1. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται εντός οκτώ μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, κατόπιν πρότασης του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, ύστερα από εισήγηση του Αρχηγού Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας και προηγούμενη απλή γνώμη του Αρχηγού Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας, κυρώνεται ο οργανισμός της Σχολής Υπαξιωματικών Αεροπορίας, με τον οποίο καθορίζονται:
α) Θέματα οργάνωσης, διοίκησης και λειτουργίας της Σχολής.
β) Θέματα διδακτικού προσωπικού και προσωπικού υποστήριξης.
γ) Οι ειδικότητες των κατευθύνσεων στις οποίες δύνανται να εκπαιδευτούν οι σπουδαστές που θα φοιτήσουν στη Σχολή, ο τρόπος επιλογής και ένταξής τους σε αυτές, οι ειδικότητες μονίμων υπαξιωματικών της ΠΑ που θα αποκτούν με την έξοδό τους από τη Σχολή με βάση την εκπαίδευση τους στις ειδικότητες κατευθύνσεων, καθώς και η ένταξή τους στις ήδη υφιστάμενες επετηρίδες των προερχομένων από Ανώτερες Στρατιωτικές Σχολές Υπαξιωματικών .
δ) Η διάρκεια και τα αντικείμενα της εκπαίδευσης, τα κριτήρια αξιολόγησης και επιτυχίας των εκπαιδευομένων και κάθε άλλη λεπτομέρεια σχετικά με την παρεχόμενη εκπαίδευση.
ε) Οι προϋποθέσεις και οι διαδικασίες αξιολόγησης από τους σπουδαστές του διδακτικού εκπαιδευτικού έργου που παρέχεται στη Σχολή.
2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Άμυνας και Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται τα επιστημονικά πεδία, από τα οποία θα προέρχονται οι υποψήφιοι για τις κατευθύνσεις της Σχολής Υπαξιωματικών Αεροπορίας.
3. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, η οποία εκδίδεται κατόπιν πρότασης του Αρχηγού Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας εντός τεσσάρων μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, καθορίζεται η ειδικότερη διοικητική υπαγωγή, η οργάνωση και η στελέχωση της ΜΟ.Μ.ΚΑ., η διαδικασία διάθεσης του προσωπικού και των μέσων από τα Γενικά Επιτελεία, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια που αφορά στη λειτουργία της. Η ως άνω απόφαση δεν δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Άμυνας και Οικονομικών, η οποία εκδίδεται εντός τριών μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, ρυθμίζονται τα ειδικότερα θέματα της συνεργασίας της ΥΠ.Α.Α.Π.ΕΔ. με τα Ταμεία, το ύψος του παραβόλου της παραγράφου 2 του άρθρου 12, τα θέματα στελέχωσης, οργάνωσης και λειτουργίας της ΥΠ.Α.Α.Π.ΕΔ., ειδικότερα θέματα της διαδικασίας αξιοποίησης, καθώς και οι μηνιαίες απολαβές και τα οδοιπορικά έξοδα του Διευθυντή της ως άνω Υπηρεσίας .
5. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας που δεν δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται ο αριθμός οργανικών θέσεων που κατανέμεται στους προερχόμενους από την κατηγορία των μονιμοποιηθέντων εθελοντών του ν.δ.445/1974 (Α´ 160) αξιωματικούς των Σωμάτων Τεχνικής Υποστήριξης και Υπηρεσιών Υποστήριξης της ΠΑ, από το σύνολο των νομοθετημένων οργανικών θέσεων των αξιωματικών των Σωμάτων αυτών.
6. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται μετά από πρόταση των Υπουργών Εθνικής Άμυνας και Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, ύστερα από εισήγηση του Συμβουλίου Αρχηγών Γενικών Επιτελείων, καθορίζονται τα απαιτούμενα προσόντα για τη μετάταξη των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων στο Κοινό Σώμα Στρατιωτικών Ιερέων κατ΄ εφαρμογή του άρθρου 20, τα κριτήρια επιλογής, τα δικαιολογητικά και οι προθεσμίες υποβολής τους, η σχετική διαδικασία συμπεριλαμβανομένων και των θεμάτων της εκλογής και της χειροτονίας, τα αρμόδια όργανα που επιλαμβάνονται της διαδικασίας αυτής και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας που δεν δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως συστήνονται οργανικές θέσεις Ανθυπολοχαγού για τους μετατασσόμενους που προέρχονται από την κατηγορία της παραγράφου 2 του ίδιου ως άνω άρθρου, καθώς και την κατηγορία των μόνιμων Ανθυπολοχαγών και αντίστοιχων των άλλων κλάδων που περιγράφονται στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού, κατόπιν ανακατανομής του συνόλου των οργανικών θέσεων του Σώματος, τις οποίες και καταλαμβάνουν αυτοί.
7. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται εντός δώδεκα μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, ύστερα από πρόταση των Υπουργών Εθνικής Άμυνας, Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Οικονομικών, κατόπιν εισήγησης του Συμβουλίου Αρχηγών Γενικών Επιτελείων, καθορίζονται τα θέματα που αφορούν στη συγκρότηση των επιτροπών διερεύνησης αεροπορικών ατυχημάτων και σοβαρών συμβάντων του άρθρου 34, το διοικητικό όργανο που επιλαμβάνεται της συγκρότησης των επιτροπών σε σχέση με το είδος του ατυχήματος ή του σοβαρού συμβάντος, τα προσόντα των μελών τους, καθώς και τον τρόπο λειτουργίας και τις αρμοδιότητες των επιτροπών αυτών. Με το ίδιο προεδρικό διάταγμα καθορίζεται περαιτέρω ο τρόπος διενέργειας της διερεύνησης, συμπεριλαμβανομένου και του τρόπου εξέτασης των μαρτύρων, η φύλαξη του τόπου του ατυχήματος και των συντριμμάτων, το διοικητικό χρηματικό πρόστιμο που επιβάλλεται σε όποιον επιφέρει μεταβολές στον τόπο του ατυχήματος, τα πειστήρια, τα συντρίμματα ή το λοιπό περιεχόμενο του αεροσκάφους/βλήματος/πυραύλου, κατά παράβαση των σχετικών όρων που θα καθοριστούν με το ίδιο προεδρικό διάταγμα καθώς και η διαδικασία για την καταβολή του, το περιεχόμενο του φακέλου διερεύνησης, η τήρησή του, οι όροι και οι προϋποθέσεις για τη δυνητική αναστολή της ποινικής διαδικασίας μέχρι την ολοκλήρωση της διερεύνησης του αεροπορικού ατυχήματος, τα έγγραφα και τα στοιχεία του φακέλου της διερεύνησης τα οποία επιτρέπεται να παρέχονται σε εισαγγελικές, δικαστικές και λοιπές διοικητικές αρχές που διερευνούν το ίδιο ατύχημα ή σοβαρό συμβάν στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, χωρίς να θίγεται ο πυρήνας του στρατιωτικού απορρήτου, οι υποχρεώσεις των μελών της επιτροπής ως προς την τήρηση του απορρήτου και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
8. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως καθορίζονται τα ειδικότερα ζητήματα οργάνωσης και λειτουργίας της επιτροπής των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 41.
(1) Προσχέδιο της ΚΥΑ της παρ. 4 εκτιμάται ότι θα πρέπει να συνοδεύει το παρόν σχέδιο νόμου (άρθρο 3 παρ. 2 β’ ν.4048/2012) λόγω της ιδιαίτερης βαρύτητάς του και της σύντομης τιθέμενης προθεσμίας (3μηνο).
(2) Στην ίδια ΚΥΑ γιατί να προβλέπονται ζητήματα που αφορούν τις απολαβές και τα οδοιπορικά έξοδα μόνο του Διευθυντή της ως άνω Υπηρεσίας;
Ο Α/ΓΕΑ δεν δύναται να έχει απλή γνώμη, αλλά γνωμοδότηση αναφορικά με τον Οργανισμό Λειτουργίας της υπόψη Σχολής (Σ.Μ.Υ.Π.Α) της Π.Α., Ως εκ τούτου η παράγραφος 1 του άρθρου 46 θα πρέπει να επαναδιατυπωθεί ως εξής:
«1. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται εντός οκτώ μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, κατόπιν πρότασης του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, ύστερα από εισήγηση του Αρχηγού Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας και προηγούμενη γνωμοδότηση του Αρχηγού Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας, κυρώνεται ο οργανισμός της Σχολής Μονίμων Υπαξιωματικών Πολεμικής Αεροπορίας, με τον οποίο καθορίζονται:
α) Θέματα οργάνωσης, διοίκησης και λειτουργίας της Σχολής.
β) Θέματα διδακτικού προσωπικού και προσωπικού υποστήριξης.
γ) Οι ειδικότητες των κατευθύνσεων οι οποίες δύνανται να λειτουργούν στη Σχολή. Οι ειδικότητες μονίμων υπαξιωματικών της ΠΑ που θα αποκτούν με την έξοδό τους από τη Σχολή με βάση την εκπαίδευση τους στις ειδικότητες κατευθύνσεων, καθώς και η ένταξή τους στις ήδη υφιστάμενες επετηρίδες των προερχομένων από Ανώτερες Στρατιωτικές Σχολές Υπαξιωματικών .
