1. Η συσταθείσα με το ν. 3057/2002 Επιτροπή Επαγγελµατικού Αθλητισµού (Επιτροπή) έχει τις αρµοδιότητες που ορίζονται στο άρθρο 91 του παρόντος, καθώς και κάθε άλλη που θα της αναθέσει ο αρμόδιος για τον αθλητισμό Υπουργός µε απόφασή του.
2. Ο αρμόδιος για τον αθλητισμό Υπουργός ασκεί την εποπτεία, ως προς τα διοικητικά θέµατα, της Επιτροπής. Η Γενική Γραµµατεία Αθλητισµού διαθέτει το αναγκαίο προσωπικό για την υποστήριξη του έργου της, καθώς και χώρο για τη στέγασή της.
3. Η Επιτροπή για την εκπλήρωση των σκοπών της καταρτίζει ετήσιο προϋπολογισµό και τον υποβάλλει προς έγκριση στον αρμόδιο για τον αθλητισμό Υπουργό. Οι δαπάνες λειτουργίας της Επιτροπής, πλην της αποζημίωσης που καταβάλλεται στα μέλη της κατά τα οριζόμενα παρακάτω στην παράγραφο 9 του παρόντος άρθρου, βαρύνουν τη Γενική Γραµµατεία Αθλητισµού.
4. Η Επιτροπή συγκροτείται µε απόφαση του αρμόδιου για τον αθλητισμό Υπουργού και απαρτίζεται από έναν επίτιµο ανώτατο δικαστικό λειτουργό, βαθµού Συµβούλου της Επικρατείας ή Αρεοπαγίτη και άνω, ως Πρόεδρο, ο οποίος είναι αποκλειστικής απασχόλησης και έξι µέλη ως ακολούθως:
α) Έναν καθηγητή ή αναπληρωτή καθηγητή Α.Ε.I. στο γνωστικό αντικείµενο του εµπορικού δικαίου, εν ενεργεία ή οµότιµο.
β) Ένα στέλεχος της Διεύθυνσης Εποπτείας Εταιρειών του Υπουργείου Ανάπτυξης, κατηγορίας ΠΕ, υποδεικνυόμενο από τον Υπουργό Ανάπτυξης,
γ) ‘Ένα δικηγόρο παρ’ Αρείω Πάγω µε εµπειρία σε θέµατα εταιρειών.
δ) Ένα δικηγόρο παρ’ Αρείω Πάγω µε εµπειρία σε θέµατα αθλητισµού.
ε) Έναν πτυχιούχο Α.Ε.I. οικονοµικής κατεύθυνσης, µε άδεια άσκησης οικονοµολογικού επαγγέλµατος του Οικονοµικού Επιµελητηρίου Ελλάδος,
στ) Ένα πρόσωπο κύρους µε εµπειρία στο χώρο του αθλητισµού.
Ο Πρόεδρος και τα µέλη της Επιτροπής διορίζονται µε ισάριθµους αναπληρωτές, οι οποίοι πρέπει να διαθέτουν τις αυτές ιδιότητες και προσόντα.
Ο Πρόεδρος και ο αναπληρωτής του επιλέγονται από τον αρμόδιο για τον αθλητισμό Υπουργό, από δύο καταλόγους που του υποβάλλονται προς τούτο, ένας από την Ένωση Δικαστικών Λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας και ένας από την Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων. Κάθε κατάλογος περιλαμβάνει πέντε (5) προτεινόμενους επίτιμους δικαστικούς λειτουργούς, με τα προαναφερόμενα προσόντα. Εάν ως Πρόεδρος επιλεγεί πρόσωπο προερχόμενο από τη Διοικητική Δικαιοσύνη, ο αναπληρωτής του επιλέγεται από την Πολιτική και Ποινική Δικαιοσύνη, και αντιστρόφως.
Οι αναπληρωτές του Προέδρου και των µελών µετέχουν χωρίς ψήφο στις συνεδριάσεις της Επιτροπής, εφόσον δεν αναπληρώνουν τα αντίστοιχα τακτικά µέλη όταν αυτά απουσιάζουν προσωρινά ή κωλύονται. Με απόφασή του ο Πρόεδρος της Επιτροπής µπορεί να αναθέτει ειδικά καθήκοντα στους αναπληρωτές, οπότε οι τελευταίοι µετέχουν στη συνεδρίαση µε ψήφο, ανεξάρτητα από την παράλληλη παρουσία του τακτικού µέλους. Η θητεία του κάθε αναπληρωτή είναι ίση µε τη θητεία του αντίστοιχου τακτικού.
5. Ο Πρόεδρος και τα µέλη της Επιτροπής διορίζονται µε θητεία. Η θητεία τους είναι τετραετής και µπορεί να ανανεωθεί µια µόνο φορά.
6. ∆εν µπορεί να διορισθεί µέλος της Επιτροπής:
α) Βουλευτής, Υπουργός, Υφυπουργός, Γενικός Γραµµατέας Υπουργείου ή αυτοτελούς Γενικής Γραµµατείας.
