Άρθρο 69
Καταργούμενες και λοιπές ρυθμίσεις
1. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργείται κάθε διάταξη που αντίκειται στον νόμο αυτό ή αναφέρεται σε θέματα που ρυθμίζονται με τον νόμο αυτόν. Ειδικότερα καταργούνται τα άρθρα 54 έως 58 ν. 2121/1993 με την επιφύλαξη της παραγράφου 6 του άρθρου 57 του παρόντος νόμου, η παράγραφος 6 του άρθρου 49, και η παράγραφος 3 του άρθρου 72 ν. 2121/1993.
2.Η παράγραφος 3 του άρθρου 18 ν. 2121/1993 τροποποιείται ως εξής:
α. Το πρώτο εδάφιό της τροποποιείται ως εξής: «3. Εάν για την ελεύθερη αναπαραγωγή του έργου για ιδιωτική χρήση χρησιμοποιούνται τεχνικά μέσα, όπως (συσκευές εγγραφής ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, ηλεκτρονικοί υπολογιστές, συσκευές ή εξαρτήματα μη ενσωματωμένα ή ενσωματώσιμα στην κύρια μονάδα ηλεκτρονικών υπολογιστών που λειτουργούν σε συνάρτηση με αυτούς και χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την ψηφιακή αντιγραφή ή για την ψηφιακή μετεγγραφή από ή προς αναλογικά μέσα (εξαιρουμένων των εκτυπωτών), μαγνητικές ταινίες ή άλλοι υλικοί φορείς πρόσφοροι για την αναπαραγωγή ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, συμπεριλαμβανομένων των υλικών φορέων ψηφιακής αντιγραφής – όπως CD-RW, CD-R, φορητοί οπτικοί μαγνητικοί δίσκοι χωρητικότητας άνω των 100 εκατομμυρίων ψηφίων (άνω των 100 Mbytes), αποθηκευτικά μέσα/ δισκέτες κάτω των 100 εκατομμυρίων ψηφίων (κάτω των 100 Mbytes) φωτοτυπικά μηχανήματα, χαρτί κατάλληλο για φωτοτυπίες, οφείλεται εύλογη αμοιβή στον δημιουργό του έργου και στους κατά την παρούσα διάταξη δικαιούχους συγγενικών δικαιωμάτων, εξαιρουμένων των προς εξαγωγή ειδών.»
β. Προστίθενται νέο δεύτερο και τρίτο εδάφιο ως εξής:
«Η αμοιβή για τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές ορίζεται σε 2% της αξίας τους. Η κατανομή των ποσοστών της εύλογης αμοιβής του προηγουμένου εδαφίου στους οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης τής κάθε κατηγορίας ή υποκατηγορίας δικαιούχων, ο τρόπος είσπραξης και καταβολής, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια καθορίζονται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 11 του παρόντος άρθρου.» γ. Το δεύτερο, τρίτο, τέταρτο, πέμπτο και έκτο εδάφιο αναριθμούνται σε τέταρτο, πέμπτο, έκτο, έβδομο και όγδοο αντίστοιχα.
3. Το άρθρο 35 ν. 2121/1993 τροποποιείται ως εξής: α. Στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 διαγράφεται η φράση «που ρυθμίζονται στο άρθρο 56 του παρόντος νόμου». β. Προστίθενται οι παράγραφοι 5 έως 8 ως ακολούθως: «5. Το δικαίωμα του δημιουργού να παρέχει άδεια ή να αρνείται την παροχή αδείας σε επιχείρηση εκμετάλλευσης καλωδιακού δικτύου για την αναμετάδοση εκπομπής μέσω καλωδίου ασκείται μόνο μέσω οργανισμών συλλογικής διαχείρισης. Όταν ο δημιουργός δεν έχει αναθέσει τη διαχείριση του δικαιώματος καλωδιακής αναμετάδοσης σε οργανισμό συλλογικής διαχείρισης, ο οργανισμός συλλογικής διαχείρισης που έχει αναλάβει με έγκριση του Υπουργείου Πολιτισμού τη διαχείριση των δικαιωμάτων της αυτής κατηγορίας μπορεί να διαχειρίζεται το δικαίωμα καλωδιακής αναμετάδοσης. Όταν υπάρχουν περισσότεροι από ένας οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης για τα δικαιώματα της αυτής κατηγορίας, ο δημιουργός είναι ελεύθερος να επιλέξει μεταξύ τους τον οργανισμό συλλογικής διαχείρισης, τον οποίο εξουσιοδοτεί να διαχειρίζεται το δικαίωμα καλωδιακής αναμετάδοσης. Ο δημιουργός που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο έχει τα ίδια δικαιώματα και τις ίδιες υποχρεώσεις με τους δικαιούχους που έχουν αναθέσει τη διαχείριση στον οργανισμό και μπορεί να αξιώσει τα δικαιώματα αυτά μέσα σε διάστημα τριών (3) ετών από την ημερομηνία της καλωδιακής αναμετάδοσης του έργου. 6. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου δεν εφαρμόζονται στα δικαιώματα που ασκούνται από ραδιοτηλεοπτικό οργανισμό, όσον αφορά στις δικές του μεταδόσεις, ανεξάρτητα από το αν τα σχετικά δικαιώματα είναι δικά του ή του έχουν μεταβιβαστεί από άλλους δημιουργούς ή άλλους δικαιούχους.
7. Προκειμένου για δευτερεύουσα σύγχρονη, ακέραιη και αμετάβλητη μετάδοση ραδιοτηλεοπτικών προγραμμάτων μέσω καλωδίων ή άλλων υλικών αγωγών, η συλλογική διαχείριση της σχετικής εξουσίας των δημιουργών είναι υποχρεωτική.
8. Οι διατάξεις των παραγράφων 5 έως 8 εφαρμόζονται αναλόγως στη διαχείριση και την προστασία των συγγενικών δικαιωμάτων που ρυθμίζονται από το όγδοο κεφάλαιο του ν. 2121/1993.» 4. Στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 46 ν. 2121/1993 αντικαθίσταται η φράση «κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 54 και 58 του παρόντος νόμου» με τη φράση «κατά τα οριζόμενα στον νόμο για τη συλλογική διαχείριση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων, χορήγηση πολυεδαφικών αδειών για επιγραμμικές χρήσεις μουσικών έργων στην εσωτερική αγορά και άλλα πολιτιστικά θέματα». 5. Στις παραγράφους 2 και 4 του άρθρου 49 ν. 2121/1993 αντικαθίσταται η φράση «τα άρθρα 54 έως 58 του παρόντος νόμου» με τη φράση «τον νόμο για τη συλλογική διαχείριση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων, χορήγηση πολυεδαφικών αδειών για επιγραμμικές χρήσεις μουσικών έργων στην εσωτερική αγορά και άλλα πολιτιστικά θέματα».
6 Τροποποιείται η παράγραφος 2 του άρθρου 63 ν. 2121/1993 και προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής:
«Εάν το εκτελούμενο ρεπερτόριο δεν έχει ανατεθεί σε οργανισμό συλλογικής διαχείρισης, για τη χορήγηση τής ως άνω άδειας του Δήμου αρκεί η προσκόμιση υπεύθυνης δήλωσης περί μη εκτέλεσης εκπροσωπούμενου από οργανισμό συλλογικής διαχείρισης ρεπερτορίου, το περιεχόμενο της οποίας καθορίζεται από τον ΟΠΙ.»
7. Τροποποιείται το άρθρο 65Α ν. 2121/1993 ως εξής:
α. Προστίθεται «ή συγγενικών δικαιωμάτων» μετά το «αντικείμενο πνευματικής ιδιοκτησίας» στο πρώτο εδάφιο της δεύτερης παραγράφου. β. Προστίθεται τρίτη παράγραφος ως εξής: «3. Όποιος χωρίς δικαίωμα και κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόμου προβαίνει σε αναπαραγωγή φωνογραφημάτων αποθηκευμένων σε οποιοδήποτε τεχνικό μέσο αποθήκευσης, συμπεριλαμβανομένων των σκληρών δίσκων ενσωματωμένων ή μη σε ηλεκτρονικό υπολογιστή, υπόκειται σε διοικητικό πρόστιμο ίσο με χίλια (1.000) ευρώ.»
γ. Αναριθμούνται οι επόμενες παράγραφοι σε 4, 5 και 6 αντίστοιχα.
8. Προστίθεται άρθρο 66Εμε τίτλο «Κυρώσεις για προσβολές δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων στο διαδίκτυο» ως εξής:
1. Σε περίπτωση προσβολής δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας ή/και συγγενικών δικαιωμάτων τελούμενης στο διαδίκτυο, ο δικαιούχος δύναται να τηρήσει την περιγραφόμενη στο παρόν άρθρο διαδικασία. Η παρούσα διαδικασία δεν εφαρμόζεται κατά τελικών χρηστών για προσβολές που τελούνται δια της τηλεφόρτωσης έργων (downloading) ή δια της ρευμάτωσης δεδομένων συνεχούς ροής (streaming) ή σε περιπτώσεις ανταλλαγής αρχείων μέσω ομότιμων δικτύων (peer to peer), οι οποίες επιτρέπουν την απευθείας ανταλλαγή μεταξύ τελικών χρηστών έργων σε ψηφιακή μορφή ή σε περιπτώσεις παροχής υπηρεσιών αποθήκευσης δεδομένων με την τεχνική υπολογιστικού νέφους (cloud computing). Η παρούσα διαδικασία δεν θίγει την προβλεπoμένη από τον Κανονισμό Διαχείρισης και Εκχώρησης Ονομάτων Χώρου (Domain Names) με κατάληξη .gr της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών & Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ), όπως ισχύει.
2. Για την υλοποίηση της διαδικασίας που προβλέπεται στο παρόν άρθρο, αρμόδια είναι η Επιτροπή για τη γνωστοποίηση διαδικτυακής προσβολής δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων (εφεξής Επιτροπή), η οποία ιδρύεται με το παρόν άρθρο, έχουσα τον χαρακτήρα συλλογικού διοικητικού οργάνου. Η Επιτροπή είναι πενταμελής και συνεπικουρείται από το προσωπικό του ΟΠΙ. Η Επιτροπή αποτελείται από τον Πρόεδρο του ΟΠΙ, τον Διευθυντή του ΟΠΙ, έναν εκπρόσωπο της ΕΕΤΤ, που θα τον ορίζει ο Πρόεδρος της ΕΕΤΤ, έναν δικαστή του Αρείου Πάγου και έναν δικαστή του Συμβουλίου της Επικρατείας. Ο Πρόεδρος της Επιτροπής είναι ο Πρόεδρος του ΟΠΙ και χρέη γραμματέα ασκεί υπάλληλος του ΟΠΙ που διορίζεται με απόφαση του διευθυντή του ΟΠΙ. Τα μέλη της και οι ισάριθμοι αναπληρωτές τους διορίζονται από τον Υπουργό Πολιτισμού με τριετή θητεία. Οι λεπτομέρειες συγκρότησης, λειτουργίας, αρμοδιοτήτων και αμοιβής της Επιτροπής, όπως και κάθε άλλο σχετικό ζήτημα, καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού. Στην ίδια απόφαση καθορίζεται και το τέλος που καταβάλλει ο ενδιαφερόμενος υπέρ του ΟΠΙ μαζί με την αίτησή του στην Επιτροπή ως τέλος εξέτασης της υπόθεσής του. Το τέλος αυτό προκαταβάλλεται και αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση έναρξης της διαδικασίας.
3. Ο δικαιούχος, του οποίου το δικαίωμα προσβάλλεται στο διαδίκτυο, υποβάλλει στην Επιτροπή αίτηση για άρση της προσβολής και παράλειψής της στο μέλλον σύμφωνα με τα κατωτέρω. Συμπληρώνει την ειδικά προδιατυπωμένη αίτηση προς την Επιτροπή (φόρμα αίτησης), η οποία διατίθεται από τον Ο.Π.Ι., και την υποβάλει εγγράφως είτε αυτοπροσώπως είτε ηλεκτρονικά με πιστοποιημένη ηλεκτρονική υπογραφή. Ταυτόχρονα ο δικαιούχος επισυνάπτει κάθε έγγραφο, το οποίο είναι πρόσφορο να αποδείξει το δικαίωμά του και ιδίως, όσα αναφέρονται ως υποχρεωτικά στην προδιατυπωμένη αίτηση.
4. Η Επιτροπή εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από τη λήψη της αίτησης αποφασίζει είτε να συνεχίσει τη διαδικασία είτε να θέσει την υπόθεση στο αρχείο.
5. Η υπόθεση τίθεται στο αρχείο με πράξη της Επιτροπής, η οποία αναφέρει τουλάχιστον έναν από τους ακόλουθους λόγους: α) μη χρήση της προδιατυπωμένης αίτησης, β) έλλειψη επαρκούς πληροφόρησης, γ) ύπαρξη εκκρεμοδικίας μεταξύ των ίδιων μερών ή έκδοση οριστικής απόφασης επί της εξεταζόμενης διαφοράς, δ) έλλειψη αρμοδιότητας, ε) έλλειψη λόγων και επαρκών αποδεικτικών στοιχείων (προδήλως αβάσιμη) και, στ) απόσυρση της καταγγελίας πριν την εξέτασή της.
6. Σε περίπτωση συνέχισης της διαδικασίας η Επιτροπή ενημερώνει εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από τη λήψη της αίτησης τούς παρόχους πρόσβασης στο διαδίκτυο, και, όπου είναι εφικτό, τον πάροχο υπηρεσίας φιλοξενίας και τους διαχειριστές ή/και τους ιδιοκτήτες των αναφερόμενων στην αίτηση ιστοσελίδων, για την έναρξη της διαδικασίας. Η γνωστοποίηση αυτή περιλαμβάνει τουλάχιστον τον ακριβή προσδιορισμό των δικαιωμάτων που υποστηρίζεται ότι προσβάλλονται, τις διατάξεις του νόμου που κατά δήλωση του δικαιούχου παραβιάζονται, περίληψη των γεγονότων και των αποτελεσμάτων της αξιολόγησης των αποδεικτικών στοιχείων, το αρμόδιο πρόσωπο προς το οποίο μπορούν να υποβληθούν αντιρρήσεις, τους όρους τερματισμού της διαδικασίας και αναφορά της δυνατότητας εκούσιας συμμόρφωσης των εμπλεκομένων.
7. Ο αποδέκτης της ως άνω γνωστοποίησης μπορεί να συμμορφωθεί εκουσίως στο αίτημα του αιτούντος ή να λάβει από αυτόν τη σχετική άδεια εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία της λήψης της γνωστοποίησης. Εναλλακτικά μπορεί να υποβάλει αντιρρήσεις εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία της λήψης της γνωστοποίησης αποστέλλοντας ταυτόχρονα όλα τα αποδεικτικά στοιχεία, από τα οποία προκύπτει, ιδίως, ότι δεν υφίσταται προσβολή. Οι προθεσμίες αυτές παρατείνονται ως το διπλάσιο με απόφαση της Επιτροπής. Στην περίπτωση της εκούσιας συμμόρφωσης του αποδέκτη της γνωστοποίησης εκδίδεται απόφαση της Επιτροπής στην οποία αναφέρεται ρητά η οικειοθελής συμμόρφωσή του.
8. Μετά τη λήξη της προθεσμίας για υποβολή αντιρρήσεων και όπου κρίνεται απαραίτητο, η Επιτροπή αιτείται από οποιοδήποτε μέρος την προσκόμιση επιπλέον στοιχείων εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών.
9. Η Επιτροπή εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από τη λήξη των ανωτέρω προθεσμιών εξετάζει την υπόθεση και το αργότερο εντός σαράντα (40) εργάσιμων ημερών από την υποβολή της αίτησης κοινοποιεί στους αποδέκτες της γνωστοποίησης και στον αιτούντα απόφαση με την οποία: α) είτε θέτει την υπόθεση στο αρχείο, στην περίπτωση που δεν πιθανολογείται προσβολή δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας ή/και συγγενικών δικαιωμάτων με αιτιολογημένη πράξη της, β) είτε, στην περίπτωση που αποδεικνύεται προσβολή, εκδίδει αιτιολογημένη απόφασή της, με την οποία καλεί τους αποδέκτες αυτής να συμμορφωθούν με αυτήν εντός προθεσμίας όχι μεγαλύτερης των τριών (3) εργάσιμων ημερών από την επίδοσή της προς αυτούς.
10. Η Επιτροπή με την απόφασή της καλεί τους αποδέκτες της γνωστοποίησης ή να απομακρύνουν το περιεχόμενο από την ιστοσελίδα στην οποία αυτό προσβάλλεται ή να διακόψουν την πρόσβαση σε αυτό ή τους καλεί στη λήψη οποιουδήποτε άλλου μέτρου κρίνει η Επιτροπή πρόσφορο.
11. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς το διατακτικό της απόφασης η Επιτροπή επιβάλλει πρόστιμο ποσού 500€ έως 1000€ για κάθε ημέρα μη συμμόρφωσης. Μεταξύ των κριτηρίων που λαμβάνονται υπόψη είναι η βαρύτητα της προσβολής. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Πολιτισμού, καθορίζονται η διαδικασία επιβολής και είσπραξης του προστίμου, οι αρμόδιες υπηρεσίες είσπραξης, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
12. Η έναρξη της διαδικασίας ενώπιον της Επιτροπής δεν αναστέλλει ή άλλως θίγει την άσκηση αξιώσεων για την ίδια διαφορά ενώπιον της δικαιοσύνης. Ωστόσο, σε περίπτωση που υπάρξει προσφυγή από τον ίδιο αιτούντα με το αυτό αίτημα ενώπιον της δικαιοσύνης, η υπόθεση τίθεται στο αρχείο από την Επιτροπή σύμφωνα με το στοιχείο γ της παραγράφου 5. Ομοίως, η έκδοση απόφασης από την Επιτροπή δεν στερεί από τα εμπλεκόμενα μέρη το δικαίωμα να διεκδικήσουν την προστασία των έννομων συμφερόντων τους ενώπιον της δικαιοσύνης.
13. Κατά των αποφάσεων της Επιτροπής μπορεί να ασκηθεί προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης. Η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής και η άσκησή της δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της απόφασης, εκτός, εάν μετά από αίτηση του προσφεύγοντος το δικαστήριο την αναστείλει εν όλω ή εν μέρει. Η προσφυγή εκδικάζεται μέσα σε προθεσμία δύο (2) μηνών από την κατάθεσή της και εκδίδεται απόφαση εντός τεσσάρων (4) μηνών από την εκδίκασή της. Αναβολή χωρεί μόνο για μια φορά και για σπουδαίο λόγο. Η μετ’ αναβολή συζήτηση επαναπροσδιορίζεται εντός ενός μηνός από την αρχική δικάσιμο. Κατά της απόφασης του Διοικητικού Εφετείου χωρεί αίτηση αναίρεσης ενώπιον του ΣτΕ, η οποία εκδικάζεται εντός τριών (3) μηνών από την κατάθεση της αίτησης, ενώ η σχετική απόφαση εκδίδεται εντός (4) τεσσάρων μηνών από τη συζήτηση.»
9. Τροποποιείται το άρθρο 66 ν. 2121/1993 ως εξής: α. Τροποποιούνται οι παράγραφοι 10 και 11 στις οποίες αντικαθίσταται η φράση «έχει ως αποτέλεσμα την άρση του αξιοποίνου» με τη φράση «συνεπάγεται τη μη άσκηση της ποινικής δίωξης και την κατάργηση της τυχόν αρξάμενης». β. Προστίθεται παράγραφος 12 με το εξής περιεχόμενο: «12. Όταν το αντικείμενο της προσβολής αφορά σε φωνογραφήματα αποθηκευμένα σε οποιοδήποτε τεχνικό μέσο αποθήκευσης η κατά τη διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 65Α και υπό τους προβλεπόμενους όρους, ανεπιφύλακτη καταβολή του διοικητικού προστίμου από τον δράστη συνεπάγεται τη μη άσκηση της ποινικής δίωξης και την κατάργηση της τυχόν αρξάμενης, όταν η προσβολή αφορά μέχρι χίλια (1.000) τραγούδια ή μουσικές συνθέσεις.»
γ. Αναριθμούνται οι επόμενες παράγραφοι σε 13 και 14 αντίστοιχα.
10. Αντικαθίσταται η παράγραφος 1 του άρθρου 69 ν. 2121/1993 ως ακολούθως: «1. Ιδρύεται νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με έδρα την Αθήνα και επωνυμία Οργανισμός Πνευματικής Ιδιοκτησίας (ΟΠΙ), που εποπτεύεται από το Υπουργείο Πολιτισμού, με σκοπό την προστασία των πνευματικών δημιουργών και δικαιούχων συγγενικών δικαιωμάτων, την εποπτεία των οργανισμών συλλογικής διαχείρισης, την εφαρμογή του παρόντος νόμου, του νόμου για τη συλλογική διαχείριση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων και για τη χορήγηση πολυεδαφικών αδειών για επιγραμμικές χρήσεις μουσικών έργων και των συναφών διεθνών συμβάσεων, τη νομοπαρασκευαστική εργασία σε θέματα πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων και γενικά την εκπροσώπηση της Ελλάδας σε όλους τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς, καθώς και στα Όργανα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Ο ΟΠΙ μπορεί επίσης να διοργανώνει κάθε είδους σεμινάρια με σκοπό την επιμόρφωση και ενημέρωση των δικαστών, δικηγόρων, διοικητικών υπαλλήλων, δημιουργών, δικαιούχων συγγενικών δικαιωμάτων, φοιτητών και σπουδαστών για θέματα πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων. Ο ΟΠΙ σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να έχει ως σκοπό τη συλλογική διαχείριση των δικαιωμάτων σύμφωνα με τον νόμο για τη συλλογική διαχείριση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων.» 11. Το άρθρο 71 ν. 2121/1993 τροποποιείται ως εξής: α. Στην παράγραφο 3 αντικαθίσταται η φράση «57 παρ. 8 και 9» με τη φράση «παρ. 5 έως 8». β. Προστίθεται παράγραφος 11 ως εξής:
«11. Ο νόμος για τη συλλογική διαχείριση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων, χορήγηση πολυεδαφικών αδειών για επιγραμμικές χρήσεις μουσικών έργων στην εσωτερική αγορά και άλλα πολιτιστικά θέματα αποτελεί εφαρμογή της Οδηγίας 2014/26/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 για τη συλλογική διαχείριση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων καθώς και τη χορήγηση πολυεδαφικών αδειών για επιγραμμικές χρήσεις μουσικών έργων στην εσωτερική αγορά, η οποία κατάργησε τα άρθρα 54 έως 58, την παράγραφο 6 του άρθρου 49 και την παράγραφο 3 του άρθρου 72.»
12. Προστίθεται μετά την παράγραφο 1β του άρθρου 4 του ν. 2225/1994 (ΦΕΚ Α’ 121), όπως ισχύει, παράγραφος 1γ ως εξής: «1γ. Επιτρέπεται, επίσης, η άρση του απορρήτου για τη διακρίβωση της προσβολής δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων σε μορφή κακουργήματος, που προβλέπονται στον ν. 2121/1993 (ΦΕΚ Α’ 25), όπως κάθε φορά ισχύει». 13. Καταργείται το π.δ. 42/2015 «Διοικητικό πρόστιμο σε οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης ή/και προστασίας» (ΦΕΚ Α/71/3.7.2015).
14. Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου λήγει αυτοδικαίως η θητεία τυχόν αναπληρωτών διευθυντών του εδαφίου δ’ της καταργούμενης με το άρθρο 61 του παρόντος παραγράφου 15 του αρ. 3 του Ν.2273/1994.
ΑΡΘΡΟ 69
Α. Βλέπουμε κατ’ αρχήν θετική την ρητή αναφορά και ένταξη των ηλεκτρονικών υπολογιστών στο άρθρο 18 του Ν. 2121/1993. Η άδικη κατάργηση της αμοιβής επί της αξίας εισαγωγής των ηλεκτρονικών υπολογιστών με τον Ν. 3049/2002 είχε ως αποτέλεσμα την οικονομική και ηθική βλάβη των πνευματικών δημιουργών αφού διαμέσου των ηλεκτρονικών υπολογιστών πραγματοποιείτο αναμφίβολα αναπαραγωγή πνευματικών έργων για ιδιωτική χρήση. Από το 2002 όμως και ύστερα η αναπαραγωγή πνευματικού έργου για ιδιωτική χρήση διαμέσου των ηλεκτρονικών υπολογιστών έχει διευρυνθεί σε τεράστιο βαθμό και σήμερα ο ηλεκτρονικός υπολογιστής αποτελεί το προσφορότερο τεχνικό μέσο αναπαραγωγής πνευματικών έργων για ιδιωτική χρήση. Γι’ αυτό και με το ν.3905/2010 η απαρίθμηση των μέσων στο άρθρο 18 έγινε ενδεικτική και συνεπώς έκτοτε οι ηλεκτρονικές υπολογιστές (όπως και τα κινητά και οι ταμπλέτες) υπάγονται στην κατηγορία των τεχνικών μέσων του 6%. Περαιτέρω επισημαίνουμε ότι οι τιμές των ηλεκτρονικών υπολογιστών έχουν μειωθεί κατακόρυφα τα τελευταία χρόνια και σήμερα η πλειοψηφία των υπολογιστών πωλείται σε τιμές 80 έως 150 Ευρώ. Συνεπώς, οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές πρέπει να παραμείνουν στην κατηγορία των τεχνικών μέσων στα οποία η αμοιβή ορίζεται σε 6%. Τέλος πρέπει να επισημανθεί ότι με τα ψηφιακά μέσα αναπαράγονται για ιδιωτική χρήση έργα όλων των κατηγοριών μεταξύ των οποίων έντυπα κείμενα, εικόνες, φωτογραφίες, μουσικά έργα, οπτικοακουστικά έργα κλπ. Συνεπώς η διανομή της εύλογης αμοιβής που εισπράττεται από τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, τις ταμπλέτες, τα κινητά τηλέφωνα και τα ψηφιακά αποθηκευτικά μέσα θα πρέπει να διανέμεται σε όλες τις κατηγορίες των δικαιούχων συμπεριλαμβανομένων των συγγραφέων και των εκδοτών. Εντελώς αδικαιολόγητη είναι η εξαίρεση των εκτυπωτών από την υποχρέωση καταβολής εύλογης αμοιβής αφού είναι το κατ’ εξοχήν μέσο με το οποίο αναπαράγονται έργα του λόγου και εικόνες-φωτογραφίες. Στις περισσότερες χώρες της ΕΕ οι εκτυπωτές υπάγονται στην υποχρέωση καταβολής εύλογης αμοιβής και πρέπει να επανέλθουν και στην ελληνική ρύθμιση.
