• Σχόλιο του χρήστη 'Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος' | 12 Νοεμβρίου 2013, 18:31
    Το βλέπω Θετικά/Αρνητικά: 0  0

    Δεν αρκεί το κόψιμο του ομφάλιου λώρου εξουσίας – δημοσιογραφίας. Μπορεί με το κλείσιμο της ΕΡΤ και την δημιουργία της ΝΕΡΙΤ ο ομφάλιος λώρος εξουσίας – δημοσιογραφίας να κόπηκε, η κύρια οδός επηρεασμού του δημοσιογραφικού λειτουργήματος να μην υπάρχει, όμως η παρακαμπτήριος είναι εκεί και εν δυνάμει μπορεί να κάνει εξ ίσου αποτελεσματικά αν όχι και καλύτερα την ίδια δουλειά. Η μεταρρύθμιση φαίνεται να κινείται στη λογική Μακλούαν, «το μέσον είναι το μήνυμα» και επομένως μία αλλαγή στο μέσον θα εξασφαλίσει ένα καλύτερο μήνυμα. Όμως, το ερώτημα γεννάται αν αναμορφώνοντας το μέσον θα λυθούν τα προβλήματα της δημόσιας τηλεόρασης και ειδικότερα αυτό της εξάρτησης του προϊόντος της, δηλαδή της ενημέρωσης, από την εξουσία, κάθε εξουσία πολιτική, κομματική, κυβερνητική, κτλ. Πιστεύω ότι η όποια μεταρρυθμιστική προσπάθεια στο χώρο για να έχει αποτελέσματα θα πρέπει να δει το μέσον απλά σαν μέσο διάχυσης της ενημέρωσης και να εστιάσει περισσότερο στην ποιότητα του παραγόμενου προϊόντος μαζί βέβαια με τις αναγκαίες δομικές αλλαγές. Ναι μεν είναι θετικό να κοπεί ο ομφάλιος λώρος που συνδέει παραδοσιακά την κυβερνητική, κομματική και κάθε εξουσία με την δημοσιογραφία, δεν θα πάψουν όμως να υπάρχουν οι παρακαμπτήριες που τις συνδέουν και που έχουν τις ρίζες τους στην νοοτροπία του παρελθόντος που διέπει τους κανόνες λειτουργίας των δημοσιογράφων γενικά, των τηλεοπτικών συντακτών ειδικά και των συντακτών της δημόσιας τηλεόρασης ειδικότερα. Από τη στιγμή που η καθιερωμένη πρακτική είναι ο δημοσιογράφος να καλύπτει το κυβερνητικό ρεπορτάζ, ή αυτό των κομμάτων από φιλική-επικοινωνιακή σκοπιά, μέσα από τους κυβερνητικούς και κομματικούς διαδρόμους, και όχι από την απέναντι όχθη της αμφισβήτησης, τη στιγμή που στην δεοντολογία των συντακτών προέχει η πλουραλιστική κάλυψη στην προβολή των θέσεων των κομμάτων και όχι και η αποκάλυψη εκείνων που τα κόμματα ή η κυβερνήσεις, ή η κάθε εξουσία θέλει να αποκρύψει, διότι, όπως σωστά είχε παρατηρήσει ο Αλμπέρ Καμύ, η κάθε εξουσία έχει κάτι να κρύψει και η δουλειά της δημοσιογραφίας είναι να αποκαλύπτει τα πάντα, ο ομφάλιος λώρος δεν αποκόβεται και η βελτίωση δεν μπορεί να επέλθει στη δημόσια τηλεόραση. Με άλλα λόγια, αν πράγματι η παρούσα κυβέρνηση στόχο είχε την βελτίωση της λειτουργίας της δημόσιας τηλεόρασης και ειδικότερα την αντικειμενική και πλήρη κάλυψη της επικαιρότητας, μέσω του ερευνητικού ρεπορτάζ και της ποιοτικής ενημέρωσης των πολιτών, τότε θα έπρεπε να είχε προσανατολίσει τις προσπάθειες της όχι μόνο στις δομικές αλλαγές, αλλά και στην αλλαγή της γενικότερης νοοτροπίας στον τρόπο λειτουργίας των δημοσιογράφων στα δημόσια ΜΜΕ. Φυσικά στο σημείο αυτό να πούμε ότι ευθύνη έχουν και οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι και τα