1. Οι διαφορές που αναφύονται σχετικά με τη διαδικασία σύναψης δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών, υπηρεσιών στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας διέπονται από τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου.
2. Κάθε ενδιαφερόμενος, ο οποίος έχει ή είχε συμφέρον να του ανατεθεί συγκεκριμένη σύμβαση του παρόντος νόμου και έχει υποστεί ή ενδέχεται να υποστεί ζημία από παράβαση των κανόνων του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή των διατάξεων του παρόντος, δικαιούται να ζητήσει, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στα επόμενα άρθρα, προσωρινή δικαστική προστασία, ακύρωση της παράνομης πράξης της αναθέτουσας αρχής ή της υπογραφείσας σύμβασης και επιδίκαση αποζημίωσης.
3. Αρμόδιο δικαστήριο για τις διαφορές που αναφύονται στο πλαίσιο συμβάσεων του Α΄ Κεφαλαίου του πέμπτου μέρους είναι το Συμβούλιο της Επικρατείας. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου, για την εκδίκαση των διαφορών αυτών εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8).
4. Αρμόδιο δικαστήριο για τις διαφορές που αναφύονται στο πλαίσιο συμβάσεων του Β΄ Κεφαλαίου του πέμπτου μέρους είναι το Διοικητικό Εφετείο της έδρας της αναθέτουσας αρχής, με τριμελή σύνθεση, το οποίο αποφαίνεται αμετάκλητα. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου, για την εκδίκαση των διαφορών αυτών εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του π.δ. 18/1989. Αιτήσεις προσωρινής προστασίας εκδικάζονται από τον Πρόεδρο Εφετών του οικείου Διοικητικού Εφετείου ή από τον Εφέτη που αυτός ορίζει. Σε περίπτωση ιδιαίτερης σπουδαιότητας της υπόθεσης, ο ανωτέρω Πρόεδρος ή Εφέτης μπορεί να εισάγει την αίτηση σε τριμελές συμβούλιο του δικαστηρίου, στο οποίο προεδρεύει ο Πρόεδρος Εφετών και μετέχει ο Εφέτης ως εισηγητής.
5. Οι αγωγές αποζημίωσης του άρθρου 97 εκδικάζονται από τα δικαστήρια που είναι αρμόδια κατά τις γενικές διατάξεις.