Άρθρο 18
Κρατήσεις
(Άρθρο 12 Οδηγίας)
1. Οι κρατήσεις πρέπει να είναι εύλογες σε συνάρτηση με τις υπηρεσίες που παρέχει ο οργανισμός συλλογικής διαχείρισης στους δικαιούχους και καθορίζονται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων. 2. Ο οργανισμός συλλογικής διαχείρισης παρέχει στον δικαιούχο που τον εξουσιοδοτεί να διαχειρίζεται τα δικαιώματά του πληροφορίες σχετικά με τα έξοδα διαχείρισης και συγκεκριμένα για το ποσοστό επί των εισπράξεων των οργανισμών που παρακρατείται από αυτούς για την κάλυψη των εξόδων διαχείρισης, τις λοιπές κρατήσεις επί των εσόδων από τα δικαιώματα και επί των τυχόν εσόδων από την επένδυση των εσόδων από τα δικαιώματα, πριν λάβει τη συναίνεσή του για τη διαχείριση των δικαιωμάτων του.
3. Τα έξοδα διαχείρισης δεν πρέπει να υπερβαίνουν τις δικαιολογημένες και τεκμηριωμένες δαπάνες του οργανισμού συλλογικής διαχείρισης για τη διαχείριση των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να υπερβαίνουν συνολικά κατά μέσο όρο το ποσοστό 20% των ακαθάριστων εσόδων του. Εύλογη υπέρβαση του ορίου υπόκειται σε έγκριση της γενικής συνέλευσης των μελών. Το ποσοστό αυτό δεν ισχύει για νεοσυσταθέντες οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης μέχρι και για τρία (3) έτη από την έναρξη λειτουργίας τους υπό την αίρεση εξέτασης της ανάγκης διατήρησης της εξαίρεσης αυτής στο τέλος κάθε διαχειριστικής περιόδου. Στην περίπτωση των ενιαίων οργανισμών συλλογικής διαχείρισης το ποσοστό αυτό ισχύει χωριστά τόσο για τον ενιαίο οργανισμό όσο και για τους επιμέρους οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης που τον συστήνουν. To ποσοστό αυτό μπορεί να αναπροσαρμόζεται με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού. 4. Όσα ισχύουν για τη χρήση και τη διαφάνεια στη χρήση των ποσών που κρατούνται ή συμψηφίζονται με τα έξοδα διαχείρισης εφαρμόζονται αναλόγως και σε οποιεσδήποτε άλλες κρατήσεις αφορούν σε έξοδα που πραγματοποιούνται για να καλυφθούν τα έξοδα που προκύπτουν από τη διαχείριση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.
Άρθρο 18 Κρατήσεις
Είναι ιδιαίτερα θετική η ρύθμιση που προβλέπει ανώτατο όριο εξόδων διαχείρισης το 20%. Επισημαίνουμε ότι στην μεγαλύτερη πλειοψηφία των χωρών της ΕΕ οι ΟΣΔ έχουν μέσο όρο εξόδων αισθητά χαμηλότερο από 20%. Οποιαδήποτε υπέρβαση του ποσοστού αυτού είναι δείγμα ανεπάρκειας ή φαυλότητας, εκτός εάν συντρέχουν εξαιρετικού αντικειμενικοί λόγοι. Δυστυχώς στη χώρα μας πολλοί ΟΣΔ υπερβαίνουν σημαντικά το 20%, κάποιοι και το διπλάσιο αυτού.
Η ρύθμιση αυτή επιβάλλεται ιδίως για τους ΟΣΔ που έχουν δεσπόζουσα θέση στην αγορά και ίσως θα έπρεπε να περιοριστεί σε αυτούς.
Επιχειρήματα ενός ΟΣΔ ότι δήθεν η ρύθμιση αυτή είναι αντίθετη με τους κανόνες ανταγωνισμού και το δικαίωμα οικονομικής ελευθερίας δεν ευσταθούν διότι ακριβώς λόγω της μονοπωλιακής θέσης των ΟΣΔ επιβάλλεται να υπάρχει όριο εξόδων διαχείρισης και περιορισμός της οικονομικής τους ελευθερίας να επιβάλλουν υπέρογκα έξοδα διαχείρισης. Και βεβαίως δεν ευσταθεί το επιχείρημα ότι με την επιβολή ανώτατου ορίου βλάπτονται οι εγχώριοι ΟΣΔ έναντι των ΟΣΔ των λοιπών χωρών αφού δεν υφίσταται αλλοδαπός ΟΣΔ που να δραστηριοποιείται στην Ελλάδα, ούτε Ελληνικός ΟΣΔ που να δραστηριοποιείται στο εξωτερικό. Ο κάθε ΟΣΔ έχει μονοπωλιακή θέση στη χώρα του.
