1. Η παράγραφος 3 του άρθρου 14 του Κώδικα Δικαστικού Σώματος Ενόπλων Δυνάμεων (ν. 2304/1995, Α΄83), αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Αλλογενείς δεν μπορούν να διοριστούν δικαστικοί λειτουργοί προτού παρέλθουν πέντε έτη από την απόκτηση της ελληνικής ιθαγένειας.».
2. Στο άρθρο 20 του Κώδικα Δικαστικού Σώματος Ενόπλων Δυνάμεων (ΚΔΣΕΔ):
α. Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Επιτρέπεται ο αναδιορισμός στο δικαστικό σώμα ενόπλων δυνάμεων του δικαστικού λειτουργού που παραιτήθηκε ή απολύθηκε από αυτό λόγω σωματικής ανικανότητας, μέχρι και το βαθμό του στρατιωτικού δικαστή Β΄ σε κενή θέση, ομοιόβαθμη εκείνης από την οποία έχει αποχωρήσει, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α. Έχει ζητήσει τον αναδιορισμό του μέσα σε τρία χρόνια από την έξοδό του από την υπηρεσία.
β. Έχει όλα τα προσόντα που απαιτούνται για το διορισμό δικαστικού λειτουργού, πλην της ηλικίας.
γ. Δεν υφίσταται κώλυμα διορισμού.
δ. Έχει τριετή τουλάχιστον προϋπηρεσία, εφόσον δεν παραιτήθηκε ή απολύθηκε για λόγους υγείας.».
β. Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Για τον αναδιορισμό αποφαίνεται το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο. Ο αναδιοριζόμενος τίθεται κατά σειρά αρχαιότητας τελευταίος μεταξύ των ομοιοβάθμων του στρατιωτικών δικαστών, που υπηρετούν στο σώμα κατά την ημερομηνία υπογραφής του προεδρικού διατάγματος αναδιορισμού του.».
3. Η παρ. 2 του άρθρου 23 του ΚΔΣΕΔ αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Επιτρέπεται απομάκρυνση του δικαστικού λειτουργού από την έδρα του κατά τις ημέρες αργίας, μετά από προφορική συναίνεση του προϊσταμένου του δικαστηρίου ή της εισαγγελίας, όπου υπηρετεί.».
4. Το άρθρο 27 του ΚΔΣΕΔ αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 27
Ασυμβίβαστα
1. Απαγορεύεται στους δικαστικούς λειτουργούς να παρέχουν οποιαδήποτε άλλη έμμισθη υπηρεσία, να ασκούν άλλα επαγγέλματα ή να συμμετέχουν σε διοικητικά συμβούλια επιχειρήσεων και εμπορικών εταιριών.
2. Κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται στους δικαστικούς λειτουργούς να εκλέγονται μέλη της Ακαδημίας Αθηνών ή του διδακτικού προσωπικού Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, καθώς και να μετέχουν σε συμβούλια ή επιτροπές που ασκούν αρμοδιότητες πειθαρχικού, ελεγκτικού ή δικαιοδοτικού χαρακτήρα και σε νομοπαρασκευαστικές επιτροπές. Στην περίπτωση αυτή αποφασίζει για τη συμμετοχή ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας μετά από πρόταση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου.
3. Απαγορεύεται η συμμετοχή δικαστικών λειτουργών στην Κυβέρνηση.».
5. Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 28 του ΚΔΣΕΔ αντικαθίσταται ως εξής:
«α. Σε δικαστήριο στην έδρα του οποίου ήταν διορισμένος ως δικηγόρος, πριν περάσουν δύο χρόνια από το διορισμό του ως δικαστικού λειτουργού.».
6. Η παράγραφος 2 του άρθρου 28 του ΚΔΣΕΔ αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Τα κωλύματα της παραγράφου 1 δεν ισχύουν για τα δικαστήρια της Αθήνας, του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης.».
7. Το άρθρο 29 του ΚΔΣΕΔ αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 29
Εκπαιδευτική άδεια
Επιτρέπεται η χορήγηση εκπαιδευτικής άδειας απουσίας στην αλλοδαπή στους δικαστικούς λειτουργούς, εφόσον γνωρίζουν καλώς τη γλώσσα της χώρας στην οποία πρόκειται να μεταβούν, για απόκτηση μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών, καθώς και η συμμετοχή τους σε διεθνή συνέδρια ή επιστημονικές συναντήσεις με αντικείμενο θέματα ποινικού, δημοσίου ή διεθνούς δικαίου.».
