- Μετανάστευσης και Ασύλου - http://www.opengov.gr/immigration -

Μέρος Α’ (άρθρα 1-25)

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄

ΣΚΟΠΟΣ, ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

 

 

Άρθρο 1

Σκοπός

Σκοπός του παρόντος είναι η αναμόρφωση του Κώδικα Μετανάστευσης και η συμπερίληψη σε αυτόν του συνόλου των αδειών διαμονής που χορηγούνται από τις αρμόδιες ελληνικές αρχές σε πολίτες τρίτων χωρών ώστε να διασφαλίζονται η πληρέστερη ανταπόκριση της μεταναστευτικής πολιτικής στις σύγχρονες ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας και της ελληνικής οικονομίας, καθώς και η απλούστευση, η διαφάνεια, η αποτελεσματικότητα και η ταχύτητα των διαδικασιών.

 

Άρθρο 2

Αντικείμενο

Αντικείμενο του παρόντος είναι να καθορίσει τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής για περίοδο που υπερβαίνει τις ενενήντα (90) ημέρες στην ελληνική επικράτεια πολιτών τρίτων χωρών για τους σκοπούς που καθορίζονται στον παρόντα νόμο, τα δικαιώματα πολιτών τρίτων χωρών και, κατά περίπτωση, των μελών της οικογένειάς τους, τη διαδικασία έκδοσης και αναθεώρησης των αδειών διαμονής που χορηγεί η Ελλάδα σε πολίτες τρίτων χωρών, καθώς και τη διαδικασία χορήγησής τους.

 

Άρθρο 3

Πεδίο εφαρμογής

  1. Ο παρών Κώδικας εφαρμόζεται σε όλους τους πολίτες τρίτων χωρών που εισέρχονται και διαμένουν στη χώρα για έναν από τους λόγους που προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος, υπό την επιφύλαξη ευνοϊκότερων ρυθμίσεων που προβλέπονται:

α. σε διμερείς και πολυμερείς συμφωνίες μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών – μελών της αφενός, και τρίτων χωρών αφετέρου,

β. σε διμερείς και πολυμερείς συμφωνίες μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και τρίτων χωρών,

γ. στον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη της 18ης Οκτωβρίου 1961, ο οποίος κυρώθηκε με τον ν. 1426/1984 (Α 32).

  1. Ο παρών Κώδικας εφαρμόζεται αναλόγως και στους ανιθαγενείς.
  2. Ο παρών Κώδικας δεν εφαρμόζεται:

α. σε όσους εμπίπτουν στις διατάξεις του π.δ. 30/2021 (Α’ 75), με το οποίο ενσωματώθηκε στην ελληνική νομοθεσία η Οδηγία 96/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 1996 σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών (L 18),

β. σε πολίτες τρίτων χωρών, οι οποίοι υπόκεινται σε διαδικασία επιστροφής σύμφωνα με τον ν. 3907/2011 (Α` 7) ή διοικητικής απέλασης σύμφωνα με τον ν. 3386/2005 (Α` 212), η οποία έχει ανασταλεί για πραγματικούς ή νομικούς λόγους,

γ. σε πρόσωπα που έχουν υποβάλει αίτηση για εισδοχή ή έχουν γίνει δεκτοί ως ναυτικοί προς απασχόληση ή εργασία υπό οποιαδήποτε ιδιότητα σε πλοίο νηολογημένο σε κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή που φέρει τη σημαία κράτους – μέλους,

δ. σε πρόσωπα που έχουν περισσότερες ιθαγένειες, από τις οποίες η μία είναι ελληνική,

ε. στους δικαιούχους διεθνούς προστασίας με εξαίρεση τους αιτούντες τη χορήγηση «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.» υπό τους όρους του Κεφαλαίου Ε΄ καθώς και τους υπαγόμενους στο καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος του Κεφαλαίου ΚΓ’, και στους αιτούντες διεθνή προστασία, κατά την έννοια της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 περί της νομικής καταστάσεως των προσφύγων, η οποία κυρώθηκε με το ν.δ. 3989/1959 (Α’ 201), όπως τροποποιήθηκε από το Πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης της 31ης Ιανουαρίου 1967, το οποίο κυρώθηκε με τον α.ν. 389/1968 (Α’ 125), και σύμφωνα με τον Κώδικα νομοθεσίας για την υποδοχή, τη διεθνή προστασία πολιτών τρίτων χωρών και ανιθαγενών και την προσωρινή προστασία σε περίπτωση μαζικής εισροής εκτοπισθέντων αλλοδαπών [ν. 4939/2022 (Α΄ 111)], με εξαίρεση την περ. γ’ της παρ. 1 του άρθρου 162 του παρόντος,

στ. στα πρόσωπα που έχουν την άδεια να παραμείνουν στην Ελλάδα με βάση προσωρινή προστασία ή ζήτησαν την άδεια να παραμείνουν για τον λόγο αυτό και αναμένουν την έκδοση της σχετικής απόφασης,

ζ. στα πρόσωπα στα οποία έχει χορηγηθεί καθεστώς επικουρικής προστασίας και

η. στους υπηρετούντες σε διπλωματικές και προξενικές αρχές υπαλλήλους που απολαύουν νομικού καθεστώτος υποκειμένου στη σύμβαση της Βιέννης του 1961 περί των διπλωματικών σχέσεων, η οποία κυρώθηκε με το ν.δ. 503/1970 (Α 108), ή στη σύμβαση της Βιέννης του 1963 περί των προξενικών σχέσεων, η οποία κυρώθηκε με τον ν. 90/1975 (Α 150), καθώς και σε ανακοινωθέντες στις αρμόδιες ελληνικές αρχές υπαλλήλους διεθνών οργανισμών, στο μέτρο που το νομικό τους καθεστώς διέπεται από τις οικείες διεθνείς συμβάσεις.

 

Άρθρο 4

Ορισμοί

Για την εφαρμογή του Κώδικα, οι παρακάτω όροι έχουν την εξής έννοια:

α. «αλλοδαπός»: το φυσικό πρόσωπο που δεν έχει την ελληνική ιθαγένεια ή που είναι ανιθαγενής,

β. «πολίτης τρίτης χώρας»: το φυσικό πρόσωπο που δεν έχει την ελληνική ιθαγένεια ούτε την ιθαγένεια άλλου κράτους – μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά την έννοια της παρ. 1 του άρθρου 20 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

γ. «ανιθαγενής»: το φυσικό πρόσωπο που πληροί τις προϋποθέσεις της Σύμβασης της Νέας Υόρκης του 1954 περί του καθεστώτος των ανιθαγενών, η οποία κυρώθηκε με τον ν. 139/1975 (Α’ 176),

δ. «πολίτης της Ένωσης»: κάθε πρόσωπο, το οποίο έχει την ιθαγένεια κράτους – μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

ε. «αντικειμενικά στερούμενος διαβατηρίου»: ο πολίτης τρίτης χώρας, ο οποίος αποδεικνύει αντικειμενική αδυναμία εφοδιασμού με διαβατήριο ή ταξιδιωτικό έγγραφο λόγω ιδιαίτερων συνθηκών ή καταστάσεων,

στ. «πρόσφυγας»: ο πολίτης τρίτης χώρας ή ανιθαγενής ο οποίος, συνεπεία βάσιμου φόβου δίωξης λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, πολιτικών πεποιθήσεων ή συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα, βρίσκεται εκτός της χώρας της ιθαγένειάς του και δεν μπορεί ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν επιθυμεί να τεθεί υπό την προστασία της εν λόγω χώρας ή ο ανιθαγενής ο οποίος, βρισκόμενος εκτός της χώρας της προηγούμενης συνήθους διαμονής του για τους προαναφερθέντες λόγους, δεν μπορεί ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή και στον οποίο δεν εφαρμόζεται το άρθρο 11 του Κώδικα Νομοθεσίας για την υποδοχή, τη διεθνή προστασία πολιτών τρίτων χωρών και ανιθαγενών και την προσωρινή προστασία σε περίπτωση μαζικής εισροής εκτοπισθέντων αλλοδαπών [ν. 4939/2022 (Α’ 111)],

ζ. «δικαιούχος διεθνούς προστασίας»: το πρόσωπο στο οποίο έχει χορηγηθεί καθεστώς πρόσφυγα ή καθεστώς επικουρικής προστασίας, όπως ορίζονται στις περ. κζ) και κθ) του άρθρου 1 του ν. 4939/2022,

η. «δικαιούχος επικουρικής προστασίας»: ο πολίτης τρίτης χώρας ή ο ανιθαγενής που δεν πληροί τις προϋποθέσεις για να αναγνωρισθεί ως πρόσφυγας, αλλά στο πρόσωπό του συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι από τους οποίους προκύπτει ότι, αν επιστρέψει στη χώρα της καταγωγής του ή, στην περίπτωση ανιθαγενούς, στη χώρα της προηγούμενης συνήθους διαμονής του, κινδυνεύει να υποστεί σοβαρή βλάβη κατά την έννοια του άρθρου 14 του ν. 4939/2022 και που δεν μπορεί ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν επιθυμεί να τεθεί υπό την προστασία της εν λόγω χώρας,

θ. «δελτίο αιτούντος διεθνή προστασία»: το ειδικό ατομικό δελτίο που εκδίδεται για τον αιτούντα κατά τη διάρκεια της διοικητικής διαδικασίας εξέτασης της αίτησής του από τις αρμόδιες αρχές και του επιτρέπει την παραμονή στην ελληνική επικράτεια μέχρι την ολοκλήρωσή της,

ι. «ασυνόδευτος ανήλικος»: ο ανήλικος, ο οποίος φθάνει στην Ελλάδα χωρίς να συνοδεύεται από πρόσωπο που ασκεί, σύμφωνα με το ελληνικό δίκαιο, τη γονική του μέριμνα ή την επιμέλειά του ή από ενήλικο συγγενή που ασκεί στην πράξη τη φροντίδα του και για όσο χρόνο η άσκηση των καθηκόντων αυτών δεν έχει ανατεθεί σε κάποιο άλλο πρόσωπο σύμφωνα με τον νόμο. Στον ορισμό αυτόν περιλαμβάνεται και ο ανήλικος που παύει να συνοδεύεται μετά από την είσοδό του στην Ελλάδα,

ια. «θύμα εμπορίας ανθρώπων»: τόσο το φυσικό πρόσωπο για το οποίο υπάρχουν βάσιμοι λόγοι, ώστε να θεωρηθεί θύμα οποιουδήποτε από τα εγκλήματα που προβλέπονται στο άρθρο 323Α, στις παρ. 1 και 3 του άρθρου 339, στις παρ. 1 και 2 του άρθρου 342, στην παρ. 2 του άρθρου 348, στα άρθρα 348Α, 348Β, 349 και 351Α του Ποινικού Κώδικα, πριν ασκηθεί η ποινική δίωξη για αυτό όσο και εκείνο σε βάρος του οποίου τελέστηκε κάποιο από τα παραπάνω εγκλήματα για τα οποία κινήθηκε η ποινική δίωξη, ανεξάρτητα από το εάν αυτό έχει εισέλθει στη χώρα νόμιμα ή παράνομα. Θύμα εμπορίας ανθρώπων, κατά το πρώτο εδάφιο, είναι το θύμα του εγκλήματος του άρθρου 336 του Ποινικού Κώδικα, όταν αυτό είναι ανήλικος. Ο χαρακτηρισμός «θύμα εμπορίας ανθρώπων» αποδίδεται με πράξη του αρμόδιου Εισαγγελέα Πρωτοδικών, τόσο αμέσως μετά την κίνηση της ποινικής δίωξης για έγκλημα που προβλέπεται στο άρθρο 323Α, στις παρ. 1 και 3 του άρθρου 339, στις παρ. 1 και 2 του άρθρου 342, στην παρ. 2 του άρθρου 348, στα άρθρα 348Α, 348Β, 349 και 351Α του Ποινικού Κώδικα, όσο και πριν ασκηθεί ποινική δίωξη για κάποιο από αυτά τα αδικήματα. Στην τελευταία περίπτωση, για την έκδοση της εν λόγω πράξης απαιτείται έγγραφη γνωμάτευση, που συντάσσεται από δύο (2) επιστήμονες με ειδικότητα ψυχιάτρου, ψυχολόγου ή κοινωνικού λειτουργού, οι οποίοι υπηρετούν σε Υπηρεσία ή σε Μονάδα Προστασίας και Αρωγής των άρθρων 2, 3 και 4 του π.δ. 233/2003 (A’ 204) ή στην Υπηρεσία Πρώτης Υποδοχής ή σε Μη Κυβερνητική Οργάνωση ή στον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης ή σε διεθνείς οργανώσεις ή σε άλλους εξειδικευμένους και αναγνωρισμένους από το κράτος φορείς προστασίας και αρωγής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 2, 3 και 4 του π.δ. 233/2003. Η πράξη χαρακτηρισμού εκδίδεται ανεξαρτήτως του εάν το θύμα συνεργάζεται με τις διωκτικές αρχές, όταν ο ανωτέρω Εισαγγελέας κρίνει, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Εισαγγελέα Εφετών, ότι συντρέχουν οι όροι της παρ. 2 του άρθρου 1 του π.δ. 233/2003 ή ότι το θύμα δεν συνεργάζεται εξαιτίας απειλών που στρέφονται κατά προσώπων της οικογένειάς του που βρίσκονται στην Ελλάδα ή στη χώρα της προέλευσής του ή οπουδήποτε αλλού και ότι, εάν αυτό δεν προστατευθεί ή εάν απομακρυνθεί από τη χώρα, αντιμετωπίζουν άμεσο κίνδυνο τα προαναφερόμενα πρόσωπα. Η ανωτέρω διαδικασία εφαρμόζεται και για την περίπτωση χαρακτηρισμού προσώπου ως «θύματος παράνομης διακίνησης μεταναστών», όπως ορίζεται στην περ. ιβ),

ιβ. «θύμα παράνομης διακίνησης μεταναστών»: τόσο το φυσικό πρόσωπο, για το οποίο υπάρχουν βάσιμοι λόγοι ώστε να θεωρηθεί θύμα οποιουδήποτε από τα εγκλήματα που προβλέπονται στις παρ. 5 και 6 του άρθρου 24 και στο άρθρο 25, όταν τελούνται από εγκληματικές οργανώσεις, κατά την παρ. 1 του άρθρου 187 του Ποινικού Κώδικα, πριν ασκηθεί η ποινική δίωξη για αυτό όσο και εκείνο σε βάρος του οποίου τελέστηκε κάποιο από τα παραπάνω εγκλήματα για τα οποία κινήθηκε η ποινική δίωξη, εφόσον αυτό έχει εισέλθει στη χώρα παράνομα,

ιγ. «παράνομη παραμονή»: η παρουσία στην ελληνική επικράτεια πολίτη τρίτης χώρας που δεν πληροί ή έχει πάψει να πληροί τις προϋποθέσεις εισόδου, όπως ορίζονται στην παρ. 1 του άρθρου 6 του Κανονισμού (ΕE) 2016/399 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 9ης Μαρτίου 2016 περί κώδικα της Ένωσης σχετικά με το καθεστώς διέλευσης προσώπων από τα σύνορα (L 77) ή τις λοιπές προϋποθέσεις εισόδου, παραμονής ή διαμονής,

ιδ. «ομοιόμορφη θεώρηση τύπου C (Visa C)»: η θεώρηση που ισχύει για ολόκληρη την επικράτεια των κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που εφαρμόζουν τις διατάξεις του κώδικα θεωρήσεων και χορηγείται ενόψει διέλευσης από ή πρόθεσης παραμονής στην επικράτεια των κρατών – μελών, η οποία δεν υπερβαίνει σε διάρκεια τις ενενήντα (90) ημέρες εντός οποιασδήποτε περιόδου εκατόν ογδόντα (180) ημερών στο έδαφος των κρατών – μελών της ενισχυμένης συνεργασίας Σένγκεν,

ιε. «θεώρηση μακράς διάρκειας (εθνική θεώρηση – Visa D)»: η εξουσιοδότηση που χορηγείται από τις αρμόδιες ελληνικές αρχές για την είσοδο και διαμονή πολιτών τρίτων χωρών στην ελληνική επικράτεια για διάστημα που υπερβαίνει τις ενενήντα (90) ημέρες και μπορεί να ανέλθει έως τριακόσιες εξήντα πέντε (365) ημέρες, με βάση αντίστοιχες εθνικές νομοθετικές ρυθμίσεις για το καθεστώς διαμονής πολιτών τρίτων χωρών, ή το ενωσιακό δίκαιο,

ιστ. «άδεια διαμονής (οριστικός τίτλος διαμονής)»: κάθε είδους άδεια που εκδίδεται από τις αρμόδιες ελληνικές αρχές σύμφωνα με την περ. α) της παρ. 2 του άρθρου 1 του Κανονισμού (ΕΚ) 1030/2002 του Συμβουλίου της 13ης Ιουνίου 2002 για την καθιέρωση αδειών διαµονής ενιαίου τύπου για τους υπηκόους τρίτων χωρών (L 157) και βάσει της οποίας επιτρέπεται σε πολίτη τρίτης χώρας να διαμένει νόμιμα στην ελληνική επικράτεια,

ιζ. «ενιαία άδεια»: η άδεια διαμονής που εκδίδεται από τις ελληνικές αρχές, η οποία επιτρέπει στον πολίτη τρίτης χώρας να διαμένει νόμιμα στην ελληνική επικράτεια με σκοπό την εργασία,

ιη. «βεβαίωση κατάθεσης αίτησης»: το έγγραφο πιστοποίησης προσωρινής νόμιμης διαμονής που χορηγείται από τις αρμόδιες υπηρεσίες για την παραλαβή των αιτήσεων των πολιτών τρίτων χωρών που αφορούν σε χορήγηση ή ανανέωση αδειών διαμονής, εφόσον τα απαιτούμενα δικαιολογητικά είναι πλήρη. Η βεβαίωση αυτή ισχύει έως την ολοκλήρωση της εξέτασης του αιτήματος χορήγησης ή ανανέωσης της άδειας διαμονής, παρέχει στον κάτοχο το σύνολο των δικαιωμάτων που απορρέουν από τον αιτούμενο τίτλο διαμονής, ενώ δεν παρέχει δικαίωμα κυκλοφορίας εντός του χώρου Σένγκεν. Σε έκτακτες περιστάσεις, με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη δύναται να παρέχεται δικαίωμα εξόδου του κατόχου της βεβαίωσης προς άλλη τρίτη χώρα εκτός ενιαίου χώρου Σένγκεν. Στην περίπτωση αυτή, τίθεται προθεσμία για την επανείσοδο στην ελληνική επικράτεια, μετά την πάροδο της οποίας ο κάτοχος της βεβαίωσης δεν γίνεται πλέον δεκτός στο ελληνικό έδαφος,

ιθ. «ειδική βεβαίωση νόμιμης διαμονής»: ο προσωρινός τίτλος διαμονής που χορηγείται σε πολίτες τρίτων χωρών που τελούν σε καθεστώς δικαστικής προστασίας και ο οποίος δεν επιτρέπει στον κάτοχό του ελεύθερη κυκλοφορία εντός του ενιαίου Χώρου Σένγκεν,

κ. «αποδεικτικό φορολογικών υποχρεώσεων»: το αντίγραφο εκκαθαριστικού σημειώματος της φορολογικής δήλωσης, εφόσον είχε υποβληθεί φορολογική δήλωση το προηγούμενο έτος ή το αντίγραφο υποβληθείσας φορολογικής δήλωσης, εάν κατά το έτος υποβολής της αίτησης ανανέωσης της άδειας διαμονής υπεβλήθη για πρώτη φορά φορολογική δήλωση,

κα. «μετάκληση»: η διαδικασία, με την οποία καθίσταται δυνατή η είσοδος και διαμονή πολίτη τρίτης χώρας για παροχή εξαρτημένης εργασίας στην Ελλάδα, σε συγκεκριμένο εργοδότη και για ορισμένο είδος απασχόλησης,

κβ. «απασχόληση»: η άσκηση δραστηριοτήτων που καλύπτουν οποιαδήποτε μορφή εργασίας για λογαριασμό ή υπό τη διεύθυνση ή την εποπτεία εργοδότη,

κγ. «σύμβαση εργασίας»: η έγγραφη συμφωνία, με την οποία ο μισθωτός αναλαμβάνει την υποχρέωση να παρέχει επί ορισμένο ή αόριστο χρονικό διάστημα την εργασία του υπό τις οδηγίες και τον έλεγχο του εργοδότη, ο δε εργοδότης δεσμεύεται να καταβάλει τον συμφωνηθέντα μισθό και να παρέχει κάθε προστασία που προβλέπεται από τη νομοθεσία. Η σύμβαση εργασίας διέπεται ιδίως από τους εκάστοτε ισχύοντες ειδικούς εργατικούς νόμους και από το άρθρο 648 του Αστικού Κώδικα,

κδ. «εργαζόμενος τρίτης χώρας»: πολίτης τρίτης χώρας που έχει γίνει δεκτός στην ελληνική επικράτεια και ο οποίος διαμένει νομίμως και του έχει χορηγηθεί άδεια διαμονής για εργασία ή άδεια διαμονής με δικαίωμα εργασίας, στο πλαίσιο εξαρτημένης σχέσης εργασίας στην Ελλάδα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος,

κε. «παροχή υπηρεσιών ή έργου»: η εργασία για την εκτέλεση υπηρεσίας ή έργου, η οποία δεν υποβάλλεται σε νομική και προσωπική εξάρτηση ή έλεγχο από τον εργοδότη και επί της οποίας δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας,

κστ. «εποχιακή εργασία»: η δραστηριότητα που πραγματοποιείται στην Ελλάδα για χρονικό διάστημα έως εννέα (9) συνολικά μήνες, ανά περίοδο δώδεκα (12) μηνών, σε τομέα εποχιακής απασχόλησης με περιοδικό χαρακτήρα εντός του έτους. Ως τέτοιοι νοούνται τομείς που σχετίζονται με εποχικές συνθήκες, κατά τη διάρκεια των οποίων το αναγκαίο επίπεδο εργατικού δυναμικού είναι σημαντικά υψηλότερο από αυτό που απαιτείται για τις συνήθεις δραστηριότητες,

κζ. «εποχιακά εργαζόμενος»: ο πολίτης τρίτης χώρας που διατηρεί τον κύριο τόπο κατοικίας του σε τρίτη χώρα και διαμένει νόμιμα και προσωρινά για λόγους απασχόλησης στην ελληνική επικράτεια σε τομέα δραστηριότητας που εξαρτάται από την αλλαγή των εποχών βάσει μιας ή περισσότερων συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου που συνάπτονται απευθείας μεταξύ του πολίτη τρίτης χώρας και του εργοδότη που είναι εγκατεστημένος στην Ελλάδα,

