Αρχική Ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2017/1564Άρθρο 3 Ορισμοί (άρθρο 2 της Οδηγίας (ΕΕ) 2017/1564)Σχόλιο του χρήστη ΟΣΔΕΛ | 10 Δεκεμβρίου 2019, 18:35
Υπουργείο Πολιτισμού Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Αξιότιμη κυρία Υπουργέ Ο ΟΣΔΕΛ (οργανισμός συλλογικής διαχείρισης έργων του λόγου) έχει ως αντικείμενο τη συλλογική διαχείριση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας περισσότερων από 7.000 συγγραφέων, δημοσιογράφων, μεταφραστών και εκδοτών βιβλίων, εφημερίδων και περιοδικών. Είναι μέλος της διεθνούς ένωσης IFRRO και μέσω συμβάσεων αμοιβαιότητας εκπροσωπεί στην Ελλάδα δικαιώματα του συνόλου των αλλοδαπών δημιουργών και εκδοτών. Οι oργανισμοί συλλογικής διαχείρισης έργων του λόγου και η διεθνής ένωσή τους IFRRO έχουν μακρά παράδοση συνεργασίας για την διευκόλυνση της πρόσβασης σε έργα του λόγου προσώπων με προβλήματα ανάγνωσης (εντυποανάπηροι) και συμμετέχουν μεταξύ άλλων στο ΔΣ του ABC (Accessible Books Consortium, https://www.accessiblebooksconsortium.org/about/en/) που αποτελεί τη διεθνή πρωτοβουλία ενώσεων εντυποανάπηρων, συγγραφέων, εκδοτών και βιβλιοθηκών για τη διευκόλυνση της προσβασιμότητας σε βιβλία. Στο πλαίσιο της διαβούλευσης του σχεδίου νόμου «Ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2017/1564 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Σεπτεμβρίου 2017 σχετικά «με ορισμένες επιτρεπόμενες χρήσεις ορισμένων προστατευόμενων έργων και άλλων αντικειμένων προστασίας δυνάμει δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων προς όφελος των τυφλών, των αμβλυώπων και των ατόμων με άλλα προβλήματα ανάγνωσης εντύπων κλπ», επισημαίνουμε εξ αρχής ότι έρχεται σε διαβούλευση πάλι ένα νομοσχέδιο που δεν ρυθμίζει ικανοποιητικά τα σχετικά ζητήματα (διασφάλιση της ιδιότητας των επωφελούμενων, αποφυγή παράνομης διακίνησης έργων, εύλογη αμοιβή για τους θιγόμενους δημιουργούς και εκδότες), με αποτέλεσμα να μην επιτυγχάνει την ορθή λειτουργία του θεσμού, δηλαδή την βελτίωση της πρόσβασης των εντυποανάπηρων σε έργα πνευματικής ιδιοκτησίας. Στις περισσότερες χώρες του κόσμου το ζήτημα της προσβασιμότητας αντιμετωπίζεται από κοινού από τους ενδιαφερόμενους δηλαδή τους εντυποανάπηρους, τους δικαιούχους και τις βιβλιοθήκες και με την επεξεργασία και υλοποίηση κοινά αποδεκτών λύσεων και διαδικασιών, και συμπληρωματικά ή υποστηρικτικά προβλέπονται και νομοθετικές λύσεις. Και οι νομοθετικές λύσεις έχουν περισσότερες πιθανότητες να λειτουργήσουν αποτελεσματικά όταν στηρίζονται στην συναίνεση των εμπλεκόμενων πλευρών. Εν προκειμένω δεν έχει ληφθεί υπόψη και δεν έχει ενσωματωθεί η κοινή πρόταση του ΣΕΕΒΙ, του ΟΣΔΕΛ, της Εθνικής Βιβλιοθήκης και του Τμήματος Πληροφορικής του ΕΚΠΑ. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η προτεινόμενη νομοθετική ρύθμιση μεταφέρει τους κανόνες της οδηγίας και της συμφωνίας του Μαρακές, χωρίς όμως να τους εξειδικεύει και να τους προσαρμόζει επαρκώς στην Ελληνική πραγματικότητα. Βασικός νομοθετικός στόχος της ρύθμισης θα πρέπει να είναι η εγκαθίδρυση κλίματος εμπιστοσύνης και ασφάλειας ώστε οι δικαιούχοι να μην διστάζουν να παρέχουν τα έργα τους στους φορείς που έχουν ως αποστολή τους την εξυπηρέτηση των εντυποανάπηρων. Αυτό προϋποθέτει τουλάχιστον διασφάλιση ότι α) οι αρμόδιοι φορείς είναι φερέγγυοι και αξιόπιστοι β) εφαρμόζουν αποδεδειγμένα αποτελεσματικά μέτρα ώστε να