8. Στο άρθρο 31 του ΚΔΣΕΔ προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:
«4. Η συμμετοχή των δικαστικών λειτουργών σε διεθνή συνέδρια ή επιστημονικές συναντήσεις με αντικείμενο θέματα ποινικού, δημοσίου ή διεθνούς δικαίου γίνεται κατόπιν εισήγησης της Διεύθυνσης Στρατιωτικής Δικαιοσύνης του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας και έγκρισης του Υπουργού Εθνικής Άμυνας.».
9. Το άρθρο 32 του ΚΔΣΕΔ αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 32
Υποχρεώσεις εκπαιδευομένων
Αυτός που πήρε εκπαιδευτική άδεια οφείλει να αναφέρει, με δήλωση του στη Διεύθυνση Στρατιωτικής Δικαιοσύνης του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας την ημερομηνία αναχώρησης και εγκατάστασής του στην αλλοδαπή, την έναρξη της εκπαίδευσής του, καθώς και τον τόπο και τη διεύθυνση της διαμονής του. Οφείλει επίσης, στο τέλος κάθε εξαμήνου, να υποβάλλει στη Διεύθυνση Στρατιωτικής Δικαιοσύνης του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας και στον Πρόεδρο του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου λεπτομερή έκθεση για τη συντελεσθείσα εργασία και για την πορεία της εκπαίδευσής του, με τα αποδεικτικά των σπουδών του. Μετά την λήξη της εκπαίδευσης, οφείλει να υποβάλει στη Διεύθυνση Στρατιωτικής Δικαιοσύνης του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας τίτλους ή αποδεικτικά σπουδών από τα οποία προκύπτει η ευδόκιμη ολοκλήρωση αυτών. Παράβαση των ανωτέρω υποχρεώσεων είναι δυνατό να επιφέρει την άσκηση πειθαρχικού ελέγχου και την ανάκληση του υπολοίπου της εκπαιδευτικής άδειας.».
10. Η παράγραφος 1 του άρθρου 33 του ΚΔΣΕΔ αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Στους δικαστικούς λειτουργούς που αποστέλλονται με εκπαιδευτική άδεια στο εξωτερικό παρέχονται οι αποδοχές του προσωπικού του Στρατού Ξηράς που τοποθετείται για εκτέλεση υπηρεσίας στο εξωτερικό, κατά την βαθμολογική αντιστοιχία που προκύπτει από τα οριζόμενα στο άρθρο 142, καθώς και τα έξοδα μετάβασης και επιστροφής (οδοιπορικά).».
11. Η παράγραφος 2 του άρθρου 37 του ΚΔΣΕΔ αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Ο Πρόεδρος και ο Εισαγγελέας του στρατιωτικού δικαστηρίου παρακολουθούν με ιδιαίτερη προσοχή τους παρέδρους που υπηρετούν υπό την εποπτεία τους σε ό,τι αφορά την επιμέλεια, εργατικότητα και την εκδηλούμενη έφεση προσαρμογής τους στις απαιτήσεις του δικαστικού λειτουργήματος, τους καθοδηγούν στην τεχνική της εργασίας και τους βοηθούν στην ορθή εκπλήρωση των καθηκόντων τους. Για κάθε έτος υπηρεσίας του παρέδρου ο Πρόεδρος και ο Εισαγγελέας για τους παρέδρους που υπηρετούν στο στρατιωτικό δικαστήριο ή την εισαγγελία αυτού αντίστοιχα, συντάσσουν ειδική έκθεση, στην οποία γίνεται αξιολόγηση της απόδοσης του παρέδρου και ειδική αναφορά στο ήθος, την επιστημονική κατάρτιση, την κρίση, την αντίληψη και τη συμπεριφορά του. Στο τέλος της εκθέσεως διατυπώνεται και κρίση για την καταλληλότητα του παρέδρου να διορισθεί σε θέση Στρατιωτικού Δικαστή Δ`. Ο Πρόεδρος ή ο Εισαγγελέας, που μετακινείται πριν συμπληρωθεί έτος από την τοποθέτηση του παρέδρου στο δικαστήριο ή την εισαγγελία αντίστοιχα, συντάσσει υποχρεωτικά έκθεση πριν από τη μετακίνησή του αν είχε την εποπτεία του παρέδρου για χρονικό διάστημα τουλάχιστον τριών μηνών.».
