1. Για τα ακίνητα τα οποία εμπίπτουν στην τοπική αρμοδιότητα του Κτηματολογίου Πρωτευούσης ισχύουν οι διατυπώσεις του άρθρου 5 του ν. 2308/1995 (Α’ 114) και το απόσπασμα των κτηματογραφικών στοιχείων του άρθρου 4 του ν. 1512/1985 (Α΄ 4) αντικαθίσταται με το πιστοποιητικό κτηματογραφούμενου ακινήτου του άρθρου 4.
2. Από την ημερομηνία έναρξης της ανάρτησης των προσωρινών κτηματολογικών στοιχείων, για τα ακίνητα τα οποία εμπίπτουν στην τοπική αρμοδιότητα του Κτηματολογίου Πρωτευούσης, όποιος έχει έννομο συμφέρον υποβάλλει αίτηση διόρθωσης των προσωρινών κτηματολογικών στοιχείων σύμφωνα με το άρθρο 6Α του ν. 2308/1995 ή δήλωση μεταβολής εγγραπτέων δικαιωμάτων σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 2 του ιδίου νόμου ή δήλωση για όλα τα εγγραπτέα δικαιώματα τα οποία δεν έχουν συμπεριληφθεί στα προσωρινά κτηματολογικά στοιχεία της ανάρτησης, και καταβάλλει το προβλεπόμενο στην παρ. 10 του άρθρου 2 του ιδίου νόμου τέλος κτηματογράφησης. Η υποχρέωση καταβολής κάθε άλλου τέλους παύει να ισχύει.
3. Στην υποπαρ. 2.2.3 της παρ. 2 του άρθρου 14 του ν. 4512/2018 (Α΄ 5) τροποποιείται το δεύτερο εδάφιο με την επικαιροποίηση του αρμόδιου Υπουργείου, προστίθεται τρίτο εδάφιο και η υποπαρ. 2.2.3 διαμορφώνεται ως εξής:
«2.2.3. Το Γραφείο Κτηματολογίου των Δήμων Καλλιθέας και Παλαιού Φαλήρου του Νομού Αττικής, που υπήχθη στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής με την παρ. 8 του άρθρου 1 του ν. 4164/2013, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 9 του ν. 4198/2013, από την έναρξη ισχύος του παρόντος ανήκει μαζί με τον εξοπλισμό, τα αρχεία και τις βάσεις δεδομένων του, στον Φορέα και λειτουργεί σε επίπεδο Τμήματος ως αυτοτελές Τμήμα της Διεύθυνσης Κτηματολογίου του Φορέα. Με απόφαση του Υπουργού Ψηφιακής Διακυβέρνησης μπορεί να ρυθμίζεται κάθε θέμα σχετικό με τη μεταφορά στον Φορέα του τεχνικού εξοπλισμού, των αρχείων και των βάσεων δεδομένων του Γραφείου. Με απόφαση του Δ.Σ. του Φορέα, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης, ρυθμίζεται κάθε ζήτημα για τον τρόπο οργάνωσης, τήρησης και ενημέρωσης των αρχείων και των βάσεων δεδομένων του Γραφείου, την έκδοση και χορήγηση των προβλεπόμενων αποσπασμάτων, καθώς και κάθε θέμα τεχνικού ή λεπτομερειακού χαρακτήρα σχετικό με τα ανωτέρω ζητήματα.»
Ι) Το Ιστορικό των απαλλοτριώσεων του 1933 και η μη περάτωση τους από το ελληνικό δημόσιο:
Το έτος 1933, δυνάμει του ν. 5377/32 «Περί απαλλοτριώσεως, εκτιμήσεως της αξίας και πληρωμής των κτημάτων των Μονών του Αγ. Όρους» συντελέστηκαν πλείονες απαλλοτριώσεις εκτάσεων προς αποκατάσταση των ακτημόνων της ευρύτερης περιοχής της Συκιάς Χαλκιδικής. Οι εκτάσεις αυτές αν και τυπικά άνηκαν σε Ιερές Μονές, επί της ουσίας νεμόταν ήδη από τους κατοίκους της περιοχής προς αγροτική τους αποκατάσταση.