Επισημαίνεται στον ενιαίο ΟΣΔ που μέλη του είναι άλλοι ΟΣΔ ότι το ανώτατο όριο εξόδων διαχείρισης πρέπει να ισχύει σωρευτικά τόσο για τον ενιαίο όσο και για τους επιμέρους ΟΣΔ. Η διατύπωση της παρ.3 είναι ασαφής και επιτρέπει και τις δύο αναγνώσεις . Προτείνουμε την ακόλουθη διατύπωση:
Στην περίπτωση των ενιαίων οργανισμών συλλογικής διαχείρισης τα έξοδα διαχείρισης του κάθε επιμέρους οργανισμού και του ενιαίου οργανισμού δεν δύναται να υπερβαίνει το ως άνω ποσοστό 20% επί των ακαθαρίστων εσόδων του ενιαίου οργανισμού
Φοβερή έμπνευση για να μπουν όλοι σε ένα σπιράλ θανάτου! Έστω ότι το 20% αρκεί για τα έξοδα λειτουργίας του ΟΣΔ. Θα περισσεύει κεφάλαιο για δικαστικά έξοδα? Μάλλον όχι αρκετό. Άρα, αφού δεν μπορούν να μας κυνηγήσουν γιατί να πληρώνουμε?
Αυτό είναι το τυράκι στη φάκα!
Γιατί αφού δεν θα πληρώνουμε θα έχουν λιγότερα έσοδα, άρα θα κυνηγάνε λιγότερο. Να λοιπόν το σπιράλ μέχρι να διαλυθεί η αγορά των Δικαιωμάτων και να έρθει τότε κάποιος «σωτήρας» που θα τα ρίξει όλα στους χρήστες και θα τους επιβάλλει, κυριολεκτικά, ότι θέλει. Και τότε θα φωνάζουμε γιατί δεν θα μας αρέσουν οι αυξήσεις, οι προπληρωμές, κλπ κλπ.
Να επαλειφθεί. Μακροχρόνια δεν συμφέρει κανέναν. Ούτε χρήστες, ούτε ΟΣΔ, ούτε δικαιούχους!
Άρθρο 18 (Διανομή δικαιωμάτων)
Σχόλιο στην παράγραφο 3: Η πρόβλεψη πλαφόν θα πρέπει, για να γίνει αποδεκτή, να συνοδεύεται από ρυθμίσεις του παρόντος νομοσχεδίου, με τις οποίες θα ενδυναμώνεται και θα διασφαλίζεται η αποτελεσματική δικαστική επιδίωξη των δικαιωμάτων μας. Με ικανοποίηση διαπιστώνουμε την ύπαρξη μίας τέτοιας διάταξης στο άρθρο 45 παρ. 2 εδ. α του νομοσχεδίου, η οποία χρήζει πάντως σημαντικών βελτιώσεων προκειμένου να εφαρμοστεί και ως προς τα απόλυτα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας (βλ. συναφείς παρατηρήσεις μας επί της οικείας διάταξης).
Άρθρο 18, παρ. 3 του Νομοσχεδίου
Η διάταξη που καθορίζει περιοριστικά ότι τα έξοδα διαχείρισης δεν πρέπει να υπερβαίνουν τις «δικαιολογημένες και τεκμηριωμένες δαπάνες του οργανισμού συλλογικής διαχείρισης για τη διαχείριση των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να υπερβαίνουν συνολικά κατά μέσο όρο το ποσοστό 20% των ακαθάριστων εσόδων του» είναι σε ευθεία αντίθεση, κατ’αρχήν, με την πραγματικότητα που αντιμετωπίζουν οι οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης στην Ελλάδα.
