1. Σε περίπτωση διαφοράς στο πλαίσιο του παρόντος νόμου μεταξύ επιχείρησης που δραστηριοποιείται στην ελληνική επικράτεια και επιχείρησης που δραστηριοποιείται σε άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε. εφαρμόζονται οι παρ. 2 και 3. Οι εν λόγω διατάξεις δεν εφαρμόζονται σε διαφορές σχετικά με τον συντονισμό ραδιοφάσματος που καλύπτεται από το άρθρο 28.
2. Κάθε μέρος μπορεί να παραπέμψει τη διαφορά στην Ε.Ε.Τ.Τ. ή στην οικεία εθνική ρυθμιστική αρχή της χώρας όπου δραστηριοποιείται η επιχείρηση που δεν δραστηριοποιείται στην ελληνική επικράτεια.
Η Ε.Ε.Τ.Τ. εφόσον επιληφθεί της διαφοράς κατόπιν σχετικού αιτήματος ενός τουλάχιστον των μερών, συντονίζει τις προσπάθειές της με τις αρμόδιες ρυθμιστικές αρχές των άλλων κρατών μελών της Ε.Ε., εάν η διαφορά επηρεάζει το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών και κοινοποιεί τη διαφορά στον BEREC με στόχο τη συνεκτική επίλυση της διαφοράς, σύμφωνα με τους στόχους του άρθρου 3.
3. Η Ε.Ε.Τ.Τ. αναμένει τη γνώμη του BEREC προτού προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια για την επίλυση της διαφοράς. Σε εξαιρετικές περιστάσεις, εφόσον υπάρχει επείγουσα ανάγκη ανάληψης δράσης, προκειμένου να διασφαλιστεί ο ανταγωνισμός ή να προστατευτούν τα συμφέροντα των τελικών χρηστών μπορεί, είτε κατόπιν αιτήματος των μερών είτε με δική της πρωτοβουλία, να λάβει προσωρινά μέτρα.
4. Οποιαδήποτε υποχρέωση επιβάλλει η Ε.Ε.Τ.Τ. σε επιχείρηση στο πλαίσιο της επίλυσης της διαφοράς είναι σύμφωνη με τον παρόντα νόμο, λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη τη γνώμη που εκδίδει ο BEREC, και εγκρίνεται εντός ενός μηνός από την έκδοση της εν λόγω γνώμης.
5. Η διαδικασία της παρ. 2 δεν στερεί από κανένα μέρος τη δυνατότητα να προσφύγει στα αρμόδια δικαστήρια.