Αρχική Βελτίωση Μεταναστευτικής Νομοθεσίας, τροποποίηση διατάξεων των νόμων 4636/2019 (A’ 169), 4375/2016 (A’ 51), 4251/2014 (Α’ 80) και άλλες διατάξειςΆρθρο 17 Τροποποίηση άρθρου 86 του ν. 4636/2019Σχόλιο του χρήστη Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA) | 23 Απριλίου 2020, 09:18
Το αρ. 17 του Σχεδίου Νόμου αναδιατυπώνει το αρ. 86 Ν 4636/2019 με στόχο τη νομοτεχνική του βελτίωση. Στο σημείο αυτό, η RSA επανέρχεται στις επιφυλάξεις που είχε εγείρει κατά τη συζήτηση της ισχύουσας διάταξης, η οποία, καίτοι ελλιπής και εσφαλμένη ως προς την ερμηνεία της έννοιας της «ασφαλούς τρίτης χώρας», τυγχάνει εφαρμογής σε ιδιαίτερα αυξημένο αριθμό αιτήσεων από την έναρξη ισχύος του νόμου. Κριτήριο συνδέσμου: Ειδικά όσον αφορά τα κριτήρια για την εξέταση της ύπαρξης συνδέσμου μεταξύ του αιτούντος και της τρίτης χώρας, βάσει του οποίου η επιστροφή σε αυτή θα ήταν εύλογη, το αρ. 86, παρ. 1, περ. στ΄ Ν 4636/2019 προβλέπει ότι η διέλευση μπορεί, σε συνδυασμό με συγκεκριμένες περιστάσεις, να στοιχειοθετεί τέτοιο σύνδεσμο. Ωστόσο, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) έχει αποσαφηνίσει σε πρόσφατη νομολογία του ότι η διέλευση από το έδαφος τρίτης χώρας δεν μπορεί, αφεαυτής, να αποτελεί βάσιμο κριτήριο για την ύπαρξη συνδέσμου του αιτούντος με αυτή (C-564/18 LH, σκέψεις 45-50). Καίτοι αναφερόμενη σε σειρά κριτηρίων, πολλά εκ των οποίων δεν ενδεικνύουν προσωπικό σύνδεσμο με μία τρίτη χώρα, η ισχύουσα νομοθεσία διατηρεί τη διέλευση ως πρωταρχικό κριτήριο για τον καθορισμό ενός επαρκούς συνδέσμου, αντίθετα με την ερμηνεία του εν λόγω κριτηρίου από το ΔΕΕ στην υπόθεση LH. Μεθοδολογία: Όπως είχε επισημάνει η RSA στις παρατηρήσεις της, το αρ. 86, παρ. 2 Ν 4636/2019 δεν προβλέπει καμία ρύθμιση σχετικά με τη μεθοδολογία που πρέπει να να ακολουθούν οι αρχές για να κρίνουν εάν μία χώρα είναι «ασφαλής τρίτη χώρα» για ένα συγκεκριμένο αιτούντα, ήτοι τους κανόνες βάσει των οποίων αξιολογείται αν πληρούνται τα κριτήρια της παρ. 1 του άρθρου στην ατομική περίπτωσή του. Στην πρόσφατη νομολογία του, το ΔΕΕ διευκρίνισε ότι η μεθοδολογία που ακολουθείται από τις αρχές για την εξατομικευμένη εξέταση των κριτηρίων πρέπει να θεσπίζεται στο εθνικό δίκαιο των κρατών μελών για την ορθή εφαρμογή του αρ. 38 της Οδηγίας για τις διαδικασίες ασύλου (C-564/18 LH, σκέψη 48). Επομένως, είναι απαραίτητη μία σε βάθος τροποποίηση του άρθρου, με στόχο την αναλυτική ρύθμιση των εν λόγω κανόνων μεθοδολογίας, όπου θα πρέπει να αναγράφεται πλήρως το διαδικαστικό πλαίσιο και τα βήματα τα οποία καλείται να ακολουθεί η αποφαινόμενη αρχή για να κρίνει κατά πόσο το σύστημα ασύλου και η πρακτική της τρίτης χώρας πληρούν τα κριτήρια του αρ. 38 της Οδηγίας σε γενικό επίπεδο και στην ατομική περίπτωση του αιτούντος. Οι κανόνες μεθοδολογίας περιλαμβάνουν, επίσης, τις αξιόπιστες πηγές πληροφοριών στις οποίες θα πρέπει να στηρίζεται η κρίση της αποφαινόμενης αρχής ως προς την εφαρμογή των κριτηρίων της «ασφαλούς τρίτης χώρας» στην ατομική περίπτωση του αιτούντος. Τέτοιες πηγές πρέπει να συμπεριλαμβάνουν εκθέσεις αξιόπιστων οργανώσεων προάσπισης ανθρώπινων δικαιωμάτων σχετικά με την κατάσταση των αιτούντων άσυλο στην τρίτη χώρα, σε συμφωνία με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) (Ilias και Ahmed κατά Ουγγαρίας, σκέψεις 99, 235). Η απόφαση του ΔΕΕ στην υπόθεση LH διευκρινίζει ότι η έννοια της «ασφαλούς τρίτης χώρας» βάσει της Οδηγίας απαιτεί τη θέσπιση μίας διαδικασίας μέσω νομοθετικών ρυθμίσεων σε εθνικό επίπεδο για να καταστεί δυνατή η χρήση της από την αποφαινόμενη αρχή. Ελλείψει τέτοιων κανόνων, η χρήση της εν λόγω έννοιας δεν είναι σύμφωνη με το ενωσιακό δίκαιο. Η ερμηνεία της Οδηγίας στην υπόθεση LH συνάδει με τη νομολογία του Δικαστηρίου, που επιβάλλει κατ’αναλογία υποχρεώσεις θέσπισης νομοθετικών ρυθμίσεων για την εφαρμογή της έννοιας της «ασφαλούς χώρας καταγωγής» δυνάμει του αρ. 36 της Οδηγίας για τις διαδικασίες ασύλου (C-404/17 A) και αυτή του «σοβαρού κινδύνου διαφυγής» δυνάμει των αρ. 2 και 28 του Κανονισμού του Δουβλίνου (C-528/15 Al Chodor). Για τους λόγους αυτούς, η RSA συνιστά τη διεξαγωγή διαβούλευσης με στόχο τη θέσπιση ειδικότερων νομοθετικών διατάξεων που θα ενσωματώνουν ορθώς τους κανόνες μεθοδολογίας για την εφαρμογή της έννοιας της «ασφαλούς τρίτης χώρας», σύμφωνα με τις απαιτήσεις του αρ. 38, παρ. 2 της Οδηγίας για τις διαδικασίες ασύλου. Μέχρι τη θέσπιση νομοθετικών ρυθμίσεων, η έννοια της «ασφαλούς τρίτης χώρας» στο ελληνικό δίκαιο είναι αντίθετη με το ενωσιακό δίκαιο και δεν μπορεί να εφαρμόζεται βάσει του υπάρχοντος νόμου.