• Υπόμνημα Ένωσης Αποφοίτων Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης επί του Σ/Ν «Επιτελικό Κράτος» Η ελληνική δημόσια διοίκηση έχει χαρακτηρισθεί - όχι άδικα - από τον Καθηγητή Αντώνη Μακρυδημήτρη ως τον “Μεγάλο Ασθενή” της Ελληνικής Πολιτείας. Στην παρούσα χρονική συγκυρία, η αλλαγή στην οργάνωση και λειτουργία του κράτους και η μετάβαση σε ένα επιτελικό κράτος αποτελεί αναγκαιότητα και όχι απλώς επιλογή. Καμία δημόσια πολιτική δεν μπορεί να παράξει τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα, χωρίς την εξασφάλιση της συνέχειας του κράτους. Η Ένωση Αποφοίτων Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης αξιολογεί θετικά το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, καθώς αυτό αποτελεί ένα φιλόδοξο σχέδιο επιτελικής διακυβέρνησης και αλλαγής διοικητικού παραδείγματος, θέση που διαχρονικά και με συνέπεια διατυπώνει σε όλες τις μελέτες της και τις παρεμβάσεις της. Σε αυτό το πλαίσιο θεωρεί η Ένωση Αποφοίτων τέσσερα τα κρίσιμα σημεία στα οποία οφείλει να στραφεί ο νομοθέτης για τη βελτίωση της κατάστασης του «μεγάλου ασθενούς» της ελληνικής κοινωνίας. Ειδικότερα: Πρώτον, στη ρητή και ουσιαστική διασφάλιση της αρχής της αξιοκρατίας στη στελέχωση της διοίκησης από τις κατώτερες έως τις ανώτερες βαθμίδες της ιεραρχίας, περιλαμβανομένων περιπτώσεων όπως αυτή του Υπηρεσιακού Γραμματέα που εισάγει ο νόμος. Στο ίδιο πλαίσιο αποτιμάται θετικά η παραμονή των Γενικών Διευθυντών που κατέλαβαν τις θέσεις τους με αξιοκρατικό τρόπο σύμφωνα με τις προβλέψεις του ν. 4369/16. Αντίστοιχα πρέπει να επιταχυνθούν και να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες επιλογής σήμερα, όπου αυτό είναι εφικτό και έχουν προχωρήσει οι διαδικασίες κατάρτισης των πινάκων υποψηφίων. Δεύτερον, στην ενίσχυση της οργάνωση του κράτους, ούτως ώστε η κεντρική διοίκηση να διαθέτει αποκλειστικά επιτελικό, συντονιστικό και ελεγκτικό ρόλο και αποστολή. Στο παρόν νομοσχέδιο δημιουργείται το Κέντρο Διακυβέρνησης στην Προεδρία της Κυβέρνησης, με καθοριστικό ρόλο στην εφαρμογή και αξιολόγηση της κυβερνητικής πολιτικής. Το επόμενο και πιο θαρραλέο βήμα, είναι η ριζική αναδιάταξη του υπέρμετρου διοικητικού συγκεντρωτισμού στη χώρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας και η μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Τρίτον, στην οργάνωση της διοίκησης με γνώμονα την αρχή της αποτελεσματικότητας, ήτοι την ικανότητα επίτευξης των σκοπών σε κάθε υπηρεσία και οργανισμό, σε κάθε μονάδα και θέση εργασίας. Η διοίκηση με στόχους και αποτελέσματα συνιστά την πεμπτουσία της σύγχρονης οργανωτικής μεθοδολογίας (public management). Έργο της διοίκησης αποτελεί η συνεπής και έγκυρη εφαρμογή των νόμων και των προγραμμάτων δημόσιας πολιτικής, στην κατάρτιση των οποίων έχει συμβάλει κατά τρόπο συμβουλευτικό και τεχνικό. Τέταρτον, αλλά όχι έλασσον, στην ενίσχυση των αρχών καλής νομοθέτησης, στον τρόπο με τον οποίο α) καταρτίζονται οι νόμοι και οι διατάξεις και β) χαράζονται τα προγράμματα και προσδιορίζονται οι σκοποί της δράσης του κράτους, που υστερεί δραματικά ως προς την ανάλυση και την εκτίμηση των συνεπειών τους, τον υπολογισμό του κόστους και των βαρών τα οποία επιφέρουν στην οικονομία και την κοινωνία, αλλά τη διερεύνηση εναλλακτικών λύσεων για τη βελτίωση της κατάστασης των πραγμάτων. Σήμερα 10 χρόνια μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης, με τους νέους ανθρώπους να έχουν μεταναστεύσει ή να μεταναστεύουν στο εξωτερικό, με ανεργία κοντά στο 20% και το κοινωνικό κράτος να έχει συμπιεστεί λόγω του περιορισμού των οικονομικών πόρων, το εγχείρημα της διοικητικής μεταρρύθμισης, στην κατεύθυνση της δημιουργίας ενός κράτους επιτελικού με στρατηγικές λειτουργίες και ικανού να ανταποκριθεί αποτελεσματικά στις σύγχρονες προκλήσεις, πρέπει να συναντήσει τη συναίνεση και να αντιμετωπίσει το «φόβο για την αλλαγή». Γι’ αυτό, εκτός από όραμα και σταθερή πολιτική βούληση, προϋποθέτει την εμπιστοσύνη στους δημοσίους υπαλλήλους με σκοπό την ενίσχυση «της ιδιοκτησίας των μεταρρυθμίσεων» και εντέλει τη λειτουργία τους ως «φορείς αλλαγής». Υπάρχουν οι δυνάμεις που επιθυμούν να προσφέρουν στο δημόσιο σύνολο και να διαμορφώσουν την κουλτούρα και τις συνθήκες πραγματικής αλλαγής ώστε να φύγει η διοίκηση μπροστά ξεπερνώντας τα προβλήματα που την ταλανίζουν εδώ και 7 δεκαετίες. Διοικητικά ιστορικά, άλλωστε, οι παθογένειες είναι γνωστές. Στην έκθεση του Γ. Μαραγκόπουλου (1950), Παρέδρου του ΣτΕ, τονίζεται ανάµεσα σε άλλα, η “σύσταση κέντρου επιτελικής οργάνωσης στο γραφείο του Πρωθυπουργού για τη συνολική εποπτεία, τον προγραμματισμό και την επιτελική στήριξη του γενικού μεταρρυθμιστικού προγράμματος οργάνωσης και στελέχωσης των δηµόσιων υπηρεσιών”. Στο ίδιο μήκος κύµατος κινείται και η έκθεση του συμβούλου του ΟΟΣΑ, G. Langrod (1964), ο οποίος εισηγείται την ενίσχυση του διυπουργικού χαρακτήρα και τη θωράκιση του ανθρώπινου δυναµικού µε τις απαραίτητες επαγγελµατικές γνώσεις, γιατί όπως σηµειώνει χαρακτηριστικά “ο διοικητικός μηχανισµός της χώρας υποφέρει από «κρίση ακαταλληλότητας και λειτουργικής ανεπάρκειας και πρέπει άνευ αναβολής να αποκτήσει τον κατάλληλο διοικητικό εξοπλισµό”. Το 1966, ο F. Wilson, στη δική του έκθεση τονίζει “την ανάγκη συντονισµού της κυβερνητικής δοµής επισημαίνοντας ότι η αναδιοργάνωση πρέπει να ξεκινήσει από το ανώτερο κυβερνητικό επίπεδο και στη συνέχεια να μεταφερθεί από τις κεντρικές υπηρεσίες των Υπουργείων στις αποκεντρωμένες”. Στο πνεύµα αυτό προτείνει τη σύσταση μιας σύγχρονης υπηρεσίας Γραμματείας της Κυβέρνησης για τη διοικητική στήριξη του έργου του Πρωθυπουργού και την παρακολούθηση της εφαρμογής της κυβερνητικής πολιτικής. Επισημαίνει επίσης την