1. Η Επιτροπή, εκτός από όσα ειδικά ορίζονται στις λοιπές διατάξεις του παρόντος νόµου, έχει τις εξής αρµοδιότητες:
α) Ελέγχει τις Α.Α.Ε., καθώς και κάθε σχετιζόµενο καθ’ οιονδήποτε τρόπο µαζί τους πρόσωπο, για τη διαπίστωση της τήρησης των διατάξεων του παρόντος και των σε εκτέλεσή του εκδιδόµενων κανονιστικών πράξεων.
β) ∆ιενεργεί διαχειριστικό και λογιστικό έλεγχο στις Α.Α.Ε. και ερευνά για την εκπλήρωση των εν γένει οικονοµικών υποχρεώσεών τους και ιδιαίτερα προς τον οικείο επαγγελµατικό σύνδεσµο, τους επαγγελµατίες και αµειβόµενους αθλητές, τους προπονητές, το ιδρυτικό Αθλητικό Σωµατείο και τα γυµναστήρια.
γ) Ελέγχει τους οικείους επαγγελµατικούς συνδέσµους, για τα ποσά µε τα οποία επιχορηγούνται.
δ) Απευθύνει συστάσεις και υποδείξεις σε Α.Α.Ε. και σε πρόσωπα καθ’ οιονδήποτε τρόπο σχετιζόµενα µ’ αυτές και δίδει κατά την κρίση της δηµοσιότητα σε αυτές.
ε) Χορηγεί τις άδειες και εγκρίσεις που προβλέπουν οι διατάξεις του παρόντος, καθώς και το πιστοποιητικό που προβλέπεται στην παράγραφο 3 του άρθρου αυτού.
στ) Καταγγέλλει τις παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος νόµου στις αρµόδιες διοικητικές και δικαστικές αρχές.
ζ) Επιβάλλει τα πρόστιµα που προβλέπονται στην παράγραφο 6 του άρθρου αυτού.
η) Εκδίδει οδηγίες προς το σκοπό ενιαίας εφαρµογής των ρυθµίσεων του παρόντος.
θ) Γνωµοδοτεί για κάθε ρύθµιση που αφορά στα θέµατα µε τα οποία ασχολείται, ύστερα από ερώτηµα του αρμόδιου για τον αθλητισμό Υπουργού Υπουργού ή από αίτηµα των οικείων Οµοσπονδιών ή επαγγελµατικών συνδέσµων.
ι) Συντάσσει το Φεβρουάριο κάθε έτους έκθεση για την εκτέλεση της αποστολής της κατά το προηγούµενο ηµερολογιακό έτος, στην οποία επισηµαίνονται και οι τυχόν ενδεικνυόµενες νοµοθετικές µεταβολές. Η έκθεση υποβάλλεται από τον Πρόεδρο της Επιτροπής στον αρμόδιο για τον αθλητισμό Υπουργό και κοινοποιείται στον υπουργό Ανάπτυξης. Η Επιτροπή µπορεί να δώσει και άλλου είδους δηµοσιότητα στην έκθεση.
2. Η Επιτροπή διενεργεί τακτικό έλεγχο τον Ιούνιο κάθε έτους, καθώς και έκτακτο ύστερα από παραγγελία του Υπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας ή του αρμόδιου για τον αθλητισμό Υπουργού ή αυτεπάγγελτα ή µετά από αίτηση της ενδιαφερόµενης κατά περίπτωση Α.Α.Ε.
Οι έλεγχοι διενεργούνται από µέλη της Επιτροπής ή υπαλλήλους που έχουν διατεθεί ή αποσπασθεί σ’ αυτήν, ειδικά προς τούτο εντεταλµένους από τον Πρόεδρο της Επιτροπής. Με απόφασή της, η Επιτροπή µπορεί να αναθέτει απευθείας τη διενέργεια ελέγχων σε αναγνωρισµένες ελεγκτικές εταιρείες ή εταιρείες ορκωτών ελεγκτών λογιστών.