αποκλείεται η παράνομη αναπαραγωγή βιβλίων και να αποκλείεται πρόσβαση στα βιβλία από πρόσωπα που δεν είναι επωφελούμενοι. Οι διατάξεις όμως του νομοσχεδίου δεν εγγυώνται κάτι τέτοιο αλλά αντίθετα εγγυμονούν κινδύνους για την παράνομη αναπαραγωγή και για την χρήση των έργων από άτομα μη επωφελούμενα. Επίσης το νομοσχέδιο δυστυχώς δεν προβλέπει την καταβολή εύλογης αμοιβής στους δικαιούχους των έργων που αναπαράγονται και επομένως δεν αναγνωρίζει την βασική αρχή που διέπει το δίκαιο της πνευματικής ιδιοκτησίας δηλαδή την διασφάλιση αμοιβής των δημιουργών και εκδοτών για κάθε χρήση του έργου τους. Α. Το νομοσχέδιο προβλέπει ότι οι εκδότες υποχρεούνται να παρέχουν στους αρμόδιους φορείς σε ψηφιακή μορφή τα αρχεία των έργων υπό την προϋπόθεση ότι τα τηρούν σε ψηφιακή μορφή. Το νομοσχέδιο γενικεύει υπερβολικά την υποχρέωση αυτή με αποτέλεσμα να προκαλεί δυσπιστία και άρνηση συμμόρφωσης στους εκδότες αφού δεν διασφαλίζει ότι το αίτημα που υποβάλλεται από έναν αρμόδιο φορέα στηρίζεται σε υπαρκτές ανάγκες επωφελούμενου. Υπενθυμίζουμε ότι πρόσφατα υπήρξε περίπτωση Πανεπιστημίου της χώρας μας που ζήτησε από εκδότες την παροχή άνω των 100 βιβλίων διαφόρων θεματικών με ένα αίτημα, τα οποία προφανώς δεν ανταποκρίνεται σε υπαρκτές ανάγκες εντυποανάπηρων χωρίς καμία διασφάλιση ή εγγύηση ότι αυτά θα διατεθούν πράγματι σε εντυποανάπηρους για συγκεκριμένες ανάγκες και ότι λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα για την αποφυγή της παράνομης διάθεσης. Άρα πρέπει να προβλεφθεί στο σχέδιο νόμου ότι οι εκδότες υποχρεούνται να παρέχουν στους αρμόδιους φορείς σε ψηφιακή μορφή τα αρχεία των έργων υπό την προϋπόθεση ότι τα τηρούν σε ψηφιακή μορφή και υπό την υπό την προϋπόθεση ότι υφίσταται σχετικό αίτημα από τους επωφελούμενους -εντυποανάπηρους τους οποίους εξυπηρετούν. Β. Επισημαίνεται ότι οι εκδότες ήταν και είναι διατεθημένοι να διευκολύνουν την παραγωγή προσβάσιμων αντιγράφων με την παροχή ψηφιακών αρχείων, εφόσον είναι διαθέσιμα, αλλά μόνον σε ένα πλαίσιο που θα διασφαλίζει τη νόμιμη χρήση αυτών, πλαίσιο που θα πρέπει να συμφωνηθεί από κοινού. Δυστυχώς το σχέδιο νόμου προβλέπει μόνον ότι αρμόδιοι φορείς που προβαίνουν στη δημιουργία αντιγράφων προς όφελος των εντυποανάπηρων, οφείλουν να λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για την αποτροπή της μη εξουσιοδοτημένης αναπαραγωγής, διανομής, παρουσίασης ή διάθεσης στο κοινό αντίγραφων έργων σε προσβάσιμο μορφότυπο, χωρίς όμως να εξειδικευονται τα μέτρα αυτά . Έτσι επαφίεται στην βούληση του κάθε φορέα να επιλέξει εκείνο τα μέτρα που θεωρεί κατάλληλα για την αποτροπή της παράνομης αναπαραγωγής. Τα μέτρα αυτά πρέπει να αφορούν τόσο την πιστοποίηση των επωφελούμενων και την ασφαλή χορήγηση κωδικών, την χρήση υδατογραφημάτων και άλλων τεχνολογικών μέτρων που να αποτρέπουν τη δυνατότητα παράνομης αντιγραφής. Ήδη και στη χώρα μας υπάρχουν φορείς που ακολουθούν σχετικές βέλτιστες πρακτικές και μέτρα που είναι κατάλληλα, αποτελεσματικά και εξυπηρετούν όλους τους παραπάνω στόχους. Θεωρούμε ότι το νομοσχέδιο θα πρέπει να προβλέψει την υιοθέτηση σχετικών μέτρων και να τα καταστήσει υποχρεωτικά για όλους τους αναγνωρισμένους φορείς. Γ. Ενώ το σχέδιο νόμου στο άρθρο 6 προβλέπει ορισμένες υποχρεώσεις για τους επωφελούμενους φορείς δεν προβλέπει τη δυνατότητα των δικαιούχων συγγραφέων και εκδοτών να ζητούν και να λαμβάνουν σχετικές πληροφορίες