Ακολούθως, οι απαλλοτριωθείσες αυτές εκτάσεις παραχωρήθηκαν στο Σύλλογο Ακτημόνων Καλλιεργητών (ΣΑΑΚ) Συκιάς Χαλκιδικής, από το ελληνικό δημόσιο, κατά τα προβλεπόμενα στις διατάξεις του ισχύοντος τότε Αγροτικού Κώδικα, προκειμένου να διανεμηθούν προσωρινά στους ακτήμονες – κληρούχους, μέχρι το ελληνικό δημόσιο να εκδώσει τα σχετικά παραχωρητήρια, με την μεταγραφή των οποίων θα περατωνόταν τυπικά και οι ως άνω απαλλοτριώσεις. Ωστόσο, παρά την δέσμια αρμοδιότητα της Διοικήσεως, ουδέποτε εξεδώθησαν παραχωρητήρια προκειμένου να ολοκληρωθούν τυπικά οι ανωτέρω απαλλοτριώσεις.ΙΙ) Η αδυναμία περάτωσης των απαλλοτριώσεων:
Σε αυτή την κατάσταση συνέτειναν και τα ιστορικά συμφραζόμενα της εποχής (ιδίως ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Εμφύλιος, η άνοδος και πτώση της Δικτατορίας των Συνταγματαρχών, οι μαζικές εκροές Ελλήνων μεταναστών στο εξωτερικό). Καθ´ όλη αυτή τη περίοδο η ευρύτερη περιοχή της Συκιάς Χαλκιδικής παρέμενε αποκομμένη από οποιαδήποτε δημόσια αρχή και υπηρεσία, καθώς ακόμα δεν είχε συντελεστεί η δημιουργία οδικού δικτύου προς τον Πολύγυρο, Πρωτεύουσα του νομού, με αποτέλεσμα να απαιτούνται ταξίδια ημερών για την πρόσβαση σε θεμελιώδεις δημόσιες υπηρεσίες! Ομοίως, βάσει των τοπικών συναλλακτικών ηθών και εθίμων της περιοχής, μεταβιβάσεις και εκποιήσεις εμπραγμάτων δικαιωμάτων λάμβαναν χώρα με άτυπες δικαιοπραξίες, συνήθως δε προφορικά.
Όλα αυτά δημιούργησαν μια ιδιόρρυθμη νομική κατάσταση, κατά την οποία πολλοί αρχικοί κληρούχοι αποξενώθηκαν πλήρως από τα κληροτεμάχια τους διά των παραπάνω ατύπων δικαιοπραξιών. Επιπροσθέτως πολλές από τις εκτάσεις αυτές, λόγω της ραγδαίας τουριστικής ανάπτυξης απώλεσαν τον αρχικό αγροτικό τους χαρακτήρα. Οι δε κάτοικοι με την σειρά τους καλόπιστα πίστευαν ότι είχαν κυριότητα επί των εκτάσεων τους, αγνοώντας ότι οι απαλλοτριώσεις δεν είχαν περατωθεί κατά το τυπικό τους σκέλος. Την πεποίθηση αυτή θεμελίωσε η ίδια η ελληνική πολιτεία, η οποία έμπρακτα αναγνώρισε την κυριότητα των κατοίκων επί των εκτάσεων αυτών, χορηγώντας οικοδομικές και πάσης φύσεως άδειες, εντός των ειρημένων αυτών εκτάσεων, δημιουργώντας την εύλογη πεποίθηση ότι δεν υφίσταται κανένα απολύτως ιδιοκτησιακό ζήτημα.ΙΙΙ) Οι συνέπειες της διαδικασίας Κτηματογράφησης:
Εν συνέχεια, αποφασίστηκε η πιλοτική εφαρμογή του Εθνικού Κτηματολογίου στην συγκεκριμένη περιοχή, με την υπ’ αρ. 71155/4394/11.7.1995 απόφαση του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., όπου κηρύχθηκε υπό κτηματογράφηση η Κοινότητα Συκέας του Νομού Χαλκιδικής (Β΄ 635). Παρά την παράλειψη νόμιμης οφειλόμενης ενέργειας της Διοίκησης να περατώσει οριστικά την απαλλοτρίωση με την έκδοση παραχωρητηρίων, το ελληνικό δημόσιο κατά παράβαση θεμελιωδών αρχών του διοικητικού δικαίου (δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, ασφάλειας δικαίου, καλής πίστης, συνεκτικής δράσης της διοίκησης) προέβαλε καταχρηστικά ενστάσεις επικαλούμενο ιδία κυριότητα, βάσει των ανωτέρω αποφάσεων απαλλοτρίωσης.
Υπό τους περιορισμούς του καθεστώτος κτηματογράφησης, το δικαίωμα κυριότητας των κατοίκων επί των απαλλοτριωθέντων εκτάσεων δεν μπορούσε να αποδειχθεί, καθώς αφενός βασιζόταν σε άτυπες μεταβιβάσεις, χωρίς συμβολαιογραφικό τύπο και χρησικτησία, αφετέρου το ελληνικό δημόσιο ήδη απολάμβανε προνομιακό καθεστώς έναντι της έκτακτης χρησικτησίας, η οποία για να αναγνωριστεί απαιτείται απόδειξη τριακονταετούς νομής έως τις 11.9.1915, (ν. ΔΞΗ/1912 και τα αλλεπάλληλα διατάγματα «περί δικαιοστασίου» που εκδόθηκαν σε εκτέλεση του, σε συνδυασμό με το άρθρο 21 του ν.δ. της 22.4/26.5.1926 «περί διοικητικής αποβολής από των κτημάτων της Αεροπορικής Αμύνης» που επαναλήφθηκε στο άρθρο 4 του α.ν. 1539/1938 «περί προστασίας των δημοσίων κτημάτων»). Όπως δέχεται και η νομολογία του Αρείου Πάγου (ΑΠ), η περιοχή της Χαλκιδικής ως ανήκουσα στις λεγόμενες «νέες χώρες» που απελευθερωθήκαν πολύ αργότερα από τον οθωμανικό ζυγό (1912), εξαιρείται de facto από την εφαρμογή του νόμου αυτού, καθώς εξ ορισμού τα τριάντα (30) έτη συνεχούς νομής δεν μπορούν να συμπληρωθούν (κατά πάγια νομολογία, ενδεικτικά ΑΠ 141/2018).