Β. Με τις ισχύουσες διατάξεις δεν υπάρχει πρόβλεψη γενικής υποχρέωσης ενημέρωσης – δήλωσης όσων προβαίνουν στην εισαγωγή ή κατασκευή των ειδών που υπάγονται στον θεσμό της εύλογης αμοιβής. Υποχρέωση υποβολής δήλωσης έχουν μόνον όσοι προσκληθούν σχετικά εγγράφως από τους δικαιούχους Οργανισμούς. Αυτό το κενό του νόμου έχει ως αποτέλεσμα κάποιοι εισαγωγείς να επωφελούνται και να αναβάλλεται η υποχρέωσή τους μέχρι να τους εντοπίσουν οι Οργανισμοί. Στην περίπτωση μάλιστα που κάποιοι περιστασιακά και μόνον εισάγουν είναι πολύ δύσκολο για τους Οργανισμούς να τους εντοπίσουν. Πρέπει να σημειωθεί ότι η καθολική εφαρμογή του νόμου και η εξασφάλιση με τον τρόπο αυτόν ίσων όρων ανταγωνισμού καθώς και η αποφυγή στρεβλώσεων στην αγορά, αποτελεί πάγιο αίτημα και των εισαγωγέων – κατασκευαστών που ήδη συμβάλλονται με τους Οργανισμούς και καταβάλλουν με συνέπεια την εύλογη αμοιβή.
Άρα η πρότασή μας είναι αφενός να προβλεφθεί γενική υποχρέωση δήλωσης όσων προβαίνουν στην εισαγωγή ή κατασκευή των ειδών που υπάγονται στο θεσμό της εύλογης αμοιβής, με επιβολή κυρώσεων στην περίπτωση μη συμμόρφωσης τους και αφετέρου να προβλεφθεί η δυνατότητα των Οργανισμών να λαμβάνουν τη συγκεκριμένη πληροφόρηση για τις εν λόγω εισαγωγές από τις αρμόδιες διευθύνσεις του Υπουργείου Οικονομικών.
Γ. Τέλος σύμφωνα με την πρόσφατη νομολογία του ΔΕΕ θα πρέπει να διασφαλίζεται η επιστροφή της εύλογης αμοιβής σε τελικούς αγοραστές συσκευών που αποδεικνύουν ότι δεν τις χρησιμοποιούν για ιδιωτική χρήση. Παράλληλα για την ενότητα της εφαρμογής του νόμου και επειδή πρακτικά είναι αδύνατον οι εισαγωγείς να γνωρίζουν τους τελικούς αποδέκτες των συσκευών και ιδίως τη χρήση που αυτοί θα κάνουν θα πρέπει να καταβάλουν την εύλογη αμοιβή για το σύνολο των μέσων που εισάγουν και όχι να προβαίνουν σε ex ante εξαίρεση με βάση εκτιμήσεις (όπως έχει κριθεί με τις αποφάσεις του ΔΕΕ στις υποθέσεις Amazon και Copydan). Προτείνουμε να συμπεριληφθεί σχετικά διάταξη που να διασφαλίζει αφενός την καταβολή της αμοιβής για το σύνολο των εισαγόμενων συσκευών και αφετέρου την επιστροφή από τους ΟΣΔ της εύλογης αμοιβής με σύντομες και απλές διαδικασίες σε εκείνους τους τελικούς χρήστες – αποδέκτες των συσκευών που αποδεικνύουν ότι δεν χρησιμοποιούν τις συσκευές για ιδιωτικές αναπαραγωγές.
Ο ΟΤΕ αναγνωρίζει και συμφωνεί στην ανάγκη προστασίας των κατόχων δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας και των νομίμων δικαιούχων χρήσης αυτών από τα συνεχώς αυξανόμενα φαινόμενα πειρατείας.
Ειδικότερα, οι παρατηρήσεις του ΟΤΕ στην παρ. 8 (προσθήκη άρθρου 66Ε) του άρθρου 69 του υπό διαβούλευση σχεδίου νόμου έχουν ως εξής:
Το ζήτημα της επιβολής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας είναι σε τρέχουσα διαβούλευση σε κοινοτικό επίπεδο (βλ. http://ec.europa.eu/growth/tools-databases/ newsroom/cf/itemdetail.cfm?item_id=8580, αλλά και πρόσφατα ολοκληρωθείσα διαβούλευση για “online platforms”), ενώ στο πλαίσιο της «Ψηφιακής Ενιαίας Αγοράς – Digital Single Market» αναμένονται σχετικές νομοθετικές πρωτοβουλίες σύντομα, με κίνδυνο η παρ. 8 του άρθρου 69 του υπό διαβούλευση σχεδίου νόμου, εφόσον ψηφιστεί ως έχει, να μη συμβαδίζει με τις γενικές αρχές του κοινοτικού δικαίου.
Το καθεστώς ευθύνης των παρόχων υπηρεσιών διαδικτύου καθορίζεται στην Οδηγία 2000/13/ΕΚ για το ηλεκτρονικό εμπόριο, όπως αυτή έχει ενσωματωθεί στο εθνικό δίκαιο (ΠΔ 131/2003). Σύμφωνα με τα ανωτέρω νομοθετικά κείμενα, η ενεργητική παρακολούθηση του διαδικτύου γενικά δεν επιτρέπεται και οι μεσάζοντες πάροχοι υπηρεσιών διαδικτύου δεν έχουν γενική υποχρέωση ελέγχου των πληροφοριών που μεταδίδουν ή αποθηκεύουν προσωρινά, ούτε γενική υποχρέωση δραστήριας αναζήτησης γεγονότων ή περιστάσεων που δείχνουν ότι πρόκειται για παράνομες δραστηριότητες.
Στο πλαίσιο αυτό, θεωρούμε ότι οι προτεινόμενες διατάξεις της παρ. 8 (προσθήκη άρθρου 66Ε) του άρθρου 69 του υπό διαβούλευση σχεδίου δεν λαμβάνουν υπόψη τις βασικές αρχές λειτουργίας των παρόχων υπηρεσιών διαδικτύου όπως αυτές έχουν παγιωθεί από την ευρωπαϊκή και ελληνική νομοθεσία αλλά και τις σχετικές Αποφάσεις του Δικαστηρίου ΕΕ (ενδεικτικά Louis Vuitton v. Google, L’ Oreal v. eBay, Promusicae v. Telefonica, Sotiris Papasavvas case of 2014). Επιπλέον μεταθέτουν ευθύνες και υποχρεώσεις στους παρόχους υπηρεσιών διαδικτύου που δεν τους αναλογούν, καθώς αυτοί παρέχουν μόνο την τεχνική δυνατότητα πρόσβασης στο διαδίκτυο (βλ. αιτ. σκέψη 42 Οδηγίας για το ηλεκτρονικό εμπόριο “οι δραστηριότητες αυτές έχουν εντελώς τεχνικό, αυτόματο και παθητικό χαρακτήρα, πράγμα που συνεπάγεται ότι ο φορέας παροχής υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας ούτε γνωρίζει ούτε ελέγχει τις πληροφορίες που μεταδίδει ή αποθηκεύει»). Kατά συνέπεια, οι πάροχοι υπηρεσιών διαδικτύου δεν είναι δυνατό να καταστούν υπεύθυνοι για το περιεχόμενο στο διαδίκτυο εν γένει, εκτός των περιπτώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 13 του ΠΔ 131/2003.
Περαιτέρω, ήδη προβλέπονται δικαστικοί τρόποι προστασίας των δημιουργών στα άρθρα 64 Α και 65 του νόμου 2121/1993. Επίσης, θεωρούμε ότι η προτεινόμενη Διοικητική Επιτροπή δεν είναι δυνατό να υποκαταστήσει τη δικαστική κρίση, ιδίως δε όσον αφορά τις νόμιμες υποχρεώσεις των Παρόχων Πρόσβασης στο διαδίκτυο, καθώς ανακύπτουν πλείστα νομικά ζητήματα αναφορικά με την ορθή εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου και των αρχών της αναγκαιότητας, καταλληλότητας και αναλογικότητας κατά τη θέσπιση περιορισμών ατομικών δικαιωμάτων (άρθρο 25 παρ.1 Σ).
Για τους παραπάνω λόγους, προτείνουμε τη διαγραφή του συνόλου της παραγράφου 8 (προσθήκη άρθρου 66Ε), ή έστω τη ριζική αναμόρφωσή της εν ευθέτω χρόνο, κατόπιν διαλόγου με όλα τα εμπλεκόμενα μέρη (πάροχοι περιεχομένου, πάροχοι υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων, κλπ ενδιαφερόμενοι) και λαμβάνοντας υπόψη τις εξελίξεις σε κοινοτικό επίπεδο.
Επικουρικά και μόνο, παραθέτουμε και τις παρακάτω ειδικές παρατηρήσεις:
1) Στο νέο άρθρο 66Ε παρ. 3 προτείνεται α) η διαγραφή της φράσης «παράλειψής της στο μέλλον» καθώς αυτό αντίκειται στην απαίτηση για υποβολή συγκεκριμένων στοιχείων στην αίτηση και β) η προσθήκη μίας φράσης στην τρίτη περίοδο ως εξής: «..Ταυτόχρονα ο δικαιούχος επισυνάπτει κάθε έγγραφο, το οποίο είναι πρόσφορο να αποδείξει το δικαίωμά του και την παράβαση και ιδίως, όσα αναφέρονται ως υποχρεωτικά στην προδιατυπωμένη αίτηση.»
2) Mία απλή γνωστοποίηση (βλ. παρ. 6 και 7 προτεινόμενου άρθρου 66Ε) στους παρόχους διαδικτύου περί της συνέχισης της διαδικασίας άρσης της προσβολής από μόνη της είναι νομικά διάτρητη και σε καμία περίπτωση δεν κατοχυρώνει τους παρόχους διαδικτύου (ISPs) να «συμμορφωθούν εκουσίως» και να παρεμποδίσουν την πρόσβαση σε κατά ισχυρισμό παράνομο περιεχόμενο. Επίσης, δεν είναι κατανοητό γιατί οι πάροχοι διαδικτύου στην περίπτωση που δεν συμμορφωθούν εκουσίως θα πρέπει «να υποβάλουν αντιρρήσεις εντός πέντε εργασίμων ημερών από την ημερομηνία λήψης της γνωστοποίησης αποστέλλοντας ταυτόχρονα όλα τα αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία προκύπτει, ιδίως, ότι δεν υφίσταται προσβολή» όταν αυτοί δεν μπορούν, ούτε και πρέπει να αντικαταστήσουν τις αρμόδιες Αρχές στην αξιολόγηση της νομιμότητας ή όχι του κατά ισχυρισμό παράνομου περιεχομένου. Κατά την άποψή μας η Επιτροπή θα πρέπει να απευθύνεται στους ιδιοκτήτες του κατά ισχυρισμό παράνομου περιεχομένου και δευτερευόντως στους παρόχους φιλοξενίας του κατά ισχυρισμό παράνομου ιστοτόπου (που είναι δυνατό να εντοπιστούν μέσω WHOIS) και όχι στους Παρόχους Πρόσβασης στο διαδίκτυο.
Υπενθυμίζεται ότι η εμπλοκή των Παρόχων Διαδικτύου αντίκειται επίσης στο άρθρο 1 § 1β της Οδηγίας 2009/140/ΕΕ για την προστασία της δικτυακής ουδετερότητας στα δημόσια δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών, το οποίο ενσωματώθηκε στο Ελληνικό δίκαιο με το άρθρο 3 § 2ζ του Ν. 4070/2012. Ο ρόλος των Παρόχων ως Παρόχων Πρόσβασης (Access Providers) είναι καθαρά τεχνικός και μη παρεμβατικός.
3) Όσον αφορά στα μέτρα που καλούνται οι Αποδέκτες της γνωστοποίησης να λάβουν (βλ. παρ. 10 προτεινόμενου άρθρου 66Ε), θεωρούμε ότι δεν είναι ούτε σαφή ούτε πλήρη και ότι πρέπει να προηγηθεί σχετική συζήτηση / διαβούλευση με όλους τους εμπλεκόμενους (π.χ. η διαγραφή αποδεδειγμένα παράνομου περιεχομένου, ενδεχομένως στερεί από τις διωκτικές αρχές αποδεικτικά στοιχεία) και λαμβάνοντας υπόψη τόσο τις δυνατότητες της τεχνολογίας όσο και τις οικονομικές παραμέτρους για την υλοποίηση των μέτρων.
Γενικότερα, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι «η διακοπή της πρόσβασης» αποτελεί κατ’ αρχάς περιορισμό ατομικών δικαιωμάτων, όπως αυτά προβλέπονται στο Σύνταγμα και το νόμο (ιδίως άρθρα 5 Α παρ. 1 και 2, 9 Α Σ , 19 Σ), καθώς και παραβίαση από την πλευρά των Παρόχων των υποχρεώσεων που τους επιβάλλονται δυνάμει της σχετικής νομοθεσίας ή απευθείας από τις εποπτεύουσες αρχές [βλ. σχετικά τους «Όρους Γενικών Αδειών» του Κανονισμού Γενικών Αδειών της ΕΕΤΤ]. Για τον λόγο αυτό περιορισμοί των ως άνω δικαιωμάτων μπορούν να λάβουν χώρα μόνο κατόπιν κρίσης από αρμόδιο Δικαστήριο.
Κατά συνέπεια, θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι χωρίς απόφαση του αρμοδίου οργάνου οι πάροχοι δεν θα υποχρεούνται με κανένα τρόπο στη διακοπή πρόσβασης στη χρήση του διαδικτύου.
Άρθρο 69 παρ. 2 (β) του νσχ, (αφορά την τροποποίηση του άρθρου 18.3 Ν. 2121/1993):
Η προστασία πνευματικών δικαιωμάτων και η δίκαιη αποζημίωση των δικαιούχων αποτελούν πάγια ευρωπαϊκή πολιτική και ουδόλως αποδεικνύεται τώρα ή κατά το παρελθόν ότι απετέλεσαν φραγμό στην οικονομική ανάπτυξη.
Ιδιαίτερα στη Ελλάδα δεν αποδεικνύεται πως η «εύλογη αμοιβή» 2% αποτελεί δήθεν αιτία «υπερφορολόγησης», όπως αβάσιμα ισχυρίζονται οι επιχειρήσεις που είναι υπόχρεες, σε αυτονόητο σεβασμό της Κοινοτικής και της εθνικής νομοθεσίας και σε καταβολή των νόμιμων δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας προς τους ιδιώτες δημιουργούς των οποίων απαλλοτριώνονται τα δικαιώματα επί των έργων τους, με την υποχρεωτική απελευθέρωση της αναπαραγωγής τους προς ιδιωτική χρήση με κάθε πρόσφορο τεχνικό μέσο, όπως είναι ο ηλεκτρονικός υπολογιστής.
Η δίκαιη αποζημίωση των δικαιούχων εύλογης αμοιβής εξ αιτίας της απαλλοτρίωσης των δικαιωμάτων επί των έργων τους αποτελεί βασικό Κοινοτικό κεκτημένο μιας ευρωπαϊκής δημοκρατικής κοινωνίας.
Είναι παντελώς αβάσιμοι, προσχηματικοί και αντιφατικοί οι ισχυρισμοί των επιχειρηματιών εισαγωγής και εμπορίας ηλεκτρονικών υπολογιστών περί δήθεν κινδύνου στρέβλωσης του ανταγωνισμού από παράλληλους εισαγωγείς, σε περίπτωση καταβολής της οφειλόμενης εύλογης αμοιβής επί ηλεκτρονικών υπολογιστών, που άλλωστε είναι επιβεβλημένη ως αποζημίωση των δικαιούχων εξ αιτίας της εύλογης ανεξέλεγκτης χρήσης τους για ιδιωτική αντιγραφή έργων πνευματικής ιδιοκτησίας. Οι ίδιοι επιχειρηματίες διακηρύττουν επί δεκαετίες και στηλιτεύουν την λειτουργία παράλληλων εισαγωγέων στην Ελλάδα, όπως συμβαίνει, όμως, νόμιμα και σε άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ. Άλλωστε, η τιμή λιανικής πώλησης ηλεκτρονικών υπολογιστών (π.χ. από 100 ευρώ με ΦΠΑ) εκ μέρους παράλληλων εισαγωγέων θα μπορούσε να συνιστά και κάποιο μέτρο σύγκρισης κόστους και κέρδους των επίσημων εισαγωγέων ή εγχώριων παραγωγών ηλεκτρονικών υπολογιστών που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα.
Η υποχρέωση καταβολής εύλογης αμοιβής επί της αξίας εισαγωγής ή εγχώριας παραγωγής ηλεκτρονικών υπολογιστών ίσχυε από την ψήφιση του Ν. 2121/1993. Τότε οι δικαιούχοι οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης προς τους οποίους οφείλονταν η εύλογη αμοιβή εκ ποσοστού 2% εκπροσωπούσαν μόνον τις κατηγορίες των συγγραφέων, των εικαστικών, των φωτογράφων, των θεατρικών συγγραφέων και των εκδοτών βιβλίων. Διαπιστώνεται δε πως αποσιωπάται εκ μέρους των εισαγωγέων ότι εύλογη αμοιβή 2% καταβλήθηκε εκ μέρους τους στους αντίστοιχους οργανισμούς για το χρονικό διάστημα έως 9-9-2002.
Η Οδηγία 2001/29 για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας τέθηκε σε ισχύ από 22-12-2002, στα κράτη-μέλη της Ε.Ε. Συνεπώς, η υποχρέωση των εισαγωγέων και εγχώριων παραγωγών για καταβολή εύλογης αμοιβής επί της αξίας εισαγωγής ή εγχώριας παραγωγής των ηλεκτρονικών υπολογιστών, σύμφωνα με την Οδηγία ισχύει έκτοτε.
Μετά βεβαιότητας, για την επιχειρηματική πορεία των περισσοτέρων εταιρειών του κλάδου εισαγωγής και εμπορίας που δραστηριοποιούνταν στην Ελλάδα και ιδιαίτερα για τη χρονική περίοδο μετά το 2002, δεν ευθύνονται οι δικαιούχοι οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης και η εύλογη αμοιβή επί της τιμής εισαγωγής των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Άλλωστε, αυτή η μορφή δίκαιης αποζημίωσης για τη χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών προς ιδιωτική αντιγραφή έργων ισχύει κι εφαρμόζεται σε πάνω από δέκα (10) κράτη-μέλη της ΕΕ.
Συνεπώς, είναι αβάσιμοι οποιοιδήποτε ισχυρισμοί περί δήθεν στρέβλωσης της ανταγωνιστικότητας ή «φορολόγησης» των εισαγωγέων και εγχώριων παραγωγών ηλεκτρονικών υπολογιστών.
Να υπάρξει πρόβλεψη για την αποφυγή μαζικών/αυτοματοποιημένων προσφυγών προς αυτή την επιτροπή, όπως πχ γίνεται με το DMCA στις ΗΠΑ.
Να υπάρξει επίσης πρόβλεψη για κυρώσεις σε περίπτωση που παρατηρείται να γίνονται κατα συρροή αβάσιμες καταγγελίες από κάποιο πρόσωπο προς αυτή την επιτροπή.
Το τέλος 2% πάνω στους υπολογιστές, σωστά καλύπτει τους πνευματικούς δημιουργούς από την διαδικτυακή (πειρατική) χρήση.
Σας ρωτάω, κατεβάζουμε όλοι τα πάντα; ταινίες, μουσική, άρθρα; –
Ναι ή όχι;
Παράνομα; Ναι ή όχι;
Αν ναι, τότε σωστά θεσμοθετεί η πολιτεία τέλος 2% στο οποίο παρεπιπτόντως, είναι δικαιούχοι και δημοσιογράφοι και ιδιοκτήτες εφημερίδων.
Αν πάλι θέλει η πολιτεία να καταργήσει ως περουσιακό δικαίωμα το πνευματικό, αυτό σαν συνθέτη μου δίνει το δικαίωμα να έχω την ίδια απαίτηση και για όλες τις άλλες μορφές ιδιοκτησίας, θέλουμε να περάσουμε στην κοινοκτημοσύνη; Να μας το πουν όσοι κόπτονται υστερικά για την λογική θεραπεία αυτής της τεράστιας αδικίας. Που επί τη ευκαιρία, υπήρχε στο παρελθόν και εν μία νυκτί εξαϋλώθηκε πριν λίγα χρόνια σε κάποιο θερινό τμήμα της Βουλής.
Έχει δικαίωμα η πολιτεία να αποφασίζει ότι η δική μας εργασία είναι άνευ αξίας και συγχρόνως όλα τα άλλα επαγγέλματα θα αμοίβονται ;
Ή μήπως οι δημιουργοί πρέπει να θυσιαστούν για να έχουν πελάτες και κέρδη οι providers και οι εισαγωγείς υπολογιστών που με την ευκαιρία, δεν γνωρίζουν ότι παίζουν τον ρόλο courier παράνομων downloads και υποκριτικά μας λένε «εμείς δεν ξέρουμε σε ποιές παράνομες δραστηριότητες επιδίδονται οι πελάτες μας».
Οι providers δεν έχουν ακούσει την λέξη φίλτρο;
ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ, ΟΧΙ ΤΟ ΠΕΡΙΤΥΛΙΓΜΑ
Αν έχετε μια εταιρεία και χρησιμοποιήσετε κάποιο από τα κατοχυρωμένα σήματα ή το διαφημιστικό σλόγκαν ενός ανταγωνιστή σας, ο τελευταίος έχει το δικαίωμα να σας πάει στα δικαστήρια όπου οι ποινές είναι εξοντωτικές. Αν αντιγράψετε παράνομα το λογισμικό ενός Η/Υ διαπράττετε αδίκημα που συνεπάγεται σοβαρότατες κυρώσεις. Αν όμως «σαρώσετε» (σκανάρετε) ένα άρθρο ή και ολόκληρο βιβλίο και το στείλετε σε όσους αποδέκτες θέλετε, αυτό, μολονότι συνιστά επίσης αδίκημα, δεν θα σας στοιχίσει τίποτε και μπορείτε το copyright που αναγράφεται στο έντυπο ή το βιβλίο να το γράψετε στα παλαιότερα των υποδημάτων σας, διότι ποιος και μέσω ποιας διαδικασίας θα το ανακαλύψει; Η πειρατεία οργιάζει στο Διαδίκτυο. Και πόσοι θα ευαισθητοποιηθούν από το γεγονός ότι ένα κείμενο που δημοσιεύεται συνιστά αφενός μεν εργασία (και κάθε εργασία πρέπει να αμείβεται) και ότι αφετέρου το πνευματικό δημιούργημα φέρει την ταυτότητα και την πατρότητα του δημιουργού του; Χρησιμοποιώντας το χωρίς τη σχετική άδεια απλούστατα το σφετερίζεσθε και παραβιάζετε τα ηθικά και υλικά δικαιώματα του δημιουργού του. Αλλά αυτό ακριβώς προβλέπει η εύλογη αμοιβή: το δικαίωμα να χρησιμοποιείτε το περιεχόμενο ενός δημιουργήματος για ιδιωτική χρήση καταβάλλοντας ένα ασήμαντο, ουσιαστικά, τίμημα στον δημιουργό και τον παραγωγό του και μάλιστα άπαξ, για όσα χρόνια θα χρησιμοποιείτε τον Η/Υ σας.
Αυτά τα αυτονόητα δεν είναι αυτονόητα για τους εισαγωγείς και τους εμπόρους Η/Υ, οι οποίοι έχουν «ξιφουλκήσει» εν όψει της κατάθεσης του νέου νόμου περί πνευματικής ιδιοκτησίας που τέθηκε πρόσφατα σε δημόσια διαβούλευση. Τι είναι αυτό που τους «πονάει»; Η επαναφορά της εύλογης αμοιβής στους Η/Υ υπέρ των δημιουργών και των παραγωγών του πνευματικού έργου. Και τι δεν είπαν:
Ότι θα επιβαρυνθεί ο καταναλωτής κι έτσι μειωθούν οι πωλήσεις Η/Υ. Αλλά πόση θα είναι η επιβάρυνση; Για υπολογιστή που σε τιμή χονδρικής θα πωλείται, ας πούμε, 300 ευρώ το ποσό της εύλογης αμοιβής είναι 6 ευρώ, δηλαδή το κόστος δύο καφέδων στο κέντρο της Αθήνας!
Ότι θα μειωθούν τα έσοδα του δημοσίου από τη μείωση των πωλήσεων λες και θα πέσουν οι πωλήσεις επειδή η αγορά ενός υπολογιστή θα στοιχίζει δύο καφέδες επιπλέον και όχι γιατί η μείωση του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος της χώρας υπερβαίνει το 25%. Ας μας πουν όμως, με στοιχεία, σε τι ποσοστό – και αν – έχουν πέσει οι πωλήσεις των Η/Υ τα τελευταία πέντε χρόνια, συμπεριλαμβανομένων βέβαια και των κινητών τηλεφώνων και των τάμπλετς που ούτως ή άλλως κι αυτά Η/Υ είναι.
Ότι το δημόσιο θα πληρώνει ακριβότερα τους υπολογιστές που θα χρειάζεται να αγοράσει για τις ανάγκες του, λησμονώντας ότι η φορολόγηση της εύλογης αμοιβής θα αυξήσει και δεν θα μειώσει τα έσοδα του δημοσίου.
Ότι η «ηλεκρονικοποίηση», δηλαδή η επιβεβλημένη ούτως ή άλλως διαχείριση των συναλλαγών στο υψηλό και στο χαμηλό επίπεδο, θα περιοριστεί, λες και υπάρχει η παραμικρή πιθανότητα κάτι τέτοιο να συμβεί στη σημερινή εποχή.
