Αρχική Αδειοδότηση ιδιωτικών ραδιοφωνικών σταθμών επίγειας ψηφιακής ευρυεκπομπής ελεύθερης λήψηςΆρθρο 16 – Μετάβαση στην επίγεια ψηφιακή ευρυεκπομπήΣχόλιο του χρήστη Διαδικτυακή κοινότητα για το ραδιόφωνο - radiofono.gr | 11 Δεκεμβρίου 2017, 02:47
Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Η κυβέρνηση, η ΕΕΤΤ και ο τεχνικός σύμβουλος θα πρέπει να εξετάσουν εναλλακτικά συστήματα ψηφιακής εκπομπής πέραν του DAB+, δεδομένων των τεχνικών περιορισμών στην κάλυψη περιοχών, την ποιότητα του ήχου αλλά και του υψηλού κόστους της μετατροπής των εγκαταστάσεων. Ένα εναλλακτικό σύστημα που θα πρέπει να εξεταστεί είναι το DRM. Ένα από τα πιο μελανά στοιχεία της νέας τεχνολογίας είναι ότι απαιτεί την προμήθεια νέων ακριβών ραδιοφωνικών δεκτών από τους ακροατές, με το φτηνότερο ραδιοφωνικό δέκτη να ξεκινάει στα 20€ και τιμές δεκτών μέσης χρήσης που κινούνται στα 150€. Επιπλέον, οι διαστάσεις κατά μέσο όρο είναι αρκετά πιο μεγάλες από αυτές που έχουμε συνηθίσει στο αναλογικό ραδιόφωνο. Εδώ έγκειται και μια από τις δυσκολίες της ψηφιακής μετάβασης, δεδομένου ότι η δημοτικότητα του αναλογικού ραδιοφώνου βασίζεται στην ύπαρξη δεκάδων υπαρχόντων δεκτών στην καθημερινή ζωή του ακροατή: στο κινητό, στο αυτοκίνητο, στο ξυπνητήρι, στο στερεοφωνικό συγκρότημα του σαλονιού, στο φτηνό ραδιοφωνάκι στη δουλειά. Θα περάσουν σίγουρα αρκετά χρόνια μέχρι τα κινητά και τα αυτοκίνητα που έρχονται στην Ελλάδα να αποκτήσουν DAB+ αλλά και μέχρι να αποφασίσουν οι καταναλωτές να βάλουν τα νέα ραδιόφωνα στην καθημερινότητά τους. Τα πράγματα είναι ακόμη πιο κρίσιμα, αν λάβει κανείς υπόψιν ότι οι βασικότεροι ανταγωνιστές, τα πολυμέσα και οι υπηρεσίες ροής μέσω διαδικτύου, γίνονται όλο και πιο προσβάσιμα με ελάχιστο κόστος στις ήδη υπάρχουσες κινητές συσκευές, αλλά και σε μια περίοδο οικονομικής κρίσης και εσωτερικής υποτίμησης, που ο καταναλωτής μετράει και το τελευταίο ευρώ.