Τον Απρίλιο του 2013 εκπονήθηκε από το Υπουργείο Εσωτερικών η πρώτη Εθνική Στρατηγική για την Ένταξη πολιτών τρίτων χωρών με στόχο την οροθέτηση των βασικών αρχών και εθνικών στρατηγικών προτεραιοτήτων και πολιτικών του Υπουργείου για την ανάπτυξη μιας ολοκληρωμένης πολιτικής για την ένταξη των νομίμως διαμενόντων πολιτών τρίτων χωρών στην ελληνική κοινωνία. Υπόβαθρο της Εθνικής Στρατηγικής αποτέλεσαν οι διεθνείς διαστάσεις που λάμβανε το μεταναστευτικό φαινόμενο με κεντρικό άξονα τις ανάγκες της ελληνικής πολιτείας, της ελληνικής αγοράς εργασίας και οικονομίας, καθώς και την εναρμόνιση με το ευρωπαϊκό πλαίσιο αρχών και αξιών.
Σήμερα, η ανάγκη για μια εκ βάθρων αναθεώρηση της Εθνικής Στρατηγικής για την Ένταξη γίνεται επιτακτική στο πλαίσιο των νέων αναγκών που προκύπτουν από διεθνείς και εσωτερικές συγκυρίες. Τα νέα αυτά δεδομένα αντικατοπτρίζονται σε πλήθος κοινωνικών, πολιτικών και οικονομικών εξελίξεων και δημιουργούν μια νέα βάση για την άσκηση μιας σύγχρονης πολιτικής για την υποδοχή και την ένταξη, με διαφορετικές προτεραιότητες και στοχεύσεις.
Συγκεκριμένα, η νέα Εθνική Στρατηγική για την Ένταξη αντικατοπτρίζει τις εξής πραγματικότητες που διαμορφώθηκαν πριν την εκπόνησή της και έθεσαν τις βάσεις της:
α) τη μαζική ροή μεικτών μεταναστευτικών ρευμάτων καθώς και αιτούντων/αιτουσών διεθνούς προστασίας και μεταναστών/μεταναστριών από εμπόλεμες περιοχές που αντιμετωπίζουν υψηλά ποσοστά ανεργίας και φτώχειας, με αυξημένο αριθμό ευάλωτων ατόμων (παιδιά, γυναίκες, άτομα με μετατραυματικές διαταραχές),
β) τη σύσταση και τη λειτουργία του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής (Π.Δ. 123/2016), υπό το φως των νέων εξελίξεων στον τομέα της μετανάστευσης, με βασικές αρμοδιότητές του τη δημιουργία ενός συστήματος υποδοχής και υποστήριξης μεταναστών/μεταναστριών, αιτούντων/αιτουσών διεθνούς προστασίας και των δικαιούχων αυτής, τη διασφάλιση της νόμιμης διαμονής τους στη χώρα, καθώς και την πρόβλεψη και το σχεδιασμό δράσεων και προγραμμάτων με στόχο την ένταξή τους στην ελληνική κοινωνία, διατηρώντας και προστατεύοντας παράλληλα την κοινωνική συνοχή,
γ) την οικονομική ύφεση στην οποία βρίσκεται η χώρα κατά την τελευταία δεκαετία η οποία έχει ως αποτέλεσμα την κατακόρυφη αύξηση της ανεργίας των νόμιμων μεταναστών/μεταναστριών, τη γενικότερη συρρίκνωση των θέσεων εργασίας και τη δυσκολία ένταξης στην αγορά εργασίας των νεοεισελθέντων ατόμων,
δ) την ανάγκη μεγαλύτερης και πιο ενεργούς συμμετοχής και άλλων θεσμικών και μη συμμετεχόντων στη διαδικασία της υποδοχής και της ένταξης, και ειδικότερα τοπικών παραγόντων όπως είναι οι δήμοι, οι οποίοι καλούνται να παίξουν κομβικό και καίριο ρόλο σε αυτήν την προσπάθεια,
ε) τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης (Τ.Α.Μ.Ε.), καθώς και της λειτουργίας Ειδικής Γραμματείας για τη διαχείρισή του εντός του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης (Ν. 4375/2016), με στόχο τη χρηματοδοτική υποστήριξη των προσπαθειών των κρατών-μελών για την υιοθέτηση και ανάπτυξη ενός κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου και μετανάστευσης (Common European Asylum System), μιας κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής ένταξης νομίμων μεταναστών/μεταναστριών και δικαιούχων διεθνούς προστασίας καθώς και μιας αποτελεσματικής πολιτικής επιστροφών, τηρώντας τις αρχές της αξιοπρέπειας και της διασφάλισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων,