κη. «εργαζόμενοι ειδικού σκοπού»: πολίτες τρίτων χωρών που εισέρχονται και διαμένουν στην Ελλάδα, βάσει ειδικής νομοθεσίας που προβλέπεται στο άρθρο 59, ειδικών διακρατικών συμφωνιών ή προς εξυπηρέτηση του συμφέροντος της εθνικής οικονομίας,

κθ. «άδεια για προσωρινή διαμονή»: κάθε είδους πιστοποίηση που παρέχεται από τις ελληνικές αρχές και με βάση την οποία επιτρέπεται σε πολίτη τρίτης χώρας να διαμένει νόμιμα στην ελληνική επικράτεια, για συγκεκριμένο σκοπό και συγκεκριμένο χρονικό διάστημα που συναρτάται με την ολοκλήρωση του σκοπού, χωρίς παράλληλα να διαθέτει δικαίωμα δυνάμει της εν λόγω άδειας να μετακινείται σε λοιπά κράτη μέλη του ενιαίου χώρου,

λ. «ανεξάρτητη οικονομική δραστηριότητα»: η δραστηριότητα που αποβλέπει στην απόκτηση εισοδήματος από εμπορική, βιομηχανική, βιοτεχνική ή γεωργική επιχείρηση, καθώς και από κάθε άλλη επιχείρηση παροχής υπηρεσιών ή άσκησης ελεύθερου επαγγέλματος,

λα. «επενδυτική δραστηριότητα»: η πραγματοποίηση επένδυσης που έχει, κατά αρμόδια κρίση, θετικές συνέπειες στην ανάπτυξη και την εθνική οικονομία,

λβ. «άτομα με επαρκείς πόρους»: πολίτες τρίτων χωρών που διαθέτουν επαρκείς πόρους σε επίπεδο σταθερού ετήσιου εισοδήματος για την κάλυψη των δαπανών διαβίωσης,

λγ. «οικογενειακή επανένωση»: η είσοδος και η διαμονή στη χώρα των μελών της οικογένειας πολίτη τρίτης χώρας που διαμένει νόμιμα στην Ελλάδα, προκειμένου να διατηρηθεί η ενότητα της οικογένειάς του, ασχέτως εάν οι οικογενειακοί δεσμοί δημιουργήθηκαν πριν ή μετά από την είσοδό του στη χώρα,

λδ. «συντηρών»: ο πολίτης τρίτης χώρας που διαμένει νόμιμα στην Ελλάδα και υποβάλλει αίτηση οικογενειακής επανένωσης, προκειμένου να επιτραπεί η είσοδος και η διαμονή στα μέλη της οικογένειάς του στην Ελλάδα, όπως αυτά προσδιορίζονται στον παρόντα Κώδικα,

λε. «μέλη οικογένειας πολίτη τρίτης χώρας»:

λεα. ο έτερος των συζύγων, εφόσον έχει συμπληρώσει το δέκατο όγδοο (18) έτος της ηλικίας του, καθώς και τα κάτω των δεκαοκτώ (18) ετών άγαμα, κοινά τέκνα τους, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που έχουν νομίμως υιοθετηθεί στην Ελλάδα με δικαστική απόφαση ή με αλλοδαπή δικαστική απόφαση που είναι αυτοδικαίως εκτελεστή ή έχει κηρυχθεί εκτελεστή ή έχει αναγνωρισθεί το δεδικασμένο της στην Ελλάδα,

λεβ. τα λοιπά, κάτω των δεκαοκτώ (18) ετών, άγαμα τέκνα του συντηρούντος ή του ετέρου των συζύγων, συμπεριλαμβανομένων των τέκνων που έχουν, κατά τα ανωτέρω, υιοθετηθεί, εφόσον η άσκηση της επιμέλειας έχει νομίμως ανατεθεί για μεν τα τέκνα του συντηρούντος σε αυτό, για δε τα τέκνα του ετέρου συζύγου στον σύζυγο αυτόν,

λστ. «αυτοτελές δικαίωμα διαμονής»: το δικαίωμα διαμονής των μελών οικογένειας πολίτη τρίτης χώρας που έχουν γίνει δεκτά στην ελληνική επικράτεια για λόγους οικογενειακής επανένωσης, το οποίο διατηρείται αποκλειστικά σε προσωπική βάση,

λζ. «μέλος οικογένειας Έλληνα πολίτη»:

λζα. ο/η σύζυγος,

λζβ. ο/η συμβίος με τον/την οποίο/α ο/η Έλληνας/Ελληνίδα πολίτης έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, εφόσον αυτό καταρτίστηκε στην Ελλάδα ή ενώπιον ελληνικής προξενικής αρχής,

λζγ. ανεξαρτήτως ιθαγένειας: οι κατιόντες, συγγενείς εξ αίματος σε ευθεία γραμμή, των συζύγων ή των συντρόφων, οι οποίοι είναι κάτω των είκοσι ενός (21) ετών ή ανεξαρτήτως ηλικίας, εφόσον είναι συντηρούμενοι, καθώς και εκείνοι του/της συζύγου ή του/της συμβίου, όπως ορίζεται στην περ. λζβ) κατά την ανωτέρω διάκριση, ως προς την ηλικία, καθώς και τα τέκνα που έχουν υιοθετηθεί, επίσης κατά την ανωτέρω διάκριση,

λζδ. ανεξαρτήτως ιθαγένειας, οι συντηρούμενοι απευθείας ανιόντες, καθώς και εκείνοι του/της συζύγου ή του/της συμβίου, όπως ορίζεται στην περ. λζβ),

λζε. κάθε άλλο μέλος της οικογένειας Έλληνα πολίτη ή του ετέρου των συζύγων ή συμβίων, ανεξαρτήτως, το οποίο δεν εμπίπτει στα αναφερόμενα στις ανωτέρω περιπτώσεις πρόσωπα, εφόσον το μέλος τούτο συντηρείται από Έλληνα πολίτη ή τον έτερο των συζύγων ή των συμβίων και σοβαροί λόγοι υγείας καθιστούν απολύτως αναγκαία την προσωπική φροντίδα του εν λόγω μέλους της οικογένειας από τον Έλληνα πολίτη,

λη. «μέλος οικογένειας πολίτη της Ένωσης»:

ληα. ο/η σύζυγος,

ληβ. ο/η συμβίος/α με τον/την οποίο/α ο/η πολίτης της Ένωσης έχει σχέση καταχωρισμένης συμβίωσης, βάσει της νομοθεσίας κράτους-μέλους, εφόσον η νομοθεσία του κράτους-μέλους υποδοχής αναγνωρίζει τη σχέση καταχωρισμένης συμβίωσης ως ισοδύναμη προς τον γάμο, και σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στην οικεία νομοθεσία του κράτους-μέλους υποδοχής,

ληγ. οι κατιόντες, συγγενείς εξ αίματος σε ευθεία γραμμή, οι οποίοι είναι κάτω της ηλικίας των είκοσι ενός (21) ετών ή ανεξαρτήτως ηλικίας, εφόσον είναι συντηρούμενοι, καθώς και εκείνοι του/της συζύγου ή του/της συμβίου/συμβίας, όπως ορίζεται στην υποπερ. ληβ, κατά την ανωτέρω διάκριση, ως προς την ηλικία, καθώς και τα τέκνα που έχουν υιοθετηθεί, επίσης κατά την ανωτέρω διάκριση,

ληδ. ανεξαρτήτως ιθαγένειας, οι απευθείας ανιόντες του πολίτη της Ένωσης, καθώς και εκείνοι του/της συζύγου ή του/της συμβίου/συμβίας, όπως ορίζεται στην υποπερ. ληβ, εφόσον είναι συντηρούμενοι,

λθ. «προσωποπαγές δικαίωμα διαμονής»: το δικαίωμα διαμονής των μελών οικογένειας Έλληνα που διατηρείται αποκλειστικά σε προσωπική βάση,

μ. «επί μακρόν διαμένων»: ο πολίτης τρίτης χώρας που αποκτά την ανωτέρω ιδιότητα, σύμφωνα με τα άρθρα 143 και 144,

μα. «άδεια διαμονής επί μακρόν διαμένοντος»: κάθε είδους άδεια που εκδίδεται από τις ελληνικές αρχές κατά την ένταξη του πολίτη τρίτης χώρας στο καθεστώς επί μακρόν διαμένοντος και με βάση την οποία επιτρέπεται σε αυτόν να διαμένει νόμιμα στην ελληνική επικράτεια, σύμφωνα με την περ. α) της παρ. 2 του άρθρου 1 του Κανονισμού (ΕΚ) 1030/2002,

μβ. «πρώτο κράτος μέλος»: το κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο ενέταξε πολίτη τρίτης χώρας στο καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος για πρώτη φορά,

μγ. «δεύτερο κράτος – μέλος»: κάθε κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άλλο από εκείνο που ενέταξε για πρώτη φορά στο καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος πολίτη τρίτης χώρας και στο οποίο ο εν λόγω επί μακρόν διαμένων ασκεί το δικαίωμα διαμονής του,

μδ. «σπουδαστής»: πολίτης τρίτης χώρας, ο οποίος έχει γίνει δεκτός σε ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και στον οποίον επετράπη η είσοδος στην Ελληνική Επικράτεια για να έχει ως κύρια δραστηριότητα την παρακολούθηση προγράμματος σπουδών πλήρους φοίτησης, με σκοπό την απόκτηση τίτλου τριτοβάθμιων σπουδών αναγνωρισμένου από την Ελλάδα, ήτοι διπλώματος, πιστοποιητικού ή διδακτορικού σε ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, που τυχόν συμπεριλαμβάνει προπαιδευτικό κύκλο για τις εν λόγω σπουδές βάσει του εθνικού δικαίου ή υποχρεωτική πρακτική άσκηση,

με. «ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης»: κάθε ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που είναι ή θεωρείται αναγνωρισμένο δυνάμει του εθνικού δικαίου και το οποίο, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, παρέχει αναγνωρισμένα πτυχία τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ή άλλα αναγνωρισμένα προσόντα τριτοβάθμιου επιπέδου, ανεξάρτητα από την ονομασία των Ιδρυμάτων αυτών, ή κάθε ίδρυμα το οποίο, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, παρέχει επαγγελματική εκπαίδευση ή κατάρτιση τριτοβάθμιου επιπέδου. Στην έννοια των πτυχίων περιλαμβάνονται το Πτυχίο ή Δίπλωμα Ανώτατης Εκπαίδευσης όπως ορίζεται στο άρθρο 3 του ν. 4957/2022 (Α’ 141) (επίπεδο 6, με βάση το Εθνικό και Ευρωπαϊκό Πλαίσιο Προσόντων) και το Δίπλωμα/Πτυχίο Ανώτερης Σχολής (επίπεδο 5, με βάση το Εθνικό και Ευρωπαϊκό Πλαίσιο Προσόντων),

μστ. «πρόγραμμα εθελοντικής υπηρεσίας»: πρόγραμμα δραστηριοτήτων έμπρακτης αλληλεγγύης, το οποίο βασίζεται σε πρόγραμμα που αναγνωρίζεται από την Ελλάδα ή την Ευρωπαϊκή Ένωση, επιδιώκει στόχους γενικού ενδιαφέροντος και έχει μη κερδοσκοπικό χαρακτήρα, στο πλαίσιο του οποίου οι δραστηριότητες δεν αμείβονται, εκτός από την επιστροφή των εξόδων και/ή την αποζημίωση για μικροέξοδα. Η έννοια της αναγνώρισης για τους σκοπούς του παρόντος αφορά στην παροχή χρηματοδότησης είτε από την Ευρωπαϊκή Ένωση, είτε από εθνικούς πόρους, είτε από συγχρηματοδότηση,

μζ. «επαγγελματική κατάρτιση» για την εφαρμογή του παρόντος, είναι η φοίτηση σε Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης (Ι.Ε.Κ.), σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 3 του ν. 4947/2022 (Α’ 124), σε Κέντρα Δια Βίου Μάθησης σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον ίδιο νόμο, σε Επαγγελματικές Σχολές Κατάρτισης (ΕΣΚ) σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον ν. 4763/2020 (Α’ 254), καθώς και σε Κολλέγια που παρέχουν κατ’ αποκλειστικότητα σπουδές αφενός βάσει συμφωνιών πιστοποίησης (validation) και δικαιόχρησης (franchising) με ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της αλλοδαπής, αναγνωρισμένα από τις αρμόδιες αρχές στη χώρα όπου εδρεύουν και αφετέρου προγράμματα σπουδών τα οποία οδηγούν σε μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών, εφόσον αυτά τα συγκεκριμένα προγράμματα σπουδών έχουν πιστοποίηση (accreditation) από διεθνείς οργανισμούς πιστοποίησης, σύμφωνα με τον ν. 4310/2014 (Α’ 258). Της εν λόγω κατάρτισης μπορεί να προηγείται, όπου απαιτείται, με βάση το πρόγραμμα σπουδών της απαιτούμενης ειδικότητας, ένα προπαρασκευαστικό έτος εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας,

μη. «έρευνα»: η πρωτότυπη εργασία που αναλαμβάνεται με συστηματικό τρόπο για να αυξηθεί το σύνολο των γνώσεων, συμπεριλαμβανομένης της γνώσης του ανθρώπου, του πολιτισμού και της κοινωνίας, καθώς και η χρησιμοποίηση αυτού του συνόλου γνώσεων για νέες εφαρμογές,

μθ. «ερευνητικός οργανισμός»: κάθε ιδιωτικός ή δημόσιος οργανισμός που πραγματοποιεί έρευνα, σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στο εθνικό δίκαιο,

ν. «ερευνητής»: πολίτης τρίτης χώρας, ο οποίος κατέχει διδακτορικό τίτλο ή κατάλληλο τίτλο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που του δίνει πρόσβαση σε διδακτορικά προγράμματα και ο οποίος επιλέγεται από ερευνητικό οργανισμό και γίνεται δεκτός στο έδαφος κράτους – μέλους για να υλοποιήσει ερευνητική δραστηριότητα για την οποία απαιτείται συνήθως ο ανωτέρω τίτλος,

να. «απασχόληση υψηλής ειδίκευσης» είναι η απασχόληση προσώπου, το οποίο:

ναα. προστατεύεται από την ελληνική εργατική νομοθεσία ως μισθωτός και παρέχει γνήσια και αποτελεσματική εργασία για λογαριασμό ή υπό την καθοδήγηση άλλου προσώπου, ανεξάρτητα από τον νομικό τύπο που η σχέση αυτή έχει περιβληθεί,

ναβ. αμείβεται για την εν λόγω εργασία και

ναγ. διαθέτει τα απαιτούμενα επαγγελματικά προσόντα,

νβ. «Μπλε κάρτα της Ευρωπαϊκής Ένωσης» («Μπλε κάρτα της ΕΕ»): η άδεια που φέρει τη μνεία «Μπλε κάρτα της ΕΕ» και επιτρέπει στον κάτοχό της να διαμένει και να εργάζεται νόμιμα στην ελληνική επικράτεια, σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 31,

νγ. «υψηλά επαγγελματικά προσόντα»: τα προσόντα που πιστοποιούνται από τίτλο σπουδών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ή υψηλές επαγγελματικές δεξιότητες και συνδέονται με τη χορήγηση της «Μπλε Κάρτας της ΕΕ»,

νδ. «πρώτο κράτος μέλος»: το κράτος μέλος, το οποίο πρώτο χορήγησε σε πολίτη τρίτης χώρας την «Μπλε Κάρτα της ΕΕ»,.

νε. «δεύτερο κράτος μέλος»: οποιοδήποτε κράτος μέλος στο οποίο ο κάτοχος της Μπλε Κάρτας προτίθεται να ασκήσει ή ασκεί το δικαίωμα κινητικότητας κατά την έννοια του Κεφαλαίου Ε, πλην του πρώτου κράτους μέλους,

νδ. «τίτλος σπουδών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης»: διπλώματα, πιστοποιητικά ή άλλοι τίτλοι τυπικών προσόντων, που έχουν εκδοθεί από αρμόδια αρχή, με τα οποία πιστοποιείται η επιτυχής ολοκλήρωση προγράμματος εκπαίδευσης που έπεται της δευτεροβάθμιας ή ισοδυνάμου προγράμματος της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, δηλαδή μιας δέσμης μαθημάτων που παρέχονται από εκπαιδευτικό ίδρυμα, το οποίο αναγνωρίζεται ως ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ή ισοδύναμο εκπαιδευτικό ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης από το κράτος στο οποίο βρίσκεται, εφόσον οι σπουδές που απαιτήθηκαν για την απόκτηση των προσόντων αυτών διήρκεσαν τουλάχιστον τρία (3) έτη και αντιστοιχούν τουλάχιστον στο επίπεδο 6 της ταξινόμησης ISCED 2011 ή, κατά περίπτωση, στο επίπεδο 6 του Ευρωπαϊκού Πλαισίου Επαγγελματικών Προσόντων (ΕΠΕΠ),

νζ. «υψηλές επαγγελματικές δεξιότητες»: ως υψηλές επαγγελματικές δεξιότητες νοούνται: α) όσον αφορά στα επαγγέλματα που αφορούν σε διευθυντές υπηρεσιών των τεχνολογιών πληροφόρησης και επικοινωνίας (ISCO 8 – 133) και επαγγελματίες στον τομέα των τεχνολογιών πληροφόρησης και επικοινωνίας (ISCO – 25), γνώσεις, δεξιότητες και ικανότητες που πιστοποιούνται με επαγγελματική εμπειρία, τουλάχιστον τριών (3) ετών εντός των επτά (7) ετών πριν από την υποβολή αίτησης για Μπλε Κάρτα της ΕΕ, επιπέδου ανάλογου με τίτλο σπουδών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, οι οποίες είναι σχετικές με το επάγγελμα ή τον τομέα που προσδιορίζεται στη σύμβαση εργασίας ή β) όσον αφορά σε άλλα επαγγέλματα, μόνον εφόσον προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο ή τις εθνικές διαδικασίες, γνώσεις, δεξιότητες και ικανότητες που πιστοποιούνται με επαγγελματική εμπειρία τουλάχιστον πέντε (5) ετών, επιπέδου ανάλογου με τίτλο σπουδών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, οι οποίες είναι σχετικές με το επάγγελμα ή τον τομέα που προσδιορίζεται στη σύμβαση εργασίας,

νη. «επαγγελματική εμπειρία»: ο χρόνος πραγματικής και νόμιμης άσκησης του συγκεκριμένου επαγγέλματος,

νθ. «νομοθετικά ρυθμιζόμενο επάγγελμα»: το νομοθετικά ρυθμιζόμενο επάγγελμα, όπως ορίζεται στο πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 3 του π.δ. 38/2010 (Α΄ 78), περί της προσαρμογής της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων,

ξ. «μη νομοθετικά ρυθμιζόμενο επάγγελμα»: επάγγελμα το οποίο δεν είναι νομοθετικά κατοχυρωμένο,

ξα. «επιστροφή πολίτη τρίτης χώρας»: διαδικασία επανόδου πολίτη τρίτης χώρας είτε με οικειοθελή συμμόρφωσή του προς υποχρέωση επιστροφής είτε αναγκαστικά:

ξαα. στη χώρα καταγωγής του ή

ξαβ. σε χώρα διέλευσης, σύμφωνα με ενωσιακές ή διμερείς συμφωνίες επανεισδοχής ή άλλες ρυθμίσεις ή

ξαγ. σε άλλη τρίτη χώρα στην οποία αποφασίζει εθελοντικά να επιστρέψει και στην οποία γίνεται δεκτός,

ξβ. «απόφαση επιστροφής»: η διοικητική πράξη, με την οποία κηρύσσεται ή αναφέρεται ως παράνομη η παραμονή πολίτη τρίτης χώρας στην ελληνική επικράτεια και του επιβάλλεται η υποχρέωση επιστροφής,

ξγ. «απομάκρυνση»: η εκτέλεση της απόφασης επιστροφής με φυσική μεταφορά του πολίτη τρίτης χώρας εκτός της ελληνικής επικράτειας,

ξδ. «οικειοθελής αναχώρηση»: η τήρηση της υποχρέωσης επιστροφής εντός της προθεσμίας που ορίζεται για τον σκοπό αυτό στην απόφαση επιστροφής,

ξε. «ενιαία διαδικασία υποβολής αίτησης»: κάθε διαδικασία που οδηγεί, βάσει ενιαίας αίτησης που υποβάλλεται από πολίτη τρίτης χώρας, σε απόφαση σχετικά με την εν λόγω αίτηση με σκοπό να του χορηγηθεί άδεια διαμονής για εργασία στην ελληνική επικράτεια,

ξστ. «ενδοεταιρική μετάθεση»: η προσωρινή απόσπαση, η οποία έχει ως σκοπό την εργασία ή την εκπαίδευση πολίτη τρίτης χώρας που, κατά τη στιγμή υποβολής της αίτησης για άδεια ενδοεταιρικής μετάθεσης, διαμένει εκτός του εδάφους της ΕΕ και διενεργείται από επιχείρηση εγκατεστημένη εκτός της ΕΕ και έναντι της οποίας ο πολίτης τρίτης χώρας δεσμεύεται με σύμβαση εργασίας πριν από τη μετάθεση και κατά τη διάρκειά της, προς οντότητα που ανήκει στην ανωτέρω επιχείρηση ή στον ίδιο όμιλο επιχειρήσεων, η οποία είναι εγκατεστημένη στην Ελλάδα, και, κατά περίπτωση, η κινητικότητα μεταξύ των οντοτήτων υποδοχής που είναι εγκατεστημένες σε ένα ή περισσότερα δεύτερα κράτη-μέλη,

ξζ. «ενδοεταιρικώς μετατιθέμενος»: κάθε πολίτης τρίτης χώρας που διαμένει εκτός του εδάφους της ΕΕ κατά τη στιγμή υποβολής της αίτησης για άδεια ενδοεταιρικής μετάθεσης και ο οποίος υπόκειται σε ενδοεταιρική μετάθεση,

ξη. «οντότητα υποδοχής»: το νομικό πρόσωπο στο οποίο μετατίθεται ο ενδοεταιρικώς μετατιθέμενος, ανεξαρτήτως της νομικής μορφής του, που είναι εγκατεστημένο, με βάση το ελληνικό δίκαιο, στην Ελλάδα,

ξθ. «διευθυντικό στέλεχος»: πρόσωπο που κατέχει ανώτερη θέση, το οποίο κατά κύριο λόγο ηγείται της διαχείρισης της οντότητας υποδοχής, υπό τη γενική εποπτεία ή καθοδήγηση κυρίως του διοικητικού συμβουλίου ή του συμβουλίου των μετόχων της επιχείρησης ή ισοδύναμου οργάνου. Η θέση αυτή περιλαμβάνει: τη διεύθυνση της οντότητας υποδοχής ή τμήματος ή υποκαταστήματος της οντότητας υποδοχής, την εποπτεία και τον έλεγχο της εργασίας των άλλων εργαζομένων με εποπτικές, τεχνικές ή διοικητικές αρμοδιότητες, την αρμοδιότητα να προτείνουν προσλήψεις, απολύσεις ή άλλες ενέργειες που αφορούν το προσωπικό,

ο. «εξειδικευμένος εργαζόμενος»: πρόσωπο που εργάζεται εντός του ομίλου επιχειρήσεων και που διαθέτει εξειδικευμένες γνώσεις ουσιώδους σημασίας για τους τομείς δραστηριοποίησης, τις τεχνικές ή τη διοίκηση της οντότητας υποδοχής. Για την αξιολόγηση των εν λόγω γνώσεων λαμβάνονται υπόψη, πέραν των ειδικών γνώσεων των σχετικών με την οντότητα υποδοχής, τα υψηλού επιπέδου προσόντα για τον συγκεκριμένο τύπο εργασίας ή δραστηριότητας που απαιτεί ειδικές τεχνικές γνώσεις, συμπεριλαμβανομένης της κατάλληλης επαγγελματικής πείρας, καθώς και της πιθανής ιδιότητας μέλους αναγνωρισμένων επαγγελμάτων,

οα. «ασκούμενος εργαζόμενος»: πρόσωπο με πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που μετατίθεται σε οντότητα υποδοχής για λόγους επαγγελματικής εξέλιξης ή με σκοπό την απόκτηση εκπαίδευσης σε τεχνικές ή μεθόδους επιχειρήσεων και αμείβεται κατά τη διάρκεια της μετάθεσης,

οβ. «άδεια ενδοεταιρικής μετάθεσης» («ICT»): η άδεια που παρέχει στον κάτοχό της το δικαίωμα να διαμένει και να εργάζεται στο έδαφος του πρώτου κράτους – μέλους, και, κατά περίπτωση, των δεύτερων κρατών – μελών, σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 53, 54 και 55.

