αν θα είναι οι ΠΡΩΤΟΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΟΙ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ στην Ευρώπη. Οι άτυπες συνελεύσεις των κατοίκων με ελάχιστη ενημέρωση και υπό το βάρος των συνθηκών, έδειξαν πρόθεση για μετεγκατάσταση, με την προοπτική όμως προστασίας και διατήρησης και αποκατάστασης της περιουσίας στο χωριό.
    Στη σελίδα 264 στα μακροπρόθεσμα μέτρα :
    Προτείνει μετεγκατάσταση της Μεταμόρφωσης σε απροσδιόριστη τοποθεσία, ΣΕ ΠΡΟΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΜΕΝΑ ΣΠΙΤΙΑ (prefab houses) και στην ίδια παράγραφο «ΧΩΡΙΣ ΚΑΜΜΙΑ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΓΙΑ ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ». Σημειώνεται ότι δεν υπάρχει κατάλληλος χώρος για την «νέα Μεταμόρφωση» σε ακτίνα 10 χιλιομέτρων.

    Στη σελίδα 153 το τελευταίο έργο της λίστας αναφέρεται το κόστος 45 εκ για την ΠΙΘΑΝΗ ΜΕΤΕΓΚΑΤΑΤΑΣΗ του χωριού, χωρίς να διευκρινίζεται αν το ποσό αφορά υποδομές ή και κατοικίες. Στην ίδια παράγραφο αναφέρεται τεράστιος χρόνος ολοκλήρωσης του έργου (15 χρόνια !!!!) , χωρίς τον εύλογο προβληματισμό για την διαμονή των κατοίκων για 15 χρόνια χωρίς αποζημιώσεις για τις υφιστάμενες κατοικίες, που θα επιβιώνουν σαν πρόσφυγες στο ίδιο τους το χωριό.
    Ανεξάρτητα από την προοπτική μετεγκατάστασης, η πολιτεία έχει υποχρέωση για αποζημιώσεις των υφιστάμενων κατοικιών με τους υπάρχοντες νόμους και δεν είναι νόμιμη η εξαίρεση της πολύπαθης Μεταμόρφωσης. Σημειώνεται ότι πρόσφατα, μετά τον Daniel, η Ελλάδα παραπέμφθηκε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για την μη επικαιροποίηση αντιπλημμυρικής προστασίας και διαχείρισης υδάτων.

    Για να σωθεί ο κάμπος από μελλοντικές πλημύρες σύμφωνα με τη μελέτη, θα κατασκευασθούν ή θα ενισχυθούν 250 χιλιόμετρα αναχώματα.
    Υπάρχει τεχνική λύση (με χαμηλότερο κόστος) για τη Μεταμόρφωση με δημιουργία ασφαλούς νησίδας 4.000 στρ. , με ενίσχυση αναχωμάτων σε Καλέντζη και σε Λείψιμο (Ιταλικό), με περιορισμό της πλημμυρικής ζώνης μόνο κατά 10 εκατομμύρια κυβικά και δημιουργία οδών διαφυγής σε περίπτωση κίνδυνου προς τον Κοσκινά και αντιστρόφως.
    Οι κοινωνικές προεκτάσεις μιας μετεγκατάστασης («εγκατάλειψη» αναφέρει η μελέτη) είναι αυτονόητες και αν δεν γίνουν προσεκτικές και στοχευμένες ενέργειες θα οδηγηθούμε σε εγκατάλειψη της υπαίθρου και το βίαιο ξερίζωμα των πλημμυροπαθών κατοίκων, οι οποίοι δεν ευθύνονται για τις διαχρονικές παραλείψεις της πολιτείας.
    Εν κατακλείδι, προτείνω την θωράκιση της Μεταμόρφωσης, την αποκατάσταση των κατοικιών και στη συνέχεια χωρίς εκβιασμούς και διλήμματα, να αποφασιστεί αβίαστα η ενδεχόμενη μετακίνηση σε ασφαλέστερη περιοχή.

  • 28 Μαρτίου 2024, 21:03 | Δρ Αθανάσιος Γκανάς Διευθυντής Ερευνών ΓΕΙΝ/ΕΑΑ
    Το βλέπω Θετικά/Αρνητικά:  

    Αξιότιμοι Κύριοι,

    εκ μέρους της Ελληνικής Γεωλογικής Εταιρίας (ΕΓΕ) και της Ελληνικής Επιτροπής Υδρογεωλογίας σας υποβάλλω τις απόψεις μας επί του πλημμυρικού φαινόμένου Daniel καθώς και γενικές παρατηρήσεις επί του master plan.

    Δρ. Αθανάσιος Γκανάς
    Πρόεδρος ΔΣ ΕΓΕ

    – Οι πλημμύρες είναι ένα διαχρονικό και παγκόσμιο φαινόμενο, που πλήττει χωρίς διακρίσεις τόσο τις αναπτυσσόμενες, όσο και τις ανεπτυγμένες χώρες. Η μείωση των κινδύνων από αυτές απαιτεί ολοκληρωμένες δράσεις σε όλη τη λεκάνη απορροής του ποταμού με λύσεις βασισμένες στη λειτουργία της φύσης (Natural Based Solutions).

    – Αν και στη διαχείριση του πλημμυρικού κινδύνου και στον σχεδιασμό αντιπλημμυρικών έργων εμπλέκονται πολλοί επιστημονικοί κλάδοι, όπως υδρολόγοι, υδραυλικοί μηχανικοί, μετεωρολόγοι, γεωπόνοι, δασολόγοι, περιβαλλοντολόγοι κ.ά., ο ρόλος των γεωλόγων (και ειδικότερα οι ειδικότητες υδρογεωλόγοι, γεωμορφολόγοι, τεχνικοί γεωλόγοι) είναι πρωταρχικός και καθοριστικός. Το master plan πρέπει να κάνει σαφή αναφορά σε αυτό (βλέπε executive summary σελίδα 9).

    – Αφορμή των επαναλαμβανόμενων πλημμυρών στην Θεσσαλία είναι οι ραγδαίες βροχοπτώσεις, που εμφανίζονται με μεγαλύτερη συχνότητα τα τελευταία χρόνια, λόγω της κλιματικής κρίσης. Στην πλημμυρογένεση συμβάλλουν και οι ανθρώπινες παρεμβάσεις που επιδεινώνουν την κατάσταση, όπως π.χ. οι ανεξέλεγκτες επεμβάσεις που έχουν γίνει στους ποταμοχειμάρρους (εγκιβωτισμοί, μπαζώματα, εκχωματώσεις), η απουσία έργων ορεινής υδρονομίας, η καταστροφή και αποψίλωση των δασών λόγω πυρκαγιών ή υπερβόσκησης, καθώς και η άναρχη δόμηση και η οικιστική ανάπτυξη. Η αστικοποίηση αυξάνει την επιφανειακή απορροή και κατά επέκταση, τον κίνδυνο πλημμύρας. Σημαντική συμβολή έχει και η μεταφορά φερτών υλών (στερεοπαροχή).

    – Η κακοκαιρία Daniel ήταν ένα πολύ ακραίο συμβάν, με βάση τα υπάρχοντα στατιστικά στοιχεία, με ισχυρές βροχοπτώσεις και μεγάλα ύψη βροχής κυρίως στην περιοχή της Θεσσαλίας που είχε ως συνέπεια: 17 ανθρώπινες απώλειες, περίπου 140.000 θανάτους ζώων και μεγάλες καταστροφές στο περιβάλλον, στις οικίες, σε κρίσιμες δημόσιες υποδομές και στην οικονομική δραστηριότητα της ευρύτερης περιοχής. Οι πλημμυρισμένες εκτάσεις του φαινομένου Daniel αποτυπώθηκαν με χρήση δορυφορικής τηλεπισκόπησης σε έκταση 1.400.000 στρεμμάτων.

    – Η συχνότητα τέτοιων ακραίων φαινομένων φαίνεται τα τελευταία χρόνια να αυξάνεται στην ευρύτερη περιοχή της Ελλάδας και της Ανατολικής Μεσογείου, δημιουργώντας σημαντικές ενδείξεις ότι η συχνότητα τους επηρεάζεται από την κλιματική κρίση, και προβληματισμό για τη δυνατότητά μας να είμαστε ως κοινωνία περισσότερο ανθεκτικοί απέναντι σε τέτοιες καταστροφές.

    – Το φαινόμενο «Ντάνιελ» αναπτύχθηκε ως ένα καιρικό μοτίβο εμποδισμού/omega block, με χαρακτηριστική εμμονή στο χώρο (κεντρική Ελλάδα – Θεσσαλία) και το χρόνο. Το Ευρωπαϊκό Κέντρο ECMWF, μέσω του δείκτη EFI (extreme forecast index), είχε εύστοχα προγνώσει ότι θα συμβεί ένα ιδιαίτερα ακραίο φαινόμενο αλλά απέτυχε να προβλέψει τα ιδιαίτερα υψηλά ύψη βροχής. Όπως προσδιορίζεται και μέσω των δορυφορικών δεδομένων κατακρήμνισης CMORPH, η βροχόπτωση του Σεπτεμβρίου 2023 στην περιοχή της Θεσσαλίας εκτιμάται 600% πάνω από την κλιματική μέση τιμή.

    – Τα υπόγεια υδατικά συστήματα (ΥΥΣ) της Θεσσαλίας βρίσκονται σε κακή ποσοτική κατάσταση. Υπάρχει ανάγκη μείωσης των αντλήσεων περί τα 300×10^6 m3/έτος για τη σταδιακή επαναφορά της στάθμης και την αποκατάσταση της φυσικής και ορθολογικής ισορροπίας των ΥΥΣ. Η ποσοτική αποκατάσταση των Υπογείων Υδατικών Συστημάτων είναι απαραίτητη γιατί μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως στρατηγικά αποθέματα σε περιόδους μακροχρόνιας λειψυδρίας. Κατά τη διάρκεια και εξέλιξη του φαινομένου Daniel, καταγράφηκε άνοδος της στάθμης του υπόγειου νερού έως και 10 m.

    – Τα Σχέδια Διαχείρισης Κινδύνων Πλημμύρας (ΣΔΚΠ) αποτελούν το εργαλείο για την εφαρμογή της πολιτικής στην αξιολόγηση και διαχείριση του κινδύνου πλημμύρας σε στρατηγικό επίπεδο στη χώρα μας. Η γνώση και εμπειρία που αποκτήθηκε από τις πλημμύρες των τελευταίων ετών (Μάνδρα, Εύβοια, Θεσσαλία, κ.α.) θα πρέπει να συμβάλει ουσιαστικά στην 1η Αναθεώρηση των ΣΔΚΠ που διενεργείται την παρούσα χρονική στιγμή και αναμένεται να ολοκληρωθεί μέχρι τον Αύγουστο 2024.

    – Ο επιχειρησιακός σχεδιασμός για τη μείωση του πλημμυρικού κινδύνου οφείλει να περιλαμβάνει: την εκτίμηση και ανάλυση του συνόλου των φυσικών κινδύνων στη Θεσσαλία, την εκτίμηση της τρωτότητας των συστημάτων, νέο χωροταξικό και πολεοδομικό σχεδιασμό, ενιαίο φορέα διαχείρισης υδάτων, συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης, σύγχρονο εξοπλισμό, νέες κανονιστικές διατάξεις για τους φυσικούς κινδύνους, επικαιροποίηση των γενικών σχεδίων πολιτικής προστασίας, επιχειρησιακές ασκήσεις πεδίου, εκπαίδευση και ενημέρωση στελεχών ΟΤΑ και γενικού πληθυσμού.

    – Επισημαίνεται η ανάγκη ορθολογικής προσέγγισης στη διαχείριση του πλημμυρικού κινδύνου, ο οποίος αποκτά διαφορετικά χαρακτηριστικά στην εποχή της κλιματικής κρίσης και για τον λόγο αυτό απαιτούνται πρωτοβουλίες σε εθνικό επίπεδο· από την δημιουργία μιας Εθνικής Βάσης δεδομένων για την υδρομετεωρολογική πληροφορία που θα συνδράμει στην αξιόπιστη υδρολογική πρόγνωση, μέχρι την υιοθέτηση καινοτόμων προσεγγίσεων στον αντιπλημμυρικό σχεδιασμό από τους αρμόδιους φορείς.

    – Τα κυριότερα μέτρα για την αντιμετώπιση των πλημμυρών είναι: Φράγματα ανάσχεσης και έργα ορεινής υδρονομίας ειδικότερα σε θέσεις που η γεωλογία της περιοχής έχει υψηλή διακινδύνευση λόγω της εδαφικής διάβρωσης με επακόλουθο την δημιουργία υψηλών στερεοπαροχών, διαμόρφωση της φυσικής κοίτης με σκοπό την αύξηση της διατομής της για γρηγορότερη απομάκρυνση του νερού, προστασία των δασών και αναδάσωση αποψιλωμένων περιοχών, κατασκευή αγωγών ομβρίων υδάτων στις αστικές περιοχές, συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης, ενημέρωση και οργάνωση των κατοίκων σε θέματα πολιτικής προστασίας.

    – Τέλος, απαιτείται συνεχής συνεργασία μεταξύ κεντρικής, περιφερειακής και τοπικής διοίκησης, καθώς και των εθελοντικών ομάδων, για τη λήψη των κατάλληλων μέτρων και τον συντονισμό στην αντιμετώπιση του πλημμυρικού κινδύνου.
    __________________________________________________________

  • 28 Μαρτίου 2024, 15:04 | WWF Ελλάς εκ μέρους 5 περιβαλλοντικών οργανώσεων
    Το βλέπω Θετικά/Αρνητικά:  

    Σχόλια περιβαλλοντικών οργανώσεων στην έκθεση της εταιρείας HVA με τίτλο «Water management in Thessaly in the wake of Storm Daniel” – Δεύτερη δέσμη σχολίων

    Συνολικά η έκθεση χαρακτηρίζεται από έλλειψη οράματος και γενναίων λύσεων που θα αναδείξουν την δυνατότητα να είναι μακροπρόθεσμα βιώσιμη η περιοχή συνδυάζοντας την οικονομική ανάπτυξη, την ποιότητα ζωής και την προστασία του περιβάλλοντος. Η έκθεση προτείνει business-as-usual παρεμβάσεις, πολλές από τις οποίες έχουν ήδη διατυπωθεί σε άλλα πλαίσια και από άλλους φορείς. Βασίζεται δε κυρίως σε μεγάλα κατασκευαστικά έργα, αγνοώντας τις ευρωπαϊκές πολιτικές και κατευθύνσεις και τις ευκαιρίες που υπάρχουν τόσο χρηματοδοτικά όσο και για μια ουσιαστική παρέμβαση.

    Ιδιαίτερη σημασία δίνεται από τις περιβαλλοντικές οργανώσεις στο σοβαρότατο έλλειμμα επιστημονικών διαπιστευτηρίων της έκθεσης που υποβλήθηκε από την εμπορική εταιρεία HVA και τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση από τέσσερα υπουργεία, σε τέσσερις διαφορετικές θέσεις του Opengov.gr. Όπως επισημάνθηκε και στην πρώτη δέσμη σχολίων που υπέβαλαν από κοινού οι περιβαλλοντικές οργανώσεις που υπογράφουν το παρόν:

    ● Η έκθεση υπολείπεται σοβαρά σε σχέση με τις προδιαγραφές μελετών που ανατίθενται από το ελληνικό δημόσιο, στο πλαίσιο εφαρμογής του σχετικού ενωσιακού δικαίου. Παρά το γεγονός ότι στην Ελλάδα γενικότερα το επίπεδο των μελετών περιβαλλοντικού αντικειμένου είναι, με λίγες εξαιρέσεις, προβληματικά ελλιπές (ιδίως σε σχέση με τα έγκυρα και επίκαιρα δεδομένα που απαιτούνται), η υπό ‘διαβούλευση’ έκθεση υπολείπεται σοβαρά σε σχέση με τις βασικές αρχές επιστημονικής τεκμηρίωσης και εγκυρότητας που πρέπει να πληρούνται από σοβαρής σημασίας εργασίες.

    ● Η έκθεση δείχνει να αγνοεί πλήρως το περιεχόμενο που πρέπει να έχουν μελέτες τέτοιου επιπέδου, οι οποίες πρέπει να ικανοποιούν τεχνικά κριτήρια που εξειδικεύονται σε κατευθυντήρια έγγραφα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ιδίως σε σχέση με τις κατευθυντήριες οδηγίες και τις προδιαγραφές για τις μελέτες στο πλαίσιο των δύο κύριων οδηγιών: της οδηγίας πλαίσιο για τα ύδατα 2000/60/ΕΚ και της οδηγίας για τις πλημμύρες 2007/60/ΕΚ.

    ● Η έκθεση περιγράφει μεγάλα έργα και θέτει το πλαίσιο για μελλοντικές αδειοδοτήσεις έργων. Εάν εγκριθεί από αρμόδιο υπουργό, ως μέρος των αρμοδιοτήτων του “Οργανισμού Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας” (ΟΔΥΘ), τότε θα πρέπει απαραιτήτως να έχει πρώτα υποβληθεί σε στρατηγική εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων, αλλιώς σαφέστατα θα παραβιάζει την οδηγία 2001/42/ΕΚ.

    ● Δεν διευκρινίζεται στο πλαίσιο λήψης ποιας απόφασης από τη διοίκηση διεξάγεται η διαβούλευση. Αυτό είναι καθοριστικό για την αποτελεσματική άσκηση του δικαιώματος συμμετοχής στη διαβούλευση.

    ● Δεν ακολουθήθηκε η διαδικασία του άρθρου 2Α του ν. 3316/2005, όπως ισχύει, καθώς εξ’ όσων μπορούμε να γνωρίζουμε από πουθενά δεν προκύπτει ότι εγκρίθηκε από τον αρμόδιο υπουργό η ανάθεση εκπόνησης της έκθεσης προς τον σκοπό της δωρεάς, ούτε ότι καθορίστηκαν από αυτόν οι όροι και προδιαγραφές εκπόνησης της έκθεσης αυτής.

    ● Όταν διεξάγεται δημόσια διαβούλευση, η χρήση της ελληνικής γλώσσας είναι αναγκαία, διότι μόνον έτσι εξασφαλίζεται η πρόσβαση του κοινού στην περιβαλλοντική πληροφορία και η αποτελεσματική συμμετοχή του. Περαιτέρω, η υποχρεωτική χρήση της ελληνικής γλώσσας επιβάλλεται κατά τη διαδικασία σύναψης δημοσίων συμβάσεων (άρθρα 53§3, 80§10, 92§4 του ν. 4412/2016, όπως ισχύουν). Στην ελληνική γλώσσα πρέπει εξ’ άλλου να έχει συνταχθεί και η κάθε μελέτη ώστε να μπορεί να εγκριθεί η παραλαβή της από την αρμόδια αρχή. Τέλος, υποχρεωτική είναι η χρήση της ελληνικής γλώσσας σε κάθε διαδικασία δημοσίου ενδιαφέροντος (π.χ. άρθρ 454 ΚΠολΔικ, 172 ΚΔιοικΔικ.).

    Στη συνέχεια της παρούσας δεύτερης δέσμης σχολίων από τις περιβαλλοντικές οργανώσεις, εντοπίζονται και επισημαίνονται πρόσθετα σημεία έντονου προβληματισμού από παρεμβάσεις που προτείνονται στο ‘masterplan’ της εταιρείας HVA.