δ) Η διάρκεια και τα αντικείμενα της εκπαίδευσης, τα κριτήρια αξιολόγησης και επιτυχίας των εκπαιδευομένων και κάθε άλλη λεπτομέρεια σχετικά με την παρεχόμενη εκπαίδευση.
ε) Οι προϋποθέσεις και οι διαδικασίες αξιολόγησης από τους σπουδαστές του διδακτικού εκπαιδευτικού έργου που παρέχεται στη Σχολή.
Στο ήδη προταθέν ως προστιθέμενο άρθρο 46 με τίτλο «Θέματα Δικαστικού Σώματος και Δικαστικών Λειτουργών των Ενόπλων Δυνάμεων (Ν. 2304/1995)»- με αναρίθμηση των ακολουθούντων άρθρων- προστίθενται παρ. 7 και 8 ως εξής:
7. Το άρθρο 66 του Ν.2304/1995 τροποποιείται ως εξής:
«1. Οι διατάξεις του δευτέρου μέρους του παρόντος καθορίζουν την
πειθαρχική ευθύνη των δικαστικών λειτουργών του δικαστικού σώματος
ενόπλων δυνάμεων, για όλες τις πειθαρχικές τους παραβάσεις.
2. Οι παραπάνω δικαστικοί λειτουργοί διέπονται από τις διατάξεις του
μέρους αυτού και όταν λόγω της ιδιότητάς τους μετέχουν σε ειδικά
δικαστήρια, συμβούλια και επιτροπές.»
8. Η παρ. 1 του άρθρου 71 του Ν.2304/1995 τροποποιείται ως εξής:
«1. Πειθαρχικό παράπτωμα συνιστά κάθε υπαίτια και καταλογιστή πράξη ή
συμπεριφορά, εν γένει του δικαστικού λειτουργού εντός η εκτός
υπηρεσίας, εφόσον αντίκειται προς τις υποχρεώσεις του από το Σύνταγμα
και τις κείμενες διατάξεις ή είναι ασυμβίβαστη προς το αξίωμά του ως
δικαστικού λειτουργού και θίγει το κύρος της δικαιοσύνης ή του ίδιου.»
Μετά το άρθρο 45 προστίθεται το άρθρο 46 με τίτλο «Θέματα Δικαστικού Σώματος και Δικαστικών Λειτουργών των Ενόπλων Δυνάμεων (Ν. 2304/1995)και τα λοιπά άρθρα αναριθμούνται αντίστοιχα ως άρθρο 47-Εξουσιοδοτήσεις, άρθρο 48-Μεταβατικές διατάξεις, άρθρο 49-Καταργούμενες διατάξεις και άρθρο 50-Έναρξη ισχύος-ως εξής:
1.Η παρ. 3 του άρθρου 10 του Ν.2304/1995 τροποποιείται ως εξής: Ο αποδεχόμενος το διορισμό του δίνει τον όρκο του δικαστικού λειτουργού όπως αυτός καθορίζεται στο άρθρο 34 του Ν. 1756/1988, σε δημόσια συνεδρίαση στρατιωτικού δικαστηρίου.
2. Το άρθρο 11 του Ν.2304/1995 καταργείται.
3. Η παρ. 2 του άρθρου 27 του Ν. 2304/1995 τροποποιείται ως εξής: Επιτρέπεται η εκλογή τους ως μελών της Ακαδημίας ή ως καθηγητών ανώτατων σχολών οποιασδήποτε βαθμίδας,καθώς και η συμμετοχή τους σε συμβούλια, ή επιτροπές ή ομάδες εργασίας πειθαρχικού, ελεγκτικού ή δικαιοδοτικού χαρακτήρα, ή σε νομοπαρασκευαστικές επιτροπές, εφόσον οι εν λόγω συμμετοχές προβλέπονται από διάταξη νόμου.Στις περιπτώσεις αυτές ο βαθμός του συμμετέχοντος δικαστή δεν μπορεί να είναι μικρότερος του Στρατιωτικού Δικαστή Α΄ενώ για τη συμμετοχή αυτή αποφασίζει ο Υπουργός Εθνικής `Αμυνας μετά από πρόταση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου. Όταν η συμμετοχή του δικαστικού λειτουργού αφορά τη συγκρότηση και τη λειτουργία συμβουλίου, ή επιτροπής ή ομάδας εργασίας, η θέση αυτού πάντοτε θα είναι του προέδρου και όχι μέλους αυτών. Ουδέποτε επιτρέπεται η ανάθεση διοικητικών καθηκόντων σε δικαστικούς λειτουργούς των Ενόπλων Δυνάμεων.
