1. Οι συμβάσεις και οι συμφωνίες-πλαίσιο μπορούν να τροποποιούνται χωρίς νέα διαδικασία σύναψης σύμβασης κατά τα άρθρα 46 και 52, σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
α. όταν οι τροποποιήσεις, ανεξαρτήτως της χρηματικής αξίας τους, προβλέπονται σε σαφείς, ακριβείς και ρητές ρήτρες αναθεώρησης στα αρχικά έγγραφα της σύμβασης στις οποίες μπορεί να περιλαμβάνονται και ρήτρες αναπροσαρμογής τιμών ή προαιρέσεις. Οι ρήτρες αυτές αναφέρουν το αντικείμενο και τη φύση των ενδεχόμενων τροποποιήσεων ή προαιρέσεων, καθώς και τους όρους υπό τους οποίους μπορούν να ενεργοποιηθούν. Δεν προβλέπουν τροποποιήσεις ή προαιρέσεις που ενδέχεται να μεταβάλουν τη συνολική φύση της σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαίσιο.
β. για συμπληρωματικές προμήθειες ή υπηρεσίες από τον αρχικό ανάδοχο, οι οποίες κατέστησαν αναγκαίες και δεν περιλαμβάνονταν στην αρχική σύμβαση, εφόσον η αλλαγή αναδόχου:
αα. δεν μπορεί να γίνει για οικονομικούς ή τεχνικούς λόγους, π.χ. απαιτήσεις εναλλαξιμότητας ή διαλειτουργικότητας με τον υφιστάμενο εξοπλισμό, υπηρεσίες ή εγκαταστάσεις που παρασχέθηκαν με τη διαδικασία σύναψης της αρχικής σύμβασης, και
ββ. θα συνεπαγόταν σημαντικά προβλήματα ή ουσιαστική επικάλυψη δαπανών για την αναθέτουσα αρχή.
Ωστόσο, οποιαδήποτε αύξηση της τιμής δεν μπορεί να υπερβαίνει το τριάντα τοις εκατό (30%) της αξίας της αρχικής σύμβασης. Σε περίπτωση διαδοχικών τροποποιήσεων, η σωρευτική αξία των τροποποιήσεων αυτών δεν μπορεί να υπερβαίνει το τριάντα τοις εκατό (30%) της αξίας της αρχικής σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαίσιο.
Οι επακόλουθες τροποποιήσεις δεν πρέπει να αποσκοπούν στην αποφυγή εφαρμογής του παρόντος νόμου.
γ. όταν πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
αα. η ανάγκη τροποποίησης προέκυψε λόγω περιστάσεων που δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν από μια επιμελή αναθέτουσα αρχή,
ββ. η τροποποίηση δεν μεταβάλλει τη συνολική φύση της σύμβασης,
γγ. οποιαδήποτε αύξηση της τιμής δεν υπερβαίνει το τριάντα τοις εκατό (30%) της αξίας της αρχικής σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαίσιο.
Οι επακόλουθες τροποποιήσεις δεν πρέπει να αποσκοπούν στην αποφυγή εφαρμογής του παρόντος νόμου,
δ. όταν ένας νέος ανάδοχος υποκαθιστά εκείνον στον οποίο ανατέθηκε αρχικά η σύμβαση από την αναθέτουσα αρχή, συνεπεία:
αα. ρητής ρήτρας αναθεώρησης ή προαίρεσης, σύμφωνης με την περίπτ. α΄,
ββ. ολικής ή μερικής διαδοχής του αρχικού αναδόχου, λόγω εταιρικής αναδιάρθρωσης, περιλαμβανομένων της εξαγοράς, της απορρόφησης, της συγχώνευσης ή καταστάσεων αφερεγγυότητας ιδίως στο πλαίσιο προπτωχευτικών ή πτωχευτικών διαδικασιών, από άλλον οικονομικό φορέα, ο οποίος πληροί τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής που καθορίστηκαν αρχικά, υπό τον όρο ότι η διαδοχή δεν συνεπάγεται άλλες ουσιώδεις τροποποιήσεις της σύμβασης και δεν γίνεται με σκοπό την αποφυγή της εφαρμογής του παρόντος νόμου ή
γγ. περίπτωσης που η αναθέτουσα αρχή αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις του κύριου αναδόχου έναντι των υπεργολάβων του και εφόσον η δυνατότητα αυτή προβλέπεται στα αρχικά έγγραφα της σύμβασης.
ε. όταν οι τροποποιήσεις, ανεξαρτήτως της αξίας τους, δεν είναι ουσιώδεις κατά την έννοια της παρ. 4.
Οι αναθέτουσες αρχές που τροποποιούν μία σύμβαση στις περιπτώσεις των περίπτ. β΄ και γ΄ δημοσιεύουν σχετική γνωστοποίηση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ένωσης, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 58.
2. Χωρίς να απαιτείται επαλήθευση αν τηρούνται οι προϋποθέσεις των περιπτ. α΄ έως δ΄ της παρ. 4, οι συμβάσεις μπορεί να τροποποιούνται χωρίς νέα διαδικασία σύναψης σύμβασης στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α. εφόσον η αξία της τροποποίησης είναι κατώτερη και των δύο ακόλουθων τιμών:
αα. των ορίων του άρθρου 45, και
ββ. του δέκα τοις εκατό (10%) της αξίας της αρχικής σύμβασης.