ογ. «όμιλος επιχειρήσεων»: δύο ή περισσότερες επιχειρήσεις, οι οποίες αναγνωρίζεται ότι συνδέονται, με βάση το άρθρο 2 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος [ν. 4172/2013 (Α΄ 167)], με έναν από τους ακόλουθους τρόπους: επιχείρηση σε άμεση ή έμμεση σχέση με άλλη επιχείρηση, η οποία κατέχει την πλειοψηφία του εγγεγραμμένου κεφαλαίου αυτής ή ελέγχει την πλειοψηφία των ψήφων που συνδέονται με το μετοχικό της κεφάλαιο ή μπορεί να διορίζει περισσότερα από τα μισά μέλη του διοικητικού, διαχειριστικού ή εποπτικού οργάνου της επιχείρησης ή αμφότερες οι επιχειρήσεις τελούν υπό την ενιαία διεύθυνση μιας μητρικής επιχείρησης,

οδ. «πρώτο κράτος-μέλος μετάθεσης»: το κράτος-μέλος, το οποίο πρώτο εκδίδει σε πολίτη τρίτης χώρας άδεια ενδοεταιρικής μετάθεσης,

οε. «δεύτερο κράτος-μέλος μετάθεσης»: οποιοδήποτε κράτος-μέλος, στο οποίο ο ενδοεταιρικώς μετατιθέμενος προτίθεται να ασκήσει ή ασκεί το δικαίωμα κινητικότητας, σύμφωνα με το άρθρο 55, πλην του πρώτου κράτους-μέλους,

οστ. «ασκούμενος»: ο πολίτης τρίτης χώρας ο οποίος είναι κάτοχος πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ή συνεχίζει έναν κύκλο σπουδών σε τρίτη χώρα με σκοπό την απόκτηση πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και γίνεται δεκτός στην ελληνική επικράτεια στο πλαίσιο προγράμματος πρακτικής άσκησης για τον σκοπό της απόκτησης γνώσεων, πρακτικής εξάσκησης και εμπειρίας σε επαγγελματικό περιβάλλον. Πολίτες τρίτων χωρών που έχουν αποκτήσει πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης εντός των δύο (2) ετών που προηγούνται της ημερομηνίας της αίτησης εισδοχής θεωρούνται ότι διατελούν σε σχέση απασχόλησης σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο,

οζ. «εθελοντής»: ο πολίτης τρίτης χώρας που έχει γίνει δεκτός στην ελληνική επικράτεια για να συμμετάσχει σε πρόγραμμα εθελοντικής υπηρεσίας,

οη. «φορέας υποδοχής»: ο ερευνητικός οργανισμός, το ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, ο οργανισμός που είναι υπεύθυνος για το πρόγραμμα εθελοντικής υπηρεσίας ή ο φορέας υποδοχής ασκουμένων, στον οποίο ο πολίτης τρίτης χώρας έχει τοποθετηθεί για τον σκοπό της πρακτικής άσκησης και ο οποίος λειτουργεί στην ελληνική επικράτεια, ανεξάρτητα από τη νομική του μορφή, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο. Ειδικά, για τα προγράμματα πρακτικής άσκησης σε τουριστικές επιχειρήσεις, ως φορείς υποδοχής νοούνται μόνο τα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, όπως αυτά ορίζονται στην περ. με’,

οθ. «εργοδότης»: οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, για το οποίο ή υπό τη διεύθυνση ή την εποπτεία του οποίου παρέχεται η εργασία,

π. «πρώτο κράτος – μέλος»: το κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο πρώτο χορηγεί σε πολίτη τρίτης χώρας άδεια διαμονής για λόγους έρευνας ή σπουδών,

πα. «δεύτερο κράτος – μέλος»: κάθε κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης άλλο από εκείνο που χορήγησε για πρώτη φορά άδεια διαμονής για λόγους έρευνας ή σπουδών,

πβ. «ενωσιακά ή πολυμερή προγράμματα που περιλαμβάνουν μέτρα κινητικότητας»: Τα χρηματοδοτούμενα από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή από τα κράτη – μέλη προγράμματα για την προώθηση της κινητικότητας των πολιτών τρίτων χωρών στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή στα κράτη – μέλη που συμμετέχουν στα αντίστοιχα προγράμματα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΙΣΟΔΟΥ ΚΑΙ ΕΞΟΔΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑ

 

Άρθρο 5

Σημεία εισόδου – εξόδου – Άσκηση ελέγχου εισόδου – εξόδου

  1. Σε κάθε πρόσωπο επιτρέπεται να εισέρχεται στο ελληνικό έδαφος και να εξέρχεται από αυτό μόνο από τα νομοθετημένα σημεία συνοριακής διέλευσης. Η επιτήρηση των χερσαίων και θαλασσίων συνόρων ενεργείται από τις αρμόδιες για τον σκοπό αυτό αστυνομικές και λιμενικές αρχές.
  2. Ο έλεγχος των προσώπων που εισέρχονται στο ελληνικό έδαφος ή εξέρχονται από αυτό ανήκει στην αρμοδιότητα του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη και ενεργείται από τις κατά τόπους αρμόδιες, για τον σκοπό αυτό, αστυνομικές αρχές.
  3. Για την εφαρμογή του Κώδικα δεν συνιστά είσοδο στο ελληνικό έδαφος η παραμονή πολίτη τρίτης χώρας, εν διελεύσει, στη ζώνη διερχομένων αερολιμένος ή λιμένος της χώρας με σκοπό να συνεχίσει το ταξίδι του στην αλλοδαπή, με το ίδιο ή άλλο αεροσκάφος ή πλοίο. Για την παραμονή στη ζώνη διερχομένων απαιτείται θεώρηση διέλευσης αεροδρομίου (VISA Α) σε όσες περιπτώσεις και υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπεται από το ενωσιακό δίκαιο (Κώδικας Θεωρήσεων). Ο πολίτης τρίτης χώρας που παραμένει στη ζώνη διερχομένων, υποχρεούται να συνεχίσει το ταξίδι του. Αν δεν αναχωρήσει εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, επιβιβάζεται σε αεροσκάφος ή πλοίο με φροντίδα της αστυνομικής αρχής. Οι αερολιμενικές ή λιμενικές αρχές είναι υποχρεωμένες να συνδράμουν, εφόσον τους ζητηθεί.
  4. Οι αρμόδιες αστυνομικές, τελωνειακές, λιμενικές και υγειονομικές αρχές διατηρούν το δικαίωμα να ελέγχουν τα πρόσωπα που παραμένουν στη ζώνη διερχομένων, εφόσον το κρίνουν αναγκαίο.
  5. Οι ελληνικές αρχές ελέγχου μπορεί να υποχρεώσουν σε άμεση αναχώρηση διερχόμενο πολίτη τρίτης χώρας, όταν διαπιστώσουν ότι δεν πληροί τις προϋποθέσεις εισόδου στον ενιαίο χώρο Σένγκεν σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/399 «Κώδικας Συνόρων Σένγκεν», όπως εκάστοτε ισχύει.

 

Άρθρο 6

Άρνηση εισόδου

  1. Οι ελληνικές αρχές ελέγχου μπορούν να απαγορεύουν, αιτιολογημένα, την είσοδο στην Ελλάδα πολίτη τρίτης χώρας, εφόσον δεν πληροί τις προϋποθέσεις εισόδου, όπως αυτές ορίζονται στον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/399 «Κώδικας Συνόρων Σένγκεν», όπως εκάστοτε ισχύει.
  2. Σε περίπτωση μη συνδρομής των προϋποθέσεων εισόδου της παρ. 1, επιδίδεται στον πολίτη τρίτης χώρας αιτιολογημένη απόφαση, η οποία αναφέρει τους συγκεκριμένους λόγους άρνησης και έχει τη μορφή τυποποιημένου εντύπου σύμφωνα με το Μέρος Β του Παραρτήματος V του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 «Κώδικας Συνόρων Σένγκεν», όπως εκάστοτε ισχύει.
  3. Ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη δύναται, με απόφαση του, να επιτρέπει στα μόνιμα και προσωρινά συνοριακά σημεία διέλευσης προσώπων την είσοδο πολίτη τρίτης χώρας, παρά την ύπαρξη απαγορευτικού λόγου της παρ. 1, εφόσον τούτο επιβάλλεται για σπουδαίους λόγους δημόσιου συμφέροντος ή ανωτέρας βίας ή διευκόλυνσης κίνησης πλοίου, η οποία δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί με άλλο τρόπο.
  4. Πολίτης τρίτης χώρας, που έχει εισέλθει στην Ελλάδα από τη ζώνη διερχομένων και δεν του επιτρέπεται η είσοδος στη χώρα προορισμού, δεν γίνεται δεκτός για επανείσοδο εάν δεν πληροί εκ νέου τις προϋποθέσεις του παρόντος, εφόσον κατά την επιστροφή του μεσολάβησε είσοδός του σε τρίτη, ενδιάμεση, χώρα.
  5. Δεν απαγορεύεται η είσοδος στην Ελλάδα προσώπου που αποδεικνύεται ότι έχει την ελληνική ιθαγένεια ή την ιθαγένεια κράτους – μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και αν ακόμη στερείται διαβατηρίου ή άλλου ταξιδιωτικού εγγράφου.
  6. Οι ελληνικές αρχές ελέγχου εφόσον, κατά την είσοδο στην Ελλάδα πολίτη τρίτης χώρας που είναι κάτοχος άδειας διαμονής, διαπιστώσουν τη συνδρομή λόγων που δικαιολογούν την ανάκλησή της ή την απόρριψη εκκρεμούς αιτήματος, οφείλουν να το γνωστοποιήσουν αμέσως στην καθ΄ ύλην και κατά τόπο αρμόδια υπηρεσία σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, προκειμένου να κινηθεί η σχετική διαδικασία. Στις περιπτώσεις αυτές απαγορεύεται η είσοδος του πολίτη τρίτης χώρας στην Ελλάδα μέχρι την έκδοση απόφασης για την ανάκληση ή μη της άδειας διαμονής ή την απόρριψη εκκρεμούς αιτήματος, χωρίς οι ελληνικές αρχές εισόδου να παρακρατούν την άδεια διαμονής ή τη βεβαίωση υποβολής αιτήματος με πλήρη δικαιολογητικά.

 

 

Άρθρο 7

Θεώρηση εισόδου

 

  1. Πολίτης τρίτης χώρας, ο οποίος εισέρχεται στο ελληνικό έδαφος, οφείλει να κατέχει έγκυρο ταξιδιωτικό έγγραφο αναγνωρισμένο από τις αρμόδιες ελληνικές Αρχές που πληροί τα κριτήρια που ορίζονται στον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/399 «Κώδικας Συνόρων Σένγκεν».
  2. Τα έγγραφα αυτά, εφόσον απαιτείται από τις ισχύουσες διεθνείς συμβάσεις, το ενωσιακό δίκαιο και τις εθνικές ρυθμίσεις, πρέπει να φέρουν θεώρηση εισόδου (VISA).
  3. Η θεώρηση εισόδου εξετάζεται από την προξενική αρχή εντός της δικαιοδοσίας της οποίας διαμένει νομίμως ο πολίτης τρίτης χώρας, η οποία αποφασίζει και για τη χορήγησή της, αφού ληφθούν υπόψη λόγοι που αφορούν ιδίως στη δημόσια τάξη και ασφάλεια της χώρας και τη δημόσια υγεία. Η προξενική αρχή εξετάζει αίτηση που έχει υποβάλει νομίμως παρών πολίτης τρίτης χώρας, ο οποίος όμως δεν διαμένει εντός της δικαιοδοσίας της και λαμβάνει σχετική απόφαση, εφόσον ο αιτών έχει αιτιολογήσει επαρκώς την υποβολή της αίτησης στην εν λόγω προξενική αρχή. Η θεώρηση εισόδου διακρίνεται σε ομοιόμορφη θεώρηση (Visa C), σε θεώρηση Περιορισμένης Εδαφικής Ισχύος (Visa VTL), σε θεώρηση Διέλευσης από Αερολιμένα (ATV) και σε θεώρηση μακράς διάρκειας (εθνική θεώρηση -Visa D).
  4. Οι αποφάσεις απόρριψης αιτημάτων χορήγησης θεώρησης εισόδου που λαμβάνονται από τις διπλωματικές και προξενικές αρχές, χρήζουν αιτιολογίας. Ειδικής αιτιολογίας χρήζουν οι αποφάσεις που αναφέρονται στις ακόλουθες κατηγορίες πολιτών τρίτων χωρών και υπό την επιφύλαξη της συνδρομής λόγων δημόσιας τάξης και ασφάλειας:

α) πολίτες τρίτων χωρών, μέλη οικογένειας Έλληνα, κατά τα οριζόμενα στην περ. λζ΄ της παρ. 1 του άρθρου 4,

β) πολίτες τρίτων χωρών, μέλη οικογένειας πολίτη άλλου κράτους – μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

γ) πολίτες τρίτων χωρών, των οποίων η είσοδος, διαμονή, εγκατάσταση και απασχόληση στην Ελλάδα ζητείται κατ’ εφαρμογή του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

δ) δικαιούχους διεθνούς προστασίας και τα μέλη της οικογένειάς τους,

ε) πολίτες τρίτων χωρών που απασχολούνται σε επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε άλλο κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και μετακινούνται στην Ελλάδα για την εκτέλεση εργασίας ή έργου στο πλαίσιο σχετικής συμβατικής υποχρέωσης.

  1. Πολίτης τρίτης χώρας που δεν έχει υποχρέωση θεώρησης εισόδου, με την επιφύλαξη των διατάξεων περί Ευρωπαϊκού Συστήματος Πληροφοριών και Αδειοδότησης Ταξιδιού (ETIAS), επιτρέπεται να εισέρχεται και να παραμένει στην ελληνική επικράτεια για διάστημα το οποίο δεν υπερβαίνει τις ενενήντα (90) ημέρες εντός οποιασδήποτε περιόδου εκατόν ογδόντα (180) ημερών. Πολίτης τρίτης χώρας που εισέρχεται στη χώρα για τουρισμό, συνέδρια, πολιτιστικές και αθλητικές εκδηλώσεις και γενικά για ολιγοήμερη διαμονή, μπορεί να παραμείνει προσωρινά χωρίς άδεια διαμονής για όσο χρόνο ισχύει η προξενική θεώρηση ή για χρονικό διάστημα μέχρι ενενήντα (90) ημέρες εντός οποιασδήποτε περιόδου εκατόν ογδόντα (180) ημερών εάν πρόκειται για πολίτη τρίτης χώρας στον οποίο επιτρέπεται η είσοδος χωρίς προξενική θεώρηση. Η περίοδος ισχύος μιας χορηγηθείσας θεώρησης ή η επιτρεπόμενη διάρκεια παραμονής παρατείνεται σύμφωνα με το άρθρο 33 του Κανονισμού (ΕΚ) 810/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Ιουλίου 2009 για τη θέσπιση κοινοτικού κώδικα θεωρήσεων (κώδικας θεωρήσεων) (L 243) εφόσον ο κάτοχος της θεώρησης διαθέτει επαρκείς πόρους διαβίωσης και παρέχει αποδεικτικά στοιχεία για την ύπαρξη ανωτέρας βίας ή ανθρωπιστικών λόγων που τον εμπόδισαν να εγκαταλείψει τον ενιαίο χώρο Σένγκεν πριν από τη λήξη της περιόδου ισχύος της θεώρησης ή της επιτρεπόμενης διάρκειας παραμονής ή για λόγους διεθνών υποχρεώσεων βάσει διακρατικών συμφωνιών. Η περίοδος ισχύος μιας χορηγηθείσας θεώρησης ή η επιτρεπόμενη διάρκεια παραμονής παρατείνεται σύμφωνα με το άρθρο 33 του Κώδικα Θεωρήσεων, εφόσον ο κάτοχος της θεώρησης διαθέτει επαρκείς πόρους διαβίωσης και παρέχει αποδεικτικά στοιχεία για την ύπαρξη ανωτέρας βίας ή ανθρωπιστικών λόγων που τον εμπόδισαν να εγκαταλείψει τον ενιαίο χώρο Σένγκεν πριν από τη λήξη της περιόδου ισχύος της θεώρησης ή της επιτρεπόμενης διάρκειας παραμονής ή για λόγους διεθνών υποχρεώσεων βάσει διακρατικών συμφωνιών. Η παράταση αυτή αποφασίζεται από τις αρμόδιες αρχές του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη. Η παράταση των θεωρήσεων λαμβάνει τη μορφή αυτοκόλλητης θεώρησης.
  2. Σε έκτακτες περιπτώσεις, θεώρηση εισόδου επιτρέπεται να χορηγηθεί από τις αρμόδιες αρχές του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη στα σημεία συνοριακής διέλευσης κατά την άφιξη του πολίτη τρίτης χώρας στο σημείο εισόδου, σύμφωνα με το άρθρο 35 του Κώδικα Θεωρήσεων.
  3. Η εθνική θεώρηση εισόδου εκδίδεται για ένα (1) έτος, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του Κανονισμού 810/2009 και προσκομίζονται τα κατά περίπτωση προβλεπόμενα δικαιολογητικά της απόφασης της παρ. 1 του άρθρου 178 με διάρκεια ισχύος από ενενήντα μία (91) ημέρες έως ένα (1) έτος.
  4. Έλληνες πολίτες, πολίτες λοιπών χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου και πολίτες τρίτων χωρών που διαμένουν νόμιμα στην ελληνική επικράτεια δύνανται να υποβάλουν στις ελληνικές προξενικές αρχές «Έντυπο πρόσκλησης με ανάληψη ευθύνης/φιλοξενίας για τους σκοπούς χορήγησης θεώρησης εισόδου Σένγκεν σε πολίτες τρίτων χωρών για επιχειρηματικό/επαγγελματικό σκοπό (Business Invitation)», σύμφωνα με το άρθρο 14 του Κανονισμού 810/2009, προκειμένου να συνεκτιμηθεί ως δικαιολογητικό έγγραφο κατά τη διαδικασία χορήγησης θεώρησης Σένγκεν. Η πρόσκληση αφορά σε πολίτες τρίτων χωρών οι οποίοι επιθυμούν να εισέλθουν στη χώρα, προκειμένου να συμμετάσχουν σε συναντήσεις, συνέδρια, σεμινάρια εκπαίδευσης και κατάρτισης, εκθέσεις, διασκέψεις ή εκδηλώσεις εμπορικού και βιομηχανικού χαρακτήρα, και υποβάλλεται στην περίπτωση που οι πολίτες τρίτων χωρών δεν μπορούν να πιστοποιήσουν εξ ιδίων τις σχετικές προϋποθέσεις.
  5. Η ακρόαση που απαιτείται για την υποβολή της αίτησης για τα πρόσωπα που αφορά η παρούσα ρύθμιση καθορίζεται κατά προτεραιότητα, εντός δύο (2) εργάσιμων ημερών και, εφόσον η αίτηση είναι παραδεκτή, η σχετική απόφαση λαμβάνεται εντός της προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερολογιακών ημερών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 23 του Κανονισμού 810/2009.
  6. Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις του Κανονισμού 810/2009.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΔΙΑΜΟΝΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑ

 

Άρθρο 8

Γενικές προϋποθέσεις δικαιώματος διαμονής

 

Το δικαίωμα διαμονής πολιτών τρίτων χωρών που εισέρχονται νόμιμα στην ελληνική επικράτεια για έναν από τους λόγους που προβλέπονται στον παρόντα, τελεί υπό τις εξής προϋποθέσεις:

α) να είναι κάτοχοι έγκυρου ταξιδιωτικού εγγράφου αναγνωρισμένου από την Ελλάδα, η ισχύς του οποίου εκτείνεται τουλάχιστον τρεις (3) μήνες μετά την τελευταία προβλεπόμενη ημερομηνία αναχώρησης, να περιέχει τουλάχιστον δύο (2) κενές σελίδες και να εκδόθηκε εντός της προηγούμενης δεκαετίας. Ειδικά για τις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο πολίτης τρίτης χώρας αδυνατεί να προσκομίσει ισχύον διαβατήριο ή άλλο ταξιδιωτικό έγγραφο, είναι δυνατή, κατόπιν γνώμης της Επιτροπής του άρθρου 173, η αναγνώριση δικαιώματος διαμονής του ως στερούμενου διαβατηρίου, εφόσον ο πολίτης τρίτης χώρας επικαλείται ειδικά και αιτιολογημένα αντικειμενική αδυναμία λόγω ιδιαίτερων συνθηκών ή καταστάσεων. Κατά την εξέταση των στοιχείων του φακέλου η Επιτροπή λαμβάνει υποχρεωτικά υπόψη τον βαθμό ένταξης του ενδιαφερόμενου στη χώρα,

β) να είναι κάτοχοι ισχύουσας εθνικής θεώρησης εισόδου για έναν από τους λόγους του παρόντος, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά,

γ) να μην θεωρούνται απειλή για τη δημόσια τάξη, τη δημόσια ασφάλεια ή τις διεθνείς σχέσεις, και να μην είναι καταχωρισμένοι ως ανεπιθύμητοι στις εθνικές βάσεις δεδομένων για σοβαρούς λόγους δημόσιας τάξης και ασφάλειας για χρονική διάρκεια πέραν της πενταετίας. Ως κριτήρια για τη συνδρομή των λόγων δημόσιας τάξης και ασφάλειας, συνεκτιμώνται από την αρμόδια για την έκδοση της άδειας διαμονής υπηρεσία:

γα) η έκδοση τελεσίδικης καταδικαστικής απόφασης για κακούργημα ή πλημμέλημα σε ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός (1) έτους,

γβ) η εγγραφή στον κατάλογο ανεπιθύμητων αλλοδαπών, η οποία παύει αυτοδικαίως να ισχύει με τη χορήγηση ή ανανέωση άδειας διαμονής, με την προϋπόθεση ότι η εν λόγω εγγραφή πραγματοποιήθηκε για λόγους μη νόμιμης εισόδου ή διαμονής,

γγ) άλλοι λόγοι δημόσιας τάξης, συμπεριλαμβανόμενης της επαναλαμβανόμενης παραβατικότητας, οι οποίοι μνημονεύονται ειδικά και αιτιολογημένα στη σχετική απόφαση και

γδ) ιδιαιτέρως εξαιρετικοί λόγοι, ειδικά αιτιολογημένοι, που αφορούν σε ζητήματα δημόσιας ασφάλειας.

