1. Στην παρ. 3 του άρθρου 18 του ν. 2121/1993 (Α’ 25), περί της χρήσης τεχνικών μέσων για την ελεύθερη αναπαραγωγή ενός έργου για ιδιωτική χρήση, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στο πρώτο εδάφιο: αα) μετά από τις λέξεις «ηλεκτρονικοί υπολογιστές,» προστίθενται οι λέξεις «στους οποίους περιλαμβάνονται οι» και αβ) μετά από τις λέξεις «συσκευές-ταμπλέτες (tablets)» διαγράφεται το σημείο στίξης «,» και προστίθενται οι λέξεις «και τα», β) στην περ. α) του δεύτερου εδαφίου: βα) στο πρώτο εδάφιο η λέξη «τις» αντικαθίσταται από τις λέξεις «στους οποίους περιλαμβάνονται οι», ββ) το τρίτο εδάφιο καταργείται, γ) μετά από το τέταρτο εδάφιο προστίθεται νέο πέμπτο εδάφιο και η παρ. 3 διαμορφώνεται ως εξής:
«3. Εάν για την ελεύθερη αναπαραγωγή του έργου για ιδιωτική χρήση χρησιμοποιούνται τεχνικά μέσα, όπως συσκευές εγγραφής ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, μαγνητικές ταινίες ή άλλοι υλικοί φορείς πρόσφοροι για την αναπαραγωγή ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, στα οποία συμπεριλαμβάνονται οι υλικοί φορείς ψηφιακής αντιγραφής, ιδίως CD-RW, CD-R, DVD και άλλα αποθηκευτικά μέσα χωρητικότητας άνω των 4GB, ηλεκτρονικοί υπολογιστές, στους οποίους περιλαμβάνονται οι φορητές ηλεκτρονικές συσκευές-ταμπλέτες (tablets) και τα έξυπνα κινητά τηλέφωνα (smartphones), συσκευές ή εξαρτήματα ανεξάρτητα εάν λειτουργούν σε συνάρτηση ή μη με ηλεκτρονικούς υπολογιστές και χρησιμοποιούνται για την ψηφιακή αντιγραφή, μετεγγραφή ή με άλλο τρόπο αναπαραγωγή, φωτοτυπικές συσκευές και χαρτί κατάλληλο για φωτοτυπίες, σαρωτές, συμπεριλαμβανομένων των τρισδιάστατων, και εκτυπωτές, συμπεριλαμβανομένων των τρισδιάστατων, οφείλεται εύλογη αμοιβή στον δημιουργό του έργου και στους κατά την παρούσα διάταξη δικαιούχους συγγενικών δικαιωμάτων, με εξαίρεση τα προς εξαγωγή είδη.
Η εύλογη αμοιβή καθορίζεται ως εξής:
α) Η αμοιβή για τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, στους οποίους περιλαμβάνονται οι φορητές ηλεκτρονικές συσκευές – ταμπλέτες (tablets), και τα έξυπνα κινητά τηλέφωνα (smartphones) ορίζεται σε 2% της αξίας τους. Η αμοιβή κατανέμεται στους πνευματικούς δημιουργούς, στους ερμηνευτές ή εκτελεστές καλλιτέχνες, στους παραγωγούς γραμμένων μαγνητικών ταινιών ή άλλων γραμμένων υλικών φορέων ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας και στους εκδότες εντύπων.