στ) τη βούληση της πολιτικής ηγεσίας για τη δημιουργία ενός κοινού πλαισίου για την υποδοχή και την ένταξη πολιτών τρίτων χωρών με όρους ισότητας και νομιμότητας, το οποίο θα καλλιεργεί την ουσιαστική ανταλλαγή ανάμεσα σε διαφορετικές κουλτούρες, θα ενισχύει το θετικό αντίκτυπο των ενταξιακών παρεμβάσεων στην τοπική οικονομία και κοινωνία, και, εν τέλει, θα θέτει τις βάσεις για μια κοινωνία ανοιχτή, δυναμική και ποικιλόμορφη,
θ) τη θέσπιση και σύσταση θεσμικών οργάνων οριζόντιου χαρακτήρα με στόχο το συντονισμό και την εποπτεία της υλοποίησης σχεδίων δράσης τα οποία διασφαλίζουν την κοινωνική συνοχή, επιχειρούν να καταπολεμήσουν την ξενοφοβία και το ρατσισμό και προωθούν το σχεδιασμό δράσεων κοινωνικής πολιτικής, όπως ο Εθνικός Μηχανισμός Παρακολούθησης και Αξιολόγησης των Πολιτικών Κοινωνικής Ένταξης και Κοινωνικής Συνοχής, και το Κυβερνητικό Συμβούλιο Κοινωνικής Πολιτικής (ΚΥ.Σ.ΚΟΙ.Π.),
η) την ανάγκη για την εξασφάλιση του γενικού συντονισμού και της ευρύτερης πολιτικής συνοχής μεταξύ συναρμόδιων Υπουργείων και λοιπών φορέων έτσι ώστε να μεγιστοποιηθεί η δυναμική και η αποτελεσματικότητα της Εθνικής Στρατηγικής για την Ένταξη.
Τα νέα αυτά δεδομένα υπαγόρευσαν μια επανεξέταση των στοχεύσεων της ελληνικής πολιτείας στον τομέα της μετανάστευσης, η οποία αντικατοπτρίζεται στην παρούσα Εθνική Στρατηγική για την Ένταξη.
Οι διατάξεις πρέπει να εξειδικευθούν με συγκεκριμένα μέτρα και δράσεις.
Παρατηρήσεις και προτάσεις μας επί της Εθνικής Στρατηγικής για την Ένταξη του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής:
1. Στην υπό διαβούλευση Στρατηγική δεν ορίζεται σαφώς ο τρόπος και το πλαίσιο συνεργασίας των δήμων με τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών.
2. Η παρούσα Στρατηγική δεν συνοδεύεται από συγκεκριμένο προϋπολογισμό, ώστε να γίνεται σαφές και με διαφάνεια τι ακριβώς προβλέπεται στο πλαίσιο της τριετούς εφαρμογής της. Δεν καθορίζεται επίσης με σαφήνεια ο ρόλος των θεσμικών εταίρων (Ύπατη Αρμοστεία, ΔΟΜ) ούτε ο τρόπος με τον οποίο θα συνδράμουν στην υλοποίηση.
3. Η οπτική του φύλου (gender mainstreaming) δεν διατρέχει το κείμενο της Στρατηγικής στο σύνολό του.
4. Θα πρέπει να λαμβάνεται ειδική μέριμνα για την πλαισίωση των θυμάτων έμφυλης βίας μετά την έξοδο τους από την προστατευτική φιλοξενία τους, ήτοι να λαμβάνονται μέτρα για την ενδυνάμωση και την ομαλή επανένταξη τους στον κοινωνικό ιστό, κάτι το οποίο δεν αποτυπώνεται (Μέτρο Πολιτικής 8.1.).
5. Θα πρέπει να προβλεφθούν ειδικά μαθήματα, σε όλους τους τομείς της εκπαίδευσης, σχετικά με την ευαισθητοποίηση σε θέματα φύλου (Μέτρο πολιτικής 3.2.).
6. Στον τομέα της εκπαίδευσης των δημοσίων υπαλλήλων, επιπλέον, θα πρέπει να προστεθεί και η επιμόρφωσή τους πάνω σε θέματα φύλου, με σκοπό την περαιτέρω ευαισθητοποίηση τους στα εν λόγω ζητήματα (π.χ. ανάγκη για άμεση και ενιαία ενημέρωση των αστυνομικών υπαλλήλων της χώρας σε σχέση με διατάξεις προστασίας θυμάτων έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας τις οποίες καλούνται να εφαρμόσουν και παραταύτα αγνοούν) (Μέτρο Πολιτικής 2.3.3).
7. Προτείνεται η σύνταξη και διανομή φυλλαδίων, καθώς και η δημιουργία ηλεκτρονικής πλατφόρμας με απλοποιημένες πληροφορίες (σε διάφορες γλώσσες) σχετικά με τα δικαιώματα των γυναικών που υφίστανται βία, ήτοι να εξηγούνται απλά και επιγραμματικά οι διαδικασίες καταγγελίας παράνομων πράξεων βίας προς τις αρχές, το νομοθετικό πλαίσιο και οι δομές προστασίας που παρέχει το κράτος στα θύματα έμφυλης βίας (Μέτρο Πολιτικής 2.1.).