    Α. Οργανισμός Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας

    Στο δεύτερο τεύχος (Volume II: Water Management Organisation) αναλύεται σε μεγάλη λεπτομέρεια η ιδέα της ίδρυσης οργανισμού ιδιωτικού δικαίου, ο οποίος ρητά θα λειτουργεί με βάση τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, και ο οποίος θα αναλάβει δημόσιες εξουσίες, όπως η διοίκηση των υδάτινων πόρων της Θεσσαλίας και η επιβολή προστίμων.

    Ένα από τα λίγα μέρη της έκθεσης που έχουν αναπτυχθεί πρωτότυπα, δηλαδή δίχως προηγούμενο, είναι η πρόταση για οργανισμό που θα ασκεί τη διοίκηση των υδάτινων πόρων της λεκάνης απορροής Θεσσαλίας. Αυτή μάλιστα η πρόταση της HVA αναφέρεται στα μέσα ενημέρωσης πως πρόκειται να περιβληθεί με ένδυμα τυπικού νόμου, τον οποίο έχει ήδη έτοιμο το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας και, όπως αναφέρεται από μέσα ενημέρωσης, πρόκειται να φέρει στη Βουλή. Η πρόταση που προωθείται για την ίδρυση του “Οργανισμού Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας”, ως νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου που θα λειτουργεί “σύμφωνα µε τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, υπό την εποπτεία του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας” και θα αναλάβει εξουσίες κρατικές, όπως πχ να “παρακολουθεί την ποιοτική και ποσοτική κατάσταση των επιφανειακών και υπόγειων υδάτων” και να αναλαμβάνει τον σχεδιασμό των μέτρων και την εφαρμογή των οδηγιών της ΕΕ για τα ύδατα (2000/60/ΕΚ) και για τις πλημμύρες (2007/60/ΕΚ), χαρακτηρίζεται από στοιχεία αντισυνταγματικότητας.

    Η ανώνυμη εταιρεία “Thessaly Water Management Organization – WMO” (“Οργανισμός Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας Α.Ε.”, σύμφωνα με το υπό σχεδιασμό νομοσχέδιο του ΥΠΕΝ, όπως αυτό διέρρευσε στα μέσα ενημέρωσης) προβάλλεται από την έκθεση της HVA ως μοντέλο για αντίστοιχους οργανισμούς σε όλη την Ελλάδα (σύμφωνα με κείμενο που υπάρχει στο τέλος του Volume IΙ). Αφενός μεν δεν προκύπτει από δημόσια διαθέσιμη πηγή εξειδίκευση της εταιρείας HVA σε οποιοδήποτε πεδίο σχετικό με διαχείριση υδάτινων οικοσυστημάτων, αφετέρου δε έντονος προβληματισμός γεννάται από το ασαφές εύρος της παρέμβασης της εταιρείας στα ζητήματα διαχείρισης των υδάτινων οικοσυστημάτων και του νερού στην Ελλάδα.

    Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις εκφράζουν έντονη ανησυχία, τόσο για το μέλλον της Θεσσαλίας και της πρόσβασης των αγροτών σε νερό, όσο και ευρύτερα για το μέλλον της διαχείρισης ενός από τους σημαντικότερους πόρους επιβίωσης και κοινωνικής ευημερίας υπό την απειλή της διαρκώς επιδεινούμενης κλιματικής κρίσης: του νερού και των υδάτινων οικοσυστημάτων ολόκληρης της χώρας.

    B. Έργα που προωθούνται σαν αντιπλημμυρικά

    Τα παρακάτω σχόλια αφορούν τον τόμο που προτείνει υποδομές για την αντιμετώπιση του κινδύνου από πλημμύρες “Volume I: Flood Defense Infrastractures”.

    Αποκατάσταση αναχωμάτων – νέα αναχώματα: Η αποκατάσταση αναχωμάτων και η δημιουργία νέων, προκρίνεται από την HVA ως γενικό μέτρο. Ωστόσο, στην πραγματικότητα, η αποκατάσταση αναχωμάτων στις ίδιες θέσεις εμφανίζει μια σειρά από μειονεκτήματα και προκαλεί απορία για το κατά πόσο μπορούν να αντέξουν τα αναχώματα σε ένα ενδεχομένως εντονότερο καιρικό συμβάν. Η εμπειρία δείχνει ότι πάντα υπάρχει ένα συμβάν που μπορεί να καταστρέψει τις υποδομές, όσο ισχυρές και αν έχουν σχεδιαστεί. Ενώ στα προηγούμενα πλημμυρικά συμβάντα (Ιανός, Ντάνιελ, Ηλίας) οι αρμόδιοι φορείς έσπασαν τα αναχώματα για να αποτρέψουν τις καταστροφές σε αστικά κέντρα.

    Το σημαντικότερο, ωστόσο, είναι ότι η έκθεση προτείνει την κατασκευή περισσότερων από 130 χιλιομέτρων νέων αναχωμάτων γύρω από πολλά χωριά της Δυτικής Θεσσαλίας, ουσιαστικά δημιουργώντας περίκλειστες απομονωμένες περιοχές, ώστε θεωρητικά να τις προστατεύσει από τις πλημμύρες. Εκτός του παράλογου της λύσης αυτής, προκύπτουν ένα σωρό επιπλέον ερωτήματα. Τι γίνεται αν “παραβιαστούν” αυτά τα αναχώματα; Πόσο επικίνδυνο θα είναι για τους κατοίκους αυτών των περίκλειστων χωριών; Τι επιπλέον υποδομές απαιτούνται για να φύγουν τα νερά από αυτά τα χωριά;

    Η ίδια η έκθεση, στην αρχή του τεύχους I (σελ 6), δημιουργεί εσφαλμένες εντυπώσεις ότι μια από τις λύσεις είναι η μετακίνηση των φραγμάτων σε μεγαλύτερη απόσταση από τις υπάρχουσες θέσεις, ενώ όλο αυτό ανατρέπεται από τις προτεινόμενες λύσεις.

    Τέλος, αναφέρεται ότι είναι οικονομικά συμφέρουσα η αποκατάσταση. Από πού προκύπτει αυτό το συμπέρασμα; Σύμφωνα με μελέτη που έχει γίνει για την περιοχή του Καλέντζη για την οικονομική αποτίμηση της κατασκευής και συντήρησης αναχωμάτων έναντι της προώθησης πράσινων λύσεων (nature based solutions), ενώ η κατασκευή των αναχωμάτων είναι λιγότερο ακριβή λύση, συνολικά οι υπηρεσίες που προσφέρουν είναι πολύ λιγότερες και τελικά τα καθαρά οφέλη (net benefits) είναι πολύ μικρότερα από την προώθηση NbS ως εναλλακτική. Επίσης, η ανάδειξη της αποκατάστασης ή της κατασκευής νέων αναχωμάτων ως “συμφέρουσα οικονομικά λύση” καταρρίπτεται από την ίδια την έκθεση, αφού από το τεύχος VI φαίνεται ότι το τρέχον χιλιόμετρο κατασκευής νέων αναχωμάτων τιμολογείται σε 5 εκατ. ευρώ.

    Μεγάλα φράγματα και έργα και κενές περιεχομένου αναφορές σε έργα ορεινής υδρονομίας: Αν και η έκθεση (ορθώς) αναφέρει ότι πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στα check-dams (φράγματα ανάσχεσης), ενώ επισημαίνει ότι τα μεγάλα φράγματα ενδεχομένως να αντιμετωπίσουν τεχνικές και οικονομικές δυσκολίες, εντούτοις στη συνέχεια προτείνει 23 επιπλέον θέσεις και δίχως καμία τεκμηρίωση προωθεί επανειλημμένα την εκτροπή του Αχελώου. Είναι τόσο έκδηλη η προσπάθεια προώθησης των μεγάλων φραγμάτων που ενώ η αναφορά στα μικρά check dams είναι 2-3 σελίδες, η αναφορά στα μεγάλα είναι ιδιαίτερα εκτενής, ειδικά στον τόμο των Appendices. Ενώ μάλιστα σε αρκετά σημεία η έκθεση αναφέρει ότι δεν πρέπει τα φράγματα να χρησιμοποιηθούν για αύξηση της χρήσης νερού και των αρδευόμενων εκτάσεων (βλ. σελ. 33 σχετικά με το φράγμα Σκοπιάς/Παλιοδερλί), εντούτοις σε σχέση με την εκτροπή του Αχελώου η HVA παραθέτει στο τεύχος για τη γεωργία έναν πίνακα με υπότιτλο “Water transfer from Achelous from year 4 will increase acreage” (Η μεταφορά νερού από τον Αχελώο από την 4η χρονιά θα αυξήσει την έκταση, ανεπίσημη μετάφραση γραφόντων). Είναι βαθιά προβληματικό το γεγονός ότι το σχέδιο άλλοτε μιλάει για μείωση των αρδευόμενων εκτάσεις και άλλοτε για αύξηση, δίχως καμία εξήγηση και αποτελεί ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα για μια ούτως ή άλλως πολύ χαμηλού επιστημονικού επιπέδου και ελλιπέστατης τεκμηρίωσης έκθεση που φιλοδοξεί να λειτουργήσει ως ‘masterplan’ ώστε να ορθοποδήσει μια ρημαγμένη από κλιματικές καταστροφές περιοχή.

    Όσον αφορά τα έργα ορεινής υδρονομίας, η έκθεση δεν κάνει καμία αναφορά στο πώς μπορεί να επιτευχθεί η συνδεσιμότητα (connectivity) των ορεινών τμημάτων των χειμάρρων/ποταμών αφού κατασκευαστούν τα φράγματα ανάσχεσης.
    Επιπλέον, πολλά από τα μικρά φράγματα ανάσχεσης που προτείνονται (check dams) είναι σε πεδινές περιοχές και εκφράζεται ο φόβος ότι η κατασκευή τους θα επιδεινώσει τα προβλήματα πλημμυρών αντί να τα μειώσει. Επιπλέον κάποια από αυτά προτείνονται σε περιοχές με παραποτάμια βλάστηση και για την χωροθέτησή τους θα απαιτηθεί η απομάκρυνση της βλάστησης.

    Τέλος, οι επιπτώσεις των μεγάλων φραγμάτων στη στερεοπαροχή και κυρίως στην εκβολή του τελικού αποδέκτη (Πηνειός) δεν αναφέρονται πουθενά. Η κατασκευή τόσο πολλών μεγάλων φραγμάτων εύλογα μπορεί να μειώσει τα ιζήματα στην εκβολή του Πηνειού με συνεπακόλουθο την εκτεταμένη διάβρωση του παράκτιου χώρου. Ενδεικτικά στον Νέστο, η κατασκευή των φραγμάτων έχει προκαλέσει τα τελευταία 25 χρόνια απώλεια γης 0,85 τ.χλμ..

    Εκβάθυνση ποταμών: Η εκβάθυνση των ποταμών (deepening the riverbeds via dredging) είναι μια εξαιρετικά προβληματική πρακτική που δυστυχώς εξακολουθεί να εφαρμόζεται συστηματικά στην Ελλάδα, και προκαλεί σημαντικές επιπτώσεις τόσο στη βιοποικιλότητα, όσο και στα υδρομορφολογικά χαρακτηριστικά των ποταμών. Ενδεικτικά αναφέρεται ως συνεπακόλουθη επίπτωση, η αύξηση της ταχύτητας του νερού και στη συνέχεια η αύξηση της διάβρωσης της κοίτης των ποταμών αλλά και η μετατόπιση των πλημμυρικών φαινομένων κατάντη των παρεμβάσεων. Ακολούθως, για να αποτραπεί η κατάρρευση της κοίτης των ποταμών πραγματοποιούνται εκ νέου τεχνικά έργα σταθεροποίησης της κοίτης τους με συρματοκιβώτια και σκληρά υλικά. Το συγκεκριμένο μέτρο, αναφέρεται λανθασμένα ότι σχεδιάζεται ώστε να “effectively reduce peak discharges and peak water levels by extending the duration of discharges” (να μειώσει αποτελεσματικά τη μέγιστη πλημμυρική απορροή και τις μέγιστες στάθμες νερού με την παράταση της διάρκειας των πλημμυρικών απορροών, ανεπίσημη μετάφραση γραφόντων). Η εκβάθυνση των ποταμών θα μπορούσε να είναι λύση μόνο τοπικά, όπου υπάρχει περιορισμός χώρου. Ωστόσο, στη Θεσσαλία όπου υπάρχει επάρκεια χώρου θα αναμέναμε να προκρίνονταν άλλες βιώσιμες πρακτικές.

    Συντήρηση και καθαρισμός ποταμών και απομάκρυνση δέντρων και θάμνων: Ως γενική κατεύθυνση μέτρων αναφέρεται η συντήρηση των ποταμών και ο καθαρισμός τους από φερτά υλικά και βλάστηση (σε συνδυασμό με την εκβάθυνση) καθώς και η απομάκρυνση δέντρων και θάμνων από τις πιθανές πλημμυρικές ζώνες («Clearance of Vegetation from Floodplains: Removing trees and shrubs from floodplain areas to enhance water flow and reduce the risk of flooding», ανεπίσημη μετάφραση γραφόντων). Αυτό το μέτρο είναι ανούσιο και επικίνδυνο. Το μόνο που θα καταφέρει είναι να “ενοχοποιήσει” για τις πλημμύρες μια από τις αποτελεσματικότερες φυσικές υποδομές αντιμετώπισης των πλημμυρών, τη βλάστηση. Ακόμα περισσότερο, η απομάκρυνση της βλάστησης προκαλεί μεγάλο κίνδυνο αύξησης της ταχύτητας του νερού, σε περιπτώσεις καταιγίδων, με αποτέλεσμα την επιδείνωση των πλημμυρικών συνθηκών στα κατάντη.

    Προτεινόμενες επεμβάσεις σε συγκεκριμένες περιοχές που προκαλούν προβληματισμό: Ακολούθως σχολιάζονται ενδεικτικά οι παρεμβάσεις στην περιοχή των Τρικάλων και της Καρδίτσας. Ανάλογες κακές προτεινόμενες λύσεις έχουν εντοπιστεί και σε άλλες περιοχές αλλά δεν αναφέρονται εδώ για λόγους οικονομίας.

    Στην περιοχή των Τρικάλων, η έκθεση της HVA ‘στοχοποιεί’ τον Αγιαμονιώτη για τα προβλήματα που υπάρχουν στην πόλη προτείνοντας την εκτροπή του προς τον Πηνειό και την κατασκευή νέων αναχωμάτων. Αυτή η εκτροπή και τα νέα αναχώματα πιθανόν να εντείνουν τα πλημμυρικά προβλήματα βορείως των παρεμβάσεων (στα χωριά Διπόταμος και Ρογγιά που δίχως καμία τεκμηρίωση αναφέρει ότι με τις παρεμβάσεις αυτές θα λύσει τα προβλήματά τους), με τον ίδιο τρόπο που έχει δημιουργήσει τα πλημμυρικά προβλήματα στα Μεγάλα Καλύβια η εκτροπή του Πάμισου προς τον Πηνειό. Για να δικαιολογήσει αυτή την παρέμβαση, η έκθεση κάνει αναφορά στην προστασία των ιδιοκτησιών “δυτικά του περιφερειακού” και στην ομαλή ανάπτυξη της πόλης, όπου σήμερα δεν υπάρχει οικιστική ανάπτυξη. Με άλλα λόγια, προτείνει λύσεις που πιθανόν να δημιουργήσουν πρόβλημα στο μέλλον! Ειδικά για να αποφορτιστεί η πίεση σε Διπόταμο και Ρογγιά η έκθεση προτείνει καθαρισμούς των ρεμάτων από τη βλάστηση και από τα δέντρα (δηλαδή εκ νέου καναλοποίηση των ποταμών). Επίσης, καμία αναφορά δεν γίνεται στον Ληθαίο, ο οποίος έχει πολύ μεγαλύτερη λεκάνη απορροής και οι λύσεις για τη μείωση των πλημμυρικών κινδύνων για την πόλη των Τρικάλων είναι προφανείς: δασώσεις στα ορεινά (Χάσια και Αντιχάσια Όρη), αποκατάσταση της παλιάς κοίτης του Ληθαίου που μπορεί να λειτουργήσει και ως “περιοχή αποθήκευσης νερού”. Εντύπωση προκαλεί η μη αναφορά στη μικρή διατομή στη σύνδεση του Ληθαίου με την παλαιά κοίτη, που έχει αναφερθεί από τους τοπικούς φορείς ως ένα ιδιαιτέρως προβληματικό σημείο. Στο χωριό Σωτήρα, επίσης, η έκθεση προτείνει τη δημιουργία προστατευτικού αναχώματος αγνοώντας τη συνολική εικόνα του προβλήματος.

    Στην περιοχή της Καρδίτσας, η έκθεση εσφαλμένα αναφέρει ως λόγο για τις πλημμύρες την αστοχία των αναχωμάτων, παραβλέποντας τον πραγματικό λόγο που είναι οι διαχρονικές μεταβολές στα υδρομορφολογικά χαρακτηριστικά τους (περιορισμός του πλάτους της κοίτης τους, μειωμένα πλάτη και εκβαθύνσεις στα κατώτερα τμήματα των ποταμών, κ.α.). Ως αποτέλεσμα αυτής της λανθασμένης διαπίστωσης, η έκθεση προτείνει ενισχύσεις και ανυψώσεις των αναχωμάτων ώστε να φτάσουν στο ίδιο ύψος, ενώ οι λύσεις στα πραγματικά αίτια δεν συζητιούνται. Η συγκεκριμένη λογική επικρατεί σε διαφορετικά σημεία στο κείμενο (π.χ. μια από τις αιτίες των πλημμυρών στην περιοχή είναι η κακή λειτουργία του αποστραγγιστικού δικτύου) με αποτέλεσμα να προτείνονται λάθος λύσεις (π.χ. τα αποστραγγιστικά δίκτυα και τα πλημμυρικά πεδία των ποταμών Καράμπαλη και Καλέντζη πρέπει να καθαριστούν) αντί να αναφέρεται το γεγονός ότι μετά τα χωριά Αγιοπηγή και Μέλισσα το πλάτος των δύο ποταμών έχει μειωθεί από τα 200 μέτρα στα 40-50, δημιουργώντας έτσι πλημμυρικά προβλήματα. Συνολικά για τη λεκάνη απορροής του Καλέντζη (που περιλαμβάνει τον Καλέντζη, τον Καράμπαλη και τον Λείψιμο) δεν γίνεται καμία αναφορά σε αποκαταστάσεις του πλάτους της κοίτης των ποταμών, παρά μόνο σε καθαρισμούς βλάστησης και φερτών και σε κατασκευές επιπλέον αναχωμάτων για να προστατευτούν τα χωριά.

    Απομάκρυνση των παράνομων κατασκευών και φραγμών από τα ποτάμια και τις πλημμυρικές πεδιάδες (σελ. 47). Η απελευθέρωση των φυσικών διόδων νερού από παράνομες (και νόμιμα υφιστάμενες σε πολλές περιπτώσεις) κατασκευές είναι απαραίτητο να αναδειχθεί ως ζήτημα κατεπείγουσας προτεραιότητας, όχι μόνο για τη Θεσσαλία, αλλά για ολόκληρη τη χώρα.