Επίσης η Επιτροπή µπορεί να ζητεί τη συνδροµή οποιασδήποτε δικαστικής ή άλλης αρχής για την εκτέλεση του έργου της και οφείλει να ανακοινώνει στις εκάστοτε αρµόδιες αρχές ή υπηρεσίες ή πειθαρχικά ή δικαιοδοτικά όργανα οποιοδήποτε γεγονός δηµιουργεί υπόνοιες για τέλεση παράνοµων πράξεων, ιδίως του ν. 2331/1995.
Η Επιτροπή µετά από κάθε έλεγχο συντάσσει έκθεση που υποβάλλεται υποχρεωτικά στον αρμόδιο για τον αθλητισμό Υπουργό, στο ∆.Σ. του οικείου επαγγελµατικού συνδέσµου και σε αυτούς τους οποίους αφορά ο έλεγχος.
Η Επιτροπή σε περίπτωση διαπίστωσης παραβάσεων έχει την υποχρέωση να περιλάβει στην έκθεσή της τις κατά την κρίση της ενδεικνυόµενες ενέργειες για τυχόν διοικητικές, διαχειριστικές, πειθαρχικές ή ποινικές ευθύνες των ελεγχοµένων. Οι πιο πάνω αποδέκτες της έκθεσης έχουν υποχρέωση, µέσα σε τριάντα (30) ηµέρες το αργότερο, να τη διαβιβάσουν στο δικαιοδοτικό όργανο του οικείου επαγγελµατικού συνδέσµου για την επιβολή των προβλεπόµενων νόµιµων κυρώσεων.
Ο κάθε είδους έλεγχος της Επιτροπής διενεργείται και ολοκληρώνεται εντός τριάντα (30) ηµερών από την παραγγελία των αρµόδιων προσώπων. Η καθυστέρηση ολοκλήρωσης του ελέγχου ή η πληµµελής έκθεση συνιστά σπουδαίο λόγο αντικατάστασης των προσώπων που διενεργούν τον έλεγχο, ανεξάρτητα της τυχόν πειθαρχικής ή άλλης ευθύνης τους.
Τα πρόσωπα που διενεργούν τον έλεγχο δικαιούνται να λαµβάνουν γνώση οποιουδήποτε βιβλίου, λογαριασµού, εγγράφου ή άλλου στοιχείου που κρίνουν απαραίτητο.
Η άρνηση παροχής εγγράφων ή πληροφοριών από τις οικείες Ομοσπονδίες, τους οικείους επαγγελµατικούς συνδέσµους και τις Α.Α.Ε. αποτελεί πειθαρχικό παράπτωµα που διώκεται σύµφωνα µε τους οικείους κανονισµούς, ενώ για τους αρµόδιους υπαλλήλους και για τις διοικήσεις των Ομοσπονδιών και των επαγγελµατικών συνδέσµων ή των Α.Α.Ε. και ποινικό, που διώκεται σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 57 του κ.ν. 2190/1920, όπως εκάστοτε ισχύει. Πέραν των ανωτέρω, το οικείο δικαιοδοτικό όργανο επιβάλλει στην ελεγχόµενη Α.Α.Ε. που αρνείται να παράσχει στους ελεγκτές τα αναγκαία στοιχεία, την ποινή της αποβολής από το πρωτάθληµα.
3. Πριν από την έναρξη κάθε αγωνιστικής περιόδου, κάθε Α.Α.Ε. οφείλει να προσκοµίσει στην οικεία διοργανώτρια αρχή, πιστοποιητικό της Επιτροπής περί τήρησης των υποχρεώσεων που προβλέπονται από τον παρόντα νόµο. Το πιστοποιητικό αυτό εκδίδεται το αργότερο εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την υποβολή των σχετικών δικαιολογητικών.
