1. Η παρ. 3 του άρθρου 82 του ν. 4636/2019 τροποποιείται ως εξής:
«3. Η επίδοση της απόφασης προς τον αιτούντα διενεργείται με επιστολή που αποστέλλεται ταχυδρομικώς στη δηλωθείσα διεύθυνση κατοικίας ή διαμονής ή στον χώρο εργασίας, προσωπικώς στον ίδιο ή στον πληρεξούσιο δικηγόρο του ή στον εξουσιοδοτημένο σύμβουλο ή στον εκπρόσωπό του σύμφωνα με το άρθρο 65 του παρόντος. Η απόφαση δύναται να αποσταλεί και με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο σε διεύθυνση που έχει δηλώσει ο αιτών στην Υπηρεσία Πρώτης Υποδοχής ή την Υπηρεσία Ασύλου ή σε διεύθυνση που έχει δηλωθεί από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του ή τον εξουσιοδοτημένο σύμβουλο ή τον εκπρόσωπό του ή σε ηλεκτρονική εφαρμογή, που διαχειρίζεται η Υπηρεσία Ασύλου και στην οποία έχει πρόσβαση ο αιτών μέσω λογαριασμού που διατηρεί. Η προς επίδοση απόφαση που έχει διαβιβαστεί με ηλεκτρονικά μέσα στη δηλωθείσα κατά τα ανωτέρω ηλεκτρονική διεύθυνση του αιτούντος, θεωρείται ότι επιδόθηκε μετά την παρέλευση σαράντα οκτώ (48) ωρών από την ηλεκτρονική αποστολή της. Μαζί με την απόφαση, στην περίπτωση που η επίδοση διενεργείται στον αιτούντα σύμφωνα με τα ανωτέρω εδάφια, συγκοινοποιείται συνοδευτικό έντυπο σε γλώσσα που κατανοεί ή ευλόγως θεωρείται ότι κατανοεί και το οποίο εξηγεί με τρόπο απλό και προσιτό το περιεχόμενο του εγγράφου που επιδόθηκε, τις συνέπειές του για τον ίδιο και τις ενέργειες στις οποίες δύναται να προβεί ή εναλλακτικά δίνεται η διεύθυνση (url) σε ιστοσελίδα του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου που περιλαμβάνει όλες αυτές τις πληροφορίες σε γλώσσα που κατανοεί ή ευλόγως θεωρείται ότι κατανοεί ο αιτών. Κατ’ εξαίρεση, εφόσον με την απόφαση αναγνωρίζεται ο αιτών ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας, επιδίδεται σύμφωνα με τα ανωτέρω μόνο το απόσπασμα του διατακτικού της απόφασης.»
2. Η παρ. 4 του άρθρου 82 του ν. 4636/2019 αντικαθίσταται ως εξής: «4. Σε περίπτωση που ο αιτών είναι κρατούμενος ή παραμένει σε Περιφερειακές Υπηρεσίες Υποδοχής και Ταυτοποίησης ή διαμένει σε Κέντρα Υποδοχής ή Φιλοξενίας, το απόσπασμα του διατακτικού της απόφασης και το συνοδευτικό επεξηγηματικό έγγραφο του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 3 αποστέλλονται με κάθε πρόσφορο τρόπο στον προϊστάμενο του οικείου Κέντρου ή καταστήματος ή εγκατάστασης ο οποίος συντάσσει σχετική πράξη παραλαβής. Οι ώρες παράδοσης και διανομής των εγγράφων του προηγούμενου εδαφίου στους αιτούντες για κάθε εργάσιμη ημέρα αναρτώνται σε εμφανείς χώρους των εγκαταστάσεων. Οι αιτούντες εξασφαλίζουν ότι προσέρχονται στο κέντρο εντός των ωρών παράδοσης και διανομής αλληλογραφίας, προκειμένου να τους επιδοθεί η σχετική αλληλογραφία. Για κάθε επίδοση στον αιτούντα συντάσσεται σχετική έκθεση επίδοσης. Η επίδοση θεωρείται ότι έχει συντελεστεί μετά την πάροδο τριών ημερών από την ημερομηνία σύνταξης της σχετικής πράξης παραλαβής του πρώτου εδαφίου.»
