Αρχική Βελτίωση Μεταναστευτικής Νομοθεσίας, τροποποίηση διατάξεων των νόμων 4636/2019 (A’ 169), 4375/2016 (A’ 51), 4251/2014 (Α’ 80) και άλλες διατάξειςΆρθρο 40 Τροποποίηση άρθρου 20 του ν. 4251/2014Σχόλιο του χρήστη ΚΑΣΑΤΚΙΝΑ Σ./ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ | 22 Απριλίου 2020, 18:10
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ ΑΤΟΜΑ Με τις προτεινόμενες διατάξεις και τις σχετικές τροποποιήσεις, στην πραγματικότητα αδρανοποιείται η συγκεκριμένη κατηγορία άδειας, αφού όχι μόνο μειώνεται η διάρκεια της άδειας όσον αφορά την ανανέωση της, από διάστημα τριών ετών σε δύο, αλλά προστίθεται νέο δυσβάσταχτο μέτρο, ήτοι αυτό της πραγματικής παραμονής του δικαιούχου της άδειας διαμονής στον Ελληνικό χώρο, όπως ακριβώς ισχύει στις λοιπές άδειες διαμονής, οι οποίες όμως παρέχουν πρόσβαση στην ελληνική αγορά εργασίας. Δηλαδή πέραν από τη δύσκολη ήδη υφιστάμενη διαδικασία στην οποία επιβάλλονται οι οικονομικοί επενδυτές στη χώρα μας, πλέον τους επιβάλλεται ως προϋπόθεση η πραγματική διαμονή στη χώρα για έξι μήνες. Ως επί το πλείστον οι πολίτες τρίτων χωρών που επιλέγουν να αποκτήσουν την κατηγορία αυτή άδειας διαμονής, διαθέτουν πόρους από την εργασία τους στο εξωτερικό και ως εκ τούτου μπορούν να προχωρήσουν στις αντίστοιχες διεργασίες, στην Ελλάδα, ώστε να ανοίγουν τραπεζικούς λογαριασμούς στις ελληνικές τράπεζες (όπου προσκομίζουν σχετική απόδειξη εισοδομήτατος), να καταθέτουν διόλου ευτελή ποσά προς απόδειξη της δυνατότητας επάρκειας πόρων για την υπαγωγή τους στην κατηγορία των «οικονομικά ανεξάρτητων ατόμων» (24.000 € ο οικογενειάρχης με αντίστοιχη προσαύξηση του ποσού για κάθε μέλος της οικογένειας), προβαίνουν επίσης σε πληρωμή υψηλού παραβόλου (ποσού χιλίων ευρώ για τον οικογενειάρχη – σημειωτέον το δεύτερο μεγαλύτερο παράβολο μετά από αυτό που καλούνται να πληρώσουν οι επενδυτές ακινήτων – και εκατόν πενήντα για το σύζυγο). Στην πραγματικότητα, όπως πολύ καλά γνωρίζει και το Υπουργείο αλλά και οι Αποκεντρωμένες Διευθύνσεις, οι κατηγορίες αδειών των οικονομικά ανεξάρτητων ατόμων και των επενδυτών, οι οποίες είναι ιδιαίτερα πολυδάπανες για τους αιτούντες , είναι ιδιαίτερα δημοφιλείς , παρά το υψηλό κόστος τους, για τη δυνατότητα που προσφέρουν επί της ελεύθερης μετακίνησης των δικαιούχων τους, στο χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η δέσμευση τους δηλαδή να βρίσκονται για τη μισή διάρκεια του έτους καθιστά τη συγκεκριμένη κατηγορία άδεια διαμονής, άνευ ουσίας και ως εκ τούτου θα οδηγήσει σε πλήρη αποδυνάμωση της συγκεκριμένης κατηγορίας, καθώς τα οικονομικά ανεξάρτητα άτομα θα προτιμήσουν, να απευθυνθούν σε κάποια άλλη χώρα της Ευρώπης , με αποτέλεσμα να καταστεί η συγκεκριμένη ρύθμιση κενό γράμμα του νόμου και εν τέλει θα αδρανοποιηθεί πλήρως. Στο συγκεκριμένο σημείο να υπενθυμίσουμε ότι οι λοιπές κατηγορίες αδειών διαμονής, οι οποίες και απαιτούν αντίστοιχα το διάστημα αυτό της πραγματικής διαμονής των προσώπων στον Ελλαδικό χώρο, επιτρέπουν την πρόσβαση στην αγορά εργασίας, ενώ οι αντίστοιχη άδεια των επενδυτών, που είναι ομοίως κατηγορία άμεσων ξένων επενδύσεων, δεν επιβάλει την οποιαδήποτε πραγματική διαμονή στην Ελλάδα. Ως εκ τούτου η προτεινόμενη τροποποίηση ουδέν φαίνεται να τροποποιεί προς όφελος των μερών, ήτοι ούτε τους πολίτες τρίτων χωρών ευνοεί, οι οποίοι θα αναγκαστούν να στραφούν σε άλλες χώρες της Ευρώπης, που θα τους παρέχουν καλύτερες συνθήκες επενδύσεων, αλλά ούτε και την Ελληνική οικονομία ευνοείται αφού θα χάσει ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό τραπεζικών καταθέσεων, συναλλαγών και δημοσιονομικών εσόδων (παράβολα). Εναλλακτικά θα μπορούσαμε να προτείνουμε είτε την αύξηση του εκ του νόμου προβλεπόμενου ποσού για την κατοχύρωση των απαραίτητων πόρων κατά το δοκούν, σε εύλογα πάντα πλαίσια είτε την προς τα άνω αναπροσαρμογή των παραβόλων που καταβάλλονται κατά τη διαδικασία έκδοσης άδειας διαμονής των οικονομικά ανεξάρτητων ατόμων και των οικογενειών τους. ΕΠΕΝΔΥΤΕΣ Οι πολίτες τρίτων χωρών που έρχονται στην Ελλάδα και επενδύουν στην ελληνική οικονομία αγοράζοντας ακίνητα, έχουν τη δυνατότητα αλλά και την επιθυμία να συνεχίσουν τις επενδύσεις τους στη χώρα, μεταφέροντας και άλλα κεφάλαια, ιδρύοντας και στελεχώνοντας εταιρείες, κάτι όμως που δεν τους επιτρέπεται με το παρόν νομικό καθεστώς, καθώς δεν έχουν πρόσβαση στην αγορά. Να επισημανθεί ότι, δεν αναφερόμαστε στην πρόσβαση από μεριάς επενδυτών και των οικογενειών τους στη μισθωτή εργασία, αλλά η πρόσβαση στην αγορά, μέσω λοιπών επενδυτικών δραστηριοτήτων, οι οποίες θα φέρουν επιπλέον κεφάλαια στην ελληνική οικονομία, σε μια εποχή που οι άμεσες ξένες επενδύσεις είναι σανίδα σωτηρίας για την Ελληνική οικονομία. Κλείνοντας, στο σημείο αυτό πρέπει να επιστήσουμε την προσοχή των αρμοδίων στο γεγονός, ότι οι δύο αυτές κατηγορίες των οικονομικά ανεξάρτητων ατόμων και των επενδυτών είναι ιδιαίτερα ωφέλιμες για την ελληνική οικονομία και ως εκ τούτου, σκοπός των όποιων νομοθετικών τροπολογιών θα πρέπει να αποσκοπούν στην ευνοϊκότερη μεταχείριση των κατηγοριών αυτών και όχι στην δημιουργία νέων εμποδίων στην επενδυτική δραστηριότητα.