Αφ’ενός δεν υπάρχουν διατάξεις που να διευκολύνουν τους οργανισμούς στην είσπραξη των αμοιβών με την αποτροπή των υποχρέων από τακτικές κωλυσιεργίας, μακρόχρονων δικαστικών αντιπαραθέσεων επαναλαμβανόμενων από κάθε υπόχρεο εκ του νόμου και αφ’ετέρου, σε σταθερά επαναλαμβανόμενα τακτά χρονικά διαστήματα, κατ’έτος, υποβάλλονται προτάσεις ή/και ψηφίσματα τροπολογιών του Ν. 2121/93, που δημιουργούν ένα καθεστώς παντελούς ανασφάλειας δικαίου και σε βάρος των οργανισμών, όσον αφορά το νομοθετικό πλαίσιο και τις διαδικασίες αναζήτησης, διεκδίκησης και είσπραξης αμοιβών, με αποκλειστική ευθύνη της Πολιτείας, εξ αιτίας κυρίως ενός ανύπαρκτου συντονισμού Υπουργείων και Δημοσίων Υπηρεσιών και έγερσης ζητημάτων τροποποίησης βασικών διατάξεων του Ν. 2121/93, που αποσαθρώνουν οποιεσδήποτε διαδικασίες διεκδίκησης και είσπραξης αμοιβών, σε αντίθεση με την Κοινοτική Νομοθεσία περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας, Φορολογίας, ΦΠΑ, Ανταγωνισμού, Δασμών κλπ.
Υπενθυμίζονται, μεταξύ άλλων, οι – κατά την τελευταία τριετία – προτάσεις κατάργησης (τρις) της εύλογης αμοιβής παρ. 3 άρθρου 18, Ν. 2121/93, ως δήθεν φόρου υπέρ τρίτων (παρά τις επανειλημμένες διευκρινίσεις που έχουν χορηγηθεί από άλλες Υπηρεσίες του Ελληνικού Δημοσίου και τα όργανα της ΕΕ) και η ψηφισμένη προσθήκη της παρ. 12 του ίδιου άρθρου, με «αιτιολόγηση» βασισμένη στην προώθηση των «επενδύσεων» στην Ελλάδα. Απομένει να ελεγχθεί η συμβατότητα αυτής της πρακτικής με τις αντίστοιχες διατάξεις της Οδηγίας 2001/29, περί νομοθετικών προβλέψεων από κάθε κράτος-μέλος της ΕΕ για ικανοποιητική δίκαιη αποζημίωση των δικαιούχων δικαιωμάτων εύλογης αμοιβής.
Από την άλλη πλευρά, με το υπό εξέταση Νομοσχέδιο, παρ’όλα τα παραπάνω νομοθετικά κωλύματα και νομοθετικές ελλείψεις που επαναλαμβανόμενα παρεμποδίζουν την εύρυθμη λειτουργία των οργανισμών, εισάγεται η επιβολή «οροφής» στα διαχειριστικά έξοδα όλων των οργανισμών, ορίζοντας πως σε καμιά περίπτωση αυτά τα έξοδα δεν μπορούν να υπερβαίνουν συνολικά κατά μέσο όρο το ποσοστό 20% των ακαθάριστων εσόδων του, ανεξάρτητα από το ύψος των ακαθαρίστων εσόδων του και σε αντίθεση με το άρθρο 12 παρ. 2 της υπό ενσωμάτωση Οδηγίας 2014/26, που ορίζει πως οι κρατήσεις του οργανισμού συλλογικής διαχείρισης πρέπει να είναι «εύλογες και να καθορίζονται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων».
Επιπλέον, με τέτοιο αυστηρό περιορισμό «οροφής» διαχειριστικών εξόδων, οι εγχώριοι οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης περιορίζονται ως προς την επιχειρηματική ελευθερία τους (άρθρο 5 Συντάγματος), ειδικότερα όσον αφορά την οικονομική τους πολιτική κι επίσης τίθενται σε δυσμενέστερη –ανταγωνιστικά- θέση, συγκριτικά με άλλους συναφών αντικειμένων οργανισμούς της αλλοδαπής ή/και ανεξάρτητες οντότητες διαχείρισης, που θα επιδιώξουν να δραστηριοποιηθούν στην Ελλάδα.
