1. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος υιοθετεί τέτοια νομοθετικά ή άλλα μέτρα τα οποία είναι απαραίτητα για την καθιέρωση ως ποινικών αδικημάτων, σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο, των συμπεριφορών που αναφέρονται στο άρθρο 9 παρ. 1 και 2 της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη νομιμοποίηση, την έρευνα, την κατάσχεση και τη δήμευση των προσόδων εγκλήματος και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (2005 CETS αρ. 198), στο άρθρο 6 παρ. 1 της σύμβασης του ΟΗΕ κατά του Διεθνικού οργανωμένου εγκλήματος (2000) ή στο άρθρο 23 παρ. 1 της σύμβασης του ΟΗΕ κατά της διαφθοράς (2003) σύμφωνα με τους όρους που αναφέρονται σε αυτές, όταν από το κύριο αδίκημα υπάρχουν οφέλη από αυτά που αναφέρονται στα άρθρα 15 και 17 της σύμβασης αυτής και οπωσδήποτε σε περίπτωση εκβιασμού, διαφθοράς και δόλου.
2. Κατά τη λήψη απόφασης σχετικά με το εύρος των αδικημάτων που θα καλύπτονται ως κύρια αδικήματα της παρ. 1, κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να αποφασίσει σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο πώς θα ορίσει τα αδικήματα αυτά και τη φύση οιουδήποτε ειδικότερου στοιχείου που τα καθιστά αυτά σοβαρά.
3. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος εξετάζει την ένταξη της χειραγώγησης αθλητικών αγώνων στο οικείο πλαίσιο για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, απαιτώντας από τους φορείς εκμετάλλευσης αθλητικού στοιχήματος να εφαρμόζουν δέουσα επιμέλεια ως προς τους πελάτες, να τηρούν αρχεία και να υπόκεινται σε απαιτήσεις αναφοράς.