12. Στο άρθρο 38 του ΚΔΣΕΔ:
α. Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Οι πάρεδροι είναι υποχρεωμένοι να παρακολουθούν κατά τη διάρκεια της δοκιμαστικής τους υπηρεσίας μαθήματα επιμόρφωσης σχετικά με τη νομολογία των στρατιωτικών δικαστηρίων, μία φορά τουλάχιστον ανά δεκαπενθήμερο. Την εποπτεία των μαθημάτων αυτών έχει ένας στρατιωτικός δικαστής Α΄ ή Β΄, που ορίζεται από τον πρόεδρο του δικαστηρίου. Οι λεπτομέρειες παρακολούθησης των μαθημάτων καθορίζονται από τον πρόεδρο του δικαστηρίου.»
β. Προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:
«3. Οι πάρεδροι συμμετέχουν σε εκπαίδευση έξι (6) μηνών επί θεμάτων που αφορούν τη στρατιωτική νομοθεσία, την οργάνωση και λειτουργία των στρατιωτικών Μονάδων και υπηρεσιών και των τριών Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων, καθώς και επί στρατιωτικών θεμάτων γενικά, οι λεπτομέρειες της οποίας ρυθμίζονται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας μετά από εισήγηση της Διεύθυνσης Στρατιωτικής Δικαιοσύνης.».
13. Η παράγραφος 1 του άρθρου 40 του ΚΔΣΕΔ αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Για κάθε δικαστικό λειτουργό τηρείται στη Διεύθυνση Στρατιωτικής Δικαιοσύνης του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας ατομικός φάκελος, στον οποίο περιλαμβάνονται όλα τα αναφερόμενα στο διορισμό του και στην προσωπική του κατάσταση στοιχεία και έγγραφα, οι εκθέσεις των επιθεωρητών, οι πειθαρχικές και ποινικές του διώξεις καθώς και οι αποφάσεις που εκδόθηκαν σχετικά με αυτές.».
14. Οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 42 του ΚΔΣΕΔ αντικαθίστανται ως εξής:
«2. Οι προαγωγές των δικαστικών λειτουργών μέχρι τον βαθμό του Αναθεωρητή Γ΄, ενεργούνται με προεδρικά διατάγματα, μετά από πρόταση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας και ύστερα από απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου του Σώματος. Η απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου προκαλείται με ερώτημα του Υπουργού, μέσα σε ένα μήνα από την κένωση ή την κατανομή νέων θέσεων, η δε προαγωγή του δικαστικού λειτουργού ανατρέχει στην ημερομηνία κένωσης της θέσης ή της κατανομής.
3. Η επιλογή του Προέδρου, του Εισαγγελέα και των Αντιπροέδρων του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου γίνεται με απόφαση του ΚΥΣΕΑ, το οποίο, ύστερα από εισήγηση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, επιλέγει για την κάλυψη των θέσεων αυτών μεταξύ των υπηρετούντων Αναθεωρητών Β΄ και των Αναθεωρητών Γ΄ που έχουν δύο τουλάχιστον χρόνια υπηρεσίας στο βαθμό τους. Οι αναθεωρητές που επιλέγονται για τη θέση του Προέδρου ή του Εισαγγελέα προάγονται σε αναθεωρητές Α΄ και οι αναθεωρητές που επιλέγονται σε θέση Αντιπροέδρου προάγονται σε Αναθεωρητές Β΄ με προεδρικό διάταγμα.».
15. Η περίπτωση α΄ του άρθρου 43 του ΚΔΣΕΔ αντικαθίσταται ως εξής:
«α. Η ύπαρξη κενής θέσεως στον αμέσως ανώτερο βαθμό, εφόσον οι θέσεις είναι οργανικά διακεκριμένες.».