3. Η παρ. 5 του άρθρου 82 του ν. 4636/2019 αντικαθίσταται ως εξής: «5. Σε περίπτωση διαπιστωμένης μη ανεύρεσης του αιτούντος, με τους τρόπους που περιγράφονται στην παράγραφο 3 και μη υπάρχοντος διορισμένου δικηγόρου ή συμβούλου ή εκπροσώπου ή αντικλήτου, η απόφαση επιδίδεται στον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας ενώπιον της οποίας υπεβλήθη η αίτηση. Με την επίδοση αυτή τεκμαίρεται ότι ο αιτών έλαβε γνώση. Σε περίπτωση διαπιστωμένης μη ανεύρεσης του αιτούντος σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 και μη υπάρχοντος διορισμένου δικηγόρου ή συμβούλου ή εκπροσώπου ή αντικλήτου, συντάσσεται σχετική πράξη από τον Προϊστάμενο του οικείου Κέντρου ή καταστήματος ή εγκατάστασης. Από την ημερομηνία σύνταξης της πράξης αυτής τεκμαίρεται αφενός η συντέλεση της επίδοσης και αφετέρου ότι ο αιτών έλαβε γνώση.»
4. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 8 του άρθρου 82 του ν. 4636/2019 αντικαθίσταται ως εξής: «Στην απορριπτική απόφαση γίνεται μνεία για την προθεσμία προς άσκηση προσφυγής, για το δικαίωμά τους να αιτηθούν την παραμονή τους στη χώρα, για το όργανο ενώπιον του οποίου ασκείται, για τις συνέπειες παρόδου άπρακτης της προθεσμίας αυτής, καθώς και για τη δυνατότητα και τους όρους παροχής δωρεάν νομικής συνδρομής στις διαδικασίες ενώπιον της Αρχής Προσφυγών, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις της υπουργικής απόφασης της παραγράφου 8 του άρθρου 7 του ν. 4375/2016 (Α’ 51).»
5. Στο άρθρο 82 του ν. 4636/2019 προστίθεται παράγραφος 12, η οποία έχει ως εξής: «12. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης και Μετανάστευσης και Ασύλου δύναται να καθορίζεται κάθε τεχνική λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.»
Η τροποποίηση παραγνωρίζει την αντικειμενική αδυναμία πρόσβασης αλλά και χρήσης των τεχνολογικών μέσων και δυνατοτήτων από τους αιτούντες άσυλο οι οποίοι ουδόλως τεκμαίρεται ότι είναι σε θέση ή έχουν την ευχέρεια και την οικονομική δυνατότητα να κάνουν χρήση των ως άνω.
Επιπλέον διευρύνεται υπέρμετρα η έννοια του αντικλήτου και οι τρόποι διορισμού του με κίνδυνο να επιδοθούν αποφάσεις σε πρόσωπο το οποίο στερείται πλέον νομιμοποίησης από τον αιτούντα με αποτέλεσμα να μην λάβει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο πραγματική γνώση του περιεχομένου της απόφασης. Συνεπώς ελλοχεύει κίνδυνος απώλειας προθεσμιών ή/και το δικαίωμα πρόσβασης στην μετέπειτα διαδικασία άσκησης ενδίκων μέσων/βοηθημάτων.
