1. Επιτρέπεται η είσπραξη ειδικών φόρων, παραβόλων, τελών ενσήμων, χαρτοσήμων, προστίμων και εν γένει η οικονομική εκκαθάριση οφειλών φυσικών ή νομικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων προς φορείς του δημόσιου τομέα, με χρέωση τραπεζικών λογαριασμών ή λογαριασμών πληρωμής που τηρούν οι υπόχρεοι ή με χρέωση καρτών πληρωμής που έχουν εκδοθεί στο όνομά τους.
2. Με την προϋπόθεση της αυθεντικοποίησης του υπόχρεου, η πληρωμή μπορεί να πραγματοποιείται είτε άμεσα από τον ίδιο είτε μέσω των Κέντρων Εξυπηρέτησης Πολιτών (ΚΕΠ) και των Ελληνικών Ταχυδρομείων (ΕΛΤΑ).
3. Για την εκτέλεση πράξης ηλεκτρονικής πληρωμής ο υπόχρεος υποβάλλει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες: α) κωδικό υποχρέωσης που αντιστοιχεί στην οφειλή, β) ποσό καταβολής, γ) ημερομηνία και προθεσμία καταβολής. Η ηλεκτρονική πληρωμή ολοκληρώνεται, όταν στον υπόχρεο κοινοποιηθεί με χρήση ΤΠΕ η επιβεβαίωση της συναλλαγής, η χρέωση του αντίστοιχου λογαριασμού ή της κάρτας που χρησιμοποιείται ως μέσο ηλεκτρονικής καταβολής και ο ακριβής χρόνος που ολοκληρώθηκε η συναλλαγή. Εάν η ηλεκτρονική πληρωμή δεν είναι επιτυχής ή δεν ολοκληρωθεί, ο υπόχρεος ενημερώνεται αυτόματα για την αδυναμία χρήσης της συγκεκριμένης ψηφιακής δημόσιας υπηρεσίας και, εφόσον είναι δυνατόν, για τους λόγους της ανεπιτυχούς συναλλαγής. Η ως άνω ενημέρωση δεν αντικαθιστά την υποχρέωση του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών για πληροφόρηση σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4537/2018 (Α’ 84).
4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ψηφιακής Διακυβέρνησης και του εκάστοτε συναρμόδιου Υπουργού καθορίζονται οι φόροι, τα παράβολα, τα τέλη, τα ένσημα και τα χαρτόσημα που μπορούν να καταβληθούν και εισπραχθούν ηλεκτρονικά, οι αποδιδόμενοι σε κάθε περίπτωση κωδικοί υποχρέωσης, ο τρόπος, οι μέθοδοι, οι διαδικασίες, τα τεχνικά μέτρα και οι όροι ασφαλείας για τις ηλεκτρονικές πληρωμές και κάθε άλλο ειδικότερο θέμα σχετικό με τη διεξαγωγή, ολοκλήρωση και επιβεβαίωση της επιτυχούς ηλεκτρονικής πληρωμής ή την ενημέρωση για τη μη επιτυχή ολοκλήρωση αυτής, καθώς και η μορφή και το περιεχόμενο του αποδεικτικού πληρωμής και η διαδικασία επαλήθευσης του.
•Η διατύπωση της παραγράφου 1 καθιστά δυσλειτουργικές τις πληρωμές με ηλεκτρονικά μέσα (ή και ανεφάρμοστες πρακτικά), δεδομένου ότι απαιτεί ο λογαριασμός ή η κάρτα πληρωμής να είναι στο όνομα του υπόχρεου.
Επισημαίνεται ότι πληρωμή με κάρτα που έχει εκδοθεί στο «όνομα του υπόχρεου» είναι πρακτικά μη εφαρμόσιμη διότι παγκοσμίως το ονοματεπώνυμο του κατόχου της κάρτας δεν διαβιβάζεται από τον εκδότη της κάρτας στο δικαιούχο της πληρωμής (σημ: δεν διαβιβάζεται ούτε από τον πάροχο/card acquirer που μεσολαβεί για την εκτέλεση της συναλλαγής).