Η Επιτροπή, στο πλαίσιο των παραπάνω αρµοδιοτήτων της, δεν χορηγεί το ανωτέρω πιστοποιητικό σε περιπτώσεις διαπίστωσης σοβαρών ή καθ’ υποτροπήν παραβάσεων του νόµου, για λόγους που αφορούν στο δηµόσιο συµφέρον, καθώς και σε περιπτώσεις άρνησης παροχής στοιχείων προς την Επιτροπή.
Στις περιπτώσεις αυτές, η Επιτροπή Επαγγελµατικού Αθλητισµού εκδίδει πόρισµα ελέγχου πλήρως αιτιολογηµένο, το οποίο διαβιβάζει στην οικεία Οµοσπονδία και στις οικείες διοργανώτριες αρχές, η οποία προκαλεί τον πειθαρχικό έλεγχο της ΑΑΕ που υπέπεσε στην παράβαση, σύµφωνα µε τον Πειθαρχικό Κώδικα που προβλέπει ποινές για τις παραβάσεις αυτές.
Οι πειθαρχικές ποινές, που προβλέπονται στο πειθαρχικό δίκαιο της Οµοσπονδίας, πρέπει να είναι εσαεί ανάλογες µε τη βαρύτητα της παράβασης, επιφυλασσοµένων σε αντίθετη περίπτωση των προβλεποµένων από τον παρόντα νόμο χρηµατικών ποινών και άλλων κυρώσεων.
Η συνδροµή όρου που πλήττει το δηµόσιο συµφέρον µνηµονεύεται ειδικά στην απόφαση της Επιτροπής.
Για τη χορήγηση του προαναφερόμενου πιστοποιητικού σε A.A.E. απαιτείται η προσκόμιση εμπρόθεσμα και νομότυπα στην Επιτροπή Επαγγελματικού Αθλητισμού βεβαίωσης εξόφλησης ή διακανονισμού των οφειλών της προς: α) τους ιδιοκτήτες των αθλητικών εγκαταστάσεων που εποπτεύονται από τη Γ.Γ.Α. ή Ο.Τ.Α., τις οποίες χρησιμοποίησαν ως έδρα στο παρελθόν και όταν αυτές ανήκουν στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως αυτός ορίζεται στην παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982 όπως ισχύει, β) το Εθνικό Συμβούλιο Καταπολέμησης Ντόπινγκ και γ) το εργαστήριο ντόπινγκ του Ολυμπιακού Αθλητικού Κέντρου Αθηνών. Τις ως άνω βεβαιώσεις εκδίδει ο αντίστοιχος φορέας. Αν δεν τηρηθούν οι όροι του διακανονισμού εκπίπτει ανάλογα η εγγυητική επιστολή που προβλέπεται στο άρθρο 92 του παρόντος, χωρίς ν’ απαιτείται ύπαρξη τελεσίδικης απόφασης ή άλλου εκτελεστού τίτλου, παρά μόνο σχετική βεβαίωση για την ύπαρξη της οφειλής εκ μέρους της διοίκησης των ως άνω φορέων. Σε περίπτωση μη ύπαρξης οφειλής από τους ανωτέρω φορείς, προσκομίζεται στην Επιτροπή Επαγγελματικού Αθλητισμού υπεύθυνη δήλωση του νομίμου εκπροσώπου της Α.Α.Ε. περί μη οφειλής, με θεωρημένο το γνήσιο της υπογραφής από αρμόδια Δημόσια Αρχή.