συνδικαλιστικά τους όργανα, που κύρια περιορίζουν τη δράση τους σε συντεχνιακές διεκδικήσεις, αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα τα ζωτικά για τον κλάδο ζητήματα δεοντολογίας. Αυτό όμως είναι ένα άλλο μεγάλο θέμα που χρήζει ξεχωριστής συζήτησης. Εδώ μας ενδιαφέρει η προσπάθεια της κυβέρνησης και κατά πόσο έχει πιθανότητες να πετύχει κάτι θετικό στη δημόσια τηλεόραση. Θα δεχτώ ότι και οι δομικές αλλαγές μπορούν να συμβάλλουν θετικά στην βελτίωση λειτουργίας και παραγόμενου προϊόντος υπό την έννοια ότι προσδιορίζουν ένα περισσότερο ανεξάρτητο πλαίσιο για την άσκηση του δημοσιογραφικού λειτουργήματος. Όμως, αυτό δεν είναι αρκετό αν δεν συνοδευτεί από εκστρατεία για την αλλαγή νοοτροπίας στη σχέση δημοσιογραφίας και εξουσίας, τομέας στον οποίο θα μπορούσαν να συμβάλλουν και οι δημοσιογραφικές ενώσεις και η ειδικευμένη στην επικοινωνία επιστημονική κοινότητα. Επομένως, θεωρώ την όλη προσπάθεια, αν και κινούμενη προς την σωστή κατεύθυνση, ελλιπή και δεν πιστεύω ότι θα οδηγήσει σε ουσιαστική αναβάθμιση της ενημέρωσης, κάτι που η χώρα γενικά έχει μεγάλη ανάγκη, μιας και είναι αποδεκτό ότι η ποιοτική ενημέρωση αποτελεί προϋπόθεση για την μη ελλιπή ή την καλύτερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Ίσως, αν η σύνθεση της διοίκησης του ανεξάρτητου νέου φορέα απαρτιζότανε περισσότερο από ταγμένους στην κριτική, ερευνητική και ποιοτική ενημέρωση δημοσιογράφους και πανεπιστημιακούς και λιγότερο από διοικητικούς τεχνοκράτες να υπήρχαν ελπίδες και προοπτικές για πραγματική και ουσιαστική αλλαγή στο συγκεκριμένο χώρο. Υπό τις παρούσες συνθήκες δεν βλέπω κάτι τέτοιο ούτε καν να αποτελεί στόχο, πόσο μάλλον να επιτυγχάνεται. Θα πρέπει να προσθέσω ότι ούτε ο τρόπος που η παρούσα κυβέρνηση χειρίστηκε και χειρίζεται το ζήτημα, αλλά ούτε και η γενικότερη αντιμετώπιση της ενημέρωσης, των μίντια και των δημοσιογράφων αποτελούν ένδειξη ότι ζητούμενο είναι η βελτίωση της ενημέρωσης. Ενδεικτική της γενικότερης στάσης της είναι η σιωπηλή κατάργηση της καθημερινής ενημέρωσης των πολιτικών συντακτών από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο. Μία κυβέρνηση που αποφεύγει τον καθημερινό και ίσως βασανιστικό έλεγχο από το σύνολο των πολιτικών συντακτών και επιλέγει τους μονολόγους των κυβερνητικών ανακοινώσεων ή και αποκλειστικών συνεντεύξεων σε τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς κύρια σταθμούς μάλλον δεν διαθέτει τη βούληση και τα εχέγγυα προοδευτικής και ουσιαστικής μεταρρύθμισης στο χώρο της ενημέρωσης. Θα ήταν παράλειψη αν δεν έλεγα και δυο λόγια για το ρόλο της αριστεράς στο θέμα. Με δεδομένη την όχι καλή σχέση των αριστερών κομμάτων με την ελευθερία έκφρασης γενικά και λαμβάνοντας υπόψη τον ασφυκτικό έλεγχο κάτω από τον οποίο λειτουργούν τα υπό την εξουσία τους ΜΜΕ, θα χαρακτήριζα τη στάση της το λιγότερο ως υποκριτική. Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος Δημοσιογράφος