Η τροποποίηση δεν μπορεί να μεταβάλει τη συνολική φύση της σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαίσιο. Σε περίπτωση διαδοχικών τροποποιήσεων, η αξία τους υπολογίζεται βάσει της καθαρής σωρευτικής αξίας των διαδοχικών τροποποιήσεων.
β. μεταβολής των συμβατικών προθεσμιών, κατά το άρθρο 106, χρόνου παράδοσης ή αντικατάστασης των υπό προμήθεια υλικών για τις συμβάσεις προμηθειών, συνολικής διάρκειας ή αντικατάστασης των υπηρεσιών ή/και παραδοτέων που κρίθηκαν ακατάλληλες για τις συμβάσεις υπηρεσιών.
γ. απαλλαγής αναδόχου λόγω ειδικών συνθηκών, με επιβολή ή όχι προστίμου σε αυτόν:
αα. από την παράδοση υπολοίπου, στην περίπτωση σύμβασης προμήθειας διαιρετού υλικού, κατά το μέρος που κρίνεται ασήμαντο από τον αρμόδιο επιχειρησιακό φορέα (χρήστη) του κλάδου των ΕΔ ή
ββ. από την παροχή υπολοίπου αντικειμένου υπηρεσιών, σε περίπτωση διαιρετής υπηρεσίας, κατά το μέρος που κρίνεται ως ασήμαντο από τον αρμόδιο επιχειρησιακό φορέα (χρήστη) του κλάδου των ΕΔ ή
γγ. από την παράδοση υλικών ή/και την παροχή υπηρεσιών που η αξία τους δεν υπερβαίνει το δέκα τοις εκατό (10%) της συνολικής συμβατικής αξίας και κρίνονται ως μη απαραίτητα από τον αρμόδιο επιχειρησιακό φορέα (χρήστη) του κλάδου των ΕΔ.
3. Για τον υπολογισμό της τιμής που προβλέπεται στην περίπτ. α΄ της παρ. 2 και στις περιπτ. β΄ και γ΄ της παρ. 1, όταν η σύμβαση περιλαμβάνει ρήτρα τιμαριθμικής αναπροσαρμογής, η αναπροσαρμοσμένη τιμή είναι η τιμή αναφοράς.
4. Η τροποποίηση σύμβασης ή συμφωνίας-πλαίσιο κατά τη διάρκειά της θεωρείται ουσιώδης κατά την έννοια της περίπτ. ε΄ της παρ. 1, εφόσον καθιστά τη σύμβαση ή τη συμφωνία-πλαίσιο ουσιωδώς διαφορετική, ως προς τον χαρακτήρα, από την αρχικώς συναφθείσα. Σε κάθε περίπτωση, με την επιφύλαξη των παρ. 1 και 2, μία τροποποίηση θεωρείται ουσιώδης ιδίως όταν πληροί μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α. η τροποποίηση εισάγει όρους οι οποίοι, εάν είχαν αποτελέσει μέρος της αρχικής διαδικασίας σύναψης σύμβασης, θα είχαν επιτρέψει τη συμμετοχή διαφορετικών υποψηφίων από αυτούς που επιλέχθηκαν αρχικώς ή στην αποδοχή άλλης προσφοράς από εκείνη που επελέγη αρχικώς ή θα προσέλκυαν και άλλους συμμετέχοντες στη διαδικασία σύναψης σύμβασης,
β. η τροποποίηση αλλάζει την οικονομική ισορροπία της σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαίσιο υπέρ του αναδόχου, κατά τρόπο που δεν προβλεπόταν στην αρχική σύμβαση ή συμφωνία-πλαίσιο,
γ. η τροποποίηση επεκτείνει σημαντικά το αντικείμενο της σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαίσιο,
δ. όταν νέος ανάδοχος υποκαθιστά εκείνον στον οποίο είχε ανατεθεί αρχικώς η σύμβαση σε περιπτώσεις διαφορετικές από τις προβλεπόμενες στην περίπτ. δ΄ της παρ. 1.
ε. η τροποποίηση δεν περιλαμβάνεται στις περιπτ. β΄ και γ΄ της παρ. 2.
στ. η τροποποίηση προκαλεί βλάβη στα συμφέροντα του Δημοσίου.
ζ. η τροποποίηση αφορά στην περίπτωση εφαρμογής των παρ. 10 και 11 του άρθρου 124.
5. Η τροποποίηση της σύμβασης ή συμφωνίας-πλαίσιο γίνεται σε κάθε περίπτωση, ύστερα από γνωμοδότηση της αρμόδιας ΚΓΕΠ-ΠΓΕΠ και απόφαση του ΕΟΕ.
6. Η τροποποίηση ουσιωδών όρων της σύμβασης ή συμφωνίας-πλαίσιο πραγματοποιείται ύστερα από γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, το οποίο εξετάζει τη νομιμότητα της τροποποίησης και την αιτιολογία που τη συνοδεύει.