8. Προτείνεται η ρητή αναγνώριση και υπαγωγή των γυναικών που έχουν υποστεί διάφορες μορφές βίας, αλλά και της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, στις ευάλωτες ομάδες, λόγω των διακρίσεων που υφίστανται με βάση το φύλο, και λήψη ειδικών μέτρων αρωγής τους (Άξονας Πολιτικής 8 – Στοχευμένες πολιτικές για ευάλωτες κοινωνικές ομάδες).
Δεδομένου ότι υπήρξε ένα από τα πάγια ζητούμενα των τελευταίων χρόνων, η σύνταξη μίας Εθνικής Στρατηγικής για την Ένταξη μας χαροποιεί ιδιαίτερα, ωστόσο, θα πρέπει, γενικότερα, να σημειώσουμε ότι:
• Παρά το γεγονός ότι η παρούσα Στρατηγική προβλέπει την αναβάθμιση και υποστήριξη των διαδικασιών, των υπηρεσιών και δομών που σχετίζονται με την αρχική υποδοχή τους ως προαπαιτούμενο παράγοντα που επηρεάζει σημαντικά για την επιτυχή προστασία και ένταξη των πολιτών τρίτων χωρών, εξακολουθεί να υπάρχει κενό στη διασφάλιση της απρόσκοπτης εφαρμογής της σε περιόδους έντονων προσφυγικών ροών όπου απαιτείται επείγουσα δράση και αυξημένη χρήση πόρων.
• Η Στρατηγική συντάχθηκε χωρίς την συμβολή των μεταναστευτικών και προσφυγικών κοινοτήτων, των τοπικών αρχών και της κοινωνίας των πολιτών καθώς δεν κλήθηκαν να συμμετάσχουν στον σχεδιασμό της.
• Υπάρχει έλλειψη σαφήνειας που διαπερνά τη στρατηγική αναφορικά με τον ζητούμενο χρονικό ορίζοντα και το χρονοδιάγραμμα επίτευξης των σκοπών που παρουσιάζονται στην Στρατηγική αλλά και των επιμέρους δράσεων.
• Υπάρχει μία ενδεικτική μονάχα αντιστοιχία μεταξύ δράσεων και χρηματοδοτικών εργαλείων και έλλειψη πρόσθετων μηχανισμών που θα εγγυώνται επαρκή χρηματοδότηση στο άμεσο μέλλον.
Παρατηρήσεις και προτάσεις μας επί της Εθνικής Στρατηγικής για την Ένταξη του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής:
1. Στην υπό διαβούλευση Στρατηγική δεν ορίζεται σαφώς ο τρόπος και το πλαίσιο συνεργασίας των δήμων με τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών.
2. Η παρούσα Στρατηγική δεν συνοδεύεται από συγκεκριμένο προϋπολογισμό, ώστε να γίνεται σαφές και με διαφάνεια τι ακριβώς προβλέπεται στο πλαίσιο της τριετούς εφαρμογής της. Δεν καθορίζεται επίσης με σαφήνεια ο ρόλος των θεσμικών εταίρων (Ύπατη Αρμοστεία, ΔΟΜ) ούτε ο τρόπος με τον οποίο θα συνδράμουν στην υλοποίηση.
3. Η οπτική του φύλου (gender mainstreaming) δεν διατρέχει το κείμενο της Στρατηγικής στο σύνολό του.
4. Θα πρέπει να λαμβάνεται ειδική μέριμνα για την πλαισίωση των θυμάτων έμφυλης βίας μετά την έξοδο τους από την προστατευτική φιλοξενία τους, ήτοι να λαμβάνονται μέτρα για την ενδυνάμωση και την ομαλή επανένταξη τους στον κοινωνικό ιστό, κάτι το οποίο δεν αποτυπώνεται (Μέτρο Πολιτικής 8.1.).
5. Θα πρέπει να προβλεφθούν ειδικά μαθήματα, σε όλους τους τομείς της εκπαίδευσης, σχετικά με την ευαισθητοποίηση σε θέματα φύλου (Μέτρο πολιτικής 3.2.).
6. Στον τομέα της εκπαίδευσης των δημοσίων υπαλλήλων, επιπλέον, θα πρέπει να προστεθεί και η επιμόρφωσή τους πάνω σε θέματα φύλου, με σκοπό την περαιτέρω ευαισθητοποίηση τους στα εν λόγω ζητήματα (π.χ. ανάγκη για άμεση και ενιαία ενημέρωση των αστυνομικών υπαλλήλων της χώρας σε σχέση με διατάξεις προστασίας θυμάτων έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας τις οποίες καλούνται να εφαρμόσουν και παραταύτα αγνοούν) (Μέτρο Πολιτικής 2.3.3).