4. Πέντε ηµέρες πριν από κάθε Γενική Συνέλευση Α.Α.Ε. υποβάλλεται στην Επιτροπή, µε ευθύνη του ∆ιοικητικού Συµβουλίου της Α.Α.Ε., ο πίνακας των µετόχων που δικαιούνται να συµµετάσχουν σ’ αυτήν, µε τα στοιχεία των τυχόν αντιπροσώπων τους, σύµφωνα µε τα οριζόµενα στο άρθρο 28 του κ.ν. 2190/1920, όπως εκάστοτε ισχύει. Η Επιτροπή ελέγχει τον πίνακα και ενηµερώνει σχετικά την αρµόδια υπηρεσία του Υπουργείου Ανάπτυξης. Επίσης υποβάλλονται υποχρεωτικά στην Επιτροπή, µε ευθύνη του ∆ιοικητικού Συµβουλίου της Α.Α.Ε.:
α) Τα πρακτικά των αποφάσεων του ∆ιοικητικού της Συµβουλίου περί συγκρότησης αυτού σε σώµα, παραίτησης µέλους, εκλογής νέου µέλους σε πλήρωση κενωθείσας θέσης, καθώς και ανάθεσης εξουσιών διαχείρισης ή εκπροσώπησης, εντός 20 ηµερών από την ηµεροµηνία της συνεδρίασης.
β) Τα πρακτικά των Γενικών Συνελεύσεων των Α.Α.Ε., εντός 20 ηµερών από την ηµεροµηνία της Συνέλευσης.
γ) Συµβάσεις σύναψης ή παροχής δανείου, εντός 5 ηµερών από τη σύναψή τους.
δ) Συµβάσεις µε τις οποίες ανατίθενται δικαιώµατα διοίκησης και εκπροσώπησης σε τρίτους, καθώς και συµβάσεις πρόσληψης συµβούλων ή παροχής συµβουλευτικών υπηρεσιών κάθε είδους, εντός 5 ηµερών από τη σύναψή τους.
ε) Κάθε είδους συµβάσεις που η Α.Α.Ε. συνάπτει µε τα ιδρυτικά Αθλητικά Σωµατεία, χορηγούς, διαφηµιστικές εταιρείες ή για άλλα συναφή θέµατα, καθώς και τις συµβάσεις που προβλέπονται στο άρθρο 84 του παρόντος, εντός 5 ηµερών από τη σύναψή τους.
στ) Τις συµβάσεις µε αθλητές και προπονητές, εντός 5 ηµερών από τη σύναψή τους.
ζ) Καταστάσεις πώλησης των εισιτηρίων διαρκείας στο τέλος κάθε ηµερολογιακού µήνα.
5. Κατά την άσκηση των καθηκόντων της η Επιτροπή, πέραν των όσων προβλέπονται ρητά στον παρόντα νόµο, δικαιούται να ζητεί και να λαµβάνει οποιοδήποτε κατά την κρίση της άλλο στοιχείο, πληροφορία ή διευκρίνιση. ∆ικαιούται επίσης σε κάθε περίπτωση, όπως ιδίως σε περιπτώσεις µεταβίβασης µετοχών, συµµετοχής σε αύξηση µετοχικού κεφαλαίου, παροχής δανείων και εν γένει χρηµατικών καταβολών οποιουδήποτε είδους, να διερευνά την προέλευση και τον τρόπο απόκτησης των καταβληθέντων ποσών, σε περίπτωση δε που δεν δικαιολογείται επαρκώς η προέλευσή τους, να µην χορηγεί ή να ανακαλεί τις προβλεπόµενες στον παρόντα νόµο άδειες, εγκρίσεις και πιστοποιητικά ή να επιβάλλει ως κύρωση την απαγόρευση άσκησης όλων των δικαιωµάτων µετόχων, καθώς και των διευθυντικών ή διοικητικών εξουσιών οργάνων Α.Α.Ε., ανεξάρτητα από την επέλευση άλλων συνεπειών σύµφωνα µε το νόµο.