Ότι το κόστος θα είναι τόσο δυσβάστακτο για ορισμένους που εμπορεύονται Η/Υ ώστε θα χρειαστεί «να πάρουν μέτρα», μέχρι και να απολύσουν προσωπικό!
Ότι στην Ευρώπη προσανατολίζονται στη «χαλάρωση» των μέτρων που προστατεύουν την πνευματική ιδιοκτησία και την αναπαραγωγή, με το σύνθημα όλα «ελεύθερα» σε μια ελεύθερη κοινωνία. Λέγοντας «ελεύθερα» εννοούν βέβαια όλα δωρεάν, πλην των εργαλείων (των Η/Υ) για τα οποία τα ποσά που καταβάλλει ο καταναλωτής δεν είναι μόνο για το κόστος παραγωγής και εμπορίας αλλά και για το λογισμικό τους που υποτίθεται ότι δίνεται δωρεάν, έχει όμως ήδη πληρωθεί από τον κατασκευαστή. Δεν μας λένε επιπλέον ότι δεν πρόκειται για καμιά γενική «τάση» αλλά για τις πιέσεις που ασκούν οι πολυεθνικές εταιρείες στις κυβερνήσεις και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ώστε να χαλαρώσουν τα μέτρα και κάποια μέρα να καταργηθούν.
Ότι αν, τέλος πάντων, δεν καταβάλλεται η εύλογη αμοιβή και ληφθούν και κάποια ευεργετικά μέτρα υπέρ της ανάπτυξης των Η/Υ, το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν θα αυξηθεί έως και 5%! Κι αυτό πού θα συμβεί; Σε μια χώρα που δεν παράγει αλλά εισάγει Η/Υ!
Ότι θα αυξηθεί η πειρατεία, κι επομένως θα μειωθούν τα έσοδα του δημοσίου, ενώ το αντίθετο ακριβώς θα συμβεί κι επιπλέον θα περιοριστεί δραστικά ο παρασιτισμός στην εμπορία των Η/Υ.
Τα «επιχειρήματα» αυτά βέβαια δεν έχουν βάση. Το κυριότερο είναι πως η εύλογη αμοιβή παρουσιάζεται ως φόρος υπέρ τρίτων. Αυτό μπορεί να ακουστεί λογικό στα αυτιά των απληροφόρητων. Γιατί μεταθέτει το επίπεδο της συζήτησης εκτός ουσίας. Φόρους έχει δικαίωμα να εισπράξει μόνο το κράτος και κανένας ιδιωτικός φορέας. Η εύλογη αμοιβή είναι αμοιβή εργασίας και τα ποσά που αποκτά κανείς από την εργασία του φορολογούνται. Τόσο απλά είναι τα πράγματα. Αλλά εδώ η εύλογη αμοιβή δεν αντιπροσωπεύει, κατά τους εισαγωγείς και εμπόρους που ξιφουλκούν εναντίον της, εργασία. Δεν είναι εργασία το δημιουργικό έργο, δεν συνιστά περιουσιακό στοιχείο, δεν είναι τίποτε. Κι αναρωτιέται κανείς: αν ένα μέρος της κοινωνίας σκέφτεται με αυτόν τον τρόπο πού πηγαίνουμε και ποιο θα είναι το μέλλον μας; Κάποιοι μάλιστα, προκειμένου να μην καταβάλουν την εύλογη αμοιβή, ζητούν να καταβάλλεται από τον κρατικό προϋπολογισμό! Δηλαδή παρουσιάζονται πολέμιοι του κρατισμού αλλά με έξοδα του κράτους!
Ο νόμος 2121/93 για την κατάρτιση του οποίου επικεφαλής υπήρξε ο αείμνηστος Γ. Κουμάντος, μια διεθνής φυσιογνωμία, ήταν ένας νόμος πρωτοποριακός για όλη την Ευρώπη και ψηφίστηκε σε μια εποχή όπου δεν υπήρχε Διαδίκτυο. Το κουτοπόνηρο επιχείρημα εναντίον του ήταν ότι εύλογη αμοιβή για τους Η/Υ δεν προβλεπόταν σε καμιά χώρα της Ε.Ε. Κουτοπόνηρο γιατί απέκρυπτε το γεγονός ότι οι οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης στην Ευρώπη είχαν δημιουργηθεί πολλά χρόνια πριν από την εμφάνιση των Η/Υ. Κι ενώ ο ελληνικός νόμος λειτούργησε ως παράδειγμα για την εισαγωγή της εύλογης αμοιβής από τους Η/Υ στη νομοθεσία δεκατεσσάρων ευρωπαϊκών κρατών, εμείς την καταργήσαμε! Η επαναφορά της συναντά τώρα από ομάδες συμφερόντων τις ίδιες σφοδρές αντιδράσεις που εμφανίστηκαν όχι το 1993 με την ψήφιση του νόμου αλλά το 1997, όταν άρχισαν να δημιουργούνται οι οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης και να ζητούν την καταβολή της εύλογης αμοιβής από τους οφειλέτες.
Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ένα: όταν η δημιουργία και η παραγωγή δεν θεωρούνται μείζονες παράγοντες για την ανάπτυξη μιας κοινωνίας και στη θέση τους βάζουμε το εργαλείο και το περιτύλιγμα, η κοινωνία αυτή δεν πρέπει να αισιοδοξεί για το μέλλον. Ελπίζω ότι αυτή τη φορά το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του (και όχι μόνον η κυβέρνηση) δεν θα ενδώσει στις πιέσεις (όπως ενέδωσε το 2002) και θα προβεί στο αυτονόητο επαναφέροντας τη διάταξη για το 2% της εύλογης αμοιβής που υπήρχε στον νόμο 2121/93. Και ότι θα σταματήσει η πονηρή πολιτικολογία: ότι την επαναφέρει μια αριστερή κυβέρνηση. Ας θυμίσω μόνο ότι ο νόμος 2121/93 ψηφίστηκε όταν υφυπουργός πολιτισμού ήταν η ακραιφνώς φιλελεύθερη κ. Ντόρα Μπακογιάννη.
Αναστάσης Βιστωνίτης, δημοσιογράφος-συγγραφέας
για την παράγραφο 2.α
Προτεινόμενη τροποποίηση. Ολόκληρη η παράγραφος 2 να αντικατασταθεί από το ακόλουθο:
“2.Η παράγραφος 3 του άρθρου 18 ν. 2121/1993 τροποποιείται ως εξής: «3. Εάν για την ελεύθερη αναπαραγωγή του έργου για ιδιωτική χρήση χρησιμοποιούνται τεχνικά μέσα που χρησιμοποιούνται ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ για την ψηφιακή αντιγραφή ή για την ψηφιακή μετεγγραφή πνευματικών έργων από ή προς αναλογικά ή ψηφιακά μέσα, οφείλεται εύλογη αμοιβή στον δημιουργό του έργου και στους κατά την παρούσα διάταξη δικαιούχους συγγενικών δικαιωμάτων, εξαιρουμένων των προς εξαγωγή ειδών.»
Αιτιολόγηση
Δεδομένου ότι τα τεχνικά μέσα και οι υλικοί φορείς έχουν γενική χρήση που δεν περιορίζεται στην αντιγραφή πνευματικών έργων, η εύλογη αμοιβή δεν μπορεί να παρακρατείται από κάθε πώληση ανεξαρτήτως της χρήσης που θα έχει η εν λόγω συσκευή ή ο υλικός φορέας ή το χαρτί. Το να θεωρούμε ότι κάθε σαρωτής, κάθε φωτοτυπικό μηχάνημα, κάθε χαρτί Α4, έχει ως σκοπό την αντιγραφή προστατεύομενων έργων ή ότι όλες οι συσκευές κάτω των 100ΜΒ χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την αποθήκευση πνευματικών έργων, είναι αυθαίρετες κατατάξεις που προσβάλλουν την κοινή λογική.
Οι υπολογιστές είναι το κατ’ εξοχήν μέσο με το οποιο αναπαράγονται τραγούδια μουσικές, ταινίες και άλλα προστατευόμενα έργα. Είναι αδιανόητο οι δημιουργοί των έργων να μην αμειβόμαστε για τα αντίγραφα που πραγματοποιούν ιδιώτες ελεύθερα μέσω των υπολογιστών.
Η στάση των εταιρειών πληροφορικής που χαρακτηρίζουν την εύλογη αμοιβή ως φόρο υπέρ τρίτων είναι υποκριτική. Η εύλογη αυτή αμοιβή εισπράττεται από τους ΟΣΔ και όχι από το κράτος και αποτελεί αντιστάθμισμα για την ελεύθερη αντιγραφή των έργων που γίνεται μέσω υπολογιστών.
Όπως δεν υπήρχε επίπτωση στην αγορά από την εύλογη αμοιβή στους MP3, φωτοαντιγραφικά, οδηγούς εγγραφής DVD, σαρωτές κ.α. έτσι δεν υπάρξει και από την εφαρμογή της στους υπολογιστές, τα τάμπλετ κ.λπ ειδικά την ώρα που τα κόστη έχουν μειωθεί δραματικά. Ένας απλός υπολογιστής σήμερα ξεκινά από τα 150 ευρώ.
Η αμοιβή του 2% αποτελεί ελάχιστη επιβάρυνση σε σχέση με τον πλούτο και την αξία των έργων που αντιγράφονται μέσω αυτών και συνιστά ελάχιστη – συμβολική αμοιβή των ανθρώπων που τα δημιούργησαν.
Χωρίς τη δυνατότητα αντιγραφής έργων – περιεχομένου οι υπολογιστές θα είχαν πολύ μικρότερη σημασία στη ζωή μας.
Πρόκειται για κατ΄ εξοχήν νομοσχέδιο στο οποίο η συνήθης διατύπωση «καταργείται κάθε άλλη αντίθετη διάταξη» είναι προβληματική και θα δημιουργήσει σειρά προβλημάτων, λόγω αλλεπικαλύψεων με διατάξεις του Ν. 2121/1993 και μερικής αντίθεσης, σε πολλές περιπτώσεις, με υφιστάμενες διατάξεις.
Ενδεικτικά:
– Το άρθ. 32 του Ν. 2121/1993 έχει εν μέρει το ίδιο πεδίο εφαρμογής με τα άρθ. 22-24 και 45-46 του σχεδίου νόμου.
– Οι παρ. 1, 4 εδ. α’ και 5 του Ν. 2121/1993 φαίνεται να καταργούνται ΕΝ ΜΕΡΕΙ με τα άρθ. 22-26 του σχεδίου νόμου, χωρίς αυτό να προβλέπεται ρητά.
Ως εκ τούτου, νομοτεχνικά ΕΠΒΑΛΛΕΤΑΙ η ενσωμάτωση του συνόλου του σχεδίου νόμου στο Ν. 2121/1993 και η επανακωδικοποίησή τους σε ενιαίο κείμενο.
Το 2% επί της αγοράς των υπολογιστών είναι μια πρόχειρη και γενικά κακή διάταξη.
Αρχικά, δεν ορίζεται καλώς τι εννοεί ο νομοθέτης λέγοντας «ηλεκτρονικός υπολογιστής». Στην εποχή του internet of things, μπορεί ως υπολογιστής να θεωρηθεί το οτιδήποτε φέρει μικροελεγκτή, από το ψυγείο και την καφετιέρα εως το αυτοκίνητο.
Δευτερον και σημαντικότερο κατά την αποψή μου, με την επιβολή της συγκεκριμένης προσαύξησης, ουσιαστικά καταπατείται το τεκμήριο της αθωότητας, καθώς θεωρείται εκ των προτέρων πως όλοι οι χρήστες ηλεκτρονικών υπολογιστών, ανεξαιρέτως, θα καταπατήσουν πνευματικά δικαιώματα, κάτι το οποίο είναι τουλάχιστον παράλογο
Και βεβαίως, σε μια εποχή όπου γίνονται προσπάθειες εξυγείανσης της αγοράς, η επιπλέον αύξηση της τιμής των προιόντων τεχνολογίας το μόνο που θα πετύχει είναι να καταφεύγουν οι έλληνες αγοραστές στις αγορές του εξωτερικού, όπου για τα ίδια ακριβώς προιόντα, θα μπορούν να έχουν πολύ καλύτερες τιμές.
Η δημιουργία εξωδικαστικής επιτροπής και η νομική πρόβλεψη για την, ουσιαστικά, λογοκρισία του διαδικτύου με την προφαση της προστασίας των πνευματικών δικαιωμάτων, είναι μια εξαιρετικά κακή διάταξη. Ιστοσελίδες θα τίθενται εκτός πρόσβασης, μονο με την γνωμοδότηση της συγκεκριμένης επιτροπής.
Δεν υπάρχει καμμια πρόβλεψη για την περίπτωση της κατάχρησης της λειτουργίας της συγκεκριμένης επιτροπής, όπου κάποιος θα μπορεί με πρόφαση την καταπάτηση πνευματικών δικαιωμάτων, να ζητά την αφαίρεση άσχετου υλικού, παραδείγματος χάριν την αφαίρεση βίντεο με πολιτικό/ιδεολογικό ή γενικά άλλο περιεχόμενο, γιατί τυγχάνει να υπάρχει μουσική υπόκρουση ή να εμφανίζεται σκηνή που να παραβιάζει πνευματικά δικαιώματα.
Το οποιοδήποτε μέτρο που θα υποχρεώνει παρόχους και φιλοξενητές ιστοσελιδών να προβούν σε επιλεκτική λογοκρισία με βάση το περιεχόμενο, ανεξαιρέτως πρόφασης, είναι επικίνδυνη και θυμίζει άλλες εποχές.
Σχετικά με το Άρθρο 69 παρ. 2 (β) για την προτεινόμενη τροποποίηση του άρθρου 18, παρ. 3 του Ν. 2121/1993:
Η δίκαιη αποζημίωση εξ αιτίας της χρήσης των ηλεκτρονικών υπολογιστών για αναπαραγωγή έργων πνευματικής ιδιοκτησίας καταβάλλεται σε περισσότερες από δέκα χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έπειτα από τις επαναλαμβανόμενες αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης που επιβάλουν την υποχρέωση αυτή στους εισαγωγείς και εγχώριους παραγωγούς. Είναι άλλωστε αποδεδειγμένα ελάχιστο το αντιστάθμισμα της τεράστιας ζημίας που έχουν υποστεί οι δημιουργοί και λοιποί συγγενικοί δικαιούχοι από την εγγραφή, αποθήκευση, μετεγγραφή, αντιγραφή κι εν γένει αναπαραγωγή έργων πνευματικής ιδιοκτησίας, για ιδιωτική χρήση από τους καταναλωτές που αγοράζουν τέτοια τεχνικά μέσα.
Η ζημία των δικαιούχων από τέτοια αναπαραγωγή έργων τους προς ιδιωτική χρήση είναι δεδομένη και η δίκαιη αποζημίωσή τους προβλέπεται από την Οδηγία 2001/29. Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξειδικεύοντας τα τεχνικά μέσα που είναι πρόσφορα για ιδιωτική αντιγραφή, μεταξύ άλλων, τα κρίνει και «κατά την αποκλειστική ή κύρια λειτουργία τους» (βλ. απόφαση ΔΕΕ επί της υπόθεσης Copydan κατά Νοκια).
Το προτεινόμενο ποσοστό εύλογης αμοιβής 2% επί της αξίας εισαγωγής ηλεκτρονικών υπολογιστών είναι ιδιαίτερα χαμηλό λαμβάνοντας υπόψη τους αριθμούς της πραγματικής χρήσης αυτών των τεχνικών μέσων για ιδιωτική αντιγραφή έργων πνευματικής ιδιοκτησίας, δεδομένου ότι το ποσό της εύλογης αμοιβής αυτό θα πρέπει να εκτιμηθεί σε σχέση με τη πραγματική ζημία και την ικανοποιητική αποζημίωση των δικαιούχων. Η αξίες εισαγωγής των υπολογιστών κυμαίνονται στην αγορά από 70 ευρώ έως 400 ευρώ χωρίς ΦΠΑ. Συνεπώς, το ποσοστό 6% που οφείλεται σε όλους τους δικαιούχους, σύμφωνα με την Οδηγία 2001/29 και τη λοιπή Κοινοτική Νομοθεσία, από 22-12-2002 έως σήμερα, εξ αιτίας της χρήσης υπολογιστών για ιδιωτική αντιγραφή έργων, δεν θα πρέπει να περιορισθεί σε 2% διότι τέτοια αποζημίωση δεν είναι ικανοποιητική για τους δικαιούχους, λόγω του εύρους χρήσης για ιδιωτική αναπαραγωγή έργων και της διάρκειας «ζωής» ενός ηλεκτρονικού υπολογιστή.
Όσον αφορά τους ισχυρισμούς των εισαγωγέων για δυνατότητα επιστροφής των τυχόν αχρεωστήτως καταβληθέντων, αφ’ενός μεν αυτοί δεν είναι δικαιούχοι τέτοιας επιστροφής, εφ’όσον ήθελε υπάρξει τέτοια περίπτωση, αφ’ετέρου δε το ελληνικό δίκαιο διαθέτει επαρκή και αξιόπιστο μηχανισμό επιστροφής ποσών από τυχόν αδικαιολόγητο πλουτισμό και οι οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης ουδέποτε αρνήθηκαν τέτοια επιστροφή σε ιδιώτες φυσικά πρόσωπα υπό την προϋπόθεση ότι αυτοί αποδεικνύουν πως δεν έχουν προβεί και ότι δεν προτίθενται και δεν δύνανται επ’ ουδενί, να προβούν σε αναπαραγωγή έργων προς ιδιωτική χρήση με το τεχνικό μέσο που αποκτούν στη λιανική αγορά και που είναι πρόσφορο για τέτοιες αντιγραφές.
Άρθρο 69 παρ. 2 (α) και (β) του ΣχΝ, όσον αφορά τη προτεινόμενη τροποποίηση του άρθρου 18, παρ. 3 του Ν. 2121/1993:
Με βάση την σκέψη 38 του προοιμίου της Οδηγίας 2001/29 για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας «τα κράτη μέλη μπορούν να εισάγουν ή να διατηρήσουν συστήματα εύλογης αμοιβής ώστε να αποζημιώνονται οι δικαιούχοι για την οικονομική ζημιά που υφίστανται από την ελεύθερη ιδιωτική αναπαραγωγή».
Οι εξελίξεις στον κλάδο των νέων τεχνολογιών έχουν αναγάγει τον ηλεκτρονικό υπολογιστή σε ένα από τα σημαντικότερα τεχνικά μέσα ιδιωτικής αναπαραγωγής έργων πνευματικής ιδιοκτησίας.
Ο νυν Πρόεδρος της Δημοκρατίας, κατά τη ψήφιση του Ν. 3049/2002, είχε αναφέρει κατά την ομιλία του ως Βουλευτής της Αντιπολίτευσης στο Ελληνικό Κοινοβούλιο επί λέξει: «Δεν έχει σημασία για την έγερση μιας αξίωσης αν εισεπράχθησαν ή όχι. Κατά το νόμο σημασία έχει εάν μπορούσαν να εισπραχθούν. Από τη στιγμή κατά την οποία δημιουργήθηκε η ρύθμιση του άρθρου 18 του ν. 2121/93 η αξίωση υπάρχει για τον πνευματικό δημιουργό.»
Δεν συνιστά βέβαια νόμιμη και ειδική αιτιολόγηση κατάργησης του ηλεκτρονικού υπολογιστή από το άρθρο 18 Ν. 2121/93 η αναφορά στην αιτιολογική έκθεση του άρθρου 14 Ν. 3049/2002 ότι δήθεν αυτό το τεχνικό μέσο δεν εμπεριέχεται στην Οδηγία 2001/29 ή σε άλλες Διεθνείς Συμβάσεις. Οι επαναλαμβανόμενες αποφάσεις του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν καταδείξει ότι δεν απαιτείται τέτοια ρητή αναφορά κάθε τεχνικού μέσου πρόσφορου για αναπαραγωγή έργων προς ιδιωτική χρήση στην Οδηγία 2001/29 ή σε εθνική νομοθεσία.
Ούτως ή άλλως, από τις 22-12-2002, οπότε τέθηκε σε ισχύ η διάταξη του άρθρου 5 της Οδηγίας 2001/29, η αξίωση για καταβολή εύλογης αμοιβής επί των ηλεκτρονικών υπολογιστών υπάρχει για τους πνευματικούς δημιουργούς και λοιπούς συγγενικούς δικαιούχους με ποσοστό εύλογης αμοιβής 6%. Το προτεινόμενο 2% ως ποσοστό εύλογης αμοιβής συνιστά αναιτιολόγητο περιορισμό της δίκαιης αποζημίωσης των δικαιούχων από το ισχύον ποσοστό 6%, που σε κάθε περίπτωση είναι ελάχιστο έναντι της πραγματική ς ζημίας των δικαιούχων. Συνεπώς, θα πρέπει να παραμείνει σε ισχύ το ποσοστό 6% εύλογης αμοιβής για τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές.
Όσον αφορά το Άρθρο 69 παρ. 2 (α) του ΣχΝ,για τη τροποποίηση του άρθρου 18, παρ. 3 του Ν. 2121/1993:
Σε περίπτωση μη νομοθετικής πρόβλεψης δίκαιης αποζημίωσης από μια χώρα της ΕΕ για την άνευ της προηγούμενης αδείας του δημιουργού ιδιωτική χρήση των έργων δικαιούχων πνευματικής ιδιοκτησίας ή μη ειδικά αιτιολογημένης εξαίρεσης, κατ’αντίθεση των όσων προβλέπονται από την Ευρωπαϊκή Οδηγία 29/2001/ΕΚ (άρθρο 5 παρ. 2 στοιχείο β), για τεχνικά μέσα όπως ο ηλεκτρονικός υπολογιστής, τότε:
Οποιαδήποτε αναπαραγωγή έργων για ιδιωτική χρήση με τέτοια τεχνικά μέσα από τους πολίτες-καταναλωτές στην αντίστοιχη χώρα της ΕΕ θα είναι παράνομη (εκτός αν αδειοδοτείται κάθε φορά κάθε ένας χρήστης για αναπαραγωγή συγκεκριμένων έργων) και κατά συνέπεια θα πρέπει να δοθεί στους δημιουργούς και λοιπούς συγγενικούς δικαιούχους η δυνατότητα να έχουν πρόσβαση ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΜΗ ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΜΕΝΟΥΣ ΧΡΗΣΤΕΣ, ώστε να δύνανται ακόμη και σε ιδιωτικούς χώρους να ελέγχουν τυχόν προσβολή των δικαιωμάτων τους!
Σε κάθε άλλη περίπτωση απαλλοτριώνεται το Συνταγματικά απόλυτο δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας του δημιουργού καθώς και τα δικαιώματα των εκτελεστών-ερμηνευτών και λοιπών τυχόν δικαιούχων
Άρθρο 69 παρ. 2 (α) του ΣχΝ, αναφορικά με τη προτεινόμενη τροποποίηση του άρθρου 18, παρ. 3 του Ν. 2121/1993:
Από τα σχόλια που έχουν αναρτηθεί στη Διαβούλευση έως σήμερα, διαπιστώνεται ότι παραβλέπεται, από την πλευρά των υπόχρεων καταβολής, η αιτιολόγηση της πρόβλεψης εύλογης αμοιβής επί της αξίας εισαγωγής των ηλεκτρονικών υπολογιστών εξ αιτίας της αναπαραγωγής έργων πνευματικής ιδιοκτησίας με αυτούς προς ιδιωτική χρήση.
Οι δημιουργοί και οι συγγενικοί δικαιούχοι πνευματικής ιδιοκτησίας είναι «εργάτες» του πνεύματος και συνεπώς πρέπει να αμείβονται για τα έργα τους, όταν αυτά χρησιμοποιούνται μέσω ιδιωτικής αντιγραφής, ενώ οι ίδιοι δεν μπορούν εύλογα να ελέγξουν αυτή την αντιγραφή και να αμειφθούν για το σύνολο των έργων τους που αντιγράφονται ιδιωτικά από κάθε καταναλωτή, χάνοντας σημαντικά ποσά. Είναι γνωστό σε όλους ότι η ραγδαία εξέλιξη των νέων τεχνολογιών διεύρυνε σημαντικά το μέγεθος της αναπαραγωγής έργων πνευματικής ιδιοκτησίας για ιδιωτική χρήση, κατά τρόπο παντελώς ανεξέλεγκτο.
Αυτοί οι «εργάτες» για να δημιουργήσουν έργα του πνεύματος πρέπει να διασφαλίσουν την επιβίωσή τους, δηλαδή τη σίτιση, τη κατοικία, την υγεία και τη κοινωνική ζωή τη δική τους και της οικογένειάς τους, διαφορετικά δεν υπάρχουν οι αναγκαίες και απαραίτητες προϋποθέσεις και συνθήκες για δημιουργία πνευματικών έργων. Συνεπώς, πρέπει να αμείβονται για την εργασία τους.
Τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας είναι Συνταγματικά απόλυτα δικαιώματα, όπως τα δικαιώματα κυριότητας των ιδιοκτητών κινητών πραγμάτων και ακινήτων. Δεν νοείται απαλλοτρίωση γής ακινήτου χωρίς προηγούμενη αποζημίωση του ιδιοκτήτη του, που διαθέτει από το νόμο τα μέσα να απαγορεύσει τέτοια απαλλοτρίωση. Κατά παρόμοιο τρόπο, οι δικαιούχοι δικαιωμάτων επί έργων πνευματικής ιδιοκτησίας έχουν το δικαίωμα να απαγορεύσουν τη χρήση των έργων τους όταν δεν αμείβονται για τη χρήση τους από τους τρίτους καταναλωτές.
Η Οδηγία 2001/29 για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας, προσφέρει τη δυνατότητα στα κράτη-μέλη να επιλέξουν δια νόμου την εξαίρεση στο παραπάνω νομικό πλαίσιο προστασίας και εκμετάλλευσης των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας ιδιαίτερα σε περίπτωση αναπαραγωγής έργων για ιδιωτική χρήση. Κατ’αυτό τον τρόπο διευκολύνεται η κοινωνική και οικογενειακή ζωή των πολιτών-καταναλωτών αφού δεν απαιτείται να ζητούν συνεχώς άδειες από τους δικαιούχους για κάθε ιδιωτική αντιγραφή έργων πνευματικής ιδιοκτησίας και οι δικαιούχοι υποχρεούνται δια νόμου (στην Ελλάδα με το άρθρο 18 Ν. 2121/93) να επιτρέπουν τέτοια αναπαραγωγή για ιδιωτική χρήση. Απαραίτητη προϋπόθεση, όμως, αυτής της δια νόμου απαλλοτρίωσης είναι η εύλογη αποζημίωση των δικαιούχων, που πρέπει σε κάθε περίπτωση να είναι δίκαιη και ικανοποιητική για τους δικαιούχους, σύμφωνα με την Οδηγία.