Προτείνεται να αντικατασταθεί η φράση ότι τα έξοδα διαχείρισης δεν πρέπει να υπερβαίνουν τις «δικαιολογημένες και τεκμηριωμένες δαπάνες του οργανισμού συλλογικής διαχείρισης για τη διαχείριση των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να υπερβαίνουν συνολικά κατά μέσο όρο το ποσοστό 20% των ακαθάριστων εσόδων του» με τη διάταξη του άρθρου 12 παρ. 2 της υπό ενσωμάτωση Οδηγίας 2014/26, που ορίζει πως οι κρατήσεις του οργανισμού συλλογικής διαχείρισης πρέπει να είναι «εύλογες και να καθορίζονται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων».
Άλλως, επικουρικώς, προτείνεται να αυξηθεί η «οροφή» των δικαιολογημένων και τεκμηριωμένων δαπανών διαχείρισης κάθε οργανισμού σε ποσοστό 30% των ακαθαρίστων εσόδων του υπό την προϋπόθεση ότι αυτά δεν υπερβαίνουν το ποσό των 250.000 ευρώ ετησίως.
Επιπρόσθετα δε, σε κάθε περίπτωση, προτείνεται να μην συνυπολογισθούν οι δαπάνες της υποχρεωτικής προσαρμογής των οργανισμών στις απαιτήσεις του υπό Διαβούλευση Νομοσχεδίου κατά το έτος 2016.
Σχόλιο επί της παρ. 3:
Ο καθορισμός ανώτερου ποσοστού παρακράτησης, μπορεί να προβλέπεται στον Κανονισμό Διανομής κάθε ΟΣΔ και όχι στο νόμο. Εξάλλου δεν υπάρχει τέτοια ρύθμιση ούτε στο υπό κρίση άρθρο της Οδηγίας (άρθρο 12), ούτε σε άλλη νομοθετική διάταξη κράτους μέλους της ΕΕ. Ως εκ τούτου προτείνουμε να αφαιρεθεί και να αναφέρεται τυχόν ανώτερο ποσοστό παρακράτησης στον Κανονισμό Διανομής κάθε ΟΣΔ. Εφόσον διατηρηθεί η συγκεκριμένη διάταξη ως έχει, δημιουργεί σημαντικά ερμηνευτικά ζητήματα και ερωτήματα, τα οποία δυσχεραίνουν την εφαρμογή της στην πράξη, όπως: Τι σημαίνει η έκφραση «κατά μέσο όρο» εν προκειμένω; Το εάν είναι «εύλογη ή όχι» η υπέρβαση κρίνεται από τον ΟΠΙ; Αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν καταγγελίας; Σε κάθε δε περίπτωση, το συγκεκριμένο πλαφόν, σε συνδυασμό με άλλες διατάξεις του παρόντος που ανεβάζουν το διαχειριστικό κόστος κάθε ΟΣΔ καθώς και με την έλλειψη διατάξεων που διευκολύνουν την είσπραξη των αμοιβών, παρουσιάζεται ως μη εύλογο.
Άρθρο 18 παρ. 3 Νομοσχεδίου
3. Τα έξοδα διαχείρισης δεν πρέπει να υπερβαίνουν τις δικαιολογημένες και τεκμηριωμένες δαπάνες του οργανισμού συλλογικής διαχείρισης για τη διαχείριση των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να υπερβαίνουν συνολικά κατά μέσο όρο το ποσοστό 20% των ακαθάριστων εσόδων του. Εύλογη υπέρβαση του ορίου υπόκειται σε έγκριση της γενικής συνέλευσης των μελών. Το ποσοστό αυτό δεν ισχύει για νεοσυσταθέντες οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης μέχρι και για τρία (3) έτη από την έναρξη λειτουργίας τους υπό την αίρεση εξέτασης της ανάγκης διατήρησης της εξαίρεσης αυτής στο τέλος κάθε διαχειριστικής περιόδου. Στην περίπτωση των ενιαίων οργανισμών συλλογικής διαχείρισης το ποσοστό αυτό ισχύει χωριστά τόσο για τον ενιαίο οργανισμό όσο και για τους επιμέρους οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης που τον συστήνουν. To ποσοστό αυτό μπορεί να αναπροσαρμόζεται με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού.
