• Σχόλιο του χρήστη 'Γιώργος Λιανός' | 3 Δεκεμβρίου 2014, 17:43

    Πολλές από τις διατάξεις του άρθρου 27 του σχεδίου του νέου αθλητικού νόμου που αφορούν στα κωλύματα όσων ασχολούνται με τον αθλητισμό είναι κατά την άποψή μου αντισυνταγματικές. Η προσθήκη στα κωλύματα της αμετάκλητης καταδίκης για πλημμέλημα που τελέστηκε από δόλο, σε ποινή φυλάκισης τουλάχιστον έξι (6)μηνών (περ. β΄), είναι κατά την άποψή μου αντισυνταγματική, διότι με τον τρόπο αυτό θα αφαιρεθεί το δικαίωμα συμμετοχής σε αθλητικά σωματεία, αθλητικές ενώσεις και αθλητικές ομοσπονδίες από πρόσωπα που είναι δυνατόν να καταδικαστούν για συμπεριφορές που συναντώνται συχνά στον αθλητισμό (π.χ. μια αξιολογική κρίση κάποιου αθλητικού παράγοντα σε κάποιο δημοσίευμα για σχολιασμό του αθλητικού γίγνεσθαι είναι δυνατόν να προκαλέσει την καταδίκη του για συκοφαντική δυσφήμηση, η οποία τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών). Η προσθήκη στα κωλύματα της άσκησης ποινικής δίωξης για οποιοδήποτε κακούργημα (περ. γ΄) είναι καταφανώς αντίθετη με το υπερνομοθετικής ισχύος τεκμήριο της αθωότητας (άρθρο 6 παρ. 2 ΕΣΔΑ, άρθρο 2 παρ. 1 Σ κλπ). Ο προβληματισμός της αντισυνταγματικότητας της διάταξης (άρθρο 3 παρ. 1 περ. β΄ ν. 2725/1999) που καθιερώνει κώλυμα συμμετοχής σε αθλητικό σωματείο, αθλητική ένωση και αθλητική ομοσπονδία για πρόσωπα που έχουν παραπεμφθεί στο δικαστήριο για κακούργημα με κλητήριο θέσπισμα έχει ήδη απασχολήσει και τη θεωρία και τη νομολογία (ΑΘΛΟΣ, 2000-2001, σελ. 17 επ.), είναι δε προφανές ότι η αντισυνταγματικότητα ενός τέτοιου περιορισμού είναι ακόμα πιο προφανής (a fortiori) σε περίπτωση που δεν υπάρχει καν κλητήριο θέσπισμα για παραπομπή στο δικαστήριο παρά μόνο άσκηση ποινικής δίωξης! Μια τέτοια ρύθμιση αποτελεί μεταχείριση του κατηγορούμενου ως ενόχου μέχρις αποδείξεως της αθωότητάς του, η οποία είναι προφανέστατα αντίθετη με τις θεμελιώδεις αξιολογήσεις του συνταγματικού νομοθέτη. Ως εκ τούτου, οι διατάξεις του άρθρου 1 περ. γ΄ και ζ΄ και των άρθρων 2 και 3 πρέπει κατά την άποψή μου να διαγραφούν/απαλειφθούν από το σχέδιο. Επίσης, η διάταξη του άρθρου 1 περ. ζ΄ («όποιος από τη θέση στην οποία βρίσκεται, ή λόγω της ιδιότητας την οποία κατέχει, έχει τη δυνατότητα να επηρεάσει τη γνησιότητα και τη διαφάνεια των αποτελεσμάτων αθλητικών συναντήσεων ή να συμβάλει με οποιοδήποτε τρόπο στη χειραγώγηση των αποτελεσμάτων τους για λόγους παράνομου στοιχηματισμού») είναι παντελώς αόριστη και επιδεκτική τυχόν αυθαίρετης ερμηνείας, γεγονός ασυμβίβαστο με τη φύση του κωλύματος. Θεωρώ ότι θα πρέπει να ορίζεται συγκεκριμένα ποιος θεωρείται ότι «έχει τη δυνατότητα να επηρεάσει τη γνησιότητα των αποτελεσμάτων των αθλητικών συναντήσεων», καθώς υπό την ευρεία αυτή διατύπωση «τη δυνατότητα να επηρεάσουν» τη γνησιότητα των αποτελεσμάτων των αθλητικών συναντήσεων (ανεξάρτητα αν την επηρεάζουν στην πραγματικότητα) έχουν όλοι οι Πρόεδροι όλων των σωματείων και όλων εν γένει των ομάδων. Τέλος, θα πρέπει να διευκρινιστεί τι συμβαίνει αν ούτε ο Γενικός Γραμματέας Αθλητισμού εκδίδει την απαιτούμενη διαπιστωτική πράξη για την αυτοδίκαιη έκπτωση. Στην περίπτωση αυτή θα μπορεί να προσβληθεί η μη έκδοση της διαπιστωτικής πράξης ως παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας;