Το τέταρτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 9 του ν. 4339/2015 (Α’ 133) τροποποιείται ως προς το ποσοστό του προσωπικού των συνδεδεμένων επιχειρήσεων και των ανεξάρτητων εταιρειών παραγωγής των αδειούχων παρόχων περιεχομένου, που εργάζεται με βεβαίωση απασχόλησης ανάλογου χρόνου και η παρ. 1 του άρθρου 9 διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Οι αδειούχοι πάροχοι περιεχομένου υποχρεούνται να εξασφαλίζουν ότι διαθέτουν επαρκείς ανθρωπίνους πόρους, ανάλογα με την κατηγορία της εμβέλειας, εθνικής ή περιφερειακής, και το είδος του προγράμματος, ενημερωτικού γενικού περιεχομένου ή μη ενημερωτικού περιεχομένου. Προς τον σκοπό αυτό, για την κάλυψη των αναγκών τους που αφορούν σε θέσεις δημοσιογράφων και των αναγκών τεχνικής και διοικητικής υποστήριξης, υποχρεούνται να διατηρούν συγκεκριμένο ετήσιο μέσο όρο προσωπικού, το οποίο δύναται να απαρτίζεται από: (α) εργαζομένους με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας πλήρους απασχόλησης, (β) προσωπικό συνδεδεμένων με τον αδειούχο πάροχο περιεχομένου επιχειρήσεων με βεβαίωση απασχόλησης ανάλογου χρόνου αποκλειστικά για τις ανάγκες του συγκεκριμένου παρόχου και (γ) προσωπικό ανεξάρτητων εταιρειών παραγωγής στις οποίες ο πάροχος αναθέτει την εκτέλεση συγκεκριμένου έργου με βεβαίωση απασχόλησης ανάλογου χρόνου αποκλειστικά για τις ανάγκες του συγκεκριμένου παρόχου. Για την περ. β), το προσωπικό των συνδεδεμένων επιχειρήσεων δύναται να συνυπολογίζεται και να προσμετράται στο προσωπικό του αδειούχου παρόχου περιεχομένου, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις: βα) Η συνδεδεμένη επιχείρηση έχει ως αντικείμενο δραστηριότητας την παραγωγή περιεχομένου ή παροχής υπηρεσιών προς τον αδειούχο πάροχο περιεχομένου, ββ) Το προσμετρώμενο προσωπικό της συνδεδεμένης επιχείρησης με βεβαίωση απασχόλησης ανάλογου χρόνου ορίζεται ως το γινόμενο του συνόλου των εργαζομένων πλήρους απασχόλησης της συνδεδεμένης επιχείρησης επί το ποσοστό συμμετοχής του αδειούχου παρόχου περιεχομένου σε αυτή. Σε κάθε περίπτωση, το προσμετρώμενο προσωπικό των συνδεδεμένων επιχειρήσεων και των ανεξάρτητων εταιρειών παραγωγής, με βεβαίωση απασχόλησης ανάλογου χρόνου, δεν υπερβαίνει το σαράντα τοις εκατό (40%) του ετήσιου μέσου όρου προσωπικού».