6. Σε περιπτώσεις παραβίασης των υποχρεώσεων που απορρέουν από τον παρόντα νόµο, η Επιτροπή, ανεξάρτητα από τις τυχόν άλλες συνέπειες, επιβάλλει στους παραβάτες (ΑΑΕ, Ομοσπονδίες, επαγγελματικούς συνδέσμους) πρόστιµο από χίλια (1.000) έως τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ, ανάλογα µε τη βαρύτητα της παράβασης. Το πρόστιµο επιβάλλεται πάντοτε µετά από ακρόαση του υπευθύνου. Οι αποφάσεις επιβολής προστίµου επιδίδονται στον παραβάτη και συνιστούν εκτελεστό τίτλο βάσει του οποίου συντάσσονται από τη βεβαιούσα Αρχή οι τίτλοι είσπραξης κατά τις διατάξεις του άρθρου 55 του Π.∆. 16/1989, που αποστέλλονται στις ∆.Ο.Υ. για βεβαίωση και είσπραξη κατά τις διατάξεις του Κώδικα Εισπράξεως ∆ηµοσίων Εσόδων. Τα παραπάνω ποσά των προστίµων µπορούν να αναπροσαρµόζονται µε απόφαση του αρμόδιου για τον αθλητισμό Υπουργού µετά από πρόταση της Επιτροπής.
7. Σε περιπτώσεις διαπίστωσης παραβάσεων, η Επιτροπή, ανεξάρτητα από την επιβολή ή µη προστίµου, µπορεί να τάσσει σύντοµη προθεσµία για την άρση της παράβασης ιδίως όταν η παράβαση οφείλεται σε λόγους αµέλειας ή είναι εντελώς ελαφρά.
8. Οι επιδόσεις των αποφάσεων της Επιτροπής γίνονται κατόπιν εντολής του Προέδρου της µε φροντίδα της Γ.Γ.Α., ισχύουν δε και γι’ αυτές όσα ισχύουν γενικά για τις επιδόσεις του ∆ηµοσίου.
9. Όλες οι αποφάσεις, εκθέσεις και λοιπές πράξεις της Επιτροπής κοινοποιούνται στην αρµόδια υπηρεσία του Υπουργείου Ανάπτυξης.
10. ∆ικαίωµα γνώσης των πράξεων της Επιτροπής έχουν πάντοτε, πέραν όσων έχουν άμεσο έννομο συμφέρον, µετά από αίτησή τους, οι οικείες Οµοσπονδίες, οι επαγγελµατικοί σύνδεσµοι, τα ιδρυτικά Αθλητικά Σωµατεία, καθώς και οι πανελλήνιοι σύνδεσµοι αµειβόµενων αθλητών, εκτός αν συντρέχουν ειδικοί λόγοι, τους οποίους πρέπει συγκεκριµένα να αναφέρει η Επιτροπή στην απορριπτική της αίτησης απόφασή της.
11. Κάθε δηµόσια Αρχή παρέχει τη συνδροµή της στην Επιτροπή και ιδίως στους ελεγκτές κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
Εφόσον υπάρχει αναφορά σε αμειβόμενους αθλητές, ο έλεγχος πρέπει να γίνεται όχι μόνο σε ΑΑΕ αλλά και σε Αθλητικά Σωματεία που διατηρούν αμειβόμενους αθλητές.
Πρέπει να αποσαφηνιστεί επακριβώς τι συνιστά σοβαρή παράβαση νόμου, ποιες οι κυρώσεις (γιατί έχει αφαιρεθεί η απαγόρευση μεταγραφών) σε περίπτωση διαπίστωσης των σοβαρών παραβάσεων του νόμου.
Δεν θα πρέπει να εκδίδεται το ανωτέρω πιστοποιητικό όπως επίσης και σε περίπτωση, που υφίσταται κύρωση μέσω απόφασης, άλλου οργάνου, προβλεπόμενου από Κανονισμό ή άλλο Κανονισμό που ρυθμίζει σχέσεις σωματείου ή ΑΑΕ με αμειβόμενους ή επαγγελματίες αθλητές και ρυθμίζει διαδικασία αδειοδότησης συμμετοχής στο πρωτάθλημα.