Σε ότι αφορά πληρωμές μέσω λογαριασμού επίσης προτείνεται να διαγραφεί η αναφορά σε λογαριασμό που τηρείται στο «όνομα του υπόχρεου». Αντ΄ αυτού να τεθεί ως υποχρεωτικά προαπαιτούμενο, όλοι οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών που τηρούν λογαριασμούς από τους οποίους εκκινούν πληρωμές (δηλαδή πιστωτικά ιδρύματα, ιδρύματα πληρωμών, ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος) να είναι διασυνδεδεμένοι με το «Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών» (Σ.Μ.Τ.Λ. και Λ. Π)» κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 62 του Ν 4170/2013 όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 71 του Ν. 4446/2016 και ισχύει. Με τον τρόπο αυτό θα είναι εφικτή και πληρέστερη η διασταύρωση των στοιχείων του κατόχου του λογαριασμού από την αρμόδια φορολογική ή άλλη αρχή του Δημοσίου για τις συγκεκριμένες πληρωμές. Οπως είναι γνωστό σύμφωνα με τον προαναφερθέντα νόμο όλοι οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών που δραστηριοποιούνται νομίμως στην Ελλάδα και τηρούν λογαριασμούς (πχ πιστωτικά ιδρύματα, ιδρύματα πληρωμών, ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος, συμπεριλαμβανομένων αλλοδαπών ιδρυμάτων που λειτουργούν στην Ελλάδα,με ή χωρίς εγκατάσταση) είναι υποχρεωμένοι να διασυνδέονται με το εν λόγω σύστημα (Σ.Μ.Τ.Λ. και Λ. Π).
Συμπληρωματικά στα όσα προαναφέρθηκαν χρήζει να ληφθεί υπόψιν ότι συχνά οι υποχρεώσεις μελών μιας οικογένειας εξοφλούνται από ένα ή διαφορετικούς λογαριασμούς ή κάρτα. Από τη στιγμή που το άρθρο αναφέρεται σε «υπόχρεο» είναι γνωστός ο επωφελούμενος από μία τέτοια συναλλαγή. Επομένως ελαχιστοποιείται το ενδεχόμενο χρήσης λογαριασμού ή κάρτας τρίτου για πληρωμή δικής του υποχρέωσης, χωρίς την αποδοχή του κατόχου του λογαριασμού ή της κάρτας, διότι σε τέτοια περίπτωση θα είναι άμεσα και σαφώς κατανοητό ποιος είχε το συμφέρον να προβεί σε μη εξουσιοδοτημένη χρήση του μέσου πληρωμής (λογαριασμού ή κάρτας). Επισημαίνεται ότι σε αυτή την αρχή βασίζεται σήμερα η λειτουργία συγκεκριμένων υπηρεσιών πληρωμής αρκετών παρόχων υπηρεσιών πληρωμών, συμπεριλαμβανομένων και συστημικών τραπεζών.
•Ως προς την παράγραφο 2, είναι προφανές ότι θα πρέπει να συμπεριλαμβάνονται και οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών (ήτοι πιστωτικά ιδρύματα, ιδρύματα πληρωμών, ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος) και ως εκ τούτου να τροποποιηθεί η διατύπωση ως εξής: «2. Με την προϋπόθεση της αυθεντικοποίησης του υπόχρεου, η πληρωμή μπορεί να πραγματοποιείται είτε άμεσα από τον ίδιο, είτε μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 1 του Ν 4537/2018, είτε των Κέντρων Εξυπηρέτησης Πολιτών (ΚΕΠ) και των Ελληνικών Ταχυδρομείων (ΕΛΤΑ).
Είμαι 16 χρόνια υπάλληλος ΚΕΠ και υποστηρίζω την εργασία μου εξυπηρετώντας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο καθημερινά τους πολίτες με ανοιχτές πόρτες ακόμα και όταν οι περισσότερες υπηρεσίες λόγω πανδημίας είναι κλειστές. Αναμφίβολα η ηλεκτρονική διακυβέρνηση και διακίνηση εγγράφων θα διευκολύνει τους πολίτες όπως έχει αποδειχθεί με τη διασύνδεσή μας ηλεκτρονικά με πολλές υπηρεσίες του δημοσίου. Ωστόσο, δεν μπορεί ένας υπάλληλος να αντικαταστήσει τους υπαλλήλους όλων των δημόσιων υπηρεσιών στις διοικητικές και όχι μόνο διαδικασίες διότι απλά είναι πολύ δύσκολο έως αδύνατο να τα γνωρίζει κάποιος όλα για όλες τις διαδικασίες. Καθημερινά προστίθενται ή μεταβάλλονται διαδικασίες πριν ακόμη γίνει κατανοητή η πρόσθετη τελευταία. Η ποιοτική εξυπηρέτηση που επιθυμείτε είναι αδύνατον να υπάρξει με αυτόν τον τρόπο. Όσον αφορά το δημόσιο τομέα η έγκριση των διαδικασιών που θα διεκπεραιώνονται μέσω ΚΕΠ πρέπει να φιλτράρεται μέσα από κάποιες βασικές προϋποθέσεις : χρόνο διεκπεραίωσης, πλήθος δικαιολογητικών, target group κ.ά. που πρέπει να συζητηθούν. Όσον αφορά τον ιδιωτικό τομέα ήτοι οργανισμούς και τράπεζες δεν θα έπρεπε καν να συζητείται η διεκπεραίωση οποιασδήποτε διαδικασίας μέσω ΚΕΠ για λόγους προφανείς και λυπάμαι ειλικρινά που το θέτεται προς ψήφιση διότι καταρακώνει τον θεσμό των ΚΕΠ και αποπροσανατολίζει τον πολίτη από τον πραγματικό στόχο της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης. Παρακαλώ για τη διόρθωση/τροποποίηση του άρθρου.