Στην περίπτωση που ο αιτών είναι κρατούμενος ή παραμένει σε Περιφερειακές Υπηρεσίες Υποδοχής και Ταυτοποίησης ή διαμένει σε Κέντρα Υποδοχής ή Φιλοξενίας, η πρόβλεψη ότι η επίδοση θεωρείται ότι συντελείται μετά την πάροδο τριών ημερών από την ημερομηνία σύνταξης της σχετικής πράξης παραλαβής από τον προϊστάμενο του οικείου Κέντρου ή καταστήματος ή εγκατάστασης πρέπει να παραλειφθεί καθώς στο αμέσως προηγούμενο εδάφιο προβλέπεται ότι για την επίδοση στον αιτούντα συντάσσεται σχετική έκθεση επίδοσης από την οποία και προκύπτει ότι ο αιτών έλαβε γνώση της απόφασης. Η πρόβλεψη πλασματικής επίδοσης εξάλλου προβλέπεται στο αμέσως επόμενο εδάφιο, στην περίπτωση διαπιστωμένης μη ανεύρεσης του αιτούντα. Στην περίπτωση αυτή προβλέπεται η σύνταξη σχετικής πράξης από τον από τον Προϊστάμενο του οικείου Κέντρου ή καταστήματος ή εγκατάστασης και ότι από την ημερομηνία σύνταξης της πράξης αυτής τεκμαίρεται αφενός η συντέλεση της επίδοσης και αφετέρου ότι ο αιτών έλαβε γνώση. Δεν δικαιολογείται εξάλλου η πρόβλεψη πλασματικής επίδοσης στην περίπτωση που υπάρχει η δυνατότητα λήψης γνώσης της απόφασης με επίδοση στον ίδιο τον αιτούντα. Η παραπάνω ρύθμιση προκαλεί ανασφάλεια δικαίου καθώς ιδίως στην περίπτωση των κρατουμένων δεν προκύπτει με σαφήνεια ποια θα είναι η ημερομηνία επίδοσης.
Επιπλέον, η χρήση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου με σκοπό την επίδοση αποφάσεων επί αιτήσεων διεθνούς προστασίας εγείρει σοβαρά ζητήματα προστασίας προσωπικών δεδομένων, ιδίως στις περιπτώσεις επίδοσης απορριπτικών αποφάσεων όπου επιδίδεται ολόκληρο το σώμα της απόφασης στο οποίο περιλαμβάνονται ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα των αιτούντων.
Η διεύρυνση της πρακτικής των πλασματικών επιδόσεων καταστρατηγεί το δικαίωμα σε αποτελεσματική προσφυγή καθώς στις περιπτώσεις αυτές αναμένεται μεγάλος αριθμός αιτούντων λόγω έλλειψης γνώσης και κατάλληλης ενημέρωσης να μην είναι σε θέση να ασκήσει εμπροθέσμως την προβλεπόμενη εκ του νόμου ενδικοφανή προσφυγή.
Κατόπιν αυτών, προτείνεται στο εδάφιο 2 της παραγράφου 4 του άρθρου 82 « Οι ώρες παράδοσης και διανομής των εγγράφων του προηγούμενου εδαφίου στους αιτούντες για κάθε εργάσιμη ημέρα αναρτώνται σε εμφανείς χώρους των εγκαταστάσεων» να προστεθεί στο τέλος η φράση «και προσβάσιμους σε όλους τους διαμένοντες»
Η προσθήκη στη διάταξη περί επίδοσης της απόφασης και με e-mail στον πληρεξούσιο δικηγόρο, ενισχύει την παθογένεια ότι ο τελευταίος καθίσταται υποχρεωτικά, από την πρώτη στιγμή και ουσιαστικά για πάντα, αντίκλητος και παραγνωρίζει το γεγονός ότι ο αιτών/προσφεύγων μπορεί να έχει ανακαλέσει την εντολή, να μην έχει πλέον καμία επαφή, να έχει απευθυνθεί σε άλλον δικηγόρο, να έχει μετακομίσει κοκ. Με αφορμή λοιπόν αυτήν την τροποποίηση, επαναλαμβάνουμε την άποψη ότι η σχετική διάταξη θα πρέπει να επανεξεταστεί εκ βάθρων.
