1. Τα άρθρα 16 έως 33 του Κεφαλαίου Γ΄ του ν. 3907/2011 (Α΄7) περί προσαρμογής στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008 σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη – μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών (L 348), δεν εφαρμόζονται στους υπηκόους τρίτων χωρών, οι οποίοι:
α. Υπόκεινται σε απαγόρευση εισόδου, σύμφωνα με το άρθρο 14 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, περί κώδικα της Ένωσης σχετικά με το καθεστώς διέλευσης προσώπων από τα σύνορα (κώδικας συνόρων του Σένγκεν) (ΕΕ L 77) ή συλλαμβάνονται ή παρακολουθούνται από τις αρμόδιες αρχές σε σχέση με παράνομη χερσαία, θαλάσσια ή εναέρια διέλευση των εξωτερικών συνόρων κατά την έννοια της παρ. 2 του άρθρου 2 του Κώδικα Συνόρων Σένγκεν, στους οποίους δεν έχει χορηγηθεί στη συνέχεια άδεια ή δικαίωμα να παραμείνουν στη χώρα,
β. υπόκεινται σε απέλαση που επιβάλλεται με δικαστική απόφαση, ως μέτρο ασφαλείας ή ως παρεπόμενη ποινή ή υπόκεινται σε διαδικασίες έκδοσης σύμφωνα με διεθνή σύμβαση που δεσμεύει τη χώρα ή τα άρθρα 436-456 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας ή τον ν. 3251/2004 (Α’ 127) και
γ. απολαμβάνουν του δικαιώματος της ελεύθερης κυκλοφορίας σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 2 του Κώδικα Συνόρων Σένγκεν και το π.δ. 106/2007 (Α΄ 135).
2. Στις περιπτώσεις της παρ. 1 εφαρμόζονται τα άρθρα 76, 77, 78, 78 Α, 80, 81, 82 και 83 του ν. 3386/2005 (Α΄ 212).
3. Στην απόφαση με την οποία διατάσσεται η επιστροφή αιτούντος διεθνούς προστασίας γίνεται μνεία στo παρόν άρθρο.
Λαμβάνοντας υπόψιν τη Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού, που αποτελεί νόμο του ελληνικού κράτους (Ν. 2101/1992) και τις προβλεπόμενες προστατευτικές διατάξεις και διαδικαστικές εγγυήσεις όσον αφορά τα ασυνόδευτα παιδιά, συστήνουμε ότι πρέπει να υπάρχει ρητή πρόβλεψη στο νόμο ότι όλα τα ασυνόδευτα παιδιά θα εξαιρούνται από όλες τις διαδικασίες επιστροφών και απελάσεων.
Αναφορικά με τις θέσεις μας στα υπόλοιπα άρθρα καλυπτόμαστε από την έκθεση των οργανώσεων υποστήριξης προσφύγων και αιτούντων διεθνή προστασία που είναι διαθέσιμη εδώ : https://rsaegean.org/wp-content/uploads/2021/06/%CE%A0%CE%B1%CF%81%CE%B1%CF%84%CE%B7%CF%81%CE%B7%CC%81%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%82_%CE%A3%CE%9D_%CE%91%CF%80%CE%B5%CE%BB%CE%B1%CC%81%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%82.pdf
Συμφωνούμε ότι πρέπει να αλλάξει η διατύπωση της διάταξης ως εξής1. αρ. 1 ως εξής:1. Η περ. α΄ της παρ. 2 του άρθρου 17 του ν. 3907/2011 (Α΄ 7) τροποποιείται ως εξής: «Υπόκεινται σε απαγόρευση εισόδου, σύμφωνα με το άρθρο 14 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, περί κώδικα της Ένωσης σχετικά με το καθεστώς διέλευσης προσώπων από τα σύνορα (κώδικας συνόρων του Σένγκεν) (ΕΕ L 77) ή συλλαμβάνονται ή παρακολουθούνται από τις αρμόδιες αρχές σε στενή χρονική και τοπική σχέση με παράνομη χερσαία, θαλάσσια ή εναέρια διέλευση των εξωτερικών συνόρων κατά την έννοια της παρ. 2 του άρθρου 2 του Κώδικα Συνόρων Σένγκεν, στους οποίους δεν έχει χορηγηθεί στη συνέχεια άδεια ή δικαίωμα να παραμείνουν στη χώρα.»2.2. Στο άρθρο 17 του ν. 3907/2011 (Α΄ 7) προστίθεται νέα παρ. 3 ως εξής:
«Οι παράγραφοι 1 και 2 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των άρθρων 39 και 65 του ν. 4636/2019 (Α΄ 169).»3.3. Το άρθρο 34 του ν. 3907/2011 (Α΄ 7) τροποποιείται ως εξής:
«Για τους υπηκόους τρίτων χωρών που εξαιρούνται της εφαρμογής του Κεφαλαίου Γ σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 2 εδάφιο α΄ εφαρμόζονται τα άρθρα 76, 77, 78, 78 Α, 80, 81, 82 και 83 του ν. 3386/2005 (Α΄ 212).»
Ο εθνικός νομοθέτης έχει θεσπίσει, μέσω των Ν 4375/2016 και Ν 4636/2019, όπως ισχύουν, τις «διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης» ως ειδικό θεσμικό πλαίσιο για τη διαχείριση των παράτυπα αφιχθέντων πολιτών τρίτων χωρών στην Ελλάδα, υπό την αρμοδιότητα της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΥπΥΤ). Οι διαδικασίες ακολουθούνται υποχρεωτικά για όλους όσους εισέρχονται ή διαμένουν στη χώρα χωρίς νόμιμες διατυπώσεις, οι οποίοι «οδηγούνται άμεσα με ευθύνη των αστυνομικών ή λιμενικών αρχών που επιλαμβάνοναι αρμοδίως, σε Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης» (αρ. 14, παρ. 1 Ν 4375/2016, αρ. 39, παρ. 1 Ν 4636/2019). Οι νεοεισερχόμενοι στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και τον Έβρο κατά κανόνα υπάγονται σε διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης και παραπέμπονται από την ΥπΥΤ στη διαδικασία ασύλου, κατόπιν της υποβολής αίτησης ασύλου. Αποκτούν, δε, το καθεστώς του αιτούντος άσυλο και το συνακόλουθο δικαίωμα παραμονής στο ελληνικό έδαφος με μόνη την «υποβολή» της αίτησης, ήτοι την προφορική ή γραπτή έκφραση της βούλησης να αιτηθούν διεθνή προστασία, η οποία δεν απαιτεί καμία διοικητική διατύπωση (Άρθρο 2, περ. γ΄ Οδηγίας 2013/32/ΕΕ, άρθρο 2, περ. β΄ 2013/33/ΕΕ, άρθρο 65, παρ. 8 Ν 4636/2019, ΔΕΕ, C-36/20 VL, σκ. 88-94). Κατά συνέπεια, δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις περί απέλασης (αρ. 76 επ. Ν 3386/2005) ή επιστροφής (Κεφ. Γ΄ Ν 3907/2011) στην περίπτωσή τους, αλλά οι διατάξεις του Ν 4636/2019, εφόσον δεν συντρέχει στο πρόσωπό τους η προϋπόθεση της «παράνομης παραμονής» (ΔΕΕ, C-181/16 Gnandi, σκ. 40).
Η συστηματική και αδιάκριτη έκδοση αποφάσεων απέλασης από τις αστυνομικές αρχές εις βάρος προσώπων, τα οποία εμπίπτουν στο καθεστώς του αιτούντος άσυλο, έχουν δε ήδη υπαχθεί σε διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης, συνιστά καταστρατήγηση εκ μέρους της διοίκησης των θεμελιωδών εγγυήσεων που παρέχει ο νομοθέτης του Ν 4636/2019 στους αιτούντες μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας ασύλου, η οποία δεν θεραπεύεται από τα διοικητικά δικαστήρια στο πλαίσιο του ακυρωτικού ελέγχου (ενδεικτικά ΔΠρΜυτ 21/2020).
Για τους λόγους αυτούς, παρίσταται απαραίτητη η αποσαφήνιση των διακριτών πεδίων εφαρμογής των Ν 4636/2019, Ν 3907/2011 και Ν 3386/2005 και δη της άμεσης υπαγωγής των παράτυπα εισερχομένων στις διατάξεις του Ν 4636/2019 και ιδίως των αρ. 39 και 65, προ της κίνησης διαδικασιών απέλασης ή επιστροφής.
Υπενθυμίζεται ότι οι ανωτέρω εκτεθείσες διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης, οι οποίες εφαρμόζονται υποχρεωτικά για όλους τους παράτυπα εισερχομένους, περιλαμβάνουν πέντε διακριτά και διαδοχικά στάδια, μεταξύ των οποίων ενημέρωση, καταγραφή και ιατρικός έλεγχος, ενέχουν, δε, την ενδεχόμενη μεταφορά του ατόμου σε άλλη δομή της επικράτειας για την ολοκλήρωσή τους (αρ. 39, παρ. 2 Ν 4636/2019). Δεν πληρούται συνεπώς η απαιτούμενη «στενή χρονική και τοπική σύνδεση με τη διέλευση των συνόρων» στην περίπτωση των νεοεισερχομένων που υπάγονται σε διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης.