7. Προτείνεται η σύνταξη και διανομή φυλλαδίων, καθώς και η δημιουργία ηλεκτρονικής πλατφόρμας με απλοποιημένες πληροφορίες (σε διάφορες γλώσσες) σχετικά με τα δικαιώματα των γυναικών που υφίστανται βία, ήτοι να εξηγούνται απλά και επιγραμματικά οι διαδικασίες καταγγελίας παράνομων πράξεων βίας προς τις αρχές, το νομοθετικό πλαίσιο και οι δομές προστασίας που παρέχει το κράτος στα θύματα έμφυλης βίας (Μέτρο Πολιτικής 2.1.).
8. Προτείνεται η ρητή αναγνώριση και υπαγωγή των γυναικών που έχουν υποστεί διάφορες μορφές βίας, αλλά και της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, στις ευάλωτες ομάδες, λόγω των διακρίσεων που υφίστανται με βάση το φύλο, και λήψη ειδικών μέτρων αρωγής τους (Άξονας Πολιτικής 8 – Στοχευμένες πολιτικές για ευάλωτες κοινωνικές ομάδες).
Καλωσορίζω την Εθνική Στρατηγική για την ένταξη και ελπίζω να μη μείνει ένα απλό ευχολόγιο.
Σε όλο το κείμενο της Εθνικής Στρατηγικής για την Ένταξη και στα προβλεπόμενα μέτρα πολιτικής δεν γίνεται αναφορά στο χρονοδιάγραμμα, στο πλαίσιο εφαρμογής, στις αρμοδιότητες που θα αναλάβουν οι φορείς για τη διεκπεραίωση των προβλεπόμενων μέτρων, στη χρηματοδότηση και στην τακτική αξιολόγηση και τον επανακαθορισμό των πραγματοποιούμενων δράσεων. Ακόμα, δεν διευκρινίζεται ποιος ή ποιοι φορείς θα φέρουν την τεχνογνωσία και θα αναλάβουν την εκπαίδευση σε θέματα σχετικά με τον μεταναστευτικό και προσφυγικό πληθυσμό και θα μεταφέρουν την εμπειρία του πεδίου.
Παράλληλα οφείλουμε να τονίσουμε ότι κατά τη σύνταξη της Στρατηγικής δεν ζητήθηκε η συνδρομή και δεν ελήφθη υπόψη η γνώση του πεδίου από τις Οργανώσεις που δραστηριοποιούνται σε αυτό, οι οποίες έχοντας σχετική εμπειρία στο ζήτημα της ένταξης θα μπορούσαν να συμβάλλουν σημαντικά στην εκπόνηση της Εθνικής Στρατηγικής για την Ένταξη.
Δεδομένου ότι υπήρξε ένα από τα πάγια ζητούμενα των τελευταίων χρόνων, η σύνταξη μίας Εθνικής Στρατηγικής για την Ένταξη μας χαροποιεί ιδιαίτερα, ωστόσο, θα πρέπει, γενικότερα, να σημειώσουμε ότι:
• Παρά το γεγονός ότι η παρούσα Στρατηγική προβλέπει την αναβάθμιση και υποστήριξη των διαδικασιών, των υπηρεσιών και δομών που σχετίζονται με την αρχική υποδοχή τους ως προαπαιτούμενο παράγοντα που επηρεάζει σημαντικά για την επιτυχή προστασία και ένταξη των πολιτών τρίτων χωρών, εξακολουθεί να υπάρχει κενό στη διασφάλιση της απρόσκοπτης εφαρμογής της σε περιόδους έντονων προσφυγικών ροών όπου απαιτείται επείγουσα δράση και αυξημένη χρήση πόρων.
• Η Στρατηγική συντάχθηκε χωρίς την συμβολή των μεταναστευτικών και προσφυγικών κοινοτήτων, των τοπικών αρχών και της κοινωνίας των πολιτών καθώς δεν κλήθηκαν να συμμετάσχουν στον σχεδιασμό της.
• Υπάρχει έλλειψη σαφήνειας που διαπερνά τη στρατηγική αναφορικά με τον ζητούμενο χρονικό ορίζοντα και το χρονοδιάγραμμα επίτευξης των σκοπών που παρουσιάζονται στην Στρατηγική αλλά και των επιμέρους δράσεων.
• Υπάρχει μία ενδεικτική μονάχα αντιστοιχία μεταξύ δράσεων και χρηματοδοτικών εργαλείων και έλλειψη πρόσθετων μηχανισμών που θα εγγυώνται επαρκή χρηματοδότηση στο άμεσο μέλλον.