Η προτεινόμενη τροποποιητική διάταξη του αρθ. 15 για τους τρόπους επίδοσης των αποφάσεων του αρ. 82 προβλέπει αντί για χρήση συστημένης επιστολής στη δηλωθείσα διεύθυνση κατοικίας/διαμονής του αιτούντος άσυλο/προσφεύγοντος τη χρήση απλής επιστολής που αποστέλλεται ταχυδρομικώς. Πράγματι σύμφωνα με την παρ. 2 του αρθ. 19 ΚΔΔ/σιας «Με την επιφύλαξη των τυχόν οριζομένων σε ειδικές διατάξεις, η κοινοποίηση γίνεται με κάθε πρόσφορο τρόπο». Κατά τη νομολογία του ΣτΕ, μεταξύ των πρόσφορων τρόπων κοινοποίησης, περιλαμβάνεται η συστημένη επιστολή που συνδεύεται και από αποδεικτικό παραλαβής (ΣτΕ 3601/2005, ΣτΕ ΕΑ 962/2004). Ωστόσο, στην περίπτωση απλής επιστολής εγγράφου που δεν συνοδεύεται από αποδεικτικό παραλαβής, η περιέλευση σε πλήρη γνώση του ενδιαφερόμενου επί της επιδοθείσας απόφασης λάμβάνει χώρα κατα νομολογιακό τεκμήριο παράδοσης μιας επιστολής και μάλιστα εντός 3 ημερών από την αποστολή της. Υπενθυμίζουμε ότι σύμφωνα με τη νομολογία, έχει δημιουργηθεί τεκμήριο αποστολής, αλλά και παραλαβής επιστολών που αποστέλλονται με σύνηθες ταχυδρομείο, χωρίς την αναγκαιότητα αποστολής τους ως συστημένων. Όπως έχει κριθεί, δημιουργείται μαχητό τεκμήριο παράδοσης μίας επιστολής, εντός ευλόγου χρόνου, ήτοι εντός κάποιων ημερών, (σύμφωνα με τη νομολογία 3 ημέρες) προς το πρόσωπο στο οποίο απευθύνεται, εάν η επιστολή ταχυδρομήθηκε στην ορθή διεύθυνση και δεν έχει επιστραφεί.
Προτείνουμε η τροποποιητική διάταξη να διευκρινιστεί με την προσθήκη ότι σε περίπτωση κοινοποίησης αποφάσεων με απλή επιστολή μέσω ταχυδρομείου, η επίδοση θεωρείται ότι έχει ολοκληρωθεί μετά από τουλάχιστον τρεις (3) ημέρες από την αποστολή τους, ώστε η παραγωγή εννόμων αποτελεσμάτων να άρχεται από την παραλαβή της επιστολής και όχι αόριστα από την αποστολή της.
Περαιτέρω, με την ίδια διάταξη εισάγεται ως τρόπος επίδοσης αποφάσεων η αποστολή τους με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο με προβαλλόμενο τεκμήριο πραγματικής επίδοσης την παρέλευση σαράντα οκτώ (48) ωρών από την ηλεκτρονική αποστολή τους. Η εισαγόμενη τροποποίηση δεν λαμβάνει υπόψη το ως άνω νομολογιακό τεκμήριο της παράδοσης, πέραν αυτού της αποστολής, όπως αυτό άλλωστε αποτυπώνεται και στην παρ. 2 της διάταξης του αρθ. 25 ν. 3979/2011 [& αρθ. 4 του πδ 28/2015] περί γνωστοποίησης δημοσίων εγγράφων με ηλεκτρονικό τρόπο, ήτοι «Το σύστημα γνωστοποίησης πρέπει να επιτρέπει την εξακρίβωση του ακριβούς χρόνου, κατά τον οποίο έλαβε χώρα η αποστολή, η παραλαβή και η πρόσβαση στο περιεχόμενο του εν λόγω εγγράφου, η οποία συνεπάγεται έναρξη των έννομων συνεπειών και των προθεσμιών, όπως αυτές που αφορούν την άσκηση ενδίκων μέσων και βοηθημάτων».
Περαιτέρω, η εισαγωγή των 48 ωρών ως τεκμήριο πλήρους γνώσης του κοινοποιημένου ηλεκτρονικώς εγγράφου αποκλίνει σημαντικά από τη γενική διάταξη τεκμαιρόμενης γνωστοποίησης εντός δέκα (10) ημερών από την ημερομηνία ηλεκτρονικής αποστολής δημοσίων εγγράφων που εφαρμόζεται βάσει της ανωτέρω αναφερθείσας διάταξης, εισάγοντας παράλληλα διακριτική μεταχείριση εις βάρος των αιτούντων άσυλο σε σχέση με τους εν γένει διοικουμένους, ιδίως αν ληφθεί υπόψη ότι η διαφοροποίηση αυτή, έστω κι αν προκειται για ειδικότερη διάταξη, δεν συνάδει προς τις ιδιαίτερες περιστάσεις των αιτούντων άσυλο, ήτοι τη μη εξοικείωσή τους με τις νομικές πρακτικές της χώρας, τις σύντομες προθεσμίες κ.ά. (σχετική και η M.S.S. κατά Βελγίου και Ελλάδας, 21/01/2011, παρα. 232 επ.).