Βάσει των ανωτέρω εκτεθέντων, προτείνεται η αναδιατύπωση του αρ. 1 ως εξής:
1. Η περ. α΄ της παρ. 2 του άρθρου 17 του ν. 3907/2011 (Α΄ 7) τροποποιείται ως εξής:
«Υπόκεινται σε απαγόρευση εισόδου, σύμφωνα με το άρθρο 14 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, περί κώδικα της Ένωσης σχετικά με το καθεστώς διέλευσης προσώπων από τα σύνορα (κώδικας συνόρων του Σένγκεν) (ΕΕ L 77) ή συλλαμβάνονται ή παρακολουθούνται από τις αρμόδιες αρχές σε στενή χρονική και τοπική σχέση με παράνομη χερσαία, θαλάσσια ή εναέρια διέλευση των εξωτερικών συνόρων κατά την έννοια της παρ. 2 του άρθρου 2 του Κώδικα Συνόρων Σένγκεν, στους οποίους δεν έχει χορηγηθεί στη συνέχεια άδεια ή δικαίωμα να παραμείνουν στη χώρα.»
2. Στο άρθρο 17 του ν. 3907/2011 (Α΄ 7) προστίθεται νέα παρ. 3 ως εξής:
«Οι παράγραφοι 1 και 2 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των άρθρων 39 και 65 του ν. 4636/2019 (Α΄ 169).»
3. Το άρθρο 34 του ν. 3907/2011 (Α΄ 7) τροποποιείται ως εξής:
«Για τους υπηκόους τρίτων χωρών που εξαιρούνται της εφαρμογής του Κεφαλαίου Γ σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 2 εδάφιο α΄ εφαρμόζονται τα άρθρα 76, 77, 78, 78 Α, 80, 81, 82 και 83 του ν. 3386/2005 (Α΄ 212).»
Η πρόβλεψη ότι αιτούντες άσυλο των οποίων απορρίπτεται το αίτημα ασύλου τους εμπίπτουν στις διαδικασίες απέλασεις και όχι στη διαδικασία επιστροφής παραβιάζει το ενωσιακό δίκαιο.
Τα νομικά επιχειρήματα περιγράφονται και στις τοποθετήσεις άλλων οργανώσεων.
Συμφωνούμε ότι πρέπει να αλλάξει η διατύπωση της διάταξης ως εξής
1. αρ. 1 ως εξής:1. Η περ. α΄ της παρ. 2 του άρθρου 17 του ν. 3907/2011 (Α΄ 7) τροποποιείται ως εξής: «Υπόκεινται σε απαγόρευση εισόδου, σύμφωνα με το άρθρο 14 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, περί κώδικα της Ένωσης σχετικά με το καθεστώς διέλευσης προσώπων από τα σύνορα (κώδικας συνόρων του Σένγκεν) (ΕΕ L 77) ή συλλαμβάνονται ή παρακολουθούνται από τις αρμόδιες αρχές σε στενή χρονική και τοπική σχέση με παράνομη χερσαία, θαλάσσια ή εναέρια διέλευση των εξωτερικών συνόρων κατά την έννοια της παρ. 2 του άρθρου 2 του Κώδικα Συνόρων Σένγκεν, στους οποίους δεν έχει χορηγηθεί στη συνέχεια άδεια ή δικαίωμα να παραμείνουν στη χώρα.»2.
2. Στο άρθρο 17 του ν. 3907/2011 (Α΄ 7) προστίθεται νέα παρ. 3 ως εξής:
«Οι παράγραφοι 1 και 2 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των άρθρων 39 και 65 του ν. 4636/2019 (Α΄ 169).»3.
3. Το άρθρο 34 του ν. 3907/2011 (Α΄ 7) τροποποιείται ως εξής:
«Για τους υπηκόους τρίτων χωρών που εξαιρούνται της εφαρμογής του Κεφαλαίου Γ σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 2 εδάφιο α΄ εφαρμόζονται τα άρθρα 76, 77, 78, 78 Α, 80, 81, 82 και 83 του ν. 3386/2005 (Α΄ 212).»
Ο εθνικός νομοθέτης έχει θεσπίσει, μέσω των Ν 4375/2016 και Ν 4636/2019, όπως ισχύουν, τις «διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης» ως ειδικό θεσμικό πλαίσιο για τη διαχείριση των παράτυπα αφιχθέντων πολιτών τρίτων χωρών στην Ελλάδα, υπό την αρμοδιότητα της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΥπΥΤ). Οι διαδικασίες ακολουθούνται υποχρεωτικά για όλους όσους εισέρχονται ή διαμένουν στη χώρα χωρίς νόμιμες διατυπώσεις, οι οποίοι «οδηγούνται άμεσα με ευθύνη των αστυνομικών ή λιμενικών αρχών που επιλαμβάνοναι αρμοδίως, σε Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης» (αρ. 14, παρ. 1 Ν 4375/2016, αρ. 39, παρ. 1 Ν 4636/2019). Οι νεοεισερχόμενοι στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και τον Έβρο κατά κανόνα υπάγονται σε διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης και παραπέμπονται από την ΥπΥΤ στη διαδικασία ασύλου, κατόπιν της υποβολής αίτησης ασύλου. Αποκτούν, δε, το καθεστώς του αιτούντος άσυλο και το συνακόλουθο δικαίωμα παραμονής στο ελληνικό έδαφος με μόνη την «υποβολή» της αίτησης, ήτοι την προφορική ή γραπτή έκφραση της βούλησης να αιτηθούν διεθνή προστασία, η οποία δεν απαιτεί καμία διοικητική διατύπωση (Άρθρο 2, περ. γ΄ Οδηγίας 2013/32/ΕΕ, άρθρο 2, περ. β΄ 2013/33/ΕΕ, άρθρο 65, παρ. 8 Ν 4636/2019, ΔΕΕ, C-36/20 VL, σκ. 88-94). Κατά συνέπεια, δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις περί απέλασης (αρ. 76 επ. Ν 3386/2005) ή επιστροφής (Κεφ. Γ΄ Ν 3907/2011) στην περίπτωσή τους, αλλά οι διατάξεις του Ν 4636/2019, εφόσον δεν συντρέχει στο πρόσωπό τους η προϋπόθεση της «παράνομης παραμονής» (ΔΕΕ, C-181/16 Gnandi, σκ. 40).
Η συστηματική και αδιάκριτη έκδοση αποφάσεων απέλασης από τις αστυνομικές αρχές εις βάρος προσώπων, τα οποία εμπίπτουν στο καθεστώς του αιτούντος άσυλο, έχουν δε ήδη υπαχθεί σε διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης, συνιστά καταστρατήγηση εκ μέρους της διοίκησης των θεμελιωδών εγγυήσεων που παρέχει ο νομοθέτης του Ν 4636/2019 στους αιτούντες μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας ασύλου, η οποία δεν θεραπεύεται από τα διοικητικά δικαστήρια στο πλαίσιο του ακυρωτικού ελέγχου (ενδεικτικά ΔΠρΜυτ 21/2020).
Για τους λόγους αυτούς, παρίσταται απαραίτητη η αποσαφήνιση των διακριτών πεδίων εφαρμογής των Ν 4636/2019, Ν 3907/2011 και Ν 3386/2005 και δη της άμεσης υπαγωγής των παράτυπα εισερχομένων στις διατάξεις του Ν 4636/2019 και ιδίως των αρ. 39 και 65, προ της κίνησης διαδικασιών απέλασης ή επιστροφής.
Περαιτέρω, η διάταξη του αρ. 1 του παρόντος ρυθμίζει το πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ περί επιστροφών, όπως έχει μεταφερθεί στην ελληνική έννομη τάξη με το Κεφάλαιο Γ΄ του Ν 3907/2011. Ωστόσο, το εν λόγω Κεφάλαιο και δη τα αρ. 17, παρ. 2 και 34 Ν 3907/2011 ήδη ρυθμίζουν τις περιπτώσεις στις οποίες δύναται η διοίκηση να παραγκωνίζει τις διαδικασίες τις Οδηγίας σύμφωνα με το αρ. 2, παρ. 2 αυτής και να εφαρμόζει τις διαδικασίες απέλασης που προβλέπονται στα αρ. 76 επ. Ν 3386/2005.
Σε κάθε περίπτωση, συμπεριλαμβανομένης της παρέκκλισης από τις διαδικασίες επιστροφών, ο ενωσιακός νομοθέτης αξιώνει την τήρηση ελάχιστων εγγυήσεων στο αρ. 4, παρ. 4 της Οδηγίας, οι οποίες ήδη προβλέπονται στο αρ. 19, παρ. 2 Ν 3907/2011. Η επιχειρούμενη ρύθμιση του αρ. 1 του παρόντος Σχεδίου Νόμου θα είχε ως αποτέλεσμα την καταστρατήγηση των ανωτέρω ελάχιστων υποχρεώσεων που δεσμεύουν τις αρμόδιες αρχές ακόμη και στις περιπτώσεις όπου επιτρεπτώς εφαρμόζεται ο Ν 3386/2005 έναντι του Ν 3907/2011, κατά ευθεία παράβαση του ενωσιακού δικαίου.