Εφ’όσον αποδειχθεί πως είτε ο νόμος είτε ο τρόπος εφαρμογής του από το δικαϊκό σύστημα του αντίστοιχου κράτους-μέλους δεν διασφαλίζουν επαρκώς την παραπάνω προϋπόθεση είσπραξης δίκαιης και ικανοποιητικής αποζημίωσης από τους δικαιούχους, τότε τίθεται ένα εύλογο ερώτημα κατά πόσο οι δικαιούχοι πνευματικής ιδιοκτησίας δικαιούνται να απαγορεύσουν παντελώς την αναπαραγωγή έργων τους προς ιδιωτική χρήση.
Οι υπολογιστές είναι τεχνικά μέσα που χρησιμοποιούνται σε σημαντικό βαθμό για αναπαραγωγή έργων πνευματικής ιδιοκτησίας προς ιδιωτική χρήση. Η μη καταβολή δίκαιης αποζημίωσης, που να είναι ικανοποιητική για τους δικαιούχους, συνιστά ανεπαρκή κάλυψη της αποδεδειγμένα σημαντικής ζημίας των δικαιούχων από τη χρήση τους για ιδιωτική αντιγραφή.
Από την πιθανή απαγόρευση της αναπαραγωγής έργων των δικαιούχων προς ιδιωτική χρήση, μεταξύ αυτών που εύλογα θα ζημιώνονταν είναι οι παραγωγοί και οι εισαγωγείς τεχνικών μέσων (όπως υπολογιστών) πρόσφορων για ιδιωτική αντιγραφή. Οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές, εκτός από τα προγράμματα λειτουργίας τους, είναι κενοί περιεχομένου. Συνεπώς, οι πωλήσεις τους εξαρτώνται σημαντικά από τη χρήση του περιεχομένου που θα εγγραφεί, αποθηκευθεί και αντιγραφεί σε αυτούς, αφού προηγουμένως αγορασθούν από τους καταναλωτές-χρήστες των έργων.
Οι παραγωγοί και οι εισαγωγείς τεχνικών υπολογιστών είναι κερδοσκοπικές επιχειρήσεις που πωλούν και δεν δωρίζουν αυτά τα τεχνικά μέσα, που χρησιμοποιούνται σε μεγάλο βαθμό για αναπαραγωγή έργων προς ιδιωτική χρήση. Άλλωστε, εξ αιτίας αυτής της δυνατότητας των υπολογιστών, αποδεδειγμένα, κερδίζουν. Το εμπορικό συμφέρον τους διευκολύνεται από την ιδιωτική αντιγραφή έργων πνευματικής ιδιοκτησίας δωρεάν ή με ελάχιστη αμοιβή των δικαιούχων, διότι κατ’αυτό τον τρόπο πολλαπλασιάζονται τα κέρδη τους, μέσω της αύξησης της επιθυμίας των καταναλωτών για αναπαραγωγή προς ιδιωτική χρήση δωρεάν έργων με τους υπολογιστές που αγοράζουν αδιάφορα από την αντίστοιχη οικονομική ζημιά των δικαιούχων πνευματικής ιδιοκτησίας.
Συνεπώς, η νομοθετική πρόβλεψη εύλογης αμοιβής επί της αξίας εισαγωγής ηλεκτρονικών υπολογιστών εξ αιτίας της αναπαραγωγής έργων πνευματικής ιδιοκτησίας προς ιδιωτική χρήση αφ’ενός μεν διευκρινίζει το περιεχόμενο της αναφοράς σε «τεχνικά μέσα» και «συσκευές» στην παρ. 3 του άρθρου 18, Ν. 2121/93, καθώς η υπαγωγή των ηλεκτρονικών υπολογιστών στο πεδίο εφαρμογής αυτής της διάταξης συνιστά υποχρέωση της Ελλάδας, με βάση την Οδηγία 2001/29 Ε.Κ., αφ’ετέρου, δε, επιδιώκει μια εξισορρόπηση μεταξύ των συμφερόντων των δικαιούχων πνευματικής ιδιοκτησίας και των συμφερόντων των παραγωγών και εισαγωγέων ηλεκτρονικών υπολογιστών στο πλαίσιο της κοινωνίας της πληροφορίας και της πνευματικής ιδιοκτησίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Για το Άρθρο 69 παρ. 2 (β)
Με την ιδιότητα του συστηματικού χρήστη ηλεκτρονικών υπολογιστών και δημιουργού, σύμφωνα με την κατά προσέγγιση μέση τιμή λιανικής πώλησης ενός ηλεκτρονικού υπολογιστή που είναι περί τα 400 ευρώ χωρίς ΦΠΑ, με βάση δημοσιοποιούμενα στοιχεία επίσημων αντιπροσώπων, το ποσό της προτεινόμενης εύλογης αμοιβής 2%, η οποία υπολογίζεται επί της τιμής εισαγωγής ή παραγωγής (ήτοι αφαιρουμένου του κέρδους λιανοπωλητή και του ΦΠΑ) θα είναι μικρότερο των 5,00-6,00ευρώ ανά ηλεκτρονικό υπολογιστή (!) ΓΙΑ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΙΔΙΩΤΙΚΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΕΣ ΕΡΓΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΟΛΑ ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΧΡΗΣΗΣ ΤΗΣ ΣΥΣΚΕΥΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΤΟΧΟ ΤΗΣ (ΔΗΛ. ΑΠΟ 3 ΕΩΣ 5 ΧΡΟΝΙΑ ΚΑΤΑ ΜΕΣΟ ΟΡΟ).
Το ποσό αυτό εύλογα αποτελεί απειροελάχιστο ποσό αποζημίωσης επί της πραγματικής χρήσης για αντιγραφή προστατευόμενων έργων, δεδομένου πως στην πλειονότητα των περιπτώσεων η αμοιβή για δικαιώματα χρήσης ενός ή δύο ΜΟΝΟΝ έργων και για μια ΜΟΝΗ φορά (όπως ενός μουσικού CD, ενός μικρού τμήματος οπτικοακουστικού έργου DVD, μερικών φωτογραφιών ή της απεικόνισης ενός εικαστικού έργου), υπερβαίνει σημαντικά το ποσό αυτών των 5,00 – 6,00 ευρώ!!! Ως εκ τούτου είναι εντελώς αυθαίρετος και σκόπιμα παραπλανητικός οποιοσδήποτε ισχυρισμός ότι δήθεν «η ζημία των δημιουργών είναι ελάχιστη» εξ αιτίας της αναπαραγωγής προς ιδιωτική χρήση των έργων τους. Αντιθέτως, αποδεικνύεται πως ο περιορισμός της εύλογης αμοιβής επί των ηλεκτρονικών υπολογιστών σε ποσοστό 2% δεν συνιστά ικανοποιητική αποζημίωση των δικαιούχων κατά παράβαση της Οδηγίας 2001/29.
Με βάση τα παραπάνω πασίδηλα, είναι, επίσης, ξεκάθαρο ότι αόριστες και ατεκμηρίωτες αναφορές από εισαγωγείς ή παραγωγούς ηλεκτρονικών υπολογιστών σε αποσπασματικές διατάξεις της Ανακοίνωσης της Ε.Ε. (COM 2015 626), αναφορικά με την αντιμετώπιση ζητημάτων όπως είναι «η σχέση μεταξύ αποζημίωσης και ζημίας των δικαιούχων», είναι ουσιαστικά άσχετες με το περιορισμένο ποσοστό 2% της εύλογης αμοιβής επί της τιμής εισαγωγής του ηλεκτρονικού υπολογιστή που είναι αποδεδειγμένα υποπολλαπλάσιο της πραγματικής ζημίας που υφίστανται οι δημιουργοί και οι λοιποί συγγενικοί δικαιούχοι από τη χρήση του υπολογιστή για ιδιωτική αντιγραφή έργων τους.
Συνεπώς, η εύλογη αμοιβή θα πρέπει να ανέρχεται τουλάχιστο σε ποσοστό 6% επί της αξίας εισαγωγής ή παραγωγής των ηλεκτρονικών συσκευών, το οποίο σε κάθε περίπτωση είναι επίσης εξαιρετικά μικρό και απολύτως δυσανάλογο της πραγματικής ζημίας των δημιουργών και ούτε επιβαρύνει δυσανάλογα τον τελικό χρήστη σε σχέση με την ωφέλειά του από την αναπαραγωγή πληθώρας έργων πνευματικής ιδιοκτησίας μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή προς ιδιωτική χρήση τους, στη συνολική διάρκεια ζωής αυτού του καθ’όλα πρόσφορου τεχνικού μέσου αντιγραφής.
Άρθρο 69 παράγραφος 9α
Η συγκεκριμένη τροποποίηση των παραγράφων 10 και 11 όπου αντικαθίσταται η φράση ‘’έχει ως αποτέλεσμα την άρση του αξιοποίνου’’ με τη φράση ‘’συνεπάγεται τη μη άσκηση της ποινικής δίωξης και την κατάργηση της τυχόν αρξάμενης’’ θεωρούμε ότι καταργεί την οποιαδήποτε ποινική διεκδίκηση των δικαιωμάτων μας απέναντι σε αναξιόπιστους και οφειλέτες χρήστες…
Θα θέλαμε να σας θυμίσουμε πως ο ευαίσθητος κλάδος των δημιουργών
βάλλεται εδώ και χρόνια από πάσης φύσεως πειρατείες και χρήστες που πλουτίζουν σε βάρος μας και αρνούνται να πληρώσουν, άσχετα με την ιδιότητά τους(τηλεοπτικά κανάλια, ραδιοφωνικοί σταθμοί, μεγάλοι χώροι νυχτερινής διασκέδασης) και την οικονομική επιφάνεια των ιδιοκτητών.
Η προστασία τους και η απονεύρωση του ποινικού δικαιώματος μας για οποιαδήποτε νόμιμη διεκδίκησή μας θα μας καταστήσει οικονομικά εντελώς αδύναμους και κατά συνέπεια δε θα μπορούμε πλέον να παράγουμε το έργο μας που είναι το ελληνικό τραγούδι
Α/Παρατηρήσεις για την παρ. 2 (που τροποποιεί την παράγραφο 3 του άρθρου 18 ν. 2121/1993 ) του άρθρου 69 του υπό διαβούλευση σχεδίου νόμου:
Από την επιβολή εύλογης αμοιβής δύνανται κατά τη διακριτική ευχέρεια κράτους – μέλους (άρθρο 5 § 2 α – β Οδηγίας 2001/29/EK) να εξαιρούνται τεχνικά μέσα, τα οποία πέραν των παρεπόμενων δυνατοτήτων αναπαραγωγής πνευματικών έργων δύνανται να έχουν κύριες χρήσεις, που εξυπηρετούν την άσκηση θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών του κοινού, εφόσον προηγείται ισορροπημένη και αναλογική στάθμιση των σχετικών συγκρουόμενων δικαιωμάτων και έννομων συμφερόντων των διαφόρων κατηγοριών δικαιούχων (σκέψη 31 της Οδηγίας 2001/29/EK) και, συγκεκριμένα, του δικαιώματος για τη συμμετοχή στην Κοινωνία της Πληροφορίας (άρθρο 5Α § 2 Σ), το οποίο ασκείται με την ιδιωτική αναπαραγωγή του έργου. Το θεμελιώδες αυτό δικαίωμα επιτάσσει τη διευκόλυνση της πρόσβασης στις πληροφορίες που διακινούνται ηλεκτρονικά, καθώς και της παραγωγής, ανταλλαγής και διάδοσής τους, η οποία αποτελεί υποχρέωση του Κράτους, τηρουμένων πάντοτε των εγγυήσεων των άρθρων 9, 9Α και 19 του Συντάγματος (αιτιολογικές σκέψεις 2 και 5 της Οδηγίας 2001/29/EK, κατά τις οποίες ο επιδιωκόμενος από την Οδηγία 2001/29 σκοπός συνίσταται στη δημιουργία ενός γενικού και ευέλικτου πλαισίου στο επίπεδο της Ένωσης που θα ευνοεί την ανάπτυξη της κοινωνίας της πληροφορίας, βλ. και ΔικΕΕ απόφαση της 24ης Νοεμβρίου 2011, C-283/2010, Circul Globus Bucuresti, σκέψη 38).
Μέχρι σήμερα, στην Ελληνική νομοθεσία η εύλογη αμοιβή ρητώς δεν εφαρμόζεται σε παραγωγή και εισαγωγή ηλεκτρονικών υπολογιστών και των εξαρτημάτων αυτών (άρθρο 18 § 3 Ν. 2121/1993). Πιο συγκεκριμένα, στην αρχική του διατύπωση το εν λόγω άρθρο του Ν. 2121/1993 περιελάμβανε τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές στις συσκευές οι οποίες υπαγόντουσαν στην υποχρέωση καταβολής εύλογης αμοιβής για ιδιωτική χρήση. Εντούτοις, η σχετική διάταξη τροποποιήθηκε με τη διάταξη του άρθρου 14 παρ. 1 του ν. 3049/2002, όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 10 παρ. 33β του Ν. 3207/2003, η οποία αφαίρεσε από τον κατάλογο των συσκευών για τις οποίες οφείλεται η εύλογη αμοιβή τους υπολογιστές. Στην Εισηγητική Έκθεση του άρθρου 14 ν.3049/2002 η παραπάνω τροποποίηση αιτιολογήθηκε, μεταξύ άλλων, στη βάση ότι η συμπερίληψη των ηλεκτρονικών υπολογιστών στο σύστημα της εύλογης αμοιβής δε λειτούργησε ομαλά και ότι, συνεπώς, μία τέτοια κατάργηση ήταν αναγκαία για την εξυπηρέτηση αποχρώντων λόγων δημόσιου συμφέροντος, οι οποίοι συνίστανται στην πραγμάτωση της συνταγματικής επιταγής για τη διευκόλυνση της πρόσβασης στην Κοινωνία της Πληροφορίας και της γενικής αρχής του κοινοτικού δικαίου που επιτάσσει την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του καταναλωτικού κοινού. Πιο συγκεκριμένα, η κατάργηση της καταβολής εύλογης αμοιβής για τους δικαιούχους αναφορικά με τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές είχε ως σκοπό να καταστεί προσιτή η αγορά στο ευρύ καταναλωτικό κοινό για τη διευκόλυνση της πρόσβασης στην κοινωνία της πληροφορίας, ενώ διατηρήθηκε και διευρύνθηκε για τις συσκευές που χρησιμοποιούνται για την αναπαραγωγή μέσω του ηλεκτρονικού υπολογιστή.
Η παράγραφος 2 του άρθρου 69 επαναφέρει την υποχρέωση καταβολής εύλογης αμοιβής για ιδιωτική χρήση ύψους 2% επί της αξίας των ηλεκτρονικών υπολογιστών που εισάγονται στη χώρα μας. Την επιβάρυνση αυτή καλούνται να καταβάλουν οι ελληνικές εταιρείες εισαγωγής ηλεκτρονικών υπολογιστών, μετακυλώντας τη σχετική επιβάρυνση στους καταναλωτές των εν λόγω προϊόντων. Εντούτοις, η επιστροφή στο καθεστώς προ της τροποποίησης του 2002, όπως προτείνεται με το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο, δεν δικαιολογείται με κανέναν τρόπο, καθώς οι αποχρώντες λόγοι δημοσίου συμφέροντος, ήτοι η ανάγκη για τη διευκόλυνση των πολιτών για την πρόσβαση στην Κοινωνία της Πληροφορίας, είναι σήμερα πιο ισχυροί από ποτέ. Συγκεκριμένα, από το 2002 ως σήμερα η διείσδυση των τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών στην οικονομία, στην κοινωνία αλλά και στις σχέσεις κράτους – πολίτη έχει καταστήσει αναγκαία την ολόπλευρη πρόσβαση του καθενός στη χρήση τους. Συνεπώς, η επιβάρυνση των Η/Υ με την προτεινόμενη εύλογη αμοιβή και ειδικά στις σημερινές συνθήκες δριμείας οικονομικής κρίσης συνιστά σημαντικό εμπόδιο στην πρόσβαση των πολιτών στην Κοινωνία της Πληροφορίας.
Υπενθυμίζεται ότι η ίδια η Πολιτεία, αναγνωρίζοντας την ανωτέρω αναγκαιότητα προώθησης της χρήσης ηλεκτρονικών υπολογιστών και διάδοσης της ευρυζωνικότητας, χρηματοδότησε το πρόγραμμα «Ψηφιακή Αλληλεγγύη» με σκοπό να καταστεί πιο προσιτή σε όλους η αγορά σχετικού εξοπλισμού. Σε κραυγαλέα αντίφαση με τα παραπάνω, το υπόψη σχέδιο νόμου επιδιώκει την επιβολή μίας νέας εισφοράς υπέρ τρίτων 2% στην τιμή αγοράς των Η/Υ. Είναι προφανές ότι το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο επιβαρύνοντας τις τιμές πώλησης των Η/Υ οδηγεί στο αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που επεδίωκε η Πολιτεία με την «Ψηφιακή Αλληλεγγύη» και μάλιστα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα.
Περαιτέρω επισημαίνεται ότι το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο έρχεται σε μία χρονική στιγμή, κατά την οποία το σύστημα της εύλογης αμοιβής μέσω συσκευών στην παρούσα του μορφή τίθεται πανευρωπαϊκά υπό αμφισβήτηση. Αιτία είναι ότι το σύστημα αυτό προέρχεται από την εποχή των αναλογικών υλικών φορέων και είναι πλέον αναχρονιστικό στην ψηφιακή εποχή, όπου η επιγραμμική χρήση σε συνεχή ροή (streaming), κατά την οποία δεν δημιουργούνται αντίγραφα, αντικαθιστά όλο και περισσότερο την αγορά υλικών φορέων. Σημειώνεται ότι σύμφωνα με τα δεδομένα της μουσικής βιομηχανίας (IFPI 2015) τα έσοδα από το streaming έχουν ξεπεράσει τα έσοδα από το downloading σε πάνω από 37 χώρες παγκοσμίως. Έτσι, μολονότι όλο και λιγότεροι χρήστες καταφεύγουν στην αγορά έργων που δύνανται να αναπαραχθούν, το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο έρχεται αγνοώντας τα δεδομένα της αγοράς να αυξήσει δραματικά την εύλογη αμοιβή των δημιουργών, συμπεριλαμβάνοντας τους Η/Υ στις συσκευές επί των οποίων επιβάλλεται το σχετικό τέλος.
Επιπροσθέτως, το σύστημα της εύλογης αμοιβής που καθιερώνεται από την ως άνω Οδηγία 2001/29/ΕΚ τελεί υπό αναμόρφωση σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σύμφωνα με την Ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής COM(2015) 626 final της 9.12.2015 με τίτλο «Προς ένα σύγχρονο, πιο ευρωπαϊκό πλαίσιο για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας», η Επιτροπή «θα αξιολογήσει την ανάγκη για λήψη μέτρων προκειμένου να διασφαλίσει ότι, όταν τα κράτη μέλη επιβάλλουν τέλη για την αντιγραφή ιδιωτικής χρήσης και τη φωτοαναπαραγωγή προς αποζημίωση των δικαιούχων, τα διάφορα συστήματα λειτουργούν ορθά στην ενιαία αγορά και δεν δημιουργούν εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων και των υπηρεσιών. Στα ζητήματα που μπορεί να χρειάζεται να αντιμετωπιστούν συγκαταλέγονται η σχέση μεταξύ αποζημίωσης και ζημίας των δικαιούχων, η σχέση μεταξύ συμβατικών συμφωνιών και επιμερισμού των τελών, οι διπλές πληρωμές, η διαφάνεια έναντι των καταναλωτών, οι απαλλαγές και οι αρχές που διέπουν τα συστήματα επιστροφής, καθώς και η απαγόρευση των διακρίσεων μεταξύ ημεδαπών και αλλοδαπών όσον αφορά τη διανομή των εισπραττόμενων τελών. Η Επιτροπή θα προωθήσει επίσης διάλογο προβληματισμού σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο τα τέλη μπορούν να διανέμονται πιο αποτελεσματικά στους δικαιούχους.» Συνεπώς θα ήταν σκόπιμο να αναμείνει ο Έλληνας νομοθέτης την αποκρυστάλλωση του ζητήματος της εύλογης αμοιβής σε επίπεδο Ε.Ε. προτού προβεί σε οποιαδήποτε τροποποίηση και δη διεύρυνσή του.
Ενόψει όλων των ανωτέρω αποτελεί παράδοξο πώς ενώ το σύστημα της εύλογης αμοιβής στην παρούσα του μορφή τίθεται πανευρωπαϊκά υπό αμφισβήτηση ως μη ανταποκρινόμενο στα σημερινά οικονομικά δεδομένα, ο Έλληνας νομοθέτης να το διευρύνει τόσο δραστικά λίγο πριν την αναμόρφωσή του σε επίπεδο Ε.Ε.
Περαιτέρω, σύμφωνα με την απόφαση Padawan του ΔικΕΕ κάθε σύστημα κράτους – μέλους, με το οποίο επιβάλλεται εύλογη αμοιβή για ιδιωτική αναπαραγωγή, το οποίο ορίζεται σε σταθερό ποσοστό ανεξαρτήτως συσκευής, ελέγχεται ως προς τη συμβατότητά του με το Κοινοτικό δίκαιο, αφού δεν λαμβάνει υπόψη τα τεχνικά χαρακτηριστικά και την προσφορότητα του συγκεκριμένου μέσου ως προς την ένταση αναπαραγωγής και την δυνατότητα αποθήκευσης κάθε φορέα. Το ΔικΕΕ στην υπόθεση Padawan διευκρινίζει μάλιστα ότι η «ασήμαντη» ζημία είναι πιθανό να μη γεννά υποχρέωση πληρωμής. Οι συσκευές Η/Υ, όπως τα κινητά τηλέφωνα, τα tablets, τα laptops κτλ, αποτελούν τεχνικά μέσα τα οποία έχουν πολλαπλές κύριες χρήσεις νευραλγικής σημασίας για την επικοινωνία, την παραγωγή, την εργασία, την δημιουργία και την καινοτομία, ενώ σε σχέση με τις κύριες χρήσεις τους η χρήση για ιδιωτική αντιγραφή είναι εντελώς δευτερεύουσα.
Εν όψει των ανωτέρω ζητούμε την απόσυρση της παραγράφου 2 του άρθρου 69 του προτεινόμενου νομοσχεδίου.
Β/Παρατηρήσεις για την παρ. 8 (προσθήκη άρθρου 66Ε) του άρθρου 69 του υπό διαβούλευση σχεδίου νόμου:
Με το άρθρο 5Α § 2 του Συντάγματος κατοχυρώνεται το δικαίωμα συμμετοχής στην κοινωνία της πληροφορίας. Συγκεκριμένα, προβλέπεται ότι καθένας έχει δικαίωμα συμμετοχής στην κοινωνία της πληροφορίας, η δε διευκόλυνση της πρόσβασης στις πληροφορίες που διακινούνται ηλεκτρονικά, καθώς και της παραγωγής, ανταλλαγής και διάδοσής τους αποτελεί υποχρέωση του Κράτους. Το δικαίωμα συμμετοχής στην κοινωνία της πληροφορίας θεμελιώνεται και ως ανθρώπινο δικαίωμα από τα άρθρα 11 και 36 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ.
Το εν λόγω συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα θεμελιώνει την υποχρέωση αποχής του κράτους από ενέργειες που περιορίζουν την απρόσκοπτη πρόσβαση των ατόμων στα αγαθά και τις εφαρμογές της κοινωνίας της πληροφορίας. Εξειδικεύεται περαιτέρω στο άρθρο 3 § 2ζ του Ν. 4070/2012, που ενσωματώνει το άρθρο 1 § 1β της Οδηγίας 2009/140/ΕΕ στην Ελληνική έννομη τάξη, το οποίο προβλέπει ότι «[τ]υχόν μέτρα από δημόσιες αρχές που αφορούν στην πρόσβαση των τελικών χρηστών σε υπηρεσίες και εφαρμογές ή στη χρήση από τους τελικούς χρήστες υπηρεσιών και εφαρμογών μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών πρέπει να τελούν σε αρμονία με τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα και τις γενικές αρχές του Κοινοτικού δικαίου και, ιδιαιτέρως, να :
1. Είναι κατάλληλα, αναλογικά και αναγκαία σε μία δημοκρατική κοινωνία.
2. Εξασφαλίζουν δίκαιη και αμερόληπτη προκαταρκτική διαδικασία, η οποία περιλαμβάνει το δικαίωμα ακροάσεως του ενδιαφερομένου ή των ενδιαφερομένων.
3. Υπόκεινται στις λοιπές διαδικαστικές διασφαλίσεις που προβλέπονται από την νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και τις γενικές αρχές του Κοινοτικού δικαίου.
4. Διασφαλίζουν το δικαίωμα των θιγόμενων σε αποτελεσματικό και έγκαιρο δικαστικό έλεγχο του λαμβανόμενου μέτρου.
Περαιτέρω, με τον πρόσφατο Ενωσιακό Κανονισμό 2015/2120 θεμελιώνεται το ειδικότερο δικαίωμα στο ανοικτό διαδίκτυο, με βάση το οποίο οι τελικοί χρήστες αποκτούν το δικαίωμα να έχουν πρόσβαση και να διανέμουν πληροφορίες και περιεχόμενο καθώς και να χρησιμοποιούν και να παρέχουν εφαρμογές και υπηρεσίες χωρίς διάκριση, όπως επίσης και να χρησιμοποιούν τερματικό εξοπλισμό της επιλογής τους, ανεξαρτήτως του τόπου του τελικού χρήστη ή του παρόχου ή του τόπου, της προέλευσης ή του προορισμού της πληροφορίας, του περιεχομένου, της εφαρμογής ή της υπηρεσίας (άρθρο 3 § 1 του Κανονισμού).
Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας (άρθρο 25 § 1 του Συντάγματος) οι περιορισμοί θεμελιωδών δικαιωμάτων πρέπει να είναι: α) κατάλληλοι, ήτοι πρόσφοροι για την πραγμάτωση του επιδιωκομένου σκοπού, β) αναγκαίοι, ήτοι να συνιστούν μέτρο το οποίο σε σχέση με άλλα δυνάμενα να ληφθούν μέτρα, επάγεται τον ελάχιστο δυνατό περιορισμό για τον ιδιώτη και το κοινό και τέλος γ) εν στενή εννοία αναλογικοί, να τελούν δηλ. σε εύλογη σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό, ώστε η αναμενόμενη ωφέλεια να μην υπολείπεται της βλάβης που προκαλούν. Όσο πιο έντονος είναι ο περιορισμός, τόσο πιο προφανής πρέπει να είναι η αναγκαιότητα του υπό κρίση μέτρου. Ένα μέτρο διακοπής πρόσβασης αντίκειται στην αρχή της αναλογικότητας, όταν από το είδος του ή τη φύση του είναι προδήλως ακατάλληλο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού ή όταν οι δυσμενείς συνέπειες του μέτρου τελούν σε προφανή δυσαναλογία ή υπερακοντίζουν τον επιδιωκόμενο σκοπό.
Οι προτεινόμενες διατάξεις της παρ. 8 (προσθήκη άρθρου 66Ε) του άρθρου 69 του υπό διαβούλευση σχεδίου συνιστούν περιορισμό του δικαιώματος πρόσβασης στην κοινωνία της πληροφορίας στο μέτρο που με την εφαρμογή του θα διακόπτεται η πρόσβαση των χρηστών σε διαδικτυακό περιεχόμενο. Πρέπει λοιπόν να ελεγχθεί κατά πόσο ο περιορισμός αυτός εναρμονίζεται με την αρχή της αναλογικότητας. Στα πλαίσια αυτά καταθέτουμε τις εξής παρατηρήσεις :
α/ Η τεχνική της διακοπής πρόσβασης στο επίπεδο των τηλεπικοινωνιακών παρόχων δεν είναι πρόσφορη για την πραγμάτωση του επιδιωκόμενου σκοπού της μη πρόσβασης των χρηστών σε διαδικτυακό περιεχόμενο, καθώς είναι ευχερώς προσπελάσιμη από τους χρήστες με απλά και ευρέως διαθέσιμα τεχνικά μέσα και χωρίς απαιτήσεις εξειδικευμένης γνώσης. Επιπλέον, η προτεινόμενη διοικητική διαδικασία δεν πληρεί τα εχέγγυα δίκαιης δίκης, όπως αυτά έχουν νομολογηθεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου [λ.χ. δημοσιότητα της διαδικασίας], με αποτέλεσμα να μην πληρεί τα κριτήρια καταλληλότητας αναφορικά με το είδος και την έκταση του επιδιωκόμενου περιορισμού θεμελιώδους δικαιώματος. Περαιτέρω, η πρόβλεψη περί προσφυγής κατά αποφάσεων της προβλεπόμενης διοικητικής αρχής στο διοικητικό εφετείο ουσιαστικά αποξενώνει τους θιγόμενους από τέτοιες αποφάσεις από το δικαίωμα προσφυγής σε δικαστική προστασία εξαιτίας του σημαντικού κόστους και του μακρού χρόνου επίλυσης.
β/ Η τεχνική της διακοπής πρόσβασης στο επίπεδο των τηλεπικοινωνιακών παρόχων δεν είναι αναγκαία για την πραγμάτωση του επιδιωκόμενου σκοπού, καθώς με αυτήν γίνεται απόπειρα για την αντικατάσταση της ήδη ισχύουσας και εξαιρετικά ευνοϊκής για τους δικαιούχους δικαστικής διαδικασίας, που προβλέπεται στα άρθρα 63Α επ. του Ν. 2121/1993, αναφορικά με όλες τις υποθέσεις, που σχετίζονται με το διαδίκτυο και κατ’ επέκταση της υποκατάστασης της δικαστικής κρίσης σε τέτοιες υποθέσεις.
γ/ Η τεχνική της διακοπής πρόσβασης στο επίπεδο των τηλεπικοινωνιακών παρόχων δεν είναι ούτε εν στενή έννοια αναλογική, καθώς η έκταση του περιορισμού [διακοπή πρόσβασης σε όνομα χώρου] θα πρέπει να είναι θεωρείται βέβαιο ότι στις πλείστες των περιπτώσεων θα είναι δυσανάλογη σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό [προστασία δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας] και συνεπώς ανοιχτή σε εκτεταμένα φαινόμενα κατάχρησης. Συγκεκριμένα, με την προτεινόμενη διοικητική διαδικασία καθίσταται πρακτικά δυνατή η διακοπή πρόσβασης σε ιστοτόπους, ακόμη και αυτοί εμπεριέχουν 99% νόμιμο και μόνο 1% παράνομο περιεχόμενο. Κατ’ επέκταση, δια της εφαρμογής της προτεινόμενης διοικητικής διαδικασίας υπάρχει σοβαρός κίνδυνος για την εκτεταμένη διακοπή πρόσβασης σε απολύτως νόμιμο διαδικτυακό περιεχόμενο για τους χρήστες του διαδικτύου στην Ελλάδα. Με αυτό όμως το περιεχόμενο οι προτεινόμενες διατάξεις της παρ. 8 (προσθήκη άρθρου 66Ε) του άρθρου 69 του υπό διαβούλευση σχεδίου παραβιάζουν το δικαίωμα των χρηστών για την πρόσβαση στην κοινωνία της πληροφορίας καθώς και την συνταγματικώς κατοχυρωμένη ελευθερία της πληροφόρησης στην παθητική της διάσταση με τρόπο που αντίκειται στο Σύνταγμα και στον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ.
Για τους παραπάνω λόγους, προτείνουμε τη διαγραφή του συνόλου της παραγράφου 8 (προσθήκη άρθρου 66Ε), ή έστω τη ριζική αναμόρφωσή της εν ευθέτω χρόνο, κατόπιν διαλόγου με όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, λαμβάνοντας υπόψη και τις εξελίξεις στο επίπεδο της ΕΕ.
Σε επικουρική βάση και στην περίπτωση που τα παραπάνω δεν γίνουν δεκτά, καταθέτουμε τα ακόλουθα σχόλια – παρατηρήσεις σε σχέση με την βελτίωση των προτεινόμενων διατάξεων :
1. Προϋπόθεση του παραδεκτού της αίτησης του δικαιούχου προς την Αρχή θα πρέπει να είναι η πρότερη όχληση του κατόχου του επίμαχου ιστοτόπου ή/και του παρόχου υπηρεσιών φιλοξενίας του επίμαχου περιεχομένου. Η πρόβλεψη μίας τέτοιας εξωδικαστικής διαδικασίας υφίσταται σε άλλες έννομες τάξεις [βλ. ΗΠΑ], εμμέσως προβλέπεται και από την σχετική Οδηγία 2000/31/ΕΚ, ενώ συμβάλλει στην εξωδικαστική επίλυση μεγάλου όγκου υποθέσεων πριν αυτές φτάσουν στο επίπεδο της διοικητικής / δικαστικής επίλυσης.
2. Για την αποφυγή φαινομένων κατάχρησης της διαδικασίας προτείνεται να περιοριστεί ο κύκλος των αιτούντων τη διακοπή πρόσβασης στους αναγνωρισμένους οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης.
3. Για την κατ’ ελάχιστον εναρμόνιση με την αρχή της αναλογικότητας προτείνεται η προσθήκη λόγου απόρριψης αιτήσεων σε περίπτωση που ο καταγγελλόμενος ιστότοπος φιλοξενεί και νόμιμο περιεχόμενο [βλ. § 5 της προτεινόμενης διαδικασίας].
4. Η γνωστοποίηση από την Αρχή προς τους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους της κατατεθείσας αίτησης [βλ. § 6 της προτεινόμενης διαδικασίας] είναι ατελέσφορη, καθώς οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι δε φιλοξενούν διαδικτυακό περιεχόμενο και εκ των πραγμάτων δεν μπορούν να προβούν σε άρση της προσβολής, δηλαδή σε αφαίρεση οποιουδήποτε διαδικτυακού περιεχομένου. Για τον λόγο αυτόν η σχετική πρόβλεψη πρέπει να αφαιρεθεί.
5. Για την θεμελίωση της ασφάλειας δικαίου ως προς τις υποχρεώσεις των τηλεπικοινωνιακών παρόχων κρίνεται αναγκαία η ρητή πρόβλεψη στον νόμο ότι η διακοπή πρόσβασης θα εκτελείται αποκλειστικά και μόνο σε επίπεδο ονόματος χώρου και ότι δε θα αφορά τη λήψη θετικών ενεργειών ή την εγκατάσταση τεχνολογικών φίλτρων, όπως άλλωστε απαγορεύεται από τα άρθρα 11 και 14 του ΠΔ 131/2003, που ενσωματώνουν την Ενωσιακή Οδηγία 2000/31/ΕΚ [βλ. § 10 της προτεινόμενης διαδικασίας].
6. Τα νομικά ζητήματα πνευματικής ιδιοκτησίας στο διαδίκτυο είναι πολλές φορές ασαφή και χρήζουν ερμηνείας. Η οριστική κρίση για το κατά πόσο μια πράξη στο διαδίκτυο αποτελεί προσβολή πνευματικής ιδιοκτησίας ή όχι απαιτεί σε πολλές περιπτώσεις πολυετείς δίκες, ενώ πολλές φορές τα ζητήματα αυτά καταλήγουν στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπό μορφή προδικαστικού ερωτήματος. Ως εκ τούτου, η ανάθεση της αρμοδιότητας για την επίλυση τέτοιων ζητημάτων σε διοικητική επιτροπή και με τόσο σύντομες διαδικαστικές προθεσμίες, πέραν της αμφίβολης συνταγματικότητας εν γένει, θα πρέπει τουλάχιστον να γίνει κατά τρόπο απόλυτα ορισμένο. Για τον λόγο αυτό θα πρέπει η ως άνω Επιτροπή να έχει εξουσίες επί συγκεκριμένων ρητά κατονομαζόμενων παραβάσεων και όχι γενικώς και αορίστως επί «προσβολής δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας ή/και συγγενικών δικαιωμάτων τελούμενης στο διαδίκτυο». Επιπροσθέτως για τους ίδιους λόγους θα πρέπει οι σχετικές προθεσμίες να επιμηκυνθούν τουλάχιστον στο διπλάσιο, ώστε το δικαίωμα ακρόασης να ασκείται ουσιαστικά και όχι μόνον τυπικά.
7. Ομοίως τα μέτρα που θα λαμβάνει η επιτροπή θα πρέπει να είναι απολύτως ορισμένα. Ιδιαίτερα ενόψει του γεγονότος ότι τα μέτρα μπορεί να επιβάλλονται και σε τρίτους που δεν ευθύνονται κατά κανένα τρόπο για την παράβαση (όπως οι πάροχοι πρόσβασης στο διαδίκτυο) και μάλιστα επ’ απειλή προστίμου 500-1.000 € για κάθε ημέρα μη συμμόρφωσης, δεν νοείται να μην προσδιορίζονται με ακρίβεια και σαφήνεια στον νόμο. Η τωρινή προτεινόμενη διατύπωση «…ή τους καλεί στη λήψη οποιουδήποτε άλλου μέτρου κρίνει η Επιτροπή πρόσφορο» δεν είναι επαρκώς ορισμένη.
8. Σε κάθε περίπτωση και ενόψει της σοβαρότητας των δικαιωμάτων και συμφερόντων που διακυβεύονται θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι χωρίς απόφαση του αρμοδίου οργάνου οι πάροχοι δεν θα υποχρεούνται με κανένα τρόπο στη διακοπή πρόσβασης στη χρήση του διαδικτύου καθώς και ότι η άσκηση προσφυγής στο Διοικητικό Εφετείο να έχει εκ του νόμου ανασταλτικό αποτέλεσμα, ενώ θα πρέπει να προβλεφθεί ρητά ότι έννομο συμφέρον για την άσκηση της προσφυγής έχει ο κάθε χρήστης του διαδικτύου, ώστε να διασφαλίζεται η αποτελεσματική δικαστική προστασία των πολιτών.
Στην παρ. 8 θα πρέπει να προβλεφθεί η σύντμηση των προβλεπομένων προθεσμιών σε περιπτώσεις επανειλημμένης μη συμμόρφωσης, π.χ. σε περιπτώσεις που ένας πειρατικός ιστότοπος μεταβάλλει το domain name ή /και την ΙP address του και συνεχίζει την παράνομη δραστηριότητά του.
Η επιβολή τέλους στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές αντίκειται ευθέως στις δεσμεύσεις της χώρας για κατάργηση των τελών και φόρων υπέρ τρίτων. Επίσης, αντιμετωπίζει όλους τους χρήστες υπολογιστών ως «πειρατές», ενώ εκτός των επιχειρήσεων του κλάδου της πληροφορικής ταυτόχρονα δυσχεραίνει την εμπέδωση στην ελληνική αγορά συνδρομητικών υπηρεσιών παροχής οπτικοακουστικού περιεχομένου.
Σε σχέση με το επιχείρημα του Αντώνη Πλέσσα ότι «χωρίς τη δυνατότητα αντιγραφής έργων – περιεχομένου οι υπολογιστές θα είχαν πολύ μικρότερη σημασία στη ζωή μας» απλώς να αναφέρω ότι εν προκειμένω ισχύει και το αντίθετο:
Χωρίς συσκευές τεχνολογίας και αναπαραγωγής τα έργα περιεχομένου ή τουλάχιστον τα αντίγραφα αυτών (ηχογραφήματα) θα είχαν πολύ μικρότερη ή και καμία σημασία στη ζωή μας.
Επίσης, το πλέον ανησυχητικό είναι ότι το νομοσχέδιο, με την επίκληση της προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας επιφέρει καίριο πλήγμα στα ατομικά δικαιώματα της ελευθερίας του λόγου, αλλά και της ιδιωτικότητας και θα αναμέναμε ως απλοί χρήστες έργων περιεχομένου πρόνοιες για την προστασία μας από καταχρηστικές πρακτικές των οργανισμών συλλογικής διαχείρισης.
ΩΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΣ ΣΕ ΕΤΑΙΡΙΑ ΕΜΠΟΡΙΑΣ Η/Υ ΚΑΙ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΘΕΩΡΩ ΟΤΙ Η ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2 ΤΟΥ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 69 ΓΙΑ ΕΠΙΒΟΛΗ ΤΕΛΟΥΣ ΥΠΕΡ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΣΤΙΣ ΠΩΛΗΣΕΙΣ Η/Υ ΕΙΝΑΙ ΛΑΝΘΑΣΜΕΝΗ ΚΑΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΕΤΕ.
Η ΡΥΘΜΙΣΗ ΑΥΤΗ ΘΑ ΠΛΗΞΕΙ ΤΗΝ ΕΓΧΩΡΙΑ ΔΙΑΚΙΝΙΣΗ ΥΠΕΡ ΕΙΣΑΓΩΓΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΜΕ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΝ ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΜΕΙΩΣΗ ΤΗΣ ΚΙΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΣΥΡΙΚΝΩΣΗ ΤΩΝ ΗΔΗ ΧΑΜΗΛΩΝ ΠΕΡΙΘΟΡΙΩΝ ΚΕΡΔΟΥΣ.
ΠΟΣΟ ΜΑΛΛΟΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΤΙΓΜΗ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΞΕΚΑΘΑΡΟΣ Ο ΤΡΟΠΟΣ ΔΙΑΘΕΣΗΣ ΤΩΝ ΧΡΗΜΑΤΩΝ ΣΤΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥΧΟΥΣ ΑΠΟ ΜΙΑ ΕΤΑΙΡΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΜΕ ΑΔΙΑΦΑΝΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ.
Αναφορικά με τη διάταξη του άρ. 69 παρ. 2, με βάση την οποία επιβάλλεται 2% στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές και ως ιδιοκτήτης επιχείρησης που διαθέτει σε ιδιώτες μέσα τεχνολογίας, πιστεύω ότι η οποιαδήποτε επιβάρυνση στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές θα επηρεάσει σημαντικά τη δουλειά και την επιχείρησή μου, καθώς είναι σίγουρο ότι θα μειωθούν οι πωλήσεις υπολογιστών. Συνεπώς, για να μπορέσει να επιβιώσει η επιχείρησή μου, είναι επίσης σίγουρο ότι θα χρειαστεί να λάβω μέτρα, ακόμα και να απολύσω προσωπικό.
Περαιτέρω, θεωρώ ότι με την επιβολή τέτοιων δυσμενών μέτρων η ελληνική επιχείρηση μοιραία γίνεται ακόμα λιγότερο ανταγωνιστική έναντι των αντίστοιχων επιχειρήσεων του εξωτερικού.
Τέλος θεωρώ ότι η επιβολή μιας τέτοιας επιβάρυνσης είναι βέβαιο ότι θα λειτουργήσει ανασταλτικά στην απαραίτητη πλέον ηλεκτρονικοποίηση των συναλλαγών και της επικοινωνίας του πολίτη με το Κράτος.
Επικροτούμε την πρωτοβουλία να εισαχθεί στην ελληνική έννομη τάξη μία διοικητική διαδικασία ενώπιον ειδικής Επιτροπής, για την προστασία των πνευματικών και συγγενικών δικαιωμάτων στο διαδίκτυο, στα πρότυπα και άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Η συγκεκριμένη διαδικασία, σε συνδυασμό με τη δυνατότητα άρσης απορρήτου, που θεσπίζεται με το ίδιο άρθρο της οδηγίας, για περιπτώσεις κακουργηματικής εμβέλειας προσβολών, δημιουργεί τις προϋποθέσεις προκειμένου να καταστεί το διαδίκτυο ένα φιλικότερο, για τα δικαιώματα των δημιουργών, πεδίο.
Αναφορικά με τη διάταξη του άρ. 69 παρ. 2, με βάση την οποία επιβάλλεται 2% στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές: μην μας βασανίζετε άλλο μς λίγο φόρο εδώ λίγο εκεί… Βάλτε έναν συνολικό φόρο σε μας του ιδιώτες της τάξης του 98% να ησυχάσετε εσείς να μεταναστεύσουμε κι εμείς να τελειώνουμε. Ακόμα καλύτερα απαγορέψετε ολοσχερώς τις ιδιωτικές επιχειρήσεις να μείνει μόνο το δημόσιο να ησυχάσετε εσείς να μεταναστεύσουμε κι εμείς να τελειώνουμε. Κάναμε μ’ έναν φίλο λογιστή έναν υπολογισμό και βγήκε ότι πληρώνουμε τριπλάσιους φόρους απ’ ότι επί τουρκοκρατίας. Τελειώστε μας!!!
Στο άρθρο 2 παράγραφος β ορίζεται αμοιβή ίση με το 2% της αξίας του υπολογιστή:
1) Η ποσοστιαία επί της αξίας του υπολογιστή αμοιβή είναι εντελώς αυθαίρετη και χωρίς λογική: Η αναπαραγωγή υλικού που προστατεύτεται από πνευματικά δικαίωματα πρέπει να αμοίβεται ανάλογα με τη χρήση και όχι με την αξία του μέσου. Με ποια λογική ένας δημιουργός πρέπει να αμοίβεται ανάλογα με το πόσο ακριβό είναι το ηχοσύστημα που αναπαράγει το έργο του;
2) Η ποσοστιαία επί της αξίας αμοιβή, επιβαρύνει όλους τους υπολογιστές ανεξάρτητα από το αν ένας υπολογιστής έχει τη δυνατότητα να αναπαράγει μουσική ή όχι.
3) Οι χρήστες καταβάλουν διπλή αμοιβή: Όταν κάποιος αναπαράγει στον υπολογιστή του ένα γνήσιο μουσικό CD για προσωπική χρήση, το οποίο έχει αγοράσει νόμιμα, έχει ήδη καταβάλλει αμοιβή κατά την αγορά του CD. Με τη ρύθμιση λοιπόν αυτή καλείται ουσιαστικά να ξαναπληρώσει αμοιβή.
2% «φορος» στους ηλεκτρονικους υπολογιστες , τα tablets, τα κινητα?
τι αλλο θα σκεφτειτε για να κανετε οικονομικη αφαιμαξη στους Ελληνες πολιτες?
Αναφορικά με τη διάταξη του άρ. 69 παρ. 2, με βάση την οποία επιβάλλεται 2% στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές και ως ιδιοκτήτης επιχείρησης που διαθέτει σε ιδιώτες μέσα τεχνολογίας, πιστεύω ότι η οποιαδήποτε επιβάρυνση στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές θα επηρεάσει σημαντικά τη δουλειά και την επιχείρησή μου, καθώς είναι σίγουρο ότι θα μειωθούν οι πωλήσεις υπολογιστών. Συνεπώς, για να μπορέσει να επιβιώσει η επιχείρησή μου, είναι επίσης σίγουρο ότι θα χρειαστεί να λάβω μέτρα, ακόμα και να απολύσω προσωπικό.
Περαιτέρω, θεωρώ ότι με την επιβολή τέτοιων δυσμενών μέτρων η ελληνική επιχείρηση μοιραία γίνεται ακόμα λιγότερο ανταγωνιστική έναντι των αντίστοιχων επιχειρήσεων του εξωτερικού.
Τέλος θεωρώ ότι η επιβολή μιας τέτοιας επιβάρυνσης είναι βέβαιο ότι θα λειτουργήσει ανασταλτικά στην απαραίτητη πλέον ηλεκτρονικοποίηση των συναλλαγών και της επικοινωνίας του πολίτη με το Κράτος.
Άρθρο 69 παρ. 6 Νομοσχεδίου
6 Τροποποιείται η παράγραφος 2 του άρθρου 63 ν. 2121/1993 και προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής:
«Εάν το εκτελούμενο ρεπερτόριο δεν έχει ανατεθεί σε οργανισμό συλλογικής διαχείρισης, για τη χορήγηση της ως άνω άδειας του Δήμου αρκεί η προσκόμιση υπεύθυνης δήλωσης περί μη εκτέλεσης εκπροσωπούμενου από οργανισμό συλλογικής διαχείρισης ρεπερτορίου, το περιεχόμενο της οποίας καθορίζεται από τον ΟΠΙ.»
Σχόλιο ΑΕΠΙ:
Η ανωτέρω διάταξη είναι εντελώς ατυχής. Με την διέξοδο και το «συγχωροχάρτι» της υποβολής υπευθύνου δηλώσεως στους χρήστες, η οποία θα υποκαθιστά την άδεια των αρμοδίων ΟΣΔ ή ΑΟΔ, το μόνο αποτέλεσμα που θα επιφέρει, όπως ήδη έχει ξεκινήσει να συμβαίνει, είναι χιλιάδες χρήστες – καταστηματάρχες να διευκολύνονται για να υποβάλουν στους Δήμους ψευδείς δηλώσεις ότι δεν χρησιμοποιούν εκπροσωπούμενο από δικαιούχους ρεπερτόριο και να λαμβάνουν την άδεια λειτουργίας των καταστημάτων τους. Και φυσικά δεν θα έχουν τίποτε να χάσουν αφού, ακόμη και όταν διαπιστωθεί το ψεύδος της δηλώσεως, θα ζητήσουν και θα λάβουν τότε την άδεια των δικαιούχων. Πρόκειται δηλαδή για ένα σύστημα που παροτρύνει τους χρήστες να παρανομήσουν. Οι λόγοι τροποποιήσεως της διατάξεως του άρθρου 63 παρ. 2 με την προσθήκη της ως άνω διατάξεως είναι εντελώς ακατανόητοι.
Άρθρο 69 παρ. 7 Νομοσχεδίου σε συνδυασμό με το άρθρο 65Α παρ. 4 ν. 2121/93
4. Αρμόδιες για τον έλεγχο της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος νόμου και την επιβολή των προβλεπόμενων κυρώσεων είναι η Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων (ΥΠ.Ε.Ε.), οι Αστυνομικές, Λιμενικές (όπως προστέθηκε με το άρθρο 46 παρ. 7 του ν. 3905/2010) και Τελωνειακές Αρχές, οι οποίες μετά τη διαπίστωση της παράβασης, ενημερώνουν τους δικαιούχους μέσω του Οργανισμού Πνευματικής Ιδιοκτησίας.
Σχόλιο ΑΕΠΙ:
Το άρθρο 65Α ν. 2121/93 στο οποίο παραπέμπει, έχει ένα σοβαρό λάθος στην διατύπωση της παρ. 4: Αναφέρει εσφαλμένως «του παρόντος νόμου» αντί του ορθού «του παρόντος άρθρου». Αποτέλεσμα του συγκεκριμένου σφάλματος είναι ότι ενώ το άρθρο 65Α αφορά αποκλειστικά την επιβολή διοικητικού προστίμου (από Διοικητικές Αρχές) για παράνομη αναπαραγωγή, διανομή κ.λ.π, προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών και υλικών φορέων ήχου (δηλαδή αποκλειστικώς την φυσική πειρατεία υλικών φορέων), όμως δημιουργείται η εσφαλμένη εντύπωση ότι καμμία άλλη αρχή εκτός των αναφερομένων στην συγκεκριμένη παράγραφο δεν μπορεί να επιληφθεί ΟΙΩΝΔΗΠΟΤΕ ΕΝ ΓΕΝΕΙ προσβολών του νόμου περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Θα πρέπει επομένως να αντικατασταθεί η λέξη «νόμου» με το ορθό «άρθρου».
Με το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο και χωρίς να προβάλλεται κάποιος επαρκής λόγος, επιχειρείται η επαναφορά της επιβάρυνσης του 2% επί της αξίας των ηλεκτρονικών υπολογιστών μετά από 14 χρόνια από την κατάργησή της.
Μια τέτοια επαναφορά έρχεται σε πλήρη αντίφαση τόσο με την κατάσταση της αγοράς όσο και με την επιδίωξη μείωσης σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο των φόρων και κρατήσεων υπέρ τρίτων ιδιαίτερα όταν αυτές δεν εισπράττονται από κρατικούς αλλά από ιδιωτικούς φορείς, όπως στην προκειμένη περίπτωση.