16. Η παράγραφος 1 του άρθρου 44 του ΚΔΣΕΔ τροποποιείται ως εξής:
«1. Κρίνονται ως κατ’ απόλυτη εκλογή προακτέοι, μεταξύ όλων εκείνων που έχουν τα τυπικά προσόντα, οι δικαστικοί λειτουργοί που συγκεντρώνουν εξαιρετικά προσόντα επιστημονικής κατάρτισης, ήθους και εργατικότητας. Ως προακτέοι κατ’ εκλογή κρίνονται οι δικαστικοί λειτουργοί που συγκεντρώνουν τα προσόντα επιστημονικής κατάρτισης, ήθους και εργατικότητας για να ανταποκριθούν πλήρως στα καθήκοντα του ανώτερου βαθμού.».
17. Η παράγραφος 6 του άρθρου 46 του ΚΔΣΕΔ αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Σε Αναθεωρητή Α΄ προάγεται Αναθεωρητής Β΄ ανεξαρτήτως χρόνου υπηρεσίας στο βαθμό του ή Αναθεωρητής Γ΄ που έχει δύο τουλάχιστον χρόνια υπηρεσίας στο βαθμό του.».
18. Το άρθρο 47 του ΚΔΣΕΔ αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 47
1. Οι δικαστικοί λειτουργοί μπορεί να μετατίθενται:
α) Ύστερα από αίτηση ή αν συντρέχουν υπηρεσιακές ανάγκες.
β) Αν υποβληθούν αιτήσεις αμοιβαίας μετάθεσης
γ) Αν υπηρετούν στο ίδιο δικαστήριο ή στην ίδια εισαγγελία περισσότερο από τρία έτη.
δ) Αν υπέπεσαν σε βαρύ πειθαρχικό παράπτωμα, εξαιτίας του οποίου δεν ενδείκνυται η παραμονή τους στον τόπο, όπου υπηρετούν.
ε) Αν συντρέχει περίπτωση κωλύματος του άρθρου 28.
στ) Αν ο δικαστικός λειτουργός εμφανίζει αδικαιολόγητη και σοβαρή, κατά την κρίση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου, καθυστέρηση στην εκτέλεση των καθηκόντων του, από την οποία προκύπτει ότι δεν μπορεί να ανταποκριθεί στα δικαστικά καθήκοντα της θέσης στην οποία υπηρετεί.
2. Μετάθεση δικαστικού λειτουργού χωρίς αίτησή του γίνεται μόνο με αιτιολογημένη απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου, κατά της οποίας χωρεί αίτηση ανάκλησης από τον ενδιαφερόμενο ενώπιον του ίδιου Συμβουλίου. Η αίτηση αυτή ασκείται στη Γραμματεία του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου μέσα σε δέκα ημέρες από την έγγραφη ειδοποίηση του ενδιαφερομένου, στην οποία προβαίνει ο Γραμματέας του Συμβουλίου. Αν η μετάθεση γίνεται για λόγους που ανάγονται στη συμπεριφορά ή την εκτέλεση των καθηκόντων του δικαστικού λειτουργού, απαιτείται προηγούμενη έγγραφη κλήση του σε ακρόαση. Δεν χωρεί αίτηση ανάκλησης από τον δικαστικό λειτουργό κατά της μετάθεσής του εντός του ίδιου νομού.
3. Σύζυγος δικαστικού λειτουργού, ο οποίος είναι δημόσιος υπάλληλος ή υπάλληλος νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, μετατίθεται ύστερα από αίτηση του στην περιφέρεια όπου υπηρετεί ο σύζυγός του, κατόπιν σύμφωνης γνώμης της υπηρεσίας του, εφόσον υπάρχει κενή θέση σε αντίστοιχη υπηρεσία. Η αποδοχή της αίτησης δεν είναι υποχρεωτική για τη διοίκηση αν δεν έχει παρέλθει έτος από προηγούμενη μετάθεση. Δικαστικοί λειτουργοί σύζυγοι δικαστικών λειτουργών μετατίθενται ύστερα από αίτησή τους στην περιφέρεια που υπηρετεί ο σύζυγός τους, κατόπιν σύμφωνης γνώμης της υπηρεσίας τους, εφόσον δεν υπάρχει κώλυμα συνυπηρέτησης.
4. Μετάθεση στρατιωτικού δικαστή δεν επιτρέπεται πριν από τη συμπλήρωση δύο ετών στον τόπο όπου τοποθετήθηκε, λόγω διορισμού, προαγωγής ή μεταθέσεως. Η διετία υπολογίζεται από την ημερομηνία που εκδόθηκε η απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου. Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η μετάθεση και πριν την παρέλευση του ανωτέρω χρονικού διαστήματος, για σοβαρούς υπηρεσιακούς ή προσωπικούς λόγους ή αν υποβληθούν αιτήσεις αμοιβαίας μετάθεσης.».
19. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 49 του ΚΔΣΕΔ αντικαθίσταται ως εξής:
«Η αρχαιότητα των δικαστικών λειτουργών σε κάθε βαθμό ιεραρχίας καθορίζεται από την ημερομηνία υπογραφής του προεδρικού διατάγματος διορισμού ή την ημερομηνία προαγωγής τους.».
20. Η παράγραφος 2 άρθρου 49 του ΚΔΣΕΔ καταργείται.
21. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 50 του ΚΔΣΕΔ αντικαθίσταται ως εξής:
«Στους πίνακες αυτούς σημειώνεται η χρονολογία υπογραφής των διαταγμάτων του αρχικού διορισμού και της τελευταίας προαγωγής του δικαστικού λειτουργού, η ημερομηνία στην οποία ανατρέχει η τελευταία προαγωγή, καθώς και το έτος γέννησης.».
22. Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 52 του ΚΔΣΕΔ αντικαθίσταται ως εξής:
«α. Ο Πρόεδρος και ο Εισαγγελέας του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου και ο Αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου.».
23. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 55 του ΚΔΣΕΔ αντικαθίσταται ως εξής:
«Για την κλήρωση των μελών του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου ο Πρόεδρος του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου θέτει σε μια κληρωτίδα ως κλήρους σφαιρίδια αδιαφανή με τα ονόματα όλων των Αναθεωρητών, πλην του ιδίου και του Εισαγγελέα και σε άλλη κληρωτίδα με τα ονόματα όλων των Αεροπαγιτών, τα οποία δίδονται σε αυτόν από τον Πρόεδρο του Αρείου Πάγου.».
24. Το άρθρο 61 του ΚΔΣΕΔ αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 61
Τρόποι λύσης υπηρεσιακής σχέσης
1. Η δημόσια υπηρεσιακή σχέση των δικαστικών λειτουργών του Δικαστικού Σώματος των Ενόπλων Δυνάμεων λύνεται με το θάνατο, την παραίτηση, την οριστική παύση, την αποχώρηση λόγω ορίου ηλικίας, τη συμπλήρωση χρόνου υπηρεσίας στον κατεχόμενο βαθμό, όπου αυτός ρητά καθορίζεται, καθώς και για λόγους υγείας, κατά τα οριζόμενα στα επόμενα άρθρα.
2. Ειδικά για τον Πρόεδρο και τον Εισαγγελέα του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου, η υπηρεσιακή σχέση λύνεται επίσης λόγω ανικανότητας εκτελέσεως των υπηρεσιακών τους καθηκόντων που οφείλεται σε νόσο ή αναπηρία, σωματική ή πνευματική, όταν για το λόγο αυτόν τους χορηγείται για την ίδια πάθηση αναρρωτική άδεια η οποία υπερβαίνει συνολικά ή τμηματικά, τους δώδεκα (12) μήνες. Στην περίπτωση αυτή δεν εφαρμόζεται η διάταξη της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 65 σε συνδυασμό με την παράγραφο 5 του ίδιου άρθρου.
3. Η ηλικία των αποχωρούντων δικαστικών λειτουργών αποδεικνύεται κατά το άρθρο 15. Αν από τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο του προηγούμενου εδαφίου δεν προκύπτει η ημέρα γεννήσεως, τότε αυτή αποδεικνύεται από το Μητρώο του δικαστικού λειτουργού, που καταρτίστηκε κατά τις διατάξεις τις ισχύουσες κατά το χρόνο του αρχικού του διορισμού ή από άλλη σχετική δήλωση που υποβλήθηκε κατά νόμο από αυτόν. Διαφορετικά, ως ημέρα γεννήσεως λογίζεται η 30ή Ιουνίου του έτους γεννήσεως.
4. Για την εφαρμογή των διατάξεων που αφορούν στη λύση της υπηρεσιακής σχέσης των δικαστικών λειτουργών, ως ημέρα συμπληρώσεως του ορίου ηλικίας του προβλεπόμενου χρόνου υπηρεσίας ή του χρόνου παραμονής στο βαθμό θεωρείται η 30ή Ιουνίου του έτους αποχωρήσεως.