Για το λόγο αυτό, η προτεινόμενη διατύπωση του άρθρου 1 πρέπει να διαγραφεί. Ωστόσο, ορθώς παρατηρείται στην Ανάλυση Συνεπειών Ρύθμισης η ανάγκη αποσαφήνισης του διαχωρισμού των διαδικασιών επιστροφής από αυτές της απέλασης, σε πλήρη συμμόρφωση με το αρ. 2, παρ. 2 της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ. Επιβάλλεται, δε, από τη νομολογία του ΔΕΕ η συσταλτική ερμηνεία του καθεστώτος παρέκκλισης από τις εγγυήσεις της Οδηγίας επιστροφών που ρυθμίζεται από το αρ. 2, παρ. 2, περ. α΄ της Οδηγίας (C-444/17 Arib, σκ. 60). Σύμφωνα με το πνεύμα της Οδηγίας, οι περιπτώσεις που εμπίπτουν στην ανωτέρω παρέκκλιση – και ως εκ τούτου αφορούν σε «απέλαση» και όχι σε «επιστροφή» – περιγράφονται από το Εγχειρίδιο περί Επιστροφής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ως «περιπτώσεις διασυνοριακού χαρακτήρα» (σημ. 2.1).
Κατά την αυθεντική ερμηνεία του ενωσιακού δικαίου από το ΔΕΕ, την οποία έχουν υποστηρίξει τόσο η Ελληνική Κυβέρνηση όσο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η ρήτρα «σε σχέση με παράνομη… διέλευση» στο αρ. 2, παρ. 2, περ. α΄ της Οδηγίας και ήδη αρ. 17, παρ. 2, περ. α΄ Ν 3907/2011 απαιτεί την ύπαρξη «στενής χρονικής και τοπικής σύνδεσης με τη διέλευση των συνόρων». Αφορά συνακολούθως σε περιπτώσεις προσώπων που «συνελήφθησαν ή υποβλήθηκαν σε έλεγχο από τις αρμόδιες αρχές ακριβώς κατά τη χρονική στιγμή της παράνομης διελεύσεως των εξωτερικών συνόρων ή κοντά στο συνοριακό σημείο διελεύσεως κατόπιν αυτής» (C-47/15 Affum, σκ. 72, C-444/17 Arib, σκ. 46). Ως εκ τούτου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διευκρινίζει στο Εγχειρίδιο Επιστροφής (σημ. 2.1) ότι δεν εμπίπτουν στη διάταξη οι παράτυποι μετανάστες που συλλαμβάνονται σε παραμεθόρια περιοχή, εφόσον «δεν υφίσταται πλέον ΑΜΕΣΗ σχέση με την πράξη της παράνομης διέλευσης των συνόρων».
Υπενθυμίζεται ότι οι ανωτέρω εκτεθείσες διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης, οι οποίες εφαρμόζονται υποχρεωτικά για όλους τους παράτυπα εισερχομένους, περιλαμβάνουν πέντε διακριτά και διαδοχικά στάδια, μεταξύ των οποίων ενημέρωση, καταγραφή και ιατρικός έλεγχος, ενέχουν, δε, την ενδεχόμενη μεταφορά του ατόμου σε άλλη δομή της επικράτειας για την ολοκλήρωσή τους (αρ. 39, παρ. 2 Ν 4636/2019). Δεν πληρούται συνεπώς η απαιτούμενη «στενή χρονική και τοπική σύνδεση με τη διέλευση των συνόρων» στην περίπτωση των νεοεισερχομένων που υπάγονται σε διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης.
Εξάλλου, το Εγχειρίδιο περί Επιστροφής (σημ. 2.1) ερμηνεύει τη ρήτρα «δεν έχει, εν συνεχεία, χορηγηθεί άδεια ή δικαίωμα να παραμείνουν στο εν λόγω κράτος μέλος» της περ. α΄ της παρ. 2 του αρ. 2 της Οδηγίας, διευκρινίζοντας ότι δεν εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας ως «περιπτώσεις διασυνοριακού χαρακτήρα» οι «παράτυπα εισερχόμενοι που συνελήφθησαν στα εξωτερικά σύνορα και τους χορηγήθηκε εν συνεχεία δικαίωμα παραμονής ως αιτούντων άσυλο». Αποκλείονται συνεπώς, κατά την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, οι αιτούντες άσυλο από τις διατάξεις παρέκκλισης από το καθεστώς της Οδηγίας επιστροφών, δεδομένου ότι απολαμβάνουν εκ του νόμου το δικαίωμα παραμονής στο έδαφος της χώρας, μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας ασύλου (αρ. 9 Οδηγίας 2013/32/ΕΕ).
Βάσει των ανωτέρω εκτεθέντων, προτείνεται η αναδιατύπωση του αρ. 1 ως εξής:
1. Η περ. α΄ της παρ. 2 του άρθρου 17 του ν. 3907/2011 (Α΄ 7) τροποποιείται ως εξής:
«Υπόκεινται σε απαγόρευση εισόδου, σύμφωνα με το άρθρο 14 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, περί κώδικα της Ένωσης σχετικά με το καθεστώς διέλευσης προσώπων από τα σύνορα (κώδικας συνόρων του Σένγκεν) (ΕΕ L 77) ή συλλαμβάνονται ή παρακολουθούνται από τις αρμόδιες αρχές σε στενή χρονική και τοπική σχέση με παράνομη χερσαία, θαλάσσια ή εναέρια διέλευση των εξωτερικών συνόρων κατά την έννοια της παρ. 2 του άρθρου 2 του Κώδικα Συνόρων Σένγκεν, στους οποίους δεν έχει χορηγηθεί στη συνέχεια άδεια ή δικαίωμα να παραμείνουν στη χώρα.»
2. Στο άρθρο 17 του ν. 3907/2011 (Α΄ 7) προστίθεται νέα παρ. 3 ως εξής:
«Οι παράγραφοι 1 και 2 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των άρθρων 39 και 65 του ν. 4636/2019 (Α΄ 169).»
3. Το άρθρο 34 του ν. 3907/2011 (Α΄ 7) τροποποιείται ως εξής:
«Για τους υπηκόους τρίτων χωρών που εξαιρούνται της εφαρμογής του Κεφαλαίου Γ σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 2 εδάφιο α΄ εφαρμόζονται τα άρθρα 76, 77, 78, 78 Α, 80, 81, 82 και 83 του ν. 3386/2005 (Α΄ 212).»
(βλ. και τις «Παρατηρήσεις νομικών οργανώσεων επί του Σχεδίου Νόμου «Αναμόρφωση διαδικασιών απελάσεων και επιστροφών»», διαθέσιμο στο διαδικτυακό τόπο https://rsaegean.org/el/paratiriseis-sn-anamorfosi-diadikasion-apelaseon-kai-epistrofon/)
Συμφωνω απολυτα με τον κυριο Μαυρογιάννη και τον κυριο Τσιάντα.
Η διάταξη του αρ. 1 του παρόντος ρυθμίζει το πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας επιστροφών, όπως έχει μεταφερθεί στην ελληνική έννομη τάξη με το Κεφάλαιο Γ΄ του Ν 3907/2011. Ωστόσο, το εν λόγω Κεφάλαιο και δη τα αρ. 17, παρ. 2 και 34 Ν 3907/2011 ήδη ρυθμίζουν τις περιπτώσεις στις οποίες δύναται η διοίκηση να παραγκωνίζει τις διαδικασίες τις Οδηγίας σύμφωνα με το αρ. 2, παρ. 2 αυτής και να εφαρμόζει τις διαδικασίες απέλασης που προβλέπονται στα αρ. 76 επ. Ν 3386/2005.
Σε κάθε περίπτωση, συμπεριλαμβανομένης της παρέκκλισης από τις διαδικασίες επιστροφών, ο ενωσιακός νομοθέτης αξιώνει την τήρηση ελάχιστων εγγυήσεων στο αρ. 4, παρ. 4 της Οδηγίας, οι οποίες ήδη προβλέπονται στο αρ. 19, παρ. 2 Ν 3907/2011. Η επιχειρούμενη ρύθμιση του αρ. 1 του παρόντος Σχεδίου Νόμου θα είχε ως αποτέλεσμα την καταστρατήγηση των ανωτέρω ελάχιστων υποχρεώσεων που δεσμεύουν τις αρμόδιες αρχές ακόμη και στις περιπτώσεις όπου επιτρεπτώς εφαρμόζεται ο Ν 3386/2005 έναντι του Ν 3907/2011, κατά ευθεία παράβαση του ενωσιακού δικαίου.
Για το λόγο αυτό, η προτεινόμενη διατύπωση του άρθρου 1 πρέπει να διαγραφεί. Ωστόσο, ορθώς παρατηρείται από το Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου η ανάγκη αποσαφήνισης του διαχωρισμού των διαδικασιών επιστροφής από αυτές της απέλασης (Σχέδιο Νόμου: «Αναμόρφωση διαδικασιών απέλασης» – Ανάλυση συνεπειών ρύθμισης, 18 Ιουνίου 2021, 7), σε πλήρη συμμόρφωση με το αρ. 2, παρ. 2 της Οδηγίας επιστροφών. Επιβάλλεται, δε, από τη νομολογία του ΔΕΕ η συσταλτική ερμηνεία του καθεστώτος παρέκκλισης από τις εγγυήσεις της Οδηγίας επιστροφών που ρυθμίζεται από το αρ. 2, παρ. 2, περ. α΄ της Οδηγίας (ΔΕΕ, Υπόθεση C-444/17 Préfet des Pyrénées-Orientales κατά Arib, 19 Μαρτίου 2019, σκ. 60) . Σύμφωνα με το πνεύμα της Οδηγίας, οι περιπτώσεις που εμπίπτουν στην ανωτέρω παρέκκλιση – και ως εκ τούτου αφορούν σε «απέλαση» και όχι σε «επιστροφή» – περιγράφονται από το Εγχειρίδιο περί Επιστροφής (Return Handbook) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ως «περιπτώσεις διασυνοριακού χαρακτήρα» (Σύσταση (ΕΕ) 2017/2338 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την καθιέρωση κοινού «εγχειριδίου περί επιστροφής» [2017] Επίσημη Εφημερίδα ΕΕ L339/83, σημ. 2.1.).