Με την ανάρτηση των αρχικών κτηματολογικών εγγραφών και την έναρξη λειτουργίας του Κτηματολογίου (ΦΕΚ Β΄ 2052/2008), το ελληνικό δημόσιο (νυν Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων) αναγνωρίστηκε ως κύριος των εκτάσεων αυτών, από τις οποίες ωστόσο παραμένει εν τοις πράγμασι πλήρως αποξενωμένο. Λίαν προσφάτως μάλιστα, παρά την σαφή αρμοδιότητα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων στη διαχείριση των ακινήτων αυτών, επιχειρήθηκε η μεταφορά ορισμένων εκτάσεων στο Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου ΑΕ (ΤΑΙΠΕΔ) από το Υπουργείο Οικονομικών, το οποίο ήτο πλήρως αναρμόδιο.IV) Οι προσπάθειες επίλυσης του ζητήματος στο παρελθόν και οι ανεπάρκειες του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου:
Καθόλο αυτό το διάστημα αναδείχθηκε το βάθος του προβλήματος, με καταστροφικές επιπτώσεις στις συναλλαγές και την τοπική οικονομία. Ο νομοθέτης αναγνωρίζοντας την σημασία του ζητήματος, επιχείρησε να ρυθμίσει το ζήτημα με την παρ. 1 του άρθρου 26 του ν. 2732/1999 (Α΄ 154). Ο συγκεκριμένος νόμος λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες της συγκεκριμένης περιοχής προέβλεπε την διανομή των απαλλοτριωθεισών εκτάσεων, ακόμα και των πλέον μη γεωργικών (λόγω απώλειας του αρχικού αγροτικού της χαρακτήρα), έναντι τιμήματος βάσει κοινής υπουργικής αποφάσεως, η οποία ωστόσο ουδέποτε εκδόθηκε.
Ο νόμος αυτός αντικαταστάθηκε από τον νυν ν. 4061/2012, ο οποίος με την σειρά του επιχείρησε να λύσει το ζήτημα σε δύο βάσεις, η πρώτη αφορά την υπό προϋποθέσεις μη προβολή δικαιωμάτων κυριότητας από το ελληνικό δημόσιο (άρθρο 22) και η έτερη την εξαγορά, εφόσον δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις παραχώρησης (άρθρο 23). Παρά και αυτή την πρωτοβουλία, ο νόμος αυτός σε καμία περίπτωση δεν επιλύει το ζήτημα. Ειδικότερα, μόλις πρόσφατα το άρθρο 23 κρίθηκε αντισυνταγματικό κατόπιν απόφασης της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΟλΣτΕ 709/2020). Επιπρόσθετα, το άρθρο 22 περιλαμβάνει μια σειρά αυστηρών προϋποθέσεων, τις οποίες εκ προοιμίου στερούνται τα ακίνητά μας, καθότι δεν λαμβάνεται καθόλου υπόψη ότι πολλά από τα ακίνητα μας έχουν απωλέσει εδώ και καιρό τον γεωργικό τους χαρακτήρα, ενώ εξακολουθεί να απαιτείται ως προϋπόθεση η αρτιότητα των ακινήτων αυτών, το οποίο είναι παράλογο ενόψει της εκατονταετούς εκκρεμότητας της Διοικήσεως να περατώσει την απαλλοτρίωση. Παράλληλα, η αρμόδια υπηρεσία (Επιτροπή Θεμάτων Γης και Επίλυσης Διαφορών) δεν έχει τα μέσα για να επιλύσει τα παραπάνω ζητήματα, καθώς η σύσταση της σχετικής Επιτροπής για την εξέταση αιτημάτων υπαγωγής στον ανωτέρω νόμο, μπορεί να διαρκέσει έως και τρία (3) χρόνια!
Το θέμα αυτό ετέθη λίαν προσφάτως και ενώπιον του κοινοβουλίου, κατόπιν της υποβληθείσας υπ’ αρ. 3783/05.022020 επίκαιρης ερώτησης. Αντιστοίχως, βάσει της υπ’ αρ. 93/42817/10.04.2020 απάντησης του τότε Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης, αναγνωρίζεται το πρόβλημα, ωστόσο η έμφαση δίνεται στην επίλυση του ζητήματος βάσει του υφιστάμενου πλαισίου και δη των άρθρων 22 και 23. Έκτοτε, το άρθρο 23 έχει επί της ουσίας καταργηθεί, ενώ το άρθρο 22, με την υφιστάμενη μορφή του διογκώνει τα εκτεθέντα προβλήματα, ιδίως ενόψει της επικείμενης οριστικοποίησης των κτηματολογικών εγγραφών (31.12.2021), το οποίο αναμένεται να έχει ολέθριες πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες για την περιοχή. Στα ίδια πορίσματα ομοίως καταλήγουν και οι ίδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων οι οποίες κατά καιρούς, ακόμα και στο πλαίσιο της παραπάνω επίκαιρής ερώτησης, τόνισαν την ανάγκη ειδικής νομοθετικής πρόβλεψης για την περιοχή και την απόκλιση από τους κανόνες αρτιότητας, οι οποίοι λειτουργούν ανασταλτικά σε ένα ζήτημα το οποίο εκτείνεται για σχεδόν εκατό (100) χρόνια.
