Άρθρο 03 – Γενικές αρχές ψηφιακής διακυβέρνησης

  1. Ο σχεδιασμός και η εφαρμογή πολιτικών ψηφιακής διακυβέρνησης διέπεται από τις ακόλουθες αρχές: α) την αρχή της νομιμότητας και ιδίως την τήρηση των διατάξεων για την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, β) την αρχή της διαφάνειας, γ) την αρχή της ισότητας και ιδίως της προσβασιμότητας, δ) την αρχή της χρηστής διοίκησης και ιδίως της αποδοτικότητας και της αρχής «μόνον άπαξ» μέσω της διαλειτουργικότητας, της ακρίβειας και της πληρότητας των ψηφιακών υπηρεσιών, των διαδικασιών και των δεδομένων και ε) την αρχή της ακεραιότητας, ασφάλειας και εμπιστευτικότητας.
  2. Η ψηφιακή διακυβέρνηση οφείλει να προστατεύει τα ατομικά δικαιώματα όπως αυτά προκύπτουν από το Σύνταγμα και την εθνική, ενωσιακή και διεθνή νομοθεσία, ειδικώς ως προς την προστασία των προσωπικών δεδομένων, και να ενισχύει την ασφάλεια δικαίου.
  3. Οι φορείς του δημόσιου τομέα σχεδιάζουν και παρέχουν τις δημόσιες ψηφιακές υπηρεσίες και εφαρμογές, κατά τρόπο ώστε να ενισχύουν την ανάπτυξη των νησιωτικών και ορεινών περιοχών, καθώς και τη δυνατότητα των φυσικών προσώπων και Ν.Π.Ι.Δ. που κατοικούν ή ασκούν δραστηριότητες σε αυτές τις περιοχές να επικοινωνούν και να συναλλάσσονται με τους φορείς του δημόσιου τομέα με χρήση ΤΠΕ.

4.Οι φορείς του δημόσιου τομέα  σχεδιάζουν τις υπηρεσίες ψηφιακής διακυβέρνησης κατά τρόπο, ώστε αυτές να είναι φιλικές προς τον χρήστη, να διασφαλίζουν και να ενισχύουν την ισότητα ως προς την πρόσβαση σε πληροφορίες και υπηρεσίες ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και να λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαίτερες ανάγκες πρόσβασης ορισμένων ομάδων ή ατόμων και ιδίως των ατόμων με αναπηρία.

  1. Οι φορείς που σχεδιάζουν και εφαρμόζουν συστήματα ψηφιακής διακυβέρνησης οφείλουν να μεριμνούν για την ασφάλεια και την πρόσβαση σε αυτά και να μεριμνούν για την ασφάλεια των πληροφοριών, των δεδομένων και των ηλεκτρονικών εγγράφων που παράγουν, καταχωρίζουν, τηρούν, διακινούν ή με οποιονδήποτε τρόπο διαχειρίζονται, καθώς και για την ασφάλεια των ΤΠΕ και των υπηρεσιών που παρέχουν κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων που έχουν ανατεθεί σε αυτούς.
  2. Οι φορείς του δημόσιου τομέα παρέχουν ψηφιακές δημόσιες υπηρεσίες και επικοινωνούν με φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες με σεβασμό στην προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και στην ιδιωτικότητα των φυσικών προσώπων. Υποχρεούνται κατά τον σχεδιασμό, τη διαμόρφωση, προμήθεια και παραγωγική λειτουργία πληροφοριακών συστημάτων και ψηφιακών υπηρεσιών να λαμβάνουν τα κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και να διασφαλίζουν ότι εξ ορισμού υφίστανται επεξεργασία μόνο τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που είναι απαραίτητα για τον εκάστοτε σκοπό της επεξεργασίας.
  3. Όπου ο παρών Κώδικας απαιτεί τη συγκατάθεση του προσώπου για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η σχετική δήλωση μπορεί να δίδεται και με χρήση ΤΠΕ. Ο φορέας του δημόσιου τομέα που είναι υπεύθυνος επεξεργασίας εξασφαλίζει ότι η δήλωση, η οποία καταγράφεται με ασφαλή τρόπο, είναι ανά πάσα στιγμή προσβάσιμη και μπορεί οποτεδήποτε να ανακληθεί χωρίς αναδρομικό αποτέλεσμα. Αν τα φυσικά πρόσωπα επιθυμούν να χρησιμοποιηθούν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν και έχουν γνωστοποιήσει σε φορείς του δημόσιου τομέα για μελλοντικές ηλεκτρονικές συναλλαγές τους με τους φορείς αυτούς, παρέχουν προς τούτο την έγγραφη συγκατάθεσή τους μετά από ενημέρωση για τις ενδεχόμενες μελλοντικές χρήσεις και τους σκοπούς που επιδιώκονται, τους αποδέκτες, καθώς και τα δικαιώματά τους.
  • Προτείνουμε την προσθήκη της εξής παραγράφου στο άρθρο 3:

    To λογισμικό που αναπτύσσεται και χρηματοδοτείται με δημόσιους πόρους θα διατίθεται ως ανοιχτό λογισμικό με την άδεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης https://joinup.ec.europa.eu/sites/default/files/custom-page/attachment/eupl_v1.2_el.pdf και θα αναρτάται στο δημόσιο αποθετήριο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής το https://joinup.ec.europa.eu/. Οι δημόσιοι οργανισμοί χρηματοδοτούνται για την ανάπτυξη πληροφοριακών συστημάτων μέσω φόρων και πρεπει να αξιοποιούνται με τον αποτελεσματικότερο δυνατό τρόπο.

    Αιτιολόγηση:
    Η χρήση ανοιχτού λογισμικού και ανοιχτών προτύπων εξασφαλίζει την ψηφιακή κυριαρχία (https://eit.europa.eu/news-events/news/new-report-european-digital-infrastructure-and-data-sovereignty) της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η εξάρτηση του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα από συγκεκριμένους παρόχους υπηρεσιών τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών (ΤΠΕ) θα πρέπει να εξαλειφθεί. Τέτοιες εξαρτήσεις έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία του «Κλειδώματος σε προμηθευτή (https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9A%CE%BB%CE%B5%CE%AF%CE%B4%CF%89%CE%BC%CE%B1_%CF%83%CE%B5_%CF%80%CF%81%CE%BF%CE%BC%CE%B7%CE%B8%CE%B5%CF%85%CF%84%CE%AE )» το οποίο οδηγεί συχνά σε εξαρτήσεις από προμηθευτές υπηρεσιών ΤΠΕ που υπάγονται στην έννομη τάξη χωρών εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι δημόσιοι οργανισμοί χρηματοδοτούνται για την ανάπτυξη πληροφοριακών συστημάτων μέσω φόρων και πρεπει να αξιοποιούνται με τον αποτελεσματικότερο δυνατό τρόπο.

  • Προτείνουμε την τροποποίηση του άρθρου 3 Γενικές αρχές ψηφιακής διακυβέρνησης παράγραφος 1, με την προσθήκη της αρχής της δημόσιας συμμετοχής ως εξής:

    Ο σχεδιασμός και η εφαρμογή πολιτικών ψηφιακής διακυβέρνησης διέπεται από τις ακόλουθες αρχές: α) την αρχή της νομιμότητας και ιδίως την τήρηση των διατάξεων για την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, β) την αρχή της διαφάνειας, γ) την αρχή της δημόσιας συμμετοχής, δ) την αρχή της ισότητας και ιδίως της προσβασιμότητας, ε) την αρχή της χρηστής διοίκησης και ιδίως της αποδοτικότητας και της αρχής «μόνον άπαξ» μέσω της διαλειτουργικότητας, της ακρίβειας και της πληρότητας των ψηφιακών υπηρεσιών, των διαδικασιών και των δεδομένων και στ) την αρχή της ακεραιότητας, ασφάλειας και εμπιστευτικότητας.

    Αιτιολόγηση:
    Η εισαγωγή της δημόσιας συμμετοχής στις αρχές της ψηφιακής διακυβέρνησης θα βοηθήσει την ελληνική κυβέρνηση μεταξύ άλλων:

    – Στη δημιουργία ενός συμπεριληπτικού μοντέλου διακυβέρνησης
    – Στη καλύτερη κατανόηση των εξελισσόμενων αναγκών των πολιτών
    – Στην αξιοποίηση πληροφοριών, ιδεών και προτάσεων που βρίσκονται εκτός του δημόσιου τομέα
    – Στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της εφαρμοσμένης πολιτικής

    Για την περαιτέρω αιτιολόγηση της εισαγωγής της αρχής της δημόσιας συμμετοχής στις γενικές αρχές της ψηφιακής διακυβέρνησης παραθέτουμε την εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ για την ψηφιακή διακυβέρνηση (https://www.oecd.org/governance/digital-government/toolkit/home/) και συγκεκριμένα τη 2η από τις 12 αρχές της ψηφιακής διακυβέρνησης που αναφέρεται στη δημόσια συμμετοχή (https://www.oecd.org/governance/digital-government/toolkit/12principles/).