Κατά την αυθεντική ερμηνεία του ενωσιακού δικαίου από το ΔΕΕ, την οποία έχουν υποστηρίξει τόσο η Ελληνική Κυβέρνηση όσο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η ρήτρα «σε σχέση με παράνομη… διέλευση» στο αρ. 2, παρ. 2, περ. α΄ της Οδηγίας και ήδη αρ. 17, παρ. 2, περ. α΄ Ν 3907/2011 απαιτεί την ύπαρξη «στενής χρονικής και τοπικής σύνδεσης με τη διέλευση των συνόρων». Αφορά συνακολούθως σε περιπτώσεις προσώπων που «συνελήφθησαν ή υποβλήθηκαν σε έλεγχο από τις αρμόδιες αρχές ακριβώς κατά τη χρονική στιγμή της παράνομης διελεύσεως των εξωτερικών συνόρων ή κοντά στο συνοριακό σημείο διελεύσεως κατόπιν αυτής» (ΔΕΕ, Υπόθεση C-47/15 Affum κατά Préfet du Pas-de-Calais and Procureur général de la Cour d’appel de Douai, 7 Ιουνίου 2016, σκ. 72, Υπόθεση C-444/17 Arib, 19 Μαρτίου 2019, σκ. 46). Ως εκ τούτου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διευκρινίζει στο Εγχειρίδιο Επιστροφής ότι δεν εμπίπτουν στη διάταξη οι παράτυποι μετανάστες που συλλαμβάνονται σε παραμεθόρια περιοχή, εφόσον «δεν υφίσταται πλέον ΑΜΕΣΗ σχέση με την πράξη της παράνομης διέλευσης των συνόρων» (Σύσταση (ΕΕ) 2017/2338 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την καθιέρωση κοινού «εγχειριδίου περί επιστροφής», σημ. 2.1.).
Υπενθυμίζεται ότι οι ανωτέρω εκτεθείσες διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης, οι οποίες εφαρμόζονται υποχρεωτικά για όλους τους παράτυπα εισερχομένους, περιλαμβάνουν πέντε διακριτά και διαδοχικά στάδια, μεταξύ των οποίων ενημέρωση, καταγραφή και ιατρικός έλεγχος, ενέχουν, δε, την ενδεχόμενη μεταφορά του ατόμου σε άλλη δομή της επικράτειας για την ολοκλήρωσή τους (αρ. 39, παρ. 2 Ν 4636/2019). Δεν πληρούται συνεπώς η απαιτούμενη «στενή χρονική και τοπική σύνδεση με τη διέλευση των συνόρων» στην περίπτωση των νεοεισερχομένων που υπάγονται σε διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης.
Εξάλλου, το Εγχειρίδιο περί Επιστροφής (Σύσταση (ΕΕ) 2017/2338 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την καθιέρωση κοινού «εγχειριδίου περί επιστροφής», σημ. 2.1.) ερμηνεύει τη ρήτρα «δεν έχει, εν συνεχεία, χορηγηθεί άδεια ή δικαίωμα να παραμείνουν στο εν λόγω κράτος μέλος» της περ. α΄ της παρ. 2 του αρ. 2 της Οδηγίας, διευκρινίζοντας ότι δεν εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας ως «περιπτώσεις διασυνοριακού χαρακτήρα» οι «παράτυπα εισερχόμενοι που συνελήφθησαν στα εξωτερικά σύνορα και τους χορηγήθηκε εν συνεχεία δικαίωμα παραμονής ως αιτούντων άσυλο». Αποκλείονται συνεπώς, κατά την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, οι αιτούντες άσυλο από τις διατάξεις παρέκκλισης από το καθεστώς της Οδηγίας επιστροφών, δεδομένου ότι απολαμβάνουν εκ του νόμου το δικαίωμα παραμονής στο έδαφος της χώρας, μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας ασύλου (Άρθρο 9, παρ. 1 Οδηγίας 2013/32/ΕΕ για τις διαδικασίες ασύλου).
Βάσει των ανωτέρω, προτείνεται η αναδιατύπωση του αρ. 1 ως εξής:
1. Η περ. α΄ της παρ. 2 του άρθρου 17 του ν. 3907/2011 (Α΄ 7) τροποποιείται ως εξής: «Υπόκεινται σε απαγόρευση εισόδου, σύμφωνα με το άρθρο 14 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, περί κώδικα της Ένωσης σχετικά με το καθεστώς διέλευσης προσώπων από τα σύνορα (κώδικας συνόρων του Σένγκεν) (ΕΕ L 77) ή συλλαμβάνονται ή παρακολουθούνται από τις αρμόδιες αρχές σε στενή χρονική και τοπική σχέση με παράνομη χερσαία, θαλάσσια ή εναέρια διέλευση των εξωτερικών συνόρων κατά την έννοια της παρ. 2 του άρθρου 2 του Κώδικα Συνόρων Σένγκεν, στους οποίους δεν έχει χορηγηθεί στη συνέχεια άδεια ή δικαίωμα να παραμείνουν στη χώρα.»
2. Στο άρθρο 17 του ν. 3907/2011 (Α΄ 7) προστίθεται νέα παρ. 3 ως εξής:
«Οι παράγραφοι 1 και 2 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των άρθρων 39 και 65 του ν. 4636/2019 (Α΄ 169).»
3. Το άρθρο 34 του ν. 3907/2011 (Α΄ 7) τροποποιείται ως εξής:
«Για τους υπηκόους τρίτων χωρών που εξαιρούνται της εφαρμογής του Κεφαλαίου Γ σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 2 εδάφιο α΄ εφαρμόζονται τα άρθρα 76, 77, 78, 78 Α, 80, 81, 82 και 83 του ν. 3386/2005 (Α΄ 212).»
Ο εθνικός νομοθέτης έχει θεσπίσει, μέσω των Ν 4375/2016 και Ν 4636/2019, όπως ισχύουν, τις «διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης» ως ειδικό θεσμικό πλαίσιο για τη διαχείριση των παράτυπα αφιχθέντων πολιτών τρίτων χωρών στην Ελλάδα, υπό την αρμοδιότητα της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΥπΥΤ). Οι διαδικασίες ακολουθούνται υποχρεωτικά για όλους όσους εισέρχονται ή διαμένουν στη χώρα χωρίς νόμιμες διατυπώσεις, οι οποίοι «οδηγούνται άμεσα με ευθύνη των αστυνομικών ή λιμενικών αρχών που επιλαμβάνοναι αρμοδίως, σε Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης» (αρ. 14, παρ. 1 Ν 4375/2016, αρ. 39, παρ. 1 Ν 4636/2019). Οι νεοεισερχόμενοι στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και τον Έβρο κατά κανόνα υπάγονται σε διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης και παραπέμπονται από την ΥπΥΤ στη διαδικασία ασύλου, κατόπιν της υποβολής αίτησης ασύλου. Αποκτούν, δε, το καθεστώς του αιτούντος άσυλο και το συνακόλουθο δικαίωμα παραμονής στο ελληνικό έδαφος με μόνη την «υποβολή» της αίτησης, ήτοι την προφορική ή γραπτή έκφραση της βούλησης να αιτηθούν διεθνή προστασία, η οποία δεν απαιτεί καμία διοικητική διατύπωση (Άρθρο 2, περ. γ΄ Οδηγίας 2013/32/ΕΕ, άρθρο 2, περ. β΄ 2013/33/ΕΕ, άρθρο 65, παρ. 8 Ν 4636/2019, ΔΕΕ, C-36/20 VL, σκ. 88-94). Κατά συνέπεια, δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις περί απέλασης (αρ. 76 επ. Ν 3386/2005) ή επιστροφής (Κεφ. Γ΄ Ν 3907/2011) στην περίπτωσή τους, αλλά οι διατάξεις του Ν 4636/2019, εφόσον δεν συντρέχει στο πρόσωπό τους η προϋπόθεση της «παράνομης παραμονής» (ΔΕΕ, C-181/16 Gnandi, σκ. 40).
Η συστηματική και αδιάκριτη έκδοση αποφάσεων απέλασης από τις αστυνομικές αρχές εις βάρος προσώπων, τα οποία εμπίπτουν στο καθεστώς του αιτούντος άσυλο, έχουν δε ήδη υπαχθεί σε διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης, συνιστά καταστρατήγηση εκ μέρους της διοίκησης των θεμελιωδών εγγυήσεων που παρέχει ο νομοθέτης του Ν 4636/2019 στους αιτούντες μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας ασύλου, η οποία δεν θεραπεύεται από τα διοικητικά δικαστήρια στο πλαίσιο του ακυρωτικού ελέγχου (ενδεικτικά ΔΠρΜυτ 21/2020).
Για τους λόγους αυτούς, παρίσταται απαραίτητη η αποσαφήνιση των διακριτών πεδίων εφαρμογής των Ν 4636/2019, Ν 3907/2011 και Ν 3386/2005 και δη της άμεσης υπαγωγής των παράτυπα εισερχομένων στις διατάξεις του Ν 4636/2019 και ιδίως των αρ. 39 και 65, προ της κίνησης διαδικασιών απέλασης ή επιστροφής.