β) Η αμοιβή για τις συσκευές εγγραφής ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, μαγνητικές ταινίες ή άλλους υλικούς φορείς πρόσφορους για την αναπαραγωγή ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, τους υλικούς φορείς ψηφιακής αντιγραφής και τα άλλα αποθηκευτικά μέσα χωρητικότητας άνω των 4GB, όπως επίσης η αμοιβή για συσκευές ή εξαρτήματα ανεξάρτητα εάν λειτουργούν σε συνάρτηση ή μη με ηλεκτρονικούς υπολογιστές και χρησιμοποιούνται για την ψηφιακή αντιγραφή, μετεγγραφή ή με άλλο τρόπο αναπαραγωγή ορίζεται σε 6% της αξίας. Η αμοιβή για τους υλικούς φορείς ψηφιακής αντιγραφής και για τα άλλα αποθηκευτικά μέσα, καθώς και για τις συσκευές ή εξαρτήματα ανεξάρτητα εάν λειτουργούν σε συνάρτηση ή μη με ηλεκτρονικούς υπολογιστές και χρησιμοποιούνται για την ψηφιακή αντιγραφή, μετεγγραφή ή με άλλο τρόπο αναπαραγωγή, κατανέμεται στους οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης που εκπροσωπούν τους δικαιούχους των πνευματικών και συγγενικών δικαιωμάτων με τη διαδικασία που προβλέπεται στην παράγραφο 9. Η αμοιβή για τις συσκευές εγγραφής ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, μαγνητικές ταινίες ή άλλους υλικούς φορείς πρόσφορους για την αναπαραγωγή ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας κατανέμεται κατά 55% στους πνευματικούς δημιουργούς, 25% στους ερμηνευτές ή εκτελεστές καλλιτέχνες και 20% στους παραγωγούς γραμμένων μαγνητικών ταινιών ή άλλων γραμμένων υλικών φορέων ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας.
γ) Η αμοιβή για τις φωτοτυπικές συσκευές, τους σαρωτές, συμπεριλαμβανομένων των τρισδιάστατων, τους εκτυπωτές, συμπεριλαμβανομένων των τρισδιάστατων, και για χαρτί κατάλληλο για φωτοτυπίες ορίζεται σε τέσσερα τοις εκατό (4%) της αξίας τους. Η αμοιβή κατανέμεται εξ ημισείας μεταξύ των πνευματικών δημιουργών και των εκδοτών εντύπων. Στην έννοια των φωτοτυπικών συσκευών συμπεριλαμβάνεται και κάθε πολυμηχάνημα, το οποίο έχει τη δυνατότητα φωτοαντιγραφικής αναπαραγωγής.
Η κατανομή των ποσοστών της εύλογης αμοιβής επί των τεχνικών μέσων των περ. α), β) και γ) του δευτέρου εδαφίου στους οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης της κάθε κατηγορίας ή υποκατηγορίας δικαιούχων, καθώς και ο τρόπος είσπραξης και καταβολής καθορίζονται σύμφωνα με την παρ. 9.
Σε κάθε περίπτωση από τις ανωτέρω ο υπολογισμός της αξίας γίνεται κατά την εισαγωγή ή τη διάθεση από το εργοστάσιο. Η αμοιβή καταβάλλεται από τους εισαγωγείς ή από τους παραγωγούς των αντικειμένων αυτών, αναγράφεται στο τιμολόγιο και εισπράττεται από οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης που λειτουργούν με έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού και καλύπτουν εν όλω ή εν μέρει την ενδιαφερόμενη κατηγορία των δικαιούχων.».
2. Στην παρ. 4 του άρθρου 18 του ν. 2121/1993, περί του περιεχομένου που πρέπει να έχει η υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986 (Α’ 75) που υποβάλλεται προς τον Οργανισμό Πνευματικής Ιδιοκτησίας (ΟΠΙ) εντός τριάντα (30) ημερών από τη λήξη κάθε ημερολογιακού τριμήνου, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στο πρώτο εδάφιο: αα) η υποπερ. αα) της περ. α) τροποποιείται, ώστε στην υποβαλλόμενη υπεύθυνη δήλωση να συμπεριλαμβάνονται και η ποσότητα και η συνολική αξία των τεχνικών μέσων που είχαν περιληφθεί σε προηγούμενη δήλωση και τα οποία διατέθηκαν για επαγγελματική χρήση ή επανεξήχθησαν ή παραδόθηκαν ενδοκοινοτικά ή, αν και είχαν παραχθεί εντός της χώρας ή εισαχθεί ή αποκτηθεί ενδοκοινοτικά, δεν διατέθηκαν προς χρήση, αλλά καταστράφηκαν ή ιδιοχρησιμοποιήθηκαν από τον εισαγωγέα ή τον παραγωγό, αβ) προστίθενται δεύτερο και τρίτο εδάφιο, β) στην υποπερ. αα) της περ. β) μετά από τις λέξεις «σύμφωνα με την παράγραφο 3» προστίθενται οι λέξεις «και την περ. α) της παρούσας παραγράφου», και η παρ. 4 διαμορφώνεται ως εξής:
«4. α) Όποιος εισάγει ή αποκτά ενδοκοινοτικά ή παράγει και διαθέτει τεχνικά μέσα ή/και χαρτί κατάλληλο για φωτοτυπίες που, σύμφωνα με την παράγραφο 3, υπόκεινται στην καταβολή εύλογης αμοιβής, υποχρεούται εντός τριάντα (30) ημερών από τη λήξη κάθε ημερολογιακού τριμήνου να δηλώνει εγγράφως και υπευθύνως κατά το ν. 1599/1986 (Α` 75) προς τον ΟΠΙ:
αα) Την ποσότητα και τη συνολική αξία: i) των τεχνικών μέσων ή/και χαρτιού κατάλληλου για φωτοτυπίες που κατά περίπτωση εισήγαγε ή απόκτησε ενδοκοινοτικά ή παρήγαγε και διέθεσε κατά το αμέσως προηγούμενο ημερολογιακό τρίμηνο ανά κατηγορία και τύπο τεχνικού μέσου και ii) των τεχνικών μέσων που είχαν περιληφθεί σε προηγούμενη δήλωση και τα οποία διατέθηκαν για επαγγελματική χρήση ή επανεξήχθησαν ή παραδόθηκαν ενδοκοινοτικά ή, αν και είχαν παραχθεί εντός της χώρας ή εισαχθεί ή αποκτηθεί ενδοκοινοτικά, δεν διατέθηκαν προς χρήση, αλλά καταστράφηκαν ή ιδιοχρησιμοποιήθηκαν από τον εισαγωγέα ή τον παραγωγό και
ββ) ότι αυτή είναι πράγματι η ποσότητα και συνολική αξία χωρίς καμία απόκρυψη.
Στην υπεύθυνη δήλωση της υποπερ. αα) δεν περιλαμβάνονται: i) τεχνικά μέσα, τα οποία, λόγω των εκ κατασκευής τεχνικών χαρακτηριστικών τους, σύμφωνα με την κοινή πείρα είναι τεχνικά πρόσφορα και κατάλληλα μόνο για επαγγελματική χρήση και ii) τα τεχνικά μέσα, για τα οποία αποδεικνύεται παραχρήμα ότι εισήχθησαν, προκειμένου να διατεθούν σε νομικά πρόσωπα για άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας.
Η συνολική αξία των τεχνικών μέσων του στοιχείου ii) της υποπερ. αα) αφαιρείται από τη συνολική αξία της δήλωσης.
β) Κάθε οργανισμός συλλογικής διαχείρισης έχει το δικαίωμα να ζητήσει οποτεδήποτε από οποιονδήποτε οφειλέτη, κοινοποιώντας του σχετική γραπτή πρόσκληση, να δηλώσει εγγράφως και υπευθύνως κατά το ν. 1599/1986 προς τον ΟΠΙ:
αα) την ποσότητα και συνολική αξία των τεχνικών μέσων ή/και χαρτιού κατάλληλου για φωτοτυπία ανά κατηγορία και τύπο τεχνικού μέσου αναλυτικά που, σύμφωνα με την παράγραφο 3 και την περ. α) της παρούσας παραγράφου, υπόκεινται στην καταβολή εύλογης αμοιβής και τα οποία κατά περίπτωση εισήγαγε ή απόκτησε ενδοκοινοτικά ή παρήγαγε και διέθεσε,
ββ) ότι αυτή είναι πράγματι η ποσότητα και συνολική αξία χωρίς καμία απόκρυψη.
Μέσα σε έναν (1) μήνα από την κοινοποίηση της σχετικής πρόσκλησης, ο οφειλέτης υποχρεούται να υποβάλει στον ΟΠΙ την ως άνω υπεύθυνη δήλωση υπογεγραμμένη από τον ίδιο, όταν πρόκειται για ατομική επιχείρηση, ή από τον κατά το καταστατικό εκπρόσωπό του, όταν πρόκειται για εταιρεία.».
3. Η παρ. 2 ισχύει για εισαγωγές που λαμβάνουν χώρα μετά την 1η.1.2023..
4. Για τις κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος εκκρεμείς δίκες που αφορούν στο άρθρο 18 του ν. 2121/1993 και έως την έκδοση αμετάκλητης απόφασης, συνεχίζει να ισχύει το άρθρο 18 του ν. 2121/1993, όπως ίσχυε μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος, μη θιγομένης της ισχύος της μεταβατικής διάταξης της παρ. 2 του άρθρου 37 του ν. 4540/2018 (Α’ 91).