Είναι δεδομένο ότι τυχόν υιοθέτηση της διάταξης αυτής θα πλήξει τις χειμαζόμενες από την κρίση ελληνικές επιχειρήσεις, οι οποίες με την αύξηση της τιμής των προϊόντων θα καταστούν ακόμα λιγότερο ανταγωνιστικές, αλλά και τους καταναλωτές για τους οποίους θα δυσκολέψει την πρόσβαση στους υπολογιστές και τη συμμετοχή τους στην Ψηφιακή Οικονομία.
Αναφορικά με τη διάταξη του άρ. 69 παρ. 2, με βάση την οποία επιβάλλεται 2% στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές και ως ιδιοκτήτης επιχείρησης που διαθέτει σε ιδιώτες μέσα τεχνολογίας, πιστεύω ότι η οποιαδήποτε επιβάρυνση στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές θα επηρεάσει σημαντικά τη δουλειά και την επιχείρησή μου, καθώς είναι σίγουρο ότι θα μειωθούν οι πωλήσεις υπολογιστών. Συνεπώς, για να μπορέσει να επιβιώσει η επιχείρησή μου, είναι επίσης σίγουρο ότι θα χρειαστεί να λάβω μέτρα, ακόμα και να απολύσω προσωπικό.
Περαιτέρω, θεωρώ ότι με την επιβολή τέτοιων δυσμενών μέτρων η ελληνική επιχείρηση μοιραία γίνεται ακόμα λιγότερο ανταγωνιστική έναντι των αντίστοιχων επιχειρήσεων του εξωτερικού.
Τέλος θεωρώ ότι η επιβολή μιας τέτοιας επιβάρυνσης είναι βέβαιο ότι θα λειτουργήσει ανασταλτικά στην απαραίτητη πλέον ηλεκτρονικοποίηση των συναλλαγών και της επικοινωνίας του πολίτη με το Κράτος.
Εκτενές κείμενο:
Ως κλαδος ζητούμε την κατάργηση της διάταξης αυτής και την αναδιατύπωση της παρ. 3 του άρ. 18 ν. 2121/93 με προφανείς δυσμενείς συνέπειες υιοθέτησης της υπό διαβούλευση πιο πάνω διάταξης τις ακόλουθες:
• Μείωση της φορολογικής ύλης των εδρευουσών στην Ελλάδα επιχειρήσεων λόγω εμφάνισης των αμοιβών ως εξόδων/δαπανών.
• Ανάσχεση για τις επενδύσεις στον τομέα
• Στρέβλωση ανταγωνισμού σε σχέση και σύγκριση ιδίως με τις επιχειρήσεις άλλων χωρών, όπου τα εν λόγω δικαιώματα είτε δεν έχουν νομοθετηθεί και άρα δεν εφαρμόζονται είτε εφαρμόζονται με πιο δίκαιο τρόπο (π.χ. σε ορισμένα Κράτη προβλέπεται ειδικό κονδύλιο στον προϋπολογισμό του Κράτους και Αρχή διαχείρισης αυτού ή κατά πολύ χαμηλότερα ποσοστά επί του κόστους εισαγωγής ή καθορισμός του ύψους της αμοιβής βάσει συμφωνίας των ενδιαφερομένων υπολογιζόμενο ανά περίπτωση με κριτήριο τη ζημία που προξενείται στους δικαιούχους λόγω της δημιουργίας ιδιωτικών αντιγράφων, κλπ).
• Ενώ η κατεύθυνση στην ΕΕ είναι να περιοριστούν οι εν λόγω επιβαρύνσεις, η Ελλάδα προβαίνοντας σε νομοθέτηση διατάξεων όπως η εν λόγω κινείται σε αντίθετη κατεύθυνση.
• Παρ΄ ότι διαρκώς αυξάνεται και είναι επιβεβλημένη πλέον η χρήση Ηλεκτρονικών Υπολογιστών και για τις σχέσεις με το Δημόσιο στο πλαίσιο της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, η επιβολή επιπλέον δυσβάσταχτης επιβάρυνσης ιδίως στους Η/Υ είναι βέβαιο ότι θα λειτουργήσει αποτρεπτικά στην απόκτησή τους από τον πολίτη/ιδιώτη.
• Επιβάρυνση του Δημοσίου για τα προϊόντα τεχνολογίας τα οποία θα αποκτά.
• Με δεδομένη τη μη γνώση του τρόπου με τον οποίο χρησιμοποιούν τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές ή και τα λοιπά τεχνολογικά μέσα οι εκάστοτε τελικοί κάτοχοί τους, την έλλειψη σαφούς πλαισίου για τον καθορισμό της εύλογης αμοιβής, αλλά και λόγω της αδιαφανούς και χωρίς προκαθορισμένο τρόπο διανομής στους δικαιούχους δημιουργούνται προϋποθέσεις αθέμιτου ανταγωνισμού, αλλά και εμπόδια τόσο για τις επιχειρήσεις του τομέα Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών, όσο και αντικίνητρα για τη ζητούμενη ανάπτυξη της Ψηφιακής Οικονομίας και της συμμετοχής των πολιτών.
• Στρέβλωση ανταγωνισμού σε σχέση και σύγκριση με επιχειρήσεις στη Χώρα μας (παράλληλους εισαγωγείς) που εισάγουν προϊόντα από το εξωτερικό χωρίς να είναι εξουσιοδοτημένοι εισαγωγείς από τους κατασκευαστές. Μερικές από αυτές τις εταιρείες δεν καταβάλουν τους φόρους που αναλογούν είτε κατά την εισαγωγή είτε κατά την πώληση των αγαθών, με αποτέλεσμα να έχουν συνήθως σημαντικά χαμηλότερες λιανικές τιμές (δεδομένου ότι δεν αποδίδουν ΦΠΑ), με αποτέλεσμα να εντείνεται ο αθέμιτος ανταγωνισμός με τους εξουσιοδοτημένους εισαγωγείς και, βεβαίως, να αυξάνεται η φοροδιαφυγή, καθώς δεν καταβάλλονται οι ισχύοντες φόροι και τέλη. Ταυτόχρονα, λόγω των ανωτέρω, πλήττονται σημαντικά οι εξουσιοδοτημένοι εισαγωγείς και κατασκευαστές, οι οποίοι καταβάλλουν τους ισχύοντες φόρους, τέλη, εργοδοτικές εισφορές, κλπ, συμβάλλοντας έτσι στη στήριξη και ανάπτυξη της εγχώριας οικονομίας. Παράπλευρη, ωστόσο πολύ σημαντική, συνέπεια εξαιτίας της έμμεσης «ενθάρρυνσης» εισαγωγών από μη εξουσιοδοτημένους εισαγωγείς είναι ότι δεν εξασφαλίζονται οι καταναλωτές, καθώς πολλά από τα προϊόντα που εισάγονται από τους μη-εξουσιοδοτημένους εισαγωγείς δεν είναι σχεδιασμένα για πώληση στην Χώρα μας, με αποτέλεσμα είτε να μην φέρουν την σωστή εγγύηση του κατασκευαστή, είτε να χρειάζονται πρόσθετα στοιχεία για να λειτουργήσουν κανονικά (προσαρμογέας ή μετασχηματιστές, κτλ.), με αποτέλεσμα πολλές φορές να κινδυνεύει η ασφάλεια και η υγεία των καταναλωτών εν αγνοία τους. Επιπλέον, η απουσία συστηματικών ελέγχων επιδεινώνει την κατάσταση αυτή, δεδομένου ότι δεν υπάρχει «τιμωρία» σε βάρος των πιο πάνω μη εξουσιοδοτημένων εισαγωγέων.
• Κερδοσκοπία Οργανισμών Συλλογικής Διαχείρισης, λόγω ακριβώς του μη δίκαιου τρόπου απόδοσης των δικαιωμάτων στους δημιουργούς και λοιπούς δικαιούχους και της ασάφειας του νομοθετικού πλαισίου ως προς το πώς διανέμονται τα εισπραττόμενα από τους Οργανισμούς Συλλογικής Διαχείρισης στα μέλη τους και τελικά στους δημιουργούς και λοιπούς δικαιούχους.
• Ανυπαρξία μηχανισμού και διαδικασίας επιστροφής των αχρεωστήτως καταβληθέντων δικαιωμάτων.
Η επαναφορά της επιβάρυνσης του 2 % επί της αξίας των ηλεκτρονικών υπολογιστών μετά από 14 χρόνια από την κατάργηση της, αποτελεί μέτρο αψυχολόγητο και λανθασμένο στη σημερινή συγκυρία όπου η αγορά γενικά αλλά και ιδιαίτερα η αγορά της πληροφορικής πλήττεται από την οικονομική κρίση. Τη στιγμή κατά την οποία καταργούνται δεκάδες φόροι και κρατήσεις υπέρ τρίτων ούτως ώστε να καταστούν φθηνότερα και ανταγωνιστικότερα τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που διατίθενται στη χώρα μας, με στόχο την επανεκκίνηση της οικονομίας, το προτεινόμενο νομοσχέδιο επιβάλλει πρόσθετες επιβαρύνσεις στο κλάδο της υψηλής τεχνολογίας που αποτελεί σημαντικό εργαλείο ανάπτυξης, πλήττοντας συγχρόνως ευρείες ομάδες καταναλωτών που χρησιμοποιούν τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές για τη διεκπεραίωση των καθημερινών τους αναγκών.
Με το άρθρο 69 του σχεδίου νόμου που αναρτήθηκε για διαβούλευση στο opengov την 23/12/2015 με περίοδο σχολιασμού κατόπιν παράτασης μέχρι 22/1/2016, επιχειρείται βάναυση μεταβολή των μέχρι σήμερα ισχυουσών διατάξεων στον τομέα της αποζημίωσης πνευματικών δικαιωμάτων από τις επιχειρήσεις του κλάδου Πληροφορικής και Επικοινωνιών με συνέπειες που μπορεί να αποβούν ολέθριες τόσο γι’ αυτές όσο και για την ελληνική οικονομία γενικότερα.
Με το παραπάνω άρθρο επαναφέρεται η υποχρέωση καταβολής αμοιβής ύψους 2% επί της αξίας των ηλεκτρονικών υπολογιστών που κατασκευάζονται ή εισάγονται στη χώρα μας. Τα σχετικά ποσά καλούνται να καταβάλλουν οι εταιρείες εγχώριας παραγωγής ή εισαγωγής των Η/Υ στους Οργανισμούς Συλλογικής Διαχείρισης και να τα μετακυλίσουν εν συνεχεία, εφόσον είναι οικονομικά δυνατόν, στους αγοραστές-χρήστες των σχετικών προϊόντων.
Σημειώνεται ότι η αντίστοιχη διάταξη που υπήρχε στην αρχική διατύπωση του αρ. 18 παρ. 3 του ν. 2121/1993 είχε δημιουργήσει τεράστια προβλήματα στην αγορά με εκατοντάδες δίκες μεταξύ των διαφόρων Οργανισμών Συλλογικής Διαχείρισης Δικαιωμάτων κατηγοριών δημιουργών κλπ με επιχειρήσεις Πληροφορικής και Επικοινωνιών, σοβαρές στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και συνθήκες οικονομικού στραγγαλισμού του ελληνικού κλάδου της πληροφορικής με αποτέλεσμα να καταστεί ανεφάρμοστη και να καταργηθεί με το αρ. 14 ν. 3049/2002.
Όπως φαίνεται τόσο από την αιτιολογική έκθεση όσο και από τις σχετική συζήτηση στη Βουλή επί της ανωτέρω διάταξης του αρ. 14 ν. 3049/2002 οι λόγοι που επέβαλαν την κατάργηση της υποχρέωσης καταβολής αμοιβής για τους Η/Υ ήταν η αδυναμία εφαρμογής της και οι στρεβλώσεις που προκαλούσε στην αγορά αφού εναπόκειτο στους διάφορους ΟΣΔ δηλ. σε ιδιωτικούς φορείς να επιλέγουν με αδιαφανή κριτήρια από ποιες εταιρείες θα ζητούν την αμοιβή και ποιες θα … ξεχνούν αλλά και το γεγονός ότι τέτοια υποχρέωση για τους Η/Υ δεν προβλεπόταν από την Οδηγία 2001/29 ούτε από τις Διεθνείς Συμβάσεις. Είχε τονισθεί επίσης ότι η επιβολή μη αναγκαίων επιβαρύνσεων στο κόστος απόκτησης των Η/Υ συνιστά παραβίαση της υποχρέωσης του Κράτους για διευκόλυνση της συμμετοχής στην Κοινωνία της Πληροφορίας και πρόσβασης στις ηλεκτρονικά διακινούμενες πληροφορίες που καθιερώνεται με το άρθρο 5Α παρ.2 του ισχύοντος Συντάγματος.
Όλοι οι παραπάνω λόγοι που οδήγησαν στην κατάργηση της υποχρέωσης καταβολής πνευματικών δικαιωμάτων για του Η/Υ ισχύουν απολύτως και μάλιστα σήμερα περισσότερο παρά ποτέ, καθόσον όπως είναι γνωστό η χρήση των Η/Υ και του διαδικτύου έχει καταστεί έκτοτε αναγκαία και σε πολλές περιπτώσεις υποχρεωτική για την εξυπηρέτηση των πολιτών και για τη σχέση τους με την πολιτεία σε διάφορους τομείς.
Ενδεικτικά αναφέρεται:
– Η υποχρεωτική υποβολή φορολογικών δηλώσεων ηλεκτρονικά από το 2012.
– H χρήση Η/Υ από τις δημόσιες υπηρεσίες στο πλαίσιο τους Σχεδίου Δράσης για την Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση (ενδεικτικά η υποχρεωτική ηλεκτρονική εξυπηρέτηση των πολιτών σε μία σειρά βοηθημάτων του ΟΑΕΔ σύμφωνα με την ΚΥΑ ΔΙΑΔΙΠΥΔ/Φ15/20/26524 με ισχύ από 4-1-2016).
– Η εισαγωγή των Η/Υ στα σχολεία στο πλαίσιο του έργου Ψηφιακό Σχολείο.
– Χρήση Η/Υ για τη λήψη υπηρεσιών δημόσιας υγείας (προγραμματισμός ραντεβού, πιστοποιητικό νοσηλείας κλπ.).
Το υπόψη σχέδιο νόμου επιδιώκει την επιβολή μίας νέας εισφοράς υπέρ τρίτων 2% στην τιμή αγοράς των Η/Υ και μάλιστα κατά τρόπο αδιαφανή, την ίδια στιγμή που μέχρι σήμερα έχει καταργηθεί σωρεία κρατήσεων και εισφορών υπέρ τρίτων (ασφαλιστικών ταμείων κλπ) σε εφαρμογή των ν. 4254/2014 και 4336/2015 κ.α.
Σημειωτέον ότι η νέα ρύθμιση θίγει άμεσα την πλειοψηφία των πολιτών, αφού σύμφωνα με έρευνα της ΕΛΑΣΤΑΤ για το 2015, 66,6% του πληθυσμού της Χώρας κάνει χρήση Η/Υ (σε σχέση με 24% το 2002 όταν είχε καταργηθεί η ρύθμιση).
Οι προφανείς δυσμενείς συνέπειες υιοθέτησης της υπό διαβούλευση πιο πάνω διάταξης είναι ιδίως οι ακόλουθες:
• Μείωση των φορολογικών εσόδων του κράτους προερχομένων από τις εδρεύουσες στην Ελλάδα επιχειρήσεις εξαιτίας της μείωσης της φορολογητέας τους ύλης λόγω της καταχώρισης των αμοιβών για πνευματικά δικαιώματα ως εξόδων/δαπανών.
• Δυσβάστακτη επιβάρυνση του έλληνα καταναλωτή και μάλιστα ως προς την απόκτηση Η/Υ, η οποία θα λειτουργήσει αποτρεπτικά στην απόκτησή τους παρότι διαρκώς αυξάνεται και είναι επιβεβλημένη πλέον η χρήση Ηλεκτρονικών Υπολογιστών και για τις σχέσεις με το Δημόσιο στο πλαίσιο της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης.
• Ανάσχεση για τις επενδύσεις και εν γένει την ανάληψη οικονομικής δραστηριότητας στον δυναμικό τομέα των τηλεπικοινωνιών και της πληροφορικής λόγω του κλίματος ανασφάλειας και αβεβαιότητας που δημιουργείται.
• Στρέβλωση ανταγωνισμού σε σχέση και σύγκριση ιδίως με τις επιχειρήσεις άλλων χωρών, όπου τα εν λόγω δικαιώματα είτε δεν έχουν νομοθετηθεί και άρα δεν εφαρμόζονται είτε εφαρμόζονται με πιο δίκαιο τρόπο (π.χ. σε ορισμένα Κράτη προβλέπεται ειδικό κονδύλιο στον προϋπολογισμό του Κράτους και Αρχή διαχείρισης αυτού ή κατά πολύ χαμηλότερα ποσοστά επί του κόστους εισαγωγής ή καθορισμός του ύψους της αμοιβής βάσει συμφωνίας των ενδιαφερομένων υπολογιζόμενο ανά περίπτωση με κριτήριο τη ζημία που προξενείται στους δικαιούχους λόγω της δημιουργίας ιδιωτικών αντιγράφων, κλπ). Στρέβλωση προκύπτει επίσης και από την έμμεση πριμοδότηση ορισμένων εισαγωγέων οι οποίοι είναι δύσκολο να εντοπιστούν και ως εκ τούτου να υποχρεωθούν να καταβάλουν το ανωτέρω ποσό της αμοιβής με αποτέλεσμα να ανταγωνίζονται αθέμιτα τους εξουσιοδοτημένους εισαγωγείς των αντίστοιχων προϊόντων.
• Επιβάρυνση του Δημοσίου για τα προϊόντα τεχνολογίας τα οποία θα αποκτά, δεδομένου ότι η υπό διαβούλευση ρύθμιση δεν προβλέπει καμία αποτελεσματική διαδικασία εξαίρεσης από την επιβολή του τέλους για τις πωλήσεις συσκευών προς τη δημόσια διοίκηση (δημόσιες υπηρεσίες, οργανισμούς, σχολεία κλπ).
• Επιβάρυνση των επιχειρήσεων και επαγγελματιών λόγω της ανυπαρξίας μηχανισμού και διαδικασίας επιστροφής των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών αμοιβής σε περίπτωση που οι Η/Υ αγοράζονται από αυτούς και όχι από ιδιώτες. Η ανυπαρξία τέτοιου μηχανισμού καθιστά αδύνατη την αποκατάσταση της απαιτούμενης ‘δέουσας ισορροπίας’ μεταξύ των συμφερόντων των δημιουργών και των συμφερόντων των χρηστών των προστατευόμενων έργων πράγμα που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις επιταγές της Οδηγίας 2001/29 και την πρόσφατη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Επί πλέον πρέπει να τονισθεί ότι τυχόν υιοθέτηση της παραπάνω διάταξης θα οδηγήσει την Χώρα μας προς κατεύθυνση σαφώς αντίθετη από αυτή των υπολοίπων χωρών της Ευρώπης οι οποίες μετά και την ιστορική απόφαση του Δικαστηρίου της Ε.Ε επί της υποθέσεως PADAWAN υιοθετούν η μία κατόπιν της άλλης κριτήρια ελάφρυνσης και περιορισμού των επιβαρύνσεων στα προϊόντα τεχνολογίας και ιδίως τους Η/Υ στην προσπάθειά τους να αποκτήσουν μερίδιο στο τεχνολογικό πλεόνασμα και να κατακτήσουν την υπεροχή σε τομείς και λύσεις της τεχνολογίας που μπορούν να τους εξασφαλίσουν ανάπτυξη και θέσεις εργασίας.
Μάλιστα, λίγες μόλις ημέρες πριν τη δημοσίευση του σχεδίου νόμου, στις 9 Δεκεμβρίου 2015 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε Ανακοίνωση (COM 2015 626) με τίτλο «Προς ένα σύγχρονο, πιο ευρωπαϊκό πλαίσιο για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας». Στην εν λόγω Ανακοίνωση η Επιτροπή διαπιστώνει ότι:
«Τα τέλη που αποζημιώνουν τους δικαιούχους για τις εξαιρέσεις της αντιγραφής ιδιωτικής χρήσης και της φωτοαναπαραγωγής μπορούν να αποτελέσουν σημαντική πηγή εσόδων, αλλά δημιουργούν επίσης ζητήματα σχετικά με την ενιαία αγορά. Πολλά κράτη μέλη επιβάλλουν τα εν λόγω τέλη σε ευρύ φάσμα μέσων και συσκευών, και τα τέλη αυτά καθορίζονται, εφαρμόζονται και χορηγούνται με ποικίλους τρόπους.
Τούτο έχει προκαλέσει σημαντική ανασφάλεια δικαίου. Η εκτεταμένη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) έχει διευκρινίσει ορισμένα από τα ζητήματα που επισημάνθηκαν στην έκθεση Vitorino του 2013 ως επιζήμια για την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων και των υπηρεσιών. Ωστόσο, οι εθνικές διαφορές που εξακολουθούν να υφίστανται μπορεί να είναι προβληματικής ιδίως όταν τα προϊόντα που υπόκεινται σε τέλη αποτελούν αντικείμενο εμπορίας σε ολόκληρη την Ε.Ε.. (…)».
Και καταλήγει:
«Η Επιτροπή θα αξιολογήσει την ανάγκη για λήψη μέτρων προκειμένου να διασφαλίσει ότι, όταν τα κράτη μέλη επιβάλλουν τέλη για την αντιγραφή ιδιωτικής χρήσης και τη φωτοαναπαραγωγή προς αποζημίωση των δικαιούχων, τα διάφορα συστήματα λειτουργούν ορθά στην ενιαία αγορά και δεν δημιουργούν εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων και των υπηρεσιών. Στα ζητήματα που μπορεί να χρειάζεται να αντιμετωπιστούν συγκαταλέγονται η σχέση μεταξύ αποζημίωσης και ζημίας των δικαιούχων, η σχέση μεταξύ συμβατικών συμφωνιών και επιμερισμού των τελών, οι διπλές πληρωμές, η διαφάνεια έναντι των καταναλωτών, οι απαλλαγές και οι αρχές που διέπουν τα συστήματα επιστροφής, καθώς και η απαγόρευση των διακρίσεων μεταξύ ημεδαπών και αλλοδαπών όσον αφορά τη διανομή των εισπραττόμενων τελών. Η Επιτροπή θα προωθήσει επίσης διάλογο προβληματισμού σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο τα τέλη μπορούν να διανέμονται πιο αποτελεσματικά στους δικαιούχους.»
Επομένως, η απόσυρση της ανωτέρω διάταξης τη δεδομένη χρονική στιγμή θα αποτελέσει πράξη υπεύθυνη και σοβαρή, δεδομένου ότι σύμφωνα με την παραπάνω Ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (COM 2015 626) αναμένεται η έκδοση Σύστασης (Recommendation) από αυτήν, που θα αποβλέπει στην ομοιόμορφη εφαρμογή του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο θέμα της εύλογης αμοιβής, προκειμένου να υπάρξει εναρμόνιση και συμμόρφωση προς την πρόσφατη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία προσδιόρισε και τα όρια μέχρι τα οποία μπορεί να φτάσει το δικαίωμα είσπραξης αυτής της εύλογης αμοιβής.
Υιοθέτηση της προτεινόμενης διάταξης θα έθετε σε κίνδυνο την εναρμόνιση του νομικού μας πλαισίου προς τις παραπάνω δικαστικές αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θα αποδείκνυε ότι το Ελληνικό Κράτος δεν τις έχει μελετήσει προσεκτικά.
Εν όψει όλων των ανωτέρω ζητούμε την απόσυρση του εδαφίου α’ και της πρώτης περιόδου εκ του εδαφίου β’ της παραγράφου 2 του άρθρου 69 του προτεινόμενου νομοσχεδίου.
Στο άρθρο 69, παραγρ. 8, αρ. διάταξης 11, πρέπει οπωσδήποτε να υπάρξει πρόβλεψη για σύντμηση των προθεσμιών στις περιπτώσεις επανειλημμένης μη συμμόρφωσης του δράστη, όταν αυτός συνεχίζει να παρανομεί αλλάζοντας απλά την διεύθυνση δικτύου (I.P Address) ή/και τo όνομα του διαδικτυακού τόπου (domain name), που φιλοξενείται ο ιστότοπος.
We are grateful for being given the opportunity to participate in the public consultation of December 23, 2015 on the amendments of the Law for the collective management of copyright.
DIGITALEUROPE as the voice of the European ICT industry would like to draw the attention of the Ministry to the recent European developments and their potential impact on the national Greek reform of copyright legislation.
On December 9, 2015 the European Commission published its Communication “Towards a modern, more European copyright framework” (COM (2015) 626 final) – hereinafter the Communication.
In its Communication, the Commission states the following in connection with copyright levies:
“The Commission will assess the need for action to ensure that, when Member States impose levies for private copying and reprography to compensate right holders, their different systems work well in the single market and do not raise barriers to the free movement of goods and services. Issues that may need to be addressed include the link between compensation and harm to right holders, the relation between contractual agreements and the sharing of levies, double payments, transparency towards consumers, exemptions and the principles governing refund schemes, and non-discrimination between nationals and non-nationals in the distribution of any levies collected. The Commission will also promote a reflection on how levies can be more efficiently distributed to right holders.”
As a result, we expect that the Commission will prepare a follow-up Recommendation to the Member States on the issues mentioned in the Communication.
Therefore we believe that any amendments to the current Greek copyright levy system should wait and be synchronized with the publication of the Commission’s Recommendation.
We would also like to mention the recent jurisprudence of the Court of Justice of the European Union (CJEU), in particular cases Copydan Båndkopi v Nokia Danmark A/S (C-463/12) and Hewlett-Packard Belgium SPRL v Reprobel SCRL (C-572/13), which the Greek Government should carefully examine to ensure that any legislative changes properly take into account their outcome as well as other relevant court cases.
In such regard, the CJEU sets a number of principles that evidence the lack of conformity of the system of copyright levies system applied in Greece with EU law, for example:
1) Publishers cannot be allocated a part of the fair compensation payable to rightholders (see Reprobel judgment, para. 44-49).
In opposition to this EU principle, article 18 of the Greek Law nº 2121/1993 provides that the fair compensation related to the reproduction of books and assimilated printed works has to be distributed 50% in favor of creators and 50% in favor of editors.
