Αρχική Κώδικας ΜετανάστευσηςΜέρος Α’ (άρθρα 1-25)Σχόλιο του χρήστη Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA) | 13 Μαρτίου 2023, 22:15
Μετανάστευσης και Ασύλου Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
ΑΡΘΡΟ 25 1) Κερδοσκοπία: άρθρο 25, παρ. 1 Πραγματικός σκοπός και αναπόσπαστο στοιχείο της υποκειμενικής υπόστασης του αδικήματος της διακίνησης μεταναστών είναι η προσπόριση οικονομικού ή άλλου υλικού κέρδους, σύμφωνα με το Πρωτόκολλο του ΟΗΕ κατά της λαθραίας διακίνησης μεταναστών (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων της ΕΕ για τον ορισμό και την πρόληψη της υποβοήθησης της παράνομης εισόδου, διέλευσης και διαμονής, 2020/C 323/01, 1η Οκτωβρίου 2020, σκ. 2.1), ενώ προβλέπεται και στο αρ. 1, παρ. 1, περ. β΄ της Οδηγίας 2002/90/ΕΚ για την υποβοήθηση της παράνομης εισόδου και διαμονής, αναφορικά με την υποβοήθηση της παράνομης διαμονής. Τόσο ο εν ισχύ Ν 4251/2014 όσο και το αρ. 25, παρ. 1 του Σχεδίου διατηρούν την ευρεία ποινικοποίηση των πράξεων της μεταφοράς από το εξωτερικό στην Ελλάδα, της παραλαβής από σημεία εισόδου, τα εξωτερικά ή εσωτερικά σύνορα με σκοπό την προώθηση στο εσωτερικό της χώρας ή σε άλλο κράτος, της διευκόλυνσης της μεταφοράς ή της εξασφάλισης καταλύματος για απόκρυψη, χωρίς να απαιτείται να ενεργεί ο μεταφορέας από κερδοσκοπία – η τελευταία αποτελεί στοιχείο του διακεκριμένου εγκλήματος της περ. β΄ της διάταξης. Η ως άνω διατύπωση υπερβαίνει τα όρια του Πρωτοκόλλου του ΟΗΕ αλλά και της Οδηγίας για την υποβοήθηση, οδηγεί, δε, στην άδικη επιβολή ποινικών κυρώσεων σε βάρος ανθρώπων οι οποίοι δρουν με πολιτικά ή κοινωνικά κίνητρα και οι οποίοι δεν αποτελούν αντικείμενο των ρυθμίσεων του Πρωτοκόλλου. Για τον λόγο αυτό, η RSA συνιστά να εισαχθεί η «κερδοσκοπία» ως απαραίτητο στοιχείο της υποκειμενικής υπόστασης του αδικήματος του αρ. 25, παρ. 1 σε άπασες τις μορφές του: 1. Πλοίαρχοι ή κυβερνήτες πλοίου, πλωτού μέσου ή αεροπλάνου και οδηγοί κάθε είδους μεταφορικού μέσου που, ενεργώντας από κερδοσκοπία, μεταφέρουν από το εξωτερικό στην Ελλάδα πολίτες τρίτων χωρών, που δεν έχουν δικαίωμα εισόδου στο ελληνικό έδαφος ή στους οποίους έχει απαγορευθεί η είσοδος για οποιαδήποτε αιτία, καθώς και αυτοί που τους παραλαμβάνουν από τα σημεία εισόδου, τα εξωτερικά ή εσωτερικά σύνορα, για να τους προωθήσουν στο εσωτερικό της χώρας ή στο έδαφος άλλου κράτους - μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τρίτης χώρας ή διευκολύνουν τη μεταφορά τους ή εξασφαλίζουν σε αυτούς κατάλυμα για απόκρυψη, τιμωρούνται: 2) Εξαίρεση ανθρωπιστικής βοήθειας: άρθρο 25, παρ. 6 Ο ενωσιακός νομοθέτης του αρ. 1, παρ. 2 της Οδηγίας 2002/90/ΕΚ για την υποβοήθηση της παράνομης εισόδου και διαμονής προβλέπει τη δυνατότητα στα κράτη μέλη να θεσπίζουν «την μη επιβολή κυρώσεων... εφόσον η συμπεριφορά αυτή αποσκοπεί στην παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας στο συγκεκριμένο πρόσωπο». Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διευκρινίζει, σε πρόσφατες κατευθυντήριες γραμμές της, ότι «το άρθρο 1 της οδηγίας για την υποβοήθηση πρέπει να ερμηνεύεται ως εξής: i) η ανθρωπιστική βοήθεια που προβλέπεται από τον νόμο δεν μπορεί και δεν πρέπει να ποινικοποιείται», καλεί, δε, το σύνολο των κρατών μελών να μεταφέρουν πλήρως το αρ. 1, παρ. 2 της Οδηγίας στο εθνικό τους δίκαιο (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων της ΕΕ για τον ορισμό και την πρόληψη της υποβοήθησης της παράνομης εισόδου, διέλευσης και διαμονής, 