Περαιτέρω, η διάταξη του αρ. 1 του παρόντος ρυθμίζει το πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ περί επιστροφών, όπως έχει μεταφερθεί στην ελληνική έννομη τάξη με το Κεφάλαιο Γ΄ του Ν 3907/2011. Ωστόσο, το εν λόγω Κεφάλαιο και δη τα αρ. 17, παρ. 2 και 34 Ν 3907/2011 ήδη ρυθμίζουν τις περιπτώσεις στις οποίες δύναται η διοίκηση να παραγκωνίζει τις διαδικασίες τις Οδηγίας σύμφωνα με το αρ. 2, παρ. 2 αυτής και να εφαρμόζει τις διαδικασίες απέλασης που προβλέπονται στα αρ. 76 επ. Ν 3386/2005.
Σε κάθε περίπτωση, συμπεριλαμβανομένης της παρέκκλισης από τις διαδικασίες επιστροφών, ο ενωσιακός νομοθέτης αξιώνει την τήρηση ελάχιστων εγγυήσεων στο αρ. 4, παρ. 4 της Οδηγίας, οι οποίες ήδη προβλέπονται στο αρ. 19, παρ. 2 Ν 3907/2011. Η επιχειρούμενη ρύθμιση του αρ. 1 του παρόντος Σχεδίου Νόμου θα είχε ως αποτέλεσμα την καταστρατήγηση των ανωτέρω ελάχιστων υποχρεώσεων που δεσμεύουν τις αρμόδιες αρχές ακόμη και στις περιπτώσεις όπου επιτρεπτώς εφαρμόζεται ο Ν 3386/2005 έναντι του Ν 3907/2011, κατά ευθεία παράβαση του ενωσιακού δικαίου.
Για το λόγο αυτό, η προτεινόμενη διατύπωση του άρθρου 1 πρέπει να διαγραφεί. Ωστόσο, ορθώς παρατηρείται στην Ανάλυση Συνεπειών Ρύθμισης η ανάγκη αποσαφήνισης του διαχωρισμού των διαδικασιών επιστροφής από αυτές της απέλασης, σε πλήρη συμμόρφωση με το αρ. 2, παρ. 2 της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ. Επιβάλλεται, δε, από τη νομολογία του ΔΕΕ η συσταλτική ερμηνεία του καθεστώτος παρέκκλισης από τις εγγυήσεις της Οδηγίας επιστροφών που ρυθμίζεται από το αρ. 2, παρ. 2, περ. α΄ της Οδηγίας (C-444/17 Arib, σκ. 60). Σύμφωνα με το πνεύμα της Οδηγίας, οι περιπτώσεις που εμπίπτουν στην ανωτέρω παρέκκλιση – και ως εκ τούτου αφορούν σε «απέλαση» και όχι σε «επιστροφή» – περιγράφονται από το Εγχειρίδιο περί Επιστροφής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ως «περιπτώσεις διασυνοριακού χαρακτήρα» (σημ. 2.1).
Κατά την αυθεντική ερμηνεία του ενωσιακού δικαίου από το ΔΕΕ, την οποία έχουν υποστηρίξει τόσο η Ελληνική Κυβέρνηση όσο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η ρήτρα «σε σχέση με παράνομη… διέλευση» στο αρ. 2, παρ. 2, περ. α΄ της Οδηγίας και ήδη αρ. 17, παρ. 2, περ. α΄ Ν 3907/2011 απαιτεί την ύπαρξη «στενής χρονικής και τοπικής σύνδεσης με τη διέλευση των συνόρων». Αφορά συνακολούθως σε περιπτώσεις προσώπων που «συνελήφθησαν ή υποβλήθηκαν σε έλεγχο από τις αρμόδιες αρχές ακριβώς κατά τη χρονική στιγμή της παράνομης διελεύσεως των εξωτερικών συνόρων ή κοντά στο συνοριακό σημείο διελεύσεως κατόπιν αυτής» (C-47/15 Affum, σκ. 72, C-444/17 Arib, σκ. 46). Ως εκ τούτου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διευκρινίζει στο Εγχειρίδιο Επιστροφής (σημ. 2.1) ότι δεν εμπίπτουν στη διάταξη οι παράτυποι μετανάστες που συλλαμβάνονται σε παραμεθόρια περιοχή, εφόσον «δεν υφίσταται πλέον ΑΜΕΣΗ σχέση με την πράξη της παράνομης διέλευσης των συνόρων».
Υπενθυμίζεται ότι οι ανωτέρω εκτεθείσες διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης, οι οποίες εφαρμόζονται υποχρεωτικά για όλους τους παράτυπα εισερχομένους, περιλαμβάνουν πέντε διακριτά και διαδοχικά στάδια, μεταξύ των οποίων ενημέρωση, καταγραφή και ιατρικός έλεγχος, ενέχουν, δε, την ενδεχόμενη μεταφορά του ατόμου σε άλλη δομή της επικράτειας για την ολοκλήρωσή τους (αρ. 39, παρ. 2 Ν 4636/2019). Δεν πληρούται συνεπώς η απαιτούμενη «στενή χρονική και τοπική σύνδεση με τη διέλευση των συνόρων» στην περίπτωση των νεοεισερχομένων που υπάγονται σε διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης.
Εξάλλου, το Εγχειρίδιο περί Επιστροφής (σημ. 2.1) ερμηνεύει τη ρήτρα «δεν έχει, εν συνεχεία, χορηγηθεί άδεια ή δικαίωμα να παραμείνουν στο εν λόγω κράτος μέλος» της περ. α΄ της παρ. 2 του αρ. 2 της Οδηγίας, διευκρινίζοντας ότι δεν εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας ως «περιπτώσεις διασυνοριακού χαρακτήρα» οι «παράτυπα εισερχόμενοι που συνελήφθησαν στα εξωτερικά σύνορα και τους χορηγήθηκε εν συνεχεία δικαίωμα παραμονής ως αιτούντων άσυλο». Αποκλείονται συνεπώς, κατά την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, οι αιτούντες άσυλο από τις διατάξεις παρέκκλισης από το καθεστώς της Οδηγίας επιστροφών, δεδομένου ότι απολαμβάνουν εκ του νόμου το δικαίωμα παραμονής στο έδαφος της χώρας, μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας ασύλου (αρ. 9 Οδηγίας 2013/32/ΕΕ).
Βάσει των ανωτέρω εκτεθέντων, προτείνεται η αναδιατύπωση του αρ. 1 ως εξής:
1. Η περ. α΄ της παρ. 2 του άρθρου 17 του ν. 3907/2011 (Α΄ 7) τροποποιείται ως εξής:
«Υπόκεινται σε απαγόρευση εισόδου, σύμφωνα με το άρθρο 14 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, περί κώδικα της Ένωσης σχετικά με το καθεστώς διέλευσης προσώπων από τα σύνορα (κώδικας συνόρων του Σένγκεν) (ΕΕ L 77) ή συλλαμβάνονται ή παρακολουθούνται από τις αρμόδιες αρχές σε στενή χρονική και τοπική σχέση με παράνομη χερσαία, θαλάσσια ή εναέρια διέλευση των εξωτερικών συνόρων κατά την έννοια της παρ. 2 του άρθρου 2 του Κώδικα Συνόρων Σένγκεν, στους οποίους δεν έχει χορηγηθεί στη συνέχεια άδεια ή δικαίωμα να παραμείνουν στη χώρα.»
2. Στο άρθρο 17 του ν. 3907/2011 (Α΄ 7) προστίθεται νέα παρ. 3 ως εξής:
«Οι παράγραφοι 1 και 2 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των άρθρων 39 και 65 του ν. 4636/2019 (Α΄ 169).»
3. Το άρθρο 34 του ν. 3907/2011 (Α΄ 7) τροποποιείται ως εξής:
«Για τους υπηκόους τρίτων χωρών που εξαιρούνται της εφαρμογής του Κεφαλαίου Γ σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 2 εδάφιο α΄ εφαρμόζονται τα άρθρα 76, 77, 78, 78 Α, 80, 81, 82 και 83 του ν. 3386/2005 (Α΄ 212).»
Στην ΚΥΑ 42799/2021 – ΦΕΚ 2425/Β/7-6-2021 δεν θα έπρεπε να συμπεριληφθούν και χώρες όπως το Ιράν, το Ιρακ, το Σουδάν, η Νιγηρία, ο Νίγηρας, η Μπουρκίνα Φάσο, η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και η Ερυθραία; Τι εμποδίζει κάποιον Σύριο να δηλώσει Ιρακινός ερχόμενος στην Ελλάδα και έτσι να μην ισχύει για αυτόν ο χαρακτηρισμός της Τουρκίας ως ασφαλούς τρίτης χώρας;
Η αυστηροποίηση των ποινών για τους διακινητές είναι αναγκαία. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Γραφείου Ενημέρωσης Δημοσιογράφων Αστυνομικών Υπηρεσιών Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης για τον μήνα Ιούνιο μέχρι τις 22/06, στην περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης έχουν συλληφθεί 49 διακινητές, οι 45 εκ των οποίων ήταν αλλοδαποί. Οι μετανάστες που εισήλθαν παράνομα στη χώρα ήταν πάνω από 150! Η χώρα μας οφείλει να θωρακιστεί νομικά έτσι ώστε να αντιμετωπίζει τέτοια φαινόμενα. Οι διακινητές πρέπει να εκτίουν την οριζόμενη από τον νόμο ποινή και ύστερα για τους αλλοδαπούς να ακολουθείται η διαδικασία της δικαστικής απέλασης.