    «Χώρο στα ποτάμια». Η αναφορά (σελ. 27) στην ανάγκη δημιουργίας controlled inundation areas (ελεγχόμενων πλημμυρικών περιοχών) είναι θετική, πρέπει όμως να αποτελέσει αντικείμενο σχεδιασμού και θα περιμέναμε από μια έκθεση αυτού του εύρους αντικειμένου να προσφέρει περισσότερα από απλές αναφορές.
    Απουσία ψηφιακού χαρτογραφικού υλικού: Θεωρούμε μεγάλη αστοχία το γεγονός ότι στη διαβούλευση δεν έχει ανέβει ψηφιακό χαρτογραφικό υλικό από τις προτεινόμενες παρεμβάσεις που περιέχονται στο masterplan. Η ανάγνωση και η κατανόηση των προτεινόμενων λύσεων μέσα μόνο από το κείμενο και τους κακής ανάλυσης χάρτες που υπάρχουν σε αυτό γίνεται εξαιρετικά επίπονη λόγω αυτής της παράλειψης.

    Αλλοίωση των φυσικών ροών ποταμών: Αντί για φαραωνικά, πολυδάπανα και ενεργοβόρα έργα, απαιτείται ο σχεδιασμός μιας συνολικής ορθολογικής διαχείρισης των υδάτινων πόρων, η λήψη μέτρων που εξορθολογίζουν τις υδροβόρες καλλιέργειες και η ανάληψη δεσμευτικών στόχων για δραστική μείωση της κατάχρησης και σπατάλης του γλυκού νερού. Επίσης, απαιτείται ο επαναπροσδιορισμός και η επαναχάραξη των φυσικών ροών και θέσεων τού νερού (ρέματα, χείμαρροι, ποταμοί, μέγεθος επιφανειακών υδάτινων όγκων, κ.λπ.). Επείγουσα είναι επίσης η κατασκευή μικρών φραγμάτων στις ροές ποταμών, χειμάρρων και ρεμάτων, ώστε να αυξηθεί η δυνατότητα συγκράτησης των νερών για την άρδευση των καλλιεργειών και παράλληλα να μειωθούν οι κίνδυνοι από την ανεξέλεγκτη ροή τους.

    Στην έκθεση περιλαμβάνονται μερικές αξιόλογες προτάσεις, που όμως δεν αναδεικνύονται και αποτελούν σημειακές τοποθετήσεις δίχως καθοριστική αξία για το συνολικό αποτύπωμα των έργων που προτείνονται από την εταιρεία, με κυριότερο το παλιό και παρωχημένο έργο της εκτροπής του Αχελώου.
    Απουσία λύσεων που βασίζονται στη φύση: Όπως ήδη αναφέρθηκε και στον πρώτο κύκλο σχολίων, μια σύγχρονη θεώρηση των πραγμάτων που να λαμβάνει υπόψη όλες τις ευρωπαϊκές πολιτικές και κατευθύνσεις, τις επιστημονικές απόψεις καθώς και τα σύγχρονα χρηματοδοτικά εργαλεία, θα έπρεπε να περιλαμβάνει την προώθηση λύσεων που βασίζονται στη φύση, κάτι που η συγκεκριμένη μελέτη δεν κάνει σε καμία περίπτωση. Στη Θεσσαλία θα αναμέναμε να προκρίνονταν άλλες πρακτικές. όπως η απομάκρυνση των αναχωμάτων σε μεγαλύτερη απόσταση από τα ποτάμια και η διάνοιξη της κοίτης, η δημιουργία μαιανδρισμών, η αποκατάσταση παρόχθιων δασών για την σταθεροποίηση των πρανών, κ.α. Οι παρεμβάσεις αυτές, εκτός του ότι θα αποφόρτιζαν τον πλημμυρικό κίνδυνο, θα ήταν και σε πλήρη ευθυγράμμιση με τις πολιτικές της Ε.Ε., όπως η πράσινη συμφωνία (Green Deal), η στρατηγική για τη βιοποικιλότητα (Biodiversity Strategy 2030), ο ευρωπαϊκός κλιματικός νόμος (European Climate Law), η ευρωπαϊκή στρατηγική για την προσαρμογή (EU Adaptation Strategy), κ.α. καθιστώντας έτσι την Ελλάδα πρωτοπόρο στην ανάδειξη βιώσιμων λύσεων. Δυστυχώς, αυτό το masterplan καταδεικνύει για ακόμα μια φορά την άγνοια για τις ευρωπαϊκες κατευθύνσεις και την εμμονή με τις γκρίζες λύσεις που μπορεί να έχουν τόσο η HVA όσο και πολλοί παράγοντες στην Ελλάδα.

    Γ. Προβλήματα στην αγροτική οικονομία της Θεσσαλίας

    Τα παρακάτω σχόλια αφορούν τον τόμο για τη γεωργία και κτηνοτροφία (Volume IV: Agriculture & Livestock).

    Εξαιρετικά προβληματικό στοιχείο είναι το ότι η έκθεση της HVA (όπως φανερώνει και ο τίτλος της) αφορά αποκλειστικά στη διαχείριση νερού στον αγροτικό τομέα χωρίς να εντάσσονται οι προτάσεις σε κάποιο πλαίσιο/σχέδιο/στρατηγική που να προτείνει/προβλέπει τη δραστική αναδιάρθρωση του αγροτικού μοντέλου στην περιοχή ώστε να ενισχυθεί η ανθεκτικότητα της γεωργικής παραγωγής με βάση τα νέα κλιματικά δεδομένα.

    Όλο αυτό γίνεται ακόμη πιο προβληματικό εάν αναλογιστεί κανείς ότι αυτό το σχέδιο αφορά τη Θεσσαλία όπου το μοντέλο εντατικής και βιομηχανικής γεωργίας που εφαρμοζόταν ως σήμερα στο μεγαλύτερο μέρος της αποδείχθηκε υψηλού ρίσκου και εντελώς ευάλωτο στα νέα κλιματικά δεδομένα. Τα εδάφη της περιοχής, έπειτα από δεκαετίες εντατικής καλλιέργειας χωρίς εναλλαγές και μαζικής και αλόγιστης χρήσης χημικών, παρουσίαζαν ήδη σημάδια εξάντλησης πριν τα ακραία καιρικά φαινόμενα του Σεπτεμβρίου. Ειρωνικά, ο υδροφόρος ορίζοντας, που μετά το πέρασμα των δύο διαδοχικών κακοκαιριών υπερκορέσθηκε, βρισκόταν πριν από αυτές στα όρια της εξάντλησης.
    Η λύση δεν είναι η διαχείριση του νερού στα πλαίσια επανάληψης και διαιώνισης εντατικών βιομηχανικών γεωργικών πρακτικών όπως εφαρμόζονταν ως σήμερα στο προβληματικό και ευάλωτο μοντέλο εντατικής και βιομηχανικής γεωργίας στη Θεσσαλία. Όλες οι προβλέψεις δείχνουν ότι εάν δεν αλλάξει το αγροτικό μοντέλο, σε 10-15 χρόνια ο θεσσαλικός κάμπος θα έχει ερημοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό.

    Η προτεινόμενη αλλαγή καλλιεργειών δεν καλύπτει την μεγάλη ανάγκη για ριζική αλλαγή στο είδος καλλιέργειας, τις μεθόδους που πρέπει εφεξής να εφαρμόζουν οι παραγωγοί και τους τρόπους συντήρησης της γης τους ώστε να είναι οικονομικά βιώσιμες για τους παραγωγούς και ταυτόχρονα περιβαλλοντικά βιώσιμες για την Θεσσαλία και ολόκληρη την χώρα.

    Γ. Άλλα προβληματικά σημεία της έκθεσης

    Στη συνέχεια, επισημαίνουμε τοποθετήσεις της εταιρείας που υποδηλώνουν αδικαιολόγητο ερασιτεχνισμό και προχειρότητα αναντίστοιχη της σοβαρότητας της κατάστασης που πραγματεύεται το υπό διαβούλευση σχέδιο.
    Σχέση με τα ΣΔΛΑΠ: Η αναφορά (σελ. 30 Volume Ι) ότι “Parallel to the necessary revisions in the Flood Management Plan, the Water Management Plans of both the Greek central and regional governments require substantial re-evaluation. Urgent and decisive political action is imperative to address the challenges posed by the agricultural focus in Thessaly and to ensure sustainable water resource management aligned with the region’s economic priorities.” είναι άνευ ουσίας, και εγείρει ανησυχίες. Η διαβούλευση για τη 2η αναθεώρηση των προσχεδίων και ΣΜΠΕ των ΣΔΛΑΠ τελείωσε μόλις το Δεκέμβριο 2023, και μέχρι σήμερα δεν έχουν δημοσιευτεί οι εγκριτικές πράξεις. Μόλις πριν μερικές εβδομάδες, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρέπεμψε τη χώρα μας στο Δικαστήριο της ΕΕ, λόγω καθυστέρησης ολοκλήρωσης των σχεδίων για τα ύδατα και για τις πλημμύρες. Αν με αυτή τη δήλωση η εταιρεία HVA υπονοεί ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να καθυστερήσει ακόμα περισσότερο αυτή την κομβικής σημασίας και θεσμικά υποχρεωτική διαδικασία, η οποία προσφέρει τα πλέον έγκυρα και έγκριτα εργαλεία για αποτελεσματική κλιματική θωράκιση και προστασία των υδάτινων πόρων, τότε πραγματικά πρόκειται για εθνικά επικίνδυνη επιχείρηση υποσκελισμού των υποχρεώσεων της χώρας για εφαρμογή των υποχρεώσεων που απορρέουν από το ενωσιακό δίκαιο.

    Γεωτρήσεις: Η έκθεση αναφέρει 33.000 γεωτρήσεις (σελ. 30, Volume IV). Η αναφορά αυτή όμως δεν περιέχεται στη 2η αναθεώρηση των σχεδίων διαχείρισης λεκανών απορροής (ΣΔΛΑΠ) για το ΥΔ Θεσσαλίας. Η διαφοροποίηση αυτή προφανώς εγείρει σοβαρότατες ανησυχίες για την ποιότητα των στοιχείων αλλά και αναδεικνύει για άλλη μία φορά το διαχρονικό έλλειμμα διαφάνειας για τη διαχείριση και παρακολόυθηση της ποιότητας των υδάτων στην αγροτική πρωτεύουσα της χώρας: τη Θεσσαλία και βεβαίως τα σοβαρά προβλήματα των ΣΔΛΑΠ που τέθηκαν σε διαβούλευση από το ΥΠΕΝ το 2023.

    Εμμονή με την εκτροπή του Αχελώου: Η δήλωση πως “μοναδική βιώσιμη, μακροπρόθεσμη λύση είναι η μεταφορά υδάτων από τον άνω ρου του ποταμού Αχελώου, προκειμένου να ενισχυθεί η προσφορά νερού κατά τουλάχιστον άλλα 300 εκατομμύρια m3 ετησίως” είναι καθαρά ιδεολογική και τελείως αντι-επιστημονική. Υπενθυμίζουμε, άλλωστε, πως κάθε ποσότητα εκτροπής μεγαλύτερη των 250 εκατομμύρια m3 ετησίως έχει ελεγχθεί από το Συμβούλιο της Επικρατείας και έχει καταπέσει δικαστικά.

    Ακόμα μια απαράδεκτη δήλωση είναι η εξής (σελ. 12, Volume IV): «Some elements of this system have been completed, including the dam and the Mesochora hydropower plant in the upper Achelous course, which have been operationally ready for years. However, the reservoir is currently kept empty, and the project is not operating due to opposition from ecologists and local communities.» Το γεγονός πως η εταιρεία που συνέταξε την έκθεση αποκρύπτει πως ο αντικειμενικός λόγος για τη μη ολοκλήρωση των έργων εκτροπής είναι οι επανειλημμένες αποφάσεις του ανώτατου ακυρωτικού δικαστηρίου, ενώ αναφέρεται σε “αντίθεση από οικολόγους και τοπικές κοινωνίες”, δείχνει εμπάθεια και περιφρόνηση της δικαιοσύνης και της νομιμότητας, και θα έπρεπε απερίφραστα να καταδικαστεί από τους υπουργούς στους οποίους θα παραδοθεί αυτή η έκθεση.

    Τρίτη απαράδεκτη δήλωση, η οποία δείχνει άγνοια της σημερινής κατάστασης, είναι η εξής:«The interbasin transfer tunnel is nearing completion, and the construction of the dam at Sykia, the starting point of the tunnel, is in progress with some preliminary works already completed. Environmental concerns revolve around uncertainties regarding the volume of water that can be diverted from Achelous to Thessaly to ensure the preservation of the delicate ecosystem of the Achelous estuary (Fourniotis, 2012).” (σελ. 12-13, Volume IV). Η HVA έχει προφανώς μια απαρχαιωμένη εικόνα για τα πράγματα, καθώς η πηγή της δήλωσης αυτής αναφέρεται στα φράγματα του Αχελώου που υπήρχαν δεκαετίες πριν και αγνοεί τα φράγματα (Δαφνοζωνάρα – Αυλάκι) που έχουν κατασκευαστεί ή είναι υπο κατασκευή, καθώς και το έργο της αντλησιοταμίευσης που εγκαινιάστηκε πρόσφατα. Συνολικότερα, η εταιρεία περιγράφει έναν Αχελώο που έχει αλλάξει δραματικά, σε σχέση με τις βιβλιογραφικές πηγές που επικαλείται.

    Αγνόηση ισχυόντων μέτρων της ΚΑΠ: Η δημιουργία ακαλλιέργητων ζωνών σε περιοχές με κλίση περιέχεται ως υποχρέωση της ενισχυμένης αιρεσιμότητας στο Στρατηγικό Σχέδιο της ΚΑΠ (ΣΣΚΑΠ) το οποίο εφαρμόζεται από 1/1/2023. Επίσης, στο ίδιο προβλέπεται ενίσχυση τόσο για την καλλιέργεια σε αναβαθμίδες όσο και για την κατασκευή αναβαθμίδων. Επίσης, στο ΣΣΚΑΠ, το οποίο εφαρμόζεται από 1/1/2023, ισχύει απαγόρευση χρήσης εισροών για 3 – 6 μέτρα από υδροφορείς, ανάλογα με την κλίση και ενισχύεται η σπορά των ζωνών αυτών. Τα στοιχεία αυτά αγνοούνται πλήρως από το σχέδιο.

    Ατεκμηρίωτα συμπεράσματα: Πολλά κρίσιμα συμπεράσματα είναι ατεκμηρίωτα. Ενδεικτικά:

    Στις σελ 2-3 του Volume IV και συγκεκριμένα για το «Table 1: Agricultural shares in Thessaly’s economy» υπάρχουν οι εξής παρατηρήσεις:

    α. Ο σκληρός σίτος είναι ξηρική καλλιέργεια συνεπώς δεν δικαιολογείται μερίδιο στο αρδευτικό νερό. Με δεδομένο μάλιστα ότι στην περιοχή εφαρμοζόταν και αγροπεριβαλλοντικό μέτρο που ενίσχυε την ξηρική καλλιέργεια αποζημιώνοντας τους παραγωγούς για την απώλεια εισοδήματος, είναι μάλλον παράδοξη η αναφορά. Συνεπώς, ο υπολογισμός της σχετικής αποδοτικότητας του αρδευτικού ύδατος δεν έχει νόημα.

    β. Απορία προκύπτει σχετικά με το πώς ακριβώς υπολογίστηκε η 4η στήλη «Relative productivity of land (relative EUR/Ha)», δηλαδή ποιες αποδόσεις χρησιμοποιήθηκαν, ποιες τιμές, εάν λήφθηκαν υπόψη οι ενισχύσεις κλπ. Λείπει οποιαδήποτε τεκμηρίωση, συνεπώς δεν έχει νόημα ο υπολογισμός.

    γ. Για τον ίδιο πίνακα τέλος η χρήση στοιχείων του 2020 από την ΕΛΣΤΑΤ δημιουργεί κάποια ερωτήματα και ίσως ζητήματα συγκρισιμότητας με τα στοιχεία από τον ΟΠΕΚΕΠΕ, καθώς στο παράρτημα τεύχος παραρτημάτων (Appendices, σελ 334) παρατίθενται ουσιωδώς διαφορετικά στοιχεία για το 2022 αλλά χωρίς πηγή. Ή σε μια διετία συνέβησαν δραματικές αλλαγές, οι οποίες δεν εξηγούνται, ή κάπου υπάρχει πρόβλημα. Οι υπολογισμοί για τις αρδευτικές ανάγκες δεν μπορούν να θεωρηθούν αξιόπιστοι.

    Είναι προφανές ότι δεν είναι δυνατόν τα 53.800 εκτάρια να αποτελούν μεγαλύτερο τμήμα της έκτασης με αροτραίες από τα 86.000 εκτάρια. Συνεπώς ή σε μια διετία συνέβησαν δραματικές αλλαγές, οι οποίες δεν εξηγούνται, ή κάπου υπάρχει πρόβλημα. Συνεπώς, οι υπολογισμοί για τις αρδευτικές ανάγκες δεν μπορούν να θεωρηθούν αξιόπιστοι.

    Άλλο συμπέρασμα που δεν τεκμηριώνεται εντοπίζεται στις σελίδες 4-7 του Volume IV, όπου υπάρχει παράθεση σειράς σεναρίων για το υδατικό έλλειμμα χωρίς να υπάρχει αναφορά στο πώς προέκυψαν. Συνεπώς διόλου δεν τεκμηριώνεται η ανάγκη για μεταφορά ύδατος και εκτροπής ποταμού.

    Επίσης, στη σελίδα 24 του Volume IV παρατίθεται διάγραμμα “Figure 6: Global irrigation water values for selected crops (D’ Odorico, 2020)”. Γίνεται χρήση ενός «παγκόσμιου» μέσου όρου για υπολογισμούς σε περιφερειακό επίπεδο. Πρόκειται για εξαιρετικά προβληματική προσέγγιση και σίγουρα με κανένα τρόπο δεν τεκμηριώνει οποιοδήποτε συμπέρασμα.

    Τέλος, υπάρχουν σημαντικά λάθη που υπονομεύουν περαιτέρω την αξιοπιστία του σχεδίου. Ενδεικτικά για τον VOLUME IV (AGRICULTURE & LIVESTOCK):

    ● Σελ 15: Προβληματισμός σε σχέση με την αναφορά “A consensus drawn up by the International Plant Protection Convention (IPPC) suggests that the escalation of global temperatures heightens the probability of extreme weather events, characterized by both intensified rainfall and prolonged drought periods.” Η αναφορά δεν συνδέεται με καμία παραπομπή βιβλιογραφική και μάλλον είναι λάθος (πιθανότατα αναφέρεται στην Intergovernmental Panel on Climate Change – IPCC, και όχι στην IPPC).

    ● Σελ 16: «Conservation agriculture promotes better soil compaction»: Ακριβώς το αντίθετο επιδιώκει η γεωργία διατήρησης.

