Η αναγνώριση της ΒΨΜ ως λειτουργικού και αποτελεσματικού εργαλείου, και μάλιστα σε συνθήκες υψηλών απαιτήσεων και δυσκολιών, δεν πρόκειται να γίνει στο μέλλον. Συντελέστηκε ήδη. Κατά το έτος 2020, οι έκτακτες συνθήκες της χώρας απαίτησαν άμεσες λύσεις. Η αρχιτεκτονική και η μεθοδολογία που περιγράφονται στη ΒΨΜ δοκιμάστηκαν και δοκιμάζονται στην πράξη καθ΄όλο το έτος, ενώ ήδη σημαντικά έργα που βρίσκονταν στον οδικό χάρτη της ΒΨΜ σχεδιάστηκαν και υλοποιήθηκαν σε ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα, μέσα στην πανδημία, ώστε να εξυπηρετηθούν οι ανάγκες των πολιτών και των επιχειρήσεων. Ειδικότερα, κάποια από τα οριζόντια έργα που περιγράφονται υλοποιήθηκαν νωρίτερα, ώστε να αποτελέσουν τη βάση πάνω στην οποία θα οικοδομηθούν τα υπολοιπα έργα προτεραιότητας. Πριν ακόμη φτάσει η ΒΨΜ στη δημόσια διαβούλευση και την ολοκλήρωσή της, οι δομές και οι μέθοδοί της δοκιμάστηκαν σε πραγματικές συνθήκες. Δημιούργησαν ψηφιακά έργα υψηλής ωφέλειας, τα οποία έχουν ήδη, σήμερα, θετικό αντίκτυπο στη ζωή εκατομμυρίων πολιτών και στην αναβάθμιση της αποτελεσματικότητας του κράτους.
Όπως είπαμε και στην αρχή, η Ελλάδα πρέπει να κάνει πολύ γρήγορα πολύ μεγάλα άλματα. Πρέπει να κατορθώσει μέσα στα επόμενα λίγα χρόνια να υλοποιήσει αυτά που δεν έκανε τις τελευταίες δύο δεκαετίες και, παράλληλα, να είναι έτοιμη, με τις απαραίτητες υποδομές, δομές και μεθοδολογίες, για να προχωρήσει και σε κάθε νέο άλμα που θα απαιτήσουν οι τεχνολογικές εξελίξεις.
Είναι πολλά και σημαντικά τα βήματα που πρέπει να γίνουν, ώστε η Ελλάδα να πλησιάσει τον μέσο όρο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως προς τον ψηφιακό μετασχηματισμό της δημόσιας διοίκησης και της οικονομίας της. Αρκετά από τα έργα που αναφέρονται στη Βίβλο Ψηφιακού Μετασχηματισμού έχουν ήδη υλοποιηθεί σε άλλες χώρες. Το να προσεγγίσουμε το επίπεδο εκείνων των χωρών δεν είναι απλά θέμα ευρωπαϊκής συνοχής ή άμιλλας. Είναι ζήτημα επιβίωσης της οικονομίας μας.
Καθώς ο κόσμος εξελίσσεται και αλλάζει, τα κράτη επιτυγχάνουν ή υστερούν ανάλογα με την ικανότητά τους να προσαρμόζονται στις εξελίξεις, να υιοθετούν τις αλλαγές. Κάθε καθυστέρηση δεν σημαίνει μόνο ότι οι εξελίξεις και οι αλλαγές που εκκρεμούν θα συσσωρεύονται, και η απόσταση κάθε χώρας από την αιχμή της προόδου θα μεγαλώνει. Σημαίνει ότι η χώρα θα δυσκολεύεται περισσότερο να παράγει ανταγωνιστικά προϊόντα και υπηρεσίες. Θα δυσκολεύεται περισσότερο να εκπαιδεύει και να καταρτίζει υψηλής ποιότητας ανθρώπινο δυναμικό. Θα δυσκολεύεται περισσότερο να προσελκύσει σημαντικές ξένες επενδύσεις. Κάθε καθυστέρηση προσαρμογής στις νέες εξελίξεις σημαίνει πιο αναιμική ανάπτυξη και λιγότερο ανταγωνιστική οικονομία. Η δική μας χώρα δεν έχει την πολυτέλεια να καθυστερεί άλλο.
Υπάρχουν δύο λόγοι που μας κάνουν να ατενίζουμε το μέλλον με σιγουριά. Ο πρώτος έχει να κάνει με τη χρηματοδότηση. Οι ευρωπαϊκοί πόροι που εξασφάλισε η χώρα μας για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας από το Ταμείο Ανάκαμψης, αλλά και το νέο ΕΣΠΑ, μαζί με τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού και την πληθώρα άλλων δομών χρηματοδότησης έργων σαν αυτών που περιγράφονται στη ΒΨΜ, εγγυώνται ότι στο επόμενο διάστημα θα μπορέσουν να χρηματοδοτηθούν δράσεις και έργα που στο παρελθόν ήταν ανέφικτο να υλοποιηθούν – και μάλιστα ταυτόχρονα.
Ο δεύτερος λόγος είναι η ίδια η ΒΨΜ. Γιατί εκτός από ένα ρεαλιστικό οδικό χάρτη με τα απαραίτητα έργα που πρέπει να γίνουν, τα κρίσιμα συστατικά επιτυχίας έχουν ήδη ενσωματωθεί: Η λειτουργική μεθοδολογία, με την οποία αυτά τα έργα θα σχεδιάζονται, θα υλοποιούνται και θα συντηρούνται στο μέλλον καθώς και η αρχιτεκτονική των πληροφοριακών συστημάτων που εγγυάται την λειτουργικότητα των έργων αυτών.
Γι’ αυτούς τους παραπάνω λόγους, των εξασφαλισμένων και διαθέσιμων χρηματοδοτικών πόρων, της “εμπροσθοβαρούς” αρχιτεκτονικής και των έργων προτεραιότητας, μαζί με την πρότυπη και οξυδερκή μεθοδολογία για τον σχεδιασμό μελλοντικών έργων, η πρόκληση της Ψηφιακής Ελλάδας είναι ένας εφικτός στόχος. Η Βίβλος Ψηφιακού Μετασχηματισμού, με την αυτοπεποίθηση του αναγνωρισμένου “στρατηγικού και επιχειρησιακού όπλου”, αναλαμβάνει να οδηγήσει τη χώρα και το κράτος στην κατάκτηση του ψηφιακού πλεονεκτήματος, για τους πολίτες και για τις επιχειρήσεις.