Σε γενικές γραμμές, η σύνταξη σχεδίου Εθνικής Στρατηγικής για την Ένταξη είναι σαφώς μια θετική ενέργεια. Ωστόσο, υπάρχουν τρεις λόγοι που μας καθιστούν – θεωρούμε εύλογα – επιφυλακτικούς. Κατ’αρχάς η κακή προϊστορία, δηλαδή η αναιτιολόγητη εγκατάλειψη και μη εφαρμογή της Εθνικής Στρατηγικής του 2013. Δεύτερον, ο κατά βάση γενικός και θεωρητικός χαρακτήρας του συγκεκριμένου σχεδίου, όπου κυριαρχούν κατευθύνσεις πολιτικής και ελάχιστα περιγράφονται εξειδικευμένες παρεμβάσεις και πολιτικές ένταξης. Και τρίτον, συγκεκριμένα προβλήματα, τα οποία εντοπίζουμε στις επιμέρους κεφάλαια στου σχεδίου.
Το παρόν σχέδιο στρατηγικής αποτελεί μια προσπάθεια για την υιοθέτηση εθνικής στρατηγικής για την ένταξη προσφύγων και μεταναστών στην Ελλάδα και εκτιμάται καταρχήν θετικά από το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες, που υποστηρίζει δικαιούχους διεθνούς προστασίας και ευάλωτους μετανάστες από το 1989.
Ως βασικό σχόλιο όμως, θα θέλαμε να επισημάνουμε, ότι ενώ προβλέπεται η ανάγκη μεγαλύτερης και ενεργούς συμμετοχής των τοπικών παραγόντων, όπως είναι οι δήμοι, παραλείπεται η αναφορά στους φορείς της κοινωνίας των πολιτών, όπως οργανώσεις υποστήριξης προσφύγων και μεταναστών, όπως και σύλλογοι – κοινότητες προσφύγων και μεταναστών, με τους οποίους είναι αναγκαία η μεγαλύτερη και ενεργός συμμετοχή στη διαδικασία της υποδοχής και της ένταξης, όπως απέδειξε και η πρόσφατη προσφυγική κρίση.
Δεδομένου ότι η Ελλάδα δεν έχει ακολουθήσει κάποιο συγκεκριμένο πρόγραμμα για την κοινωνική ένταξη του πληθυσμού αυτού που διαμένει στη χώρα χαιρετίζουμε την συγκεκριμένη πρωτοβουλία η οποία έρχεται να αντικαταστήσει αυτήν του 2013. Ωστόσο ως Αντιπροσωπευτικό Συμβούλιο Έρευνας και Τεκμηρίωσης (ΑΣΕΤ) που απαρτίζεται από εκπροσώπους μεταναστευτικών κοινοτήτων που δρουν στην Ελλάδα και εμπειρογνώμονες με πείρα και εξειδίκευση στο μεταναστευτικό χώρο, παραθέτουμε κάποια σχόλια αρχικά ως προς το σύνολο του κειμένου.
Οι μετανάστες και οι μετανάστριες που βρίσκονται αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα δεν έχουν όλοι τις ίδιες ανάγκες. Οι καταγεγραμμένοι αυτοί την στιγμή είναι 551.277 πανελλαδικά με βάση τα τελευταία στοιχεία του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, κατάγονται από τουλάχιστον 150 διαφορετικές χώρες και έχουν έρθει σε διαφορετικές χρονολογίες στην Ελλάδα. Παράλληλα, υπάρχουν πάρα πολλοί άνθρωποι για τους οποίους δεν υπάρχει κανένα στοιχείο καθώς μένουν παράτυπα στη χώρα. Τέλος, υπάρχουν οι αναγνωρισμένοι δικαιούχοι διεθνούς προστασίας και οι αιτούντες, άλλοι παλαιότεροι άλλοι νεοεισερχόμενοι. Είναι σαφές ότι η ποικιλία χαρακτηριστικών θα έπρεπε να οδηγεί και σε ένα σκεπτικό προσαρμογής των πολιτικών ανάλογα με τις ξεχωριστές ανάγκες που έχουν τα διαφορετικά προφίλ. Αυτή η προσαρμογή δε, θα ήταν ακόμη πιο εύστοχη εάν συμπεριελάμβανε οριζόντια τους πιο ενδυναμωμένους πληθυσμούς (λ.χ. κοινότητες, δεύτερη γενιά) ως ενεργούς φορείς και μηχανισμούς που συμμετέχουν στην ένταξη των λιγότερο ενδυναμωμένων.
Τελευταίο σκαλοπάτι για μεγάλο ποσοστό από τους ανωτέρω θα είναι η απόκτηση ελληνικής ιθαγένειας. Η πρόσβαση στην ιθαγένεια θα έπρεπε να αποτελεί το επιστέγασμα μιας πολιτικής ένταξης. Ο διαχωρισμός της διεύθυνσης ιθαγένειας από αυτή της μεταναστευτικής πολιτικής αντικατοπτρίζεται στο κείμενο καθώς δεν υπάρχει η παραμικρή αναφορά στο πώς οι πολιτικές που περιγράφονται αποτελούν βήματα προς την επιτέλεση αυτού του στόχου από όσους το επιλέξουν. Παράλληλα, το Υπουργείο Εσωτερικών ανακοινώνει νομοθετικές αλλαγές οι οποίες θα κάνουν ακόμη πιο διαφανή αλλά και πιο απαιτητική τη διαδικασία πολιτογράφησης, ειδικότερα όσον αφορά την απόδειξη πλήρωσης των ουσιαστικών προϋποθέσεων. Μια τέτοια μεταρρύθμιση προϋποθέτει στην ουσία την ύπαρξη δομών εκμάθησης ελληνικών και ιστορίας. Συνεπώς, η στρατηγική ένταξης χρειάζεται να συμπεριλάβει ρητά προβλέψεις για την ανταπόκριση στις ανάγκες των ατόμων που θα επιθυμήσουν να γίνουν πολίτες της Ελλάδας.
