Αντικείμενο του παρόντος Μέρους είναι η θέσπιση κανόνων σχετικά με: α) την πρόταση και υλοποίηση των δράσεων του Οργανισμού Διαχείρισης και Ανάπτυξης Πολιτιστικών Πόρων (Ο.Δ.Α.Π.) που έχουν ενταχθεί στο Πρόγραμμα «Ελλάδα 2.0» και αφορούν στον εκσυγχρονισμό της εμπορικής του πολιτικής, β) τη διάρθρωση των τμημάτων και των θέσεων προσωπικού του Ο.Δ.Α.Π., γ) τη δικαστική υποστήριξη του Ο.Δ.Α.Π. από λειτουργούς του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ενώπιον των περιφερειακών δικαστηρίων και δ) τη συμπλήρωση των ρυθμίσεων σχετικά με την επίσκεψη και την πραγματοποίηση εκδηλώσεων σε μνημεία, αρχαιολογικούς χώρους, ιστορικούς τόπους και μουσεία. Περαιτέρω, αντικείμενο του παρόντος Μέρους είναι η τροποποίηση διατάξεων του ν. 4761/2020 (A’ 248) που περιέχουν αναφορές σε αδειοδότηση ακριβών αντιγράφων και παραπομπές στον ν. 3028/2002 (Α’ 153), ώστε να είναι συμβατές με τις σχετικές προβλέψεις του Κώδικα νομοθεσίας για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς (ν. 4858/2021, Α’ 220). Επιπλέον, αντικείμενο του παρόντος Μέρους είναι η διευκρίνιση της αληθούς έννοιας της περ. γ) της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4761/2020 και η θέπσιση ρυθμίσεων για την παράταση της θητείας ή της απόσπασης προσωπικού που υπηρετεί στον Ο.Δ.Α.Π., κατ’ εφαρμογή του άρθρου 43 του ν. 4761/2020, περί των μεταβατικών διατάξεων του νόμου αυτού.
Όλο το μέρος Γ του σχεδίου νόμου (άρθρα 49-60) επιφέρει αλλαγές στο Νόμο 4761/2020. Πρόκειται για έναν νόμο που ψηφίστηκε στο τέλος του 2020, με τον οποίο η πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΟΑ διακήρυττε ότι θα φέρει “εκσυγχρονισμό”, “ευελιξία” και “νέα έσοδα” στο πρώην ΤΑΠ νυν ΟΔΑΠ, που είναι Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου. Και μόνο το γεγονός ότι η ίδια πολιτική ηγεσία φέρνει διατάξεις που αλλάζουν σχεδόν το μισό νόμο που τότε ψήφισε και διαφήμισε ως “πανάκεια” για τα έσοδα του ΟΔΑΠ, αποδεικνύει το πόσο ανυπόστατα είναι τα επιχειρήματα των συντακτών του τότε και του νυν σχεδίου νόμου.
Να επισημάνουμε ότι η ίδια πολιτική ηγεσία που με τον Ν. 4861/2020 διαφήμιζε ότι θα λυθεί το θέμα των πωλητηρίων και των αναψυκτηρίων μέσω του “νέου ΟΔΑΠ”, ενώ τώρα έρχεται εκ νέου να ρυθμίσει τα ίδια θέματα, αφού κανένα πρόβλημα δεν κατάφερε να λύσει, είναι η ίδια πολιτική ηγεσία που διαφημίζει τώρα την ανάγκη να γίνουν τα πέντε μεγάλα Μουσεία ΝΠΔΔ για να λυθούν τα ίδια ακριβώς προβλήματα!
Το ότι η πολιτική ηγεσία έρχεται με νέο νομοθέτημα να “διορθώσει” κάποια από τα λάθη αυτά (και μάλιστα επιλεκτικά, και όχι όλα) αποδεικνύουν την “νομοθετική αξιοπιστία” των συντακτών των προηγούμενων νομοθετημάτων και του παρόντος σχεδίου νόμου.
Συμφωνώ απόλυτα με το σχόλιο του Αχιλλέα διότι αφ’ ενός έχει στιβαρή και δομημένη τεκμηρίωση και αφ’ ετέρου οδηγεί σε συγκεκριμένη πρόταση που μπορεί αυτούσια να ενσωματωθεί στο νομοσχέδιο, δίνοντας λύσεις που αυξάνουν την παραγωγή και παραγωγικότητα όχι μόνο της τεχνικής Διεύθυνσης αλλά γενικότερα του ΟΔΑΠ, προωθώντας δραστικά τους σκοπούς του.
Λόγω των ασφυκτικών προθεσμιών που έχουν τεθεί από το Ταμείο Ανάκαμψης αλλά και από όλα τα συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα (ενδεικτικά: ΕΣΠΑ) προτείνεται να προστεθεί στον άρθρο 10 του Ν.4858/2021 το εδάφιο:
«Για την εκτέλεση εργασιών ανέγερσης, κατεδάφισης, προσθήκης, εσωτερικών διαρρυθμίσεων, ανακαίνισης κτιρίων αποκλειστικά για την εξυπηρέτηση και ανάδειξη αρχαιολογικών χώρων από τον ΟΔΑΠ δεν απαιτείται η έκδοση οικοδομικής άδειας. Η έγκριση από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο υπέχει θέση οικοδομικής άδειας.»
Όπως έχει αναφερθεί πολλάκις από την ΕΜΔΥΔΑΣ, οι πολεοδομίες (ΥΔΟΜ) είναι υποστελεχωμένες, πολλές δεν διαθέτουν μηχανικούς:
https://emdydas.gr/images/stories/news/2020/4.3.2022_exodiko_omospondies_apergia_apoxi.pdf
Επιπλέον η πολεοδομική νομοθεσία είναι πολύπλοκη και ιδιαίτερα σε σύνθετα έργα, όπως οι εργασίες σε κτίρια εντός αρχαιολογικών χώρων. Το αποτέλεσμα είναι καθυστερήσεις στην αδειοδότηση των έργων με κίνδυνο την απώλεια εγκεκριμένων κονδυλίων λόγω μη τήρησης των χρονοδιαγραμμάτων που έχουν τεθεί.
Αντιθέτως το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο έχει τεράστια εμπειρία στην έγκριση μελετών έργων που εμπίπτουν σε αυτή την κατηγορία και στελεχώνεται από υψηλού επιπέδου προσωπικό, όπως καθηγητές ΑΕΙ – συμπεριλαμβανόμενων και πολυτεχνικών σχολών, υψηλόβαθμα στελέχη του ΥΠΠΟΑ, νομικούς συμβούλους.