2020/C 323/01, 1η Οκτωβρίου 2020, σκ. 4 και 5). Το Σχέδιο Νόμου διατηρεί στο αρ. 25 τις τρέχουσες διατάξεις του Ν 4251/2014 για τις ποινικές κυρώσεις σε βαθμό κακουργήματος για τη μεταφορά στην Ελλάδα, την παραλαβή σε σημεία εισόδου, τη διευκόλυνση μεταφοράς ή την εξασφάλιση καταλύματος σε πρόσωπα που δεν έχουν δικαίωμα εισόδου στη χώρα και για τη μεταφορά. Η παρ. 6 της διάταξης διατηρεί την εν ισχύ εξαίρεση από τις ανωτέρω κυρώσεις «στις περιπτώσεις διάσωσης ανθρώπων στη θάλασσα, της μεταφοράς ανθρώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας κατά τις επιταγές του διεθνούς δικαίου, καθώς και στις περιπτώσεις προώθησης στο εσωτερικό της χώρας ή διευκόλυνσης της μεταφοράς, προς τον σκοπό της υπαγωγής στις διαδικασίες του άρθρου 83 του ν. 3386/2005 (Α΄212) ή του άρθρου 42 του ν. 4939/2022 (Α΄ 111) κατόπιν ενημέρωσης των αρμοδίων αστυνομικών και λιμενικών αρχών.» Ωστόσο, η διάταξη έχει αποδειχθεί εξαιρετικά ανεπαρκής εν τοις πράγμασι για την αποφυγή της άδικης ποινικοποίησης ή/και επιβολής άδικων κυρώσεων στους παρέχοντες ανθρωπιστική βοήθεια σε ανθρώπους που φτάνουν στην ελληνική επικράτεια προς αναζήτηση διεθνούς προστασίας, με πληθώρα ποινικών διώξεων στις οποίες ακόμη και οι ίδιοι οι πρόσφυγες αντιμετωπίζονται ως «κοινοί εγκληματίες» με βάση τις διατάξεις περί ευθύνης μεταφορέων, αντιμετωπίζοντας σοβαρές κατηγορίες που συνεπάγονται καταδίκες εκατοντάδων ετών, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ούτε η κατάσταση έκτακτης ανάγκης ή/και οι ιδιαίτερες συνθήκες στις οποίες βρίσκονται και, σε κάθε περίπτωση προβλέπονται από το διεθνές, το ενωσιακό και το εθνικό δίκαιο για την απαλλαγή τους από τα σχετικά αδικήματα και ποινές (Ενδεικτικά, RSA, «Μια ακόμη αθωωτική απόφαση καταδεικνύει τις δραματικές συνέπειες της ποινικοποίησης των προσφύγων που εισέρχονται στο έδαφος της ΕΕ», 3 Ιουνίου 2022, https://bit.ly/3l3c5rW, Στο Νησί, «Καταδίκασαν αγωνιστές της Δημοκρατίας στην Τουρκία ως.... διακινητές!», 12 Απριλίου 2022, https://bit.ly/3mC1Mve). Αυστηρή κριτική κατά της ισχύουσας διάταξης του Ν 4251/2014 έχει προσφάτως ασκηθεί και από τις Ειδικές Διαδικασίες του ΟΗΕ (Ειδική εισηγήτρια του ΟΗΕ για τους υπερασπιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων, «Statement on preliminary observations and recommendations following official visit to Greece», 22 Ιουνίου 2022, https://bit.ly/3LrIO55). Πρώτον, η εξαίρεση στο αρ. 25, παρ. 6 είναι κατά πολύ στενότερη της διάταξης του αρ. 1, παρ. 2 της Οδηγίας για την υποβοήθηση, καθώς αποκλείει τις μορφές ανθρωπιστικής βοήθειας πέραν της «διάσωσης ανθρώπων στη θάλασσα», της «μεταφοράς» και της «προώθησης στο εσωτερικό της χώρας ή διευκόλυνσης της μεταφοράς». Τέτοια βοήθεια δύναται να αποτελεί, ενδεικτικά, η παροχή νερού και τροφή σε νεοαφιχθέντες πρόσφυγες που επιθυμούσαν να καταθέσουν αίτηση διεθνούς προστασίας, για την οποία έχουν ασκηθεί αδίκως σχετικές ποινικές διώξεις (Αυγή, «Χίος / Αθωώθηκε ο πρόσφυγας που έδωσε νερό και τροφή σε συνανθρώπους του», 16 Ιουνίου 2022, https://bit.ly/3FaIofi). Δεύτερον, καθ’ό μέρος εφαρμόζεται αυστηρά στην περίπτωση της «μεταφοράς ανθρώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας κατά τις επιταγές του διεθνούς δικαίου», η διατύπωση της εξαίρεσης οδηγεί σε πιθανή άδικη ποινικοποίηση όσων καλούνται, με βάση περιοριστικές και εσφαλμένες ερμηνείες, να αποδείξουν ότι, κατά τον χρόνο παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας, οι υπερ ών παρέχεται