To άρθρo 43 του νομοσχεδίου εισάγει, κατ’ αποτέλεσμα, έναν σιωπηρό κανόνα δικαίου, κατά τον οποίο δεν οφείλεται η εύλογη αμοιβή για τεχνικά μέσα, όπως ηλεκτρονικοί υπολογιστές, ταμπλέτες και έξυπνα κινητά τηλέφωνα, τα οποία διατίθενται σε νομικά πρόσωπα για επαγγελματική χρήση. Πρακτικά, με τη διάταξη αυτή, οι δικαιούχοι μας θα απωλέσουν άνω του 60% των εσόδων που εισπράττουν σήμερα από την εύλογη αμοιβή.
Για την πλειονότητα των ΟΣΔ, τα έσοδα από την εύλογη αμοιβή του άρθρου 18 ν. 2121/1993 αποτελούν την κυριότερη πηγή εσόδων και συνεπώς το μεγαλύτερο μέρος των ποσών που διανέμονται στους δικαιούχους.
Η προτεινόμενη διάταξη (άρθρο 43) αντίκειται στο ενωσιακό δίκαιο. Συγκεκριμένα, στις διατάξεις των στ. α’ και β’ της παρ. 2 του άρθρου 5 Οδηγίας 2001/29, όπως έχουν, συναφώς, ερμηνευθεί δεσμευτικά, για τον εθνικό νομοθέτη, με την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την οποία ακολουθούν, ως είναι αυτονόητο, τα εθνικά δικαστήρια, του Αρείου Πάγου συμπεριλαμβανομένου. Ειδικότερα, σύμφωνα με την πάγια αυτή νομολογία, τα τεχνικά μέσα που διατίθενται σε νομικά πρόσωπα για την εξυπηρέτηση επιχειρηματικών αναγκών τεκμαίρεται ότι χρησιμοποιούνται από τους εργαζόμενους – υπαλλήλους των επιχειρήσεων για την πραγματοποίηση αντιγράφων που καλύπτουν ιδιωτικές ανάγκες.
Μόνον στις περιπτώσεις όπου μια επιχείρηση αποδεικνύει ότι δεν πραγματοποιούνται ιδιωτικά αντίγραφα στα τεχνικά μέσα που διαθέτει (π.χ. εκτυπωτές στα ταμεία τραπεζών που εκτυπώνουν μόνον συναλλαγές και δεν είναι συνδεδεμένοι με υπολογιστές που έχουν πρόσβαση στο διαδίκτυο, εκτυπωτές ακτινογραφικών φιλμ, κεντρικοί υπολογιστές για συγκεκριμένες λειτουργίες που δεν περιλαμβάνουν την πρόσβαση ή αποθήκευση έργων κ.λπ.), τα τεχνικά αυτά μέσα απαλλάσσονται από την καταβολή εύλογης αμοιβής. Με την προτεινόμενη διάταξη, σε αντίθεση με την ενωσιακή νομοθεσία και νομολογία, ο εισαγωγέας θα απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής αμοιβής, επικαλούμενος ότι τα τεχνικά μέσα διατίθενται σε επιχειρήσεις και χωρίς να αποδεικνύει ότι στην επιχείρηση που πωλήθηκαν τα μέσα αυτά δεν χρησιμοποιούνται για ιδιωτικές αναπαραγωγές.
Οι τροποποιήσεις του άρθρου 18 ν.2121/1993 που προτείνονται με το άρθρο 43 του ΣχΝ αντίκεινται στην ενωσιακή νομοθεσία και νομολογία, καθώς επίσης στη πάγια εθνική νομολογία και, ως εκ τούτου, πρέπει να αποσυρθούν εν όλω, δεδομένου ότι επιπλέον προκαλούν ανασφάλεια δικαίου και θίγουν τη κοινωνική ηρεμία και γαλήνη, που συνιστά μεταξύ άλλων δικαιοπολιτική παράμετρο του ισχύοντος άρθρο 18 ν.2121/1993 και τις ενσωματωθείσες με αυτό διατάξεις της παρ. 2 στ.(α) και (β) του άρθρου 5 οδηγίας 2001/29 ΕΚ.