Οι ανωτέρω ελλείψεις καταδεικνύουν την ανάγκη προσέγγισης της στρατηγικής ένταξης ως ενός εργαλείου με ξεκάθαρη στόχευση την πλήρη πολιτική και κοινωνική ένταξη των μεταναστριών και των μεταναστών. Η συμπερίληψη στην αρχική διαδικασία σχεδιασμού αυτής της στρατηγικής των φορέων(κοινότητες, ΚτΠ) που εμπλέκονται καθημερινά με πραγματικούς όρους στην ένταξη είναι απαραίτητη. Έτσι επιτυγχάνεται μια στρατηγική που μέσω αμφίδρομων κοινωνικών διαδικασιών αναπτύσσει την κοινή ταυτότητα και αλληλεγγύη, ενδυναμώνει την κοινωνία στο σύνολο της, σε αντίθεση με την παράθεση μονομερών διάσπαρτων προγραμμάτων διαχείρισης.
Η τεκμηρίωση της ανάγκης αναθεώρησης της Εθνικής Στρατηγικής για την Ένταξη κρίνεται επαρκής. Ωστόσο προτείνεται περαιτέρω προσδιορισμός των «λοιπών φορέων» που αναφέρονται στον τελευταίο παράγοντα (η), δεδομένου ότι υπάρχουν φορείς του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα καθώς και ΜΚΟ που δραστηριοποιούνται στην ένταξη των προσφύγων, όπου ο συντονισμός μεταξύ αυτών είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχή εφαρμογή της στρατηγικής ένταξης.
Το SolidarityNow, μία οργάνωση που υλοποιεί πληθώρα δράσεων ένταξης (όπως προγράμματα στέγασης, απασχολησιμότητας, άτυπης εκπαίδευσης, γλωσσομάθειας, ψυχοκοινωνικής υποστήριξης) με ωφελούμενους χιλιάδες αιτούντες άσυλο και δικαιούχους διεθνούς προστασίας σε όλη την Ελλάδα, καλωσορίζει την κατάρτιση της νέας Εθνικής Στρατηγικής για την Ένταξη.
Αναγνωρίζοντας ότι το πνεύμα και η στόχευση της Εθνικής Στρατηγικής βρίσκονται στη σωστή κατεύθυνση, επισημαίνουμε την ανάγκη για περαιτέρω εξειδίκευση των μέτρων πολιτικής, με συγκεκριμενοποίηση του χρονοδιαγράμματος εφαρμογής τους, της στρατηγικής για χρηματοδότηση, αλλά και της διαδικασίας παρακολούθησης και αξιολόγησης των σχεδιαζόμενων πολιτικών.
Κομβικής σημασίας για την επιτυχή υλοποίηση της Εθνικής Στρατηγικής είναι η διασφάλιση της συμμετοχής της τοπικής αυτοδιοίκησης και της τοπικής κοινωνίας, καθώς και ο συντονισμός μεταξύ συναρμόδιων Υπουργείων. Άλλωστε η αντιμετώπιση διαχειριστικών προβλημάτων που άπτονται τόσο της γραφειοκρατίας όσο και της έλλειψης ετοιμότητας και γνώσης από πλευράς της Διοίκησης αποτελεί κλειδί για την ταχύτερη κι αποτελεσματικότερη επίτευξη της ένταξης των πολιτών τρίτων χωρών στην ελληνική κοινωνία.
Τέλος, πιστεύουμε ότι η ανάπτυξη μιας ολοκληρωμένης πολιτικής για την ένταξη προϋποθέτει την ουσιαστική και συστηματική συμβολή της Κοινωνίας των Πολιτών, συμπεριλαμβανομένων προσφυγικών και μεταναστευτικών κοινοτήτων, αλλά και μη-κυβερνητικών οργανώσεων. Οι τελευταίες έχουν αναλάβει σημαντικό κομμάτι της διαχείρισης του προσφυγικού στην Ελλάδα, υλοποιώντας προγράμματα ένταξης, κι έχοντας αποκτήσει σημαντική εμπειρία και διασύνδεση με τον πληθυσμό των μεταναστών και δικαιούχων διεθνούς προστασίας. Για το σκοπό αυτό κρίνουμε ότι είναι απαραίτητο να περιληφθεί στην Εθνική Στρατηγική μηχανισμός διαβούλευσης με την Κοινωνία των Πολιτών τόσο σε στρατηγικό όσο και σε επιχειρησιακό επίπεδο.
