1. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος εξασφαλίζει ότι η θέσπιση, η υλοποίηση και η εφαρμογή των εξουσιών και διαδικασιών που προβλέπονται από τα Κεφάλαια ΙΙ έως VII υπόκεινται σε όρους και μέτρα διασφάλισης που προβλέπονται από το εθνικό του δίκαιο, που σκοπό έχουν τη δέουσα προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών που απορρέουν από τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει από τη σύμβαση αυτή για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών, τη Διεθνή σύμβαση του ΟΗΕ για την προστασία των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων και άλλων διεθνών συνθηκών για τα ανθρώπινα δικαιώματα, και που ενσωματώνουν την αρχή της αναλογικότητας στο εθνικό τους δίκαιο.
2. Τέτοιοι όροι και μέτρα διασφάλισης περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, λαμβανομένης υπόψη της φύσης της διαδικασίας ή της σχετικής εξουσίας, δικαστική ή άλλη ανεξάρτητη εποπτεία, την αιτιολόγησή της καθώς και τους περιορισμούς του αντικειμένου και της διάρκειας μιας τέτοιας εξουσίας ή διαδικασίας.
3. Στο βαθμό που συνάδει με το δημόσιο συμφέρον και ειδικότερα με την ορθή απονομή της δικαιοσύνης, κάθε συμβαλλόμενο μέρος εξετάζει τις επιπτώσεις των εξουσιών και διαδικασιών των κεφαλαίων αυτών στα δικαιώματα, τις υποχρεώσεις και τα έννομα συμφέροντα των τρίτων μερών.