    ● Στη σελίδα 120: «The national plan against desertification (EΘΙΑΓΕ, 2001)». Η αναφορά είναι πιθανότατα λάθος. Το Εθνικό Σχέδιο είναι Υπουργική απόφαση και υπεύθυνη για τη Σύνταξή της ήταν η Εθνική Επιτροπή για την Καταπολέμηση της ερημοποίησης σε συμφωνία άλλωστε με τη σχετική συνθήκη των Ηνωμένων Εθνών (United Nations’ Convention for Combating Desertification, https://www.unccd.int/sites/default/files/naps/greece-eng2001.pdf)

    ● Στη σελίδα 120: Αναφέρεται ότι ο ΟΟΣΑ αποτελεί μια από τις «main sources of state funding, in cases of major disasters». Από πού προκύπτει ότι ο ΟΟΣΑ παρέχει αποζημιώσεις;

    Εδώ παραθέτουμε για άλλη μια φορά, όπως και στην πρώτη δέσμη σχολίων μας, σημαντικό υλικό για φυσικές λύσεις (nature-based solutions) στη διαχείριση του κινδύνου πλημμυρών. Είναι εξαιρετικά απογοητευτικό το γεγονός ότι η έκθεση αγνοεί πλήρως τη διεθνή τάση αντιμετώπισης με φυσικές λύσεις των σοβαρών κινδύνων από την κλιματική κρίση.

    ● European Commission. (2023). Nature-based Solutions for flood mitigation and coastal resilience. Climate ADAPT. https://op.europa.eu/en/publication-detail/-/publication/d6e80dca-d530-11ea-adf7-01aa75ed71a1/language-en

    ● European Environment Agency. (2023). Nature-based solutions play crucial role in building Europe’s climate resilience. https://www.eea.europa.eu/en/newsroom/news/nature-based-solutions-play-crucial-role

    ● European Environment Agency. (2023). Nature-based solutions in Europe: Policy, knowledge and practice for climate-change adaptation and disaster risk reduction. https://www.eea.europa.eu/publications/nature-based-solutions-in-europe

    ● European Investment Bank. (2023). Nature-based solutions for flood mitigation in Greece. https://www.eib.org/en/stories/nature-based-solutions-flood-greece

    ● Nordic Council of Ministers for the Environment and Climate. (2022). Nordic Ministerial Declaration on nature-based solutions. https://www.norden.org/en/declaration/nordic-ministerial-declaration-nature-based-solutions

    ● Sustainable Asset Valuation (SAVi) of River Restoration in Greece https://www.iisd.org/publications/report/savi-river-restoration-in-greece

    4. Συστάσεις (μέτρα), χρονοδιαγράμματα, πηγές χρηματοδότησης και δυνητικοί κίνδυνοι

    Τα παρακάτω σχόλια αφορούν τον τόμο συστάσεων (μέτρων) και χρονοδιαγραμμάτων (Volume VI: Recommendations & Timelines).

    Το περιεχόμενο του τεύχους VI της έκθεσης συνοψίζει και εξειδικεύει τις προτάσεις που διατυπώθηκαν στα τεύχη I έως V και διατυπώνει προτάσεις μέτρων, τα οποία ομαδοποιούνται ανά θεματική παρέμβαση σε 5 κατηγορίες (κατ’ αντιστοιχία με τα προαναφερόμενα τεύχη).

    Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι τα σοβαρά προβλήματα που εντοπίζονται στα λοιπά τεύχη της έκθεσης -και σχολιάζονται παραπάνω- χαρακτηρίζουν και το συγκεκριμένο τεύχος των μέτρων, ενώ συγχρόνως δεν διαφαίνεται να ακολουθείται εδώ μια συνεκτική και συστηματική προσέγγιση, τέτοια που να προσδίδει την απαιτούμενη αποτελεσματικότητα σε ένα τόσο κρίσιμο πεδίο όπως είναι ο προσδιορισμός των μέτρων και η χρηματοδότησή τους.

    Συγκεκριμένα:

    ● Δεν παρατίθεται ή διαφαίνεται οποιαδήποτε αναγνωρισμένη μεθοδολογία ή τυπολογία ή έστω μια συνεκτική και αναλυτική λογική που να διέπουν τη σύνταξη των μέτρων αυτών. Θα μπορούσε, ενδεικτικά, να είχε ακολουθηθεί η κατηγοριοποίηση και τυπολογία μέτρων που προβλέπονται για τη σύνταξη του προγράμματος μέτρων κατ’ εφαρμογή της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, προκειμένου να υπάρξει όχι μόνο η αναγκαία συστηματικότητα στη διατύπωση των μέτρων, αλλά και επιπλέον για να εξασφαλιστεί τόσο ο ολοκληρωμένος -υποτίθεται- χαρακτήρας του masterplan όσο και η συνέργεια με τα θεσμικά εργαλεία. Ωστόσο, όπως σχολιάσαμε και παραπάνω, οι σκοποί αυτοί δεν φαίνεται να διέπουν τη σύνταξη του masterplan, γεγονός που αδυνατίζει σε σημαντικό βαθμό την αξία του ως κειμένου στρατηγικού χαρακτήρα.

    ● Το ίδιο το περιεχόμενο των μέτρων αντανακλά τις βασικές παραδοχές, τους άξονες παρέμβασης και εν γένει τις ειδικότερες προτάσεις ανά θεματική που σκιαγραφούνται στα τεύχη I έως V του masterplan. Από αυτήν την άποψη, τα ίδια τα μέτρα δεν χρήζουν ειδικότερου σχολιασμού εδώ: Είναι σαφές πώς η πλειοψηφία των μέτρων αφορά σε «γκρίζες» υποδομές και άρα αντανακλά τη συμβατική και διόλου αποτελεσματική γενικότερη προσέγγιση της έκθεσης.
    ● Ενδεικτικό της σοβαρής έλλειψης συστηματικότητας που διέπει τον προσδιορισμό των μέτρων είναι ότι, ουσιαστικά, πρόκειται για ένα συνονθύλευμα προτεινόμενων παρεμβάσεων, το οποίο είναι ιδιαίτερα ετερογενές και ανισοβαρές (π.χ. περιλαμβάνονται μέτρα με τη μορφή σύνθετων έργων όπως η υλοποίηση φραγμάτων ελέγχου ή η παροχή κινήτρων μετεγκατάστασης, αλλά και η προμήθεια λογισμικού ή οι συμβουλευτικές υπηρεσίες). Η συμπερίληψη προτάσεων παρεμβάσεων που έχουν τόσο διαφορετικό χαρακτήρα, συνθετότητα, προϋπολογισμό και αρμόδιους φορείς σχεδιασμού και υλοποίησης σε έναν ενιαίο πίνακα μέτρων, και γενικότερα η έλλειψη συστηματικότητας στην τεκμηρίωση, τυπολόγηση, κατηγοριοποίηση και προτεραιοποίηση των μέτρων, αποτελεί μείζονα αδυναμία της έκθεσης αυτής.

    ● Η εκτίμηση κόστους που γίνεται, παρότι συγκεκριμένη για κάθε μέτρο, είναι γενική και ενδεικτική, καθώς βασίζεται σε ορισμένες αδρομερείς και συνοπτικά αναφερόμενες παραδοχές μοναδιαίου κόστους (π.χ. αξία αποκατάστασης κατεστραμμένων αναχωμάτων ανά χλμ), οι οποίες επιπλέον δεν τεκμηριώνονται. Η σύνταξη ενός τέτοιου είδους προϋπολογισμού είναι σαφώς εμπειρικού χαρακτήρα και έτσι προσιδιάζει περισσότερο σε μια προμελέτη παρά σε μια αναλυτική και ολοκληρωμένη μελέτη, οι προτάσεις της οποίας δηλώνεται ότι θα τροφοδοτήσουν θεσμικά εργαλεία (π.χ. ΣΔΛΑΠ και ΣΔΚΠ) αλλά και θα αξιοποιήσουν δημόσιους πόρους.

    ● Αυτή η γενικού χαρακτήρα προσέγγιση στην κοστολόγηση των παρεμβάσεων δεν είναι απλά αναποτελεσματική σε ό,τι αφορά τη διατύπωση κάθε συγκεκριμένου μέτρου, αλλά είναι ασαφής και, τελικά, ελάχιστα δόκιμη για το σύνολο του masterplan, αφού δεν δίνει ακόμα και αυτήν τη γενική εκτίμηση κόστους για το σύνολο των προτεινόμενων παρεμβάσεων: Για παράδειγμα, στο τεύχος αναφέρεται (σελ. 248) ότι ορισμένα μέτρα αφορούν σε διαφορετικά σενάρια (όπως στην περίπτωση της επέκτασης της Λίμνης Κάρλας), και άρα η επιλογή τους προϋποθέτει την λήψη ορισμένων στρατηγικών αποφάσεων σε επίπεδο σχεδιασμού. Με αυτόν τον τρόπο επιβεβαιώνεται στο επίπεδο του συνόλου της έκθεσης ότι η όλη προσέγγιση είναι γενική, ενώ το δέον θα ήταν να είχαν εξετασθεί εκ των προτέρων και με συστηματικότητα διαφορετικά σενάρια (όπως άλλωστε είναι υποχρεωτικό να γίνει στη διαδικασία της στρατηγικής εκτίμησης επιπτώσεων – βλ. προηγούμενα σχόλιά μας), τα οποία θα έπρεπε να κοστολογηθούν διακριτά και με μεγαλύτερη ακρίβεια.

    ● Σε ό,τι αφορά τη διατύπωση χρονοδιαγραμμάτων, δεν προκαλεί έκπληξη ότι και εδώ η προσέγγιση που ακολουθείται είναι γενική, μη συστηματική και ασαφής, γεγονός που στερεί από μια έκθεση αυτού του είδους τον στρατηγικό και ολοκληρωμένο χαρακτήρα της. Οι προτεινόμενες παρεμβάσεις ομαδοποιούνται σε 3 κατηγορίες (βραχυπρόθεσμες, μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες), χωρίς να είναι εμφανής μια μέθοδος -ή κατ’ ελάχιστον να διατυπώνονται κάποια κριτήρια- για τον διαχωρισμό τους. Ακόμα πιο σημαντικό, δεν φαίνεται να γίνεται κάποια διάκριση των μέτρων με βάση τη σημαντικότητά τους για την επίτευξη συγκεκριμένων στόχων (γενικά και κατά άξονα ή περιοχή παρέμβασης). Έτσι, αυτή η έλλειψη προτεραιοποίησης, τόσο χρονικά όσο και γενικότερα, των μέτρων απομειώνει σε σημαντικό βαθμό τον επιδιωκόμενο χαρακτήρα της έκθεσης ως ουσιαστικό masterplan και αποτυγχάνει να δώσει στους αρμόδιους φορείς τα απαραίτητα στοιχεία με τρόπο που να υποστηρίζει ουσιαστικά τη λήψη αποφάσεων.

    ● Η ίδια ασάφεια και αναποτελεσματικότητα χαρακτηρίζει και την ενότητα διερεύνησης των χρηματοδοτήσεων (σελ. 265 επ.). Κατ’ αρχήν, η ίδια η έκθεση αποφαίνεται εισαγωγικά ότι ο συνολικός εκτιμώμενος προϋπολογισμός των 4,5 δισεκ. ευρώ δεν αντικατοπτρίζει ισότιμα ή πλήρως το σύνολο των προτεινόμενων μέτρων, ενώ συνεχίζει με ορισμένες γενικές και ίσως αδόκιμες επισημάνσεις, όπως ότι τη χρηματοδοτική ευθύνη φέρουν διάφοροι εμπλεκόμενοι φορείς, ή ότι το πρόσθετο εισόδημα που θα προκύψει από τις προτεινόμενες αλλαγές στη γεωργία θα ενισχύσει τις χρηματοδοτικές, εισροές μέσω της αύξησης των φορολογικών εσόδων και θα εξασφαλίσει χρηματοοικονομική βιωσιμότητα (!). Αυτό πού θα περίμενε κανείς από μία -έστω αδρομερή- προσέγγιση στη χαρτογράφηση των χρηματοδοτήσεων θα ήταν η διασύνδεση επιμέρους κατηγοριών και τύπων μέτρων με συγκεκριμένες θεσμικές πηγές χρηματοδότησης (ιδιαίτερα εκείνες που αφορούν τα χρηματοδοτικά μέσα της ΕΕ με έμφαση στα μέσα της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής), αλλά και ενδεχομένως μια ειδικότερη χαρτογράφηση των κύριων χρηματοδοτικών πολιτικών -και άρα των διαθέσιμων πόρων- σε ενωσιακό και εθνικό επίπεδο, προκειμένου να καταστεί εμφανές ποια μέτρα εντάσσονται σε ήδη προδιαγεγραμμένες χρηματοδοτικά προγράμματα (και αν τα τελευταία επαρκούν να καλύψουν τα προβλεπόμενα κόστη) και, αντίστοιχα, ποια μέτρα θα απαιτούσαν περαιτέρω διερεύνηση και ενδεχομένως αναδιάρθρωση υφιστάμενων χρηματοδοτικών προγραμμάτων. Η παντελής απουσία μια τέτοιας πρακτικής προσέγγισης φανερώνει ότι οι συντάκτες της έκθεσης αγνοούν το ευρύτερο θεσμικό οικονομικό περιβάλλον και αρκούνται σε γενικές επισημάνσεις, κάτι που όμως μειώνει σημαντικά τόσο τη σκοπιμότητα όσο και την αποτελεσματικότητα του masterplan.

    Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις:

    1. Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού

    2. Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης

    3. Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία

    4. Greenpeace

    5. WWF Ελλάς

  • 28 Μαρτίου 2024, 12:06 | καθ. Νικόλαος Ηλιού
    Το βλέπω Θετικά/Αρνητικά:  

    Ηλιού Νικόλαος, Καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών
    Μετά από μελέτη του Γενικού Σχέδιου Διάταξης (Master Plan) Διαχείρισης Υδάτων για το Υδατικό Διαμέρισμα Θεσσαλίας, αλλά και μετά από επιμέρους διαβουλεύσεις με τους συντάκτες αλλά και τους φορείς της Περιφέρειας Θεσσαλίας, κατέληξα στις ακόλουθες επισημάνσεις:
    1. Στη σελίδα 41 του πορίσματος αναφέρει:
    «Δώστε χώρο στους ποταμούς»
    Στα ορεινά πολλών περιοχών της Θεσσαλίας, το επαρχιακό οδικό δίκτυο έχει αναπτυχθεί δίπλα στις όχθες των ποταμών και συνήθως στους πόδες πρανών τα οποία συνήθως είναι ασταθή (λόγω γεωλογικής σύνθεσης και διαστρωμάτωσης). Η συνήθης τακτική ανακατασκευής οδικών αξόνων προέβλεπε την στοιχειώδη απομάκρυνσή τους από τις πλημμυρικές κοίτες. Αυτό δεν μπορεί να γίνεται πλέον λόγω υπέρμετρης μεγέθυνσης των πλημμυρικών κοιτών εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής. Η διατύπωση «δώστε χώρο στους ποταμούς και τα ρέματα», περιέχει εκτεταμένα γεωτεχνικά έργα (αντιστηρίξεις, αγκυρώσεις, σταθεροποιήσεις εδαφών κλπ) αλλά και ανασχεδιασμό και κατασκευή διαφοροποιημένων οδικών αξόνων. Συνεπώς, το κόστος θα είναι ιδιαίτερα υψηλό και δεν γνωρίζω αν έχει εκτιμηθεί σωστά.
    Όσον αφορά στη διαχείριση των υδρολογικών υποδομών των αυτοκινητοδρόμων (γέφυρες, Οχετοί και αποστραγγιστικές υποδομές), η αντικατάσταση όλων των τεχνικών υποδομών (γεφυρών & οχετών) με νέες διευρυμένες και ενδεχομένως σε μεγαλύτερο ύψος, ώστε να επιτευχθεί σαφώς μεγαλύτερη υδραυλική διατομή, σημαίνει ανακατασκευή σημαντικού μήκους των αυτοκινητοδρόμων, λόγω περιορισμών στην χάραξή τους, κυρίως στην αποδεκτή κατά μήκος κλίση. Τα έργα των απαιτούμενων παρεμβάσεων έχουν εκτιμηθεί σωστά ? Δεν είναι εμφανές στο κείμενο & τα παραρτήματα του masterplan.
    Ακόμη δυσμενέστερη είναι η διαχείριση του Σιδηροδρομικού δικτύου (κύρια γραμμή Αθήνα – Θεσσαλονίκη και δευτερεύουσες από Παλαιοφάρσαλο προς Καλαμπάκα και Βόλο, όπως και Βόλος-Λάρισα) , δεδομένου ότι η μέγιστη κατά μήκος κλίση δεν είναι δυνατόν να υπερβαίνει το1,5%. Η ανάγκη αναβάθμισης των υδρολογικών υποδομών (γεφυρών και οχετών), αλλά και της προστασίας της υποδομής των σιδηροδρομικών γραμμών, σημαίνει εκτεταμένες παρεμβάσεις ιδιαίτερα υψηλού κόστους και δεν γνωρίζω αν έχουν εκτιμηθεί σωστά. Ενδεικτικό της δυσκολίας διαχείρισης της σιδηροδρομικής υποδομής είναι η εξαιρετικά μεγάλη καθυστέρηση αποκατάστασής της μετά τις πλημμύρες.
    2. Στην σελίδα 49, αναφέρονται τα άμεσα ειδικά και γενικά μέτρα που αφορούν στη διαχείριση πλημμυρών στις Ορεινές Περιοχές (Flood management in mountainous areas)
    Στο κεφάλαιο αυτό αναφέρεται πλήθος 100-250 περιοχών (λεκανών) προσωρινής εκτόνωσης των πλημμυρικών παροχών με αποθήκευση σε επίπεδες ενότητες του ορεινού αναγλύφου και όπου είναι δυνατό, να προβλέπονται πολλαπλές φυτεύσεις και αναδασώσεις.
    Δεν έχει αναλυθεί επαρκώς πώς έχουν προκύψει υδρολογικά, και που είναι χωροθετημένες αυτές οι θέσεις. Μάλλον έχουν εκτιμηθεί ως ποσότητα με κάποια παραδοχή πλήθους ανά km2.