Αξιοποιώντας την ευκαιρία της δημόσιας διαβούλευσης, καταθέτουμε σχόλια σε επιμέρους κεφάλαια της Εθνικής Στρατηγικής που σχετίζονται με τη δράση του SolidarityNow. Συγκεκριμένα, έχουμε υποβάλει σχόλια στα μέτρα πολιτικής που αφορούν στην εκπαίδευση, τη στέγαση, την πρόσβαση την αγορά εργασίας, τη νομική συνδρομή και τη συμπερίληψη ευάλωτων ομάδων. Ευελπιστούμε ότι αυτή η ανοιχτή ανταλλαγή απόψεων θα οδηγήσει στη διεξαγωγή ενός τακτικού διαλόγου με το Υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής και άλλους συναρμόδιους φορείς, με στόχο την επίτευξη των εθνικών στόχων για την ένταξη.
Η μεταναστευτική πολιτική της χώρας εδώ και πολλά χρόνια δεν έχει καταφέρει να επιλύσει προβλήματα ίσα- ίσα που δημιουργεί περισσότερα. Φτάνοντας έτσι στο σημείο η ένταξη των μεταναστών στην ελληνική κοινωνία να γίνεται από τους ίδιους τους μετανάστες και την κοινωνία των πολιτών.
Σε αυτό το πλαίσιο καλωσορίζουμε κάθε προσπάθεια για χάραξη Εθνικής Στρατηγικής επί του μεταναστευτικού και προσφυγικού ζητήματος, όπως και στο παρελθόν, αλλά ελπίζουμε αυτή η προσπάθεια να συνοδευτεί με την πλήρη συνεργασία και διαλλακτικότητα μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων φορέων, με την εις βάθος επίγνωση αλλά και την ισχυρή βούληση που απαιτείται για την επίλυση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν μετανάστες και πρόσφυγες στην Ελλάδα.
Αρχικά θεωρούμε πως το σχέδιο αυτό έχει μια θετική χροιά καθώς αναφέρεται σε πολλά από τα αιτήματα των μεταναστευτικών και προσφυγικών κοινοτήτων που έχει θέσει τα τελευταία 10 χρόνια το Ελληνικό Φόρουμ Μεταναστών.
Αναρωτιόμαστε όμως αν αυτό το σχέδιο δεσμεύει τις επόμενες κυβερνήσεις ή αν θα μείνει στα χαρτιά όπως τα προηγούμενα σχέδια Ένταξης του 2008 και του 2013.
1. Η εκπόνηση της Εθνικής Στρατηγικής Ένταξης ήταν ένα ζητούμενο όλων των φορέων (συμπεριλαμβανομένης και της κοινωνίας των πολιτών) καθώς η τελευταία στρατηγική είχε εκπονηθεί το 2013 και εν τω μεταξύ είχαμε και νέα δεδομένα στις προσφυγικές ροές αλλά και αλλαγές στην κυβερνητική πολιτική. Παρόλο που η μελέτη και η σύνθεσή της είναι έτοιμη από το καλοκαίρι του 2018, η Στρατηγική βγαίνει στο Opengov στις 15 Ιανουαρίου του 2019 και μένει στην ανοιχτή διαβούλευση για 30 μέρες. Δεν είναι σαφές γιατί υπήρξε αυτή η καθυστέρηση.Κατά τη διάρκεια της παρουσίασης της Εθνικής Στρατηγικής από το Υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής ειπώθηκε με σαφήνεια αρκετές φορές ότι μέρη της Στρατηγικής ήδη υλοποιούνται. Δεδομένου επίσης ότι δεν υπήρξε κανενός τύπου προηγούμενη διαβούλευση με την κοινωνία των πολιτών, συμπεραίνουμε ότι ο μήνας της διαβούλευσης είναι μάλλον προσχηματικός.
2. Είθισται οι Εθνικές Στρατηγικές:
• να αναγράφουν στον τίτλο τους με σαφήνεια το χρονικό ορίζοντα ισχύς τους που συνήθως είναι από τριετής και πάνω. Στην προκειμένη περίπτωση αναφέρεται απλώς ότι πρόκειται για δράση διαρκείας.