Ειδικότερα, αναφορικά με τη παρ. 3 του άρθρου 18 ν.2121/1993, κατά τη πάγια ενωσιακή και εθνική νομολογία, τα τεχνικά μέσα που διατίθενται σε επιχειρήσεις για την εξυπηρέτηση επιχειρηματικών αναγκών τους τεκμαίρεται ότι χρησιμοποιούνται από τους εργαζόμενους – υπαλλήλους των επιχειρήσεων και για την πραγματοποίηση αντιγράφων έργων πνευματικής ιδιοκτησίας που καλύπτουν ιδιωτικές ανάγκες τους. Εφ’όσον η επιχείρηση που έχει αποκτήσει αυτά τα πρόσφορα μέσα προς ιδιωτική αντιγραφή έργων αποδεικνύει ότι δεν πραγματοποιούνται ιδιωτικά αντίγραφα με αυτά τα μέσα, τότε, κατά το ισχύον άρθρο 18 ν.2121/1993, προβλέπεται απαλλαγή της από την καταβολή εύλογης αμοιβής, σύμφωνα με τη διαδικασία που ήδη προβλέπεται. Σε διαφορετική περίπτωση, αν δηλαδή, με την προτεινόμενη διάταξη τροποποίησης της παρ. 3 του άρθρου 18, η επιχείρηση δεν θα υποχρεούται να αποδεικνύει τίποτε, τότε οι δικαιούχοι οργανισμοί, με βάση τη Συνθήκη της Βέρνης, την ενωσιακή και την εθνική νομοθεσία θα δικαιούνται να εισέρχονται σε κάθε επιχείρηση για έλεγχο και διαπίστωση ότι οι εργαζόμενοι-υπάλληλοί της δεν έχουν τη δυνατότητα να προβαίνουν σε αντιγραφές έργων για ιδιωτική τους χρήση. Αυτό θα αιτιολογείται εκ του γεγονότος ότι οι αναπαραγωγές έργων που θα γίνονται με αυτές τις συσκευές δεν θα είναι για ιδιωτική χρήση. Ως εκ τούτου, δεν θα εμπίπτουν στην ισχύουσα μέχρι σήμερα, στην Ελλάδα και στην Ε.Ε., εξαίρεση του άρθρ. 18 ν. 2121/1993 από την υποχρέωση καταβολής αμοιβής αδείας χρήσης των έργων πνευματικής ιδιοκτησίας, εκ μέρους κάθε χρήστη αυτών των τεχνικών μέσων, στους δικαιούχους. Συνεπώς, για να είναι νόμιμες αυτές οι αναπαραγωγές, θα πρέπει το Δημόσιο, οι Ο.Τ.Α., οι Δημόσιες Επιχειρήσεις, και κάθε άλλο νομικό πρόσωπο του Δημοσίου ή/και του ιδιωτικού τομέα (Τράπεζες, Ασφαλιστικές Εταιρίες κ.λπ.), να αδειοδοτηθούν για τη χρήση αυτών των τεχνικών μέσων από τους ΟΣΔ. Δηλαδή, σε ό,τι μεν αφορά τον Δημόσιο Τομέα, με την προτεινόμενη τροπολογία της διάταξης του άρθρου 18, απαλλάσσονται οι εισαγωγείς και εγχώριοι παραγωγοί τεχνικών μέσων πρόσφορων προς αναπαραγωγή έργων πνευματικής ιδιοκτησίας και επιρρίπτεται στον Έλληνα φορολογούμενο, το αντίτιμο της αδείας αναπαραγωγής που θα πρέπει να χορηγηθεί κατά περίπτωση από τους δικαιούχους οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης των δημιουργών και συγγενικών δικαιούχων πνευματικής ιδιοκτησίας
Επίσης, με βάση την ενωσιακή και εθνική νομολογία έχει καταδειχθεί ότι οι ταμπλέτες και τα κινητά τηλέφωνα δεν ανήκουν στην κατηγορία των ηλεκτρονικών υπολογιστών.
