1. Στις περιπτώσεις πειθαρχικών αδικημάτων, για την τέλεση των οποίων απειλούνται οι πειθαρχικές ποινές του άρθρου 52 του παρόντος νόμου, η πειθαρχική δίωξη ασκείται υποχρεωτικά από ανεξάρτητο μονομελές όργανο, τον Εισαγγελέα Πειθαρχικής Δίωξης, ο οποίος για το σκοπό αυτό λαμβάνει υπόψη ιδίως τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 139 παρ. 2 του παρόντος νόμου, αλλά και κάθε άλλο κατά την κρίση του νόμιμο αποδεικτικό μέσο, και στη συνέχεια διαβιβάζει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση τη σχετική δικογραφία στο αρμόδιο Πρωτοβάθμιο Δικαιοδοτικό – Πειθαρχικό Όργανο. Ο Πρόεδρος του Πρωτοβαθμίου Δικαιοδοτικού – Πειθαρχικού Οργάνου δύναται εντός είκοσι τεσσάρων (24) ωρών από την περιέλευση σε αυτό της δικογραφίας να αναπέμψει με απλή διάταξή του την πειθαρχική δίωξη προς συμπλήρωση, εάν κρίνει ότι, με βάση τα αναφερόμενα σε αυτή πραγματικά περιστατικά και το υλικό της δικογραφίας, πρέπει να αποδοθούν διαφορετικά ή περισσότερα πειθαρχικά αδικήματα από αυτά που περιέχει η πειθαρχική δίωξη. Η κρίση του Εισαγγελέα Πειθαρχικής Δίωξης για τη συμπλήρωση ή μη της πειθαρχικής δίωξης κατά το προηγούμενο εδάφιο είναι δεσμευτική για το Πρωτοβάθμιο Δικαιοδοτικό – Πειθαρχικό Όργανο.
2. Καθήκοντα Εισαγγελέα Πειθαρχικής Δίωξης σε κάθε ένα από τα αναφερόμενα στο άρθρο 137 παρ. 1 του παρόντος Νόμου ομαδικά αθλήματα και για όλες τις διοργανώσεις αγώνων αυτών (επαγγελματικές και μη) ασκεί Εισαγγελέας Πρωτοδικών που υπηρετεί στην Εισαγγελία της έδρας της οικείας αθλητικής Ομοσπονδίας και διορίζεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου αυτής, με θητεία τριών ( 3 ) ετών που αρχίζει την 1η Αυγούστου του έτους διορισμού. Ο ως άνω Εισαγγελέας Πρωτοδικών ορίζεται μαζί με τον αναπληρωτή του από το Διευθύνοντα την Εισαγγελία της έδρας της οικείας αθλητικής Ομοσπονδίας. Για τον ορισμό λαμβάνεται υπόψη και συνεκτιμάται ιδιαίτερα η γνώση και η εμπειρία σε θέματα αθλητισμού.
3. Σε περίπτωση τέλεσης όλων των άλλων, πέραν των αναφερομένων στην παράγραφο 1, πειθαρχικών αδικημάτων, αρμόδιος για την άσκηση της πειθαρχικής δίωξης είναι ο Πρόεδρος του οικείου Πρωτοβαθμίου Πειθαρχικού – Δικαιοδοτικού Οργάνου. Ο τελευταίος, εάν κρίνει ότι συντρέχει περίπτωση τέλεσης των αναφερομένων στην παράγραφο 1 πειθαρχικών αδικημάτων, απέχει από την άσκηση της πειθαρχικής δίωξης και διαβιβάζει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση τη δικογραφία στον Εισαγγελέα Πειθαρχικής Δίωξης, προκειμένου να ασκηθεί η προσήκουσα πειθαρχική δίωξη. Στην περίπτωση αυτή, ο Εισαγγελέας Πειθαρχικής Δίωξης ασκεί την κατά την κρίση του προσήκουσα πειθαρχική δίωξη, ακόμα και εάν δεν συντρέχει η περίπτωση της παραγράφου 1.
4. Ο Αθλητικός Εισαγγελέας του άρθρου 149 του παρόντος νόμου, οι αρμόδιες Αστυνομικές Αρχές, η Διαρκής Επιτροπή Αντιμετώπισης Βίας (Δ.Ε.Α.Β.) και τα αρμόδια όργανα των αθλητικών Ομοσπονδιών και των επαγγελματικών συνδέσμων υποχρεούνται να αποστέλλουν χωρίς υπαίτια καθυστέρηση στον Εισαγγελέα Πειθαρχικής Δίωξης και στο Πρωτοβάθμιο Πειθαρχικό – Δικαιοδοτικό Όργανο τα αναφερόμενα στο άρθρο 139 παρ. 2 του παρόντος νόμου αποδεικτικά στοιχεία, καθώς και κάθε άλλο κατά την κρίση τους αναγκαίο για τη διερεύνηση της υπόθεσης αποδεικτικό στοιχείο.