β) Όποιος είναι ή έχει διατελέσει κατά την τελευταία πριν από το διορισµό του πενταετία µέλος ή όργανο διοίκησης Αθλητικού Σωµατείου που ίδρυσε Α.Α.Ε. ή Τ.Α.Α., µέτοχος, µέλος του Διοικητικού Συµβουλίου, διευθυντής, διαχειριστής ή νοµικός σύµβουλος σε Α.Α.Ε. ή Τ.Α.Α., καθώς και όποιος, κατά το παραπάνω χρονικό διάστηµα, συνδεόταν µε σύµβαση έργου, παροχής υπηρεσιών ή εντολής µε Α.Α.Ε. ή Τ.Α.Α. ή ιδρυτικό σωµατείο,
γ) Πρόσωπο στο οποίο συντρέχει κώλυµα από τα αναφερόµενα στην παρ. 1 του άρθρου 3 του παρόντος νόµου.
7. Εκπίπτει αυτοδικαίως από την ιδιότητα του µέλους της Επιτροπής, όποιος, µετά το διορισµό του:
α) Αποκτά µία από τις ιδιότητες που συνιστούν κώλυµα διορισµού σύµφωνα µε την προηγούµενη παράγραφο.
β) Ασκεί έµµισθα ή άµισθα οποιαδήποτε δηµόσια ή ιδιωτική επαγγελµατική ή επιχειρηµατική δραστηριότητα, ή αποκτά άλλη ιδιότητα που, κατά την κρίση της Επιτροπής, δεν συµβιβάζεται µε την ιδιότητα και τα καθήκοντα του µέλους της Επιτροπής.
Για την ύπαρξη ή µη ασυµβίβαστου αποφαίνεται η Επιτροπή µετά από ακρόαση του εν λόγω µέλους της, τη δε σχετική διαδικασία κινεί ο Πρόεδρος της Επιτροπής, είτε αυτεπαγγέλτως, είτε ύστερα από αίτηση του µέλους στο πρόσωπο του οποίου ενδέχεται να συντρέχει το ασυµβίβαστο, είτε ύστερα από αίτηµα του αρµόδιου για τον αθλητισµό Υπουργού. Η απόφαση της Επιτροπής πρέπει να είναι ειδικά αιτιολογηµένη, στις δε συνεδριάσεις για τη λήψη της απέχει το µέλος στο οποίο αφορά η εξέταση του ασυµβίβαστου.
8. Ο Πρόεδρος, τα µέλη της Επιτροπής και οι αναπληρωτές τους υποβάλλουν κατ’ έτος την προβλεπόµενη από το ν. 2429/1996, όπως κάθε φορά ισχύει, δήλωση της περιουσιακής τους κατάστασης.
9. Στον Πρόεδρο και στα µέλη της Επιτροπής, καθώς και στους αναπληρωτές τους, καταβάλλεται κάθε μήνα αποζημίωση ίση με αυτή που κάθε φορά καταβάλλεται στον Πρόεδρο και στα μέλη αντιστοίχως της Επιτροπής Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων του ν. 4002/2011. Στους αναπληρωτές του Προέδρου και των μελών καταβάλλεται αποζημίωση ίση με το 75% των αντιστοίχων τακτικών. Η καταβολή των παραπάνω βαρύνει κάθε χρόνο τον προϋπολογισμό της Επιτροπής Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων και διενεργείται κατευθείαν από την αρμόδια Υπηρεσία της, με βάση πίνακα που της διαβιβάζεται από τη Γραμματεία της Επιτροπής. Με απόφαση του αρμόδιου για τον αθλητισμό Υπουργού καθορίζεται οποιοδήποτε θέµα αµοιβών και αποζηµιώσεων των προσώπων που καθ’ οιονδήποτε τρόπο απασχολεί η Επιτροπή.
10. Με Κανονισµό που καταρτίζεται από την Επιτροπή και εγκρίνεται από τον αρμόδιο για τον αθλητισμό Υπουργό καθορίζονται τα θέµατα της εσωτερικής της λειτουργίας. Με τον Κανονισµό αυτόν προβλέπεται η συγκρότηση, ως ιδιαίτερης υπηρεσιακής µονάδας της Επιτροπής, τµήµατος ελεγκτών.
11. Η Επιτροπή µπορεί να αναθέτει σε εξωτερικούς συνεργάτες ή τεχνικούς συµβούλους τη διεκπεραίωση συγκεκριµένων υποθέσεων. Με κοινή απόφαση του αρμόδιου για τον αθλητισμό Υπουργού και του κατά περίπτωση αρµόδιου Υπουργού, µπορούν να αποσπώνται στην Επιτροπή υπάλληλοι υπουργείων ή ν.π.δ.δ. κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη διάταξη. Η µισθοδοσία των αποσπώµενων βαρύνει τις υπηρεσίες από τις οποίες αποσπώνται, χωρίς να αποκλείεται η καταβολή επιπλέον αµοιβών, αποζηµιώσεων κ.λπ. µε την επιφύλαξη των διατάξεων του ν. 2470/1997. Ο χρόνος της απόσπασης θεωρείται χρόνος πραγµατικής υπηρεσίας στην οργανική τους θέση, για κάθε συνέπεια.
12. Σε δίκες οι οποίες αφορούν σε αποφάσεις της Επιτροπής, μαζί με τον εκπρόσωπο του Δημοσίου είναι δυνατόν να συμπαρίσταται ατελώς και μέλος της Επιτροπής που έχει την ιδιότητα του δικηγόρου, οριζόμενο ειδικά από τον Πρόεδρό της.