• να συνοδεύονται από Σχέδιο Δράσης ή Υλοποίησης της εν λόγω Στρατηγικής που είναι ετήσιο και πιο συγκεκριμένο, περιλαμβάνει ανά Στρατηγικό Άξονα συγκεκριμένα μέτρα υλοποίησης και περιγράφονται επίσης με σαφήνεια οι φορείς υλοποίησης, οι χρηματοδοτικές πηγές και τρόποι υλοποίησης καθώς και ενδείξεις της προοπτικής ώστε να μπορεί να καθίσταται ευκολότερη η περαιτέρω αξιολόγηση με την πάροδο ή κατά τη διάρκεια του χρόνου ισχύος του Σχεδίου Δράσης. Στην Εθνική Στρατηγική φαίνεται ότι απουσιάζει ο χρονικός ορίζοντας υλοποίησης της κάθε δράσης και επομένως δεν υπάρχει εικόνα για το πότε θα πρέπει να επιτευχθούν αυτές. Επίσης οι δράσεις θα πρέπει να περιγραφούν ακόμα πιο καθαρά και αναλυτικά με ποσοτικά και ποιοτικά κριτήρια (λ.χ. πόσοι διερμηνείς, σε ποια σημεία; σε ποιες γλώσσες;)
• Τα παραρτήματα που προσεγγίζουν το σχέδιο δράσης για την υλοποίηση της εθνικής στρατηγικής, δεν έχουν ξεκάθαρο προϋπολογισμό παρά μόνο ενδεικτική πηγή χρηματοδότησης. Έτσι δεν είναι εύκολο να γνωρίζουμε ούτε πόσα χρήματα χρειάζονται για την κάθε δράση και επομένως δεν μπορούμε να αξιολογούμε με διαφάνεια τα στάδια υλοποίησής της.
Eπί της αρχής: Απ’ όσο μπορέσαμε να καταλάβουμε, ανατρέχοντας σε όλο το κείμενο, η στρατηγική αυτή επιδιώκει να προσδιορίζει ένα πλαίσιο εντός του οποίου θα εγγράφονται συγκεκριμένες δράσεις. Ωστόσο, πού είναι οι συγκεκριμένες δράσεις; Πού είναι οι στόχοι τους, οι συνεργαζόμενοι φορείς, ο προϋπολογισμός, το χρονοδιάγραμμα και οι δείκτες μέτρησης των αποτελεσμάτων τους;
Η Εθνική Στρατηγική για την Ένταξη προβλέπει πάρα πολλές επίκαιρες, αναγκαίες και θετικές αλλαγές στον τομέα της μεταναστευτικής πολιτικής και της ένταξης των μεταναστών και προσφύγων. Αναγνωρίζεται η ανάγκη μιας ευρύτερης συνεργασίας με διάφορους φορείς έτσι ώστε να επιτευχθούν οι στόχοι της. Πολύ θετικές είναι οι προτάσεις νομοθετικών μεταρρυθμίσεων, όπως το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι στις εκλογές της τοπικής Αυτοδιοίκησης σε μετανάστες ή την αναγνώριση της εκπαίδευσης και των τίτλων σπουδών πολιτών τρίτων χωρών που δεν μπορούν να προσκομίσουν αποδεικτικά από την χώρα προέλευσής τους.
Παρόλα αυτά, πιστεύω ότι δύο πολύ σημαντικά ζητήματα δεν συμπεριλαμβάνονται στην Εθνική Στρατηγική για την Ένταξη.
Πρώτον, η Στρατηγική δεν διευκρινίζει τίποτε σχετικά με το θέμα των παράτυπων μεταναστών. Αρκετοί από τους αιτούντες άσυλο θα πάρουν μια αρνητική απόφαση και δεν θα αναγνωριστούν ως πρόσφυγες, ενώ δεν θα υπάρξει και την δυνατότητα επιστροφής στις χώρες προέλευσής τους. Είναι σημαντικό επομένως να διευκρινιστεί ποια είναι η στάση της πολιτείας απέναντι σε αυτήν την ομάδα ανθρώπων και τι μέτρα θα υπάρξουν έτσι ώστε να μην παραβιάζονται τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα των ανθρώπων χωρίς χαρτιά.
Δεύτερον, η Εθνική Στρατηγική για την Ένταξη βασίζεται κατά πολύ στην προχωρημένη συνεργασία με την τοπική Αυτοδιοίκηση, όσο για την εκπόνηση πολιτικών, τόσο και για την υλοποίησή τους. Ωστόσο, πουθενά δεν διευκρινίζεται τι θα γίνεται στις περιπτώσεις που κάποιοι δήμοι δεν θέλουν να συνεργαστούν και δεν σχεδιάζουν και εφαρμόζουν καμία πολιτική για την ένταξη. Για παράδειγμα, υπάρχουν ακόμη δήμοι στην Ελλάδα όπου μένει ένας σημαντικός αριθμός μετανάστες, και όπου δεν λειτουργεί Συμβούλιο Ένταξης Μεταναστών, παρά την προβλεπόμενη από τον νόμο Καλλικράτη υποχρεωτική του σύσταση και τακτική συνεδρίαση (μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μου αν σας ενδιαφέρουν συγκεκριμένα παραδείγματα). Επομένως, πώς θα εγγυηθεί ότι οι μετανάστες και πρόσφυγες ανεξαρτήτως από την πόλη στην οποία μένουν θα έχουν ίσες (ή έστω σχεδόν) ευκαιρίες να ενταχθούν στην Ελληνική κοινωνία;