Μετανάστευσης και Ασύλου Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Ι. Με την προτεινόμενη ρύθμιση της παραγράφου 1 σχετικά με τις κατηγορίες δικαιούχων προσώπων για τη χορήγηση άδειας διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους, είναι εμφανές ότι επιδιώκεται η θέσπιση ενός σαφώς πιο περιοριστικού και ασαφούς πλαισίου χορήγησης αδειών διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους, σε αντίθεση με το ισχύον πλαίσιο του άρθρου 19Α του Κώδικα Μετανάστευσης και Κοινωνικής Ένταξης. Ειδικότερα, σε αντίθεση με τις ισχύουσες κατηγορίες δικαιούχων προσώπων που αποτυπώνονται με σαφήνεια στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 19Α ν. 4251/2014, η διαμόρφωση των οποίων αποτέλεσε μια πολύ σημαντική και θετική μέχρι σήμερα νομοθετική εξέλιξη παρέχοντας τη δυνατότητα σε μεγάλο αριθμό κατηγοριών πολιτών τρίτων χωρών που δεν μπορούσαν να νομιμοποιήσουν την παρουσία τους με άλλο τρόπο, να υπαχθούν σε αυτή, η δυνατότητα αυτή πλέον ανατρέπεται σε μεγάλο βαθμό με βάση τις νέες ρυθμίσεις που εισάγει η συγκεκριμένη διάταξη. Έτσι, για τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας, τα θύματα εγκλημάτων με ρατσιστικά χαρακτηριστικά, τους πάσχοντες από σοβαρά προβλήματα υγείας, τα θύματα εργατικών ατυχημάτων, όσους παρακολουθούν εγκεκριμένο κατά νόμο θεραπευτικό πρόγραμμα ψυχικής εξάρτησης, καθώς και τα μέλη της οικογένειας Έλληνα πολίτη που πληρούν τις προϋποθέσεις χορήγησης αυτοτελούς άδειας διαμονής, προβλέπεται η κατά περίπτωση/ad hoc άδεια διαμονής για λόγους ανθρωπιστικής φύσεως. Η δυνατότητα αυτή, ωστόσο, δεν διασφαλίζεται στα δικαιούχα πρόσωπα, αλλά τελεί υπό προϋποθέσεις με βάση τα πραγματικά περιστατικά της εκάστοτε περίπτωσης, γεγονός το οποίο αντίκειται στη μέχρι σήμερα φιλοσοφία και το σκεπτικό του νομοθέτη ο οποίος προέβη σε μια επί μακρόν διαδικασία διεύρυνσης και εξειδίκευσης των κατηγοριών αυτών με γνώμονα την ανάγκη προστασίας των προσώπων αυτών. Σε αυτό το περιοριστικό πλαίσιο έρχεται να προστεθεί η δυνατότητα παραπομπής της εκάστοτε υπόθεσης στην Επιτροπή Μετανάστευσης του Υπουργείου για την παροχή γνώμης. Έτσι, ελλοχεύει ο κίνδυνος απόρριψης ενός αιτήματος κατόπιν γνώμης της Επιτροπής ακόμη και σε περιπτώσεις που εκ προοιμίου οι δυνητικά δικαιούχοι πολίτες τρίτων χωρών έχουν όλες τις προϋποθέσεις υπαγωγής στη συγκεκριμένη ρύθμιση. Σε αντίθεση με τις κατηγορίες της παραγράφου 1 του άρθρου 134, η δεύτερη παράγραφος της ίδιας διάταξης προβλέπει τη χορήγηση άδειας διαμονής α) στα θύματα εμπορίας ανθρώπων που υπάγονται στις διατάξεις του Πρωτοκόλλου του Παλέρμο που κυρώθηκε με τον ν. 3875/2010 (Α΄158) και δεν υπάγονται στα άρθρα 135 έως 142 του παρόντος (άδεια διαμονής τύπου «Α.2»), και β) πολίτες τρίτων χωρών, οι οποίοι απασχολήθηκαν είτε με ιδιαίτερα καταχρηστικούς όρους εργασίας, είτε ως ανήλικοι, σύμφωνα με το άρθρο 89 του ν. 4052/2012 (Α` 41) (άδεια διαμονής τύπου «Α.3»). Στις περιπτώσεις αυτές, σε αντίθεση προς τις προαναφρθείσες προβλέπεται η χορήγηση άδειας διαμονής δίχως παραπομπή σε Επιτροπή. Με τον τρόπο αυτό δημιουργείται εν τοις πράγμασι ένας μηχανισμός δικαιούχων προσώπων δύο ταχυτήτων, ήτοι των δικαιούχων της παραγράφου 1 και των υπολοίπων περιπτώσεων (παράγραφοι 2 και 4). Θετικά κρίνεται η επαύξηση του χρόνου ισχύος των αδειών διαμονής για λόγους ανθρωπιστικής φύσεως σύμφωνα με τις περιπτώσεις αα, αβ και αγ, με ισόχρονη δυνατότητα ανανέωσης, σε αντίθεση προς τη διετή διάρκεια ισχύος που ισχύει σήμερα για τις συγκεκριμένες περιπτώσεις. ΙΙ. Με την επιδιωκόμενη ρύθμιση σχετικά με τις άδειες διαμονής για