Ζήτημα τίθεται επίσης και ως προς την προστασία προσωπικών δεδομένων, ιδίως εάν με την ηλεκτρονική αποστολή δημοσίων δεν τηρούνται οι προϋποθέσεις ταυτοποίησης και επιβεβαίωσης της ταυτότητας (αυθεντικοποίησης) των προσώπων, όπως προβλέπεται από την παρ. 1 της ως άνω διάταξης του αρθ. 25 ν. 3979/2011 [& αρθ. 4 του πδ 28/2015].
Προτείνουμε να διερευνηθεί περαιτέρω η δυνατότητα χρήσης του μέσου της ηλεκτρονικής αποστολής ως προς τις προϋποθέσεις ταυτοποίησης και επιβεβαίωσης της ταυτότητας (αυθεντικοποίησης) των προσώπων και σε περίπτωση που εν τέλει η αρχική διάταξη τροποποιηθεί προτείνουμε να διασταλεί η τεκμαιρόμενη περιέλευση του εγγράφου σε πλήρη γνώση του άμεσα ενδιαφερόμενου προσώπου ή του εξουσιοδοτημένου προς τούτο πληρεξούσιου δικηγόρου του σε δέκα (10) ημέρες, αντί για σαραντα οκτώ (48) ώρες από την ηλεκτρονική αποστολή, ώστε να υπάρξει εναρμόνιση με το αντίστοιχο τεκμήριο γνωστοποίησης δημοσιων εγγράφων, όπως για τους εν γένει διοικουμένους.
Εισάγονται περισσότερες περιπτώσεις «πλασματικής επίδοσης» στους αιτούντες, με την χρήση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και εφαρμογών που χειρίζεται η Υπ. Ασύλου. Πέρα από τα ζητήματα προσωπικών δεδομένων που τίθενται, η Υπ. Ασύλου δεν δύναται στην πράξη τεχνικά να προχωρήσει σε τέτοιου τύπου επιδόσεις. Σε περίπτωση που κάτι τέτοιο καταστεί δυνατόν, θα πρέπει αντίστοιχα να δοθεί η δυνατότητα και υποβολής των αιτημάτων ασύλου μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, συμπληρωματικά με την ανεπαρκή λειτουργία της υπηρεσίας Skype. Προτείνεται διαγραφή του άρθρου.
Προτείνεται να προστεθεί στην παράγραφο 3, περίοδος με το περιεχόμενο : Ειδικά στις πρωτοβάθμιες αποφάσεις, η επίδοση θα γίνεται κατά την ημερομηνία ανανέωσης του δελτίου των αιτούντων.
Με τον τρόπο αυτό δεν θα πραγματοποιούνται ουσιαστικά εικονικές ή και καθόλου επιδόσεις με αποτέλεσμα οι αιτούντες να στερούνται του δικαιώματος της προσφυγής λόγω του γεγονότος ότι δεν θα λαμβάνουν στην πράξη την επίδοση. Το σύστημα αυτό, ήταν σε μεγάλο βαθμό λειτουργικό προ της ψηφίσεως του 4636/2019 και θα βοηθήσει ειδικά στις υποθέσεις αιτούντων και ασυνόδευτων παιδιών που διαβιούν σε καθεστώς αστεγίας ή/και επισφαλούς στέγασης, κενό το οποίο υπάρχει σε μεγάλο βαθμό και δεν καλύπτεται. Παράλληλα θα ελαφρύνει το φόρτο εργασίας των υπαλλήλων της Υπηρεσίας Ασύλου από την αναζήτηση των αιτούντων.
Η επέκταση των πλασματικών επιδόσεων δε διασφαλίζει την πραγματική γνώση του αιτούντος για την έκδοση απόφασης,άρα και του δικαίωματος της πραγματικής (αποτελεσματικής) προσφυγής του άρθρου 46 της κοινοτικής οδηγίας 2013/32/ΕΕ, συνεπώς παραβιάζεται το ως άνω δικαίωμα των αιτούντων διεθνή προστασία.
