Μετά από το άρθρο 32 του ν. 2121/1993 (Α’ 25), περί της ποσοστιαίας αμοιβής του δημιουργού, προστίθεται άρθρο 32Α, ως εξής:
«Άρθρο 32Α
Μηχανισμός αναπροσαρμογής συμβάσεων
1. Ελλείψει συμφωνίας, η οποία να προκύπτει από συλλογικές διαπραγματεύσεις σε ισχύ και να προβλέπει έναν μηχανισμό συγκρίσιμο με αυτόν που θεσπίζεται στο παρόν άρθρο, ο δημιουργός, αυτοπροσώπως ή μέσω του εκπροσώπου του, δικαιούται να αξιώνει πρόσθετη, κατάλληλη και δίκαιη αμοιβή από το μέρος με το οποίο έχει συνάψει σύμβαση εκμετάλλευσης ή άδεια εκμετάλλευσης ή σύμβαση μεταβίβασης των περιουσιακών του δικαιωμάτων προς τον σκοπό της εκμετάλλευσης ή από τους διαδόχους του μέρους αυτού, όταν η αμοιβή, η οποία είχε αρχικά συμφωνηθεί, αποδεικνύεται δυσανάλογα χαμηλή σε σύγκριση με όλα τα επακόλουθα σχετικά έσοδα που προέρχονται από την εκμετάλλευση του έργου.
2. Η παρ. 1 δεν εφαρμόζεται σε συμφωνίες που συνάπτονται από οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης και ανεξάρτητες οντότητες διαχείρισης, καθώς και από άλλες οντότητες για τις οποίες εφαρμόζεται το άρθρο 2 του ν. 4481/2017 (Α΄ 100).
3. Οποιαδήποτε παραίτηση ή συμβατικός περιορισμός των δικαιωμάτων του δημιουργού που προβλέπονται στην παρ. 1 είναι άκυρη. Την ακυρότητα μπορεί να επικαλεστεί μόνο ο δημιουργός.».
Όπως έχει εκτεθεί, η διάταξη είναι περιττή. Το ζήτημα αντιμετωπίζεται με το άρθρ. 388 ΑΚ.
Σε περίπτωση που υιοθετηθεί, θα πρέπει στο τέλος της παρ. 1 να προστεθεί νέο εδάφιο που αναπαράγει την ΑιτΣκ. 78 της Οδηγίας ως εξής: «…………… με όλα τα επακόλουθα σχετικά έσοδα που προέρχονται από την εκμετάλλευση του έργου. Η αξιολόγηση της κατάστασης θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις ειδικές συν-θήκες κάθε περίπτωσης, συμπεριλαμβανομένης της συμβολής του δημιουργού ή του ερμηνευτή, καθώς και τις ιδιαιτερότητες και τις πρακτικές αμοιβής των διαφορετικών τομέων περιεχομένου».
Ζητούμε να οριστεί ρητά με τη διάταξη του άρθρου 32α ότι όταν ο δημιουργός εγείρει αξίωση κατά νομίμου διαδόχου του αντισυμβαλλόμενου του, η κρίση περί δυσαναλογίας θα πρέπει να προκύπτει από τη σύγκριση με το σύνολο των εσόδων που σχετίζονται με την οικονομική εκμετάλλευση του έργου από τον ίδιο το νόμιμο διάδοχο.