Δεν υπάρχει κανένας ουσιαστικός λόγος για την αυθεντικοποίηση του υπόχρεου πριν από την πληρωμή. Ίσως, και αυτό με επιφύλαξη, μόνο αυτού που διενεργεί την πληρωμή.
Επίσης, το ζήτημα αυτό ρυθμίζεται εν μέρει από τον ΑΝ 1819/1951, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, και τις κατ’ εξουσιοδότηση αυτού αποφάσεις. Είναι μια καλή αφορμή να αντικατασταθεί.
Όταν αυτός που πληρώνει (όχι αναγκαστικά ο υπόχρεος, όπως προανέφερα) υποβάλλει τον κωδικό αριθμό υποχρέωσης της πληρωμής, μεγαλύτερη σημασία έχει να αναφέρει το είδος της συναλλαγής (π.χ. φόρος, παράβολο, πρόστιμο κλπ) και τον δικαιούχο φορέα παρά την προθεσμία της καταβολής. Αν π.χ. η προθεσμία της καταβολής καταχωρηθεί λάθος δεν φαίνεται να επιφέρει καμία συνέπεια ούτε να παράγει κάποιο έννομο αποτέλεσμα εν γένει, εφόσον οι λοιπές πληροφορίες είναι ορθές.
Τέλος, μήπως έχει λόγο και ο Διοικητής της Α.Α.Δ.Ε. στην απόφαση της παρ.4;
Από τη διατύπωση του άρθρου διαφαίνεται ότι οι (ηλεκτρονικές) πληρωμές θα πρέπει να γίνονται από Πιστοποιημένους ΥΠΟΧΡΕΟΥΣ. Τι γίνεται όμως στις περιπτώσεις που π.χ. παιδιά πληρώνουν μέσω του δικού τους e-banking υποχρεώσεις των γονιών τους (από κοινούς ή μη λογαριασμούς) ή εταίροι προσωπικών εταιρειών καταβάλλουν υποχρεώσεις των νομικών προσώπων που συμμετέχουν ή, ακόμα παραπέρα, θα υπάρχει η δυνατότητα πληρωμής οφειλών από «τρίτα» πρόσωπα (φυσικά ή νομικά) που αφορούν έναν Υπόχρεο (βάσει νομικής υποχρέωσης, έναντι συμψηφισμού μεταξύ τους ανταπαιτήσεων, ακόμα και πληρωμή οφειλών ανήλικων τέκνων —π.χ. ΕΝΦΙΑ— από τους κηδεμόνες/γονείς, κ.λπ.);
Εν ολίγοις, έτσι όπως είναι διατυπωμένο το άρθρο αντιλαμβάνομαι ότι ενέχεται ο κίνδυνος ο κάθε υπόχρεος να μπορεί να πληρώνει αποκλειστικά δικές του οφειλές και όχι οποιοδήποτε άλλου.
Εννοείται ότι η Δημόσια Διοίκηση (και δη η ΑΑΔΕ) έχει κάθε δικαίωμα να ελέγχει από ποιο πρόσωπο γίνεται η οποιαδήποτε πληρωμή ώστε να εντοπίζει τυχόν παρεμβατικές συμπεριφορές, άτυπους δανεισμούς (χωρίς την καταβολή χαρτοσήμου κ.λπ.) κ.ο.κ., αλλά μια τέτοια ενέργεια θα δημιουργούσε αφενός μια υπέρμετρη γραφειοκρατία (ανάγκη ανοίγματος λογαριασμών e-banking σε όλους —ακόμα και σε ηλικιωμένους, μη εξοικειωμένους με την τεχνολογία) και αφετέρου ενέχει τον κίνδυνο για το Δημόσιο τής μη πληρωμής οφειλών (αυτών που σήμερα γίνονται από τρίτα πρόσωπα, όπως προαναφέρθηκε). Έτσι κι αλλιώς η πληροφόρηση για τον πραγματικό εντολέα της πληρωμής μπορεί να συνοδεύει την εντολή πληρωμής, ακόμα και αν δεν υπάρχει «πιστοποίηση» του Υπόχρεου οφειλέτη.