κατά τακτά χρονικά διαστήματα αναφορικά ιδίως με τον αριθμό και τους τίτλους των βιβλίων που διατίθενται σε εντυποανάπηρους σε μορφή αναγνώσιμη από αυτούς. Συνεπώς δημιουργείται μεγάλος κίνδυνος αυθαιρεσιών από πλευρά των φορέων σε βάρος των εκδοτών και των συγγραφέων. Άρα στο σχέδιο νόμου πρέπει να προβλεφθεί να έχουν οι εκδότες δικαίωμα λογοδοσίας έναντι όσων προβαίνουν σε αναπαραγωγή ή διάθεση του αντιγράφων στο πλαίσιο της εξαίρεσης για τους εντυποανάπηρους. Δ. Το σχέδιο νόμου εισάγει περιορισμό του πνευματικού δικαιώματος προβλέποντας ρητά ότι δεν οφείλεται αμοιβή στους θιγόμενους δικαιούχους, ενώ σε αντίφαση με τον γενικό κανόνα προβλέπει αποζημίωση και όχι αμοιβή στην περίπτωση των εκπαιδευτικών βιβλίων με έναν όμως εντελώς ασαφή τρόπο. Ως προς την εύλογη αμοιβή, θα πρέπει κατ’ αρχήν να υπογραμμίσουμε ότι η δυνατότητα θέσπισης καταβολής εύλογης αμοιβής προβλέπεται ρητά τόσο στη Συνθήκη του Μαρρακές όσο και στην οδηγία 2017/1564 και ότι άλλες ευρωπαϊκές χώρες όπως η Γερμανία και η Δανία έχουν υιοθετήσει μοντέλα εύλογης αμοιβής σε ανάλογες περιπτώσεις. Κατ΄ αρχήν υπογραμμίζουμε ότι με την παράλειψη πρόβλεψης αμοιβής ακυρώνεται ο δικαιολογητικός λόγος για τον οποίο θεσπίστηκε το δίκαιο της πνευματικής ιδιοκτησίας ήτοι ακριβώς η διασφάλιση αμοιβής των πνευματικών δημιουργών και των πνευματικών δικαιούχων για κάθε χρήση του έργου τους αμοιβή για τον κόπο, γνώση, ταλέντο και κεφάλαια που επενδύουν στη δημιουργία των έργων τους . Η καταβολή λοιπόν της εύλογης αμοιβή λοιπόν πλευράς του κράτους και των αρμόδιων φορέων που αναφέρονται στο νομοσχέδιο , προς τον δημιουργό και τον εκδότη για να συνεχίσουν να δημιουργούν και να εκδίδουν αποτελεί θέμα αρχής. Πρέπει να σημειωθεί ότι εάν δεν προβλεφθεί αμοιβή ο κλάδος των συγγραφέων και εκδοτών θα είναι ίσως ο μοναδικός κλάδος που θα καλείται να αναλάβει μόνος του να προμηθεύσει τα προϊόντα του δωρεάν, χωρίς κανένα αντάλλαγμα στους εντυποανάπηρους για να απαλλαχθεί έτσι το Κράτος από τη σχετική υποχρέωση κοινωνικής πολιτικής. Πρόκειται λοιπόν αναμφισβήτητα για μία λανθασμένη επιλογή, όταν μάλιστα το κράτος έχει αναλάβει να παρέχει δωρεάν παιδεία και μάλιστα να παρέχει με δικά του μέσα και με δική του χρηματοδότηση δωρεάν συγγράμματα σε σπουδαστές και φοιτητές που δεν πάσχουν από κανενός είδους αναπηρία. Τέλος θα πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι η υποχρέωση καταβολής εύλογης αμοιβής δεν πρέπει να βαρύνει τους ίδιους τους εντυποανάπηρους ούτε ήταν ποτέ η πρόθεση δημιουργών και εκδοτών να γίνει κάτι τέτοιο. Συνεπώς θα πρέπει οπωσδήποτε να ρυθμισθεί με το νομοσχέδιο η καταβολή της εύλογης αμοιβής. Σχετικά με την αποζημίωση που προβλέπεται στο άρθρο 7 του νομοσχεδίου για την αναπαραγωγή των εκπαιδευτικών συγγραμμάτων δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, η ρύθμιση αυτή είναι εντελώς αόριστη και συνεπώς δεν εξασφαλίζει την καταβολή δίκαιης αμοιβής. Για αυτόν τον λόγο προτείνουμε να προβλεφθεί για την αναπαραγωγή των έργων αυτών η υποχρέωση καταβολής αμοιβής των δικαιούχων συγγραφέων εκδοτών, η οποία θα αντιστοιχεί στο αντίτιμο το οποίο καταβάλει το Δημόσιο για την αγορά του αντίστοιχου βιβλίου σε φυσική μορφή για τη δωρεάν διάθεσή του στους φοιτητές. Οι όροι και οι λεπτομέρειες σχετικά με την καταβολή της αμοιβής είναι σκόπιμο να ορισθούν με Απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού.