1. Η αναθέτουσα αρχή μπορεί να συνάπτει με οικονομικούς φορείς συμφωνίες-πλαίσιο για την κάλυψη αναγκών συγκεκριμένης χρονικής περιόδου. Οι συμφωνίες-πλαίσιο μπορούν να έχουν ως αντικείμενο την προμήθεια υλικών, την παροχή υπηρεσιών και την εκτέλεση έργων κάθε είδους. Οι συμφωνίες-πλαίσιο διακρίνονται σε αυτές που συνάπτονται με έναν οικονομικό φορέα και σε αυτές που συνάπτονται με περισσότερους οικονομικούς φορείς.
2. Για τους σκοπούς σύναψης μιας συμφωνίας-πλαίσιο, η αναθέτουσα αρχή ακολουθεί τους διαδικαστικούς κανόνες του παρόντος νόμου σε όλα τα στάδια έως την ανάθεση των συμβάσεων που βασίζονται στην εν λόγω συμφωνία-πλαίσιο. Η επιλογή των συμβαλλομένων στη συμφωνία-πλαίσιο γίνεται με εφαρμογή των κριτηρίων ανάθεσης του άρθρου 83.
3. Οι συμβάσεις που βασίζονται σε συμφωνία-πλαίσιο συνάπτονται με τις διαδικασίες του άρθρου 30. Οι διαδικασίες αυτές εφαρμόζονται μόνο μεταξύ της αναθέτουσας αρχής και του/των οικονομικού/ών φορέα/ων που ήταν εξαρχής συμβαλλόμενο/α μέρος/η στη συμφωνία-πλαίσιο.
4. Κατά τη σύναψη συμβάσεων που βασίζονται σε συμφωνία-πλαίσιο τα μέρη δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να επιφέρουν ουσιαστικές τροποποιήσεις στους όρους της συμφωνίας-πλαίσιο, ιδίως στην περίπτωση συμφωνίας-πλαίσιο με έναν οικονομικό φορέα.
5. Η διάρκεια μιας συμφωνίας-πλαίσιο δεν μπορεί να υπερβαίνει τα επτά (7) έτη, πλην εξαιρετικών περιπτώσεων που καθορίζονται λαμβάνοντας υπόψη την αναμενόμενη διάρκεια ζωής προϊόντων, εγκαταστάσεων ή συστημάτων, καθώς και τις τεχνικές δυσκολίες που μπορεί να προκαλέσει η αλλαγή αναδόχου. Σε τέτοιες εξαιρετικές περιστάσεις η αναθέτουσα αρχή αιτιολογεί δεόντως την επιλογή της στην ανακοίνωση ανάθεσης της συμφωνίας-πλαίσιο, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 58.
6. Η αναθέτουσα αρχή δεν μπορεί να προσφεύγει στις συμφωνίες-πλαίσιο καταχρηστικά ή κατά τρόπο που να εμποδίζει, περιορίζει ή νοθεύει τον ανταγωνισμό.