2) The fair compensation must be set based on the criterion of actual harm suffered by rightholders from the legitimate copies actually produced (see Reprobel judgment, para. 69 and ff.).
In opposition to this EU principle, the approval of the list of products and related tariffs (in particular proposed addition of PCs) in article 18 of Law nº 2121/1993 was not preceded by any exercise to assess what the actual harm resulting from private copying of protected works is.
3) Appropriate “ex-ante” exceptions (or under certain circumstances, “ex-post” reimbursement) schemes should exist when products are supplied to persons other than natural persons for purposes clearly unrelated to copying for private use (e.g. business users and public administration), not being possible to restrict the application of such exemption to any prior registrations (see judgment of 5 March 2015, case C-463/12, Copydan, para. 42-51).
In opposition to this EU principle, article 18 of Greek Law nº 2121/1993 does not provide for effective real exemptions for sales to business and public administration customers in general.
According to its Communication, the Commission has committed itself to address certain issues addressed by the aforementioned mentioned CJEU ruling. We therefore strongly advise the Government not to move ahead with the levies related provisions before the Commission has finalized it assessment and published its recommendations. Furthermore, the proposed provisions are not in line with the current CJEU jurisprudence and therefore the law may be open to legal challenge for inadequate transposition of EU Copyright Directive 2001/29.
In conclusion, we believe that the changes of the Greek copyright legal framework should be focused on ensuring a proper implementation of the Collective Rights Management Directive 2014/26 and leave other changes to after the Commission publishes its Recommendation.
If however the Ministry thinks it must press the reform, then we would like to mention that a proper implementation of the Directive 2001/29 requires meeting the requirements set by the CJEU, as mentioned above, in particular (1) no allocation of levies to editors, (2) well-define criteria and methodology of harm assessment to determine that products are subject to levies and what their related tariffs should be, and (3) an effective exemption of levies for any use other than non-private use by natural persons (e.g. use by businesses and public administration).
We would also be happy if we can help the Ministry in its work on adapting the copyright levies system to a more suitable system to the digital age.
We remain available for further dialogue.
DIGITALEUROPE represents the digital technology industry in Europe. Our members include some of the world’s largest IT, telecoms and consumer electronics companies and national associations from every part of Europe. DIGITALEUROPE wants a European Union that nurtures and supports digital technology industries, and that prospers from the jobs we provide, the innovation and economic benefits we deliver and the societal challenges we address.
Our mission is to foster, on behalf of our members, a business, policy and regulatory environment in Europe that best realises our vision. We will achieve this by working as positive partners with the European Institutions and other European and global bodies and, through our national trade associations, the member states of Europe
Ως επαγγελματίας του χώρου της Πληροφορικής για πολλές δεκαετίες θα ήθελα να τοποθετηθώ σε γενικότερο πλαίσιο:
– Τα τελευταία χρόνια το εμπόριο πληροφορικής στην χώρα επιβαρύνεται με φόρο ανακύκλωσης χωρίς να υπάρχει δημόσια διαφάνεια για την χρησιμότητα, την αξιοποίηση και τα τελικά αποτελέσματα του συγκεκριμένου φόρου (Φ.Α.). Όλες οι επιχειρήσεις πληροφορικής για πάνω από μια δεκαετία πληρώνουν ένα σημαντικό ετήσιο κόστος (συνολικά μιλάμε για επταψήφιους ή οκταψήφιους αριθμούς) χωρίς να έχουν δημιουργηθεί ουσιαστικές υποδομές ανακύκλωσης των ειδών πληροφορικής αλλά και χωρίς να υπάρξει ποτέ λογοδοσία-διαφάνεια για τον τρόπο που διαχειρίστηκε το Δημόσιο τα συγκεκριμένα χρήματα.
Ο συγκεκριμένος φόρος ποτέ δεν επιβάρυνε τον τελικό καταναλωτή και στα πλαίσια της ανταγωνιστικής αγοράς ουσιαστικά μείωσε τον μέσο συντελεστή κέρδους και την βιωσιμότητα των μικρομεσαίων εταιριών πληροφορικής.
– Όλα τα ψηφιακά μέσα (CD/DVD), το χαρτί αλλά και τα φωτοτυπικά μηχανήματα επιβαρύνονται ήδη με φόρο περί πνευματικών δικαιωμάτων στην εισαγωγή τους πάλι με εντελώς αδιαφανή τρόπο. Δεν γνωρίζουμε, ούτε υπήρξε ποτέ δημόσια λογοδοσία για το που αποδίδονται και σε ποιους δημιουργούς αποδίδονται πνευματικά δικαιώματα. Όλες οι εταιρίες διαχείρισης τέτοιων κονδυλίων δεν είναι διαφανείς και με οριζόντιο τρόπο εισπράττουν φόρους ή πρόστιμα. Τον 21ο αιώνα πρώτα αποδεικνύει κανείς ότι έχει υποδομές, διαφάνεια, κανόνες και μετά χρεώνει όπως ορίζει το σύνταγμα ή οι ευρωπαϊκή νομοθεσία.
– Ζούμε τις τελευταίες δεκαετίες την επανάσταση της πληροφορίας. Σε παγκόσμια κλίμακα οι χώρες ανταγωνίζονται σκληρά προσπαθώντας να επικρατήσουν συνδυάζοντας καινοτομία & τεχνολογία. Στην Ελλάδα με τέτοιες διατάξεις δείχνουμε την αντίθετη ακριβώς κατεύθυνση.
– Είναι γνωστό ότι η ανάπτυξη των ΤΠΕ και της Ευρυζωνικότητας επηρεάζει το ΑΕΠ μιας χώρας. Στην χώρα μας μελέτες έχουν αποδείξει ότι αύξηση της διείσδυσης κατά 5% μπορεί να αυξήσει το ΑΕΠ μας κατά 1% περίπου. Οι τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών ενισχύουν πολλαπλά την εθνική οικονομία με έμμεσους τρόπους και συνεισφέροντας στην φορολογία και τα έσοδα του κράτους.
– Τέλος θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου τα τελευταία χρόνια έχει δώσει την δυνατότητα σε όλο και μεγαλύτερο ποσοστό των καταναλωτών να επιλέγουν τα προϊόντα που επιθυμούν από μια ανοιχτή-ελεύθερη Ευρωπαϊκή και Παγκόσμια Αγορά. Η επιβολή ειδικών τελών και φόρων σε αυτή την τόσο ανοιχτή αγορά θα μειώσει τα μερίδια μόνο της εγχώριας αγοράς πληροφορικής, θα επιβαρύνει τις νόμιμες μικρές & μεσαίες εταιρίες και καταστήματα πληροφορικής.
Τα είδη τεχνολογίας ΔΕΝ θα πρέπει να επιβαρύνονται με τέλη και φόρους, ίσα-ίσα θα ήταν πραγματικά μεταρρυθμιστικό να υπάρξει πλήρης απαλλαγή από φόρους, μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ όλα τα είδη πληροφορικής & επικοινωνιών για να είναι άμεσα προσβάσιμα σε όλα τα κοινωνικά στρώματα, να μην αποτελεί το κόστος παράγοντα μη συμμετοχής στην Κοινωνία της Πληροφορίας.
Προτάσεις:
– Να υπάρξει νομοθετική πρωτοβουλία από τα πολιτικά κόμματα για μειωμένους συντελεστές ΦΠΑ σε όλα τα είδη ΤΠΕ με δημόσια διαβούλευση.
– Να μην επιβαρύνονται με κανένα τέλος, φόρος, κράτηση κλπ. όλα τα είδη ΤΠΕ
– Ειδικοί φορολογικοί συντελεστές για επιχειρήσεις τεχνολογίας τα πρώτα χρόνια λειτουργίας τους ως κίνητρο για καινοτομία. Διατήρηση του ειδικού καθεστώτος ανάλογα με τον συντελεστή καινοτομίας & την πορεία της εταιρίας (μέσο όρο κερδών, νέων θέσεων εργασίας κ.ο.κ.)
– Ειδικά κίνητρα για επενδύσεις εταιριών πληροφορικής ειδικά για μετεγκατάσταση στην περιφέρεια ή από το εξωτερικό.
– Δημιουργία κυψελών επιχειρηματικότητας εταιριών πληροφορικής σε κάθε περιφέρεια.
η είσοδος στο facebook θα φορολογηθεί?
Αναφορικά με τη διάταξη του άρ. 69 παρ. 2, με βάση την οποία επιβάλλεται 2% στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές .
Σαν διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας μας που ασχολείται με τη τεχνολογία από το 1992 πιστεύω ότι αυτό θα είναι το τελειωτικό κτύπημα για εμάς και για τις υπόλοιπες μικρές εταιρείες του κλάδου μας.
Εδώ και χρόνια παλεύουμε με τη κρίση , με τα δάνεια , με τις μειωμένες πωλήσεις με τη μείωση των κερδών.
Κάναμε διορθωτικές κινήσεις , μειώσαμε τα έξοδα , τις δαπάνες , το λειτουργικό μας κόστος γενικότερα. Μαζί με τους εργαζόμενους καταβάλλαμε κάθε δυνατή προσπάθεια πέρα από όρια για να κρατηθούμε ζωντανοί.
Η οποιαδήποτε επιβάρυνση στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές θα επηρεάσει σημαντικά τη δουλειά μας και την επιχείρησή μας.
Σίγουρα θα μειωθούν οι πωλήσεις υπολογιστών.
Συνεπώς, για να μπορέσει να επιβιώσει η επιχείρησή μας, θα κάνουμε αυτό που δεν κάναμε μέχρι τώρα . Θα απολύσουμε προσωπικό. Μέχρι να το κλείσουμε τελείως και να τελειώσει άδοξα η πορεία μας.
Αν αυτός είναι ο σκοπός του μέτρου ..οκ προχωρήστε ..αλλιώς καταργήστε το ..
Στο νομοσχέδιο παρουσιάζονται κάποια προβλήματα:
Α) Από την στιγμή που προβλέπετε η απαγόρευση πρόσβασης σε ένα site (που κάλλιστα μπορεί να παρακαμφθεί με ποικοίλους τρόπους) από μια επιτροπή άνευ δίκης και δικαστικής απόφασης ποια είναι η δικλείδα ασφαλείας ως προς την ελευθερία του λόγου. Πχ. επειδή κάποιο site έχει ένα απόσπασμα ταινίας (embeded από το youtube) που το σχολιάζει και επειδή έχει αρνητικά σχόλια για την χ-ψ ταινία. Η απλά από κάτω (ενδεχομένως και σε ένα άλλο άρθρο – σελίδα του επίμαχου ισοτόπου) αναφέρει μια αρνητική κριτική για ένα μέλος της επιτροπής απλά να μην βρεθεί αφορμή να κατεβάσει το site.
Καλό είναι να προβλέπετε κάποια δικάστικη διαδικασία για απαγόρευση πρόσβασης σε ένα site, καθώς και δυνατότητα αποζημίωσης σε περίπτωση αυθαιρεσίας από την επιτροπή, και όχι με το «έτσι θέλω» να υπάρχει δυνατότητα απαγόρευση πρόσβασης.
Επίσης τι γίνετε με τεχνολογίες και site που προσφέρουν συνδέσμους προς τρίτες υπηρεσίες που διανέμουν πειρατικό υλικό. Πχ. έχω ένα site και ένας φίλος μου έχει ένα άλλο site με ένα τραγούδι ενός Χ καλλιτέχνη (υπό copywrights) και εγώ απλά βάζω το link προς το site αυτό. Ακόμα και torrent trackers σε απλά Ελληνικά λένε ότι μπορώ να κατεβάζω από εκεί κάποιο υλικό και δεν δίνουν υλικό.
Και τέλος αντί να πολεμάμε την πειρατεία γιατί να μην την εκμεταλλεύονται οι καλλιτέχνες πχ. με εξαγωγή στατιστικών από τα downloads που πλέον είναι και εύκολο να εξαχθούν και την σήμερον εποχή έχουν οικονομική αξία. (πχ. από την IP κάλλιστα μπορεί να εξαχθούν πληροφορίες για την χώρα που γίνετε το download και αυτό βοηθά πχ. στην διοργάνωση μιας επιτυχημένης συναυλίας.)
Το σχόλιο περί υποκατάστασης της δικαιοσύνης είναι ακυρολεκτικό. Ειδικότερα:
Ιδρύεται Επιτροπή, που παρέχει εχέγγυα αξιοπιστίας, η οποία είναι αρμόδια, εφ’ όσον η υπόθεση δεν έχει οδηγηθεί στα δικαστήρια και μάλιστα η αρμοδιότητά της παύει με την προσφυγή σε αυτά.
Πρόκειται περί διοικητικής αρχής, η οποία μπορεί να διατάξει την παύση της παράβασης ή ακόμη και την πρόληψή της. Τούτο προβλέπεται στην οδηγία 2000/31 και μάλιστα στα άρθρα 12 παρ. 3, 13 παρ. 2 και 14 παρ. 3. Τούτη έχει μετεγγραφεί στην εθνική έννομη τάξη με το π.δ. 131/2003, το οποίο περιέχει την ίδια με την οδηγία ρύθμιση στα άρθρα 11 παρ. 3 (= 12 παρ. 3 οδηγίας), 12 παρ. 2 (= 13 παρ. 2 οδηγίας) και 13 παρ. 3 (14 παρ. 3 οδηγίας).
Περαιτέρω, κατά της απόφασης της Επιτροπής αυτής, προβλέπεται προσφυγή στα Διοικητικά δικαστήρια. Δεν λειτουργούν διαφορετικά η επιτροπή ανταγωνισμού, η ρυθμιστική αρχή ενέργειας και η ΕΕΤΤ.
Θα ήθελα να σχολιάσω τη παράγραφο 2β του άρθρου 69.
Καταρχάς το κείμενο όπως έχει συνταχθεί είναι αβέβαιο, μιας και δεν ορίζει ακριβώς τι εννοεί ως «ηλεκτρονικούς υπολογιστές». Μηχανήματα τα οποία επεξεργάζονται πράξεις τα οποία να χρησιμοποιούν την ηλεκτρονική τεχνολογία υπάρχουν πολλών ειδών και δεν είναι μόνο τα λεγόμενα desktops και laptops. Αλλά και τα αποκαλούμενα ‘κομπιουτεράκια’ τα οποία δεν μπορούν να αναπαράγουν κανένα έργο είτε ήχου είτε εικόνας, είτε οπτικοακουστικό, παρά μόνο να εκτελούν μαθηματικές πράξεις, και αυτά ηλεκτρονικοί υπολογιστές είναι επί της ουσίας, όπως και η κάθε συσκευή η οποία διαθέτει επεξεργαστικά τρανζίστορ, συμπεριλαμβανομένων και τον smartphones, των tablets, των εγκεφάλων αυτοκινήτων, ακόμα και τα ψυγεία, διαθέτουν τέτοιου είδους τεχνολογία ηλεκτρονικού υπολογισμού. Άρα θα πρέπει καταρχάς το άρθρο να γραφτεί ξανά ορίζοντας πιο συγκεκριμένα το είδος των μηχανημάτων τα οποία αφορά.
Δεύτερον η επιβολή τέλους στο υλικό (hardware) ηλεκτρονικών υπολογιστών προς αμοιβή κατόχων πνευματικών δικαιωμάτων παραγωγών έργου ήχου, εικόνας, ή οπτικοακουστικού, είναι παράταιρη και αποτελεί ακραία καταχρηστική υπεργενίκευση. Και αυτό διότι:
α) Προϋποθέτει ότι κάθε είδους ηλεκτρονικός υπολογιστής διαθέτει την ιδιότητα να αναπαράγει τέτοιου είδους υλικό, κάτι που δεν ισχύει.
β) Προϋποθέτει ότι κάθε χρήστης ηλεκτρονικού υπολογιστή θα τον χρησιμοποιήσει για αναπαραγωγή προστατευόμενου πνευματικά έργου, κάτι που δεν ισχύει.
γ) Αγνοεί την ύπαρξη νομίμων υπηρεσιών αγοράς ή ενοικίασης άδειας αναπαραγωγής τέτοιων έργων, τις οποίες ο χρήστης μπορεί να χρησιμοποιήσει για να αποκτήσει νόμιμη άδεια.
δ) Αγνοεί το ότι ένας χρήστης ηλεκτρονικού υπολογιστή είναι δυνατόν να έχει ήδη πληρώσει αμοιβή για τους κατόχους των πνευματικών δικαιωμάτων για τα συγκεκριμένα είδη έργων τα οποία αναπαράγει, έχοντας αγοράσει ένα νόμιμο cd ή dvd, ή έχοντας κατεβάσει (download) νόμιμα ένα τέτοιο έργο.
Λόγο των ανωτέρων κρίνω σκόπιμο να συμβουλέψω τον νομοθέτη να επανεξετάσει το ζήτημα, προς αναθεώρηση, και ιδανικό θα ήταν να συζητήσει με ανθρώπους του χώρου των ηλεκτρονικών υπολογιστών, δηλαδή απόφοιτους ή και καθηγητές πληροφορικής, τεχνολογίας, διαχείρισης συστημάτων, ανάπτυξης εφαρμογών, κτλπ.
Με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο ενσωματώνεται στο εθνικό δίκαιο η πρόσφατη οδηγία για τη συλλογική διαχείριση, με την οποία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιχειρεί την θέσπιση ενός κατάλληλου νομικού πλαισίου για τη συλλογική διαχείριση των πνευματικών/συγγενικών δικαιωμάτων με την πρόβλεψη κανόνων οι οποίοι θα διασφαλίζουν την καλύτερη διαχείριση και τη μεγαλύτερη διαφάνεια των ΟΣΔ, καθώς και με την ενθάρρυνση και τη διευκόλυνση της χορήγησης διακρατικών αδειών για τα επιγραμμικά δικαιώματα των δημιουργών επί των μουσικών έργων τους από ΟΣΔ που εκπροσωπούν τους δημιουργούς. Σαν επαγγελματίας δημιουργός (σεναριογράφος) και μέλος ενός τέτοιου oργανισμού (Αθηνά), χαίρομαι για την προσπάθεια εκσυγχρονισμού της σχετικής νομοθεσίας και την εναρμόνισή της με την ευρωπαϊκή οδηγία, ιδίως μάλιστα στην κατεύθυνση προώθησης της διαφάνειας και της πολυεπίπεδης εποπτείας στην άσκηση της συλλογικής διαχείρισης.
Έναυσμα για την παρούσα τοποθέτηση μού δίνουν ορισμένα αρνητικά σχόλια για τη συμπερίληψη των ηλεκτρονικών υπολογιστών και των σχετικών ηλ. συσκευών στο πεδίο εφαρμογής της ‘εύλογης αμοιβής’ / δίκαιης αποζημίωσης των δημιουργών και καλλιτεχνικών συντελεστών – δικαιούχων ως, τάχα, μέτρο άδικο, αντιαναπτυξιακό, ανεφάρμοστο κ.ο.κ.
Η δίκαιη/εύλογη αμοιβή (private copying levy, fair compensation) είναι ένας βασικός αντισταθμιστικός μηχανισμός αποζημίωσης των δημιουργών και συντελεστών για τη βλάβη που υφίστανται από τις ιδιωτικές αντιγραφές – αναπαραγωγές των έργων τους, οι οποίες συντελούνται πλέον κατά κόρον με ποικίλα τεχνικά μέσα. Χάρη σε αυτόν τον μηχανισμό οι δημιουργοί και δικαιούχοι αποζημιώνονται σε κάποιον βαθμό για τις απώλειές τους από χαμένες πωλήσεις και ενοικιάσεις ενώ οι ιδιώτες χρήστες μπορούν να αντιγράφουν ανεμπόδιστα τα έργα που κατέχουν νόμιμα, μεγιστοποιώντας έτσι τις δυνατότητες των συσκευών τους.
Μετά τον 2121/1993, οι οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης έχουν συσταθεί από τους ίδιους τους δημιουργούς, καλλιτέχνες και δικαιούχους όχι για να ‘κερδοσκοπήσουν’ βέβαια (είναι μη κερδοσκοπικοί) αλλά για να εισπράξουν και στη συνέχεια να αποδώσουν τα αντίστοιχα δικαιώματα στα μέλη τους (διαφορετικά θα έπρεπε ο καθένας από εμάς να ψάχνει το δίκιο του στα δικαστήρια με αγωγές κ.λπ.).
Η επιβολή της δίκαιης αποζημίωσης στα τεχνικά μέσα που προσφέρονται για τέτοιες ιδιωτικές αντιγραφές – αναπαραγωγές δεν είναι κάτι καινούργιο (ξεκινάει από την άγραφη κασέτα ήδη) ούτε, βέβαια, κάποια ελληνική ‘πατέντα’. Το αντίθετο. Το σύνολο σχεδόν της Ευρώπης εφαρμόζει ανάλογα μέτρα και επιβάλλει τέλη στα αντίστοιχα τεχνικά μέσα -των ΗΥ και των συναφών συσκευών μη εξαιρουμένων (βλ. Oλλανδία, Γερμανία, Γαλλία, Βέλγιο, Ιταλία κ.ο.κ.: WIPO, 2013: 6).
Στην χώρα μας ο ΗΥ υπήρχε εξαρχής στην πρόβλεψη του νομοθέτη ως πρόσφορο μέσο για ιδιωτικές αναπαραγωγές (Ν 2121/1993) αλλά εξαιρέθηκε αργότερα (2002) με έναν σχετικά ασαφή τρόπο (βλ. Καλλινίκου 2014). Έκτοτε, οι πολλαπλασιαζόμενες ηλεκτρονικές συσκευές διεύρυναν εκθετικά τους όγκους των ψηφιακών αντιγράφων, καθ’όλα άψογων και έτοιμων για μαζική ανα-διανομή, ξεπερνώντας κάθε ιστορικό προηγούμενο (βλ. “copy culture”). Το φαινόμενο της online πειρατείας που ακολούθησε επιβάρυνε τη συνθήκη για δημιουργούς και συντελεστές ακόμα περισσότερο (βλ. TΕRA 2014).
Στις μέρες μας, έτσι, παράλληλα με τις ραγδαίες τεχνικές εξελίξεις, συντελείται και μια από τις σημαντικότερες και χαρακτηριστικότερες ανακατανομές αξίας και ισχύος παγκοσμίως: Τα ψηφιακά πολιτιστικά προϊόντα απαξιώνονται ραγδαία και οι τζίροι τους συρρικνώνονται (βλ. δισκογραφία, τύπος, home video) ενώ, την ίδια ώρα, οι αγορές τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνίας (TΠΕ) διογκώνονται θεαματικά, καθιστώντας τα έργα ‘περιεχόμενά’ τους.
Πρόκειται για ένα φαινόμενο ‘τραμπάλας’ σε πλήρη εξέλιξη: το μεγάλο πλήθος των δημιουργών και καλλιτεχνών βλέπει τα εισοδήματά του σε διαρκή συμπίεση, απέναντι σε νέους παγκόσμιους παίκτες των ΤΠΕ, που κατακτούν ανυπέρβλητα μεγέθη και ισχύ. Αυτή είναι η μεγάλη εικόνα. (Ενδεικτικά: Ernst & Young 2014: 24• Ernst & Young 2013: 27, 28, γρ. 7• Deloitte 2015: 36, 37• Deloitte 2014: 6-8• WIPO 2013: 11, 14).
Συνοψίζοντας, εάν το κράτος προτίθεται να ασκήσει τον ρυθμιστικό του ρόλο στην πολιτική για τον πολιτισμό, τέτοια εξισορροπητικά μέτρα, όπως η υπαγωγή του ΗΥ στην εύλογη αμοιβή, όχι μόνο είναι αναγκαία αλλά θα έπρεπε και να ενισχυθούν και επεκταθούν ακόμα περισσότερο, χωρίς ευνοϊκές εξαιρέσεις και παραθυράκια για τους υπόχρεους (παραεισαγωγές, αποφυγή και απόκρυψη κ.ο.κ.).
Στην ίδια κατεύθυνση ακριβώς, θετικό βήμα αποτελεί και η σύσταση της Επιτροπής για τις διαδικτυακές παραβιάσεις των πνευματικών μας δικαιωμάτων, η οποία θα πρέπει να ενισχυθεί κι αυτή με κάθε τρόπο στο έργο της. Τα πρόστιμα θα μπορούσαν να βαίνουν κλιμακούμενα αναλόγως της βαρύτητας και της συχνότητας των παραβάσεων χωρίς ανώτατο όριο. Ακόμα, η καταγγελία από τους δημιουργούς δεν θα πρέπει να βαρύνεται με κανένα τέλος, γιατί κάτι τέτοιο θα λειτουργούσε αποτρεπτικά.
Καταληκτικά, μερικές ακόμα επισημάνσεις:
– Τα έργα των δημιουργών δεν είναι ‘πληροφορίες’ για να διακινούνται ανεμπόδιστα, όπως συχνά επιχειρείται να παρουσιαστεί (βλ. “κοινωνία της πληροφορίας”, “ελευθερία των ιδεών” κ.λπ.). Είναι έργα πρωτότυπα, προϊόντα ταλέντου και μόχθου, συχνά εξαιρετικά απαιτητικά και κοστοβόρα σε εργασία και κεφάλαιο, με υψηλότατο ρίσκο και στατιστικά μικρές πιθανότητες εμπορικής επιτυχίας.
– Από αυτά τα έργα και τα απορρέοντα δικαιώματα βιοπορίζονται οι ίδιοι οι δημιουργοί, οι καλλιτεχνικοί συντελεστές αλλά και ένας ολόκληρος κόσμος που εξαρτά την επαγγελματική τύχη του από την κυκλοφορία τους στο κοινό (κανάλια, δισκογραφικές, εκδοτικοί οίκοι, υπάλληλοι και συνεργάτες, καταστήματα πωλήσεων- ενοικιάσεων κ.ο.κ.). Αυτοί έχουν λιγότερα δικαιώματα από άλλους εργαζόμενους, και σε ποια βάση;
– Το κράτος χάνει οπωσδήποτε φορολογικά έσοδα από τη σοβαρή μείωση των νόμιμων πωλήσεων –ενοικιάσεων πολιτιστικών προϊόντων. Οι δημιουργοί, αντίθετα, και οι Οργανισμοί τους φορολογούνται κανονικότατα για τυχόν εισπράξεις των σχετικών δικαιωμάτων.