Για τους παραπάνω λόγους απαιτούμε άμεσα τα εξής:
Α. Την οριστική επίλυση του ως άνω κτηματολογικού ζητήματος και των ιδιοκτησιακών προβλημάτων, επί των ακινήτων πού κατέχουμε για σχεδόν ένα αιώνα και στα οποία βάσει του Εθνικού Κτηματολογίου εμφανίζεται ως φερόμενος ιδιοκτήτης το ελληνικό δημόσιο, καθώς και την απόδοση των απαιτούμενων τίτλων ιδιοκτησίας στους νυν νομείς, κυρίους και κατόχους των εκτάσεων μας.
Β. Την τροποποίηση του ν. 4061/2012, στα άρθρα 22 και 23, ώστε να ληφθούν υπόψη τα πραγματικά δεδομένα που έχουν διαμορφωθεί στην περιοχή μας, δυνάμει της ραγδαίας τουριστικής ανάπτυξης.
Γ. Την άμεση παράταση της προθεσμίας οριστικοποίησης των αρχικών εγγραφών του Εθνικού Κτηματολογίου για την περιοχή μας για αλλά δέκα (10) χρόνια, αίτημα που έχουν υποβάλει πλείστοι τοπικοί φορείς.
Ενόψει της επικείμενης κατάθεσης του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης για το κτηματολόγιο, ευελπιστούμε στην άμεση επίλυση των παραπάνω κρίσιμων χρόνιων προβλημάτων.Συκιά Χαλκιδικής 14 Ιουλίου 2021Μετά Τιμής
Κοινότητα Συκιάς
ΨΗΦΙΣΜΑ ΠΕΡΙ
Διόρθωσης των ανακριβειών των κτηματολογικών εγγραφών και τροποποιήσεως των άρθρων 22 και 23 του ν. 4061/2012 (Α΄ 66) για την επίλυση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των ακινήτων που χορηγηθήκαν από το ελληνικό δημόσιο στους ακτήμονες της ευρύτερης περιοχής της Συκιάς Χαλκιδικής.
__________________________________________________________________________
Ι) Το Ιστορικό των απαλλοτριώσεων του 1933 και η μη περάτωση τους από το ελληνικό δημόσιο:
Το έτος 1933, δυνάμει του ν. 5377/32 «Περί απαλλοτριώσεως, εκτιμήσεως της αξίας και πληρωμής των κτημάτων των Μονών του Αγ. Όρους» συντελέστηκαν πλείονες απαλλοτριώσεις εκτάσεων προς αποκατάσταση των ακτημόνων της ευρύτερης περιοχής της Συκιάς Χαλκιδικής. Οι εκτάσεις αυτές αν και τυπικά άνηκαν σε Ιερές Μονές, επί της ουσίας νεμόταν ήδη από τους κατοίκους της περιοχής προς αγροτική τους αποκατάσταση.
Ακολούθως, οι απαλλοτριωθείσες αυτές εκτάσεις παραχωρήθηκαν στο Σύλλογο Ακτημόνων Καλλιεργητών (ΣΑΑΚ) Συκιάς Χαλκιδικής, από το ελληνικό δημόσιο, κατά τα προβλεπόμενα στις διατάξεις του ισχύοντος τότε Αγροτικού Κώδικα, προκειμένου να διανεμηθούν προσωρινά στους ακτήμονες – κληρούχους, μέχρι το ελληνικό δημόσιο να εκδώσει τα σχετικά παραχωρητήρια, με την μεταγραφή των οποίων θα περατωνόταν τυπικά και οι ως άνω απαλλοτριώσεις. Ωστόσο, παρά την δέσμια αρμοδιότητα της Διοικήσεως, ουδέποτε εξεδώθησαν παραχωρητήρια προκειμένου να ολοκληρωθούν τυπικά οι ανωτέρω απαλλοτριώσεις.
ΙΙ) Η αδυναμία περάτωσης των απαλλοτριώσεων:
Σε αυτή την κατάσταση συνέτειναν και τα ιστορικά συμφραζόμενα της εποχής (ιδίως ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Εμφύλιος, η άνοδος και πτώση της Δικτατορίας των Συνταγματαρχών, οι μαζικές εκροές Ελλήνων μεταναστών στο εξωτερικό). Καθ´ όλη αυτή τη περίοδο η ευρύτερη περιοχή της Συκιάς Χαλκιδικής παρέμενε αποκομμένη από οποιαδήποτε δημόσια αρχή και υπηρεσία, καθώς ακόμα δεν είχε συντελεστεί η δημιουργία οδικού δικτύου προς τον Πολύγυρο, Πρωτεύουσα του νομού, με αποτέλεσμα να απαιτούνται ταξίδια ημερών για την πρόσβαση σε θεμελιώδεις δημόσιες υπηρεσίες! Ομοίως, βάσει των τοπικών συναλλακτικών ηθών και εθίμων της περιοχής, μεταβιβάσεις και εκποιήσεις εμπραγμάτων δικαιωμάτων λάμβαναν χώρα με άτυπες δικαιοπραξίες, συνήθως δε προφορικά.