αναγκαιότητα και τη σκοπιµότητα της ενεργού συμμετοχής των στελεχών της ανώτερης δηµοσιοϋπαλληλίας στην υπόθεση της διοικητικής μεταρρύθμισης. Η τελευταία μελέτη (1992) αυτής της περιόδου εκπονείται υπό την προεδρία του Μ. ∆εκλερή, αντιπροέδρου του ΣτΕ εκείνη την περίοδο, και είχε ως αντικείμενο «την προετοιμασία της σχεδίασης των γενικών στόχων του προγράμματος διοικητικού εκσυγχρονισµού, την επεξεργασία εξειδικευμένων κατευθύνσεων για τη διαμόρφωση του περιεχομένου του προγράμματος, την αξιολόγηση και ενσωμάτωση στο σχέδιο του προγράμματος των επιµέρους προτάσεων και των πορισμάτων μελετών και εργασιών του προγράμματος διοικητικού εκσυγχρονισµού». Αντίστοιχες αναφορές υπάρχουν και στις εκθέσεις διεθνών οργανισμών που ακολούθησαν μέχρι σήμερα. Αναφορικά με το νομοσχέδιο επισημαίνονται τα σημεία που χρήζουν βελτίωσης: 1. Άρθρο 36 «Υπηρεσιακοί Γραμματείς Υπουργείων» Α) Η παρ. 4 να αντικατασταθεί ως εξής: «Δικαίωμα υποβολής υποψηφιότητας για τις θέσεις των Υπηρεσιακών Γραμματέων έχουν τακτικοί δημόσιοι υπάλληλοι με σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου ή ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου σε φορέα της Γενικής Κυβέρνησης, με τα ακόλουθα ελάχιστα προσόντα: (α) Πτυχίο Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος της ημεδαπής ή ισότιμο αντίστοιχης ειδικότητας σχολών της αλλοδαπής, (β) πολύ καλή γνώση μιας ξένης γλώσσας της Ε.Ε., (γ) τουλάχιστον δωδεκαετή πραγματική προϋπηρεσία στο δημόσιο τομέα ή συναφής προϋπηρεσία στον ιδιωτικό τομέα σύμφωνα με το πδ 69/2016, (δ) τουλάχιστον τριετή προϋπηρεσία σε φορείς της Κεντρικής Δημόσιας Διοίκησης, σε θέση ευθύνης επιπέδου Γενικής Διεύθυνσης ή πενταετή προϋπηρεσία σε θέση ευθύνης επιπέδου Διεύθυνσης ή τετραετή προϋπηρεσία και στα δύο αυτά επίπεδα εκ των οποίων ένα (1) έτος σε θέση ευθύνης επιπέδου Γενικής Διεύθυνσης». Β) Στην παρ. 7 τα μόρια της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης προτείνεται να ανέλθουν στα 300 μόρια. Αιτιολόγηση Τροποποίησης: Να μην δημιουργείται σκόπιμη ταύτιση της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης, εθνικής παραγωγικής σχολής του δημοσίου με τις πλέον απαιτητικές, αδιάβλητες και αξιοκρατικές εισαγωγικές διαδικασίες στον Δημόσιο Τομέα που εκπαιδεύει επιτελικά στελέχη του δημοσίου, με τα μεταπτυχιακά προγράμματα. Γ) Στην ίδια παράγραφο να προστεθεί τόσο στα διδακτορικά όσο και στα μεταπτυχιακά η φράση «συναφές με το αντικείμενο της θέσης εργασίας». Τα διδακτορικά πραγματοποιούνται για ακαδημαϊκούς και ερευνητικούς σκοπούς, που συχνά δεν συνάδουν με την εφαρμοσμένη διοίκηση. Έτι περαιτέρω δεν είναι ορθολογικά και διοικητικά ορθό ένας διδακτορικός τίτλος σε αντικείμενο μη συναφές με τη διοίκηση να γίνεται αποδεκτό ως βέλτιστη πρακτική. Δ) Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 7: “Η σταθμισμένη