Αρχική Βελτίωση Μεταναστευτικής Νομοθεσίας, τροποποίηση διατάξεων των νόμων 4636/2019 (A’ 169), 4375/2016 (A’ 51), 4251/2014 (Α’ 80) και άλλες διατάξειςΆρθρο 11 Τροποποίηση άρθρου 77 του ν. 4636/2019Σχόλιο του χρήστη ΜΕΤΑδραση - Δράση για τη Μετανάστευση και την Ανάπτυξη | 24 Απριλίου 2020, 17:23
Η τροποποίηση του άρθρου 77 παρ.7 με την προσθήκη της δυνατότητας παράλειψης της προσωπικής συνέντευξης στις περιπτώσεις που είναι αποδεδειγμένα αδύνατη η παροχή διερμηνείας στη γλώσσα του αιτούντος και ο αιτών δεν επιθυμεί τη διενέργεια της συνέντευξης στην επίσημη γλώσσα της χώρας καταγωγής του, δεν ορίζει τι συμβαίνει στις περιπτώσεις αντικειμενικής αδυναμίας του αιτούντος να επικοινωνήσει επαρκώς και με σαφήνεια στην επίσημη γλώσσα της χώρας καταγωγής του προκειμένου να είναι σε θέση να εκθέσει διεξοδικά τους λόγους της αίτησής του και ειδικότερα, όπως προβλέπει η παράγραφος 3 του ίδιου άρθρου, να εκθέσει με πληρότητα τους λόγους που τον ανάγκασαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του ή προηγούμενης συνήθους διαμονής του, όταν πρόκειται για ανιθαγενή, ζητώντας προστασία, καθώς και τους λόγους για τους οποίους δεν μπορεί ή δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτήν και προκειμένου να δώσει εξηγήσεις, ιδίως σε ό, τι αφορά, το προσωπικό του ιστορικό, συμπεριλαμβανομένου του ιστορικού των οικείων συγγενών του, την ταυτότητα, την ηλικία του, την ιθαγένεια, τη χώρα και τον τόπο προηγούμενης διαμονής του, τυχόν προηγούμενες αιτήσεις διεθνούς προστασίας, τα δρομολόγια που ακολούθησε για να εισέλθει στο ελληνικό έδαφος και τα ταξιδιωτικά του έγγραφα. Η προτεινόμενη τροποποίηση παραβιάζει αφενός την υποχρέωση της αποφαινόμενης αρχής να εξασφαλίσει τη δέουσα επικοινωνία του αιτούντος με αυτήν, η οποία επιτυγχάνεται με την, κατά τα άρθρα 12 και 15 παρ. 3 της Οδηγίας 2013/32 υποχρέωση παροχής υπηρεσιών διερμηνείας στους αιτούντες όταν αυτό είναι απαραίτητο για να εκθέσουν την περίπτωσή τους στις αρμόδιες αρχές στο πλαίσιο προφορικής συνέντευξης και μάλιστα σε γλώσσα την οποία κατανοούν και στην οποία είναι σε θέση να επικοινωνούν με σαφήνεια και αφετέρου την υποχρέωση της αποφαινόμενης αρχής να παράσχει στον αιτούντα διεθνή προστασία την ευκαιρία προσωπικής συνέντευξης σχετικά με την αίτησή του πριν από τη λήψη απόφασης, σύμφωνα με το άρθρο 14 παρ. 1 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ, υποχρέωση η οποία συνιστά ουσιώδη τύπο της διαδικασίας εξέτασης του αιτήματος ασύλου και απαραίτητη προϋπόθεση για την προστασία του δικαιώματος προηγούμενης ακρόασης το οποίο κατοχυρώνεται στο άρθρο 41 παρ. 2 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αναγνωρίζεται ως γενική αρχή του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης από το Δικαστήριο της Ένωσης καθώς και απαραίτητη προϋπόθεση για τη διενέργεια εξατομικευμένης εξέτασης της αίτησης διεθνούς προστασίας κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 4 της Οδηγίας 2011/95. Οι δε περιπτώσεις κατά τις οποίες η προσωπική συνέντευξη του αιτούντος μπορεί να παραλειφθεί προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 14 και περιορίζονται αποκλειστικά σε δύο μόνον περιπτώσεις, που δεν περιλαμβάνουν βέβαια την αδυναμία εξεύρεσης της κατάλληλης διερμηνείας, αλλά είναι η περίπτωση που η αποφαινόμενη αρχή δύναται να λάβει θετική απόφαση όσον αφορά το καθεστώς του πρόσφυγα βάσει των διαθέσιμων αποδεικτικών στοιχείων και η περίπτωση που ο αιτών είναι ανίκανος ή δεν μπορεί να συμμετάσχει σε συνέντευξη για λόγους που οφείλονται σε μόνιμες καταστάσεις ανεξάρτητες από τη θέλησή του, για την ύπαρξη των οποίων η αποφαινόμενη αρχή μπορεί να συμβουλεύεται επαγγελματία του τομέα της υγείας. Η παράλειψη τέλος, διενέργειας συνέντευξης υπό την έννοια της δυνατότητας διεξοδικής έκθεσης των λόγων της αίτησης διεθνούς προστασίας καταστρατηγεί την ίδια την έννοια του δικαιώματος στο άσυλο όπως κατοχυρώνεται στο άρθρο 18 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ και ενέχει σοβαρό κίνδυνο παραβίασης της αρχής της μη επαναπροώθησης σύμφωνα με το άρθρο 33 της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, το άρθρο 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και το άρθρο 19 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ. Για τους λόγους αυτούς, προτείνεται να αποσυρθεί η προσθήκη και στις περιπτώσεις «σπάνιων» γλωσσών να αναζητούνται εναλλακτικές μέθοδοι διερμηνείας, όπως αυτές προβλέπονται από τον Κανονισμό της Υπηρεσίας Ασύλου (χρήση τηλεδιερμηνείας, χρήση της διπλής διερμηνείας, δυνατότητα συνοδείας του αιτούντος από πρόσωπο που μπορεί να γίνει δεκτό ως διερμηνέας) και της Οδηγίες της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας για το Άσυλο (ενδεικτικά, συνδρομή της τεχνολογίας όπως τηλε-διάσκεψη, Skype, IP Phone, αλλά και η συνεργασία με άλλα κράτη προς το σκοπό εύρεσης κατάλληλου διερμηνέα).