Όλα αυτά δημιούργησαν μια ιδιόρρυθμη νομική κατάσταση, κατά την οποία πολλοί αρχικοί κληρούχοι αποξενώθηκαν πλήρως από τα κληροτεμάχια τους διά των παραπάνω ατύπων δικαιοπραξιών. Επιπροσθέτως πολλές από τις εκτάσεις αυτές, λόγω της ραγδαίας τουριστικής ανάπτυξης απώλεσαν τον αρχικό αγροτικό τους χαρακτήρα. Οι δε κάτοικοι με την σειρά τους καλόπιστα πίστευαν ότι είχαν κυριότητα επί των εκτάσεων τους, αγνοώντας ότι οι απαλλοτριώσεις δεν είχαν περατωθεί κατά το τυπικό τους σκέλος. Την πεποίθηση αυτή θεμελίωσε η ίδια η ελληνική πολιτεία, η οποία έμπρακτα αναγνώρισε την κυριότητα των κατοίκων επί των εκτάσεων αυτών, χορηγώντας οικοδομικές και πάσης φύσεως άδειες, εντός των ειρημένων αυτών εκτάσεων, δημιουργώντας την εύλογη πεποίθηση ότι δεν υφίσταται κανένα απολύτως ιδιοκτησιακό ζήτημα.
ΙΙΙ) Οι συνέπειες της διαδικασίας Κτηματογράφησης:
Εν συνέχεια, αποφασίστηκε η πιλοτική εφαρμογή του Εθνικού Κτηματολογίου στην συγκεκριμένη περιοχή, με την υπ’ αρ. 71155/4394/11.7.1995 απόφαση του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., όπου κηρύχθηκε υπό κτηματογράφηση η Κοινότητα Συκέας του Νομού Χαλκιδικής (Β΄ 635). Παρά την παράλειψη νόμιμης οφειλόμενης ενέργειας της Διοίκησης να περατώσει οριστικά την απαλλοτρίωση με την έκδοση παραχωρητηρίων, το ελληνικό δημόσιο κατά παράβαση θεμελιωδών αρχών του διοικητικού δικαίου (δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, ασφάλειας δικαίου, καλής πίστης, συνεκτικής δράσης της διοίκησης) προέβαλε καταχρηστικά ενστάσεις επικαλούμενο ιδία κυριότητα, βάσει των ανωτέρω αποφάσεων απαλλοτρίωσης.
Υπό τους περιορισμούς του καθεστώτος κτηματογράφησης, το δικαίωμα κυριότητας των κατοίκων επί των απαλλοτριωθέντων εκτάσεων δεν μπορούσε να αποδειχθεί, καθώς αφενός βασιζόταν σε άτυπες μεταβιβάσεις, χωρίς συμβολαιογραφικό τύπο και χρησικτησία, αφετέρου το ελληνικό δημόσιο ήδη απολάμβανε προνομιακό καθεστώς έναντι της έκτακτης χρησικτησίας, η οποία για να αναγνωριστεί απαιτείται απόδειξη τριακονταετούς νομής έως τις 11.9.1915, (ν. ΔΞΗ/1912 και τα αλλεπάλληλα διατάγματα «περί δικαιοστασίου» που εκδόθηκαν σε εκτέλεση του, σε συνδυασμό με το άρθρο 21 του ν.δ. της 22.4/26.5.1926 «περί διοικητικής αποβολής από των κτημάτων της Αεροπορικής Αμύνης» που επαναλήφθηκε στο άρθρο 4 του α.ν. 1539/1938 «περί προστασίας των δημοσίων κτημάτων»). Όπως δέχεται και η νομολογία του Αρείου Πάγου (ΑΠ), η περιοχή της Χαλκιδικής ως ανήκουσα στις λεγόμενες «νέες χώρες» που απελευθερωθήκαν πολύ αργότερα από τον οθωμανικό ζυγό (1912), εξαιρείται de facto από την εφαρμογή του νόμου αυτού, καθώς εξ ορισμού τα τριάντα (30) έτη συνεχούς νομής δεν μπορούν να συμπληρωθούν (κατά πάγια νομολογία, ενδεικτικά ΑΠ 141/2018).
Με την ανάρτηση των αρχικών κτηματολογικών εγγραφών και την έναρξη λειτουργίας του Κτηματολογίου (ΦΕΚ Β΄ 2052/2008), το ελληνικό δημόσιο (νυν Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων) αναγνωρίστηκε ως κύριος των εκτάσεων αυτών, από τις οποίες ωστόσο παραμένει εν τοις πράγμασι πλήρως αποξενωμένο. Λίαν προσφάτως μάλιστα, παρά την σαφή αρμοδιότητα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων στη διαχείριση των ακινήτων αυτών, επιχειρήθηκε η μεταφορά ορισμένων εκτάσεων στο Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου ΑΕ (ΤΑΙΠΕΔ) από το Υπουργείο Οικονομικών, το οποίο ήτο πλήρως αναρμόδιο.
