Αρχική Βελτίωση Μεταναστευτικής Νομοθεσίας, τροποποίηση διατάξεων των νόμων 4636/2019 (A’ 169), 4375/2016 (A’ 51), 4251/2014 (Α’ 80) και άλλες διατάξειςΆρθρο 7 Τροποποίηση άρθρου 69 του ν. 4636/2019Σχόλιο του χρήστη DRC Greece | 24 Απριλίου 2020, 12:28
H υποχρέωση του αιτούντα να επικοινωνήσει στην «επίσημη γλώσσα της χώρας καταγωγής του» πέραν των σοβαρών νομικών ζητημάτων που θέτει (για παράδειγμα ο αιτών ανήκει σε μειονοτική ομάδα η οποία διώκεται από τις αρχές της χώρας καταγωγής του, οι οποίες δεν αναγνωρίζουν τη γλώσσα όπου ομιλεί) θα δημιουργήσει υπέρμετρο διοικητικό βάρος στις αρχές εξέτασης των αιτήσεων ασύλου. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι θα καλούνται να διαπιστώνουν κάθε φορά ποια είναι η επίσημη γλώσσα της χώρας καταγωγής με αναφορά στο σχετικό νομικό πλαίσιο, εάν η χώρα καταγωγής έχει θεσμοθετήσει την προστασία τυχόν μειονοτικής γλώσσας, ενώ ανοίγει παράθυρο για λόγους προσφυγής/ακύρωσης που αφορούν στο σεβασμό των διαδικαστικών εγγυήσεων του αιτούντα άσυλο δημιουργώντας δηλαδή λόγους για ακόμη πιο χρονοβόρα διαδικασία εξέτασης της αίτησης ασύλου. Εν τέλει τι είναι πιο σημαντικό: να υπάρχει επικοινωνία με τον αιτούντα άσυλο ώστε να διαπιστωθεί εάν κινδυνεύει ή να δυσκολέψει για όλα τα μέρη η διαδικασία εξέτασης του αιτήματος; Για να σκιαγραφηθεί το πρόβλημα που δημιουργείται με αυτήν την νομοθετική πρόβλεψη παρατίθεται, ενδεικτικά, κατάλογος των επίσημων αλλά και των ομιλούμενων γλωσσών σε όλα τα κράτη σε: https://www.infoplease.com/world/countries/languages-spoken-in-each-country-of-the-world. Άραγε πόσοι γνωρίζουν ότι η ελληνική είναι η επίσημη γλώσσα της Ελλάδας επειδή θεσμοθετήθηκε για την εκπαίδευση (άρθρ0 1 παρ. 4 Ν. 1566/1985); Τέλος, επισημαίνεται ότι η Οδηγία 2013/32/ΕΕ η οποία μεταφέρεται με το παρόν σχέδιο νόμου στην ελληνική έννομη τάξη ουδόλως αναφέρεται στην «επίσημη γλώσσα» (στη με στοιχείο 25 παράγραφοι του Προοιμίου αναφέρεται «γλώσσα την οποία κατανοεί ή ευλόγως θεωρείται ότι κατανοεί» , διατύπωση που επαναλαμβάνεται στο άρθρο 12 (α) και (στ), στο άρθρο 15 που αφορά στην προσωπική συνέντευξη αναφέρεται σε: «γλώσσα που προτιμά ο αιτών εκτός εάν υπάρχει άλλη γλώσσα την οποία κατανοεί και στην οποία είναι σε θέση να επικοινωνήσει με σαφήνεια», στο άρθρο 25 που ορίζει τις εγγυήσεις για τους ασυνόδευτους ανηλίκους αναφέρεται σε: « γλώσσα την οποία κατανοούν ή τεκμαίρεται ευλόγως ότι κατανοούν», ενώ η αναφορά στη «γλώσσα της χώρας αυτής» στα άρθρα 38 και 39 είναι εύλογη αφού οι αρχές της τρίτης ασφαλούς χώρας ή οι αρχές της ευρωπαϊκής ασφαλούς τρίτης χώρας πρέπει να ενημερωθούν ότι δεν έχει εξεταστεί το αίτημα ασύλου).