    3. Στην σελίδα 54, αναφέρονται οι βραχυπρόθεσμες δράσεις και τα προτεινόμενα χρονοδιαγράμματα στη διαχείριση πλημμυρών.
    Στις άμεσες δράσεις αναφέρεται ότι στην χωροθέτηση των μικρών φραγμάτων δεν απαιτείται η λεπτομερής αποτύπωση με lidar αλλά αρκούν τα τοπογραφικά δεδομένα που δίνει η «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΕ» καθώς και ορθοφωτοχάρτες LSO 25.
    Αυτό δεν είναι σωστό δεδομένου ότι τα υψομετρικά δεδομένα που λαμβάνονται από το Κτηματολόγιο δεν είναι ακριβή σε περιοχές με φυτοκάλυψη, δεδομένου ότι λαμβάνονται ως υψόμετρα οι κορυφές των δένδρων κλπ. Απαιτείται, λοιπόν, ασφαλέστερη αποτύπωση, ώστε να καθοριστούν οι πιθανές θέσεις φραγμάτων και να είναι δυνατή η σύνταξη των απαραίτητων τευχών δημοπράτησης και η κατασκευή τους, όπως αναφέρονται στο “Follow-up actions (6 – 36 months)”.
    Όπως αναφέρεται και στην έκθεση, η αποτύπωση όλων των υδρολογικών υποδομών (ποτάμια, χείμαρροι, ρέματα κλπ) με σύγχρονη τεχνολογία (lidar) θα βοηθήσει όχι μόνο στην ανάπτυξη ενός αξιόπιστου υδρολογικού μοντέλου αλλά και με χρήση εξειδικευμένων αισθητήρων θα συμβάλει στη διαμόρφωση πλαισίου έγκαιρης προειδοποίησης τόσο των κατοίκων όσο και του συνόλου των επαγγελματικών δραστηριοτήτων.
    Δεν γίνεται καμία αναφορά στην Γεωλογική διερεύνηση καταλληλότητας των θέσεων διαμόρφωσης των μικρών φραγμάτων (περιπτώσεις διαπερατών εδαφικών σχηματισμών στις κοίτες και τα πρανή).
    Όσον αφορά στα επείγοντα μέτρα θα έπρεπε να προταχθούν “σωστικές” παρεμβάσεις, δηλαδή αυτές που μπορούν να προσφέρουν ικανοποιητική προστασία έναντι συνήθων πλημμυρικών φαινομένων (όχι εκτάκτων ή ιδιαιτέρως καταστροφικών) και να αποσκοπούν στην επαναφορά των υδατορεμάτων στην πρότερη (προ πλημμύρας) κατάσταση, τη σταθεροποίηση των κοιτών μέσω φυσικών διεργασιών και την προστασία στοχευμένων περιοχών-σημείων τα οποία εμφανίζουν ιδιαίτερη ευπάθεια ή αποτελούν κρίσιμες υποδομές για τις ανθρωπογενείς δραστηριότητες (π.χ. γέφυρες, οδικοί κόμβοι και άξονες, κτιριακές εγκαταστάσεις κοινής ωφέλειας κλπ).
    Προφανώς τα προτεινόμενα έργα προτεραιότητας (σελ. 54 Immediate actions (3 – 12months)) θα πρέπει να υλοποιηθούν, αφού παρέλθει ο απαιτούμενος χρόνος (2 έτη περίπου), για την ωρίμανση των οριστικών υδραυλικών μελετών. Τα έργα αυτά θα είναι τα τελικά έργα, τα οποία πρέπει να λειτουργούν συμπληρωματικά και επικουρικά στα σωστικά (δηλαδή δεν τα ακυρώνουν, αλλά τα βελτιώνουν), προσφέροντας των απαιτούμενο βαθμό προστασίας.
    Ενδεικτικές σωστικές παρεμβάσεις άμεσης υλοποίησης είναι:
    Περιοχές γεφυρών – τεχνικών και αστικών ορεινών περιοχών:
    • Καθαρισμός της κοίτης και των πρανών ορεινών χειμάρρων και ρεμάτων.
    • Κατασκευή ουδών σταθεροποίησης κοίτης ανάντη των γεφυρών και αναβαθμών μικρού ύψους (0,50-1,00μ) κατάντη των γεφυρών (κατασκευές από σαρζανέτ)
    • Επένδυση πρανών με συρματοκιβώτια (σαρζανέτ) σε μικρό ύψος (1,00-2,00μ) με σκοπό την σταθεροποίηση των πρανών, την παρεμπόδιση άμεσης βλάστησης και τη διευκόλυνση απόθεσης και σταθεροποίησης φερτών υλικών στον χώρο επέμβασης.
    • Κατασκευή ουδών και αναβαθμών σε τακτά διαστήματα των ρεμάτων (150-300μ) με σκοπό την επίτευξη σταθερής κλίσης της κοίτης τους.
    Περιοχές κοιτών που διαπλατύνθηκαν λόγω διάβρωσης:
    • Καθαρισμός της κοίτης και των πρανών.
    • Κατασκευή εγκαρσίων προβόλων στην κοίτη για την επαναφορά της στην αρχική θέση με φυσικές διεργασίες.
    • Επένδυση των πρανών μεταξύ των προβόλων με λιθορριπές.
    Οι παραπάνω τεχνικές αποκατάστασης περιορίζουν σημαντικά τον όγκο των υλικών που θα χρησιμοποιηθούν, γιατί δεν προβλέπουν την άμεση αποκατάσταση των αποσαθρώσεων με υλικά που πρέπει να μεταφερθούν επιτόπου, αλλά την αποκατάσταση μέσω της φυσικής απόθεσης φερτών υλικών που παρασύρονται από το υδατόρεμα και την σταθεροποίηση αυτών.
    Προφανώς, η παγίδευση των φερτών υλών στις προτεινόμενες διατάξεις απαιτεί περιοδική απομάκρυνση των πάσης φύσεως φερτών υλών, ώστε να διασφαλίζεται η λειτουργικότητά τους.

    4. Απαιτούμενα Τεχνικά Έργα αποκατάστασης και βιωσιμότητας της λίμνης Κάρλας.
    Στις σελ. 95-97 αναφέρονται προβληματισμοί και ποιοτική αξιολόγηση των μέτρων για την άμεση αποστράγγιση αλλά και την βιώσιμη λειτουργία της λίμνης υπο κανονικές συνθήκες αλλά και σε έκτακτες περιπτώσεις (πχ. Daniel κλπ).
    Οι διάφορες προσεγγίσεις, όπως σήραγγα προς Παγασητικό, Εντατική Άντληση και παροχέτευση πλεοναζόντων υδάτων προς Πηνειό, σήραγγα προς Πηνειό – Αιγαίο, δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές βάσει θεωρητικής – ποιοτικής προσέγγισης.
    Για να είναι αποδεκτή μια τεχνικοοικονομική αξιολόγηση των προτεινόμενων μέτρων θα πρέπει να εκπονηθούν επειγόντως στοχευμένες μελέτες σκοπιμότητας όπου θα συνδυάζεται η τεχνική εφικτότητα με την ενδελεχή ανάλυση κόστους οφέλους, ώστε να προκύψει η καταλληλότερη λύση ή ακόμη και συνδυασμός λύσεων.
    5. Αποκατάσταση πληγεισών περιοχών και ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής.
    Μολονότι δεν είναι αντικείμενο ενός Στρατηγικού Σχεδίου διαχείρισης υδάτων σε μια περιφέρεια, είναι επιβεβλημένη η αναφορά στις παρεμβάσεις αποκατάστασης των αστικών και περιαστικών υποδομών σε όλο το δίκτυο των ορεινών κοινοτήτων, καθώς και των δικτύων πρόσβασης σ’ αυτές και στις χρήσεις γης πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα, που τις αφορούν.
    Η αδυναμία άμεσης αποκατάστασης διαταράσσει την κοινωνική συνοχή και οδηγεί σε εσωτερική και εξωτερική μετανάστευση αλλά και σε αστυφιλία, με συνέπεια την ερήμωση του τόπου.

  • 27 Μαρτίου 2024, 23:34 | Γιωργος
    Το βλέπω Θετικά/Αρνητικά:  

    Μόνο θεωρία…50 χρόνια θεωρία. Ελπίζω αυτή τη φορά να εφαρμόσετε κάτι απο το σχέδιο των Ολλανδών. Αναφέρει ξεκαθαρα τις παρανομίες που έγιναν στο πλυμμηρικό χώρο το πηνειού της Λάρισας. Ποίος έδωσε άδεια να χτιστούν εκεί σπίτια, εταιρείες; Να τιμωρηθεί. Ποιοι ΔΥ άφησαν να μπαζωθούν τα ρέματα και να γίνουν χωράφια; Αυτοί που αντιδορύν στο να γίνει ο Οργανισμός Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας;

    Επιτέλους εκεί στη κυβέρνηση σπάστε αυγά και εφαρμόστε ριζοσπαστικές ιδέες. Κάντε τα φράγματα, μεγαλώστε τις κοίτες, γκρεμίστε τα παράνομα, κυνηγήστε τους υπαλλήλους που δεν κάνουν καλά τη δουλειά τους, εφαρμόστε τις προτάσεις των Ολλανδών που είναι πρώτοι στη διαχείριση των υδάτων.
    Αλλά εφαρμόστε και αφήστε τα κομματικά!

  • 27 Μαρτίου 2024, 19:06 | Dr.Αριστείδης -Χρήστος Σφέικος
    Το βλέπω Θετικά/Αρνητικά:  

    Αρχίζω με τη γενική διαπίστωση ότι διαβάζοντας την πλήρη πρόταση, αντιλαμβάνεται ο αναγνώστης ότι πρόκειται για σοβαρό επιστημονικά καταρτισμένο συνολικό και ολιστικό σχέδιο αντιμετώπισης του προβλήματος των πλημμυρών και του υδατικού ελλείμματος στη λεκάνη της Θεσσαλίας. Επιμένω στην πλήρη πρόταση (δηλ αγγλικό κείμενο) μιας και θεωρώ ότι το ελληνικό κείμενο είναι κάτι λιγότερο από μια προσεγγιστική απόδοση. Μάλιστα ορισμένα σημεία (επάνδρωση, μέτρα και στόχοι) έχουν ερμηνευθεί κατά το δοκούν των συντακτών.

    Άλλωστε από ένα οργανισμό με τις δυνατότητες, την πολυσχιδή εμπειρία και πολυκλαδική τεχνογνωσία της ΗΒΑ δεν θα περίμενε κανείς κάτι λιγότερο.

    Εντοπίζω και επισημαίνω τα παρακάτω χαρακτηριστικά που απουσίαζαν μέχρι σήμερα και ορθά επισημαίνονται στο σχέδιο.
    Απουσία συνολικής διοίκησης και κερματισμός αρμοδιοτήτων χωρίς δυνατότητα διοικητικής εφαρμογής των οδηγιών και αποφάσεων . Έλλειψη συντονισμού και προγραμματισμού στην κατασκευή έργων (αντιπλημμυρικών ή εξοικονόμησης νερού μέχρι και συγκοινωνιακά) ενώ μερικές φορές τα έργα που κατασκευάσθηκαν, μεγάλωσαν το πρόβλημα επικινδυνότητας σε φαινόμενα πλημμυρών παρά το μείωσαν.

    Η δημιουργία ενιαίου φορέα –οργανισμού με την συνολική ευθύνη όπως περιγράφεται και προτείνεται είναι προς τη σωστή κατεύθυνση. Αρκεί να εμπλουτισθεί η στελέχωση με κατάλληλες επιστημονικές και τεχνικές ειδικότητες που θα αντιλαμβάνονται το συνολικό έργο και τις αλληλεπιδράσεις των επιμέρους δραστηριοτήτων. Οιανδήποτε έκπτωση σε αρμοδιότητες, ικανότητες ανθρώπινου δυναμικού και ποιότητα κατασκευής, θα επιφέρει δυσλειτουργία και αποτυχία.
    Προσεκτική και επιλεκτική επιλογή του ανθρώπινου δυναμικού που θα υλοποιήσει το σχέδιο. Ίσως η συμβολή της εταιρίας σε αυτό το τομέα να είναι ιδιαίτερη. Το προσωπικό κάθε επιστημονικού κλάδου, βαθμίδας καθηκόντων και θέσης πρέπει να αξιολογηθεί και να κριθεί η κατάρτιση του και η ικανότητα του στην εφαρμογή του σχεδίου πριν την ένταξη στο οργανόγραμμα του φορέα υλοποίησης.
    Αν το προσωπικό δεν ενστερνισθεί το τελικό σχέδιο αντιμετώπισης και αδυνατεί να το υποστηρίξει επιστημονικά αυτό δεν μπορεί να πετύχει. Το σχέδιο το υιοθετούν και το εφαρμόζουν απαρέγκλιτα τα στελέχη της διοίκησης.
    Τα παραπάνω μέχρι σήμερα απουσιάζουν. Το πολιτικό κόστος αναφέρεται σαν ένας ανασχετικός παράγοντας .
    Η απαρέγκλιτη εφαρμογή του σχεδίου με επείγουσα και αποφασιστική πολιτική δράση και εφαρμογή είναι καθοριστική όπως σωστά επισημαίνεται .

    Η αναγκαιότητα καθορισμού υδρολογικού μοντέλου για την λεκάνη απορροής είναι απαραίτητη. Έπρεπε να υπάρχει, να εμπλουτίζεται και διαφοροποιείται συνεχώς με βάση στοιχεία υπαίθρου και τηλεπισκόπισης. Πρωταρχικά γεωλόγοι , γεωγράφοι και ύστερα άλλες περιβαλλοντικές ειδικότητες έχουν την απαιτούμενη κατάρτιση για την υποστήριξη αντίστοιχου σχεδίου. Οι παραπάνω ειδικότητες μπορούν να υποστηρίξουν και την ενόργανη παρακολούθηση όλων των παραμέτρων στη φάση λειτουργίας, με ταυτόχρονη υποστήριξη πεδίου α! βαθμού των σταθμών λήψης δεδομένων.

    Προτείνω σαν εξαιρετικά χρήσιμη την εκπαίδευση του επιστημονικού προσωπικού από Ολλανδούς επιστήμονες (ή άλλης προηγμένης σχετικής αρχής). Έτσι θα γνωρίζουμε ότι όντως κατέχουν την τέχνη και είναι σε θέση να εφαρμόζουν και εκτελούν διαδικασίες παρακολούθησης επίβλεψης κ.λ.π. .

    Η ορθότερη πρόταση για έλεγχο και πιθανόν περιορισμό μελλοντικών ζημιών περιλαμβάνεται στη πρόταση «άμεση απαγόρευση επέμβασης σε κατασκευές εντός την πλημμυρισμένης περιοχής» .

    Θεωρώ πως το σκεπτικό αντιμετώπισης των επιπτώσεων από τις πλημμύρες είναι προς τη σωστή κατεύθυνση και τα έργα θα έπρεπε να είναι ήδη δρομολογημένα. Προσθήκες και διαφοροποιήσεις μπορούν πάντα να ενσωματωθούν και να εφαρμοσθούν βελτιώσεις. Προέχει όμως η έναρξη.

    Η εγκατάσταση και δημιουργία συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης θα μπορούσε να παρέχει στοιχεία χρήσιμα για τη διαχείριση του φαινομένου και τον περιορισμό των απωλειών. Η ικανότητα του επιστημονικού δυναμικού που θα το παρακολουθεί, είναι αυτή που θα προσδώσει προστιθέμενη αξία στο σύστημα και θα το διατηρεί λειτουργικό.

    Σαφώς και πρέπει οι κάτοικοι των πλέον επιρρεπών περιοχών σε πλημμύρες να πεισθούν για μετεγκατάσταση σε γειτονικές λιγότερο επικίνδυνες περιοχές με την αντίστοιχη υποστήριξη του κράτους.

    Κλείνω με την αναγκαιότητα διεύρυνσης και αύξησης της παροχετευτικότητας των περιοχών που δημιουργούν συνθήκες «λαιμού μπουκαλιών» στην απορροή υδάτων της θεσσαλικής λεκάνης. Η πρόταση είναι προς τη σωστή κατεύθυνση και απαιτεί σκέψη και σχεδιασμό για την υλοποίηση της, ώστε να λειτουργήσει υποστηρικτικά στην αρχή «δίνω χώρο στα ποτάμια».

    Και ναι πρέπει να σταματήσουμε να ψεκάζουμε με νερό τις καλλιέργειες και το περιβάλλον κατά τους θερμούς καλοκαιρινούς μήνες που εξατμίζεται πριν ακουμπήσει το έδαφος. Η σπατάλη και αναποτελεσματικότητα δεν συμβάλλει στην αέναη χρήση.

    Περισσότερη διαβούλευση όταν το σχέδιο γίνει – γίνεται συγκεκριμένο.

  • 26 Μαρτίου 2024, 16:33 | Καθ. Νικ. Δαναλάτος
    Το βλέπω Θετικά/Αρνητικά:  