IV) Οι προσπάθειες επίλυσης του ζητήματος στο παρελθόν και οι ανεπάρκειες του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου:
Καθόλο αυτό το διάστημα αναδείχθηκε το βάθος του προβλήματος, με καταστροφικές επιπτώσεις στις συναλλαγές και την τοπική οικονομία. Ο νομοθέτης αναγνωρίζοντας την σημασία του ζητήματος, επιχείρησε να ρυθμίσει το ζήτημα με την παρ. 1 του άρθρου 26 του ν. 2732/1999 (Α΄ 154). Ο συγκεκριμένος νόμος λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες της συγκεκριμένης περιοχής προέβλεπε την διανομή των απαλλοτριωθεισών εκτάσεων, ακόμα και των πλέον μη γεωργικών (λόγω απώλειας του αρχικού αγροτικού της χαρακτήρα), έναντι τιμήματος βάσει κοινής υπουργικής αποφάσεως, η οποία ωστόσο ουδέποτε εκδόθηκε.
Ο νόμος αυτός αντικαταστάθηκε από τον νυν ν. 4061/2012, ο οποίος με την σειρά του επιχείρησε να λύσει το ζήτημα σε δύο βάσεις, η πρώτη αφορά την υπό προϋποθέσεις μη προβολή δικαιωμάτων κυριότητας από το ελληνικό δημόσιο (άρθρο 22) και η έτερη την εξαγορά, εφόσον δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις παραχώρησης (άρθρο 23). Παρά και αυτή την πρωτοβουλία, ο νόμος αυτός σε καμία περίπτωση δεν επιλύει το ζήτημα. Ειδικότερα, μόλις πρόσφατα το άρθρο 23 κρίθηκε αντισυνταγματικό κατόπιν απόφασης της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΟλΣτΕ 709/2020). Επιπρόσθετα, το άρθρο 22 περιλαμβάνει μια σειρά αυστηρών προϋποθέσεων, τις οποίες εκ προοιμίου στερούνται τα ακίνητά μας, καθότι δεν λαμβάνεται καθόλου υπόψη ότι πολλά από τα ακίνητα μας έχουν απωλέσει εδώ και καιρό τον γεωργικό τους χαρακτήρα, ενώ εξακολουθεί να απαιτείται ως προϋπόθεση η αρτιότητα των ακινήτων αυτών, το οποίο είναι παράλογο ενόψει της εκατονταετούς εκκρεμότητας της Διοικήσεως να περατώσει την απαλλοτρίωση. Παράλληλα, η αρμόδια υπηρεσία (Επιτροπή Θεμάτων Γης και Επίλυσης Διαφορών) δεν έχει τα μέσα για να επιλύσει τα παραπάνω ζητήματα, καθώς η σύσταση της σχετικής Επιτροπής για την εξέταση αιτημάτων υπαγωγής στον ανωτέρω νόμο, μπορεί να διαρκέσει έως και τρία (3) χρόνια!
Το θέμα αυτό ετέθη λίαν προσφάτως και ενώπιον του κοινοβουλίου, κατόπιν της υποβληθείσας υπ’ αρ. 3783/05.022020 επίκαιρης ερώτησης. Αντιστοίχως, βάσει της υπ’ αρ. 93/42817/10.04.2020 απάντησης του τότε Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης, αναγνωρίζεται το πρόβλημα, ωστόσο η έμφαση δίνεται στην επίλυση του ζητήματος βάσει του υφιστάμενου πλαισίου και δη των άρθρων 22 και 23. Έκτοτε, το άρθρο 23 έχει επί της ουσίας καταργηθεί, ενώ το άρθρο 22, με την υφιστάμενη μορφή του διογκώνει τα εκτεθέντα προβλήματα, ιδίως ενόψει της επικείμενης οριστικοποίησης των κτηματολογικών εγγραφών (31.12.2021), το οποίο αναμένεται να έχει ολέθριες πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες για την περιοχή. Στα ίδια πορίσματα ομοίως καταλήγουν και οι ίδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων οι οποίες κατά καιρούς, ακόμα και στο πλαίσιο της παραπάνω επίκαιρής ερώτησης, τόνισαν την ανάγκη ειδικής νομοθετικής πρόβλεψης για την περιοχή και την απόκλιση από τους κανόνες αρτιότητας, οι οποίοι λειτουργούν ανασταλτικά σε ένα ζήτημα το οποίο εκτείνεται για σχεδόν εκατό (100) χρόνια.
Για τους παραπάνω λόγους απαιτούμε άμεσα τα εξής:
Α. Την οριστική επίλυση του ως άνω κτηματολογικού ζητήματος και των ιδιοκτησιακών προβλημάτων, επί των ακινήτων πού κατέχουμε για σχεδόν ένα αιώνα και στα οποία βάσει του Εθνικού Κτηματολογίου εμφανίζεται ως φερόμενος ιδιοκτήτης το ελληνικό δημόσιο, καθώς και την απόδοση των απαιτούμενων τίτλων ιδιοκτησίας στους νυν νομείς, κυρίους και κατόχους των εκτάσεων μας.