Αναφορές:
WIPO (2013). International Survey of Private Copying, Law and Practice 2013.
Καλλινίκου, Δ. (2014). «Αναπαραγωγή για ιδιωτική χρήση και νέες τεχνολογίες», ΔιΜΕΕ τ. 3/2014.
Ernst & Υoung (2014). Creating growth, measuring cultural and creative markets in EU, 2014.
Ernst & Υoung(2013). Etude sur l’évolution des pratiques de partage et le panier moyen de consommation de biens culturels de l’ère pré-numérique à nos jours (1980-2011), Hadopi.
Deloitte (2014). Technology, Media and Telecommunications predictions 2014.
Deloitte (2015). Technology, Media and Telecommunications predictions 2015.
TERA Consultants (2014). The economic contribution of the creative industries to EU GDP and employment.
Το άρθρο 69 (παράγραφος 8) περιγράφει τη δημιουργία μιας επιτροπής που θα αποφαίνεται για ζητήματα παραβίασης του νόμου περί πνευματικής ιδιοκτησίας στο διαδίκτυο. Από το κείμενο απορρέει πως η Επιτροπή αυτή θα έχει την πλήρη εξουσία για να αποφασίζει και στην συνέχεια να απαιτεί από τους παρόχους πρόσβασης στο διαδίκτυο (ISPs) να μπλοκάρουν ένα συγκεκριμένο website από το ελληνικό internet. Όλα αυτά χωρίς να μεσολαβεί καμία δικαστική απόφαση. Μια 5μελής επιτροπή αντικαθιστά όλο το νομικό μας σύστημα. Μπορεί αρκετοί άνθρωποι να αντιλαμβάνονται το διαδίκτυο ως κάτι διαφορετικό απ’ την υπόλοιπη πραγματικότητα, αλλά είναι εξίσου σημαντικό όπως και οι υπόλοιπες κοινωνικές μας δραστηριότητες. Οδηγούμαστε σε μια πολύ σκοτεινή περίοδο αν αρχίσουμε να αντικαθιστούμε τον 3ο πυλώνα της αστικής δημοκρατίας με επιτροπές που θα αποφαίνονται εντός 10 ημερών και που εν τέλει θα εγκαθιδρύσουν ένα καθεστώς λογοκρισίας (γιατί περί αυτού πρόκειται).
Το άρθρο 69 (παράγραφος 2β) περιγράφει την αμοιβή των οργανισμών συλλογικής διαχείρισης με 2% απ’ την αγορά υπολογιστών. Αφήνοντας στην άκρη την a priori «φορολόγηση» καταναλωτών που δεν κάνουν απαραίτητα χρήση πνευματικών έργων, δεν είναι σαφές με ποιο τρόπο θα γίνεται η διανομή της αμοιβής. Ας πάρουμε το παράδειγμα της μουσικής και της ΑΕΠΙ. Τι γίνεται με τους μουσικούς που έχουν επιλέξει να διανέμουν τη μουσική τους με ελεύθερες άδειες και κατ’ επέκταση δεν είναι μέλη της ΑΕΠΙ; Που είναι τα πλήρη οικονομικά στοιχεία της ΑΕΠΙ για να δούμε πώς κατανέμονται τα χρήματα που συλλέγει; Γιατί είναι κερδοσκοπικού χαρακτήρα απ’ τη στιγμή που υπάρχει απλά για να εκπροσωπεί τους καλλιτέχνες; Γιατί ο νόμος δεν υποχρεώνει τους οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης να έχουν δημόσια οικονομικά στοιχεία με ανάλυση των ποσών που έδωσαν σε κάθε καλλιτέχνη; Απ’ τη στιγμή που υπάρχει αυτή η έλλειψη διαφάνειας και οι οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης λειτουργούν ως κερδοσκοπικές ιδιωτικές εταιρίες για ποιο λόγο το κράτος λειτουργεί ως εισπράκτορας για λογαριασμό τους;
Στο άρθρο 2 παράγραφος β ορίζεται αμοιβή ίση με το 2% της αξίας του υπολογιστή.
Επιτρέψτε μου να σχολιάσω ότι το ενδιαφέρον των εισαγωγέων για την τσέπη των καταναλωτών είναι υποκριτικό. Αν υπήρξε πραγματικό ενδιαφέρον όταν 1 ευρώ αντιστοιχούσε σε 1,60 δολάρια οι τιμές αγοράς των υπολογιστών στην Ελλάδα θα έπρεπε να είναι ιδιαίτερα χαμηλή. Αντιθέτως πληρώναμε σε ευρώ την τιμή που είχαν σε δολάρια στην Αμερική και αλλού. Ποτέ τα οφέλη των κατά περιόδους συναλλαγματικών διαφορών του ευρώ με άλλα νομίσματα δεν πέρασαν στους καταναλωτές.
Οι υπολογιστές που αγοράζονται για οικιακή χρήση στον ένα ή τον άλλο βαθμό χρησιμοποιούνται πάντα και για την καταφόρτωση, αποθήκευση, εγγραφή και αναπαραγωγή έργων προστατευόμενων από την πνευματική ιδιοκτησία. ΑΛλά και στους επαγγελματικούς χώρους οι υπολογιστές χρησιμοποιούνται κατά κόρον για να έχει κανείς πρόσβαση ή να αντιγράψει τραγούδια, ταινίες κλπ.
Η αμοιβή του 2% πρέπει να ισχύσει και κακώς είχε εξαιρεθεί. Αποτελεί ελάχιστη επιβάρυνση σε σχέση με τον πλούτο και την αξία των έργων που αντιγράφονται μέσω αυτών και συνιστά ελάχιστη – συμβολική αμοιβή των ανθρώπων που τα δημιούργησαν. Χωρίς τη δυνατότητα αντιγραφής έργων – περιεχομένου οι υπολογιστές θα είχαν πολύ μικρότερη σημασία στη ζωή μας.
Θεωρούμε ότι είναι επιβεβλημένη η τροποποίηση του άρθρου 18, παρ. 3 του Ν. 2121/1993, όπως αυτό ισχύει σήμερα, ώστε να έχει ως εξής :
«1.Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 18 του Ν. 2121/1993 τροποποιείται ως εξής:
3. Εάν για την ιδιωτική (μη επαγγελματική) και νόμιμη αναπαραγωγή προστατευόμενου έργου χρησιμοποιούνται αποδεδειγμένα κατά την αποκλειστική ή κύρια λειτουργία τους τα κάτωθι τεχνικά μέσα ήτοι……….
2. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 18 Ν.2121/1993 τροποποιείται ως εξής:
Η αμοιβή ορίζεται σε ποσοστό έως 6% της αξίας των συσκευών εγγραφής ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας ………. και σε ποσοστό έως 4% της αξίας των φωτοτυπικών συσκευών……….
3. Το τέταρτο και πέμπτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 18 Ν. 2121/1993 τροποποιείται ως εξής:
Η αμοιβή που εισπράττεται από την εισαγωγή ή την παραγωγή φωτοτυπικών μηχανημάτων, χαρτιού κατάλληλου για φωτοτυπίες, αποθηκευτικών μέσων (δισκετών) κάτω των 100 εκατομμυρίων ψηφίων και σαρωτών (έως ποσοστού 4%) κατανέμεται ………. Η αμοιβή που εισπράττεται από την εισαγωγή ή την παραγωγή των συσκευών εγγραφής και υλικών φορέων ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, των συσκευών και εξαρτημάτων μη ενσωματωμένων στην κύρια μονάδα ηλεκτρονικών υπολογιστών (έως ποσοστού 6%), καθώς και των υλικών φορέων ψηφιακής αντιγραφής……….
4.Προστίθενται τα ακόλουθα τρία εδάφια στο τέλος της παρ.3 του άρθρου 18 Ν.2121/1993:
“Το ακριβές ύψος της εύλογης αμοιβής, όπως αυτό κατ’ ανώτατο όριο προσδιορίζεται στο παρόν άρθρο, υπολογίζεται ανά περίπτωση με κριτήριο τη ζημία που προξενείται στους δικαιούχους λόγω της δημιουργίας ιδιωτικών αντιγράφων. Εάν η ζημία που προκαλείται στους δικαιούχους από τη χρήση των ανωτέρω μέσων κρίνεται ασήμαντη δεν γεννάται υποχρέωση καταβολής εύλογης αμοιβής. Ελλείψει συμφωνίας των ενδιαφερομένων, το ύψος της αμοιβής καθορίζεται από το δικαστήριο με αίτηση ενός εκ των μερών. Οι διάδικοι στα πλαίσια των σχετικών με τα θέματα της παρούσας παραγράφου δικών οφείλουν να αποδεικνύουν τους ισχυρισμούς τους με κάθε νόμιμο τρόπο.».
Ακολουθεί ολόκληρο το κείμενο της παρ. 3 του άρθρου 18 του Ν. 2121/1993, με τις προτεινόμενες τροποποιήσεις:
«3. Εάν για την ιδιωτική (μη επαγγελματική) και νόμιμη αναπαραγωγή προστατευόμενου έργου χρησιμοποιούνται αποδεδειγμένα κατά την αποκλειστική ή κύρια λειτουργία τους τα κάτωθι τεχνικά μέσα ήτοι συσκευές εγγραφής ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, συσκευές ή εξαρτήματα μη ενσωματωμένα ή ενσωματώσιμα στην κύρια μονάδα ηλεκτρονικών υπολογιστών που λειτουργούν σε συνάρτηση με αυτούς και χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την ψηφιακή αντιγραφή ή για την ψηφιακή μετεγγραφή από ή προς αναλογικά μέσα (εξαιρουμένων των εκτυπωτών), μαγνητικές ταινίες ή άλλοι υλικοί φορείς πρόσφορoι για την αναπαραγωγή ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, συμπεριλαμβανομένων των υλικών φορέων ψηφιακής αντιγραφής -όπως CD-RW, CD-R, φορητoί οπτικοί μαγνητικοί δίσκοι χωρητικότητας άνω των 100 εκατομμυρίων ψηφίων (άνω των 100 Mbytes), αποθηκευτικά μέσα/δισκέτες κάτω των 100 εκατομμυρίων ψηφίων (κάτω των 100 Mbytes) – φωτοτυπικά μηχανήματα, χαρτί κατάλληλο για φωτοτυπίες, οφείλεται εύλογη αμοιβή στο δημιουργό του έργου και στους κατά την παρούσα διάταξη δικαιούχους συγγενικών δικαιωμάτων, εξαιρουμένων των προς εξαγωγή ειδών.
Η αμοιβή ορίζεται σε ποσοστό έως 6% της αξίας των συσκευών εγγραφής ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, συμπεριλαμβανομένων και των συσκευών ή εξαρτημάτων μη ενσωματωμένων ή μη ενσωματώσιμων στην κύρια μονάδα του ηλεκτρονικού υπολογιστή (εκτός από σαρωτές), των μαγνητικών ταινιών ή άλλων υλικών φορέων πρόσφορων για την αναπαραγωγή ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας καθώς και των υλικών φορέων ψηφιακής αντιγραφής εκτός από τα αποθηκευτικά μέσα/δισκέτες κάτω των 100 εκατομμυρίων ψηφίων (κάτω των 100 Mbytes) -και σε ποσοστό έως 4% της αξίας των φωτοτυπικών συσκευών, των σαρωτών, του χαρτιού κατάλληλου για φωτοτυπίες και των αποθηκευτικών μέσων (δισκέτες) χωρητικότητας κάτω των 100 εκατομμυρίων ψηφίων (κάτω των 100Mbytes).
Σε κάθε περίπτωση ο υπολογισμός της αξίας γίνεται κατά την εισαγωγή ή τη διάθεση από το εργοστάσιο.
Η αμοιβή καταβάλλεται από τους εισαγωγείς ή από τους παραγωγούς των αντικειμένων αυτών και σημειώνεται στο τιμολόγιο, εισπράττεται δε από οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης που λειτουργούν με έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού και καλύπτουν εν όλω ή εν μέρει την ενδιαφερόμενη κατηγορία των δικαιούχων.
Η αμοιβή που εισπράττεται από την εισαγωγή ή την παραγωγή φωτοτυπικών μηχανημάτων, χαρτιού κατάλληλου για φωτοτυπίες, αποθηκευτικών μέσων (δισκετών) κάτω των 100 εκατομμυρίων ψηφίων και σαρωτών (έως ποσοστού 4%) κατανέμεται εξ ημισείας μεταξύ των πνευματικών δημιουργών και των εκδοτών εντύπων.
Η αμοιβή που εισπράττεται από την εισαγωγή ή την παραγωγή των συσκευών εγγραφής και υλικών φορέων ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, των συσκευών και εξαρτημάτων μη ενσωματωμένων στην κύρια μονάδα ηλεκτρονικών υπολογιστών (έως ποσοστού 6%), καθώς και των υλικών φορέων ψηφιακής αντιγραφής εκτός από τα αποθηκευτικά μέσα (δισκέτες) κάτω των 100 εκατομμυρίων ψηφίων, κατανέμεται κατά 55% στους πνευματικούς δημιουργούς, 25% στους ερμηνευτές ή εκτελεστές καλλιτέχνες και 20% στους παραγωγούς γραμμένων μαγνητικών ταινιών ή άλλων γραμμένων υλικών φορέων ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας.
Στην έννοια των «φωτοτυπικών μηχανημάτων ή συσκευών» συμπεριλαμβάνεται και κάθε πολυμηχάνημα το οποίο έχει τη δυνατότητα φωτοαντιγραφικής αναπαραγωγής.
Το ακριβές ύψος της εύλογης αμοιβής, όπως αυτό κατ’ ανώτατο όριο προσδιορίζεται στο παρόν άρθρο, υπολογίζεται ανά περίπτωση με κριτήριο τη ζημία που προξενείται στους δικαιούχους λόγω της δημιουργίας ιδιωτικών αντιγράφων. Εάν η ζημία που προκαλείται στους δικαιούχους από τη χρήση των ανωτέρω μέσων κρίνεται ασήμαντη δεν γεννάται υποχρέωση καταβολής εύλογης αμοιβής. Ελλείψει συμφωνίας των ενδιαφερομένων, το ύψος της αμοιβής καθορίζεται από το δικαστήριο με αίτηση ενός εκ των μερών. Οι διάδικοι στα πλαίσια των σχετικών με τα θέματα της παρούσας παραγράφου δικών οφείλουν να αποδεικνύουν τους ισχυρισμούς τους με κάθε νόμιμο τρόπο.».
Σχόλιο στην παρ. 1: σύμφωνα με όσα εξετέθησαν στο άρθρο 45 παρ. 2 του παρόντος πρέπει να προβλεφθεί η κατάργηση του χωρίου του άρθρ. 49 παρ. 1 ν. 2121/1993: «Οι οργανισμοί …. Αποφαίνεται το αρμόδιο δικαστήριο». Ήτοι να γραφεί, καταργούνται τα εδάφια γ΄, δ΄ και ε’ της παρ. 1 του άρθρ. 49 ν. 2121/1993.
Ακόμη, πρέπει να τεθεί η μεταβατική διάταξη που εξετέθη ανωτέρω, υπό το άρθρ. 45 παρ. 2 του παρόντος, ήτοι: Οι διατάξεις των εδ. β’. γ’ και δ΄ της παρ. … του άρθρ. …. εφαρμόζονται επί δικών προσωρινού προσδιορισμού και αμοιβής που είναι εκκρεμείς, κατά τον χρόνο δημοσίευσης του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Στο άρθρο 2 παράγραφος β ορίζεται αμοιβή ίση με το 2% της αξίας του υπολογίστη. Πως υπολογίζεται το ύψος αυτο, με τί συντελεστές δηλάδη και πως αποφασίζεται a priori οτι η χρήση ενος υπολογιστή θα συμπεριλαμβάνει την αναπαραγωγή υλικου που εμπίπτει στην κατηγορία που προστατεύεται απο πνευματικα δικαιώματα; Για παράδειγμα υπολογιστής ανευ ηχειων που χρησιμοποιείται αποκλειστικα και μονο σε περιβάλλον εργασίας.
Παρ΄ ότι που η Χώρα μας είναι υποχρεωμένη να τροποποιήσει τα σημεία της σχετικής με την εύλογη αμοιβή των δημιουργών νομοθεσίας της, ούτως ώστε αυτή να εναρμονισθεί με τα νέα νομολογιακά δεδομένα του ΔΕΕ και το παράγωγο κοινοτικό δίκαιο, η Πολιτεία μέχρι σήμερα επιδεικνύει νομοθετική ολιγωρία, υιοθετώντας αντιφατικές νομοθετικές πρωτοβουλίες. Αποτέλεσμα είναι το Δημόσιο, η αγορά, οι εταιρείες Πληροφορικής και Επικοινωνιών και ο Έλληνας καταναλωτής βρίσκονται πάλι ενώπιον παράλογων και εξωπραγματικών αξιώσεων από τους διάφορους Οργανισμούς Συλλογικής Διαχείρισης Δικαιωμάτων κατηγοριών δημιουργών και άλλων δικαιούχων οι οποίοι διεκδικούν ήδη με άσκηση σωρείας δικαστικών προσφυγών κατά εταιρειών του κλάδου μας, αμοιβή 6% επί της αξίας των κινητών τηλεφώνων, των tablets, τηλεοράσεων – και ποιος ξέρει ποια άλλα είδη θα σκεφτούν στη συνέχεια – που διατίθενται στην Ελλάδα και με το υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου επιδιώκεται και η επαναφορά αμοιβής 2% στους Ηλεκτρονικούς Υπολογιστές!!!
Με το παραπάνω άρθρο 69 παρ. 2 επιδιώκεται η επαναφορά της υποχρέωσης καταβολής αμοιβής ύψους 2% επί της αξίας των ηλεκτρονικών υπολογιστών που κατασκευάζονται ή εισάγονται στη Χώρα μας. Βεβαίως, τα σχετικά ποσά καλούνται να καταβάλλουν οι εταιρείες εγχώριας παραγωγής ή εισαγωγής των Η/Υ και να τα μετακυλήσουν, εν συνεχεία, στους αγοραστές-χρήστες των προϊόντων αυτών.
Σημειώνεται ότι η αντίστοιχη διάταξη που υπήρχε στην αρχική διατύπωση του άρ. 18 παρ. 3 του ν. 2121/1993 είχε δημιουργήσει τεράστια προβλήματα στην αγορά με εκατοντάδες δίκες μεταξύ των διαφόρων Οργανισμών Συλλογικής Διαχείρισης Δικαιωμάτων κατηγοριών δημιουργών, κλπ με επιχειρήσεις Πληροφορικής και Επικοινωνιών, σοβαρές στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και συνθήκες οικονομικού στραγγαλισμού του Ελληνικού κλάδου της πληροφορικής, με αποτέλεσμα να καταστεί ανεφάρμοστη και να καταργηθεί με το άρ. 14 ν. 3049/2002.
Οι λόγοι που επέβαλαν την κατάργηση της υποχρέωσης καταβολής αμοιβής για τους Η/Υ ήταν η αδυναμία εφαρμογής της και οι στρεβλώσεις που προκαλούσε στην αγορά, έτσι η κατάργηση ήταν αναγκαία για την εξυπηρέτηση αποχρώντων λόγων δημόσιου συμφέροντος, οι οποίοι συνίστανται στην πραγμάτωση της συνταγματικής επιταγής για τη διευκόλυνση της πρόσβασης στην Κοινωνία της Πληροφορίας και της γενικής αρχής του κοινοτικού δικαίου που επιτάσσει την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του καταναλωτικού κοινού. Είχε τονισθεί ότι η επιβολή μη αναγκαίων επιβαρύνσεων στο κόστος απόκτησης των Η/Υ συνιστά παραβίαση της υποχρέωσης του Κράτους για διευκόλυνση της συμμετοχής στην Κοινωνία της Πληροφορίας και πρόσβασης στις ηλεκτρονικά διακινούμενες πληροφορίες που καθιερώνεται με το άρθρο 5Α παρ. 2 του ισχύοντος Συντάγματος, κάτι που επιτυγχάνεται μόνο με κάθε δυνατή ενέργεια που σκοπό έχει να καθίσταται προσιτή η εν λόγω αγορά στο ευρύ καταναλωτικό κοινό.
Επί πλέον, τονίζεται ότι τυχόν υιοθέτηση της παραπάνω διάταξης θα οδηγήσει την Χώρα μας προς κατεύθυνση αντίθετη από αυτή των υπολοίπων χωρών της Ευρώπης οι οποίες, μετά και την ιστορική απόφαση του Δικαστηρίου της Ε.Ε επί της υποθέσεως PADAWAN, καθώς και τις λοιπές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί, υιοθετούν η μία κατόπιν της άλλης μέτρα ελάφρυνσης και περιορισμού των επιβαρύνσεων στα προϊόντα τεχνολογίας και ιδίως τους Η/Υ στην προσπάθειά τους να αποκτήσουν μερίδιο στο τεχνολογικό πλεόνασμα και να κατακτήσουν την υπεροχή σε τομείς και λύσεις της τεχνολογίας που μπορούν να τους εξασφαλίσουν ανάπτυξη και θέσεις εργασίας.
Εν όψει των ανωτέρω επιβάλλεται να αποσυρθούν τα εδάφια α’, του εδαφίου β’ και του εδαφίου γ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 69 του υπό διαβούλευση σχεδίου νόμου, δεδομένου ότι οι προφανείς δυσμενείς συνέπειες υιοθέτησης της υπό διαβούλευση πιο πάνω διάταξης είναι ιδίως οι ακόλουθες:
• Μείωση της φορολογικής ύλης των ελληνικών επιχειρήσεων.
• Ανάσχεση των επενδύσεων και εν γένει της ανάληψης οικονομικής δραστηριότητας στον δυναμικό τομέα των τηλεπικοινωνιών και της πληροφορικής.
• Στρέβλωση ανταγωνισμού σε σχέση και σύγκριση με τις επιχειρήσεις άλλων χωρών.
• Ενώ η κατεύθυνση στην ΕΕ είναι να περιοριστούν οι εν λόγω επιβαρύνσεις, η Ελλάδα προβαίνοντας σε νομοθέτηση διατάξεων όπως η εν λόγω κινείται σε αντίθετη κατεύθυνση.
• Παρ΄ ότι διαρκώς αυξάνεται και είναι επιβεβλημένη πλέον η χρήση Ηλεκτρονικών Υπολογιστών και για τις σχέσεις με το Δημόσιο στο πλαίσιο της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, η επιβολή επιπλέον δυσβάσταχτης επιβάρυνσης ιδίως στους Η/Υ είναι βέβαιο ότι θα λειτουργήσει αποτρεπτικά στην απόκτησή τους από τον πολίτη/ιδιώτη.
• Επιπλέον επιβάρυνση του Δημοσίου για τα προϊόντα τεχνολογίας τα οποία θα αποκτά.
• Στρέβλωση ανταγωνισμού σε σχέση και σύγκριση με επιχειρήσεις στη Χώρα μας (παράλληλους εισαγωγείς) που εισάγουν προϊόντα από το εξωτερικό χωρίς να είναι εξουσιοδοτημένοι εισαγωγείς από τους κατασκευαστές. Αξιοσημείωτη συνέπεια εξαιτίας της έμμεσης «ενθάρρυνσης» εισαγωγών από μη εξουσιοδοτημένους εισαγωγείς είναι ότι δεν εξασφαλίζεται η ασφάλεια και η υγεία των καταναλωτών εν αγνοία τους.
• Κερδοσκοπία Οργανισμών Συλλογικής Διαχείρισης.
• Ανυπαρξία μηχανισμού και διαδικασίας επιστροφής των αχρεωστήτως καταβληθέντων δικαιωμάτων.
Με το 2% στην αγορά υπολογιστών, τι ακριβώς πιστεύετε ότι θα καταφέρετε; Σε αυτή την πολύπαθη αγορά, που προσπαθεί να σηκώσει κεφάλι κάθε φορά που τη χτυπάνε, έρχεστε να βάλετε ταφόπλακα που θα στείλει στην ανεργία χιλιάδες υπαλλήλους και επαγγελματίες του χώρου και φυσικά, δε θα έχει κανένα αποτέλεσμα στα ταμεία. Το μόνο που θα φέρει είναι περισσότερες αγορές απ’ ευθείας από την Κίνα ή οποιαδήποτε άλλη χώρα έχει τις καλύτερες τιμές. Είναι κάτι που ήδη κάνουν πολλοί και απλά, με αυτή την επιβάρυνση, προτρέπετε και άλλους να το κάνουν.
Είναι σημαντικό στο άρθρο 69, παρ 8 του σχετικού Νομοσχεδίου και στην υπ’αριθμ 11 διάταξη αυτής να προβλεφθεί η σύντμηση των προθεσμιών στις περιπτώσεις υποτροπής του δράστη, όταν αυτός συνεχίζει να παρανομεί αλλάζοντας απλά την διεύθυνση δικτύου (I.P Address) ή/και τo όνομα του διαδικτυακού τόπου (domain name), που φιλοξενείται ο ιστότοπος.
Λόγω της ευκολίας με την οποία μπορεί ένας πειρατικός ιστότοπος να μεταβάλλει το domain name ή και την ΙP address του και να συνεχίσει την παράνομη δραστηριότητά του, είναι απαραίτητο να προβλεφθεί μια επιπλέον και άμεση διαδικασία ώστε να καταστεί αποτελεσματικό το έργο της Επιτροπής. Προτείνεται να συμπληρωθεί το εδάφιο 8 «Προστίθεται άρθρο 66 Ε με τίτλο “Κυρώσεις για προσβολές δικαιωμάτων … στο διαδίκτυο”», στην υπ’αριθμό 11 διάταξη, ότι:
Σε περίπτωση επανειλημμένης μη συμμόρφωσης, όπως σε περιπτώσεις αλλαγής διεύθυνσης δικτύου (I.P Address) ή/και του ονόματος του διαδικτυακού τόπου (domain name), που φιλοξενείται ο ιστότοπος, η Επιτροπή με απόφασή της δύναται να συντμήσει τις προθεσμίες του παρόντος Άρθρου σε συνολικά τρείς (3) ημέρες εφόσον η μή συμμόρφωση επαναληφθεί δις και σε είκοσι τέσσερεις (24) ώρες σε κάθε περαιτέρω μη συμμόρφωση.