    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΟΥ ΚΕΦ. 4 ΤΟΥ MASTER PLAN (Καθ. Ν. Δαναλάτος)
    Το κεφάλαιο 4 αναφέρεται στην αναδιάρθρωση των καλλιεργειών που πρέπει να λάβει χώρα με γνώμονα την αύξηση του γεωργικού εισοδήματος με παράλληλη μείωση του αρδευτικού νερού υπό το πρίσμα του μεγάλου ελλείμματος αρδευτικού νερού στη Θεσσαλία.
    Σύμφωνα με διεθνή πρότυπα (FAO-UNESCO) o σχεδιασμός χρήσεων γης (Land Use Planning) στηρίζεται στην αξιολόγηση γαιών (Land Evaluation), δηλαδή την εκτίμηση καταλληλότητας συγκεκριμένων μονάδων γης (Land Units) για συγκεκριμένες χρήσεις (Land Utilization Types). Η καταλληλότητα εκφράζεται σε φυσικούς και οικονομικούς όρους και προκύπτει μετά από λεπτομερή περιγραφή όλων των χαρακτηριστικών των υπό εξέταση μονάδων γης (κλίμα, εδαφικοί τύποι, γεωλογία, γεωμορφολογία, υδρολογία, κλπ) ως προς τα βασικά τους μετρήσιμα χαρακτηριστικά (Land Qualities) π.χ. διαθεσιμότητα υγρασίας, διαθεσιμότητα θρεπτικών συστατικών, κίνδυνος διάβρωσης, κίνδυνος πλημμύρας, κλπ, και κατά πόσο αυτά ανταποκρίνονται-εκπληρούν τις αντίστοιχες απαιτήσεις των υπό μελέτη χρήσεων γης (Land Use Requirements) π.χ. απαιτήσεις εξατμισοδιαπνοής, απαιτήσεις σε θρεπτικά συστατικά, ευαισθησία στη διάβρωση, ευαισθησία στην πλημμύρα κλπ.), ώστε τελικά να προκύπτει βαθμονόμηση των οικονομικών και περιβαλλοντικών εκροών των επί μέρους συστημάτων χρήσης γης (Land Use Systems). Σύμφωνα με τα ανωτέρω, μια εκτίμηση του τύπου η καλλιέργεια x είναι κατάλληλη για τη Θεσσαλία δεν είναι επιστημονικά αποδεκτή. Θα πρέπει να προκύπτει ότι η καλλιέργεια x είναι καταλληλότερη από την καλλιέργεια y στην μονάδα γης s1 σε σχέση με τη μονάδα γης s2 και η έκφραση αυτή να στηρίζεται στην λεπτομερειακή μελέτη των απαιτήσεων των καλλιεργειών x1, x2,…, xn και των χαρακτηριστικών (key attributes) των μονάδων γης s1, s2,…,sn, στην υπό μελέτη περιοχή.
    Μια τέτοια εμπεριστατωμένη τεχνικο-οικονομική μελέτη δεν προκύπτει ότι έχει λάβει χώρα στο Κεφ. 4 του Σχεδίου, αλλά μάλλον πρόκειται για μια γενικευμένη παράθεση υποκειμενικών ποιοτικών αξιολογήσεων ενός αριθμού γενικών χρήσεων γης χωρίς τα επιμέρους χαρακτηριστικά (ποικιλίες, διαθεσιμότητα και κόστος εργατικών, διαθεσιμότητα και κόστος εξοπλισμού -υφιστάμενου και αναγκαίου για την αλλαγή χρήσης-, ένταση κεφαλαίου, κλπ.) καθώς και τους τύπους γης πέρα, από πολύ γενικές ομαδοποιήσεις τύπων γης όπως «Δυτική Θεσσαλία», «Λεκάνη Αλμυρού», κλπ. Δεν γίνεται προς τούτο ουδεμία αναφορά στα εδάφη και τους αντίστοιχους λεπτομερείς χάρτες που είναι διαθέσιμοι για τη Θεσσαλία. Αντίθετα το Σχέδιο χρησιμοποιεί γενικευμένους και εν πολλοίς υποκειμενικούς χαρακτηρισμούς παραδείγματος χάρη «υδροβόρο βαμβάκι» με ελάχιστη μνεία στους τρόπους διαχείρισης νερού. Για παράδειγμα στο Σχέδιο δεν λαμβάνονται υπόψη τα ποσοστά των εδαφών/καλλιεργειών που αρδεύονται με κατάκλιση με απώλειες 70-80%, με τεχνητή βροχή (καρούλια, ράμπες) με απώλειες 40-60% και με στάγδην άρδευση με λίγες απώλειες της τάξης του 10-20%. Η μη διαφοροποίηση υποσυνόλων γης σε εδάφη της Καρδίτσας και των Τρικάλων που χαρακτηρίζονται από μεγάλη διαθεσιμότητα νερού συγκριτικά με τις πεδιάδες της Λάρισας και του Αλμυρού που χαρακτηρίζονται όντως από υδατικό πρόβλημα, αφήνουν να εννοηθεί ότι όλη η περιφέρεια μαστίζεται από ακραία λειψυδρία που χωρίς την πλήρη εγκατάλειψη της βαμβακο-καλλιέργειας η Θεσσαλία θα ερημοποιηθεί τα επόμενα λίγα χρόνια! Βέβαια, αρκετές προτάσεις του Σχεδίου είναι κατά γενική ομολογία ορθές και δεν επιδέχονται αντίρρηση. Όμως παρατίθενται με γενικευμένο, χωρίς πλήρη τεκμηρίωση επιστημονικό τρόπο ώστε σε πολλά σημεία, το Κεφ. 4 αφήνει την εντύπωση απλής έκθεσης ιδεών μάλλον παρά για ένα τεκμηριωμένο επιστημονικό κείμενο με υπόβαθρο ποιοτικής ή και ποσοτικής αξιολόγησης συστημάτων γης που μπορεί να γίνει αποδεκτό ως σοβαρό επιστημονικό πόνημα. Τέλος σε αρκετά σημεία διαφαίνεται ανεπαρκής γνώση των συγγραφέων του Κεφ. 4 επί θεμάτων γεωργίας και εδαφολογίας λόγω κακής χρήσης ορολογίας (less erosion in compacted soils), περιγραφικού χαρακτηρισμού αντί για χρήση δόκιμης επιστημονικής ορολογίας (evapotranspiration, water use efficiency, κλπ.), και σημαντικές αστοχίες σε θέματα αξιολόγησης συστημάτων χρήσης γης (δενδρώδεις καλλιέργειες στα πεδία πλημμυρών), κλπ. Σημαντικό στοιχείο που απομειώνει την όποια αξία του Κεφ. 4 ως προς την αναδιάρθρωση της γεωργίας στη Θεσσαλία αποτελεί μια ανεξήγητη, μεροληπτική, επιφανειακή, και ατεκμηρίωτη άποψη ότι η βαμβακοκαλλιέργεια ευθύνεται για το υδατικό πρόβλημα και πρέπει να εξαφανιστεί από τη Θεσσαλική γεωργία, ένα τελείως λάθος συμπέρασμα που δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό από την Θεσσαλική κοινωνία και την επιστημονική κοινότητα.
    Στη συνέχεια παρατίθενται μια σειρά από επί μέρους παρατηρήσεις ως προς το Κεφ. 4 ως προς θέματα γεωργίας-εδαφολογίας.
    Με βάση τον Πίν. 1 (σελ. 2) εξάγεται το συμπέρασμα ότι το βαμβάκι ευθύνεται για τη μεγάλη κατανάλωση αρδευτικού νερού λόγω των μεγάλων του απαιτήσεων σε νερό και τη μεγάλη έκταση που καταλαμβάνει στη Θεσσαλία. Μετά από επεξεργασία των δεδομένων του πίνακα προκύπτει ότι α) η έκταση του βαμβακιού είναι λίαν υπερεκτιμημένη , και β) το βαμβάκι καταναλώνει μακράν το λιγότερο νερό από τις υπόλοιπες αροτραίες αρδευόμενες καλλιέργειες με τις οποίες πρέπει να συγκρίνεται (βλ. βαμβάκι 479 mm αρδευτικού νερού ανά στρέμμα ενώ το καλαμπόκι δέχεται 720 mm/στρ και τα κτηνοτροφικά φυτά-μηδική 950 mm/στρ, αντίστοιχα). Σύμφωνα με τον Πιν. 1, τα κηπευτικά φαίνεται να καταναλώνουν 370 mm/στρ, δηλαδή λίγο λιγότερο νερό από το βαμβάκι. Προφανώς και το στοιχείο αυτό ελέγχεται διότι είναι κοινή γνώση ότι τα κηπευτικά απαιτούν μεγαλύτερα ποσά νερού άρδευσης από το βαμβάκι στη Θεσσαλία.

    Οι υπολογισμοί στις σελ. 5-7 είναι ατεκμηρίωτοι. Με βάση την υπόθεση για ετήσιο έλλειμα 500 εκατ. κ.μ., σε 6 έως 7 έτη προκαλείται συσσωρευμένο έλλειμμα 3,5 δισεκ. κ.μ. δηλαδή όσο το συνολικό έλλειμμα των τελευταίων 35 ετών (ΣΔΛΑΠ, 2023). Χωρίς υπολογισμούς εισροών και εκροών νερού στις διάφορες υδατικές λεκάνες της ευρύτερης θεσσαλικής λεκάνης και τις εκροές από τα Τέμπη, οι υπολογισμοί στις σελ. 5-7 φαίνονται υπερ-απλουστευμένοι.

    Στις ίδιες σελίδες, η άποψη ότι οι ανάγκες άρδευσης του 1,5 δισεκ. κ.μ. νερού πρέπει να περιοριστούν κατά 50% είναι ατεκμηρίωτο. Σημειωτέο από τα Τέμπη εκρέουν και χάνονται στο Αιγαίο κατά μέσο έτος περί τα 2,5 δισεκ. κ.μ.

    Στη σελ. 8 πολύ σωστά υπάρχει προτροπή για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την πεδιάδα της Λάρισας αλλά αυτό δεν αντιπροσωπεύει όλη τη Θεσσαλική πεδιάδα. Στο Κεφ. 4, τα επιμέρους προβλήματα λειψυδρίας θεωρούνται ως προβλήματα όλου του Θεσσαλικού πεδίου. Όμως είναι αναντίρρητο ότι στη δυτική Θεσσαλία δεν υφίσταται πρόβλημα διαθεσιμότητας νερού, γεγονός που αγνοείται στο Σχέδιο όπου προτείνεται η πλήρης εγκατάλειψη του «υδροβόρου» βαμβακιού από όλη την περιφέρεια.

    Στη σελ. 16 το Σχέδιο αναφέρει σε αρκετά σημεία τη συμπίεση του εδάφους (soil compaction) ως θετικό παράγοντα προστασίας του εδάφους κατά της διάβρωσης και ως παράγοντα αντοχής κατά της διαβρωτικής επίδρασης των σταγόνων της βροχής. Πρόκειται για λάθος που λόγω της επανάληψής του αντικατοπτρίζει ανεπάρκεια ειδικών γνώσεων εδαφολογίας. Προφανώς είναι μετάφραση του όρου «συνεκτικότητα» ή «καλή δομή» του εδάφους. Επίσης στην παράγραφο για τη διάβρωση εδαφών δίδεται αρκετή έμφαση σε νέες έξυπνες τεχνολογίες για άρδευση, για έλεγχο ζιζανίων κλπ αλλά δεν γίνεται αναφορά σε κλασικές διαχειριστικές πρακτικές που ελλείπουν πραγματικά στις επικλινείς γαίες (Ρεβένια, κλπ), όπως αμειψισπορά, χρήση πολυετών ποωδών φυτών, ενεργειακών φυτών και φυτών εδαφοκάλυψης. Πολλές από τις αναφορές για την προστασία από διάβρωση απαρτίζουν κλασική γνώση που υπάρχει πλούσια στα Σχέδια Δράσης κατά της Ερημοποίησης, μόνο που στο Κεφ. 4 δεν γίνεται αναφορά σε καμιά από τις ευαίσθητες επικλινείς περιοχές της Θεσσαλίας (Ρεβένια, κλπ).

    Στις σελ. 20-23 γίνεται μια παράθεση ορθών πρακτικών αλλά πρόκειται για γενικολογίες χωρίς καμιά αναφορά site-specific στη Θεσσαλία. Tο συμπέρασμα «υπό το πρίσμα της λειψυδρίας της περιοχής η παραγωγή θερμοκηπιακών καλλιεργειών αποτελεί σημαντική προοπτική δεδομένου του μακρού του μικρού υδατικού αποτυπώματος» αποτελεί απλό ευχολόγιο. Πόσα στρέμματα θερμοκηπίων μπορούν να γίνουν στο μέλλον, ποια η αγορά, τα απαιτούμενα κεφάλαια, ο ανταγωνισμός και η ένταση κεφαλαίου. Πόσα από τα εκατοντάδες χιλιάδες στρ. βαμβακιού πρέπει να αντικατασταθούν από θερμοκηπιακές καλλιέργειες και ποια η ενέργεια που απαιτείται.

    Στις σελ. 24 (Εικ. 6) παρατίθεται μια αναφορά στην αποτελεσματικότητα χρήσης νερού διαφόρων καλλιεργειών σε παγκόσμια κλίμακα, πολλές εκ των οποίων είναι εκτός αγρο-οικολογικής ζώνης και Θεσσαλικού ενδιαφέροντος. Η αναφορά αυτή είναι άνευ ουσίας λόγω της τεράστιας παραλλακτικότητας των ρυθμών εξατμισοδιαπνοής σε παγκόσμια κλίμακα, παρόλο που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν διαθέσιμα αντίστοιχα στοιχεία για τη Θεσσαλία που φαίνεται ότι δεν κρίθηκαν απαραίτητα στους συγγραφείς του Κεφ. 4.

    Στη σελ. 26 υπάρχει μικρό λάθος αναφορικά με τις εκτάσεις των θερμοκηπίων στη Θεσσαλία (150 αντί 175 ha) και της Ελλάδας (6.000 αντί 4.878 ha – ΕΛΣΤΑΤ 2020) χωρίς ιδιαίτερο πρόβλημα. Αναντίρρητα πρέπει να επεκταθούν οι θερμοκηπιακές καθώς και οι δενδρώδεις καλλιέργειες στη Θεσσαλία, όμως το θέμα χωρίς μελέτες βιωσιμότητας, σε ποιες περιοχές, ποια είδη, ποιες ποικιλίες, για ποιες αγορές με βάση τον υφιστάμενο και τον μελλοντικό ανταγωνισμό, αποτελεί απλό ευχολόγιο.

    Στη σελ. 27 υπάρχει σοβαρό λάθος ως προς την καλλιέργεια δενδρωδών καλλιεργειών στα πεδία πλημμυρών, που ως γνωστό διατρέχουν μεγάλο κίνδυνο απώλειας φυτικού κεφαλαίου και πολύ μεγαλύτερης καταστροφής σε περιπτώσεις πλημμύρας. Τρανό παράδειγμα αποτελούν οι δενδρώδεις καλλιέργειες (φιστικιές, αμυγδαλιές, κλπ.) στα παρακάρλια που έχουν καταστραφεί τελείως από την πλημμύρα του Daniel και Elias με τεράστιο κόστος αποζημιώσεων συγκριτικά με την καταστροφή ετήσιων καλλιεργειών. Το λάθος επαναλαμβάνεται και σε άλλο σημείο του Κεφ. 4 και δείχνει σχετική απειρία ως προς το θέμα.

    Στη σελ. 27 (Εικ. 7) δεν γίνεται αντιληπτό που είναι οι μπλε περιοχές χωρίς κίνδυνο πλημμύρας – μάλλον το αντίθετο συμβαίνει.

    Στην ίδια σελίδα αναφέρεται ότι η βαμβακοκαλλιέργεια στη Θεσσαλία εκτείνεται σε 860.000 στρ. (που είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα σε σχέση με την έκταση που προκύπτει από τον Πιν. 1 δηλ. 1.032.000 στρ.). Όμως το συμπέρασμα ότι το βαμβάκι καταναλώνει το 50% του αρδευτικού νερού στη Θεσσαλία είναι ατεκμηρίωτο και ελέγχεται ως απαράδεκτο λάθος που προδίδει επιπόλαιη και επιφανειακή προσέγγιση. Εάν 860.000 στρέμματα βαμβακιού καταναλώνουν 750 εκατομμύρια κυβικά νερού (βλ. 50% του 1,5 εκατ. κ.μ. – σελ. 4) αυτό σημαίνει ότι το βαμβάκι δέχεται 872 mm νερού ανά στρέμμα! Δηλ. περίπου διπλάσια ποσότητα από αυτήν που προκύπτει από τον Πιν. 1 (και που είναι επίσης υπερεκτιμημένη). Στο σημείο αυτό ενημερώνουμε προς πάσα κατεύθυνση ότι το βαμβάκι με 350-400 mm αρδευτικού νερού μπορεί να αποδώσει 450-500 kg/στρ σύσπορο προϊόν στη Θεσσαλία με βάση πολυάριθμα πειράματα αγρού του Π.Θ.

    Επίσης στην ίδια σελίδα αναφέρεται ότι το βαμβάκι συνεισφέρει κατά 12,8% στην αξία της φυτικής παραγωγής. Η ΑΠΑ της φυτικής παραγωγής στη Θεσσαλία είναι 1,120 δισεκατομμύρια ευρώ (ΕΛΣΤΑΤ 2020), ενώ το βαμβάκι (τιμή πώλησης και κοινοτική ενίσχυση) συνεισφέρει κατά 275 εκατομμύρια ευρώ δηλαδή περί το 25%. Επίσης το βαμβάκι συνεισφέρει στο 20% των εξαγωγών της Θεσσαλίας (τρίτο μετά τα γαλακτοκομικά και τα οπωρολαχανικά en block) , εκτιμάται δε ότι το βαμβάκι συνεισφέρει στο ΑΕΠ της Θεσσαλίας κατά 920 εκατομμύρια ευρώ. Έτσι η όλη συζήτηση για το βαμβάκι στη σελ. 27 αποτελεί υπεραπλούστευση, δεν λαμβάνει υπόψη τον εξοπλισμό την αγορά τα στάδια μεταποίησης την παραγωγή και εξαγωγή κτηνοτροφής και γενικά αποτελεί την άδικη δαιμονοποίηση μιας καλλιέργειας που δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα και δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από τη θεσσαλική κοινωνία και την επιστημονική κοινότητα. Το ίδιο συμβαίνει και με τα εκτός σημασίας παραδείγματα της σελίδας 28 και 29 για την λίμνη Αράλη, το Πακιστάν κλπ. Σημειωτέο ότι από τα Τέμπη εκρέουν και χάνονται στο Αιγαίο περί τα 2,5 δισεκ. κυβικά νερών του Πηνειού. Το μισό αυτής της ποσότητας θα μπορούσε να αρδεύσει ικανοποιητικά επί πλέον 2 εκατ. στρ. στη Θεσσαλία.

    Σημαντική μεροληπτική αναφορά εναντίον του βαμβακιού που συνδυάζεται με προχειρότητα και αυθαιρεσία φαίνεται επίσης στη σελ. 29 όπου ομολογείται πως δεν έχει γίνει προσδιορισμός του αρδευτικού νερού του βαμβακιού στη Θεσσαλία αλλά παρουσιάζεται η τιμή -δείκτης απόδοσης ανά κ.μ. νερού από τη γειτονική Τουρκία (βλ. 0,15 $ / κ.μ. νερού). Ο πιο άπειρος γεωπόνος του τόπου γνωρίζει ότι με μέση απόδοση 400 kg/στρ και με σημερινές τιμές πώλησης και συνδεδεμένης ενίσχυσης, η ακαθάριστη πρόσοδος φτάνει τα 350 και πλέον ευρώ ενώ το απαιτούμενο αρδευτικό νερό είναι 350-400 χιλιοστά το στρέμμα, δηλαδή ο ανωτέρω δείκτης για τη Θεσσαλία είναι 7 φορές μεγαλύτερος από αυτόν που αναφέρεται για τη γειτονική Τουρκία. Οι συγγραφείς δεν μπήκαν στη διαδικασία να ενημερωθούν για ένα τόσο απλό αλλά σημαντικό στοιχείο. Αντίθετα φαίνονται ενημερωμένοι σχετικά με τη χρήση του (εν πολλοίς αγνώστου στο ευρύ κοινό) switch-grass και του σουσαμιού (που είχε καλλιεργηθεί στη Θεσσαλία στο παρελθόν) από τοπικούς παράγοντες που προφανώς ήλθαν σε επαφή, αλλά μια ενημέρωση λίαν επιδερμική (βλ. παρακάτω) προκειμένου να συστήσουν πλήρη αντικατάσταση του βαμβακιού με τις καλλιέργειες αυτές.

    Αναφορικά για τη χρήση γαιών με πατάτες και την αμειψισπορά με ψυχανθή, κρεμμύδια και λοιπά, εδώ πρόκειται επίσης περί έκθεσης ιδεών χωρίς περιγραφή κόστους/απόδοσης, σε ποια εδάφη, ποιες αγορές, τι ανταγωνισμό, τι εξοπλισμό, και εν πάσει περιπτώσει από τα 860.000 στρέμματα βαμβακιού πόσα στρέμματα θα μπορούσαν να αντικατασταθούν με τις ανωτέρω καλλιέργειες. Για τις ως άνω καλλιέργειες (που σήμερα καλύπτουν λιγότερο από 3%) προτείνεται η στάγδην άρδευση. Για το βαμβάκι όπου η εν δυνάμει επέκταση της στάγδην άρδευσης σε όλες τις εκτάσεις καλλιέργειας, μπορεί να απομειώσει τη σπατάλη αρδευτικού νερού κατά 200 εκατ. κ.μ. νερού δεν γίνεται λόγος.

    Στη σελ. 30, αναφορικά με το ζαχαροκάλαμο και το μίσχανθο: για το ζαχαροκάλαμο δεν μπαίνουμε στη διαδικασία σχολιασμού διότι είναι εκτός αγρο-οικολογικής ζώνης. Αντίθετα, ο μίσχανθος έχει μελετηθεί στην Ελλάδα και τη Θεσσαλία και μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε αρδευόμενα χωράφια δίνοντας πολύ καλό στερεό βιοκαύσιμο. Απαιτεί το ίδιο και περισσότερο νερό από το βαμβάκι. Στην περίπτωση παραγωγής 2,5 – 3 t ξηρής βιομάζας επί 70 € ανά τόνο η πρόσοδος είναι αρκετά καλή και ανέρχεται στα 150 έως 210 € το στρέμμα. Χρειάζονται υποδομές για επεξεργασία του προϊόντος (πελλέτες, μπρικέτες, κλπ). Γενικά είμαστε θετικοί ως προς αυτή την κατεύθυνση.