Το πλήρες σφράγισμα του Έβρου, ιδίως σε περιοχές όπως το Σουφλί και το Ορμένιο όπου δεν υπάρχει φράκτης, είναι εθνική ανάγκη. Τοπικά μέσα ενημέρωσης αναφέρουν διαρκώς αφίξεις μεταναστών:
https://www.evros-news.gr/2021/06/11/%CE%B2%CE%B9%CE%BD%CF%84%CE%B5%CE%BF-%CE%BD%CE%B5%CE%B1%CF%81%CE%BF%CE%AF-%CE%BB%CE%B1%CE%B8%CF%81%CE%BF%CE%BC%CE%B5%CF%84%CE%B1%CE%BD%CE%AC%CF%83%CF%84%CE%B5%CF%82-%CE%AE%CF%81%CE%B8%CE%B1%CE%BD/
https://www.evros-news.gr/2021/06/21/%ce%bb%ce%b9%ce%ac%ce%b6%ce%bf%ce%bd%cf%84%ce%b1%ce%b9-%ce%ba%ce%b1%ce%b9-%ce%b4%cf%81%ce%bf%cf%83%ce%af%ce%b6%ce%bf%ce%bd%cf%84%ce%b1%ce%b9-%ce%ba%ce%b1%ce%bb%cf%8e%cf%82-%cf%84%ce%b1-%cf%80%ce%b1/
Η Ελλάδα πρέπει να πάψει πια να είναι θελκτικός προορισμός για τους μετανάστες και αυτό μπορεί να γίνει μόνο με την μείωση ή και κατάργηση των παροχών στους πρόσφυγες και στους αιτούντες άσυλο πχ επιδόματα, δωρεάν στέγη κλπ.
Πέρα από αυτό πρέπει να διερευνηθεί η δράση των ύποπτων ΜΚΟ που δραστηριοποιούνται στο χώρο του μεταναστευτικού, όπως αυτές που κατήγγειλαν τον περασμένο Δεκέμβριο Σομαλοί οι οποίοι κατάφεραν με την αρωγή των ΜΚΟ αυτών και της Τουρκίας να φτάσουν στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου Μία από αυτές είναι η νορβηγική Aegean Boat Report, η οποία αφενός κατηγορεί την Ελλάδα για επαναπροωθήσεις μεταναστών και αφετέρου τον περασμένο Δεκέμβριο άσκησε κριτική στην ελληνική κυβέρνηση μετά τις αποκαλύψεις των Σομαλών λέγοντας μεταξύ άλλων ότι:«παρέχουμε μια δημόσια υπηρεσία, η οποία εντοπίζει άνδρες, γυναίκες και παιδιά που φτάνουν στα ελληνικά νησιά, εν μέρει εξαιτίας της συστηματικής αποτυχίας της κυβέρνησης να επιτελέσει αυτή τη βασική λειτουργία. Από τη στιγμή του εντοπισμού, διασφαλίζουμε ότι μεταφέρονται σε δομές όπου μπορούν να ακολουθήσουν τις προβλεπόμενες νομικές διαδικασίες». Πηγή:
https://www.kathimerini.gr/society/561189904/i-mko-aegean-boat-report-apanta-stis-kataggelies-mitaraki/
Το τοπίο στις ΜΚΟ θα πρέπει να ξεκαθαρίσει, με κλείσιμο και απαγόρευση λειτουργίας στη χώρα όσων παρανομούν και βοηθούν την είσοδο μεταναστών.
Με την ευκαιρία της παρούσας διαβούλευσης θα ήθελα να επισημάνω την απορία που μου έχει δημιουργηθεί σχετικά με την υπόθεση του Javied Aslam, υπηκόου Πακιστάν και προέδρου της Πακιστανικής Κοινότητας Ελλάδος, ο οποίος εκτός του ότι διαρκώς δίνει οδηγίες για αποφυγή σύλληψης και απέλασης στην σελίδα του στο Facebook ακόμη και μετά την επίθεση Πακιστανών σε γυναίκα στην Αγία Μαρίνα, φαίνεται ότι σύμφωνα με τα όσα είναι αναρτημένα στην ιστοσελίδα της πρεσβείας του Πακιστάν στην Αθήνα, το άτομο αυτό καταζητείται:https://www.pakistanembassy.gr/most-wanted-criminals
Πηγή:
(https://www.newsbreak.gr/egklima/213446/ligo-meta-tin-epithesi-pakistanon-sti-loyomeni-o-proedros-ton-pakistanon-edine-odigies-gia-apofygi-syllipsis/?utm_source=rss&utm_medium=rss&utm_campaign=ligo-meta-tin-epithesi-pakistanon-sti-loyomeni-o-proedros-ton-pakistanon-edine-odigies-gia-apofygi-syllipsis&)
Προς αντιμετώπιση των αυξημένων παράνομων μεταναστευτικών ροών προς τη χώρα μας, οι οποίες συντηρούνται και διευκολύνονται και από τη δυνατότητα εύκολης χρήσης πλαστών εγγράφων για την παραπλάνηση ελεγκτικών αρχών και την πρόσβαση σε υπηρεσίες, προτείνονται να θεσμοθετηθούν με το υπόψη νομοσχέδιο και τα ακόλουθα:
α) Η ανάπτυξη διαδικτυακής εφαρμογής, στα πρότυπα της διαδικτυακής εφαρμογής «Πορεία Φακέλου Πολίτη Τρίτης Χώρας» της ιστοσελίδας του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου, μέσω της οποίας θα υπάρχει η δυνατότητα αναζήτησης, πέραν των αδειών διαμονής, των βεβαιώσεων κατάθεσης αίτησης για έκδοση ή ανανέωση άδειας διαμονής και των ειδικών βεβαιώσεων νόμιμης διαμονής που χορηγούν οι Αποκεντρωμένες Διοικήσεις και το Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου, και όλων των νομιμοποιητικών εγγράφων που χορηγούν η Υπηρεσία Ασύλου (αδειών διαμονής δικαιούχων διεθνούς προστασίας, δελτίων αιτούντων διεθνούς προστασίας, ταξιδιωτικών εγγράφων αιτούντων ή δικαιούχων διεθνούς προστασίας), το Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών (αδειών οδήγησης) και η Ελληνική Αστυνομία (δελτίων αστυνομικής ταυτότητας, αδειών διαμονής και ειδικών δελτίων ταυτότητας ομογενών, βεβαιώσεων εγγραφής και πιστοποιήσεων μόνιμης διαμονής πολιτών κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης).
Μέσω της παραπάνω εφαρμογής, θα πρέπει να δοθεί η δυνατότητα αναζήτησης, με παρόμοιο τρόπο με τον οποίο λαμβάνει χώρα η διαδικτυακή αναζήτηση του Α.Μ.Κ.Α., όλων των προαναφερόμενων εγγράφων με βάση τα στοιχεία ταυτότητας του κατόχου τους, όπως αυτά αναγράφονται στο αναζητούμενο έγγραφο, τον αύξοντα αριθμό του αναζητούμενου εγγράφου και τον Α.Φ.Μ. του ελεγχόμενου, ο οποίος, επειδή δεν αναγράφεται στο αναζητούμενο έγγραφο, θα προκύπτει από έτερο έγγραφο που επιδεικνύει ο κάτοχος του αναζητούμενου εγγράφου ή από δήλωση του τελευταίου, έτσι ώστε να αποκλείεται η πρόσβαση στην εφαρμογή σε άτομο που απλώς κατέχει, με οποιοδήποτε τρόπο, το αναζητούμενο έγγραφο.
Μέσω της ίδιας εφαρμογής, θα πρέπει να δοθεί η δυνατότητα αφενός ελέγχου της κατάστασης στην οποία βρίσκεται το αναζητούμενο έγγραφο (εάν δηλαδή έχει δηλωθεί κλοπή, υπεξαίρεση ή απώλειά του ή εάν έχει ανακληθεί ή ακυρωθεί) και αφετέρου επισκόπησης της φωτογραφίας του κατόχου του εν λόγω εγγράφου, με βάση την οποία αυτό εκδόθηκε, προς αντιμετώπιση του φαινομένου που έχει παρουσιασθεί να χρησιμοποιούνται τα στοιχεία που περιέχονται σε γνήσια έγγραφα προς κατάρτιση πλήθους πλαστών που φέρουν πλέον τις φωτογραφίες των νέων κατόχων τους.
Η υιοθέτηση της πρότασης θα επιτρέψει στις δημόσιες υπηρεσίες, στα πιστωτικά ιδρύματα, στα ιδρύματα πληρωμών, στους παρόχους υπηρεσιών σταθερής και κινητής τηλεφωνίας, στους εκμισθωτές ακινήτων, στις επιχειρήσεις εκμίσθωσης καταλυμάτων, στις επιχειρήσεις επιβατικών μεταφορών, στις επιχειρήσεις εκμισθώσεις οχημάτων, κ.λπ. να εξακριβώνουν τη γνησιότητα των εγγράφων που χρησιμοποιούνται ενώπιόν τους στα πλαίσια διεκπεραίωσης αιτημάτων πρόσβασης στις υπηρεσίες που παρέχουν, καθόσον παρατηρείται εκτεταμένη χρήση πλαστών νομιμοποιητικών εγγράφων, προς εξασφάλιση της πρόσβασης αλλοδαπών ατόμων που διαμένουν παράνομα στη χώρα μας στις υπηρεσίες που παρέχουν οι εν λόγω επιχειρήσεις, ιδιώτες και δημόσιες υπηρεσίες.