Β. Την τροποποίηση του ν. 4061/2012, στα άρθρα 22 και 23, ώστε να ληφθούν υπόψη τα πραγματικά δεδομένα που έχουν διαμορφωθεί στην περιοχή μας, δυνάμει της ραγδαίας τουριστικής ανάπτυξης.
Γ. Την άμεση παράταση της προθεσμίας οριστικοποίησης των αρχικών εγγραφών του Εθνικού Κτηματολογίου για την περιοχή μας για αλλά δέκα (10) χρόνια, αίτημα που έχουν υποβάλει πλείστοι τοπικοί φορείς.
Ενόψει της επικείμενης κατάθεσης του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης για το κτηματολόγιο, ευελπιστούμε στην άμεση επίλυση των παραπάνω κρίσιμων χρόνιων προβλημάτων.
Συκιά Χαλκιδικής 14 Ιουλίου 2021
Μετά Τιμής
Κοινότητα Συκιάς
> Με αφορμή την ιδιαίτερα καλοδεχούμενη ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ —που καμία προηγούμενη Κυβέρνηση δεν…..«τόλμησε» να φέρει, αναλογιζόμενη, ενδεχόμενα, τις μεγάλες, συσσωρευμένες ευθύνες της— για το νέο νομοσχέδιο, του…«προβληματικού», εδώ και χρόνια ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ —με ευθύνη του ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ, της προκατόχου του ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΕ, καθώς και των προηγούμενων συναρμόδιων Πολιτικών Ηγεσιών και……λοιπών συνυπεύθυνων, Αναδόχων κ.α., θα αναφερθούμε παρακάτω σε τέσσερις (Α), (Β), (Γ) και (Δ) ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ/ΑΙΤΗΜΑΤΑ, προτάσεις της συντριπτικής πλειοψηφίας, αν όχι όλων, των αγανακτισμένων…..«θυμάτων» του Κτηματολογίου, με τις ιδιοκτησίες τους σε πολύχρονη διαρκή ΟΜΗΡΕΙΑ!
> ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ, που σύμφωνα με τους τότε αρμόδιους «θα ερχόταν» για να λύσει προβλήματα και όχι αυτό που βιώνουμε σήμερα, δημιουργώντας νέα, περισσότερα και χειρότερα χρόνο-ψυχό-κοστό-βόρα, που αδικούν και τυραννούν το πολύπαθο Τόπο μας και τους Πολίτες του, χάνοντας συγχρόνως εξαιρετικές ευκαιρίες αξιοποίησης των περιουσιών τους, μέσα σε απανωτές Κρίσεις.
> Μέσα στα γνωστά,…..τοις πάσιν, αδιέξοδα, λάθη και αδικίες, αναφέρουμε και τη κατάφορη αδικία, εις βάρος των Πολιτών, που δεν θα έχουν τακτοποιηθεί Κτηματολογικά μέχρι τις 31.12.21, όπότε λήγει η (τελευταία ετήσια?) παράταση των διορθώσεων του Κτηματολογίου στη Μυτιλήνη, Γέρα, Ευεργέτουλα της «ταλαιπωρημένης» Λέσβου, ημερομηνία, που είναι καταληκτική και για τις εμπράγματες δικαιοπραξίες ((οπως π.χ. μεταβιβάσεις, δωρεές εν ζωή, αγοροπωλησίες κλπ) με τις ισχύουσες σήμερα, παλαιές, αντικειμενικές αξίες, αδικούμε οι οι μόνοι που δεν φταίνε, με όλους τους υπεύθυνους στο «απυρόβλητο»!.
> Πρόταση μας (Α), οι εμπράγματες δικαιοπραξίες, που θα λάβουν χώρα από 01.01.22 και μετά και θα αφορούν τις ιδιοκτησίες, που η τακτοποίηση τους κτηματολογικά θα γίνει μετά τις 31.12.21, να «διεκπεραιώνονται» με τις παλαιές αντικειμενικές αξίες, αυτές δηλαδή που ίσχυαν μέχρι 31.12.21, αίτημα εύλογο.
> 4.1. Η συντριπτική πλειοψηφία των εκκρεμών, εδώ και περίπου μιάμιση 10ετία, υποθέσεων, μπορούν να αντιμετωπισθούν ΑΜΕΣΑ, ΕΞΩΔΙΚΑΣΤΙΚΑ και ΑΝΕΞΟΔΑ για τους κατάταλαιπωρημένους ιδιοκτήτες,…« θύματα του Κτηματολογίου», (σύμφωνα και με την άποψη του Προέδρου της ΠΟΜΙΔΑ, κου Στρατού Παραδιά), με τη διαδικασία του ΠΡΟΔΗΛΟΥ και μεταξύ άλλων και στα πλαίσια των δυο προτεινόμενων ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΩΝ, (2) και (5), διαβιβασθεισών ήδη στο κο Πρωθυπουργό και στον Υφυπουργό, κο Γ.Στυλιο, καθώς και με την ενεργή συμμετοχή και συμβολή (σε όλα, όπως π.χ. ελέγχους, ενστάσεις κ.α) των Υποθηκοφυλακείων/Κτηματολογικών Γραφείων(Μεταβατικών) και των Υπηρεσιών του Δημόσιου (όπως π.χ. της Κτηματικής Υπηρεσίας του Δημοσίου για χειμάρρους, παραλία/αιγιαλό κλπ) και του Αυτοδιοικητικού Τομέα, όλων κατάλληλα στελεχωμένων, (ιδιαίτερα με Μηχανικούς, Δικηγόρους κ.α.).