    Στη σελίδα 30 αναφορικά με το σουσάμι, το Σχέδιο παραθέτει γενικολογίες και αοριστίες χωρίς κάποιο ποσοτικό χαρακτηρισμό ως προς την εξάτμισοδιαπνοή του σουσαμιού και τα απαιτούμενα εδάφη για την καλλιέργεια του. Ενημερώνουμε ότι το σουσάμι όντως απαιτεί λιγότερο νερό από το βαμβάκι, πλην όμως έχει δοκιμαστεί στο παρελθόν και εμφανίζει τεράστιο πρόβλημα τινάγματος και μικρής απόδοσης κατά τη συγκομιδή (100-150 kg/στρ). Βεβαίως θα μπορούσε μελλοντικά να καταλάβει κάποιες περιοχές που ήδη έχουν εγκαταλειφθεί από το βαμβάκι (και την αρδευόμενη καλλιέργεια γενικότερα) στην πεδιάδα της Λάρισας, ώστε να επανέλθει η αρδευόμενη καλλιέργεια στις περιοχές αυτές (μαζί και με την κατασκευή του νέου Ταμιευτήρα της Κάρλας) και την εξεύρεση ποικιλιών και τρόπων για τον έλεγχο του τινάγματος κατά τη μηχανική συγκομιδή. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το σουσάμι δεν μπορεί να καλλιεργηθεί στην Ελλάδα τον χειμώνα (όπως προτείνεται) λόγω χαμηλών θερμοκρασιών. Αυτό ίσως να είναι δυνατό σε νοτιότερες περιοχές όπως η Αίγυπτος, το Σουδάν κλπ.

    Στις σελ. 31-33 αναφορικά με τη ζωική παραγωγή παρατίθενται ορθά στοιχεία κατά τη γνώμη μας αλλά εν πολλοίς είναι γενικά, προφανή και δεν αναφέρονται εξειδικευμένα για τη Θεσσαλία. Αποτελούν και αυτά έκθεση ιδεών μάλλον παρά εξειδικευμένο επιστημονικό κείμενο.

    Σελ. 33-34 Μηδική και switch-grass. Η αντικατάσταση μηδικής ως κτηνοτροφής με switch-grass δεν συνιστάται λόγω της μεγάλης διαφοράς περιεκτικότητας της πρωτεΐνης που στο switch-grass είναι ελάχιστη. Όμως πειράματα του Εργαστηρίου Γεωργίας καταδεικνύουν ότι σμιγός από switch-grass με βίκο (ή άλλο ψυχανθές) μπορεί να δώσει ακόμα και σε εδάφη μέσης γονιμότητας εαρινή παραγωγή 700 έως 800 kg ξηρού βίκου και 1000 έως 1200 kg switch-grass δηλαδή συνολικά περί τους 2 τόνους βιομάζας, αρκετά περιεκτικής σε πρωτείνη και ενέργεια που μπορεί να πωληθεί ως κτηνοτροφή αντί 300 €/στρ. χωρίς άρδευση και με μικρό κόστος καλλιέργειας. Πρόκειται για μια χρήση που συμφωνούμε ότι μπορεί να επεκταθεί σε περιοχές με έλλειψη νερού και να δώσει μια αρκετά καλή λύση για παραγωγή κτηνοτρόφων χωρίς άρδευση. Επί πλέον, με εφαρμογή άρδευσης 100 – 250 mm νερού τον Μάιο-Ιούνιο μπορεί το switch-grass να δώσει αρκετή επί πλέον βιομάζα καλής ποιότητας για παραγωγή στερεού βιοκαυσίμου.

    Στη σελ. 37 (Εικ. 9) προτείνεται πλήρης εξαφάνιση του βαμβακιού μετά από 6 έτη. Το σύνολο της αρδευόμενης έκτασης το έτος Υο παρουσιάζεται να είναι 500.000 ha εκτάρια ενώ το σύνολο της καλλιεργούμενης έκτασης δεν ξεπερνά τα 4,3 εκατ. στρέμματα (βλ. σελ. 2). Επίσης τα δεδομένα που παρουσιάζονται στην Εικ. 10 είναι ατεκμηρίωτα και σε ασυμφωνία με προηγούμενα δεδομένα. Το έτος Υο, η χρήση νερού φαίνεται να είναι 2 δισεκ. κ.μ. νερού ενώ σε άλλο σημείο (σελ. 4) αναφέρεται 1,5 δισεκ. κ.μ. νερού (σελ. 4).

    Η φράση replacing highly perishable crops with orchards κλπ δεν συνάδει με ορθή αξιολόγηση συστημάτων χρήσης γης διότι πολυετείς καλλιέργειες (αμπελώνες, οπωρώνες, κλπ) δεν προτείνονται σε πεδία πλημμυρών. Το ίδιο λάθος υπάρχει και στη σελ. 38 γεγονός που φανερώνει απειρία και ως προς το θέμα αυτό.

    Δεν υπάρχει τεκμηρίωση ως προς τα απαιτούμενα ποσά για την αντικατάσταση αροτραίων καλλιεργειών με κηπευτικά (2 δισεκ €/έτος ή 12 δισεκ. €). Σε κάθε περίπτωση δεν υπάρχει αντίρρηση ότι εξάπλωση κηπευτικών και δενδρωδών καλλιεργειών στη Θεσσαλία θα αυξήσει την προστιθέμενη αξία σημαντικά. Παρά ταύτα χρειάζεται προς τούτο εμπεριστατωμένη μελέτη της μελλοντική αγοράς και διαμόρφωσης τιμών μετά από τη σημαντική αύξηση της παραγωγής φρούτων και ξηρών καρπών, δεδομένου ότι υπάρχουν πολλά παραδείγματα του παρελθόντος για καταστροφή ροδάκινων, αμυγδάλων, κλπ. λόγω υπερπαραγωγής, έλλειψης και υψηλού κόστους εργατικών και ανταγωνισμού με ξένες αγορές.

  • Το βλέπω Θετικά/Αρνητικά:  

    Σχόλια περιβαλλοντικών οργανώσεων στην έκθεση της εταιρείας HVA με τίτλο «Water management in Thessaly in the wake of Storm Daniel”

    Γενικά σχόλια σχετικά με τη διαβούλευση
    Έλλειμμα θεσμικής βάσης: Από το εισαγωγικό μήνυμα στο opengov.gr, όπου διεξάγεται η διαβούλευση, δεν προκύπτει καμία θεσμική πλαισίωση για την υπό σχολιασμό έκθεση. Η έκθεση δεν εντάσσεται καν στο πλαίσιο των υποχρεώσεων της χώρας για εφαρμογή των οδηγιών 2000/60/ΕΚ για τα ύδατα και 2007/60/ΕΕ για τις πλημμύρες, ούτε προβλέπεται από εθνική νομοθεσία για τη διαχείριση των υδάτων.
    Πρέπει να σημειωθεί ότι μόλις πριν μερικές μέρες (15 Μαρτίου 2024), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε, μετά από επανειλημμένες σχετικές προειδοποιήσεις, να παραπέμψει τη χώρα μας για παραβίαση των δυο οδηγιών που σχετίζονται άμεσα με την υπό σχολιασμό μελέτη της εταιρείας HVA: την οδηγία 2007/60/ΕΚ για τη διαχείριση του κινδύνου πλημμυρών και την οδηγία 2000/60/ΕΕ “Πλαίσιο κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων”. Πρόκειται για μια ιδιαίτερα ντροπιαστική εξέλιξη, ειδικά καθώς αφορά μια χώρα που δεν έχει απλώς υποχρέωση εφαρμογής τους, αλλά και μεγάλη ανάγκη από τα εργαλεία που προσφέρουν οι δυο αυτές οδηγίες για πραγματικά βιώσιμη διαχείριση των υδάτινων οικοσυστημάτων, ώστε να λειτουργήσουν αποτελεσματικά υπέρ της θωράκισης της κοινωνίας και της οικονομίας από τις καταστροφικές επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης. H μελέτη της εταιρείας HVA αγνοεί πλήρως τις δυο οδηγίες και επιδεινώνει το έλλειμμα σωστής εφαρμογής τους από τη χώρα μας.
    Πρέπει να τονιστεί ότι η ανάπτυξη των σχεδίων διαχείρισης λεκανών απορροής ποταμού, στο πλαίσιο της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, και των σχεδίων διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας, στο πλαίσιο της οδηγίας 2007/60/ΕΕ, αποτελούν στοιχεία της ολοκληρωμένης διαχείρισης της λεκάνης απορροής ποταμών. Το δίκαιο της ΕΕ σαφώς προβλέπει ότι οι δύο διαδικασίες, δηλαδή η διαχείριση του κινδύνου από πλημμύρες και η επίτευξη καλής οικολογικής κατάστασης των υδάτινων οικοσυστημάτων, έχοντας υπόψη τους περιβαλλοντικούς στόχους της οδηγίας 2000/60/ΕΚ (προοίμιο οδηγίας για τις πλημμύρες, εδ. 17) αποτελούν στοιχεία της ολοκληρωμένης διαχείρισης της λεκάνης απορροής ποταμών και θα πρέπει να αξιοποιούν αμοιβαία τη δυνατότητα κοινών συνεργειών και κοινού οφέλους.
    Επισημαίνουμε επίσης ότι οι περιβαλλοντικές οργανώσεις έχουν ήδη υποβάλει σχόλια στη διαβούλευση για τη 2η αναθεώρηση των σχεδίων διαχείρισης λεκανών απορροής (ΣΔΛΑΠ) για τη Δυτική Στερεά και τη Θεσσαλία. Τα σχόλια των περιβαλλοντικών οργανώσεων είναι διαθέσιμα εδώ: https://www.wwf.gr/shmeio_gnosis/politiki/?12171866/——-2—
    Γλώσσα: Δεν είναι ξεκάθαρο σε ποιο κοινό απευθύνεται η μελέτη αυτή. Πάντως, όταν οποιοδήποτε έγγραφο ή έκθεση τίθεται σε δημόσια διαβούλευση, βασική υποχρέωση του αρμόδιου φορέα είναι να προσφέρει το κείμενο στη γλώσσα του κοινού που καλείται να το σχολιάσει και του οποίου τη ζωή επηρεάζει. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, το γεγονός ότι η έκθεση και τα τεύχη της είναι στα Αγγλικά, αποτελεί υποβάθμιση του κρίσιμου θεσμού της διαβούλευσης και ειρωνεία προς το ελληνικό κοινό που πιθανώς να μην είναι εξοικειωμένο είτε με την ίδια τη γλώσσα είτε με τεχνικούς όρους που χρησιμοποιούνται στην έκθεση. Ένα καθαρά μορφολογικό επίσης σχόλιο είναι η απουσία πίνακα περιεχομένων, γεγονός που δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο την ουσιαστική συμμετοχή του κοινού, καθώς η πλοήγηση στο κείμενο και η εξ αρχής αποκόμιση της συνολικής εικόνας για τη δομή είναι αδύνατη.
    Επιστημονική επάρκεια: Στα τεύχη δεν αναφέρονται ομάδες επιστημόνων που συνέταξαν τα κείμενα, ούτε μεθοδολογία ή περιγραφή της έρευνας (εάν διεξήχθη έρευνα). Αλλά και η ίδια η επιλογή μιας εμπορικής εταιρείας, όπως η Handelsvereniging Amsterdam-HVA (μτφ Εμπορική Εταιρεία του Άμστερνταμ), η οποία ιστορικά εξειδικεύεται στην εκμετάλλευση μεγάλων γεωργικών εκτάσεων σε πρώην ολλανδικές αποικίες και στο εμπόριο των προϊόντων τους, προκαλεί ερωτηματικά σχετικά με την επιστημονική επάρκεια και την απαραίτητη εξειδίκευση στα κρίσιμα ζητήματα της θωράκισης από πλημμύρες και από τις κλιματικές καταστροφές που πλέον συμβαίνουν ολοένα και συχνότερα και τείνουν να γίνουν νέα κανονικότητα.