εμπίπτουν στο καθεστώς της διεθνούς προστασίας πριν καν κατατεθεί και εξεταστεί το αίτημα ασύλου τους ενώπιον των Αρμόδιων Αρχών Παραλαβής του αρ. 1, περ. ιζ΄ του Κώδικα Ασύλου. Μία τέτοια ερμηνεία αντίκειται, ωστόσο, στις επιταγές του διεθνούς αλλά και ενωσιακού δικαίου κατά πρόσφατη μάλιστα κρίση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) στην C-821/19 Επιτροπή κατά Ουγγαρίας, εφόσον «δεν είναι δυνατόν να αναμένεται από τα πρόσωπα που παρέχουν συνδρομή στους αιτούντες άσυλο, ανεξαρτήτως της ιδιότητας με την οποία παρεμβαίνουν, να ασκούν παρόμοιο έλεγχο προτού μπορέσουν να βοηθήσουν υπήκοο τρίτης χώρας ή ανιθαγενή να υποβάλει ή να καταθέσει αίτηση ασύλου. Εξάλλου, ενδέχεται να είναι δύσκολο για τους αιτούντες άσυλο να προβάλουν, ήδη από το στάδιο της υποβολής ή της κατάθεσης της αιτήσεώς τους, τα κρίσιμα στοιχεία στα οποία θα μπορούσε να θεμελιωθεί το δικαίωμά τους να υπαχθούν στο καθεστώς του πρόσφυγα.» (ΔΕΕ C-821/19 Επιτροπή κατά Ουγγαρίας, 16 Νοεμβρίου 2021, σκ. 129-130). Επομένως, η ρητή αναφορά στην εξαίρεση υπέρ προσώπων «που χρήζουν διεθνούς προστασίας» πρέπει να συμπληρωθεί και να περιλάβει και πρόσωπα που χρήζουν και άλλων μορφών προστασίας, όπως π.χ. πρόσωπα με προβλήματα υγείας, τραυματίες, ανήλικοι κ.α. Τρίτον, στην ελληνική έννομη τάξη, οι παράτυπα εισερχόμενοι ή διαμένοντες πολίτες τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς υπάγονται ανεξαιρέτως σε διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης και μεταφέρονται αμελλητί στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΚΥΤ) και τις Κλειστές Ελεγχόμενες Δομές (ΚΕΔ) της επικράτειας με μέριμνα των αστυνομικών και λιμενικών αρχών, κατά τα αρ. 38 επ. του Κώδικα Ασύλου – και όχι πλέον το αρ. 83 Ν 3386/2005 (ΦΕΚ Α΄ 212/23.08.2005). Επισημαίνεται, δε, ρητώς από την Ελληνική Αστυνομία ότι «το σύνολο -σχεδόν- των εισερχομένων αλλοδαπών στη χώρα μας κατά τη διαδικασία της υποδοχής και ταυτοποίησης υποβάλλει αίτηση χορήγησης ασύλου» (Αρχηγείο Ελληνικής Αστυνομίας, Απάντηση σε κοινοβουλευτική ερώτηση, 7017/4/25899-γ΄, 16 Μαρτίου 2022, https://bit.ly/3LilM02), καταλείποντας ελάχιστο περιθώριο αμφιβολίας ως προς τη βούληση των εισερχομένων να καταθέσουν αίτηση διεθνούς προστασίας ενώπιον των Αρμόδιων Αρχών Παραλαβής. Το αρ. 25, παρ. 6 πρέπει, λοιπόν, να παραπέμπει όχι μόνο στο αρ. 42 του Κώδικα Ασύλου, που αφορά την παραπομπή των αιτούντων άσυλο από την Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΥπΥΤ) στην Υπηρεσία Ασύλου, αλλά στα αρ. 38 επ. του Κώδικα Ασύλου που αφορούν το σύνολο της διαδικασίας υποδοχής και ταυτοποίησης και ιδίως την υποχρέωση των αρχών να οδηγούν τους παράτυπα εισερχόμενους ή διαμένοντες στην ελληνική επικράτεια σε ΚΥΤ και ΚΕΔ. Για τους λόγους αυτούς, η RSA συνιστά την τροποποίηση του αρ. 25, παρ. 6 ως εξής: 6. Δεν συντρέχει η συνδρομή των αξιόποινων πράξεων του παρόντος άρθρου και οι ανωτέρω κυρώσεις δεν επιβάλλονται σε περιπτώσεις παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας και ιδίως της διάσωσης ανθρώπων στη θάλασσα, της μεταφοράς ανθρώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας κατά τις επιταγές του Διεθνούς δικαίου ή άλλων μορφών ειδικής προστασίας και συνδρομής, καθώς και στις περιπτώσεις της μεταφοράς ή προώθησης στο εσωτερικό της χώρας ή διευκόλυνσης της μεταφοράς, προς τον σκοπό της υπαγωγής στις διαδικασίες των άρθρων 38 έως 46 του ν. 4939/2022 (Α΄ 111) κατόπιν ενημέρωσης των αρμοδίων αστυνομικών και λιμενικών αρχών.