Αρχική Βελτίωση Μεταναστευτικής Νομοθεσίας, τροποποίηση διατάξεων των νόμων 4636/2019 (A’ 169), 4375/2016 (A’ 51), 4251/2014 (Α’ 80) και άλλες διατάξειςΆρθρο 9 Τροποποίηση άρθρου 71 του ν. 4636/2019Σχόλιο του χρήστη Μητρώο Δικηγόρων Υπηρεσίας Ασύλου | 24 Απριλίου 2020, 13:56
Με την ως άνω προτεινόμενη τροπολογία δημιουργούνται τα παρακάτω σοβαρά προβλήματα: 1) Βάσει του ν. 4636/2019 (άρθρο 93), η προσφυγή ασκείται μέσω εγγράφου στο οποίο αναφέρονται οι συγκεκριμένοι λόγοι στους οποίους αυτή στηρίζεται. Επομένως, είναι σαφές ότι αυτή πρέπει να συνταχθεί από δικηγόρο. Αν λοιπόν η παροχή νομικής συνδρομής εξαρτάται από την εκ των υστέρων έγκρισή της από τον Πρόεδρο της Επιτροπής, τότε πώς θα κατατίθεται η προσφυγή, χωρίς να υπάρχει σχετική ανάθεση της υπόθεσης στον αρμόδιο δικηγόρο από την Υπηρεσία Ασύλου; 2) Με την προτεινόμενη διάταξη, καθίσταται πρακτικά ανέφικτη η παροχή νομικής συνδρομής, καθώς ο διαθέσιμος χρόνος για τη διενέργειά της δεν θα επαρκεί. Πιο συγκεκριμένα, η αίτηση νομικής συνδρομής, εξετάζεται το πρώτον από τον Πρόεδρο της Επιτροπής ή τον Εισηγητή-Δικαστή την ημέρα της συζήτησης της προσφυγής. Εφόσον αποφασιστεί η παροχή δωρεάν νομικής συνδρομής, η συζήτηση αναβάλλεται για την επόμενη δικάσιμο, η οποία με τα σημερινά δεδομένα ορίζεται μετά από περίπου δύο εβδομάδες. Το διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ των συνεδριάσεων, δεν επαρκεί ώστε η μεν Υπηρεσία Ασύλου να μπορέσει να συντονίσει τις απαιτούμενες ενέργειες (ενημέρωση της Υπηρεσίας, ανάθεση της υπόθεσης σε δικηγόρο, προγραμματισμός συνάντησης, ενημέρωση αιτούντων και δικηγόρων, εύρεση χώρου, εύρεση διερμηνείας), οι δε δικηγόροι να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους (παραλαβή φακέλου, διενέργεια συνάντησης σε πολλαπλά Γραφεία και Κλιμάκια Ασύλου, συλλογή εγγράφων, προετοιμασία και κατάθεση προσφυγής, προετοιμασία και κατάθεση υπομνήματος 3 ημέρες πριν την ημερομηνία συζήτησης). 3) Το γεγονός ότι η αίτηση νομικής συνδρομής δεν θα γίνεται αυτομάτως δεκτή, αλλά η τύχη της θα αποφασίζεται σε πολύ μεταγενέστερο χρόνο από την αρμόδια Επιτροπή Προσφυγών, θα προκαλέσει στους αιτούντες αίσθημα ανασφάλειας για το αν δικαιούνται ή όχι νομικής συνδρομής. Η πρόσβαση στη νομική συνδρομή θα εξαρτάται από την κυμαινόμενη και διαφορετική νομολογία των Επιτροπών, με απρόβλεπτα βέβαια αποτελέσματα. Τα κριτήρια υπαγωγής στη νομική συνδρομή θα έπρεπε να είναι εκ των προτέρων γνωστά ώστε να διασφαλίζεται η ασφάλεια δικαίου και η αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του Διοικούμενου προς τη Διοίκηση. 4) Το όργανο που είναι αρμόδιο για να αποφανθεί ως προς την ουσία της προσφυγής, αποφασίζει παράλληλα και για την παροχή ή μη νομικής συνδρομής, κάτι που είναι προβληματικό για λόγους δεοντολογίας και νομικής ορθότητας. 5) Επιβαρύνεται σημαντικά ο ρόλος των Προέδρων/Εισηγητών-Δικαστών των Επιτροπών, καθώς για να αποφανθούν σχετικά με το αίτημα νομικής συνδρομής, πρέπει υποχρεωτικά να εξετάσουν αν η υπό κρίση προσφυγή έχει «πιθανότητες επιτυχίας». Στην ουσία αποδυναμώνεται εξ’ ολοκλήρου η ανάγκη παροχής νομικής συνδρομής, η οποία εκτός των άλλων έχει και τον σημαντικό ρόλο να υποβοηθά το αρμόδιο όργανο να εκδώσει απόφαση. 6) Δεν προβλέπεται δικαίωμα προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου κατά τυχόν απόφασης μη χορήγησης νομικής συνδρομής κατά παράβαση των διατάξεων της Οδηγίας (αρ. 20 παρ. 3 εδ. Β’). 7) Προστίθεται μεγάλος γραφειοκρατικός όγκος στην ήδη επιβαρυμένη Διοίκηση με αποτέλεσμα την καθυστέρηση περάτωσης της διαδικασίας. Με την προτεινόμενη διάταξη, η διαδικασία νομικής συνδρομής θα ξεκινά από τη συζήτηση σε Β’ βαθμό, αντί από την επίδοση της απορριπτικής απόφασης Α’ βαθμού όπως ισχύει σήμερα, προκαλώντας σημαντική καθυστέρηση χωρίς κανένα όφελος. Παράλληλα, ενώ μέχρι πρότινος η υπόθεση περατωνόταν με τη συζήτηση της προσφυγής ενώπιον της Αρχής Προσφυγών, τώρα, προκύπτει μεγάλος κίνδυνος καθυστέρησης είτε λόγω της προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου κατά της απόφασης για τη μη παροχή δωρεάν νομικής συνδρομής όπως προβλέπεται στο άρθρο 20(3) της Οδηγίας 2013/32, είτε λόγω της υποχρεωτικής αναβολής της υπόθεσης για να λάβει ο προσφεύγων τη νομική συνδρομή. Με την προτεινόμενη τροποποίηση γίνεται μερική και εσφαλμένη μεταφορά της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ, παραβιάζεται το δικαίωμα των προσφευγόντων σε πραγματική και αποτελεσματική προσφυγή και τίθεται υπό διακινδύνευση η βιωσιμότητα του Μητρώου Δικηγόρων της Υπηρεσίας Ασύλου. Για τους λόγους αυτούς κρίνεται αναγκαία η απόσυρση αυτής.