Σχόλια ΑΕΠΙ:
1. Η παρ. 3 του άρθρου 18 είναι ευθέως αντίθετη με το άρθρο 12 παρ. 2 της Οδηγίας, το οποίο αναφέρει ότι οι κρατήσεις του ΟΣΔ πρέπει να είναι «εύλογες και να καθορίζονται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων». Σε κανένα σημείο η Οδηγία δεν δίδει το δικαίωμα στα κράτη να καθορίζουν νομοθετικά το ύψος των κρατήσεων ούτε φυσικά και να το αναπροσαρμόζουν με υπουργικές αποφάσεις.
2. Η ίδια διάταξη είναι αντίθετη και με τους εγχώριους και κοινοτικούς κανόνες περί προστασίας του ανταγωνισμού, διότι δημιουργεί άνισους όρους λειτουργίας μεταξύ των εγχωρίων και των αλλοδαπών ΟΣΔ, οι οποίοι φυσικά δεν υπέχουν αντίστοιχη (παράνομη) υποχρέωση «πλαφόν» των εξόδων τους.
3. Η διάταξη είναι ευθέως αντίθετη προς το άρθρο 5 του Συντάγματος, το οποίο κατοχυρώνει την επιχειρηματική ελευθερία, θεμελιώδης έκφανση της οποίας είναι και ο καθορισμός της οικονομικής της πολιτικής.
4. Εξάλλου, το συγκεκριμένο ζήτημα έχει ήδη ειδικώς και ad hoc επιλυθεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο με την απόφαση CISAC (απόφαση του Ευρωπαϊκού Πρωτοδικείου στην υπόθεση Τ-392/08).
5. Επιπλέον και η απόφαση CISAC της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (απόφαση της 16ης.7.2008), η οποία, μεταξύ άλλων, συνέκρινε τις προμήθειες και λοιπά έξοδα των Ευρωπαϊκών ΟΣΔ (μεταξύ των οποίων και της ΑΕΠΙ) έκρινε ότι οι διαφορές στα έξοδα και το ύψος των προμηθειών μεταξύ των ευρωπαϊκών ΟΣΔ δεν συνιστά παράβαση κανενός κανόνα δικαίου, διότι, πολύ απλά, οι δημιουργοί μπορούν να επιλέξουν ελεύθερα τον ελκυστικότερο ΟΣΔ, δηλαδή αυτόν με τις μικρότερες υπέρ του προμήθειες και να καταστούν μέλη αυτού. Άρα κατ’ ουσίαν ο ανταγωνισμός των ΟΣΔ σε επίπεδο λειτουργικών εξόδων και προμηθειών ευνοεί τους πνευματικούς δημιουργούς – μέλη των ΟΣΔ που θα επιλέξουν τον ελκυστικότερο.
6. Η ως άνω διάταξη αντίκειται και στο άρθρο 4 του Συντάγματος, καθόσον αντίστοιχη διάταξη περί θεσπίσεως «πλαφόν εξόδων» δεν υφίσταται για κανένα άλλο ιδιωτικό νομικό πρόσωπο, οποιασδήποτε δραστηριότητας.
7. Τέλος, η ως άνω διάταξη είναι και άκρως αντιδημοκρατική, καθόσον επιτρέπει στο Δημόσιο να παρεμβαίνει νομοθετικά στην λειτουργία ιδιωτικών νομικών προσώπων και να τους καθορίζει «κυριαρχικά και πραξικοπηματικά» τον τρόπο της οικονομικής τους λειτουργίας.
θεωρούμε ότι είναι επιβεβλημένη η τροποποίηση του άρθρου 18, παρ. 3 του Ν. 2121/1993, όπως αυτό ισχύει σήμερα, ώστε να έχει ως εξής :
«1.Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 18 του Ν. 2121/1993 τροποποιείται ως εξής:
3. Εάν για την ιδιωτική (μη επαγγελματική) και νόμιμη αναπαραγωγή προστατευόμενου έργου χρησιμοποιούνται αποδεδειγμένα κατά την αποκλειστική ή κύρια λειτουργία τους τα κάτωθι τεχνικά μέσα ήτοι……….
2. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 18 Ν.2121/1993 τροποποιείται ως εξής:
Η αμοιβή ορίζεται σε ποσοστό έως 6% της αξίας των συσκευών εγγραφής ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας ………. και σε ποσοστό έως 4% της αξίας των φωτοτυπικών συσκευών……….
3. Το τέταρτο και πέμπτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 18 Ν. 2121/1993 τροποποιείται ως εξής:
Η αμοιβή που εισπράττεται από την εισαγωγή ή την παραγωγή φωτοτυπικών μηχανημάτων, χαρτιού κατάλληλου για φωτοτυπίες, αποθηκευτικών μέσων (δισκετών) κάτω των 100 εκατομμυρίων ψηφίων και σαρωτών (έως ποσοστού 4%) κατανέμεται ………. Η αμοιβή που εισπράττεται από την εισαγωγή ή την παραγωγή των συσκευών εγγραφής και υλικών φορέων ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, των συσκευών και εξαρτημάτων μη ενσωματωμένων στην κύρια μονάδα ηλεκτρονικών υπολογιστών (έως ποσοστού 6%), καθώς και των υλικών φορέων ψηφιακής αντιγραφής……….
4.Προστίθενται τα ακόλουθα τρία εδάφια στο τέλος της παρ.3 του άρθρου 18 Ν.2121/1993:
“Το ακριβές ύψος της εύλογης αμοιβής, όπως αυτό κατ’ ανώτατο όριο προσδιορίζεται στο παρόν άρθρο, υπολογίζεται ανά περίπτωση με κριτήριο τη ζημία που προξενείται στους δικαιούχους λόγω της δημιουργίας ιδιωτικών αντιγράφων. Εάν η ζημία που προκαλείται στους δικαιούχους από τη χρήση των ανωτέρω μέσων κρίνεται ασήμαντη δεν γεννάται υποχρέωση καταβολής εύλογης αμοιβής. Ελλείψει συμφωνίας των ενδιαφερομένων, το ύψος της αμοιβής καθορίζεται από το δικαστήριο με αίτηση ενός εκ των μερών. Οι διάδικοι στα πλαίσια των σχετικών με τα θέματα της παρούσας παραγράφου δικών οφείλουν να αποδεικνύουν τους ισχυρισμούς τους με κάθε νόμιμο τρόπο.».
Ακολουθεί ολόκληρο το κείμενο της παρ. 3 του άρθρου 18 του Ν. 2121/1993, με τις προτεινόμενες τροποποιήσεις:
«3. Εάν για την ιδιωτική (μη επαγγελματική) και νόμιμη αναπαραγωγή προστατευόμενου έργου χρησιμοποιούνται αποδεδειγμένα κατά την αποκλειστική ή κύρια λειτουργία τους τα κάτωθι τεχνικά μέσα ήτοι συσκευές εγγραφής ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, συσκευές ή εξαρτήματα μη ενσωματωμένα ή ενσωματώσιμα στην κύρια μονάδα ηλεκτρονικών υπολογιστών που λειτουργούν σε συνάρτηση με αυτούς και χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την ψηφιακή αντιγραφή ή για την ψηφιακή μετεγγραφή από ή προς αναλογικά μέσα (εξαιρουμένων των εκτυπωτών), μαγνητικές ταινίες ή άλλοι υλικοί φορείς πρόσφορoι για την αναπαραγωγή ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, συμπεριλαμβανομένων των υλικών φορέων ψηφιακής αντιγραφής -όπως CD-RW, CD-R, φορητoί οπτικοί μαγνητικοί δίσκοι χωρητικότητας άνω των 100 εκατομμυρίων ψηφίων (άνω των 100 Mbytes), αποθηκευτικά μέσα/δισκέτες κάτω των 100 εκατομμυρίων ψηφίων (κάτω των 100 Mbytes) – φωτοτυπικά μηχανήματα, χαρτί κατάλληλο για φωτοτυπίες, οφείλεται εύλογη αμοιβή στο δημιουργό του έργου και στους κατά την παρούσα διάταξη δικαιούχους συγγενικών δικαιωμάτων, εξαιρουμένων των προς εξαγωγή ειδών.