β) Η τροποποίηση των άρθρων 26, 29 και 30 του Ν. 4251/2014, ώστε να προβλέπεται η υποχρέωση, όπως και οι κυρώσεις σε περίπτωση παραβίασής της, των ως άνω δημόσιων υπηρεσιών, ιδιωτών και επιχειρήσεων καθώς και των υπαλλήλων τους να ελέγχουν, μέσω της προαναφερόμενης διαδικτυακής εφαρμογής και πριν παράσχουν τις υπηρεσίες τους, την ύπαρξη και τη γνησιότητα του νομιμοποιητικού εγγράφου που προσκομίζει ή καταχωρεί (σε περίπτωση ηλεκτρονικών συναλλαγών) το πρόσωπο που αιτείται την παροχή της υπηρεσίας.
Η υιοθέτηση των παραπάνω προτάσεων είναι επιβεβλημένη:
α) Λόγω της πληθώρας των περιπτώσεων παροχής υπηρεσιών σε αλλοδαπούς που διαμένουν παράνομα στη χώρα μας με τη χρήση πλαστών νομιμοποιητικών εγγράφων.
β) Λόγω της χρήσης των προσωπικών στοιχείων ταυτότητας αλλοδαπών, που περιέχονται σε γνήσια ως άνω έγγραφα, προς κατάρτιση πλήθους πλαστών, που φέρουν πλέον τις φωτογραφίες των νέων κατόχων τους, τα οποία είτε επιδεικνύονται σε υπαλλήλους ελεγκτικών αρχών, προς απόδειξη της νομιμότητας της διαμονής των κατόχων τους στη χώρα μας, είτε αντίγραφά τους κατατίθενται σε επιχειρήσεις και δημόσιες υπηρεσίες προς παροχή υπηρεσιών.
γ) Λόγω της διατάραξης της εύρυθμης λειτουργίας των αστυνομικών, δικαστικών και σωφρονιστικών αρχών από τη σωρεία των υποθέσεων που καλούνται να διεκπεραιώσουν, εξαιτίας τόσο των πλαστογραφιών και των υφαρπαγών ψευδών βεβαιώσεων που λαμβάνουν χώρα όσο και των λοιπών αξιόποινων πράξεων που διευκολύνονται μέσω των υφαρπαχθέντων ψευδών βεβαιώσεων.
δ) Λόγω της οικονομικής εκμετάλλευσης των παράνομων αλλοδαπών από κυκλώματα κατάρτισης και διάθεσης πλαστών νομιμοποιητικών εγγράφων.
ε) Λόγω διευκόλυνσης της δράσης των παραπάνω κυκλωμάτων από την ύπαρξη νομοθετικής υποχρέωσης (άρθρο 1 του Ν. 4250/2014) των δημοσίων υπηρεσιών να δέχονται ευκρινή απλά φωτοαντίγραφα πρωτότυπων εγγράφων εκδοθέντων από έτερες υπηρεσίες και φορείς του δημοσίου, με συνέπεια να μην είναι ανιχνεύσιμη η ποιότητα των υλικών κατασκευής τους και τα χαρακτηριστικά ασφαλείας τους.
στ) Λόγω διάθεσης παροχών και επιδομάτων σε μη δικαιούμενα πρόσωπα, γεγονός που έχει ως πρακτική συνέπεια τη μείωση των αντίστοιχων πόρων που προορίζονται για τα πρόσωπα που βρίσκονται σε κατάσταση πραγματικής ανάγκης.
ζ) Λόγω ανοίγματος τραπεζικών λογαριασμών και κατάθεσης και αποστολής χρημάτων, τα οποία πολλές φορές προέρχονται από ή προορίζονται για τη χρηματοδότηση εγκληματικών πράξεων, από πρόσωπα που κάνουν χρήση πλαστών νομιμοποιητικών της διαμονής τους εγγράφων ενώπιον των πιστωτικών ιδρυμάτων και των ιδρυμάτων πληρωμών.
η) Λόγω ανάγκης αποκλεισμού των παράνομων πολιτών τρίτων χωρών από τα επίσημα δίκτυα κατάθεσης και μεταφοράς χρημάτων και καθιέρωσης κατ’ αυτόν τον τρόπο λόγου αποφυγής της χώρας μας ως τόπου διέλευσης ή προορισμού τους.
θ) Λόγω της πληθώρας των περιπτώσεων χρήσης των πιστωτικών ιδρυμάτων και των ιδρυμάτων πληρωμών για τη διάπραξη αξιόποινων πράξεων (π.χ. απατών) ή τη χρηματοδότηση τέτοιων πράξεων (π.χ. πράξεων προώθησης στο εσωτερικό της χώρας πολιτών τρίτων χωρών που δεν έχουν δικαίωμα εισόδου και διαμονής στην Ελληνική επικράτεια).
ι) Λόγω παροχής υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, μέσω των οποίων διαπράττονται πολύ συχνά εγκληματικές πράξεις, σε πρόσωπα που κάνουν χρήση πλαστών νομιμοποιητικών της διαμονής τους εγγράφων ενώπιον των παρόχων τέτοιων υπηρεσιών και των υπαλλήλων τους.
ια) Λόγω ανάγκης αποκλεισμού των παράνομων πολιτών τρίτων χωρών από τη χρήση υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και καθιέρωσης κατ’ αυτόν τον τρόπο λόγου αποφυγής της χώρας μας ως τόπου διέλευσης ή προορισμού τους.
ιβ) Λόγω της πληθώρας των περιπτώσεων χρήσης των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών για τη διάπραξη αξιόποινων πράξεων (π.χ. πράξεων προώθησης στο εσωτερικό της χώρας πολιτών τρίτων χωρών που δεν έχουν δικαίωμα εισόδου και διαμονής στην Ελληνική επικράτεια).
ιγ) Λόγω της πληθώρας των περιπτώσεων μίσθωσης με πλαστά έγγραφα (νομιμοποιητικών εγγράφων και αδειών οδήγησης) οχημάτων που ανήκουν σε επιχειρήσεις εκμίσθωσης και χρήσης τους για τη διάπραξη αξιόποινων πράξεων, με κυριότερη την προώθηση στο εσωτερικό της χώρας πολιτών τρίτων χωρών που δεν έχουν δικαίωμα εισόδου και διαμονής στην Ελληνική επικράτεια.
Μέσω της υιοθέτησης των παραπάνω προτάσεων θα εξασφαλισθεί:
α) Η παροχή υπηρεσιών από δημόσιες υπηρεσίες, ιδιώτες και επιχειρήσεις μόνο σε όσους αλλοδαπούς διαμένουν νόμιμα στη χώρα μας.
β) Η εξάλειψη της χρήσης πλαστών νομιμοποιητικών εγγράφων εκ μέρους παράνομων αλλοδαπών για την απόκτηση πρόσβασής τους σε υπηρεσίες, όπως η φορολογική και ασφαλιστική απογραφή, η χορήγηση ασφαλιστικής ενημερότητας, η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, η χορήγηση παροχών και επιδομάτων, η έκδοση αδειών κυκλοφορίας οχημάτων, η χρήση των μέσων μαζικής μεταφοράς (χερσαίων, θαλάσσιων και εναέριων), η ενεργοποίηση συνδέσεων κινητής τηλεφωνίας, το άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών, η μεταφορά χρημάτων και η εκμίσθωση καταλυμάτων και οχημάτων.
γ) Η γρήγορη και εύκολη πρόσβαση στην εφαρμογή από τις συσκευές κινητής τηλεφωνίας των υπαλλήλων κατά τη διάρκεια του διενεργούμενου ελέγχου και η άμεση εξαγωγή συμπερασμάτων για τη νομιμότητα της διαμονής του ελεγχόμενου αλλοδαπού και τη γνησιότητα του αντίστοιχου εγγράφου που αυτός επιδεικνύει.
δ) Η μείωση τόσο των παράνομων μεταναστευτικών ροών προς τη χώρα μας, η οποία θα πάψει επιτέλους να αποτελεί τόπο διέλευσης ή προορισμού των παράνομων αλλοδαπών, όσο και της εγκληματικότητας που συνδέεται με το συγκεκριμένο φαινόμενο.
Η δικαστική απέλαση που κατήργησε ο ΣΥΡΙΖΑ με τον νέο ποινικό κώδικα που ψήφισε το 2019 πρέπει να επανέλθει άμεσα. Οι κρατούμενοι στις φυλακές αλλοδαποί θα πρέπει να απελαύνονται πίσω στις χώρες των οποίων είναι πολίτες.
Το ίδιο θα πρέπει να ισχύσει και για όσους αιτούντες άσυλο ή αναγνωρισμένους πρόσφυγες παραβαίνουν τον νόμο. Δεν είναι δυνατόν να ζητούν και να απολαμβάνουν αντίστοιχα διεθνή προστασία από μία χώρα της οποίας τους νόμους δεν σέβονται.
Οι προτάσεις μου για το συγκεκριμένο νομοσχέδιο συμπυκνώνονται στα εξής σημεία:
1) Καθορισμός των ασφαλών χωρών διέλευσης που προηγούνται της Ελλάδας στη διαδρομή των προσφύγων/μεταναστών προς τη χώρα μας, όπως σωστά έγινε στην περίπτωση της Τουρκίας και αφορούσε πολίτες πέντε μουσουλμανικών χωρών.