    Ειδικότερα σχόλια επί των παραδοχών και προτάσεων της HVA
    Το τεύχος “Flood defense infrastructures” φαίνεται να αποτελεί συρραφή κειμένων και προτάσεων που έχουν ήδη εκφραστεί σε άλλα πλαίσια και απλά να συγκεντρώνει σε ένα πακέτο όλα τα έργα και τις παρεμβάσεις που έχουν κατά το παρελθόν προταθεί ή σχεδιαστεί (μεγάλα και μικρότερα φράγματα, σήραγγες, αναχώματα, έργα ορεινής υδρονομίας, κλπ). Υπολείπεται επίσης σοβαρά σε σχέση με τις ραγδαίες εξελίξεις σε καινοτόμες προσεγγίσεις αποτελεσματικής αντιμετώπισης των πλημμυρών και συνολικότερα των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης, με βάση τις υπηρεσίες που προσφέρουν τα φυσικά οικοσυστήματα του κάθε τόπου.
    Αν και η μελέτη της HVA ανακοινώθηκε με τον τίτλο “MASTER PLAN FOR THE A) POST-DISASTER REMEDIATION OF THE DAMAGE CAUSED BY THE >70,000 HECTARE FLOODING IN THESSALY and B) THE MITIGATION OF FUTURE FLOODING IN THE AREA aiming at covering the operational needs of the Ministry of Civil Protection» [ΑΔΑ: 90ΛΩ46ΝΠΙΘ-1Ξ3 – Έγκριση σύμβασης δωρεάς μεταξύ του ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ (ως δωρεοδόχου) και του νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα με την επωνυμία «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΤΡΑΠEΖΩΝ» (ως δωρητή)]. Εντούτοις όμως, στην έκθεση (σελ. 24 τεύχους για τις πλημμύρες) αναφέρεται ότι:
    “Το Master Plan δεν είναι απλώς ένα αυτόνομο ή άκαμπτο σχέδιο για τη διαχείριση των πλημμυρών. Τα στοιχεία του παρόντος πρέπει να ενσωματωθούν στα υπάρχοντα και μελλοντικά Σχέδια Διαχείρισης Υδάτων, Σχέδια Διαχείρισης Πλημμύρας, οδηγίες της ΕΕ, όπως η Οδηγία της ΕΕ για τις Πλημμύρες (2007/60/ΕΚ). Επιπλέον, η ευθυγράμμιση με τα αναπτυξιακά σχέδια για τους τομείς της γεωργίας και της κτηνοτροφίας είναι επιτακτική για μια ολιστική και αποτελεσματική προσέγγιση. Οι στρατηγικές και τα μέτρα που προτείνονται σε αυτό το Κατευθυντήριο Σχέδιο προορίζονται συγκεκριμένα να ενσωματωθούν στην εν εξελίξει αναθεώρηση του υφιστάμενου Σχεδίου Διαχείρισης Πλημμυρών της Κυβέρνησης της Ελλάδας. Το επικαιροποιημένο σχέδιο προβλέπεται να εξελιχθεί σε ένα ισχυρό επιχειρησιακό εργαλείο για την ολοκληρωμένη διαχείριση των πλημμυρών. Αυτό περιλαμβάνει την πρόοδο και την αξιολόγηση των υποδομών, τη δημιουργία συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης και αποτελεσματικές διαδικασίες για την ανάκαμψη από τις πλημμύρες.”
    Αυτός ο συλλογισμός είναι εξαιρετικά προβληματικός σε σχέση με το δίκαιο της ΕΕ, καθώς δεν μπορεί ένα εκτός ισχύοντος θεσμικού πλαισίου σχέδιο να επιβάλει εξωγενώς προσαρμογή σε θεσμικά προβλεπόμενα σχέδια με το ίδιο αντικείμενο. Λαμβάνοντας μάλιστα ως δεδομένο ότι το υπό ‘διαβούλευση’ ‘masterplan’ καθορίζει το πλαίσιο για μελλοντικές άδειες έργων αναμφισβήτητα θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, όπως τα μεγάλα φράγματα, τότε θα έπρεπε να υποβληθεί σε στρατηγική εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων, όπως επιβάλλει η νομοθεσία της ΕΕ (οδηγία 2001/42/ΕΚ).
    Συνολικά, η μελέτη δίχως να ακολουθεί καμία γνωστή ή θεσμοθετημένη μεθοδολογία εκπόνησης μελετών προτείνει, με βάση γενικόλογη και διόλου τεκμηριωμένη επιχειρηματολογία, υδραυλικές λύσεις οι οποίες έχουν ήδη προταθεί από άλλους φορείς, ενώ κάποιες (όπως τα έργα εκτροπής του Αχελώου) έχουν ακυρωθεί δικαστικώς και καταδικαστεί επιστημονικά. Αυτές οι παρωχημένης λογικής προτάσεις καλό θα είναι να μείνουν στο παρελθόν.
    Σε πρώτη φάση, οι περιβαλλοντικές οργανώσεις υποβάλλουν πρώτη δέσμη σχολίων, με εστίαση στα εξής ζητήματα: α) Συμβατότητα με το ενωσιακό δίκαιο, β) Συμμετοχή και διαφάνεια, γ) Αγνόηση της κλιματικής κρίσης και προφανών λύσεων, δ) Προβληματική χαρτογραφική απεικόνιση, ε) Απουσία δεδομένων, στ) Έμφαση σε μεγάλα κατασκευαστικά έργα, ζ) Επαναφορά της εκτροπής του Αχελώου, η) Αγνόηση βέλτιστων πρακτικών (Nature-based solutions), θ) Μοντέλο διακυβέρνησης.
    α) Συμβατότητα με το ενωσιακό δίκαιο: Η έκθεση δεν ικανοποιεί τις απαιτήσεις της οδηγίας 2007/60/ΕΚ για τη διαχείριση του κινδύνου πλημμυρών. Ενδεικτικά, τα προτεινόμενα μέτρα στο πλαίσιο της ενωσιακής νομοθεσίας για τη διαχείριση του κινδύνου πλημμύρας πρέπει απαραιτήτως να περιλαμβάνουν κατ’ ελάχιστο χαρακτηρισμό δασικών περιοχών ως προστατευτικών, περιορισμό δραστηριοτήτων στις πλημμυρικές κοίτες, εντοπισμό και καταγραφή εστιών παραγωγής φερτών και σχεδιασμό μέτρων που είναι συμβατά με τις απαιτήσεις της οδηγίας πλαίσιο για τα ύδατα, της οποίας στόχος είναι η αποτροπή περαιτέρω επιδείνωσης, προστασία και βελτίωση των υδάτινων οικοσυστημάτων, και η προώθηση της βιώσιμης χρήσης του νερού.
    Η μελέτη περιλαμβάνει, επίσης, ρυθμίσεις που αφορούν τη διαχείριση των υδάτων, αντικείμενο που κατά την ενωσιακή νομοθεσία ρυθμίζεται από την οδηγία 2000/60/ΕΚ και τα σχέδια διαχείρισης λεκάνης απορροής (ΣΔΛΑΠ). Σημειωτέον ότι τα εν λόγω σχέδια βρίσκονται στη δεύτερη φάση αναθεώρησής τους, ενώ φαίνεται να αγνοούνται στο σύνολο της μελέτης (γίνεται μόνο αναφορά στο ανεπαρκές «σύστημα παρακολούθησης ή σαφές θεσμικό [τους] πλαίσιο», VOLUME II, σελ. 119).
    Επιπλέον, πολλά από τα μέτρα που προτείνονται στην έκθεση (π.χ. μεγάλα φράγματα) είναι ασύμβατα με τις νέες κατευθύνσεις της Ε.Ε. και κυρίως με τον νέο κανονισμό για την αποκατάσταση της φύσης που βρίσκεται σε τελικό στάδιο έγκρισης. Ο κατακερματισμός των υδατορεμάτων από φράγματα και η διακοπή της συνδεσιμότητάς τους έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον στόχο που τίθεται από τον νέο κανονισμό (αποκατάσταση 25.000 χιλιομέτρων ποταμών ελεύθερης ροής, σε σύγκριση με το 2020).
    Η μελέτη της HVA δεν έχει λάβει καθόλου υπόψη τις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο πλαίσιο της ενδιάμεσης αξιολόγησης της προόδου εφαρμογής των πρώτων σχεδίων διαχείρισης κινδύνων πλημμύρας (για την Ελλάδα αυτή η αναφορά εκδόθηκε το 2021, καθώς υπέβαλε τα απαραίτητα στοιχεία με καθυστέρηση). Η ενδιάμεση αξιολόγηση αποτυπώνει τις σημαντικότερες παραλείψεις των ΣΔΚΠ. Μια από τις σημαντικές παραλείψεις αφορά τη μη αποτύπωση από τα ΣΔΚΠ «φυσικών μέτρων συγκράτησης νερού” (natural water retention measures). Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διατυπώνει ισχυρή σύσταση για ενίσχυση των λύσεων που βασίζονται στα οικοσυστήματα και ειδικότερα των φυσικών μέτρων συγκράτησης νερού (NWRM), ως εξής: “the information provided is not detailed and the FRMPs do not highlight the potential role of NWRM. Generally, the use of nature based solutions should be strengthened. A high share of the total costs will go on measures that could include riverbank and riverbed modifications, with possible negatively impacts on the ecological and hydromorphological conditions of streams and rivers.” Η έκθεση της HVA επιδεινώνει ακόμα περισσότερο αυτό το σοβαρό έλλειμμα του αντιπλημμυρικού σχεδιασμού της χώρας.
    Η έκθεση της HVA περιέχει μόνο γενικόλογες αναφορές στα NbS, δίχως να διατυπώνει κανένα ουσιαστικό μέτρο προς την κατεύθυνση της ολοκληρωμένης και συμβατής με το ενωσιακό δίκαιο και τις βέλτιστες διαθέσιμες πρακτικές θωράκισης της χώρας απέναντι στην υπαρξιακή απειλή της κλιματικής κρίσης. Μεγάλο ποσοστό του συνολικού προϋπολογισμού φαίνεται ότι διατίθεται σε μέτρα εγκιβωτισμού και τροποποιήσεων στις κοίτες των ποταμών με πιθανές αρνητικές επιπτώσεις στις οικολογικές και υδρομορφολογικές συνθήκες των περιοχών. Η μελέτη της HVA περιέχει προτάσεις που ενισχύουν αυτή τη λογική, με επιπλέον αναχώματα, τροποποιήσεις της κοίτης ποταμών και εκτροπές ποταμών (π.χ. Αχελώος, Αγιαμονιώτης)
    β) Συμμετοχή, διαφάνεια και κοινωνική συνεργασία: Διαβούλευση κειμένου στα αγγλικά, αποκλείει μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας και ανθρώπων των οποίων η ζωή επηρεάζεται ευθέως, οι οποίοι ενδεχομένως δεν γνωρίζουν τη γλώσσα και την τεχνική ορολογία που χρησιμοποιείται στην έκθεση. Η κοινωνία και οι παραγωγικοί φορείς όμως πρέπει να έχει κεντρικό ρόλο στην αναζήτηση και εφαρμογή των κατάλληλων λύσεων που να ανταποκρίνονται στις ανάγκες της. Απαιτείται στενή συνεργασία με παραγωγούς και ομάδες που ήδη εφαρμόζουν αγροοικολογικές πρακτικές στα αγροκτήματά τους και έχουν εμπειρία από τα οφέλη και πλεονεκτήματα και αγρο-επιστήμονες που έχουν γνώση και εμπειρία σε αγροοικολογικές, μεθόδους ανθεκτικότητας και προστασίας κλίματος και βιοποικιλότητας, και μπορούν να συμβάλουν στη δημιουργία ενός νέου παραγωγικού μοντέλου στη Θεσσαλία. Εν ολίγοις, δεν νοείται διοικητική διαδικασία στην Ελλάδα που να διεξάγεται σε άλλη γλώσσα πλην της ελληνικής.
    γ) Αγνόηση της κλιματικής κρίσης και προφανών λύσεων: Η προφανής λύση (που δεν προτείνεται πουθενά στο σχέδιο της HVA) είναι η ανασυγκρότηση της αγροτικής παραγωγής με βάση τα νέα κλιματικά δεδομένα και επίκεντρο τις δύο επείγουσες και απολύτως επίκαιρες προτεραιότητες: (α) Ενίσχυση της ανθεκτικότητας των αγροσυστηματων και (β) Προστασία της βιοποικιλότητας που αποτελεί κλειδί για τις υπηρεσίες που μπορεί να προσφέρει ένα οικοσύστημα (φυτοπροστασία, επικονίαση, ανακύκλιση των θρεπτικών ουσιών και φυσικά προσαρμογή στις κλιματικές συνθήκες). Κανένα σύστημα δεν μπορεί να είναι λειτουργικό και υγιές χωρίς βιοποικιλότητα. Κανένα σχέδιο για αναδιάρθρωση καλλιεργειών δεν μπορεί να είναι βιώσιμο στη νέα κλιματική πραγματικότητα χωρίς να προτείνει προστασία βιοποικιλότητας και ανθεκτικότητα των αγροτικών συστημάτων.
    Πρακτικά, αυτά μπορούν να επιτευχθούν: (α) Εφαρμόζοντας πρακτικές που αυξάνουν την ικανότητα του εδάφους να διηθεί το νερό, να το συγκρατεί, και να κάνει τα θρεπτικά στοιχεία πιο αφομοιώσιμα από τα φυτά. (β) Εξασφαλίζοντας βιοποικιλότητα στο επίπεδο των ειδών εντός του αγροτικού οικοσυστήματος. Αυτό περιλαμβάνει τη βιοποικιλότητα στους μικροοργανισμούς του εδάφους, στους πληθυσμούς των εντόμων, της αυτοφυούς βλάστησης και των καλλιεργούμενων φυτών. (γ) Εξασφαλίζοντας ποικιλία διατροφικών πηγών για την εξασφάλιση ποικιλίας στη διατροφή, το οποίο με τη σειρά του διασφαλίζει τη διατροφική ασφάλεια. Στις αγροτικές περιοχές: αγροτικό τοπίο με ποικιλία καλλιεργούμενων ειδών και ζώων. Στις αστικές περιοχές: αστική χωροταξία που ενθαρρύνει την αστική γεωργία, για να υπάρχει μεγαλύτερη οικιακή αυτάρκεια και καλύτερη διατροφή των πληθυσμών. (δ) Δημιουργώντας κοινωνικά και οικονομικά συστήματα που υποστηρίζουν την επιβίωση και ευημερία των αγροτικών κοινοτήτων, όπως προώθηση τοπικών αγορών καλλιεργητών, προγράμματα υποστηριζόμενης γεωργίας, επανασύνδεση παραγωγών-καταναλωτών, δημόσιες συμβάσεις με αγροκτήματα που παράγουν τροφή προστατεύοντας το κλίμα και τη βιοποικιλότητα, κοκ.
    Σε κάθε περίπτωση, ένα σχέδιο ανασυγκρότησης της πληγείσας τις πρωτοφανείς πλημμύρες Θεσσαλίας οφείλει να στρέψει την περιοχή στο αύριο και όχι να την κρατάει όμηρο του χθες.
    Όσον αφορά τις καλλιέργειες βαμβακιού (και καλαμποκιού), σύμφωνα με τα αποτελέσματα της ομάδας που πραγματοποιεί σχετικές προβλέψεις για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στη χώρα, για λογαριασμό της Τράπεζας της Ελλάδος, προβλέπεται ήδη σημαντική μείωση της παραγωγικότητας τους μέσα στις επόμενες δεκαετίες επομένως η αναδιάρθρωση των καλλιεργειών είναι ούτως ή άλλως μονόδρομος.
    δ) Προβληματική χαρτογραφική απεικόνιση: Οι χάρτες δεν είναι ευκρινείς, ενώ δεν είναι σαφές ούτε ποια δεδομένα αποτυπώνουν, από ποιες πηγές προέρχονται αυτά και σε ποιες χρονικές περιόδους αναφέρονται. Πιθανότατα επίσης να περιέχουν λάθη, όπως πχ ο πίνακας στη σελίδα 37 που δηλώνει ότι αποτυπώνει ‘water depths’ στις 7 Σεπτεμβρίου 2024.
    ε) Απουσία δεδομένων: Το τεύχος διατυπώνει συμπεράσματα και καταλήγει σε προτάσεις μικρών και μεγάλων τεχνικών έργων δίχως να αναφέρει πουθενά σε ποια δεδομένα βασίζεται.
    Αναφέρονται επιτόπιες επισκέψεις ως «διερευνητικές αποστολές» (fact-finding missions), άλλοτε σε πληθυντικό (Volume I και III) και άλλοτε σε ενικό (Volume IΙΙ), καθώς και ότι υπάρχει σχετική έκθεση (fact-finding report, Volume II, σελ. 100). Όμως παρουσιάζονται μόνο τα αδρά συμπεράσματα αυτής της έκθεσης (Volume II, σελ. 116), χωρίς αναφορά στη μεθοδολογία, τα καταγεγραμμένα στοιχεία και τον τρόπο εξαγωγής συμπερασμάτων.
    Αναφέρεται (Volume I, σελ. 38) ότι η διαμόρφωση του Σχεδίου Διαχείρισης Κινδύνου Πλημμυρών βασίστηκε σε υδρολογικά μοντέλα που είχαν ήδη δημιουργηθεί για τη Θεσσαλία. ‘Όμως, στην επόμενη ακριβώς πρόταση, αναφέρεται ότι «οι διερευνητικές αποστολές εντόπισαν αδυναμίες στα υπάρχοντα μοντέλα, ειδικά σε ότι αφορά την επάρκειά τους για τον σχεδιασμό και διαστασιολόγηση των υποδομών αλλά και για την Έγκαιρη Προειδοποίηση και τη Διαχείριση Κινδύνων». Προτείνεται μάλιστα τα μοντέλα αυτά να επικαιροποιηθούν (εκ των υστέρων;).
    στ) Έμφαση σε μεγάλα κατασκευαστικά έργα: Αν και σε διάσπαρτα σημεία της η έκθεση αναφέρει ότι ο περιορισμός της φυσικής ροής ρεμάτων και ποταμών ευθύνεται για την αυξημένη τρωτότητα της Θεσσαλίας σε πλημμύρες και ξηρασία, καθώς και την ανάγκη διατύπωσης φυσικών λύσεων για την αντιπλημμυρική θωράκιση της Θεσσαλίας και την απελευθέρωση των φυσικών διόδων του νερού, εντούτοις η ‘μεγάλη εικόνα’ είναι η έμφαση που δίνει σε παρωχημένης λογικής, τεράστιου οικονομικού κόστους και αποδεδειγμένα αναποτελεσματικές προσεγγίσεις μεγάλων κατασκευαστικών παρεμβάσεων, όπως η εκτροπή του Αχελώου, η κατασκευή 23 φραγμάτων και επιπλέον αναχωμάτων που δημιουργούν περίκλειστα χωριά (μόνο στην περιοχή του Καλέντζη προτείνονται >60km νέων αναχωμάτων, χωρίς να γίνεται καμία αναφορά σε αποκατάσταση της κοίτης των ποταμών. Γενικότερα η μελέτη αποτελεί συμπίλημα παλαιότερων προτάσεων για μεγάλα κατασκευαστικά έργα, τα οποία όμως είναι ακατάλληλα για την υπαρξιακή πρόκληση της κλιματικής κρίσης και των καταστροφών που τείνουν να γίνουν η νέα κανονικότητα.
    Η μελέτη δηλώνει ότι προτεραιοποιεί μεν τα ορεινά φράγματα έναντι άλλων λύσεων, ωστόσο η έκταση του κειμένου για τα μεγάλα φράγματα σε συνδυασμό με τις εκτενείς τεχνικές προδιαγραφές που υπάρχουν στο τεύχος “Appendices” (Annex 9), δίνουν την ξεκάθαρη κατεύθυνση. Ειδικά για τα μεγάλα φράγματα ωστόσο φαίνεται να υπάρχουν αντιφάσεις που το ίδιο το κείμενο αναγνωρίζει. Η μελέτη αναφέρει ότι ο κύριος σκοπός αυτών των φραγμάτων είναι η άρδευση και αυτό μπορεί να έρχεται σε σύγκρουση με τον αντιπλημμυρικό τους στόχο: “Managing floods requires keeping reservoirs empty to accommodate floodwaters, while electricity companies and farmers prefer high and relatively constant water levels”. Για να επιλύσει αυτή την πρόκληση αναφέρει γενικόλογα και αόριστα την “καλή συνεργασία μεταξύ φορέων”, δηλαδή ένα ακόμα επίπεδο στην ήδη πολύπλοκη διαδικασία που στην πράξη αποδεικνύεται ιδιαίτερα προβληματικό.
    ζ) Επαναφορά της εκτροπής του Αχελώου: To σχέδιο δείχνει να διέπεται από μια εμμονή με το τεράστιο κατασκευαστικό έργο της εκτροπής του Αχελώου (φράγμα Συκιάς, σήραγγα Πετρωτού – Δρακότρυπας, φράγματα Μουζακίου και Πύλης). Η δε επίκληση της κλιματικής αλλαγής ως δικαιολογίας για την εκτροπή του Αχελώου είναι η πλέον παράλογη και δυνητικά καταστροφική πολιτική επιλογή. Ειδικά υπό τη βαριά σκιά της καταστροφής που προκάλεσε η καταιγίδα Ντάνιελ και επιδείνωσε η αμέσως επόμενη καταιγίδα Ηλίας, είναι ανάγκη να αναλογιστούμε πώς θα είχε εξελιχθεί η κατάσταση εάν είχε ολοκληρωθεί η εκτροπή του Αχελώου. Ειδικότερα λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι στόχος της εκτροπής είναι η διατήρηση της στάθμης του Πηνειού σε υψηλό επίπεδο κατά τους θερινούς και πρώτους φθινοπωρινούς μήνες, εύλογα συμπεραίνεται ότι κατά τη διάρκεια εκδήλωσης του Ντάνιελ, ο Πηνειός θα είχε ξεχειλίσει ήδη από τις πρώτες μέρες. Πιθανότατο αποτέλεσμα θα ήταν η πλημμύρα της Λάρισας κατά τη διάρκεια της καταιγίδας και σε πολύ μεγαλύτερη έκταση.
    η) Αγνόηση βέλτιστων πρακτικών (Nature-based solutions): Η αναφορά στις λύσεις που βασίζονται στη φύση (nature-based solutions) γίνεται μόνο κατ’ επίφαση και υποδηλώνει άγνοια επί του αντικειμένου. Αναφορά γίνεται μόνο ως συμπληρωματικό έργο των έργων ορεινής υδρονομίας (ενδεικτικά revegetation and reforestation) ενώ αγνοεί πλήρως κρίσιμης σημασίας προσεγγίσεις όπως αποκατάσταση κοίτης ποταμών, αποκατάσταση παρόχθιων δασών, σύνδεση με πλημμυρικά πεδία, αποκατάσταση υγροτόπων και προστασία δασικών εκτάσεων ή/και αναδασώσεις όπου χρειάζεται). Η Ολλανδία είναι πρωτοπόρος σε έργα που βασίζονται σε nature-based solutions και μια ολλανδική εταιρεία θα έπρεπε να το γνωρίζει αυτό και να αξιοποιήσει κατά το δυνατόν πληρέστερα τη διαθέσιμη εμπειρία και γνώση. Τελικά η αναφορά σε NbS είναι τελείως ανεπαρκής, ιδίως καθώς δεν εξειδικεύονται και παρουσιάζονται ως μέρος ενός συνονθυλεύματος παρεμβάσεων από την εκτροπή του Αχελώου έως και άλλες “grey infrastructures” (δηλ. μεγάλα κατασκευαστικά έργα). Η εταιρεία και τα αρμόδια υπουργεία μπορούν να αξιοποιήσουν το υλικό που έχει διαμορφώσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος (βλ. σχετικό κατάλογο στο τέλος των σχολίων). Οι φυσικές λύσεις δεν είναι εμβαλωματική προσθήκη σε ένα χαοτικό σύνολο από μεγάλες κατασκευαστικές παρεμβάσεις και εκτροπές ποταμών από μια λεκάνη απορροής σε άλλη. Οι φυσικές λύσεις στην κλιματική κρίση είναι ασπίδα προστασίας για ανθρώπους, κοινότητες, οικοσυστήματα και την οικονομία, και απαιτούν συνολικό και συμπαγή σχεδιασμό.
    θ) Ανησυχητικό μοντέλο διακυβέρνησης: Το τεύχος που εστιάζει στη διακυβέρνηση (δηλαδή στον “Οργανισμό Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας”, περιέχει πολλή λεπτομέρεια, σε επίπεδο ακόμα και αριθμού ηλεκτρονικών υπολογιστών, τυπολογία για τις οθόνες, smartphones, μεγάφωνα, ποδήλατα, και τύπο αυτοκινήτων 4Χ4, κλπ αλλά και μισθολογικές απαιτήσεις (στο τεύχος VI “Recommendations and timelines”). Η αναφορά όμως στον νομικό χαρακτήρα του οργανισμού γεννά ανησυχίες, τόσο για τις εγκρίσεις των έργων και την αδειοδότησή τους, αλλά και για το καθεστώς διάθεσης του νερού στους τελικούς χρήστες (δηλαδή στους αγρότες). Συγκεκριμένα, η HVA (της οποίας ο ρόλος στην διαχείριση του οργανισμού θα πρέπει να διευκρινιστεί από την κυβέρνηση), φαίνεται να προτείνει νομική μορφή ειδικού χαρακτήρα, με ανάθεση αρμοδιοτήτων υπό τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας (σελ. 126-128 τεύχους για τη διακυβέρνηση).
    Τέλος, δεδομένου ότι φαίνεται πως η μελέτη αγνοεί πλήρως τη διεθνή τάση αντιμετώπισης με φυσικές λύσεις των σοβαρών κινδύνων από την κλιματική κρίση, παραθέτουμε σημαντικό υλικό για φυσικές λύσεις (nature-based solutions) στη διαχείριση του κινδύνου πλημμυρών:
    ● European Commission. (2023). Nature-based Solutions for flood mitigation and coastal resilience. Climate ADAPT. https://op.europa.eu/en/publication-detail/-/publication/d6e80dca-d530-11ea-adf7-01aa75ed71a1/language-en
    ● European Environment Agency. (2023). Nature-based solutions play crucial role in building Europe’s climate resilience. https://www.eea.europa.eu/en/newsroom/news/nature-based-solutions-play-crucial-role
    ● European Environment Agency. (2023). Nature-based solutions in Europe: Policy, knowledge and practice for climate-change adaptation and disaster risk reduction. https://www.eea.europa.eu/publications/nature-based-solutions-in-europe
    ● European Investment Bank. (2023). Nature-based solutions for flood mitigation in Greece. https://www.eib.org/en/stories/nature-based-solutions-flood-greece
    ● Nordic Council of Ministers for the Environment and Climate. (2022). Nordic Ministerial Declaration on nature-based solutions. https://www.norden.org/en/declaration/nordic-ministerial-declaration-nature-based-solutions
    ● Sustainable Asset Valuation (SAVi) of River Restoration in Greece https://www.iisd.org/publications/report/savi-river-restoration-in-greece

    Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις:
    1. Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού
    2. Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης
    3. Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία
    4. Greenpeace
    5. WWF Ελλάς