Η αμοιβή ορίζεται σε ποσοστό έως 6% της αξίας των συσκευών εγγραφής ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, συμπεριλαμβανομένων και των συσκευών ή εξαρτημάτων μη ενσωματωμένων ή μη ενσωματώσιμων στην κύρια μονάδα του ηλεκτρονικού υπολογιστή (εκτός από σαρωτές), των μαγνητικών ταινιών ή άλλων υλικών φορέων πρόσφορων για την αναπαραγωγή ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας καθώς και των υλικών φορέων ψηφιακής αντιγραφής εκτός από τα αποθηκευτικά μέσα/δισκέτες κάτω των 100 εκατομμυρίων ψηφίων (κάτω των 100 Mbytes) -και σε ποσοστό έως 4% της αξίας των φωτοτυπικών συσκευών, των σαρωτών, του χαρτιού κατάλληλου για φωτοτυπίες και των αποθηκευτικών μέσων (δισκέτες) χωρητικότητας κάτω των 100 εκατομμυρίων ψηφίων (κάτω των 100Mbytes).
Σε κάθε περίπτωση ο υπολογισμός της αξίας γίνεται κατά την εισαγωγή ή τη διάθεση από το εργοστάσιο.
Η αμοιβή καταβάλλεται από τους εισαγωγείς ή από τους παραγωγούς των αντικειμένων αυτών και σημειώνεται στο τιμολόγιο, εισπράττεται δε από οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης που λειτουργούν με έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού και καλύπτουν εν όλω ή εν μέρει την ενδιαφερόμενη κατηγορία των δικαιούχων.
Η αμοιβή που εισπράττεται από την εισαγωγή ή την παραγωγή φωτοτυπικών μηχανημάτων, χαρτιού κατάλληλου για φωτοτυπίες, αποθηκευτικών μέσων (δισκετών) κάτω των 100 εκατομμυρίων ψηφίων και σαρωτών (έως ποσοστού 4%) κατανέμεται εξ ημισείας μεταξύ των πνευματικών δημιουργών και των εκδοτών εντύπων.
Η αμοιβή που εισπράττεται από την εισαγωγή ή την παραγωγή των συσκευών εγγραφής και υλικών φορέων ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, των συσκευών και εξαρτημάτων μη ενσωματωμένων στην κύρια μονάδα ηλεκτρονικών υπολογιστών (έως ποσοστού 6%), καθώς και των υλικών φορέων ψηφιακής αντιγραφής εκτός από τα αποθηκευτικά μέσα (δισκέτες) κάτω των 100 εκατομμυρίων ψηφίων, κατανέμεται κατά 55% στους πνευματικούς δημιουργούς, 25% στους ερμηνευτές ή εκτελεστές καλλιτέχνες και 20% στους παραγωγούς γραμμένων μαγνητικών ταινιών ή άλλων γραμμένων υλικών φορέων ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας.
Στην έννοια των «φωτοτυπικών μηχανημάτων ή συσκευών» συμπεριλαμβάνεται και κάθε πολυμηχάνημα το οποίο έχει τη δυνατότητα φωτοαντιγραφικής αναπαραγωγής.
Το ακριβές ύψος της εύλογης αμοιβής, όπως αυτό κατ’ ανώτατο όριο προσδιορίζεται στο παρόν άρθρο, υπολογίζεται ανά περίπτωση με κριτήριο τη ζημία που προξενείται στους δικαιούχους λόγω της δημιουργίας ιδιωτικών αντιγράφων. Εάν η ζημία που προκαλείται στους δικαιούχους από τη χρήση των ανωτέρω μέσων κρίνεται ασήμαντη δεν γεννάται υποχρέωση καταβολής εύλογης αμοιβής. Ελλείψει συμφωνίας των ενδιαφερομένων, το ύψος της αμοιβής καθορίζεται από το δικαστήριο με αίτηση ενός εκ των μερών. Οι διάδικοι στα πλαίσια των σχετικών με τα θέματα της παρούσας παραγράφου δικών οφείλουν να αποδεικνύουν τους ισχυρισμούς τους με κάθε νόμιμο τρόπο.».
Η επιβολή πλαφόν είναι μία ευπρόσδεκτη πρόβλεψη. Ωστόσο, πρέπει για να είναι δίκαιη να συνδυασθεί με προβλέψεις που θα διευκολύνουν την είσπραξη των αμοιβών. Τέτοιες απουσιάζουν στο νομοσχέδιο.