Επιπρόσθετα, αναφορικά με την παρ. 4 του άρθρου 18 του ν. 2121/1993, περί του περιεχομένου που πρέπει να έχει η υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986 (Α’ 75) που υποβάλλεται προς τον Οργανισμό Πνευματικής Ιδιοκτησίας (ΟΠΙ), είναι διαπιστωμένο ότι η υφιστάμενη διαδικασία, κατά την ισχύουσα αντίστοιχη παράγραφο 4 του άρθρου 18, ρυθμίζει επαρκώς και αναλυτικά με λεπτομέρειες το περιεχόμενο αυτής της υπεύθυνης δήλωσης επί μακρό χρονικό διάστημα και οποιαδήποτε προσθήκη ή τροποποίησή της θα επιφέρει διατάραξη της διαδικασίας δήλωσης και είσπραξης με δυσανάλογες αρνητικές επιπτώσεις για τους δικαιούχους οργανισμούς και τα μέλη τους, από 01.01.2023 κι εφ’εξής.
Έτι περαιτέρω, αναφορικά με τη μεταβατικότητα ισχύος των ως άνω τροποποιήσεων, η προτεινόμενη διάταξη επιτείνει την αντίθεσή τους έναντι της ενωσιακής νομοθεσίας και νομολογίας, δεδομένου ότι, οι εκκρεμείς δίκες που αφορούν στο άρθρο 18 του ν. 2121/1993 αντιστοιχούν σε συγκεκριμένες χρονικές περιόδους που δεν καλύπτουν σε όλες τις περιπτώσεις με έναρξη τη περίοδο από 20.07.2017, όταν είχε τροποποιηθεί το άρθρο 18 ν.2121/1993, αλλά είναι και μεταγενέστερες. Οπότε, προκύπτει ότι δηλώσεις που έχουν γίνει για προγενέστερο χρονικό διάστημα για τα ως άνω τεχνικά μέσα θα κρίνονται, εφ’όσον αντίστοιχες υποθέσεις αχθούν ενώπιον των δικαστηρίων μετά τη 01.01.2023, με βάση τη νέα νομοθεσία, ενώ εκκρεμείς υποθέσεις που αφορούν μεταγενέστερες χρονικές περιόδους θα κρίνονται με βάση την ισχύουσα παλαιότερη νομοθεσία.
Επισημαίνεται εμφατικά η ευθεία αντίθεση της εν λόγω διάταξης προς το ενωσιακό δίκαιο και ειδικότερα προς τις διατάξεις των στ. α΄ και β΄ του άρθρου 5 παρ. 2 της οδηγίας 2001/29, όπως αυτές έχουν, συναφώς, ερμηνευθεί δεσμευτικά για τον εθνικό νομοθέτη, με την πάγια νομολογία του ΔικΕΕ, την οποία ακολουθούν ως είναι αυτονόητο, τα εθνικά δικαστήρια, συμπεριλαμβανομένου του Αρείου Πάγου. Ειδικότερα σύμφωνα με την πάγια αυτή νομολογία, τα τεχνικά μέσα που διατίθενται σε νομικά
πρόσωπα για την εξυπηρέτηση επιχειρηματικών αναγκών τεκμαίρεται ότι χρησιμοποιούνται από τους εργαζόμενους – υπαλλήλους των επιχειρήσεων για
την πραγματοποίηση αντιγράφων που καλύπτουν ιδιωτικές ανάγκες. Το αμέσως προαναφερόμενο τεκμήριο ανατρέπεται μόνον όταν είναι πρόδηλη η αποκλειστικώς επαγγελματική χρήση των επίμαχων τεχνικών μέσων, ακόμη και από τον τελικό χρήστη των τεχνικών μέσων. Διευκρινίζεται, συναφώς, ότι η απόδειξη κατά του τεκμηρίου συνιστά κύρια απόδειξη, υπό την έννοια ότι θα πρέπει να δημιουργηθεί πλήρης δικανική πεποίθηση στο δικαστήριο περί της αλήθειας των γεγονότων, επί των οποίων βασίζεται.