  • 17 Ιουλίου 2020, 10:06 | Μιχάλης Κλειδωνάρης

    Οι αρχές της ψηφιακής διακυβέρνησης θα πρέπει να εφαρμόζονται, ρητά, και στις εσωτερικές διαδικασίες της Δημόσιας Διοίκησης, ιδίως στις διαδικασίες οι οποίες αφορούν σε θέματα προσωπικού (π.χ. πρακτικά συλλογικών οργάνων, δικαιώματα και υποχρεώσεις, κλπ).
    Θα πρέπει να είναι σαφές ότι όχι μόνο οι πολίτες κατά τις συναλλαγές τους με το Δημόσιο, αλλά και τα στελέχη του Δημοσίου κατά την άσκηση των καθηκόντων και των δικαιωμάτων τους υπό αυτή την ιδιότητά τους, εμπίπτουν στις διατάξεις του παρόντος, εκτός αν με ειδικότερες διατάξεις, εξαιρούνται από αυτές για συγκεκριμένες διαδικασίες.

  • Στο άρθρο 3 «Γενικές αρχές ψηφιακής διακυβέρνησης», η παρ. 4 να συμπληρωθεί ως ακολούθως:
    «4. Οι φορείς του δημόσιου τομέα σχεδιάζουν τις υπηρεσίες ψηφιακής διακυβέρνησης κατά τρόπο, ώστε αυτές να είναι φιλικές προς τον χρήστη, να διασφαλίζουν και να ενισχύουν την ισότητα ως προς την πρόσβαση σε πληροφορίες και υπηρεσίες ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και να λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαίτερες ανάγκες πρόσβασης ορισμένων ομάδων ή ατόμων και ιδίως των ατόμων με αναπηρία. Η εφαρμογή υπηρεσιών ψηφιακής διακυβέρνησης και η διαμόρφωση και προμήθεια των αντίστοιχων πληροφοριακών και επικοινωνιακών συστημάτων και υπηρεσιών πρέπει να γίνεται με γνώμονα τη διασφάλιση της ηλεκτρονικής προσβασιμότητας σε άτομα με αναπηρίες και τη δυνατότητα αξιοποίησης των σχετικών υπηρεσιών από αυτά».

    Αιτιολόγηση: Με την προτεινόμενη προσθήκη ενσωματώνεται στην εν λόγω παράγραφο και η παράγραφος 8 του άρθρου 4 του ν.3979/2011, η οποία δυστυχώς δεν έχει περιληφθεί στο παρόν Σχέδιο Νόμου.

  • 15 Ιουλίου 2020, 08:34 | Μάκης Παράσχος

    Να ενταχθεί στο Κώδικα, η παρακάτω διάταξη ν. 3200/2003 ΦΕΚ281/Α άρθρ 25 παράγρ 4 (διάταξη ΝΑΙ/ΟΧΙ του πρ. ΓΓ Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Τότη Γεωργιάδη), ως βασική υποχρέωση μεταξύ των Φορέων ανταλλαγής πληροφοριών, που αποτελεί άλλωστε και το προοίμιο της διαλειτουργικότητας :

    « Πιστοποιητικά ή άλλα έγγραφα με τα οποία αποδεικνύονται πραγματικά περιστατικά, στοιχεία ή έννομες σχέσεις και που απαιτούνται για την ικανοποίηση αιτημάτων των πολιτών, αντικαθίστανται με καταφατική ή αρνητική δήλωση που αναζητείται και γίνεται μεταξύ των αρμόδιων υπηρεσιών. Η διαδικασία της αναζήτησης και διαβίβασης της δήλωσης μεταξύ των αρμόδιων υπηρεσιών, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια, ρυθμίζονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Ψηφιακής Διακυβέρνησης και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού. Με όμοια απόφαση καθορίζονται τα πιστοποιητικά ή άλλα έγγραφα που αντικαθίστανται με δήλωση» .

    Η ύπαρξη και διακίνηση έγχαρτων και ηλεκτρονικών Πιστοποιητικών δεν συνάδουν με στόχους ανάπτυξης ηλεκτρονικών υπηρεσιών.
    Η εφαρμογή της παραπάνω διάταξης αποτελεί έμπρακτο σεβασμό στην προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και στην ιδιωτικότητα των φυσικών προσώπων.

  • 10 Ιουλίου 2020, 21:28 | Δρ Γεώργιος Γιαννιτσιώτης

    Αρθρο 3 παρ. 7: Εφ’όσον ο χρήστης των υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης διαθέτει ατομική διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, για να είναι αποτελεσματικές και μη εργοχρονοβόρες οι υπηρεσίες αυτές, πρέπει να τεκμαίρεται η de facto αποδοχή ηλεκτρονικής επικοινωνίας της Διοίκησης με αυτόν (για να μην βιώσουν άλλοι το τραγελαφικό λήψης απάντησης από ανεξάρτητη αρχή μέσω παραδοσιακού «ταχυδρομείου» περασμένων αιώνων όπως συνέβη πρόσφατα με τον «Συνήγορο του Καταναλωτή» παρά το γεγονός ότι ο Πολίτης είχε στείλει μέσω e-mail ψηφιακά υπογεγραμμένη καταγγελία)