1. Η Ε.Ε.Τ.Τ. έχει εξουσία επιβολής των υποχρεώσεων που καθορίζονται στα άρθρα 69 έως 74 και στα άρθρα 76 έως 81.
2. Εφόσον, έπειτα από ανάλυση της αγοράς η οποία πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 67, μία επιχείρηση ορίζεται ως κατέχουσα σημαντική ισχύ στη συγκεκριμένη αγορά, η Ε.Ε.Τ.Τ. επιβάλλει, κατά περίπτωση, οποιαδήποτε από τις υποχρεώσεις οι οποίες αναφέρονται στα άρθρα 69 έως 74 και στα άρθρα 76 και 80. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, η Ε.Ε.Τ.Τ. επιλέγει τον λιγότερο παρεμβατικό τρόπο αντιμετώπισης των προβλημάτων που προσδιορίζονται στην ανάλυση αγοράς.
3. Η Ε.Ε.Τ.Τ. επιβάλλει τις υποχρεώσεις των άρθρων 69 έως 74 και των άρθρων 76 και 80 μόνο σε φορείς εκμετάλλευσης που έχουν οριστεί ως κατέχοντες σημαντική ισχύ στην αγορά σύμφωνα με την παρ. 2, με την επιφύλαξη:
α) των άρθρων 61 και 62,
β) των άρθρων 44 και 17, της υποπερ. 7 της περ. Δ του Παραρτήματος I, όπως εφαρμόζεται βάσει του άρθρου 13 παρ. 1, καθώς και των άρθρων 97 και 106 του παρόντος νόμου και των συναφών διατάξεων του ν. 3471/2006, οι οποίες περιέχουν υποχρεώσεις για επιχειρήσεις εκτός από εκείνες οι οποίες έχουν οριστεί ως κατέχουσες σημαντική ισχύ στην αγορά, ή
γ) της ανάγκης συμμόρφωσης με διεθνείς υποχρεώσεις.
Σε εξαιρετικές περιστάσεις, όταν η Ε.Ε.Τ.Τ. προτίθεται να επιβάλει στις επιχειρήσεις που έχουν οριστεί ως κατέχουσες σημαντική ισχύ στην αγορά υποχρεώσεις σχετικά με την πρόσβαση ή τη διασύνδεση άλλες από τις οριζόμενες στα άρθρα 69 έως 74 και στα άρθρα 76 και 80, υποβάλλει αίτημα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκτελεστική πράξη της οποίας εξουσιοδοτεί ή αποτρέπει την Ε.Ε.Τ.Τ. από το να λάβει τέτοιου είδους μέτρα.
4. Οι υποχρεώσεις που επιβάλλονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο:
α) έχουν ως βάση τη φύση του προβλήματος που εντοπίζεται από την Ε.Ε.Τ.Τ. στην ανάλυση της αγοράς, κατά περίπτωση λαμβανομένης υπόψη της ταυτοποίησης διακρατικής ζήτησης δυνάμει του άρθρου 66,
β) είναι αναλογικές, λαμβανομένων υπόψη, ει δυνατόν, του κόστους και των οφελών,
γ) είναι δικαιολογημένες, υπό το πρίσμα των στόχων που ορίζει το άρθρο 3 και
δ) επιβάλλονται κατόπιν διαβούλευσης σύμφωνα με τα άρθρα 23 και 32.
5. Αναφορικά με την ανάγκη συμμόρφωσης προς τις διεθνείς δεσμεύσεις όπως αναφέρονται στην παρ. 3, η Ε.Ε.Τ.Τ. κοινοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσεις για την επιβολή, τροποποίηση ή άρση υποχρεώσεων σε επιχειρήσεις, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 32.
6. Η Ε.Ε.Τ.Τ. εξετάζει τον αντίκτυπο των νέων εξελίξεων στην αγορά, για παράδειγμα σχετικά με εμπορικές συμφωνίες, συμπεριλαμβανομένων των συμφωνιών συνεπένδυσης, που επηρεάζουν την ανταγωνιστική δυναμική.
Εάν αυτές οι εξελίξεις δεν είναι επαρκώς σημαντικές για να απαιτηθεί νέα ανάλυση της αγοράς σύμφωνα με το άρθρο 67, η Ε.Ε.Τ.Τ. αξιολογεί χωρίς καθυστέρηση κατά πόσον είναι αναγκαίες η επανεξέταση των υποχρεώσεων που επιβάλλονται σε επιχειρήσεις που έχουν οριστεί ως κατέχουσες σημαντική ισχύ στην αγορά και η τροποποίηση τυχόν προηγούμενης απόφασης, μεταξύ άλλων με την άρση υποχρεώσεων ή την επιβολή νέων, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι εν λόγω υποχρεώσεις εξακολουθούν να πληρούν τις προϋποθέσεις της παρ. 4. Οι τροποποιήσεις αυτές επιβάλλονται μόνο κατόπιν διαβουλεύσεων σύμφωνα με τα άρθρα 23 και 32.