4. Οι παρ. 3 και 4 του άρθρου 27 του Ν. 2304/1995 καταργούνται, ενώ η παρ. 5 αναριθμείται ως παρ. 3.
5. Η παρ. 3 του άρθρου 42 του Ν.2304/1995 τροποποιείται ως εξής:
Η επιλογή του Προέδρου, του Εισαγγελέα και των Αντιπροέδρων του
Αναθεωρητικού Δικαστηρίου γίνεται με απόφαση του ΚΥ.Σ.Ε.Α. το οποίο, ύστερα
από εισήγηση του Υπουργού Εθνικής Αμυνας, επιλέγει για την κάλυψη των θέσεων αυτών μεταξύ όλων των υπηρετούντων αναθεωρητών Β` και Γ`. Εκ των αναθεωρητών Γ΄ μετέχουν της επιλογής όσοι έχουν συμπληρώσει τουλάχιστον δύο (2) χρόνια στο βαθμό του αναθεωρητή Γ΄έως την ημέρα που συγκαλείται το ΚΥ.Σ.Ε.Α. Όσοι επιλέγονται για τη θέση του Προέδρου ή του Εισαγγελέα προάγονται σε αναθεωρητές Α` και οι αναθεωρητές που επιλέγονται σε θέση αντιπροέδρου προάγονται σε αναθεωρητές Β` με προεδρικό διάταγμα.»
6. Το άρθρο 63 του Ν. 2304/1995 τροποποιείται ως εξής:
«1. Οι δικαστικοί λειτουργοί μέχρι και το βαθμό του Στρατιωτικού Δικαστή Α`
αποχωρούν υποχρεωτικά από την υπηρεσία μόλις συμπληρώσουν το 63ό έτος της
ηλικίας τους. Οι Αναθεωρητές αποχωρούν μόλις συμπληρώσουν το 65ο έτος της
ηλικίας τους. Κατ` εξαίρεση ο Πρόεδρος και ο Εισαγγελέας του Αναθεωρητικού
Δικαστηρίου αποχωρούν ως ευδοκίμως τερματίσαντες πριν από τη συμπλήρωση του παραπάνω ορίου ηλικίας, εφόσον συμπληρώνουν δύο (2) έτη στις θέσεις αυτές. Οι δικαστικοί λειτουργοί του δικαστικού σώματος Ενόπλων Δυνάμεων οι οποίοι φέρουν τους βαθμούς του Αναθεωρητή Β` και Γ, αποχωρούν από την υπηρεσία, ως ευδοκίμως τερματίσαντες τη σταδιοδρομία τους, ανεξάρτητα από το όριο ηλικίας προαγόμενοι στον επόμενο βαθμό, αφού κριθούν προακτέοι με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου, εφόσον συμπληρώνουν δέκα (10) χρόνια στον ένα ή συνολικά και στους δύο αυτούς βαθμούς, από την προαγωγή τους στο βαθμό του Αναθεωρητή Γ. Η προηγούμενη διάταξη ισχύει και για όλους τους δικαστικούς λειτουργούς που αποχωρούν από την υπηρεσία λόγω συμπλήρωσης του προβλεπομένου ορίου ηλικίας του βαθμού τους. Για την εφαρμογή των παραπάνω διατάξεων θεωρείται ως ημέρα συμπληρώσεως του ορίου ηλικίας ή της δεκαετίας ή του χρόνου παραμονής στο βαθμό του Αναθεωρητή Α`, η 30ή Ιουνίου του έτους αποχωρήσεως, κατά την οποία λύεται αυτοδικαίως η υπηρεσιακή σχέση.»
2. Η ηλικία των αποχωρούντων δικαστικών λειτουργών αποδεικνύεται κατά
το άρθρο 14. Αν από τα στοιχεία που αναφέρονται σε αυτό το άρθρο δεν
προκύπτει η ημέρα γεννήσεως, τότε αυτή αποδεικνύεται από το Μητρώο του
δικαστικού λειτουργού, που καταρτίστηκε κατά τις διατάξεις τις
ισχύουσες κατά το χρόνο του αρχικού του διορισμού ή από άλλη σχετική
δήλωση που υποβλήθηκε κατά νόμο από αυτόν. `Αλλως, ως ημέρα γεννήσεως
λογίζεται η 30ή Ιουνίου του έτους γεννήσεως.
3. Το προεδρικό διάταγμα που βεβαιώνει την αποχώρηση από την υπηρεσία
πρέπει να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να ανακοινωθεί
στον αποχωρούντα δικαστικό λειτουργό μέχρι την 20ή Ιουλίου του έτους
αποχωρήσεως.»