Αρχική Βελτίωση Μεταναστευτικής Νομοθεσίας, τροποποίηση διατάξεων των νόμων 4636/2019 (A’ 169), 4375/2016 (A’ 51), 4251/2014 (Α’ 80) και άλλες διατάξειςΜέρος Α’ Τροποποίηση διατάξεων του ν. 4636/2019 (A’ 169) Άρθρο 1 Τροποποίηση άρθρου 39 του ν. 4636/2019Σχόλιο του χρήστη ActionAid Hellas | 24 Απριλίου 2020, 13:55
Αρχικά, πρέπει να επισημανθεί η διαρκής προσπάθεια αλλαγών στις διαδικασίες με απώτερο σκοπό την επιτάχυνσή τους, πράγμα που σε καμία περίπτωση δεν επιτυγχάνεται. Η προσαρμογή στα νέα δεδομένα που προκύπτουν μετά από κάθε νομοθετική αλλαγή τόσο σε ό,τι αφορά στην απαραίτητη υλικοτεχνική υποδομή όσο και στην κατάρτιση των εμπλεκόμενων επαγγελματιών και την ενημέρωση των αιτούντων και αιτουσών άσυλο, οδηγεί σε μεγαλύτερες καθυστερήσεις αναιρώντας τον σκοπό για τον οποίο επιδιώκονται οι αλλαγές. Επιπρόσθετα, θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια δικαίου και τις αρχές στη βάση των οποίων θα πρέπει να παρέχονται οι απαραίτητες υπηρεσίες στους αιτούντες και στις αιτούσες άσυλο με σεβασμό στα δικαιώματα που κατοχυρώνονται από το διεθνές και ευρωπαϊκό νομικό πλαίσιο, όπως έχει ερμηνευτεί από τη νομολογία διεθνών και ευρωπαϊκών δικαιοδοτικών οργάνων. Είναι απαραίτητη η άμεση ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού των υπηρεσιών Ασύλου, Αρχής Προσφυγών και Υποδοχής και Ταυτοποίησης για να μπορούν να προχωρούν άμεσα όλες οι διαδικασίες διασφαλίζοντας τον δέοντα σεβασμό στις αρχές του κράτους δικαίου και όχι η σύντμηση προθεσμιών και η απάλειψη σταδίων στις προβλεπόμενες διαδικασίες χάριν οικονομίας χρόνου. Σε ό,τι έχει να κάνει με την ενημέρωση των υπηκόων τρίτης χώρας από το Κλιμάκιο Ενημέρωσης του Κέντρου Υποδοχής και Ταυτοποίησης ή, σε περίπτωση μαζικών αφίξεων, από προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας ή του Λιμενικού Σώματος Ελληνικής Ακτοφυλακής ή των Ενόπλων Δυνάμεων, σε γλώσσα που κατανοούν ή ευλόγως θεωρείται ότι κατανοούν, θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η ενημέρωση για τα δικαιώματα και τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθήσουν οι αιτούντες και οι αιτούσες άσυλο αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα που έχει πολλάκις αποτελέσει αντικείμενο εξέτασης από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, συμπεριλαμβανομένων πολλών υποθέσεων στις οποίες η Ελλάδα ήταν το εναγόμενο κράτος. Η ενημέρωση θα πρέπει πάντα να γίνεται παρουσία πιστοποιημένων διερμηνέων για κάθε εθνικότητα και αν αυτό δεν καθίσταται εφικτό, τότε θα πρέπει να πραγματοποιείται όταν υπάρχει η δυνατότητα διερμηνείας από πιστοποιημένους διερμηνείς. Η προτεινόμενη αλλαγή δεν καθιστά σαφή την τήρηση της παραπάνω προϋπόθεσης. Σε σχέση με τις τροποποιήσεις της παραγράφου 4 επισημαίνονται τα εξής: Η χωρίς αιτιολόγηση κατάργηση του τεκμηρίου ανηλικότητας έρχεται σε ευθεία αντίθεση με το άρθρο 3 της Διεθνούς Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού, το οποίο προβλέπει ότι όλες οι ενέργειες που αφορούν σε ένα παιδί (κάθε πρόσωπο κάτω των 18, όπως ορίζεται από την ίδια τη Σύμβαση) θα πρέπει να γίνονται με γνώμονα τα βέλτιστα συμφέροντά του και το άρθρο 12. Οι διατάξεις της Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού ερμηνεύονται από τα αντίστοιχα Γενικά Σχόλια της Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Παιδιού, η οποία δίνει τις απαραίτητες οδηγίες στα κράτη για να εφαρμόζουν τις διατάξεις της Σύμβασης. Θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθεί ότι στα Κοινά Γενικά Σχόλια υπ’ αριθμόν 3 και 4 των Επιτροπών για την Προστασία των Εργατών με μεταναστευτικό υπόβαθρο και της Προστασίας των Δικαιωμάτων των Παιδιών (Joint general comment No. 3 (2017) of the Committee on the Protection of the Rights of All Migrant Workers and Members of Their Families and No. 22 (2017) of the Committee on the Rights of the Child on the general principles regarding the human rights of children in the context of international migration και Joint general comment No. 4 (2017) of the Committee on the Protection of the Rights of All Migrant Workers and Members of Their Families and No. 23 (2017) of the Committee on the Rights of the Child on State obligations regarding the human rights of children in the context of international migration in countries of origin, transit, destination and return), η ηλικία είναι ένας από τους σημαντικούς παράγοντες που θίγονται σε ό,τι σχετίζεται με την παιδική προστασία. Πιο συγκεκριμένα, οι επιτροπές αναφέρουν ότι τα παιδιά μεταξύ 15 και 18 λαμβάνουν χαμηλότερα επίπεδα προστασίας και πολύ συχνά αντιμετωπίζονται εσφαλμένα ως ενήλικες ή αφήνονται σε αβέβαιο νομικό καθεστώς, γεγονός που δεν επιτρέπει την ομαλή ανάπτυξη και προετοιμασία τους για την ενηλικότητα. Τα κράτη θα πρέπει να διασφαλίζουν τόσο την προστασία των παιδιών όσο και την ομαλή και χωρίς καθυστερήσεις ροή των διαδικασιών για να μην υπονομεύονται τα δικαιώματά τους. Με βάση τα ανωτέρω, προτείνεται η απόρριψη της αλλαγής, καθώς στην περίπτωση της κατάργησης του τεκμηρίου της ανηλικότητας έχουμε κατάφωρη παραβίαση των δικαιωμάτων των παιδιών.