Η εξέταση λόγων που αφορούν στη δημόσια τάξη και ασφάλεια της χώρας αποτελεί προαπαιτούμενο στοιχείο κατά την αρχική χορήγηση, καθώς και κατά την ανανέωση της άδειας διαμονής του πολίτη τρίτης χώρας, την αλλαγή σκοπού διαμονής και την υπαγωγή σε καθεστώς αδειών διαμονής μακράς διάρκειας. Για τα ανήλικα τέκνα των πολιτών τρίτων χωρών, η εξέταση συνδρομής λόγων δημόσιας τάξης και ασφάλειας διενεργείται μόνο μετά τη συμπλήρωση του δέκατου πέμπτου (15ου) έτους της ηλικίας τους. Εφόσον συντρέχουν λόγοι δημόσιας τάξης και ασφάλειας, η αρμόδια υπηρεσία μπορεί να αρνηθεί τη χορήγηση ή ανανέωση της άδειας διαμονής. Η συνδρομή λόγων δημόσιας τάξης και ασφάλειας που ανακύπτουν μετά τη χορήγηση της άδειας διαμονής, συνιστούν λόγο ανάκλησής της. Οι αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη υποχρεούνται να απαντήσουν μέσα σε προθεσμία δύο (2) μηνών. Η παράλειψη των υπηρεσιών να αποστείλουν εγκαίρως γνώμη δεν κωλύει την έκδοση της απόφασης χορήγησης άδειας διαμονής, εκτός αν τούτο ζητηθεί ειδικώς από τις ανωτέρω υπηρεσίες,

δ) να μην αποτελούν κίνδυνο για τη δημόσια υγεία. Οι ασθένειες που μπορούν να δικαιολογήσουν άρνηση εισόδου είναι εκείνες που προβλέπονται από την Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και το ενωσιακό δίκαιο, καθώς και άλλες λοιμώδεις, μεταδοτικές ή παρασιτικές ασθένειες, οι οποίες επιβάλλουν τη λήψη μέτρων για την προστασία της δημόσιας υγείας. Η διαπίστωση, μετά την έκδοση της αρχικής άδειας διαμονής, ότι ο ενδιαφερόμενος πάσχει από ασθένεια, από την οποία προσεβλήθη μετά την είσοδό του στη χώρα, δεν αποτελεί λόγο για τη μη ανανέωση της άδειας διαμονής του ή την απομάκρυνσή του από το έδαφος της Χώρας. Ο Υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου ή ο Γραμματέας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, κατά περίπτωση, μπορεί να ζητήσει από τον πολίτη τρίτης χώρας, εάν υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις που το καθιστούν αναγκαίο, να υποβληθεί σε ιατρική εξέταση εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία άφιξης, προκειμένου να πιστοποιηθεί ότι δεν πάσχει από καμία από τις ασθένειες που αναφέρονται στην παρούσα περίπτωση. Αυτές οι ιατρικές εξετάσεις δεν μπορούν να έχουν συστηματικό χαρακτήρα,

ε) να διαθέτουν πλήρη ασφάλιση ασθένειας για το σύνολο των κινδύνων που καλύπτονται για τους ημεδαπούς. Οι πολίτες τρίτων χωρών που διαμένουν στη χώρα      εργασίας, καθώς και τα μέλη των οικογενειών τους, εφόσον είναι συντηρούμενα, ασφαλίζονται υποχρεωτικά στον ασφαλιστικό φορέα που υπάγονται, αναλόγως του επαγγέλματος που ασκούν, αντίστοιχα με τους ημεδαπούς. Οι πολίτες τρίτων χωρών που διαμένουν στη χώρα για λοιπούς λόγους ασφαλίζονται σε ιδιωτικούς ασφαλιστικούς φορείς, εφόσον δεν υπάρχει υγειονομική κάλυψη στην Ελλάδα από φορέα της αλλοδαπής. Τα τέκνα των πολιτών τρίτων χωρών που διαμένουν νόμιμα στη χώρα μετά την ενηλικίωσή τους, συνεχίζουν να ασφαλίζονται για υγειονομική περίθαλψη ως έμμεσα μέλη, στον οικείο ασφαλιστικό φορέα του γονέα, σύμφωνα με την ασφαλιστική νομοθεσία για υγειονομική περίθαλψη που ισχύει για τους ημεδαπούς.

 

Άρθρο 9

Κατηγορίες αδειών διαμονής

 

Οι κατηγορίες αδειών διαμονής, καθώς και οι τύποι αδειών που περιλαμβάνονται σε αυτές είναι οι εξής:

α) άδειες διαμονής για παροχή εξαρτημένης εργασίας (κατηγορία «Ε»):

αα. άδεια διαμονής με σκοπό την απασχόληση υψηλής ειδίκευσης κατά την Οδηγία (ΕΕ) 2021/1883 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Οκτωβρίου 2021 σχετικά με τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών με σκοπό την απασχόληση υψηλής ειδίκευσης, και την κατάργηση της Οδηγίας 2009/50/ΕΚ του Συμβουλίου (L 382) (άδεια διαμονής τύπου «Ε.1»),

αβ. άδεια διαμονής στο πλαίσιο ενδοεταιρικής μετάθεσης κατά την Οδηγία 2014/66/ΕΕ της 15ης Μαΐου 2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών στο πλαίσιο ενδοεταιρικής μετάθεσης (L 157), η οποία ενσωματώθηκε στην ελληνική νομοθεσία με τον ν. 4540/2018 (Α΄ 91) (άδεια διαμονής τύπου «Ε.2»),

αγ. άδεια διαμονής για απασχόληση ειδικού σκοπού (άδεια διαμονής τύπου «Ε.3»),

αδ. άδεια διαμονής για απασχόληση κατόπιν μετάκλησης (άδεια διαμονής τύπου «Ε.4»),

αε. δικαίωμα διαμονής και απασχόλησης σε κατόχους εθνικής θεώρησης με σκοπό την εποχιακή εργασία (τίτλος διαμονής τύπου «Ε.5»),

αστ. άδεια διαμονής εποχιακών εργαζόμενων (άδεια διαμονής τύπου «Ε.6»),

β) δικαίωμα διαμονής και απασχόλησης σε κατόχους εθνικής θεώρησης εισόδου μακράς διάρκειας (κατηγορία «Ζ»):

βα. ψηφιακοί νομάδες (τίτλος διαμονής «Ζ.1») (Digital Nomads Visa),

ββ. μέλη καλλιτεχνικών συγκροτημάτων (τίτλος διαμονής τύπου «Ζ.2»),

βγ. πνευματικοί δημιουργοί (τίτλος διαμονής τύπου «Ζ.3»),

βδ. πολίτες τρίτων χωρών που μετακινούνται από επιχείρηση εγκατεστημένη σε τρίτη χώρα με σκοπό την παροχή υπηρεσίας (τίτλος διαμονής τύπου «Ζ.4»),

βε. πολίτες τρίτων χωρών που μετακινούνται από επιχείρηση εγκατεστημένη σε άλλο κράτος –μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου με σκοπό την παροχή υπηρεσίας (τίτλος διαμονής τύπου «Ζ.5»),

βστ. αρχηγοί οργανωμένων ομάδων τουρισμού (τίτλος διαμονής τύπου «Ζ.6»),

βζ. πολίτες τρίτων χωρών που αιτούνται την εισδοχή για αθλητική προετοιμασία (τίτλος διαμονής τύπου «Ζ.7»),

βη. φοιτητές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που συμμετέχουν σε προγράμματα πρακτικής άσκησης έναντι αποζημίωσης (τίτλος διαμονής τύπου «Ζ.8»),

βθ. πολίτες Αυστραλίας που συμμετέχουν στο πρόγραμμα για την κινητικότητα των νέων, σύμφωνα με το Μνημόνιο Κατανόησης μεταξύ Ελλάδας και Αυστραλίας (Work and Holiday Visa), που κυρώθηκε με τον ν. 4353/2015 (Α’ 173) (τίτλος διαμονής τύπου «Ζ.9»),

βι. πτητικό, τεχνικό και διοικητικό προσωπικό που εισέρχεται στη χώρα για κάλυψη αναγκών δασοπυρόσβεσης κατά την αντιπυρική περίοδο (τίτλος διαμονής τύπου «Ζ.10»),

βια. υπότροφοι του Αμερικανικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος Ελλάδος (Ίδρυμα Fulbright) (τίτλος διαμονής τύπου «Ζ.11»),

βιβ. πολίτες τρίτων χωρών που αιτούνται την εισδοχή (i) για σπουδή ή γνωριμία του Αγιορείτικου μοναχικού βίου ή (ii) για γνωριμία του μοναχικού βίου – μοναχισμό (τίτλος διαμονής τύπου «Ζ.12»),

γ. άδειες διαμονής για οικογενειακούς λόγους (κατηγορία «Ο»):

γα. άδεια διαμονής πολιτών τρίτων χωρών για οικογενειακή επανένωση κατά την Οδηγία 2003/86/ΕΚ του Συμβουλίου της 22ης Σεπτεμβρίου 2003 σχετικά µε το δικαίωμα οικογενειακής επανένωσης (L 251), που ενσωματώθηκε στην ελληνική νομοθεσία με το π.δ. 131/2006 (Α΄143) (άδεια διαμονής τύπου «Ο.1»),

γβ. αυτοτελής άδεια διαμονής μελών οικογένειας κατά την Οδηγία 2003/86/ΕΚ (άδεια διαμονής τύπου «Ο.2»),

γγ. δελτίο διαμονής μελών οικογένειας Έλληνα (σύζυγος, γονείς, τέκνα, γονείς και αδέλφια ανήλικων ημεδαπών) (άδεια διαμονής τύπου «Ο.3»),

δ. άδειες διαμονής για επενδυτικούς λόγους (κατηγορία «Β»):

δα. άδεια διαμονής στρατηγικών επενδυτών (άδεια διαμονής τύπου «Β1»),

δβ. άδεια διαμονής για επενδυτική δραστηριότητα-σύσταση επιχείρησης (άδεια διαμονής τύπου «Β2»),

δγ. άδεια διαμονής μετόχων, μελών Δ.Σ., διαχειριστών ή νόμιμων εκπροσώπων εταιρειών εγκατεστημένων στην Ελλάδα ή θυγατρικών αλλοδαπών εταιρειών εγκατεστημένων στην Ελλάδα που ασκούν εμπορική ή άλλη δραστηριότητα (άδεια διαμονής τύπου «Β3»),

δδ. άδεια διαμονής επενδυτών σε άυλους τίτλους (άδεια διαμονής τύπου «Β4»),

δε. άδεια διαμονής επενδυτών σε ακίνητη περιουσία (άδεια διαμονής τύπου «Β5»),

ε. άδειες διαμονής για εκπαιδευτικούς λόγους (κατηγορία «Η»):

εα. άδεια διαμονής με σκοπό τις σπουδές του ν. 4666/2020 (A΄ 35) περί τροποποίησης του ν. 4251/2014 (Α΄ 80) για την προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία (ΕΕ) 2016/801 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, σχετικά με τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών με σκοπό την έρευνα, τις σπουδές, την πρακτική άσκηση, την εθελοντική υπηρεσία, τις ανταλλαγές μαθητών ή τα εκπαιδευτικά προγράμματα και την απασχόληση των εσωτερικών άμισθων βοηθών (au pair) (L 132) (άδεια διαμονής τύπου «Η.1»),

εβ. άδεια διαμονής με σκοπό την εθελοντική υπηρεσία κατά την Οδηγία (ΕΕ) 2016/801 (άδεια διαμονής τύπου «Η.2»),

εγ. άδεια διαμονής με σκοπό την έρευνα κατά την Οδηγία (ΕΕ) 2016/801 (άδεια διαμονής τύπου «Η.3»),

εδ. εθνική θεώρηση εισόδου που επιτρέπει τη διαμονή για πρακτική άσκηση κατά την Οδηγία (ΕΕ) 2016/801 (τίτλος διαμονής τύπου «Η.4»),

εε. άδεια διαμονής για επαγγελματική κατάρτιση, (φοίτηση σε κολλέγια, Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης, Επαγγελματικές Σχολές Κατάρτισης και Κέντρα Διά Βίου Μάθησης) (άδεια διαμονής τύπου «Η.5»),

εστ. εθνική θεώρηση εισόδου που επιτρέπει τη διαμονή πολιτών τρίτων χωρών εργαζόμενων σε επιχείρηση, η οποία είναι εγκατεστημένη σε τρίτη χώρα ή σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, που συμμετέχουν σε προγράμματα σπουδών σε Κολλέγια, τα οποία παρέχουν κατ’ αποκλειστικότητα σπουδές, βάσει συμφωνιών πιστοποίησης (validation) και δικαιόχρησης (franchising) με ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της αλλοδαπής, αναγνωρισμένα από τις αρμόδιες αρχές της χώρας όπου εδρεύουν (τίτλος διαμονής τύπου «Η.6»),

εζ. άδεια διαμονής υποτρόφων, καθώς και συμμετεχόντων σε ειδικά προγράμματα (όπως ERASMUS και υπότροφοι Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών) (άδεια διαμονής τύπου «Η.7»),

εη. εθνική θεώρηση εισόδου που επιτρέπει τη διαμονή φοιτητών ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης αλλοδαπής, που συμμετέχουν σε θερινά προγράμματα σπουδών, σύμφωνα με το άρθρο 90 του ν. 4692/2020 (Α΄111) (τίτλος διαμονής τύπου «Η.8»),

εθ. άδεια διαμονής για φοίτηση στις σχολές και τα ειδικά σχολεία των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας ή στις ακαδημίες και τα σχολεία του Εμπορικού Ναυτικού, σε σχολές εκπαίδευσης χειριστών, μηχανικών και μελών πληρώματος θαλάμου επιβατών αεροσκαφών, στην Αθωνιάδα Εκκλησιαστική Ακαδημία του Αγίου Όρους, σε μουσικά εκπαιδευτικά ιδρύματα, για εκμάθηση ελληνικής γλώσσας σε κέντρο διδασκαλίας ή συναφή φορέα ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος (άδεια διαμονής τύπου «Η.9»),

εη. άδεια διαμονής για απόκτηση ιατρικής ειδικότητας (άδεια διαμονής τύπου «Η.10»),

στ. άδειες διαμονής για ανθρωπιστικούς και εξαιρετικούς λόγους (κατηγορία «Α»):

στα. άδεια διαμονής, κατά περίπτωση, (ad hoc) για ανθρωπιστικούς λόγους, κατόπιν εισήγησης της Επιτροπής Μετανάστευσης του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου, ιδίως σε i) πολίτες τρίτων χωρών, θύματα και ουσιώδεις μάρτυρες εγκληματικών πράξεων, θύματα ενδοοικογενειακής βίας, θύματα εγκλημάτων με ρατσιστικά χαρακτηριστικά, πάσχοντες από σοβαρά προβλήματα υγείας, καθώς και θύματα εργατικών και λοιπών ατυχημάτων που καλύπτονται από την ελληνική νομοθεσία, ii) πολίτες τρίτων χωρών που παρακολουθούν νόμιμα εγκεκριμένο θεραπευτικό πρόγραμμα ψυχικής εξάρτησης, iii) μέλη οικογένειας Έλληνα πολίτη που πληρούν τις προϋποθέσεις χορήγησης αυτοτελούς άδειας διαμονής (άδεια διαμονής τύπου «Ο.2»), σύμφωνα με τα οριζόμενα στην Οδηγία 2003/86/ΕΚ σχετικά µε το δικαίωµα οικογενειακής επανένωσης (άδεια διαμονής τύπου «Α.1»),

στβ. άδεια διαμονής σε θύματα εμπορίας ανθρώπων που υπάγονται στις διατάξεις του Πρωτοκόλλου του Παλέρμο που κυρώθηκε με τον ν. 3875/2010 (Α’ 158) και δεν υπάγονται στα άρθρα 135 έως 142 του παρόντος (άδεια διαμονής τύπου «Α.2»),

στγ. άδεια διαμονής πολιτών τρίτων χωρών, οι οποίοι απασχολήθηκαν είτε με ιδιαίτερα καταχρηστικούς όρους εργασίας είτε ως ανήλικοι, σύμφωνα με το άρθρο 89 του ν. 4052/2012 (Α΄ 41) (άδεια διαμονής τύπου «Α.3»),

στδ. άδεια διαμονής (i) ενηλίκων, ανίκανων να επιμεληθούν των υποθέσεών τους εξαιτίας λόγων υγείας ή ανηλίκων που αποδεδειγμένα χρήζουν προστατευτικών μέτρων και φιλοξενούνται από ιδρύματα ή άλλα νομικά πρόσωπα κοινωφελούς σκοπού, εφόσον η επιστροφή τους σε ασφαλές περιβάλλον είναι αδύνατη, (ii) ανηλίκων, η επιμέλεια των οποίων έχει ανατεθεί με απόφαση ελληνικού δικαστηρίου ή αλλοδαπού δικαστηρίου, που αναγνωρίζεται από τις ελληνικές αρχές, σε οικογένειες Ελλήνων ή οικογένειες πολιτών τρίτων χωρών με νόμιμη διαμονή στη χώρα ή για τα οποία είναι εκκρεμής διαδικασία υιοθεσίας ενώπιον των ελληνικών αρχών, καθώς και (iii) ανηλίκων, οι οποίοι έχουν τοποθετηθεί σε ανάδοχη οικογένεια είτε με δικαστική απόφαση είτε κατόπιν κατάρτισης έγγραφης σύμβασης των φυσικών γονέων ή του επιτρόπου ή του φορέα που έχει την επιμέλεια του ανηλίκου με τους ανάδοχους γονείς (άδεια διαμονής τύπου «Α.4»),

στε. άδεια διαμονής ανήλικων φιλοξενούμενων σε οικοτροφεία, που λειτουργούν υπό την εποπτεία αρμόδιων υπουργείων (άδεια διαμονής τύπου «Α.5»),

στστ. άδεια διαμονής πολιτών τρίτων χωρών που διαμένουν στη χώρα για επτά (7) τουλάχιστον συνεχή έτη, πριν από την υποβολή αίτησης ή είναι γονείς ανήλικου ημεδαπού και προσκομίζουν στοιχεία που τεκμηριώνουν τη γονική σχέση με το τέκνο (άδεια διαμονής τύπου «Α.6»),

στζ. άδειες διαμονής θυμάτων εμπορίας ανθρώπων ή παράνομης διακίνησης μεταναστών κατά την Οδηγία 2004/81/ΕΚ (άδεια διαμονής τύπου «Α.7»),

η. άδειες διαμονής μακράς διάρκειας (κατηγορία «Μ»),

ηα. άδεια διαμονής επί μακρόν διαμενόντων κατά την Οδηγία 2003/109/ΕΚ του Συμβουλίου της 25ης Νοεμβρίου 2003 σχετικά µε το καθεστώς υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι είναι επί µακρόν διαµένοντες (L 16) (άδεια διαμονής τύπου «Μ.1»),

ηβ. άδεια διαμονής δεκαετούς διάρκειας για όσους πληρούν τις προϋποθέσεις απονομής ιθαγένειας εκτός γλωσσομάθειας ή σε πολίτες τρίτων χωρών δεύτερης γενιάς (άδεια διαμονής τύπου «Μ.2») (άδεια διαμονής τύπου «Μ.2»),

θ. άδειες διαμονής πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους κατά την Οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 1612/68 και την κατάργηση των οδηγιών 64/221/ΕΟK, 68/360/ΕΟΚ, 72/194/ΕΟΚ, 73/148/ΕΟΚ, 75/34/ΕΟΚ, 75/35/ΕΟΚ, 90/364/ΕΟΚ, 90/365/ΕΟΚ και 93/96/ΕΟΚ (L 229), που ενσωματώθηκε στην ελληνική νομοθεσία με το π.δ. 106/2007 (Α΄ 135) (κατηγορία «Ν»):

θα. άδειες διαμονής πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολιτών χωρών της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών (ΕΖΕΣ), καθώς και των μελών των οικογενειών τους (άδεια διαμονής τύπου «Ν.1»),

θβ. άδειες διαμονής του/της συμβίου µε τον/την οποίο/α ο πολίτης της Ένωσης έχει σταθερή σχέση, δεόντως αποδεδειγµένη (άδεια διαμονής τύπου «Ν.2»),

ι. λοιπές άδειες διαμονής (κατηγορία «Ι»):

ια. άδειες διαμονής για λόγους δημοσίου συμφέροντος (άδεια διαμονής τύπου «Ι.1»),

ιβ. άδειες διαμονής (i) ενηλίκων, άνω των είκοσι (20) ετών, τέκνων μελών του διπλωματικού και του διοικητικού και τεχνικού προσωπικού διπλωματικής αποστολής, εφόσον συγκατοικούν με τους γονείς τους, (ii) ενηλίκων, άνω των είκοσι (20) ετών, τέκνων προξενικών λειτουργών και ειδικών προξενικών υπαλλήλων που υπηρετούν στην Ελλάδα, καθώς και (iii) εξαρτώμενων, ανιόντων πρώτου βαθμού συγγένειας, μελών του διπλωματικού και του διοικητικού και τεχνικού προσωπικού διπλωματικής αποστολής, καθώς και προξενικών λειτουργών και ειδικών προξενικών υπαλλήλων που υπηρετούν στην Ελλάδα (άδεια διαμονής τύπου «Ι.2»),

ιγ. άδειες διαμονής εργαζόμενων ως ιδιωτικών υπηρετών μελών διπλωματικών αποστολών, σύμφωνα με την περ. η του άρθρου 1 της Σύμβασης της Βιέννης του 1961 «Περί των Διπλωματικών Σχέσεων», η οποία κυρώθηκε με το ν.δ. 503/1970 (Α΄ 108), οι οποίοι βρίσκονται στο εξωτερικό και καλούνται στην Ελλάδα (άδεια διαμονής τύπου «Ι.3»),

ιδ. άδειες διαμονής για λήψη ιατρικής – νοσηλευτικής και παρηγορητικής φροντίδας (άδεια διαμονής τύπου «Ι.4»),

ιε. άδειες διαμονής σε πολίτες του Καναδά που συμμετέχουν στο πρόγραμμα για την κινητικότητα των νέων, βάσει της Συμφωνίας Ελλάδας και Καναδά (Work and Holiday Visa) που κυρώθηκε με τον ν. 4091/2012 (Α` 219) (άδεια διαμονής τύπου «Ι.5»),

ιστ. άδειες διαμονής ανταποκριτών ξένου τύπου που έχουν διαπιστευτεί στη Γενική Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού και Δημόσιας Διπλωματίας του Υπουργείου Εξωτερικών (άδεια διαμονής τύπου «Ι.6»),

ιζ. άδειες διαμονής (i) για σπουδή ή γνωριμία του Αγιορείτικου μοναχικού βίου ή (ii) για γνωριμία του μοναχικού βίου – μοναχισμό (άδεια διαμονής τύπου «Ι.7»),

ιη. άδεια διαμονής πολιτών τρίτων χωρών με επαρκείς πόρους διαβίωσης (άδεια διαμονής τύπου «Ι.8»),

ια. άδειες διαμονής δικαιούχων διεθνούς προστασίας (κατηγορία «Ρ»):

ιαα. άδειες διαμονής προσφυγικού καθεστώτος (άδεια διαμονής τύπου «Ρ.1»),

ιαβ. άδειες διαμονής λόγω καθεστώτος επικουρικής προστασίας (άδεια διαμονής τύπου «Ρ.2»),

ιαγ. άδειες διαμονής λόγω καθεστώτος προσωρινής προστασίας (άδεια διαμονής τύπου «Ρ.3»),

ιβ. βεβαίωση εγγραφής για πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολίτες χωρών Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών (κατηγορία «Ν»),

ιγ. άδεια διαμονής ομογενών (κατηγορία «Υ»),

ιγα. άδεια διαμονής ομογενών εφόσον δεν υφίσταται δυνατότητα υπαγωγής τους στο ρυθμιστικό πλαίσιο για τους ομογενείς που προέρχονται από την Αλβανία, την Τουρκία ή χώρες της πρώην ΕΣΣΔ (άδεια διαμονής τύπου «Υ.1»),

ιγβ. Ομογενείς προερχόμενοι από την Αλβανία, την Τουρκία και την πρώην ΕΣΣΔ (άδεια διαμονής τύπου «Υ.2»),

ιγγ. άδεια διαμονής μελών οικογένειας ομογενών από την πρώην ΕΣΣΔ (άδεια διαμονής τύπου «Υ.3») και

ιδ. ειδική βεβαίωση νόμιμης διαμονής της παρ. 4 του άρθρου 16 (τίτλος διαμονής τύπου «Χ»).

