Αρχική Βελτίωση Μεταναστευτικής Νομοθεσίας, τροποποίηση διατάξεων των νόμων 4636/2019 (A’ 169), 4375/2016 (A’ 51), 4251/2014 (Α’ 80) και άλλες διατάξειςΆρθρο 7 Τροποποίηση άρθρου 69 του ν. 4636/2019Σχόλιο του χρήστη ΜΕΤΑδραση - Δράση για τη Μετανάστευση και την Ανάπτυξη | 24 Απριλίου 2020, 16:39
Η τροποποίηση της παραγράφου 2 του άρθρου 69 του Ν. 4636/2019, όπως αναριθμείται εις το ορθόν σε παράγραφο 3, με την προσθήκη του εδαφίου «Εφόσον είναι αποδεδειγμένα αδύνατη η παροχή διερμηνείας στη γλώσσα επιλογής του αιτούντος, παρέχεται διερμηνεία στην επίσημη γλώσσα της χώρας καταγωγής του αιτούντος» δεν ορίζει τί συμβαίνει στις περιπτώσεις που ο/η αιτών/ούσα αδυνατεί να επικοινωνήσει επαρκώς και με σαφήνεια στην επίσημη γλώσσα του κράτους της χώρας καταγωγής του/της, περιπτώσεις που φυσικά δεν είναι λίγες καθώς, επί παραδείγματι, μεγάλος αριθμός των χωρών προέλευσης των αιτούντων άσυλο παρουσιάζουν μεγάλα ποσοστά αναλφαβητισμού. Αφετέρου, η αόριστη αναφορά «αποδεδειγμένης αδυναμίας παροχής διερμηνείας» χωρίς να ορίζεται ειδικώς ως προϋπόθεση η εξάντληση όλων των υπαρχουσών εναλλακτικών μεθόδων διερμηνείας (όπως πχ η μέθοδος της τηλεδιερμηνείας, της διπλής διερμηνείας, συνεργασία με άλλα κράτη μέλη για την εύρεση κατάλληλης διερμηνείας) ενέχει κίνδυνο καταστρατήγησης βασικών δικαιωμάτων των αιτούντων άσυλο και εγγυήσεων μίας δίκαιης και αποτελεσματικής εξέτασης αιτήσεων ασύλου. Η προτεινόμενη ρύθμιση παραγνωρίζει τη βασική υποχρέωση παροχής υπηρεσιών διερμηνείας στους/στις αιτούντες/αιτούσες άσυλο όταν δεν μπορεί να εξασφαλισθεί η δέουσα επικοινωνία χωρίς διερμηνέα, όπως προβλέπεται στο άρθρο 12 παρ. 1 β’ της Οδηγίας 2013/32 σε συνδυασμό με το άρθρο 15 παρ. 3 γ’ της ίδιας Οδηγίας το οποίο ειδικότερα προς τη διασφάλιση της διεξαγωγής της προσωπικής συνέντευξης του/της αιτούντα/αιτούσας άσυλο σε συνθήκες που επιτρέπουν τη διεξοδική έκθεση των λόγων της αίτησης ασύλου υποχρεώνει τα κράτη μέλη να μεριμνούν για την παροχή διερμηνείας σε γλώσσα που ο/η αιτών/αιτούσα κατανοεί και στην οποία είναι σε θέση να επικοινωνήσει με σαφήνεια. Κατόπιν αυτών, προτείνεται η συνέντευξη να μπορεί να πραγματοποιηθεί σε άλλη γλώσσα από αυτή που δηλώθηκε, μόνο σε εντελώς εξαιρετικές περιπτώσεις, όπως, π.χ. όταν η χρήση της δηλωθείσας γλώσσας ή διαλέκτου στη χώρα δεν προκύπτει από κανένα διαθέσιμο στοιχείο στην Αρχή Παραλαβής ή όταν υπάρχουν στοιχεία καταχρηστικής συμπεριφοράς των αιτούντων, όπως η διενέργεια προγενέστερων διαδικαστικών πράξεων σε άλλη γλώσσα, και όταν συμπεραίνεται εύλογα και ειδικά αιτιολογημένα ότι οι αιτούντες κατανοούν και μπορούν να επικοινωνήσουν σε μία από τις γλώσσες ή διαλέκτους που αποδεδειγμένα ομιλούνται στη χώρα και την περιοχή καταγωγής, στην οποία υπάρχει διαθέσιμη διερμηνεία. Η αδυναμία παροχής διερμηνείας χωρίς ταυτόχρονη αναλυτική περιγραφή των συγκεκριμένων μέτρων που πρέπει να έχουν ληφθεί για την εξασφάλισή της, αποτελεί αφηρημένη έννοια και ως τέτοια αφήνει ανοικτό το πεδίο για την λανθασμένη, αυθαίρετη και μη εναρμονισμένη εφαρμογή της. Η πρόσβαση στις υπηρεσίες διερµηνείας έχει αναγνωριστεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωµάτων ως ουσιαστική διαδικαστική εγγύηση στο πλαίσιο διαδικασίας ασύλου. Τυχόν απουσία τέτοιων υπηρεσιών κατά πάσα πιθανότητα θα έχει ως αποτέλεσμα την παραβίαση του δικαιώµατος αποτελεσµατικής προσφυγής, όπως κατοχυρώνεται στο άρθρο 13 της ΕΣΔΑ. Άλλωστε, η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωµάτων του ΟΗΕ έχει επιβεβαιώσει ότι τα κράτη πρέπει να εξασφαλίζουν ότι όλοι οι αιτούντες άσυλο έχουν πρόσβαση σε συµβουλές, νοµική βοήθεια και διερµηνέα. Περαιτέρω, η επιλογή της επίσημης κρατικής γλώσσας είναι εξαιρετικά προβληματική, ιδίως στις περιπτώσεις χωρών καταγωγής με απολυταρχικά καθεστώτα που καταπιέζουν μειονότητες ή αγνοούν πλήρως τα δικαιώματα μελών μειονοτήτων που καθίστανται θύματα δίωξης (π.χ. τα Κιρμαντζί - κουρδική διάλεκτος - στα οποία ο αριθμός διαθέσιμων διερμηνέων είναι μικρός σε σχέση με τα αραβικά, είναι η δεύτερη πιο ομιλούμενη γλώσσα στην Συρία. ) .