Πέραν τούτου, σύμφωνα με το εδάφιο β΄ της νέας § 11 του άρθρου 18 Ν. 2121/1993, την αποκλειστικώς επαγγελματική χρήση των επίμαχων τεχνικών μέσων από τον τελικό χρήστη δικαιούται, πλέον, να την επικαλεσθεί μόνον ο ίδιος ο τελικός χρήστης, ο οποίος δικαιούται και να ζητήσει να επιστραφεί η εύλογη αμοιβή σε αυτόν τον ίδιο και όχι στον εισαγωγέα ή κατασκευαστή των τεχνικών μέσων, ο οποίος του την μετακύλησε. Γι’ αυτό, το άρθρο 18 § 4 Ν. 2121/93 επιτάσσει να δηλώνει ο υπόχρεος «την συνολική αξία των τεχνικών μέσων που εισήγαγε, παρήγαγε και διέθεσε χωρίς καμία απόκρυψη», ήτοι «άνευ διακρίσεων», όπως νομολογεί το ΔικΕΕ (ΔικΕΕ C-521/ 2011 [Amazon vs Austro-Mechana], σκ. 37). Η προτεινόμενη διάταξη παραβλέπει ότι εάν ο υπόχρεος καταβολής της εύλογης αμοιβής δεν παρουσιάσει, ως οφείλει εκ του άρθρου 18 § 4, όλα ανεξαιρέτως τα πρόσφορα προς αναπαραγωγή τεχνικά μέσα που παρήγαγε ή που εισήγαγε και διέθεσε στην αγορά και όλα τα σχετικά έσοδά του από αυτά, δεν θα είναι δυνατό να ελεγχθεί δικαστικώς αν οι αποκρυπτόμενες παραγωγές, εισαγωγές και διαθέσεις τεχνικών μέσων υπάγονται ή όχι στο άρθρο 18 και στοιχειοθετούν αξίωση εύλογης αμοιβής των δικαιούχων. Ειδικότερα, παραβλέπεται ότι αν, όπως επιδιώκεται με το α. 43, παρεχόταν στον υπόχρεο καταβολής της εύλογης αμοιβής η εξουσία να κρίνει αυτός ποιες συναλλαγές του θα αποκαλύψει, τότε θα καθίστατο αδύνατος ο δικαστικός έλεγχος της ακρίβειας της υπεύθυνης δήλωσης και θα ματαιωνόταν η δικαστική προστασία των δικαιούχων (Σ 20 § 1, ΕΣΔΑ 6).
‒Η διάταξη αυτή πρέπει να διαγραφεί, διότι αντίκειται στο ενωσιακό δίκαιο. Τροποποιεί το άρθρ. 18 παρ. 4 ν. 2121/1993, ούτως ώστε να απαλλάσσονται οι εισαγωγείς τεχνικών μέσων, πρόσφορων για ιδιωτική αντιγραφή, της υποχρέωσης να δηλώνουν όσα τεχνικά μέσα διατίθενται σε νομικά πρόσωπα.
‒Η προτεινόμενη διάταξη αντίκειται στο ενωσιακό δίκαιο.
Συγκεκριμένα, στις διατάξεις των στ. α’ και β’ της παρ. 2 του άρθρου 5 Οδηγίας 2001/29, όπως έχουν, συναφώς, ερμηνευθεί δεσμευτικά, για τον εθνικό νομοθέτη, με την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την οποία ακολουθούν, ως είναι αυτονόητο, τα εθνικά δικαστήρια, του Αρείου Πάγου συμπεριλαμβανομένου. Ειδικότερα, σύμφωνα με την πάγια αυτή νομολογία, τα τεχνικά μέσα που διατίθενται σε νομικά πρόσωπα για την εξυπηρέτηση επιχειρηματικών αναγκών τεκμαίρεται ότι χρησιμοποιούνται από τους εργαζόμενους – υπαλλήλους των επιχειρήσεων για την πραγματοποίηση αντιγράφων που καλύπτουν ιδιωτικές ανάγκες.
‒Μόνον στις περιπτώσεις όπου μια επιχείρηση αποδεικνύει ότι δεν πραγματοποιούνται ιδιωτικά αντίγραφα στα τεχνικά μέσα που διαθέτει (π.χ. εκτυπωτές στα ταμεία τραπεζών που εκτυπώνουν μόνον συναλλαγές και δεν είναι συνδεδεμένοι με υπολογιστές που έχουν πρόσβαση στο διαδίκτυο, εκτυπωτές ακτινογραφικών φιλμ, κεντρικοί υπολογιστές για συγκεκριμένες λειτουργίες που δεν περιλαμβάνουν την πρόσβαση ή αποθήκευση έργων κ.λπ.), τα τεχνικά αυτά μέσα απαλλάσσονται από την καταβολή εύλογης αμοιβής. Με την προτεινόμενη διάταξη, σε αντίθεση με την ενωσιακή νομοθεσία και νομολογία, η επιχείρηση όχι μόνον δεν θα υποχρεούται να αποδεικνύει τίποτε, αλλά και οι ΟΣΔ δεν θα επιτρέπεται να αποδείξουν το αντίθετο.