2) εξέταση των αιτημάτων ασύλου στα Ελληνικά προξενεία των παραπάνω ασφαλών χωρών, και σύλληψη των υπολοίπων που προέρχονται από χώρες που δεν δικαιούνται να υποβάλλουν αίτημα ασύλου στη χώρα μας και κράτηση τους σε κλειστά κέντρα κράτησης, μέχρι να ζητήσουν οικειοθελή αποχώρηση ή να καταφέρει η Πολιτεία να τους επιστρέψει στις χώρες καταγωγής τους. Έτσι θα δώσουμε σαφές μήνυμα τόσο στους λαθροδιακινητές αλλά και στους ίδιους ότι δεν είμαστε ξέφραγο αμπέλι.
3) Καταγραφή, σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο ποσοστό,των αναγκών σε εργατικό δυναμικό κυρίως στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα που απασχολούνται κατά κύριο λόγο οι μετανάστες, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ώστε να γνωρίζουμε πόσους και ποιους χρειαζόμαστε.
4)Αυστηροποίηση ποινών σε εργοδότες που απασχολούν παράνομους ανασφάλιστους αλλοδαπούς εργαζόμενους
5) Αυστηροποίηση Ποινικού Κώδικα όσον αφορά σε ποινές σε αλλοδαπούς που διαπράττουν εγκλήματα πολλές φορές ίδιου αντικείμενου και μένουν ελεύθεροι να τα διαπράτουν ξανά και ξανά. Κλασικό τελευταίο παράδειγμα ο Βούλγαρος που βίασε την 50χρονη καθαρίστρια στα Πετράλωνα ο οπιος είχε καταδικαστεί το 2015 για άλλον βιασμό σε φοιτήτρια,απόπειρα ανθρωποκτονίας και βσανισμό ζώου συντροφιάς. Το 2020 ήταν ελεύθερος. ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ;Δεν μπορεί να μιλάμε για περί δικαίου αίσθημα όταν υπάρχουν τέτοια παραδείγματα,όπως επίσης πολλές άλλες περιπτώσεις αλλοδαπών που συλλαμβάνονται και δηλώνουν 4 διαφορετικά ονόματα και 4 διαφορετικές χώρες προέλευσης. Και επειδή οι αριθμοί λένε πάντα την αλήθεια σας παραπέμπω στα στοιχεία του Υπουργείου Δικαιοσύνης ή την Στατιστική Υπηρεσία όπου αποδεικνύεται ότι οι αλλοδαποί αποτελούν την πλειοψηφία των κρατουμένων στις φυλακές διαχρονικά.
Στο νομοσχέδιο προτείνεται να συμπεριληφθούν διατάξεις, με τις οποίες να συμπληρώνεται η υφιστάμενη νομοθεσία, και συγκεκριμένα:
α) Να θεσπιστούν αποτελεσματικές κυρώσεις και διοικητικά μέτρα σε βάρος των πολιτών τρίτων χωρών που παραβιάζουν τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται σε βάρος τους, με σκοπό την αποφυγή του κινδύνου διαφυγής τους, είτε με αποφάσεις επιστροφής με οικειοθελή αναχώρηση (άρθρο 22 παρ. 3 του Ν. 3907/2011) είτε με αποφάσεις αναβολής απομάκρυνσης (άρθρο 24 παρ. 3 του Ν. 3907/2011) είτε με αποφάσεις αναστολής απέλασης (άρθρο 78 του Ν. 3386/2005).
Σημειώνεται ότι, από την έναρξη της ισχύος του νέου Ποινικού Κώδικα (Ν. 4619/2019), καταργήθηκε η διάταξη του άρθρου 182 παρ. 1 του παλαιού Ποινικού Κώδικα (Ν. 1492/1950), με βάση την οποία εδιώκετο και ετιμωρείτο όποιος παραβίαζε τους περιορισμούς που είχαν τεθεί στην ελευθερία της διαμονής του και τις σχετικές υποχρεώσεις του, με συνέπεια να μην τιμωρούνται πλέον ποινικά οι παραβιάσεις των αντίστοιχων υποχρεώσεων που περιλαμβάνονται στις προαναφερόμενες διοικητικές αποφάσεις.
Επίσης, τα διοικητικά μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 37 παρ. 4 του Ν. 3907/2011, στην πράξη δεν κατορθώνουν, πολλές φορές, να αποτρέψουν τις συγκεκριμένες παραβιάσεις, πέραν του ότι προκαλούν δυσανάλογη επιβάρυνση στη λειτουργία των υπηρεσιών. Με τα ίδια ως άνω μέτρα, δεν αντιμετωπίζεται παραδόξως ο καθ’ υποτροπή παραβιάζων τις υποχρεώσεις που του έχουν επιβληθεί, ο οποίος συγχρόνως έχει συμπληρώσει το ανώτατο όριο της επιτρεπόμενης διοικητικής κράτησής του.
β) Να θεσπιστούν ποινικές κυρώσεις σε βάρος των πολιτών τρίτων χωρών που εξακολουθούν να διαμένουν παράνομα στη χώρα μας, παρόλο που έχουν εφαρμοστεί σε βάρος τους, χωρίς επιτυχία, οι διαδικασίες επιστροφής του Ν. 3907/2011 και δεν υφίσταται λόγος που να δικαιολογεί τη μη επιστροφή τους, κυρώσεις που δεν απαγορεύονται με βάση την οδηγία περί επιστροφής, σύμφωνα με την ενότητα 4 της υπ’ αριθ. 2017/2338 Σύστασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής «Εγχειρίδιο περί επιστροφής».
γ) Να θεσπιστούν κυρώσεις (π.χ. πρόστιμα, κατάσχεση εγγράφων, μείωση/άρνηση χορήγησης παροχών/επιδομάτων, άρνηση χορήγησης άδειας εργασίας) σε βάρος των πολιτών τρίτων χωρών που παρεμποδίζουν εσκεμμένα τη διαδικασία επιστροφής τους (π.χ. με καταστροφή ή κατ’ άλλο τρόπο διάθεση των υπαρχόντων ταξιδιωτικών εγγράφων, με επίδειξη πλαστών ή παραποιημένων εγγράφων ταυτότητας, με παρεμπόδιση της διαδικασίας ταυτοποίησης, με επανειλημμένη άρνηση επιβίβασης, κ.λπ.), όπως συστήνεται και στην ενότητα 4 της υπ’ αριθ. 2017/2338 Σύστασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής «Εγχειρίδιο περί επιστροφής».
δ) Να θεσπιστούν ανάλογες ως άνω κυρώσεις και σε βάρος των πολιτών τρίτων χωρών που είτε εξακολουθούν να διαμένουν παράνομα στη χώρα μας, παρόλο που έχουν εφαρμοστεί σε βάρος τους, χωρίς επιτυχία, οι διαδικασίες απέλασης του Ν. 3386/2005 και δεν υφίσταται λόγος που να δικαιολογεί τη μη απέλασή τους είτε παρεμποδίζουν εσκεμμένα τη διαδικασία απέλασής τους.
Η θεσμοθέτηση των παραπάνω κυρώσεων αφενός θα αποθαρρύνει τις παραβιάσεις των υποχρεώσεων που έχουν τεθεί με διοικητικές αποφάσεις σε βάρος πολιτών τρίτων χωρών, ιδίως σε ότι αφορά την υποχρέωση μη μετάβασή τους σε συγκεκριμένες περιοχές της χώρας μας, και αφετέρου θα αποτελέσει το ύστατο μέσο καταναγκασμού, σε βάρος των συγκεκριμένων προσώπων, προς συμμόρφωσή τους με την υποχρέωση της επιστροφής ή απέλασης.
Σε ότι αφορά το άρθρο 1 παρ. 1 εδάφ. (α), θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η φράση: «συλλαμβάνονται ή παρακολουθούνται από τις αρμόδιες αρχές σε σχέση με παράνομη χερσαία, θαλάσσια ή εναέρια διέλευση των εξωτερικών συνόρων» αναφέρεται μόνο στις περιπτώσεις όπου ουσιαστικά συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτόφωρης σύλληψης του πολίτη τρίτης χώρας για το ποινικό αδίκημα της παράνομης εισόδου, όπως εξάλλου προκύπτει από την ενότητα 2 παράγραφος 1 της υπ’ αριθ. 2017/2338 Σύστασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής «Εγχειρίδιο περί επιστροφής».
Σε ότι αφορά το άρθρο 1 παρ. 1 εδάφ. (β), οι απελάσεις που επιβάλλονταν με δικαστικές αποφάσεις, είτε ως μέτρο ασφαλείας είτε ως παρεπόμενη ποινή (άρθρα 74 και 99 αντίστοιχα του παλαιού Ποινικού Κώδικα), έχουν πλέον καταργηθεί με το νέο Ποινικό Κώδικα (Ν. 4619/2019) και το άρθρο 109 παρ. 1 εδάφ. (α) του Ν. 4055/2012, αντίστοιχα.
Όλοι οι αλλοδαποί κάτοικοι Αφρικής, Αφγανιστάν, κλπ όσοι βρίσκονται σε ελληνική φυλακή, άρα αποτελούν κίνδυνο για το δημόσιο βίο, θα απελαθούν? Επίσης όσοι έχουν ήδη πολλές συλλήψεις, αλλά κυκλοφορούν ελεύθεροι, σαν τους ληστές που πρόσφατα αναφέρθηκε ότι τους έπιασαν για 102η φορά!, αν είναι αλλοδαποί θα τους στείλετε εκτός χώρας? Όχι ότι πιστεύουμε ότι θα γίνει πράξη στο εύρος και βάθος που περιγράφετε στα κείμενα, απλώς να έχουμε να λέμε τώρα… και στο μέλλον.
Ετσι ετσι συνεχίστε