 

Άρθρο 10

Χορήγηση άδειας διαμονής – Υποβολή αρχικής αίτησης

 

  1. Πολίτης τρίτης χώρας που επιθυμεί να λάβει μία από τις άδειες διαμονής του άρθρου 9 οφείλει να υποβάλει αίτηση για τη χορήγησή της, μετά την είσοδο του στη χώρα και πριν από τη λήξη της θεώρησης εισόδου, εκτός αν από το παρόν ορίζεται διαφορετικά.
  2. Η υποβολή των αιτήσεων για τη χορήγηση αρχικής άδειας διαμονής και των δικαιολογητικών, καθώς και η παραλαβή τυχόν απορριπτικής απόφασης ή άλλων εγγράφων από τον οικείο φάκελο, γίνεται μέσω των ηλεκτρονικών υπηρεσιών (εφεξής «Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα (Ο.Π.Σ.) «Μετανάστευση» του άρθρου 174 του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου από τον πολίτη τρίτης χώρας ή από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του ή από συζύγους, ανιόντες και ενήλικους κατιόντες του. Η πληρεξουσιότητα αποδεικνύεται εγγράφως με θεώρηση του γνησίου της υπογραφής του εξουσιοδοτούντος από οποιαδήποτε δημόσια αρχή.
  3. Εάν η αίτηση υποβάλλεται από πληρεξούσιο δικηγόρο, η διαδικασία πραγματοποιείται μέσω της διαλειτουργικότητας των ηλεκτρονικών υπηρεσιών του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου με την ηλεκτρονική πλατφόρμα της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδας (portal.olomeleia.gr) και η σχετική εξουσιοδότηση προς τον δικηγόρο μεταφορτώνεται ηλεκτρονικά στην αίτηση του πολίτη τρίτης χώρας.
  4. Μοναδικός και αποκλειστικός τρόπος επικοινωνίας του αιτούντος για τα ζητήματα που άπτονται της αίτησής του για χορήγηση τίτλου διαμονής του είναι η ηλεκτρονική του διεύθυνση.
  5. Για την υποβολή της ηλεκτρονικής αίτησης, συμπληρώνεται υποχρεωτικά το σύνολο των πεδίων που αφορούν στα ατομικά και δημογραφικά στοιχεία του αιτούντος, στο ταξιδιωτικό του έγγραφο (πλην της περίπτωσης των στερουμένων διαβατηρίου) και στον τόπο διαμονής του. Ο αιτών επισυνάπτει τα δικαιολογητικά που ορίζονται στην απόφαση της παρ. 1 του άρθρου 178 και καταθέτει το απαιτούμενο αποδεικτικό καταβολής ηλεκτρονικού παραβόλου, το ύψος του οποίου ορίζεται στο άρθρο 172. Πρόσωπα που έχουν περισσότερες ιθαγένειες, στις οποίες δεν συμπεριλαμβάνεται η ελληνική, είναι υποχρεωμένα να επιλέξουν ιθαγένεια, εφόσον είναι εφοδιασμένα με διαβατήριο ή άλλο ταξιδιωτικό έγγραφο του οικείου κράτους.
  6. Η ηλεκτρονική αίτηση επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης ως προς το περιεχόμενο και την ακρίβεια των υποβληθέντων στοιχείων, εφαρμοζομένου κατά τα λοιπά του ν. 1599/1986 (Α’ 75). Σε περίπτωση αμφιβολίας για τη γνησιότητα ή την ορθότητα του περιεχομένου των υποβληθέντων δικαιολογητικών, η αρμόδια υπηρεσία μπορεί να ζητήσει την αποστολή δικαιολογητικών σε φυσική μορφή, κατά παρέκκλιση της ηλεκτρονικής διαδικασίας. Τα ως άνω δικαιολογητικά υποβάλλονται μέσω ταχυδρομείου (συστημένη επιστολή) ή μέσω υπηρεσίας ταχυμεταφοράς με αποδεικτικό επίδοσης.
  7. Η ακρίβεια και η γνησιότητα των στοιχείων της βεβαίωσης διαπιστώνονται ηλεκτρονικά από τις αρμόδιες δημόσιες υπηρεσίες, είτε μέσω της υπηρεσίας διαλειτουργικότητας των δημόσιων φορέων με το Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα (Ο.Π.Σ.) «Μετανάστευση» του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου του άρθρου 174, είτε μέσω αναζήτησης στην Ηλεκτρονική Πορεία Φακέλου Πολίτη Τρίτης Χώρας του ιδίου Υπουργείου.
  8. Μετά την υποβολή της αίτησης, ο αιτών λαμβάνει στη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που έχει δηλώσει στην αίτησή του:

α) αποδεικτικό υποβολής της αίτησης, που περιλαμβάνει το σύνολο των στοιχείων και των εγγράφων που έχουν καταχωρισθεί στην αίτηση χορήγησης και

β) βεβαίωση υποβολής αίτησης, η οποία ισχύει μέχρι την έκδοση της απόφασης χορήγησης της άδειας διαμονής ή της απόφασης απόρριψης του αιτήματος. Η βεβαίωση υποβολής ηλεκτρονικής αίτησης για τη χορήγηση άδειας διαμονής λαμβάνει μοναδική σειριακή αρίθμηση και φέρει ακριβή στοιχεία και πληροφορίες, σύμφωνα με τις οποίες είναι δυνατή η διαπίστωση, σε πραγματικό χρόνο (OnLine), της γνησιότητας και της ακρίβειας του περιεχομένου του. Επίσης, πιστοποιεί ότι ο κάτοχός της διαμένει νόμιμα στη χώρα και απολαύει προσωρινά των δικαιωμάτων, τα οποία απορρέουν από την άδεια διαμονής, της οποίας αιτείται την έκδοση. Η βεβαίωση κατάθεσης αίτησης παύει να ισχύει αυτοδικαίως όταν εκδοθεί η απόφαση χορήγησης της άδειας διαμονής ή η απόφαση απόρριψης του αιτήματος.

  1. Η ίδια βεβαίωση κατάθεσης αίτησης εκδίδεται, εάν πρόκειται για αίτημα αρχικής χορήγησης άδειας διαμονής, όταν ελλείπει η βεβαίωση ότι έχει υποβληθεί αίτηση στον οικείο ασφαλιστικό φορέα για τη χορήγηση ασφαλιστικής ικανότητας ή πιστοποιητικού υγείας από Ελληνικό Κρατικό Νοσηλευτικό Ίδρυμα, όπου τα δικαιολογητικά αυτά απαιτούνται. Σε αυτήν την περίπτωση, οι ενδιαφερόμενοι οφείλουν να υποβάλουν το ελλείπον δικαιολογητικό εντός αποκλειστικής προθεσμίας έξι (6) μηνών από την υποβολή της σχετικής αίτησης.
  2. Μετά τον έλεγχο των προϋποθέσεων του άρθρου 8, ο αιτών μπορεί να κληθεί μέσω μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στη διεύθυνση που έχει δηλώσει με την υποβολή της αίτησης για συνέντευξη σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, ενώπιον της Επιτροπής Μετανάστευσης του άρθρου 173. Η κλήση που έχει αποσταλεί μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου θεωρείται ότι επιδόθηκε μετά από την παρέλευση σαράντα οκτώ (48) ωρών από την αποστολή της. Αν ο αιτών δεν παραστεί στη συνέντευξη, τεκμαίρεται ότι υπάρχει αδικαιολόγητη απουσία του και η αίτησή του απορρίπτεται.
  3. Κατά παρέκκλιση της παρ. 1, πολίτης τρίτης χώρας, ο οποίος πληροί τις προϋποθέσεις για την υπαγωγή στις ρυθμίσεις των άρθρων 97 έως 100, δύναται να υποβάλει μέσω πληρεξουσίου αίτηση για χορήγηση άδειας διαμονής δυνάμει των ανωτέρω διατάξεων, πριν από την είσοδό του στην ελληνική επικράτεια. Η αίτηση υποβάλλεται δυνάμει σχετικού πληρεξούσιου εγγράφου, το οποίο έχει συνταχθεί ενώπιον ελληνικής προξενικής αρχής ή ενώπιον αρμόδιας αλλοδαπής αρχής ή συμβολαιογράφου που εδρεύει στο εξωτερικό και φέρει την επισημείωση της Χάγης [Σφραγίδα της Συμβάσεως της Χάγης της 5ης Οκτωβρίου 1961 (APOSTILLE)] ή την αντίστοιχη θεώρηση της αρμόδιας ελληνικής προξενικής αρχής. Εφόσον τα δικαιολογητικά που κατατίθενται είναι πλήρη, χορηγείται βεβαίωση κατάθεσης αίτησης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 8. Η ίδια βεβαίωση χορηγείται και στην περίπτωση που εκκρεμεί η προσκόμιση του απαιτούμενου δικαιολογητικού της περ. ε’ του άρθρου 8. Ο αιτών οφείλει, εντός αποκλειστικής προθεσμίας δώδεκα (12) μηνών από την υποβολή της σχετικής αίτησης, να εισέλθει στην ελληνική επικράτεια και να υποβάλει στην αρμόδια υπηρεσία τα απαιτούμενα βιομετρικά στοιχεία και το ελλείπον δικαιολογητικό της περ. ε` του άρθρου 8. Τα ανωτέρω καταλαμβάνουν και την υποβολή αίτησης για χορήγηση άδειας διαμονής, στα μέλη της οικογενείας του αιτούντος.

 

Άρθρο 11

Διαδικασία υποβολής αίτησης ανανέωσης άδειας διαμονής

 

  1. Για την ανανέωση της άδειας διαμονής του, ο πολίτης τρίτης χώρας οφείλει, εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών πριν από τη λήξη ισχύος της, να υποβάλει σχετική αίτηση που συνοδεύεται από τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, όπως ορίζονται στην απόφαση της παρ. 1 του άρθρου 178. Εκπρόθεσμη αίτηση για ανανέωση άδειας διαμονής μπορεί να κατατεθεί μέχρι και ένα (1) μήνα μετά τη λήξη ισχύος της. Στην περίπτωση αυτή επιβάλλεται πρόστιμο ύψους εκατό (100) ευρώ. Το αρμόδιο όργανο για την επιβολή και τη βεβαίωση του προστίμου της παρούσας καθορίζεται με την απόφαση της παρ. 26 του άρθρου 178. Μετά την πάροδο ενός (1) μηνός από τη λήξη της άδειας διαμονής, δεν είναι δυνατή η κατάθεση σχετικής αίτησης. Εκπρόθεσμες, πέραν του μηνός, αιτήσεις, δεν παραλαμβάνονται, εκτός εάν συντρέχουν, αποδεδειγμένως, λόγοι ανωτέρας βίας.
  2. Η υποβολή των αιτήσεων για την ανανέωση άδειας διαμονής, η υποβολή δικαιολογητικών και η παραλαβή της απορριπτικής απόφασης ή άλλων εγγράφων από τον οικείο φάκελο γίνονται μέσω του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος (Ο.Π.Σ.) «Μετανάστευση» του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου.
  3. Μοναδικός τρόπος επικοινωνίας του αιτούντος με την υπηρεσία μιας στάσης για τα ζητήματα που άπτονται της αίτησης ανανέωσης του τίτλου διαμονής του είναι η ηλεκτρονική του διεύθυνση.
  4. 4. Εάν η αίτηση υποβάλλεται από πληρεξούσιο δικηγόρο, η διαδικασία πραγματοποιείται μέσω διαλειτουργικότητας του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος (Ο.Π.Σ.) «Μετανάστευση» του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου με την ηλεκτρονική πλατφόρμα της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδας (portal.olomeleia.gr) και η σχετική εξουσιοδότηση του δικηγόρου μεταφορτώνεται ηλεκτρονικά στην αίτηση του πολίτη τρίτης χώρας.
  5. Οι αιτήσεις ανανέωσης, κατά την ηλεκτρονική υποβολή τους, συνοδεύονται από το απαιτούμενο αποδεικτικό καταβολής ηλεκτρονικού παραβόλου, όπου αυτό απαιτείται από τις οικείες κατά περίπτωση διατάξεις του παρόντος Κώδικα.
  6. 6. Για την υποβολή της ηλεκτρονικής αίτησης ανανέωσης συμπληρώνεται υποχρεωτικά το σύνολο των πεδίων που αφορούν στα ατομικά/δημογραφικά στοιχεία του αιτούντος, στο ταξιδιωτικό του έγγραφο (πλην της περίπτωσης των στερούμενων διαβατηρίου) και στον τόπο διαμονής του.
  7. Οι αιτήσεις συνοδεύονται από τα κατά περίπτωση προβλεπόμενα δικαιολογητικά της απόφασης της παρ. 1 του άρθρου 178. Σε περίπτωση αμφιβολίας για τη γνησιότητα ή την ορθότητα του περιεχομένου των υποβληθέντων δικαιολογητικών, η αρμόδια υπηρεσία μπορεί να ζητήσει την αποστολή δικαιολογητικών σε φυσική μορφή, κατά παρέκκλιση της ηλεκτρονικής διαδικασίας. Τα ως άνω δικαιολογητικά υποβάλλονται μέσω ταχυδρομείου (συστημένη επιστολή) ή μέσω υπηρεσίας ταχυμεταφοράς με αποδεικτικό επίδοσης.
  8. Η ηλεκτρονική αίτηση επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης, ως προς το περιεχόμενο και την ακρίβεια των υποβληθέντων στοιχείων, με εφαρμογή, κατά τα λοιπά, των διατάξεων περί υποβολής ψευδούς υπεύθυνης δήλωσης, σύμφωνα με τον ν. 1599/1986 (Α’ 75).
  9. 9. Εφόσον τα καταχωρισθέντα στοιχεία επιβεβαιώνονται από τον αιτούντα, ολοκληρώνεται η οριστική υποβολή της ηλεκτρονικής αίτησης. Ως ημερομηνία υποβολής της αίτησης λογίζεται η ημερομηνία οριστικής υποβολής αυτής μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου.
  10. Μετά την υποβολή της αίτησης, ο αιτών λαμβάνει στη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που έχει δηλώσει στην αίτησή του: α) αποδεικτικό υποβολής της αίτησης, το οποίο περιλαμβάνει το σύνολο των στοιχείων και των εγγράφων που έχουν καταχωρισθεί στην αίτηση χορήγησης και β) έγγραφο, το οποίο επέχει θέση βεβαίωσης κατάθεσης αίτησης, η οποία ισχύει μέχρι την έκδοση απόφασης χορήγησης ή απόρριψης. Το ανωτέρω έγγραφο λαμβάνει μοναδική σειριακή αρίθμηση και φέρει ακριβή στοιχεία και πληροφορίες, σύμφωνα με τις οποίες είναι δυνατή η διαπίστωση, σε πραγματικό χρόνο (OnLine), της γνησιότητας και της ακρίβειας του περιεχομένου του, συνιστά βεβαίωση υποβολής ηλεκτρονικής αίτησης για τη χορήγηση άδειας διαμονής και πιστοποιεί ότι ο κάτοχός του διαμένει νόμιμα στη χώρα και απολαύει των δικαιωμάτων, τα οποία απορρέουν από την άδεια διαμονής, της οποίας αιτείται την έκδοση. Η βεβαίωση κατάθεσης αίτησης παύει αυτοδικαίως να ισχύει όταν εκδοθεί απόφαση χορήγησης της άδειας διαμονής ή απόφαση απόρριψης του αιτήματος.
  11. Η ακρίβεια και η γνησιότητα των στοιχείων της βεβαίωσης διαπιστώνονται ηλεκτρονικά από τις αρμόδιες δημόσιες υπηρεσίες, είτε μέσω της υπηρεσίας διαλειτουργικότητας των δημοσίων φορέων με το Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα (Ο.Π.Σ.) «Μετανάστευση» του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου του άρθρου 206, είτε μέσω αναζήτησης στην Ηλεκτρονική Πορεία Φακέλου Πολίτη Τρίτης Χώρας του Υπουργείου.

 

Άρθρο 12

Δυνατότητα μεταβολής κατηγορίας άδειας διαμονής

 

  1. Αίτηση για αλλαγή κατηγορίας άδειας διαμονής λαμβάνεται υπόψη και εξετάζεται όταν ο αιτών διαμένει ήδη στην ελληνική επικράτεια ως κάτοχος έγκυρης άδειας διαμονής ή θεώρησης μακράς διάρκειας, εκτός εάν δεν επιτρέπεται η αλλαγή κατηγορίας βάσει ειδικότερων διατάξεων του παρόντος.
  2. Πολίτες τρίτων χωρών που διαμένουν νόμιμα στη χώρα με οριστικό τίτλο διαμονής δύνανται να μεταβούν στην κατηγορία άδειας διαμονής για οικογενειακούς λόγους «άδεια διαμονής τύπου «Ο», εάν:

α) συνάψουν γάμο ή σύμφωνο συμβίωσης με Έλληνα, πολίτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή πολίτη τρίτης χώρας που διαμένει νόμιμα στη χώρα,

β) αποκτήσουν τέκνο με Έλληνα ή πολίτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο έχει την ελληνική ιθαγένεια ή την ιθαγένεια πολίτη άλλου κράτους- μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

γ) καταστούν ανιόντες πολίτη τρίτης χώρας που αποκτά ελληνική ιθαγένεια, εφόσον συντηρούνται από αυτόν,

δ) καταστούν ενήλικοι κατιόντες πολίτη τρίτης χώρας που αποκτά ελληνική ιθαγένεια, εφόσον συντηρούνται από αυτόν.