Εάν ο προσφεύγων δεν μπορεί να αναευρεθεί μέσω τηλεφώνου, της τελευταίας δηλωμένης διεύθυνσης ή του δηλωμένου αντικλήτου τυ, προτείνεται να επιδίδεται η απόφαση με την προσέλευση του αιτούντος για την ανανέωση του δελτίου αιτούντος διεθνή προστασία, η διάρκεια των οποίων έχει μειωθεί σε αρκετές περιπτώσεις, συνεπώς δνε θα καθυστερούν οι διαδικασίες. Η επίδοση της απόφασης με ηλεκτρονικό μήνυμα δε διασφαλίζει, επισης, ότι ο προσφεύγων λαμβάνει πραγματική γνώση γιατί η επίδοση πρέπει να γίνεται σε γλώσσα που ο προσφεύγων κατανοεί ενώ μπορεί το μήνυμα να μην παραληφθεί από τον αιτούντα για λόγους ανεξάρτητους από την ευθύνη του.
Η διεύρυνση των πλασματικών επιδόσεων δημιουργεί ανασφάλεια δικαίου και καταλήγει σε παραβιάσεις των δικαιωμάτων των αιτούντων/ουσών άσυλο. Είναι αυτονόητο ότι η σχετική πρόβλεψη («Σε περίπτωση διαπιστωμένης μη ανεύρεσης του αιτούντος, με τους τρόπους που περιγράφονται στην παράγραφο 3 και μη υπάρχοντος διορισμένου δικηγόρου ή συμβούλου ή εκπροσώπου ή αντικλήτου, η απόφαση επιδίδεται στον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας ενώπιον της οποίας υπεβλήθη η αίτηση. Με την επίδοση αυτή τεκμαίρεται ότι ο αιτών έλαβε γνώση») ενέχει την παραδοχή ότι ο/η αιτών/ούσα δε θα ενημερωθεί για την έκδοση απόφασης και θα απωλέσει όλες τις προθεσμίες για άσκηση των προβλεπόμενων ένδικων μέσων και βοηθημάτων. Δεν επιλύεται δε το ζήτημα – ήδη εντοπισμένο – της ευθύνης αλλά και της δυνατότητας επικοινωνίας με τους αιτούντες, για τους δικηγόρους που έχουν διοριστεί σε προγενέστερο διάστημα και δεν τους εκπροσωπούν πια. Η δε επιμονή σε επίδοση μέσω μέηλ, δυνατότητα που ακόμα δεν έχει καν θεσμοθετηθεί για τον υπόλοιπο πληθυσμό και ο οποίος έχει πολύ ευρύτερη δυνατότητα χρήσης ηλεκτρονικών μέσων, επίσης παραγνωρίζει την αδυναμία τους σε σταθερή και άμεση (εντός 48 ωρών) πρόσβαση σε ίντερνετ και αποστρέφει το βλέμμα από τις πραγματικές συνθήκες διαβίωσης του προσφυγικού πληθυσμού, εντός και εκτός δομών, ή και σε συνθήκες αστεγίας. Ταυτόχρονα δε, θεσμοθετεί μία ακόμα διάκριση εις βάρος του προσφυγικού πληθυσμού.
Το αρ. 15 του Σχεδίου Νόμου τροποποιεί το αρ. 82 Ν 4636/2019, σχετικά με τους κανόνες επίδοσης των αποφάσεων και άλλων διαδικαστικών εγγράφων. Η τροποποίηση αποσκοπεί, μεταξύ άλλων, στη θέσπιση περαιτέρω ανησυχητικών περιπτώσεων πλασματικής επίδοσης στους αιτούντες, ήτοι με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο σε δηλωθείσα διεύθυνση και με παράδοση από τον προϊστάμενο του κέντρου υποδοχής ή κέντρου κράτησης στο οποίο διαμένει ο αιτών. Η επίδοση θεωρείται συντελεσμένη εντός 48 ωρών από την αποστολή του ηλεκτρονικού μηνύματος και 3 ημερών από την σύνταξη πράξης παραλαβής του κέντρου αντιστοίχως.
