Σε ποιες από τις κάτωθι περιπτώσεις κρίνετε ότι η συμμετοχή του υποψηφίου πρέπει να αποκλείεται υποχρεωτικά από την Α.Α. και σε ποιες να εναπόκειται στην διακριτική της ευχέρεια, εφόσον συντρέχει μια ή περισσότερες από τις προαναφερθείσες καταστάσεις με σχετική πρόβλεψη στα έγγραφα της σύμβασης, εκτιμώντας ad hoc το είδος της υπό ανάθεσης σύμβασης και τις ειδικές κάθε φορά περιστάσεις και απαιτήσεις αυτής;
α) εάν η αναθέτουσα αρχή μπορεί να αποδείξει με κατάλληλα μέσα αθέτηση των ισχυουσών υποχρεώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 18 παράγραφος 2,
β) εάν ο οικονομικός φορέας κηρύσσει χρεοκοπία ή υπόκειται σε διαδικασία αφερεγγυότητας ή παύσης δραστηριοτήτων, εάν τελεί υπό αναγκαστική διαχείριση από εκκαθαριστή ή από το δικαστήριο, εάν έχει υπαχθεί σε πτωχευτικό συμβιβασμό, εάν έχουν ανασταλεί οι επιχειρηματικές δραστηριότητές του ή εάν βρίσκεται σε οποιαδήποτε ανάλογη κατάσταση προκύπτουσα από παρόμοια διαδικασία προβλεπόμενη σε εθνικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις,
γ) εάν η αναθέτουσα αρχή μπορεί να αποδείξει, με κατάλληλα μέσα, ότι ο οικονομικός φορέας έχει διαπράξει σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα, το οποίο θέτει εν αμφιβόλω την ακεραιότητά του,
δ) εάν η αναθέτουσα αρχή διαθέτει επαρκώς εύλογες ενδείξεις που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο οικονομικός φορέας συνήψε συμφωνίες με άλλους οικονομικού φορείς με στόχο τη στρέβλωση του ανταγωνισμού,
ε) εάν η σύγκρουση συμφερόντων κατά την έννοια του άρθρου 54 δεν μπορεί να επανορθωθεί με άλλα, λιγότερο παρεμβατικά, μέσα,
στ) εάν η στρέβλωση του ανταγωνισμού από την πρότερη συμμετοχή των οικονομικών φορέων κατά την προετοιμασία της διαδικασίας προμήθειας, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 41, δεν μπορεί να επανορθωθεί με άλλα, λιγότερο παρεμβατικά, μέσα,
ζ) εάν ο οικονομικός φορέας έχει επιδείξει σοβαρή ή επαναλαμβανόμενη πλημμέλεια κατά την εκτέλεση ουσιώδους απαίτησης στο πλαίσιο προηγούμενης δημόσιας σύμβασης, προηγούμενης σύμβασης με αναθέτουσα αρχή/αναθέτοντα φορέα ή προηγούμενης σύμβασης παραχώρησης που είχε ως αποτέλεσμα την πρόωρη καταγγελία της προηγούμενης σύμβασης, αποζημιώσεις ή άλλες παρόμοιες κυρώσεις·
η) εάν ο οικονομικός φορέας έχει κριθεί ένοχος σοβαρών ψευδών δηλώσεων κατά την παροχή των πληροφοριών που απαιτούνται για την εξακρίβωση της απουσίας των λόγων αποκλεισμού ή την πλήρωση των κριτηρίων επιλογής, έχει αποκρύψει τις πληροφορίες αυτές ή δεν είναι σε θέση να προσκομίσει τα δικαιολογητικά που απαιτούνται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 59, ή
θ) εάν ο οικονομικός φορέας επιχειρεί να επηρεάσει με αθέμιτο τρόπο τη διαδικασία λήψης αποφάσεων της αναθέτουσας αρχή/ αναθέτοντα φορέα, να αποκτήσει εμπιστευτικές πληροφορίες που ενδέχεται να του αποφέρουν αθέμιτο πλεονέκτημα στη διαδικασία προμήθειας ή να παράσχει εξ αμελείας παραπλανητικές πληροφορίες που ενδέχεται να επηρεάσουν ουσιωδώς τις αποφάσεις που αφορούν τον αποκλεισμό, την επιλογή ή την ανάθεση.
Διευκρινίσεις: Οι περιπτώσεις (β, γ, η) δεν είναι καινοφανείς. Υπάρχουν ήδη ως επιλογές της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ , η οποία ενσωματώθηκε στην εθνική έννομη με τη »μεταφορά» της σχετικής διακριτικής ευχέρειας στις αναθέτουσες αρχές/αναθετόντες φορείς, ήτοι αποτελούν στο ισχύον θεσμικό πλαίσιο , με το οποίο ενσωματώθηκε η ως άνω Οδηγία, μη υποχρεωτικούς καταρχήν λόγους αποκλεισμού των οικονομικών φορέων από τη συμμετοχή τους στη διαδικασία ανάθεσης δημόσιας σύμβασης, γεγονός το οποίο έρχεται σε αντίφαση με την επιλογή του εθνικού νομοθέτη στα βασικά εθνικά νομοθετήματα που διέπουν τις δημόσιες συμβάσεις προμηθειών και υπηρεσιών , καθώς και τις δημόσιες συμβάσεις έργων , στα οποία οι αντίστοιχοι λόγοι αποκλεισμού θεσπίζονται ως υποχρεωτικοί για τις αναθέτουσες αρχές/αναθέτοντες φορείς.
Οι περιπτώσεις (α, δ, ε, στ, ζ, θ) είναι νέες ρυθμίσεις που εισάγονται για πρώτη φορά με την Οδηγία 2014/24/ΕΕ (άρθρο 57 παρ. 4).
Η δυνατότητα χρήσης των ως άνω (α-θ) περιπτώσεων ως λόγων αποκλεισμού προβλέπεται ρητά και στην Οδηγία 2014/25/ΕΕ και αφορά σε όλες τις διαδικασίες ανάθεσης (σύστημα προεπιλογής, ανοικτές διαδικασίες, κλειστές διαδικασίες, διαδικασίες με διαπραγμάτευση, ανταγωνιστικούς διαλόγους ή συμπράξεις καινοτομίας).