μοριοδότηση κάθε ομάδας κριτηρίων προκύπτει από τον πολλαπλασιασμό του συνολικού αριθμού μορίων της ομάδας (α) με συντελεστή 20%, της ομάδας (β) με συντελεστή 30% και της ομάδας (γ) με συντελεστή 50% και εξάγεται με προσέγγιση δύο (2) δεκαδικών ψηφίων”. Αντικαθίσταται ως εξής: «Η σταθμισμένη μοριοδότηση κάθε ομάδας κριτηρίων προκύπτει από τον πολλαπλασιασμό του συνολικού αριθμού μορίων της ομάδας (α) με συντελεστή 30%,της ομάδας (β) με συντελεστή 30% και της ομάδας (γ) με συντελεστή 40% και εξάγεται με προσέγγιση δύο (2) δεκαδικών ψηφίων». Αιτιολόγηση πρότασης: Η συγκεκριμένη τροποποίηση πρέπει να γίνει ώστε να μην εκπέμπεται το μήνυμα της υποτίμησης των τυπικών προσόντων, προάγοντας τη συνέντευξη που πάντοτε είθισται να αμφισβητείται από τους αποτυχόντες υποψηφίους. Επιπλέον, τα παραδείγματα των δομημένων συνεντεύξεων δείχνουν ότι η διοίκηση δεν έχει φθάσει ακόμη στο επίπεδο της εκπαίδευσης που έπρεπε για να τις διεξάγει επιτυχώς και χωρίς ίχνος μεροληψίας. 2. Άρθρο 104 «Σύσταση κλάδων» Η παρ. 1 του άρθρου 104: Αντικαθίσταται ως εξής: «Συνίσταται διυπουργικός κλάδος προσωπικού για την υποστήριξη ειδικών λειτουργιών των φορέων της Κεντρικής Διοίκησης, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 18 του παρόντος νόμου, ως εξής: Κλάδος ΠΕ Επιτελικών Στελεχών της Διοίκησης με τις κάτωθι ειδικότητες: (α) ΠΕ Αναλυτών Δημοσίων Πολιτικών, (β) ΠΕ Νομοτεχνών και (γ) ΠΕ Αναλυτών Ψηφιακής Πολιτικής. Οι ειδικότητες του Διυπουργικού Κλάδου δύναται να επικαιροποιούνται και να τροποποιούνται με απόφαση του αρμόδιου για θέματα δημόσιας διοίκησης υπουργού». Αιτιολόγηση Τροποποίησης: Η Τεχνική Βοήθεια της Expertise France και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε ομάδα εργασίας που συμμετέχει η ΕΝΑΠ προτείνει 1 Διυπουργικό Κλάδο Επιτελικών Στελεχών της Διοίκησης, που έχει υιοθετηθεί πλην της Γαλλικής Διοίκησης και σε άλλα προηγμένα διοικητικά μοντέλα. Σε αυτό βασίζεται και η πρόταση για τον εξορθολογισμό των Κλάδων στη Δημόσια Διοίκηση και η αξιοποίηση των Αποφοίτων της ΕΣΔΔΑ. Τα υπόλοιπα μπορούν να μετατραπούν σε ειδικότητες, στις οποίες θα συνδεθεί η εκπαίδευση των σπουδαστών της σχολής, το πρόγραμμα σπουδών, τα μονοπάτια σταδιοδρομίας (career paths) και η στοχευμένη επανεκπαίδευση των νυν αποφοίτων. 3. Άρθρο 105 «Τρόπος και προσόντα διορισμού στους κλάδους» Η παρ. 1 του άρθρου 105: Να αντικατασταθεί ως εξής: «Οι οργανικές θέσεις των κλάδων προσωπικού του προηγούμενου άρθρου καλύπτονται με διορισμό, κατόπιν απόφασης του αρμόδιου για θέματα δημόσιας διοίκησης υπουργού, μετά την αποφοίτηση από εξειδικευμένα τμήματα της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης». Αιτιολόγηση της τροποποίησης: Να μην πληγεί αρχή της ισότητας μεταξύ των Αποφοίτων και των σπουδαστών της Σχολής. Όλα τα τμήματα της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης έχουν εξειδικευμένο – διυπουργικό χαρακτήρα στην εκπαίδευσή τους. Η παρ. 1 του άρθρου 105: Να αντικατασταθεί ως εξής: «Οι θέσεις των ως άνω κλάδων μπορούν να καλύπτονται και με μετάταξη υπηρετούντων υπαλλήλων φορέων της γενικής κυβέρνησης με σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου ή ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, εφόσον είναι κάτοχοι πτυχίου ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης (πανεπιστημιακού ή τεχνολογικού τομέα) της ημεδαπής ή της αλλοδαπής και αναγνωρισμένου μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών ετήσιας τουλάχιστον διάρκειας ή απόφοιτοι της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης, ανεξάρτητα από το φορέα στον οποίο ανήκει η οργανική τους θέση. Προϋπόθεση για τη μετάταξη είναι η προηγούμενη ελάχιστη προϋπηρεσία τεσσάρων ετών μετά τον διορισμό και η επιτυχής παρακολούθηση προγράμματος πιστοποίησης το οποίο οργανώνεται από το Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης. 4. Στις μεταβατικές διατάξεις να προστεθεί η κάτωθι: “Κατά την πρώτη εφαρμογή του νόμου και για την τάχιστη και αποτελεσματική στελέχωση του Διυπουργικού Κλάδου Επιτελικών Υπαλλήλων της Διοίκησης του άρθρου 104 του παρόντος νόμου, οι νυν υπηρετούντες Απόφοιτοι της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης μετατάσσονται μετά από σχετική αίτησή τους και επιτυχή παρακολούθηση προγράμματος πιστοποίησης το οποίο οργανώνεται από το Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης, ανεξαρτήτως του φορέα που ανήκει η οργανική τους θέση. 5. Αρ. 110: Τροποποίηση διατάξεων του ν. 4354/2015 Παρ.2: “Οι μετακλητοί υπάλληλοι της Προεδρίας της Κυβέρνησης, των ιδιαίτερων γραφείων των μελών της Κυβέρνησης, των Υφυπουργών και των Γενικών και Ειδικών Γραμματέων, που καταλαμβάνουν θέσεις μετακλητών, κατατάσσονται, σε μισθολογικά κλιμάκια ως εξής: (α) οι κάτοχοι διδακτορικού τίτλου σπουδών στο Μ.Κ. 17 της κατηγορίας τους, (β) οι απόφοιτοι της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης Αυτοδιοίκησης (Ε.Σ.Δ.Δ.Α.) ή οι κάτοχοι μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών στο Μ.Κ. 15 της κατηγορίας τους...” Αντικαθίσταται ως εξής: “Οι μετακλητοί υπάλληλοι της Προεδρίας της Κυβέρνησης, των ιδιαίτερων γραφείων των μελών της Κυβέρνησης, των Υφυπουργών και των Γενικών και Ειδικών Γραμματέων, που καταλαμβάνουν θέσεις μετακλητών, κατατάσσονται, σε μισθολογικά κλιμάκια ως εξής: (α) οι κάτοχοι διδακτορικού τίτλου σπουδών στο Μ.Κ. 17 της κατηγορίας τους, (β) οι απόφοιτοι της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης Αυτοδιοίκησης (Ε.Σ.Δ.Δ.Α.) στο Μ.Κ. 16 της κατηγορίας τους, (γ) οι κάτοχοι μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών στο Μ.Κ. 15 της κατηγορίας τους”. Αιτιολόγηση: Να υπάρχει ρητή διαφοροποίηση από τα μεταπτυχιακά προγράμματα.