  1. Πολίτες τρίτων χωρών που διαμένουν νόμιμα στη χώρα με οριστικό τίτλο διαμονής ή θεώρηση μακράς διάρκειας, ή εισέρχονται από άλλο κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τη διαδικασία της κινητικότητας ως επί μακρόν διαμένοντες σύμφωνα με την Οδηγία 2003/109/ΕΚ, δύνανται να μεταβαίνουν σε οποιαδήποτε κατηγορία του παρόντος Κώδικα. Υπό την επιφύλαξη ειδικότερων διατάξεων του παρόντος, οι άδειες διαμονής για εξαρτημένη εργασία που ανανεώνονται, πρέπει να πληρούν τους όρους και τις προϋποθέσεις που αφορούν στους εργαζόμενους που εισέρχονται στη χώρα με τη διαδικασία εισδοχής του άρθρου 27. Οι πολίτες τρίτων χωρών της παρούσας εξαιρούνται από την υποχρέωση εξόδου από τη χώρα, προκειμένου να αιτηθούν την έκδοση της προβλεπόμενης θεώρησης εισόδου για την κατηγορία της άδειας διαμονής στην οποία επιθυμούν να μεταβούν και δεν εμπίπτουν στις διατάξεις περί όγκων εισδοχής του άρθρου 26.
  2. Πολίτες τρίτων χωρών που έχουν εισέλθει στην ελληνική επικράτεια, είτε με ομοιόμορφη θεώρηση εισόδου, είτε με καθεστώς απαλλαγής θεώρησης, δύνανται, κατά παρέκκλιση της περ. β΄ του άρθρου 8, να αιτηθούν άδεια διαμονής για απασχόληση υψηλής ειδίκευσης (άδεια διαμονής τύπου «Ε.1» “Μπλε Κάρτα της ΕΕ”), εφόσον προσκομίσουν σχετική σύμβαση εργασίας. Η αίτηση υποβάλλεται πριν από τη λήξη της διάρκειας του επιτρεπόμενου διαστήματος διαμονής. Η θέση εργασίας που καταλαμβάνεται από τον πολίτη τρίτης χώρας προσμετράται στον αριθμό θέσεων εργασίας που προβλέπεται στην Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου του άρθρου 26.
  3. Πολίτες τρίτων χωρών που εισέρχονται στην Ελλάδα βάσει του Κεφαλαίου ΙΗ’ με σκοπό τις σπουδές ή την έρευνα μπορούν, μετά από την ολοκλήρωση των σπουδών ή της έρευνας, να παραμείνουν στην Ελλάδα για περίοδο ενός (1) έτους, προκειμένου α) να αναζητήσουν εργασία ως εργαζόμενοι υψηλής ειδίκευσης, σύμφωνα με το Κεφάλαιο Ε’ ή β) να συστήσουν επιχείρηση, σύμφωνα με το άρθρο 97. Για την έκδοση της άδειας διαμονής τύπου Β.2 του άρθρου 97 δεν εφαρμόζεται το άρθρο 9.
  4. Πολίτες τρίτων χωρών που έχουν εισέλθει βάσει του Κεφαλαίου ΣΤ’ στο πλαίσιο ενδοεταιρικής μετάθεσης ως διευθυντικά στελέχη ή εξειδικευμένοι εργαζόμενοι, μπορούν να αιτηθούν τη χορήγηση άδειας διαμονής για απασχόληση υψηλής ειδίκευσης (άδεια διαμονής τύπου «Ε.1» – «Μπλε Κάρτα της Ε.Ε.»), εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο Κεφάλαιο Ε’.
  5. Πολίτης τρίτης χώρας, καθώς και τα μέλη της οικογένειάς του, οι οποίοι πληρούν τις προϋποθέσεις της παρ. 2 του άρθρου 68 και έχουν εισέλθει στην ελληνική επικράτεια είτε με ομοιόμορφη θεώρηση είτε με καθεστώς απαλλαγής θεώρησης, έχουν τη δυνατότητα, εντός της περιόδου ισχύος αυτής, να υποβάλουν στη Διεύθυνση Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της αποκεντρωμένης διοίκησης του τόπου διαμονής του, αίτηση για τη χορήγηση της άδειας διαμονής της παρ. 8 του άρθρου 164 (άδεια διαμονής τύπου «Ι.8»). Στην περίπτωση αυτή, εκτός των δικαιολογητικών της παρ. 2 του άρθρου 68, οι αιτούντες υποβάλλουν και μισθωτήριο κατοικίας ή συμβόλαιο αγοράς ακινήτου στην ελληνική επικράτεια.

 

 

Άρθρο 13

Διάρκεια ισχύος αδειών διαμονής

 

  1. Η διάρκεια ισχύος της αρχικής άδειας διαμονής ορίζεται σε τρία (3) έτη με δυνατότητα ισόχρονης ανανέωσης, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στον παρόντα.
  2. Η διάρκεια της άδειας διαμονής των ανήλικων τέκνων πολιτών τρίτων χωρών, ηλικίας μικρότερης των έξι (6) ετών, είναι ισόχρονη της άδειας διαμονής του συντηρούντος γονέα κατά την έννοια του Κεφαλαίου ΙΔ’. Η ισχύς της διακόπτεται με τη συμπλήρωση του έκτου έτους της ηλικίας του ανήλικου και ανανεώνεται σύμφωνα με τον παρόντα, αφού προηγουμένως γίνει λήψη δακτυλικών αποτυπωμάτων.

 

Άρθρο 14

Τρόπος έκδοσης αδειών διαμονής

 

  1. Οι άδειες διαμονής ενιαίου τύπου πολιτών τρίτων χωρών εκδίδονται με τη μορφή αυτοτελούς εγγράφου, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 1 του Κανονισμού (ΕΚ) 1030/2002.
  2. Κατ` εφαρμογή του άρθρου 4Α του Κανονισμού (ΕΚ) 1030/2002, το φυσικό σώμα των αδειών διαμονής φέρει μέσο ηλεκτρονικής αποθήκευσης που εμπεριέχει βιομετρικά δεδομένα, ήτοι μία (1) πρόσφατη, έγχρωμη, ψηφιακή φωτογραφία και δακτυλικά αποτυπώματα των δύο (2) δεικτών.
  3. Σε κάθε άδεια διαμονής αναγράφεται εάν επιτρέπεται η πρόσβαση στην αγορά εργασίας, με την επιφύλαξη ειδικότερων ρυθμίσεων του παρόντος.
  4. Αρμόδιες υπηρεσίες για την παραλαβή της ψηφιακής φωτογραφίας, τη λήψη των δακτυλικών αποτυπωμάτων και τον έλεγχο της ανταπόκρισης των εν λόγω βιομετρικών δεδομένων στις οριζόμενες από τον παραπάνω Κανονισμό προδιαγραφές είναι:

α. η Διεύθυνση Αδειών Διαμονής του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου για τις άδειες που εκδίδονται με απόφαση του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου,

β. οι Διευθύνσεις Αλλοδαπών και Μετανάστευσης των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων για τις άδειες διαμονής που εκδίδονται με απόφαση του Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης.

Η αρμοδιότητα των υπηρεσιών των περ. α΄ και β’ περί της λήψης των δακτυλικών αποτυπωμάτων και του ελέγχου συμφωνίας των δεδομένων αυτών προς τις προδιαγραφές που ορίζονται από τον Κανονισμό, καθώς και η μεταφορά των δεδομένων στις ανωτέρω υπηρεσίες δύναται να ανατίθενται σε εξωτερικό πάροχο,

γ. Η Ελληνική Αστυνομία και το Λιμενικό Σώμα – Ελληνική Ακτοφυλακή έχουν αρμοδιότητα μόνο για τη λήψη των δακτυλικών αποτυπωμάτων και τον έλεγχο των δεδομένων αυτών με βάση τις προδιαγραφές που ορίζονται από τον Κανονισμό.

δ. Το βιομετρικό δεδομένο της ψηφιακής φωτογραφίας μπορεί να παραλαμβάνεται και να ελέγχεται και από άλλους φορείς στο πλαίσιο των προγραμματικών συμβάσεων της παρ. 5 του άρθρου 2 του ν. 4018/2011 (Α΄215),

  1. Η ψηφιακή φωτογραφία που ανταποκρίνεται στις τεχνικές προδιαγραφές των φωτογραφιών διαβατηρίου, όπως αυτές καθορίζονται από την υπουργική απόφαση που εκδίδεται δυνάμει της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 3103/2003 (Α` 23), υποβάλλεται ηλεκτρονικά από κοινού με τα λοιπά δικαιολογητικά κατά το στάδιο υποβολής της σχετικής αίτησης. Η Διεύθυνση Αδειών Διαμονής του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου και οι Υπηρεσίες Αλλοδαπών και Μετανάστευσης μπορούν να ζητούν την υποβολή νέας φωτογραφίας, εάν διαπιστώσουν ότι η υποβληθείσα δεν πληροί τις προβλεπόμενες τεχνικές προδιαγραφές.
  2. Η λήψη δακτυλικών αποτυπωμάτων είναι υποχρεωτική από την ηλικία των έξι (6) ετών. Τα πρόσωπα που αδυνατούν να δώσουν αποτυπώματα για σωματικούς λόγους, απαλλάσσονται από τη σχετική υποχρέωση. Η μόνιμη ή προσωρινή αδυναμία λήψης δακτυλικών αποτυπωμάτων αποδεικνύεται με ιατρικό πιστοποιητικό, το οποίο φέρει την υπογραφή ιατρού ειδικότητας αντίστοιχης με τη βεβαιούμενη πάθηση. Όταν εκλείψει η προσωρινή αδυναμία λήψης δακτυλικών αποτυπωμάτων, εφαρμόζεται ανάλογα η παρ. 7. Η υπηρεσία λήψης των βιομετρικών δεδομένων λαμβάνει και κρυπτογραφεί τα δακτυλικά αποτυπώματα του δείκτη από τα δύο (2) χέρια του αιτούντος, σύμφωνα με τις εθνικές τεχνικές προδιαγραφές που ισχύουν για τα διαβατήρια, όπως αυτές καθορίζονται στην υπουργική απόφαση, που εκδίδεται δυνάμει της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 3103/2003.
  3. Ο πολίτης τρίτης χώρας καλείται αρμοδίως να υποβληθεί σε διαδικασία λήψης δακτυλικών αποτυπωμάτων σε καθορισμένη ημερομηνία. Σε περίπτωση που δεν εμφανιστεί, καλείται εκ νέου και αν δεν εμφανιστεί, η αίτησή του απορρίπτεται. Αν πριν από την επίδοση της άδειας διαμονής ή κατά τη διάρκεια ισχύος της επέλθουν ουσιώδεις μεταβολές των βιομετρικών δεδομένων που καθιστούν αδύνατη την ταυτοποίηση του προσώπου, ο ενδιαφερόμενος πολίτης τρίτης χώρας υποχρεούται να ενημερώσει αυτοπροσώπως και αμελλητί την αρμόδια, για την έκδοση της άδειας διαμονής, αρχή, προκειμένου να προβεί σε επανέκδοσή της για το υπόλοιπο του χρόνου ισχύος της.
  4. Τα βιομετρικά δεδομένα χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την εξυπηρέτηση των σκοπών του Κανονισμού (ΕΚ) 1030/2002, ήτοι για τον έλεγχο της γνησιότητας του εγγράφου και της ταυτοπροσωπίας του κατόχου με το πρόσωπο, στο όνομα του οποίου έχει εκδοθεί ο τίτλος, και διατηρούνται κρυπτογραφημένα, για όσο χρόνο ισχύει ο σχετικός τίτλος διαμονής, στην κεντρική βάση δεδομένων του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου, ενώ αντίγραφο των δεδομένων που αφορούν στους εκτυπωθέντες τίτλους διαμονής τηρείται υπό τους ίδιους όρους από τον φορέα στον οποίο έχει ανατεθεί η εκτύπωση. Η πρόσβαση στα εν λόγω δεδομένα επιτρέπεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στον ν. 4624/2019 (Α’ 137). Η υποβολή της αίτησης για τη χορήγηση ή την ανανέωση άδειας διαμονής τεκμαίρει αμαχήτως τη συναίνεση του αιτούντος για τη διατήρηση και την επεξεργασία των βιομετρικών του δεδομένων για την εκπλήρωση του ανωτέρω δημόσιου σκοπού, η οποία δεν δύναται να ανακληθεί κατά το διάστημα ισχύος της άδειας ή μέχρι τον χρόνο της καταστροφής τους σύμφωνα με τα κατωτέρω οριζόμενα.
  5. Κατά την παραλαβή νέας άδειας διαμονής, ύστερα από ανανέωση ή επανέκδοσή της, η προηγούμενη άδεια παραδίδεται υποχρεωτικά στην αρμόδια για την έκδοση της νέας άδειας υπηρεσία και καταστρέφεται.
  6. Οι άδειες διαμονής και τα Ε.Δ.Τ.Ο. αντικαθίστανται σε περίπτωση απώλειας, κλοπής, φθοράς ή μεταβολής των στοιχείων τους. Η διάρκεια ισχύος των νέων εγγράφων ταυτίζεται με την ισχύ των προηγουμένων. Για την αντικατάσταση των εν λόγω εγγράφων καταβάλλονται από τον αιτούντα τα προβλεπόμενα, στο άρθρο 171, τέλη και παράβολα.
  7. Οι ρυθμίσεις του παρόντος εφαρμόζονται σε όλες τις κατηγορίες οριστικών τίτλων νόμιμης διαμονής (αδειών και δελτίων) πολιτών τρίτων χωρών που εκδίδονται μετά από αίτηση που εξετάζεται από τις υπηρεσίες του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου ή των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων της χώρας, εξαιρουμένων των περιπτώσεων που ρυθμίζονται από τα άρθρα 64 και 67 .

 

Άρθρο 15

Απόρριψη αίτησης – ανάκληση άδειας διαμονής

 

  1. Η άδεια διαμονής δεν χορηγείται ή ανακαλείται ή δεν ανανεώνεται, εφόσον:

α. δεν πληρούνται ή δεν πληρούνται πλέον οι προϋποθέσεις του Κώδικα,

β. αποδειχθεί από επίσημο έγγραφο αρμόδιας ελληνικής αρχής ότι για την έκδοση της άδειας διαμονής, χρησιμοποιήθηκαν ψευδείς ή παραπλανητικές πληροφορίες, πλαστά ή παραποιημένα έγγραφα ή ότι διαπράχθηκε με οποιονδήποτε τρόπο απάτη ή ότι χρησιμοποιήθηκαν άλλα παράνομα μέσα,

γ. ο αιτών δεν ανταποκριθεί εντός διαστήματος δύο (2) μηνών, σε έγγραφη κλήση για οποιοδήποτε ζήτημα αφορά στη διαδικασία έκδοσης της άδειας διαμονής.

  1. Εφόσον ανακαλείται η χορηγηθείσα άδεια διαμονής ή απορρίπτεται αίτημα χορήγησης ή ανανέωσης άδειας διαμονής, οι αρμόδιες κατά περίπτωση υπηρεσίες εκδίδουν απόφαση επιστροφής, σύμφωνα με το άρθρο 21 του ν. 3907/2011 (Α’ 7). Κατά της ανωτέρω απόφασης επιστροφής, ο ενδιαφερόμενος έχει δικαίωμα προσφυγής σύμφωνα με το άρθρο 24 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας [ν. 2690/1999 (Α` 45)] εντός αποκλειστικής προθεσμίας δύο (2) μηνών από την επίδοση της απόφασης, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 28 του ν. 3907/2011.

 

Άρθρο 16

Διαδικαστικές εγγυήσεις

 

  1. Οι διοικητικές πράξεις που εκδίδονται κατ’ εφαρμογή του παρόντος, δεν υπόκεινται σε προσφυγή νομιμότητας.
  2. Αίτηση θεραπείας κατά απόφασης απόρριψης αίτησης για χορήγηση εθνικής θεώρησης εισόδου, καθώς και απόφασης απόρριψης αίτησης χορήγησης ή ανανέωσης ή ανάκλησης άδειας διαμονής που εκδίδεται κατ` εφαρμογή του παρόντος δεν εξετάζεται, αν υποβληθεί μετά την πάροδο δύο (2) μηνών από την επίδοση της απόφασης. Οι αιτήσεις θεραπείας συνοδεύονται από παράβολο ύψους πενήντα (50) ευρώ. H αίτηση θεραπείας υποβάλλεται στην υπηρεσία που εξέδωσε τη σχετική απόφαση, η οποία αποφαίνεται επ` αυτής εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την υποβολή της.
  3. Κατά της απόφασης απόρριψης της αίτησης για χορήγηση άδειας διαμονής, ανάκλησης ή μη ανανέωσης της, που εκδίδεται δυνάμει του παρόντος, ασκείται αίτηση ακύρωσης ενώπιον του αρμόδιου διοικητικού δικαστηρίου, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 57 του ν. 4689/2020 (Α’ 103).
  4. Σε πολίτη τρίτης χώρας για τον οποίο έχει εκδοθεί απόφαση αναστολής ή προσωρινή διαταγή αναστολής από το Διοικητικό Πρωτοδικείο επί διοικητικής πράξεως κατά της οποίας έχει ασκήσει αίτηση ακύρωσης και αφορά:

α) στην απόρριψη αιτήματος ανανέωσης άδειας διαμονής και

β) στην ανάκληση εκδοθείσας άδειας διαμονής,

χορηγείται ειδική βεβαίωση νόμιμης διαμονής (τίτλος διαμονής τύπου «Χ»).

Η ειδική βεβαίωση νόμιμης διαμονής συνιστά προσωρινό τίτλο διαμονής, έχει ετήσια διάρκεια, μπορεί να ανανεώνεται για ισόχρονο κάθε φορά χρονικό διάστημα μέχρι την έκδοση απόφασης επί της εκκρεμούς αιτήσεως ακυρώσεως από το Διοικητικό Δικαστήριο και παρέχει στον κάτοχό της δικαιώματα αντίστοιχης κατηγορίας που αφορούσε η άδεια διαμονής, η οποία έχει ανακληθεί ή δεν έχει ανανεωθεί. Η ειδική βεβαίωση νόμιμης διαμονής της παρ. 4 δεν χορηγείται κατά τη διάρκεια ισχύος παράτασης οικειοθελούς αναχώρησης.

  1. Η παρ. 4 εφαρμόζεται αναλόγως και σε πολίτες τρίτων χωρών που:

α) αποφυλακίζονται με περιοριστικούς όρους για την τήρηση των οποίων απαιτείται η παραμονή στη χώρα,

β) τους επιβάλλεται περιοριστικός όρος στο στάδιο είτε της ποινικής προδικασίας, είτε εκτέλεσης σχετικής δικαστικής απόφασης, για την τήρηση του οποίου απαιτείται παραμονή στη χώρα.

Η ειδική βεβαίωση νόμιμης διαμονής χορηγείται και στα προστατευόμενα μέλη, πολιτών τρίτων χωρών που υπάγονται στην παρ. 4 και στην παρούσα, τα οποία είχαν άδεια διαμονής για λόγους οικογενειακής επανένωσης, καθώς και στα ανήλικα τέκνα που γεννώνται στην Ελλάδα, ανεξαρτήτως εάν γεννήθηκαν πριν ή μετά την έκδοση της απορριπτικής ή ανακλητικής απόφασης του συντηρούντος. Στα τέκνα κατόχων ειδικής βεβαίωσης νόμιμης διαμονής που ενηλικιώνονται, χορηγείται αυτοτελής άδεια διαμονής.

  1. Η αίτηση για τη χορήγηση της ειδικής βεβαίωσης νόμιμης διαμονής (τίτλος διαμονής τύπου «Χ») κατατίθεται στην υπηρεσία που εξέδωσε τη σχετική απόφαση.
  2. Η άδεια διαμονής που εκδίδεται σε συμμόρφωση προς τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις, κατόπιν αιτήσεως ακυρώσεως πολίτη τρίτης χώρας κατά απόρριψης αιτήματός του για ανανέωση άδειας εργασίας ή διαμονής, καθώς και κατά της ανακλήσεως τούτων, μπορεί να ανανεωθεί, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερόμενου για έναν από τους λοιπούς λόγους του παρόντος Κώδικα. Η αίτηση αυτή υποβάλλεται εντός ενός (1) μηνός από την επίδοση της σχετικής άδειας διαμονής, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος. Ο χρόνος που έχει διανυθεί από τη λήξη ισχύος αυτών μέχρι την υποβολή της ανωτέρω αίτησης ανανέωσής τους θεωρείται ως χρόνος νόμιμης διαμονής στη χώρα.
  3. Κατά την εκδίκαση σε πρώτο βαθμό των ακυρωτικών διαφορών, οι οποίες γεννώνται κατ’ εφαρμογή της νομοθεσίας περί αλλοδαπών εν γένει, η διοίκηση εκπροσωπείται από ειδικά εξουσιοδοτημένο για τον σκοπό αυτό υπάλληλο της. Σε όσες υποθέσεις προβάλλονται λόγοι που αφορούν σε ζητήματα αντίθεσης κειμένων διατάξεων προς το Σύνταγμα ή όταν πρόκειται για υποθέσεις με ιδιάζουσα σοβαρότητα ή με ευρύτερο ενδιαφέρον, η διοίκηση, ύστερα από προηγούμενο έγγραφο αίτημά της, μπορεί να εκπροσωπείται από μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Κατά των εκδιδομένων αποφάσεων, ένδικο μέσο ασκείται από μέλος του Νομικού Συμβουλίου.

 

Άρθρο 17

Διαδικασία επιδόσεων

 

  1. Η άδεια διαμονής επιδίδεται στον αιτούντα από την αρμόδια για την έκδοσή της υπηρεσία της Αποκεντρωμένης Διοίκησης ή από την αρμόδια διεύθυνση του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου με αποδεικτικό επίδοσης και αντίγραφο της σχετικής απόφασης. Κατά την παραλαβή της άδειας, είτε αυτή διενεργείται αυτοπρόσωπα είτε μέσω πληρεξουσίου, ο παραλαμβάνων οφείλει να φέρει διαβατήριο ή άλλο ταξιδιωτικό έγγραφο του ενδιαφερόμενου πολίτη τρίτης χώρας, με εξαίρεση όσους έχουν διαπιστωμένα αντικειμενική αδυναμία προσκόμισης διαβατηρίου. Από την ανωτέρω υποχρέωση εξαιρείται η επίδοση μέσω πληρεξουσίων των αδειών διαμονής στην περίπτωση πολιτών τρίτων χωρών που έχουν αιτηθεί τη χορήγηση άδειας διαμονής ως επενδυτές, σύμφωνα με τα άρθρα 97 (άδεια διαμονής τύπου «Β.2»), 98 (άδεια διαμονής τύπου «Β.3») ή 100 (μόνιμη άδεια διαμονής επενδυτή τύπου «Β.5»), για τους οποίους γίνεται δεκτή η προσκόμιση επικυρωμένου αντιγράφου του διαβατηρίου. Προϋπόθεση για την επίδοση της απόφασης αποδοχής αιτήματος χορήγησης άδειας διαμονής είναι η επίδειξη από τον ενδιαφερόμενο της βεβαίωσης κατάθεσης.
  2. Σε περίπτωση μη ανεύρεσης ή μη προσέλευσης του ενδιαφερομένου, προκειμένου να παραλάβει την εκδοθείσα άδεια διαμονής, η σχετική άδεια κρατείται μέχρι και ένα (1) μήνα από τη λήξη της και μπορεί να επιδοθεί σε αυτόν, εφόσον προσέλθει ο ίδιος ή νόμιμος εκπρόσωπός του για την παραλαβή της, εντός του συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος. Μετά τη λήξη της ως άνω προθεσμίας και εντός εύλογου χρονικού διαστήματος μπορεί να χορηγηθεί ακριβές αντίγραφο της σχετικής απόφασης του οικείου Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης ή του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου, μόνο αν ο ενδιαφερόμενος επικαλείται έννομο συμφέρον. Η κατά τα ανωτέρω επίδοση ακριβούς αντιγράφου της απόφασης δεν συνεπάγεται δυνατότητα ανανέωσης της άδειας διαμονής, εκτός εάν αποδεικνύεται ότι η μη έγκαιρη επίδοση της άδειας διαμονής οφείλεται σε λόγους ανωτέρας βίας.
  3. Η επίδοση απορριπτικών αποφάσεων ή αποφάσεων για ανάκληση αδειών διαμονής, με ενσωματωμένες αποφάσεις επιστροφής, ή αποφάσεων επί των αιτήσεων θεραπείας της παρ. 2 του άρθρου 16, διενεργείται από την αρμόδια υπηρεσία της Αποκεντρωμένης Διοίκησης ή την αρμόδια διεύθυνση του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου. Αντίγραφο της σχετικής απόφασης επιδίδεται το αργότερο εντός δέκα (10) ημερών από την έκδοσή της. Η επίδοση διενεργείται:

α) στον αιτούντα ή στον πληρεξούσιό του, με αυτοπρόσωπη παρουσία, ή

β) με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο σε διεύθυνση που έχει δηλώσει ο αιτών στην αρμόδια υπηρεσία ή σε διεύθυνση που έχει δηλωθεί από τον πληρεξούσιό του, ή,

γ) μέσω ηλεκτρονικής εφαρμογής, προσβάσιμης μέσω της Ενιαίας Ψηφιακής Πύλης της Δημόσιας Διοίκησης (gov.gr E.Ψ.Π.), που διαχειρίζεται το Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου και στην οποία έχει πρόσβαση ο αιτών μέσω του λογαριασμού που διατηρεί, ή

δ) με συστημένη επιστολή που αποστέλλεται ταχυδρομικώς στη δηλωθείσα διεύθυνση διαμονής, προσωπικώς στον ίδιο ή στον πληρεξούσιό του, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 3 του άρθρου 10, όταν δεν είναι δυνατή η διενέργεια της επίδοσης σύμφωνα με τις περ. α΄, β΄ ή γ΄.