> Πρόταση/αίτημά μας (Β) και της ΠΟΜΙΔΑ, να συμπεριληφθούν άμεσα σην ύπ´όψη, μετ´εμποδίων, συνεχιζόμενη μέχρι σήμερα ΕΠΑΝΑΚΤΗΜΑΤΟΓΡΑΦΗΣΗ, που ξεκίνησε στις 20.05.19 (ΦΕΚ 86/ΤΑΑ/06.05.15), όλες οι ΕΝΟΤΗΤΕΣ των επίμαχων αγροτικών περιοχών Μυτιλήνης, Γέρας, Ευεργέτουλα (της Λέσβου), που αυθαίρετα, άδικα και προκλητικά αποκλείσθηκαν αυτής, προκειμένου να εξετασθεί από την ΕΚΧΑ ΑΕ (ανέξοδα και εξωδικαστικά) το σύνολο των, από το 2011-2012, υποβληθεισών ενστάσεων των ιδιοκτητών, (των οποίων οι ιδιοκτησίες είναι εντός των εν λόγω αγροτικών περιοχών), τόσο για τη διόρθωση των αδικαιολόγητων λαθών της κτηματογράφησης, όσο και για την άρση του αναίτιου χαρακτηρισμού του ΑΓΝΩΣΤΟΥ, όταν στα μέρη μας οι πάντες γνωρίζουν ποιες ιδιοκτησίες ανήκουν σε ποιούς —περιφραγμένες εδώ και 6-7 και πλέον 10ετίες, χωρίς (ποτέ) προβλήματα με τους όμορους ή και τυχόν άλλους— ποιοί τις μισθώνουν, καλλιεργούν, συναλλάσσονται κλπ.
> 5.Τέλος μεταξύ των αιτημάτων μας, δεσπόζουσα θέση κατέχουν οι προτεινόμενες νομοθετικές Τροπολογίες, η (2) και η (5).
> 5.1. Η Τροπολογία (2), ΠΡΟΤΑΣΗ/ΑΙΤΗΜΑ (Γ), που αναφέρεται στα ακίνητα «ΑΓΝΩΣΤΟΥ ΙΔΙΟΚΤΗΤΗ», που «πονά πολύ και αδικεί περισσότερο» ιδιοκτήτες, συναλλασσόμενους με αυτούς και το Τόπο, καθιστώντας τον «φτωχότερο» και όχι μόνο…
> •Η εξωδικαστική, ανέξοδη, νομοθετικά διασφαλισμένη και ταχύτατη διαδικασία αποκατάστασης των ακινήτων «ΑΓΝΩΣΤΟΥ ΙΔΙΟΚΤΗΤΟΥ», θα απαλλάξει, τόσο τους ιδιοκτήτες από λάθη και αδικίες του Κτηματολογίου εις βάρος τους, όσο και από αναίτια, χρόνο-κόστο-ψυχό-βόρο ταλαιπωρία 100/1000δες Πολίτες της Λέσβου και πολλαπλάσιους σε όλη τη Χώρα, «ελαφρύνοντας» και τη Δικαιοσύνη από άσκοπο και υπερβολικό φόρτο εργασιών 10/100δων χιλιάδων υποθέσεων.
> Η Τροπολογία (5), ΠΡΟΤΑΣΗ/ΑΙΤΗΜΑ (Δ), αφορά τους Υποθηκοφύλακες και τα πρόσθετα προβλήματα, που θα προκύψουν με την, ό μη γένοιτο, υποχρεωτική αποχώρηση τους, σύμφωνα με το Ν.4512/18.
>
> Αμφότερες οι προτεινόμενες Νομοθετικές Τροπολογίες, (μαζί με άλλες, συνολικά έξ), καθ´όλα άρτιες, οπως μας διαβεβαίωσαν έγκριτοι Νομικοί, είναι προΐόν επεξεργασίας των Προΐσταμένων των Υποθηκοφυλακείων/Κτηματολογίων από άλλα μέρη της Χώρας, (που επιθυμούν να παραμείνουν στις Υπηρεσίες τους), με επικεφαλής τον πρώην Πρόεδρο της Ένωσης Υποθηκοφυλάκων Ελλάδος, κο Χρήστο Χριστόπουλο, Υποθηκοφύλακα Μαραθώνος. Τροπολογίες σωτηρίες για όλους, το Τόπο την Ανάπτυξη, για τη Δικαιοσύνη και κυρίως για τους «παθόντες/θύματα του Κτηματολογίου».
> Περικλής Π.Αντωνίου,Μέλος ΔΣ του ΞΕΕ και της Επιτροπής Παρακολούθησης του Ε.Π. της Περιφ.Βορ.Αιγαίου, τ.Πρόεδρος Ένωσης Ξενοδόχων Λέσβου, κιν. 697.697.4600