Ζητάμε την πλήρη απόσυρση των ρυθμίσεων που περιλαμβάνονται στο άρθρο 43, καθώς υπονομεύουν τις περιουσιακές αξιώσεις των δικαιούχων πνευματικών και συγγενικών δικαιωμάτων και ευθέως αντιβαίνουν τόσο στην ενωσιακή νομοθεσία όσο και στην πάγια νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία ακολουθείται και από τα εθνικά δικαστήρια.
Είναι σαφές πως στην έννοια των ηλεκτρονικών υπολογιστών δεν περιλαμβάνονται τα smartphones και τα tablets, και περαιτέρω δεν είναι δυνατόν να παρακαμφθεί η αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας με τη θέσπιση εξαιρέσεων τεχνικών μέσων «κατά κοινή πείρα» ή επί «παραχρήμα αποδείξεως», ιδίως μάλιστα όταν δρουν εις βάρος των δικαιούχων.
Ζητάμε την άμεση απόσυρση του συνόλου των ρυθμίσεων που προτείνονται στο άρθρο 43. Οι εν λόγω τροποποιήσεις του άρθρου 18 του Ν. 2121/1993 αντίκεινται στο ενωσιακό δίκαιο. Συγκεκριμένα, έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τις διατάξεις των στ. α’ και β’ της παρ. 2 του άρθρου 5 Οδηγίας 2001/29, όπως έχουν, συναφώς, ερμηνευθεί δεσμευτικά, για τον εθνικό νομοθέτη, με την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την οποία ακολουθούν, ως είναι αυτονόητο, τα εθνικά δικαστήρια, του Αρείου Πάγου συμπεριλαμβανομένου.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την πάγια αυτή νομολογία, ενδεικτικά έχει κριθεί ότι:
Α) Οι ταμπλέτες και τα κινητά τηλέφωνα δεν ανήκουν στην κατηγορία των Η/Υ.
Β) Τα τεχνικά μέσα που διατίθενται σε νομικά πρόσωπα για την εξυπηρέτηση επιχειρηματικών αναγκών τεκμαίρεται ότι χρησιμοποιούνται από τους εργαζόμενους – υπαλλήλους των επιχειρήσεων για την πραγματοποίηση αντιγράφων που καλύπτουν ιδιωτικές ανάγκες,
Γ) Όπου μια επιχείρηση, η οποία αποτελεί και τον τελικό αποδέκτη των προϊόντων αυτών, αποδεικνύει ότι δεν πραγματοποιούνται ιδιωτικά αντίγραφα στα τεχνικά μέσα που διαθέτει, τα τεχνικά αυτά μέσα απαλλάσσονται από την καταβολή εύλογης αμοιβής, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται ήδη στο νόμο.
Με την προτεινόμενη διάταξη, σε αντίθεση με την ενωσιακή νομοθεσία και νομολογία, η επιχείρηση, όχι μόνο δεν θα υποχρεούται να αποδεικνύει τίποτα, αλλά και οι ΟΣΔ δεν θα επιτρέπεται να αποδείξουν τ΄ αντίθετο. Εισάγεται, πάλι σε αντίθεση με το ενωσιακό δίκαιο και νομολογία, η δυνατότητα ex ante αφαίρεσης πρόσφορων για ιδιωτική αναπαραγωγή τεχνικών μέσων, βάσει μιας αυθαίρετης και κατά το δοκούν κρίσης των δηλούντων εισαγωγέων, δηλ. «βαπτίζοντάς» τα ως «επαγγελματικά»! Στην ουσία εάν ίσχυαν οι προβλέψεις του άρθρου 43, η εύλογη αμοιβή/δίκαιη αποζημίωση των δικαιούχων του άρθρου 18 θα μειωνόταν άνω του 65% παντελώς αδικαιολόγητα και αυθαίρετα, ανοίγοντας ουσιαστικά τον δρόμο σε καταστρατήγηση ουσιωδών δικαιωμάτων των δικαιούχων.