Η προς επίδοση απόφαση που έχει διαβιβαστεί με χρήση Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών (Τ.Π.Ε.) στη ηλεκτρονική διεύθυνση του αιτούντος που έχει δηλωθεί κατά τα ανωτέρω, θεωρείται ότι επιδόθηκε μετά την παρέλευση σαράντα οκτώ (48) ωρών από την ηλεκτρονική αποστολή της.

  1. Η ενημέρωση για την παραλαβή της άδειας διενεργείται είτε με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο σε διεύθυνση που έχει δηλώσει ο αιτών στην αρμόδια υπηρεσία ή σε διεύθυνση που έχει δηλωθεί από τον πληρεξούσιό του ή μέσω ηλεκτρονικής εφαρμογής, προσβάσιμης μέσω της Ενιαίας Ψηφιακής Πύλης της Δημόσιας Διοίκησης (gov.gr E.Ψ.Π.), που διαχειρίζεται το Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου και στην οποία έχει πρόσβαση ο αιτών μέσω του λογαριασμού που διατηρεί ή με οποιοδήποτε πρόσφορο μέσο, όταν δεν είναι δυνατή η ενημέρωση με τους προηγούμενους τρόπους.
  2. Μετά την παρέλευση της προθεσμίας επίδοσης της παρ. 3, στους ενδιαφερόμενους χορηγείται αντίγραφο της σχετικής απόφασης απόρριψης ή ανάκλησης άδειας διαμονής.

 

Άρθρο 18

Κοινά δικαιώματα πολιτών τρίτων χωρών

 

  1. Οι πολίτες τρίτων χωρών που διαμένουν νομίμως στη χώρα έχουν ελευθερία κίνησης και εγκατάστασης στο σύνολο της επικράτειας.
  2. Οι πολίτες τρίτων χωρών που διαμένουν νόμιμα στην Ελλάδα και έχουν πρόσβαση στην αγορά εργασίας ασφαλίζονται στους οικείους ασφαλιστικούς οργανισμούς και έχουν τα ίδια ασφαλιστικά δικαιώματα και υποχρεώσεις με τους ημεδαπούς, βάσει της κείμενης κοινωνικοασφαλιστικής νομοθεσίας.
  3. Το ν.δ. 57/1973 (Α΄ 149) για την κοινωνική προστασία, εφαρμόζεται και στους πολίτες τρίτων χωρών που διαμένουν νόμιμα στην Ελλάδα. Το ν.δ. 162/1973 (Α΄ 227, διόρθωση σφαλμάτων Α΄ 298), το άρθρο 22 του ν. 2646/1998 (Α` 236), καθώς και οι κανονιστικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί κατ` εξουσιοδότηση αυτών, εφαρμόζονται και στους πολίτες τρίτων χωρών, στους οποίους χορηγείται άδεια διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους.
  4. Οι κρατούμενοι πολίτες τρίτων χωρών ενημερώνονται, σε γλώσσα την οποία κατανοούν, αμέσως μετά την εισαγωγή τους σε κατάστημα κράτησης, για τους κανόνες διαβίωσής τους σε αυτό, καθώς και για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους. Διευκολύνεται, επίσης, η επικοινωνία τους με διπλωματικούς ή προξενικούς υπαλλήλους του κράτους, του οποίου έχουν την ιθαγένεια ή από το οποίο προέρχονται, καθώς και με τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους.
  5. Οι πράξεις των άρθρων 1 και 2 του ν. 927/1979 (Α’ 139), περί κολασμού πράξεων ή ενεργειών που αποσκοπούν σε φυλετικές διακρίσεις, και του άρθρου 11 του ν. 4443/2016 (Α’ 232), περί εφαρμογής ίσης μεταχείρισης προσώπων ασχέτως φυλετικής ή εθνοτικής τους καταγωγής, διώκονται αυτεπαγγέλτως.
  6. Η ισχύς της άδειας διαμονής, υπό την επιφύλαξη ειδικότερων ρυθμίσεων του παρόντος, δεν θίγεται από προσωρινές απουσίες που δεν υπερβαίνουν τους έξι (6) μήνες ετησίως ούτε από απουσίες μεγαλύτερης διάρκειας για την εκπλήρωση υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας ή από μία απουσία δώδεκα (12) συναπτών μηνών κατ` ανώτατο όριο για σοβαρούς λόγους, ιδίως εγκυμοσύνη και μητρότητα, σοβαρή ασθένεια ή σπουδές ή επαγγελματική κατάρτιση σε άλλο κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τρίτη χώρα ή εάν μεταφέρθηκαν εκτός της επικράτειας ως θύματα των πράξεων του άρθρων 323Α του Ποινικού Κώδικα, εφόσον υφίσταται σχετική πράξη χαρακτηρισμού από τον αρμόδιο Εισαγγελέα Πρωτοδικών.
  7. Ανήλικοι πολίτες τρίτων χωρών, που διαμένουν στην ελληνική επικράτεια, υπάγονται στην υποχρεωτική σχολική φοίτηση, όπως και οι ημεδαποί. Οι ανήλικοι πολίτες τρίτων χωρών που φοιτούν σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, έχουν, χωρίς περιορισμούς, πρόσβαση στις δραστηριότητες της σχολικής ή εκπαιδευτικής κοινότητας.
  8. Για την εγγραφή ανήλικων πολιτών τρίτων χωρών στα ελληνικά σχολεία, όλων των βαθμίδων, απαιτούνται τα αντίστοιχα δικαιολογητικά που προβλέπονται για τους ημεδαπούς. Κατ’ εξαίρεση, με ελλιπή δικαιολογητικά μπορεί να εγγράφονται στα δημόσια σχολεία και τέκνα πολιτών τρίτων χωρών, εφόσον:

α. προστατεύονται από το ελληνικό κράτος ως δικαιούχοι διεθνούς προστασίας και τελούντες υπό την προστασία της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών,

β. προέρχονται από περιοχές, στις οποίες επικρατεί έκρυθμη κατάσταση λόγω ένοπλων συγκρούσεων ή ενδημικής βίας,

γ. έχουν υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας,

δ. είναι πολίτες τρίτων χωρών που διαμένουν στην Ελλάδα, ακόμη και αν δεν έχει ρυθμισθεί η νόμιμη διαμονή τους σε αυτή.

  1. Υπό την επιφύλαξη ειδικότερων διατάξεων, πολίτες τρίτων χωρών που έχουν αποφοιτήσει από τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση στην Ελλάδα, έχουν πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, υπό τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις, όπως και οι ημεδαποί.
  2. Για την άσκηση οποιασδήποτε επαγγελματικής δραστηριότητας από πολίτες τρίτων χωρών, και εφόσον πληρούνται οι λοιπές νόμιμες προϋποθέσεις, δεν απαιτείται η προσκόμιση πιστοποιητικού αμοιβαιότητας.

 

Άρθρο 19

Υποχρεώσεις πολιτών τρίτων χωρών

 

  1. Ο πολίτης τρίτης χώρας, κατά τη διάρκεια της διαμονής του στην Ελλάδα, υποχρεούται να δηλώνει μέσω των ηλεκτρονικών υπηρεσιών του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου στις αρμόδιες υπηρεσίες:

α. κάθε μεταβολή της διεύθυνσης της κατοικίας του,

β. κάθε μεταβολή της προσωπικής του κατάστασης, ιδίως δε την αλλαγή ιθαγένειας, τη σύναψη, λύση ή ακύρωση γάμου ή συμφώνου συμβίωσης ή τη γέννηση τέκνου,

γ. την απώλεια ή την ανανέωση ή μεταβολή των στοιχείων του διαβατηρίου του ή άλλου ταξιδιωτικού εγγράφου,

δ. την απώλεια της άδειας ή του δελτίου διαμονής ή μόνιμης διαμονής.

Η αίτηση για την επανέκδοση άδειας διαμονής, όλων των κατηγοριών, με εξαίρεση αυτές οι οποίες απαλλάσσονται από την υποχρέωση καταβολής παραβόλου, συνοδεύονται από παράβολο ύψους εκατό (100) ευρώ.

  1. Πολίτης τρίτης χώρας, κάτοχος άδειας διαμονής, οφείλει να αναχωρήσει χωρίς άλλη ειδοποίηση μέχρι την τελευταία ημέρα της λήξης της ισχύος της, εκτός αν πριν από τη λήξη της έχει υποβάλει αίτηση για την ανανέωσή της και του έχει χορηγηθεί η βεβαίωση της παρ. 10 του άρθρου 11.
  2. Τα δημόσια έγγραφα που έχουν εκδοθεί από αλλοδαπές αρχές, τα οποία απαιτούνται από τις διατάξεις του παρόντος, είναι επικυρωμένα με την επισημείωση της Σύμβασης της Χάγης, όπου αυτή απαιτείται. Αν δεν απαιτείται επισημείωση, τα έγγραφα αυτά φέρουν επικύρωση του γνήσιου της υπογραφής του αλλοδαπού οργάνου από την ελληνική προξενική αρχή ή το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών.
  3. Μεταβολή των στοιχείων που αναγράφονται στις κάθε είδους άδειες διαμονής ή στα δελτία διαμονής που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος είναι δυνατή μόνο, εφόσον αυτή έχει πραγματοποιηθεί επί του διαβατηρίου ή του ισοδυνάμου ταξιδιωτικού εγγράφου από τις αρμόδιες αλλοδαπές αρχές. Η δήλωση του ενδιαφερόμενου για μεταβολή των στοιχείων ταυτότητάς του στις άδειες διαμονής ή τα δελτία διαμονής που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος συνοδεύεται και από τα σχετικά επίσημα έγγραφα – πιστοποιητικά και αποφάσεις της αλλοδαπής Αρχής, νομίμως μεταφρασμένα και επικυρωμένα ως προς την εγκυρότητα και το αληθές του περιεχομένου τους, κατόπιν ελέγχου ταυτοπροσωπίας από τις κατά περίπτωση αρμόδιες για την έκδοση αδειών διαμονής υπηρεσίες.

 

Άρθρο 20

Κυρώσεις πολιτών τρίτων χωρών

 

  1. Οι δηλώσεις της παρ. 1 του άρθρου 19 γίνονται μέσα σε δύο (2) μήνες αφότου συμβεί το αντίστοιχο γεγονός, πλην της περίπτωσης ανανέωσης διαβατηρίου, η οποία μπορεί να γίνει μέχρι και την ημερομηνία υποβολής αίτησης ανανέωσης ή επανέκδοσης της άδειας διαμονής, καθώς και της δήλωσης γέννησης τέκνου, η οποία μπορεί να γίνει μέσα σε δύο (2) έτη από τη γέννησή του. Στους πολίτες τρίτων χωρών, οι οποίοι δεν εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους, επιβάλλεται πρόστιμο ύψους εκατό (100) ευρώ και σε περίπτωση υποτροπής, ύψους διακοσίων (200) ευρώ. Το αρμόδιο όργανο, καθώς και η διαδικασία βεβαίωσης του προστίμου καθορίζονται με την απόφαση της παρ. 26 του άρθρου 178.
  2. Πολίτης τρίτης χώρας, που παραβιάζει την προθεσμία οικειοθελούς αναχώρησης του άρθρου 22 του ν. 3907/2011 (Α΄ 7) ή σε κάθε άλλη περίπτωση διαμένει παράνομα στη χώρα για χρονικό διάστημα που δεν ξεπερνά τις τριάντα (30) ημέρες, υποχρεούται κατά την αναχώρηση να καταβάλει ως πρόστιμο το τετραπλάσιο του προβλεπόμενου παραβόλου για άδεια διαμονής ετήσιας διάρκειας. Εάν ο χρόνος της παράνομης διαμονής είναι μεγαλύτερος των τριάντα (30) ημερών, υποχρεούται να καταβάλει το οκταπλάσιο του προβλεπόμενου παραβόλου για ετήσια άδεια διαμονής.
  3. Εξαιρούνται από την επιβολή προστίμων: α) οι ανήλικοι, β) όσοι έχουν την ιδιότητα του ομογενούς, γ) όσοι έχουν την ιδιότητα του συζύγου ή γονέα ημεδαπού, ομογενούς ή πολίτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δ) όσοι εντάσσονται σε διαδικασίες και προγράμματα οικειοθελούς επαναπατρισμού, ε) όσοι παραβιάζουν τον νόμιμο χρόνο παραμονής τους στην ελληνική επικράτεια για λόγους ανωτέρας βίας, εφόσον αναχωρήσουν εντός τριάντα (30) ημερών από την εξάλειψη του γεγονότος. Για τη συνδρομή του λόγου εξαίρεσης σε κάθε περίπτωση αποφαίνεται η αστυνομική αρχή που πραγματοποιεί τον έλεγχο αναχώρησης του αλλοδαπού.

 

Άρθρο 21

Υποχρεώσεις υπηρεσιών και υπαλλήλων – Κυρώσεις

 

  1. Οι δημόσιες υπηρεσίες, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης, οι οργανισμοί και επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας και οι οργανισμοί κοινωνικής ασφάλισης υποχρεούνται να μην παρέχουν τις υπηρεσίες τους σε πολίτες τρίτης χώρας, οι οποίοι δεν έχουν διαβατήριο ή άλλο ταξιδιωτικό έγγραφο που αναγνωρίζεται από διεθνείς συμβάσεις και θεώρηση εισόδου ή άδεια διαμονής σε ισχύ και γενικά δεν αποδεικνύουν ότι έχουν εισέλθει και διαμένουν νόμιμα στην Ελλάδα. Σε πολίτες τρίτων χωρών που είναι αντικειμενικά στερούμενοι διαβατηρίου αναγνωρίζεται δικαίωμα συναλλαγής με τις υπηρεσίες του πρώτου εδαφίου με μόνη την επίδειξη της άδειας διαμονής τους.
  2. Από τις ρυθμίσεις της παρ. 1 εξαιρούνται:

α) τα νοσοκομεία, τα θεραπευτήρια και οι κλινικές όταν πρόκειται για πολίτες τρίτων χωρών που εισάγονται εκτάκτως για νοσηλεία, τοκετό και για ανήλικα παιδιά, καθώς και οι δομές κοινωνικής μέριμνας που λειτουργούν στο πλαίσιο των Ο.Τ.Α.,

β) η θεώρηση του γνήσιου της υπογραφής κρατούμενων αλλοδαπών για εξουσιοδότηση σε δικηγόρους, προκειμένου να εκπροσωπηθούν ενώπιον δικαστικών αρχών και υπό την προϋπόθεση ότι αποδεικνύονται, εξ οιουδήποτε δημόσιου εγγράφου, τα στοιχεία της ταυτότητάς τους,

γ) καταγγελίες ή προσφυγή σε αρμόδια δικαστήρια ή διοικητικές αρχές, παράνομα απασχολούμενων πολιτών τρίτων χωρών, σύμφωνα με τα άρθρα 83 και 86 του ν. 4052/2012 (Α΄41). Τα άρθρα 83 και 86 του ν. 4052/2012 εφαρμόζονται αναλογικά και στην περίπτωση των εποχιακών εργαζόμενων,

δ) η συναλλαγή των πολιτών τρίτων χωρών που τελούν υπό καθεστώς οικειοθελούς αναχώρησης ή παράτασης της προθεσμίας οικειοθελούς αναχώρησης σύμφωνα με το άρθρο 36 του ν. 3907/2011,

ε) η υποβολή αιτήσεων στις αρμόδιες υπηρεσίες για χορήγηση αδειών διαμονής για ανθρωπιστικούς και εξαιρετικούς λόγους (άδεια διαμονής τύπου «Α»).

στ) η ονοματοδοσία του άρθρου 15 του ν. 1438/1984 (Α` 60) όταν οι γονείς, πολίτες τρίτων χωρών, στερούνται νομιμοποιητικών εγγράφων.

  1. Οι διευθυντές φυλακών και κρατητηρίων υποχρεούνται να παραλαμβάνουν και να φυλάσσουν διαβατήρια ή άλλα έγγραφα που αποδεικνύουν τη νομιμότητα της διαμονής, καθώς και την ταυτότητα των κρατούμενων πολιτών τρίτων χωρών. Τα έγγραφα αυτά επιστρέφονται κατά την απόλυση του πολίτη τρίτης χώρας. Αν ο πολίτης τρίτης χώρας δεν έχει τα ανωτέρω έγγραφα, οι ως άνω υπάλληλοι οφείλουν να το γνωστοποιήσουν αμέσως στην πλησιέστερη αστυνομική αρχή ή στην πλησιέστερη υπηρεσία της Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
  2. Οι υπάλληλοι των παραπάνω υπηρεσιών και φορέων που παραβαίνουν τις παρ. 1 και 2 διώκονται πειθαρχικά και τιμωρούνται, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ποινικού Κώδικα, για παράβαση καθήκοντος.

 

Άρθρο 22

Υποχρεώσεις συμβολαιογράφων

 

  1. Κατά την κατάρτιση συμβολαιογραφικών πράξεων, στις οποίες συμβαλλόμενοι ή συμμετέχοντες καθ’ οιονδήποτε τρόπο είναι πολίτες τρίτων χωρών, που παρίστανται αυτοπροσώπως ή δηλώνουν κατοικία ή διαμονή στην ημεδαπή, οι συμβολαιογράφοι υποχρεούνται να διαπιστώνουν ότι αυτοί έχουν θεώρηση εισόδου ή άδεια διαμονής ή βεβαίωση της περ. β΄ της παρ. 8 του άρθρου 10 ή της περ. β΄ της παρ. 10 του άρθρου 11 και να προβούν σε σχετική μνεία στην πράξη τους.
  2. Εξαιρούνται οι περιπτώσεις της σύνταξης πληρεξουσίων σε δικηγόρους, προκειμένου να εκπροσωπήσουν πολίτες τρίτων χωρών ενώπιον δικαστικών και διοικητικών αρχών, καθώς και της σύνταξης συμβολαιογραφικών πράξεων που αφορούν στην αναγνώριση τέκνου εκτός γάμου που δεν έχει συμπληρώσει το πρώτο έτος της ηλικίας του, όταν ο ένας των γονέων είναι Έλληνας ή πολίτης άλλου κράτους – μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή πολίτης τρίτης χώρας που διαμένει νομίμως στην Ελλάδα.

 

Άρθρο 23

Υποχρεώσεις εργοδοτών και εργαζόμενων πολιτών τρίτων χωρών – Κυρώσεις

 

  1. Δεν επιτρέπονται η πρόσληψη και η απασχόληση πολιτών τρίτων χωρών που δεν πληρούν ή δεν πληρούν πλέον τις προϋποθέσεις νόμιμης διαμονής στην Ελλάδα.
  2. Δεν επιτρέπονται η πρόσληψη και η απασχόληση πολιτών τρίτων χωρών που η άδεια διαμονής ή η θεώρηση εισόδου (visa) που κατέχουν δεν τους δίνουν το δικαίωμα πρόσβασης στην αγορά εργασίας ή είναι κάτοχοι βεβαίωσης κατάθεσης δικαιολογητικών της περ. β΄ της παρ. 8 του άρθρου 10 ή της περ. β΄ της παρ. 10 του άρθρου 11 για άδεια διαμονής, η οποία δεν παρέχει πρόσβαση στην αγορά εργασίας. Αν η κατάρτιση της σύμβασης εργασίας, παροχής υπηρεσιών ή έργου αποτελεί προϋπόθεση για τη χορήγηση της άδειας διαμονής, η ισχύς της σύμβασης τελεί υπό την αναβλητική αίρεση της χορήγησης αντίστοιχης άδειας.
  3. Στους εργοδότες που παραβιάζουν την παρ. 1, πέραν των άλλων κυρώσεων που προβλέπονται από τη νομοθεσία, επιβάλλονται οι κυρώσεις που προβλέπονται στον ν. 4052/ 2012 (Α’41).
  4. Στους εργοδότες που παραβιάζουν την παρ. 2, πέραν των άλλων κυρώσεων που προβλέπονται από τη νομοθεσία, επιβάλλεται πρόστιμο χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ για κάθε νόμιμα διαμένοντα αλλά παράνομα απασχολούμενο αλλοδαπό. Εάν οι παραβάσεις αυτές διαπιστώνονται από την Επιθεώρηση Εργασίας, το πρόστιμο επιβάλλεται με αιτιολογημένη πράξη του αρμόδιου Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Κοινωνικής Επιθεώρησης Εργασίας ή του Κέντρου Πρόληψης Επαγγελματικού Κινδύνου ή του ελέγξαντος Ειδικού Επιθεωρητή Εργασίας με βάση τις διατάξεις που διέπουν τη λειτουργία της Επιθεώρησης Εργασίας. Εάν οι συγκεκριμένες παραβάσεις διαπιστώνονται από τις υπηρεσίες ελέγχου των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων ή κοινοποιούνται σε αυτές από άλλους ελεγκτικούς μηχανισμούς, όπως την Ελληνική Αστυνομία, τότε το χρηματικό πρόστιμο επιβάλλεται με απόφαση του Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
  5. Όταν η παραβίαση του παρόντος γίνεται με σκοπό την προαγωγή πολιτών τρίτων χωρών σε πορνεία, εκτός των άλλων κυρώσεων που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία, ο εργοδότης τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών και χρηματική ποινή τουλάχιστον έξι χιλιάδων (6.000) ευρώ. Αν το θύμα είναι ανήλικο, τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών και με χρηματική ποινή δέκα χιλιάδων (10.000) έως πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ. Με κάθειρξη και χρηματική ποινή πενήντα χιλιάδων (50.000) έως εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ τιμωρείται ο υπαίτιος αν το έγκλημα τελέσθηκε:

α. εναντίον προσώπου νεότερου των δεκαπέντε (15) ετών,

β. με απατηλά μέσα,

γ. από τον ανιόντα συγγενή εξ αίματος ή εξ αγχιστείας ή από θετό γονέα, σύζυγο, επίτροπο ή από άλλον στον οποίο έχουν εμπιστευθεί τον ανήλικο για ανατροφή, διδασκαλία, επίβλεψη ή φύλαξη, έστω και προσωρινή,

δ. από υπάλληλο ο οποίος, κατά την άσκηση της υπηρεσίας του ή επωφελούμενος από την ιδιότητα του αυτή, διαπράττει ή συμμετέχει με οποιονδήποτε τρόπο στην πράξη.