εξαιρετικούς λόγους, ενσωματώνεται η διάταξη σχετικά με τη δυνατότητα χορήγησης άδειας διαμονής για εξαιρετικούς λόγους σε εκείνη για τους δικαιούχους ανθρωπιστικού καθεστώτος, όπως σήμερα αποτυπώνεται στο ισχύον 19Α του Κώδικα Μετανάστευσης και Κοινωνικής Ένταξης. Η εν τοις πράγμασι επιχειρούμενη κατάργηση της αυτοτέλειας του νυν άρθρου 19 του ν. 4251/2014 και η αντικατάστασή του με τη νέα αυτή διάταξη ενιαίου χαρακτήρα για τους δικαιούχους άδειας διαμονής για ανθρωπιστικούς και συναφείς λόγους, διαμορφώνει ένα ρυθμιστικό πλαίσιο για τα δικαιούχα πρόσωπα αυτής της κατηγορίας το οποίο δείχνει εκ προοιμίου να δημιουργεί σύγχυση, καθώς το άρθρο 134 τιτλοφορείται μεν «άδειες διαμονής για ανθρωπιστικούς και εξαιρετικούς λόγους», ωστόσο πουθενά στο κείμενο της διάταξης του άρθρου 134 δεν γίνεται λόγος για άδεια διαμονής για εξαιρετικούς λόγους και η διάκριση που υπάρχει μεταξύ των δύο αυτών κατηγοριών αδειών διαμονής. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τους πολίτες τρίτων χωρών που με κίνδυνο της ζωής τους, προέβησαν σε πράξεις κοινωνικής αρετής, προσφοράς και αλληλεγγύης που προάγουν τις αξίες του ανθρωπισμού, καθώς ο εξαιρετικός χαρακτήρας της συγκεκριμένης ρύθμισης ενσωματώνεται στο ρυθμιστικό πεδίο της παραγράφου 1 σχετικά με τη δυνατότητα χορήγησης άδειας διαμονής για λόγους ανθρωπιστικής φύσεως. Επιπρόσθετα, η ρητή πρόβλεψη περί μη έκδοσης τελεσίδικης αρνητικής απόφασης χορήγησης διεθνούς προστασίας για τα δικαιούχα πρόσωπα αυτής της κατηγορίας, οδηγεί στον άδικο αποκλεισμό μεγάλου αριθμού πολιτών τρίτων χωρών που μέχρι σήμερα μπορούσαν να αξιοποιήσουν τον υφιστάμενο μηχανισμό για την απόκτηση νομιμοποιητικών εγγράφων στη χώρα και οι οποίοι έχουν -σε ένα σημαντικό βαθμό- αποκτήσει ένα πιο ενταξιακό προφίλ δεδομένης της μακρόχρονης διαμονής τους στη χώρα είτε εξαιτίας της γονεϊκής τους σχέσης με ανήλιο ημεδαπό τέκνο. Για τον λόγο αυτό άλλωστε είχε θεσπιστεί εξαρχής το αντικειμενικό κριτήριο της επταετούς διαμονής στη χώρα ως προϋπόθεση υπαγωγής στη συγκεκριμένη ρύθμιση. Υπό το ίδιο πρίσμα, ο νομοθέτης εντελώς αναιτιολόγητα εξαιρεί τα πρόσωπα που είχαν υποβάλει αίτημα ασύλου στο παρελθόν από τη δυνατότητα υποβολής αιτήματος νομιμοποίησης με βάση τη συγκεκριμένη ρύθμιση. Τούτο δε τη στιγμή που σύμφωνα με το ισχύον άρθρο 19 του ν. 4251/2014 προβλέπεται ρητά η δυνατότητα χρήσης του αποδεικτικού υποβολής αιτήματος για χορήγηση τίτλου προσωρινής ή οριστικής διαμονής ή καθεστώτος διεθνούς προστασίας, ως νομιμοποιητικού για την υποβολή της σχετικής αίτησης. Η πρακτική αυτή σε βάρος των αιτούντων διεθνή προστασία συνιστά ξεκάθαρη διάκριση σε βάρος των τελευταίων και είναι αντίθετη στη μέχρι σήμερα φιλοσοφία του νομοθέτη περί θέσπισης ενός σταθερού μηχανισμού νομιμοποίησης-επαναφοράς στη νομιμότητα για τα πρόσωπα τα οποία είχαν εκπέσει αυτής για οιονδήποτε λόγο, και οδηγώντας τους στην ουσία σε ένα καθεστώς παράτυπης διαμονής. Η δε ρύθμιση αυτή έρχεται ως συνέχεια της ήδη καταργηθείσας δυνατότητας χορήγησης άδειας διαμονής για ανθρωπιστικούς σε περιπτώσεις απορριφθέντων αιτημάτων ασύλου, κατόπιν παραπομπής της σχετικής υπόθεσης από τις αρμόδιες αρχές απόφασης και τις Επιτροπές Προσφυγών (πρώην άρθρο 19Α παρ. 1 περ. στ΄ν. 4251/2014), σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4686/2020. Ως PRAKSIS θεωρούμε ότι η εξαίρεση των αιτούντων διεθνή προστασία από τη δυνατότητα υπαγωγής στη ρύθμιση αυτής, εξαιτίας της μη συμπερίληψης του δελτίου ασύλου στα νομιμοποιητικά έγγραφα αποτελεί μια αναμφίβολα δυσμενή εξέλιξη η οποία θα πρέπει να επαναξιολογηθεί συνολικά.