Η διεύρυνση της πρακτικής της πλασματικής επίδοσης καθίσταται ιδιαίτερα επικίνδυνη. Η χρήση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου για την επίδοση αποφάσεων επί της αίτησης διεθνούς προστασίας εγείρει ευαίσθητα ζητήματα προστασίας προσωπικών δεδομένων, ενώ η αντικειμενική έλλειψη των αναγκαίων υποδομών στην ελληνική διοίκηση πρόκειται να δημιουργήσει σοβαρά εμπόδια στην ενημέρωση των αιτούντων ως προς την πορεία των αιτήσεών τους και τη δυνατότητά τους να ασκήσουν ενδικοφανείς προσφυγές εντός των ορισμένων από το νόμο προθεσμιών. Στο σημείο αυτό, η RSA αναφέρει ότι πρόσφατα εγχειρήματα εισαγωγής καθεστώτος πλασματικής επίδοσης σε κράτη όπως η Ιταλία έχουν αποδειχθεί ατελέσφορα, λόγω των πολύπλοκων τεχνικών δυσχερειών που έχουν αντιμετωπίσει οι εθνικές αρχές κατά την υλοποίησή τους. Μεταξύ άλλων ζητημάτων, αναφέρεται η έλλειψη συντονισμού των τεχνικών προδιαγραφών της εθνικής βάσης δεδομένων αιτήσεων ασύλου (Vestanet) και των βάσεων δεδομένων του συστήματος υποδοχής (SGA), λόγω της οποίας καθίστατο αδύνατη η αναγνώριση των πράξεων παραλαβής από τη βάση Vestanet.
Για τους λόγους αυτούς, η RSA συνιστά απόρριψη του αρ. 15.
Τροποποίηση άρθρου 82 του
Το άρθρο είναι ιδιαιτέρως συγκεχυμένο . Φαίνεται για τους κρατούμενους να μπορούν να συντρέχουν τρεις διαφορετικές ημερομηνίες ως ημέρα επίδοσης ήτοι : α. βάσει του προτεινόμενου αρ. 82 παρ 4 , η επίδοση εντός των ωρών παράδοσης και διανομής της σχετικής αλληλογραφίας «Για κάθε επίδοση στον αιτούντα συντάσσεται σχετική έκθεση επίδοσης». Στην συνέχεια του ιδίου άρθρου β. « η επίδοση θεωρείται ότι έχει συντελεστεί μετά την πάροδο τριών ημερών από την ημερομηνία σύνταξης της σχετικής πράξης παραλαβής του πρώτου εδαφίου.» και γ. με βάση παρ. 5 του άρθρου 82 : «Σε περίπτωση διαπιστωμένης μη ανεύρεσης του αιτούντος σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 και μη υπάρχοντος διορισμένου δικηγόρου ή συμβούλου ή εκπροσώπου ή αντικλήτου, συντάσσεται σχετική πράξη από τον Προϊστάμενο του οικείου Κέντρου ή καταστήματος ή εγκατάστασης. Από την ημερομηνία σύνταξης της πράξης αυτής τεκμαίρεται αφενός η συντέλεση της επίδοσης και αφετέρου ότι ο αιτών έλαβε γνώση.»
Θα πρέπει να ορίζεται ρητά ποια μέρα εκ των τριών θα ισχύει ως ημερομηνία επίδοσης άλλως δημιουργείται ανασφάλεια δικαίου .Καθώς οι προθεσμίες τρέχουν από τη επίδοση θα παραβιάζεται και με αυτό τον τρόπο το δικαίωμα σε αποτελεσματική προσφυγή .
Ασάφεια εντοπίζεται και στον τρόπο και τον χρόνο ανάρτησης των ωρών παράδοσης των εγγραφών . Ενώ δηλαδή προβλέπεται πως με την πάροδο τριών ημερών από την παραλαβή από τον προϊστάμενο του κέντρου τεκμαίρεται επίδοση , δεν προβλέπεται υποχρέωση του να προχωρήσει αμελλητί στην επίδοση της σχετικής αλληλογραφίας . Γενικότερα το κείμενο είναι μαλλον κακότεχνο και η πρόβλεψη του τρόπου αυτού επίδοσης φαίνεται προβληματική Προτείνεται να απαλειφθεί εντελώς