Τα παραπάνω αδικήματα θεωρούνται σε κάθε περίπτωση αυτόφωρα. Η έκδοση αμετάκλητης καταδικαστικής απόφασης γνωστοποιείται, με μέριμνα της αρμόδιας εισαγγελίας, στον Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, μέσα σε ένα (1) μήνα από την έκδοσή της. Ο τελευταίος υποχρεούται, μέσα σε ένα (1) μήνα από τη γνωστοποίηση της απόφασης, να αφαιρέσει την άδεια λειτουργίας του καταστήματος ή της επιχείρησης όπου τελέσθηκε το αδίκημα, για χρονικό διάστημα τουλάχιστον δώδεκα (12) μηνών, μπορεί δε, συνεκτιμώντας και τις εν γένει περιστάσεις, να προβεί στην οριστική αφαίρεση της άδειας λειτουργίας.

  1. Για την απασχόληση πολιτών τρίτων χωρών από φυσικά ή νομικά πρόσωπα που συμβάλλονται με το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας, απαιτείται και έγκριση της στρατιωτικής αρχής.
  2. Για την απασχόληση πολιτών τρίτων χωρών από φυσικά ή νομικά πρόσωπα που συμβάλλονται ή εποπτεύονται από το Υπουργείο Εξωτερικών, απαιτείται και έγκριση της αρμόδιας διεύθυνσης του Υπουργείου Εξωτερικών.
  3. Οι εργοδότες οφείλουν να ενημερώνουν τις υπηρεσίες των οικείων αποκεντρωμένων διοικήσεων για οποιαδήποτε αλλαγή του καταλύματος του εποχιακού εργαζόμενου. Εάν κατά τη διάρκεια ελέγχων διαπιστωθεί ότι δεν έχει παρασχεθεί κατάλυμα κατάλληλο για διαμονή ή ότι το κατάλυμα που έχει παρασχεθεί δεν πληροί τις απαιτούμενες προδιαγραφές υγείας και ασφάλειας, αφενός επιβάλλεται στον εργοδότη πρόστιμο ύψους χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ, αφετέρου ο εργοδότης αποκλείεται από τη δυνατότητα μετάκλησης εποχιακά εργαζόμενου για τα επόμενα πέντε (5) έτη.
  4. Οι εργοδότες, οι οποίοι έχουν παραβεί τις υποχρεώσεις τους κατά τη διάρκεια προηγούμενης μετάκλησης για εποχιακούς εργαζόμενους, δεν μπορούν να υποβάλουν νέο αίτημα για μετάκληση πολίτη τρίτης χώρας πριν την πάροδο χρονικού διαστήματος τριών (3) ετών από την ημερομηνία διαπίστωσης της αρχικής παραβίασης. Αν ο εργοδότης έχει παραβεί τις υποχρεώσεις του κατά τα ανωτέρω, η αρμόδια υπηρεσία αλλοδαπών και μετανάστευσης ανακαλεί τη σχετική πράξη έγκρισης και ενημερώνει άμεσα την αρμόδια ελληνική προξενική αρχή για τις ενέργειές της.
  5. Σε περίπτωση ανάκλησης της θεώρησης εισόδου για τον σκοπό της εποχιακής εργασίας για έναν από τους λόγους των υποπερ. αγ’, αδ’, αζ’ της περ. α’ της παρ. 8 του άρθρου 64, εφαρμόζονται τα άρθρα 81 έως 85 του ν. 4052/2012 και ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλει αποζημίωση στον εποχιακό εργαζόμενο. Η ευθύνη καλύπτει όλες τις εκκρεμείς υποχρεώσεις που θα έπρεπε να έχει σεβαστεί ο εργοδότης, εάν δεν είχε ανακληθεί η θεώρηση εισόδου για τον σκοπό της εποχιακής απασχόλησης.
  6. Εάν ο εργοδότης είναι υπεργολάβος, ο οποίος παραβίασε τις διατάξεις του παρόντος, και εφόσον ο κύριος εργολάβος και κάθε ενδιάμεσος υπεργολάβος δεν έχουν αναλάβει υποχρεώσεις δέουσας επιμέλειας, ο κύριος εργολάβος και κάθε ενδιάμεσος υπεργολάβος:

α) υπόκειται στις κυρώσεις των παρ. 8, 9 και 10,

β) καταβάλλει κάθε αποζημίωση που οφείλεται στον εποχιακά εργαζόμενο, σύμφωνα με την παρ. 10 του παρόντος και το άρθρο 85 του ν. 4052/2012,

γ) καταβάλλει κάθε καθυστερούμενη οφειλή προς τον εποχιακά εργαζόμενο, σύμφωνα με τα άρθρα 81 και 85 του ν. 4052/2012.

  1. Ο εργοδότης οφείλει να διατηρεί τη σύμβαση εργασίας του άρθρου 63, υπογεγραμμένη από τον ίδιο και τον εργαζόμενο για πέντε (5) έτη από την ημερομηνία υπογραφής της και όταν διενεργείται έλεγχος να την επιδεικνύει στα αρμόδια ελεγκτικά όργανα.

 

Άρθρο 24

Υποχρεώσεις ιδιωτών και υπαλλήλων – Κυρώσεις

 

  1. Απαγορεύεται η εκμίσθωση ακινήτων σε πολίτη τρίτης χώρας που δεν έχει διαβατήριο ή άλλο ταξιδιωτικό έγγραφο που αναγνωρίζεται από διεθνείς συμβάσεις και ισχυρή θεώρηση εισόδου ή άδεια διαμονής.
  2. Στα πρόσωπα που παραβιάζουν την παρ. 1, επιβάλλεται, με απόφαση του Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, χρηματικό πρόστιμο χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ έως τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ.
  3. Στα πρόσωπα που υποβάλλουν ανακριβείς δηλώσεις ή βεβαιώσεις που προβλέπονται στον νόμο αυτό και στις κατ’ εξουσιοδότηση εκδιδόμενες κανονιστικές πράξεις, καθώς και στους πολίτες τρίτων χωρών, οι οποίοι κατέχουν άδεια διαμονής, παρέχουν όμως εξαρτημένη εργασία ή υπηρεσίες ή έργο ή ασκούν ανεξάρτητη οικονομική δραστηριότητα, χωρίς την απαιτούμενη, κατ’ αντιστοιχία, άδεια διαμονής ή έγκριση πρόσβασης στην αγορά εργασίας, επιβάλλεται πρόστιμο ύψους εκατόν πενήντα (150) ευρώ.
  4. Όποιος διευκολύνει την είσοδο στο ελληνικό έδαφος ή την έξοδο από αυτό πολίτη τρίτης χώρας, χωρίς να υποβληθεί στον έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο 5, τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών και χρηματική ποινή τουλάχιστον είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ. Αν ο ανωτέρω ενήργησε από κερδοσκοπία ή κατ’ επάγγελμα ή κατά συνήθεια ή το έγκλημα τελείται από δύο (2) ή περισσότερους από κοινού, επιβάλλεται κάθειρξη τουλάχιστον δέκα (10) ετών και χρηματική ποινή τουλάχιστον πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ.
  5. Όποιος διευκολύνει την παράνομη διαμονή πολίτη τρίτης χώρας ή δυσχεραίνει τις έρευνες των αστυνομικών αρχών για εντοπισμό, σύλληψη και απέλασή του, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και με χρηματική ποινή τουλάχιστον πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ. Αν ο ανωτέρω ενήργησε από κερδοσκοπία, επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών και χρηματική ποινή τουλάχιστον δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ. Με τις ανωτέρω ποινές τιμωρείται και όποιος προσκαλεί πρόσωπα με «Επιχειρηματική Πρόσκληση» στην ελληνική επικράτεια, σύμφωνα με την παρ. 8 του άρθρου 7, με σκοπό την παραβίαση της μεταναστευτικής νομοθεσίας και των κείμενων ευρωπαϊκών διατάξεων του κεκτημένου Σένγκεν που αφορούν στην είσοδο και διαμονή πολιτών τρίτων χωρών.
  6. Όποιος παράνομα κατέχει ή χρησιμοποιεί γνήσιο διαβατήριο ή άλλο ταξιδιωτικό έγγραφο άλλου προσώπου, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών και με χρηματική ποινή τουλάχιστον τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ. Με την ίδια ποινή τιμωρείται και όποιος παρακρατεί διαβατήριο ή άλλο ταξιδιωτικό έγγραφο άλλου προσώπου ή αρνείται να παραδώσει τούτο στην αρμόδια υπηρεσία. Με την ίδια, επίσης, ποινή τιμωρείται όποιος κατέχει ή χρησιμοποιεί πλαστό διαβατήριο ή άλλο ταξιδιωτικό έγγραφο.
  7. Ο υπεύθυνος γραφείου ταξιδιών ή μετανάστευσης ή οποιοσδήποτε άλλος υποβάλλει για λογαριασμό τρίτου στην αρμόδια αρχή δικαιολογητικά εκδόσεως ταξιδιωτικού εγγράφου, με στοιχεία που δεν ανταποκρίνονται στην ταυτότητα του προσώπου αυτού, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και με χρηματική ποινή τουλάχιστον δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ. Με την ίδια ποινή τιμωρείται και εκείνος, για λογαριασμό του οποίου υποβάλλονται τα δικαιολογητικά. Με απόφαση του οικείου Περιφερειάρχη επιβάλλεται και τρίμηνη αφαίρεση της άδειας λειτουργίας του γραφείου και, σε περίπτωση υποτροπής, οριστική αφαίρεση της άδειας αυτής.

 

Άρθρο 25

Υποχρεώσεις μεταφορέων – Κυρώσεις

 

  1. Πλοίαρχοι ή κυβερνήτες πλοίου, πλωτού μέσου ή αεροπλάνου και οδηγοί κάθε είδους μεταφορικού μέσου που μεταφέρουν από το εξωτερικό στην Ελλάδα πολίτες τρίτων χωρών, που δεν έχουν δικαίωμα εισόδου στο ελληνικό έδαφος ή στους οποίους έχει απαγορευθεί η είσοδος για οποιαδήποτε αιτία, καθώς και αυτοί που τους παραλαμβάνουν από τα σημεία εισόδου, τα εξωτερικά ή εσωτερικά σύνορα, για να τους προωθήσουν στο εσωτερικό της χώρας ή στο έδαφος άλλου κράτους – μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τρίτης χώρας ή διευκολύνουν τη μεταφορά τους ή εξασφαλίζουν σε αυτούς κατάλυμα για απόκρυψη, τιμωρούνται:

α. με κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών και χρηματική ποινή τριάντα χιλιάδων (30.000) έως εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ για κάθε μεταφερόμενο πρόσωπο,

β. με κάθειρξη τουλάχιστον δέκα (10) ετών και χρηματική ποινή εξήντα χιλιάδων (60.000) έως εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ για κάθε μεταφερόμενο πρόσωπο, αν ο υπαίτιος ενεργεί από κερδοσκοπία, κατ’ επάγγελμα ή κατά συνήθεια ή είναι υπότροπος ή έχει την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου ή τουριστικού ή ναυτιλιακού ή ταξιδιωτικού πράκτορα ή αν δύο (2) ή περισσότεροι ενεργούν από κοινού,

γ. με κάθειρξη τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ετών και χρηματική ποινή τουλάχιστον διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ για κάθε μεταφερόμενο πρόσωπο, αν από την πράξη μπορεί να προκύψει κίνδυνος για άνθρωπο,

δ. με ισόβια κάθειρξη και χρηματική ποινή τουλάχιστον επτακοσίων χιλιάδων (700.000) ευρώ για κάθε μεταφερόμενο πρόσωπο, αν στην περ. γ΄ επήλθε θάνατος.

  1. Πλοίαρχοι ή κυβερνήτες πλοίου, πλωτού μέσου ή αεροπλάνου και οδηγοί κάθε είδους μεταφορικού μέσου υποχρεούνται να μην δέχονται για μεταφορά πρόσωπα, τα οποία δεν είναι εφοδιασμένα με τα απαιτούμενα ταξιδιωτικά έγγραφα ή δεν έχουν υποστεί τον κανονικό αστυνομικό έλεγχο. Οι παραβάτες τιμωρούνται σύμφωνα με την παρ. 1. Η ανωτέρω αξιόποινη πράξη θεωρείται τετελεσμένη, προκειμένου μεν για θαλάσσια και εναέρια μεταφορικά μέσα, εφόσον το πρόσωπο που επιβιβάσθηκε λαθραία βρίσκεται μέσα σε αυτά κατά την έναρξη του ελέγχου από τα αρμόδια κρατικά όργανα προ του απόπλου ή της απογείωσης ή μετά τον απόπλου του πλοίου ή την απογείωση του αεροπλάνου, προκειμένου δε για άλλα μεταφορικά μέσα, εφόσον το πρόσωπο που αναχωρεί λαθραία βρίσκεται μέσα σε αυτά κατά τον τελευταίο έλεγχο εξόδου ή πλησίον των συνόρων. Οι κυρώσεις της παρ. 3 εφαρμόζονται και στα πρόσωπα που αναφέρονται στην παρούσα.
  2. Αεροπορικές ή ναυτιλιακές εταιρείες, καθώς και κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που εκτελεί οποιασδήποτε μορφής δημόσια μεταφορά ατόμων, υποχρεούνται να μην δέχονται για μεταφορά και να λαμβάνουν κάθε μέτρο που αποκλείει τη μεταφορά από το εξωτερικό στην Ελλάδα πολιτών τρίτων χωρών που: α) δεν είναι εφοδιασμένοι με τα απαραίτητα σε ισχύ διαβατήρια ή άλλα ταξιδιωτικά έγγραφα και θεώρηση εισόδου, όπου απαιτείται η λήψη τους πριν από την άφιξη των πολιτών τρίτων χωρών στη χώρα, εκτός αν ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 35 του Κανονισμού (ΕΚ) 810/2009 σε συνδυασμό με την περ. β` της παρ. 5 του άρθρου 6 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 ή β) κατέχουν διαβατήρια ή άλλα ταξιδιωτικά έγγραφα με εμφανείς ενδείξεις πλαστογράφησης ή παραποίησης. Με απόφαση της κατά τόπον αρμόδιας αεροπορικής αρχής επιβάλλεται στις αεροπορικές εταιρείες, καθώς και σε κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που μεταφέρει άτομα αεροπορικώς, τα οποία παραβαίνουν την παραπάνω υποχρέωση, χρηματικό πρόστιμο από πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ έως τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ για κάθε μεταφερόμενο πρόσωπο. Στις ναυτιλιακές εταιρείες, καθώς και σε κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που εκτελεί δημόσια μεταφορά ατόμων με πλωτό μέσο, το ανωτέρω πρόστιμο επιβάλλεται με απόφαση της αστυνομικής αρχής, η οποία είναι κατά τόπον αρμόδια για τη διενέργεια του ελέγχου των προσώπων που εισέρχονται στο ελληνικό έδαφος ή εξέρχονται από αυτό, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 5. Στις εταιρείες οδικών μεταφορών, καθώς και σε κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που εκτελεί δημόσια οδική μεταφορά ατόμων, το ανωτέρω πρόστιμο επιβάλλεται με απόφαση του Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, στα διοικητικά όρια της οποίας έλαβε χώρα η παράβαση.

Σε περίπτωση υποτροπής εντός του ίδιου ημερολογιακού έτους, τα ανωτέρω πρόστιμα μπορεί να προσαυξάνονται στο διπλάσιο και πάντως όχι πέραν του ποσού των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ, με απόφαση του κατά περίπτωση αρμόδιου οργάνου. Τα παραπάνω πρόστιμα επιβάλλονται σε φυσικά πρόσωπα που εκτελούν οποιασδήποτε μορφής δημόσια μεταφορά ή αποκλειστικά στο νομικό πρόσωπο των ανωτέρω αεροπορικών ή ναυτιλιακών εταιρειών ή μεταφορέων και στα πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 50 του ν. 4987/2022 (Α` 206), τα οποία ευθύνονται αλληλεγγύως. Το παραπάνω πρόστιμο δεν επιβάλλεται στα νομικά ή φυσικά πρόσωπα που αποδεικνύουν ότι έχουν λάβει επαρκή προληπτικά μέτρα για να διασφαλίσουν ότι οι επιβαίνοντες πολίτες τρίτων χωρών δεν εμπίπτουν στις περ. α` και β`. Ειδικότερα απαιτείται η λήψη των κατάλληλων μέτρων ενημέρωσης των επιβατών, πριν από την επιβίβασή τους, ως προς τα ταξιδιωτικά έγγραφα που απαιτούνται για τη νόμιμη είσοδό τους στην Ελλάδα, η καταχώρισή τους, κατά την επιβίβαση, με τα στοιχεία που φέρουν τα ταξιδιωτικά έγγραφα, στους καταλόγους επιβατών και η κοινοποίηση των καταλόγων στις αρμόδιες αερολιμενικές, λιμενικές και τελωνειακές αρχές. Οι αποφάσεις επιβολής προστίμου της παρούσας υπόκεινται σε ενδικοφανή προσφυγή ενώπιον του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών και του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη αντίστοιχα, μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή τους. Σε περίπτωση μερικής ακύρωσης, επιβάλλεται πρόστιμο, όχι χαμηλότερο από το ήμισυ του ελάχιστου προβλεπόμενου.

  1. Τα πρόσωπα που αναφέρονται στις παρ. 1, 2 και 3, καθώς και ταξιδιωτικά γραφεία και οι ιδιοκτήτες των μεταφορικών μέσων ευθύνονται εις ολόκληρον για τις δαπάνες διαβίωσης και τα έξοδα επαναπροώθησης των ανωτέρω προσώπων στο εξωτερικό. Την ίδια ευθύνη έχουν και όσοι εγγυήθηκαν τον επαναπατρισμό πολίτη τρίτης χώρας, αν παραβιάσθηκαν όροι εισόδου ή διαμονής του στη χώρα. Η διαδικασία βεβαίωσης και καταβολής του ανωτέρω προστίμου ενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων [ν. 4978/2022 (Α΄190)].
  2. Τα πρόσωπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρ. 1 ή οι ιδιοκτήτες των μεταφορικών μέσων ή οι αντιπρόσωποι αυτών στην Ελλάδα, υποχρεούνται αμέσως μετά την άφιξη του μεταφορικού μέσου να παραδίδουν στις υπηρεσίες του αστυνομικού ελέγχου διαβατηρίων δελτία άφιξης ή καταστάσεις των επιβατών που είναι πολίτες τρίτων χωρών, τους οποίους μεταφέρουν και προορίζουν για την Ελλάδα και αντίστροφα. Την ίδια υποχρέωση έχουν κατά την άφιξη αεροπλάνων μη τακτικών πτήσεων από τρίτες χώρες.
  3. Οι ανωτέρω κυρώσεις δεν επιβάλλονται στις περιπτώσεις διάσωσης ανθρώπων στη θάλασσα, της μεταφοράς ανθρώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας κατά τις επιταγές του διεθνούς δικαίου, καθώς και στις περιπτώσεις προώθησης στο εσωτερικό της χώρας ή διευκόλυνσης της μεταφοράς, προς τον σκοπό της υπαγωγής στις διαδικασίες του άρθρου 83 του ν. 3386/2005 (Α΄212) ή του άρθρου 42 του ν. 4939/2022 (Α΄ 111) κατόπιν ενημέρωσης των αρμοδίων αστυνομικών και λιμενικών αρχών.
  4. Το άρθρο 254 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας [ν. 4620/2019, (Α’ 122)] εφαρμόζεται και για τις αξιόποινες πράξεις που προβλέπονται από το άρθρο 27 και το παρόν άρθρο, ανεξάρτητα αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις των άρθρων 187 και 187Α του Ποινικού Κώδικα.
  5. Η προθεσμία για την άσκηση της έφεσης και η άσκησή της κατά της καταδικαστικής απόφασης για παραβάσεις του παρόντος άρθρου, καθώς και των παρ. 5, 6 και 8 του άρθρου 24, δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της απόφασης.
  6. Για την εκδίκαση των κακουργημάτων που προβλέπονται στην παρ. 1, εκτός από αυτό της περ. δ΄, καθώς και στο άρθρο 24 αρμόδιο είναι το Μονομελές Εφετείο και εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 309 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
  7. Περιουσία που αποτελεί προϊόν της εγκληματικής δραστηριότητας του παρόντος άρθρου, καθώς και των παρ. 5, 6 και 8 του άρθρου 24 ή που αποκτήθηκε με οποιονδήποτε τρόπο από προϊόν τέτοιας εγκληματικής δραστηριότητας ή περιουσία που χρησιμοποιήθηκε, εν όλω ή εν μέρει, ή προορίζονταν να χρησιμοποιηθεί για την εκτέλεση της παραπάνω εγκληματικής δραστηριότητας κατάσχεται και μπορεί να δημευθεί με την καταδικαστική απόφαση, αν ανήκει στον αυτουργό ή σε οποιονδήποτε από τους συμμετόχους. Αν το δικαστήριο, αυτεπαγγέλτως ή μετά από αίτημα διαδίκου ή τρίτου, κρίνει ότι η δήμευση που θα επιβληθεί στον καταδικασθέντα θα αποστερήσει τον ίδιο ή τρίτους, ιδίως την οικογένειά του, από πράγμα που εξυπηρετεί τον αναγκαίο βιοπορισμό τους και ότι υπάρχει κίνδυνος να προκληθεί σε αυτούς υπέρμετρη και ανεπανόρθωτη βλάβη, δεν την επιβάλλει. Η απόδοση περιουσίας στον ιδιοκτήτη της γίνεται σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 310 και το άρθρο 373 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Αν η περιουσία ή το προϊόν κατά το πρώτο εδάφιο υπερβαίνει τις τέσσερις χιλιάδες (4.000) ευρώ και δεν είναι δυνατόν να κατασχεθεί, κατάσχονται και δημεύονται υπό τους όρους του ίδιου εδαφίου περιουσιακά στοιχεία ίσης αξίας προς εκείνη της προαναφερθείσας περιουσίας ή του προϊόντος.
  8. Το παρόν άρθρο και οι παρ. 5, 6 και 8 του άρθρου 24 εφαρμόζονται και όταν οι προβλεπόμενες σε αυτά αξιόποινες πράξεις τελέσθηκαν στην αλλοδαπή από ημεδαπό ή αλλοδαπό ακόμη και αν αυτές δεν είναι αξιόποινες κατά τους νόμους της χώρας στην οποία τελέσθηκαν.