5. Στην περίπτωση της αποχώρησης του Προέδρου ή του Εισαγγελέα του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου, καθώς και στις περιπτώσεις αποχώρησης λόγω ορίου ηλικίας ή συμπλήρωσης του προβλεπόμενου χρόνου υπηρεσίας στο βαθμό, οι δικαστικοί λειτουργοί αποχωρούν με προεδρικό διάταγμα την επόμενη ημέρα λύσης της υπηρεσιακής τους σχέσης, ως ευδοκίμως τερματίσαντες τη σταδιοδρομία τους και εντός ενός μηνός από τη δημοσίευση αυτού διαγράφονται από την ενεργό υπηρεσία.».
25. Στο άρθρο 62 του ΚΔΣΕΔ:
α. Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Η λύση της υπηρεσιακής σχέσης και η διαγραφή από την ενεργό υπηρεσία επέρχεται ένα μήνα μετά τη δημοσίευση του προεδρικού διατάγματος αποδοχής της παραίτησης.
β. Προστίθενται παράγραφοι 6 και 7 ως εξής:
«6. Οι Αναθεωρητές Γ΄ και οι Στρατιωτικοί Δικαστές του Δικαστικού Σώματος των Ενόπλων Δυνάμεων που αποχωρούν από την υπηρεσία λόγω παραίτησης, προάγονται στον επόμενο βαθμό εφόσον έχουν τα τυπικά προς προαγωγή προσόντα και κριθούν προακτέοι από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται μετά την πάροδο ενός πλήρους ημερολογιακού μήνα από την προαγωγή τους αποχωρούν από την υπηρεσία ως ευδοκίμως τερματίσαντες τη σταδιοδρομία τους και ένα μήνα μετά τη δημοσίευση του προεδρικού διατάγματος αποδοχής της παραίτησης λύνεται η υπηρεσιακή τους σχέση και διαγράφονται από την ενεργό υπηρεσία.
7. Η διάταξη της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζεται και στους Αναθεωρητές Β΄, εφόσον αυτοί κριθούν προακτέοι από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο.».
26. Το άρθρο 63 του ΚΔΣΕΔ αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 63
Αποχώρηση λόγω ορίου ηλικίας
1. Οι δικαστικοί λειτουργοί, που είναι απόφοιτοι της ΣΣΑΣ, μέχρι και το βαθμό του Στρατιωτικού Δικαστή Α΄ αποχωρούν υποχρεωτικά από την υπηρεσία μόλις συμπληρώσουν το 61ο έτος της ηλικίας τους, ενώ ως Αναθεωρητές αποχωρούν μόλις συμπληρώσουν το 63ο έτος της ηλικίας τους. Οι δικαστικοί λειτουργοί που εισήλθαν στο Δικαστικό Σώμα των Ενόπλων Δυνάμεων με διαγωνισμό, μέχρι και το βαθμό του Στρατιωτικού Δικαστή Α΄, αποχωρούν υποχρεωτικά από την υπηρεσία μόλις συμπληρώσουν το 65ο έτος της ηλικίας τους, ενώ ως Αναθεωρητές αποχωρούν μόλις συμπληρώσουν το 67ο έτος της ηλικίας τους. Όλοι οι παραπάνω αποχωρούν από την υπηρεσία ως ευδοκίμως τερματίσαντες τη σταδιοδρομία τους προαγόμενοι, πλην των Αναθεωρητών Α΄, στον επόμενο βαθμό ανεξάρτητα από την ύπαρξη τυπικών προσόντων, εφόσον κριθούν προακτέοι με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου.
2. Ο Πρόεδρος και ο Εισαγγελέας του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου, όταν προέρχονται από τους αποφοίτους της ΣΣΑΣ, αποχωρούν από την υπηρεσία μόλις συμπληρώσουν το 63ο έτος της ηλικίας τους, ενώ όταν έχουν εισέλθει στο Δικαστικό Σώμα των Ενόπλων Δυνάμεων με διαγωνισμό, αποχωρούν από την υπηρεσία, μόλις συμπληρώσουν το 67ο έτος της ηλικίας τους. Κατ’ εξαίρεση αποχωρούν πριν από τη συμπλήρωση των παραπάνω ορίων ηλικίας, εφόσον συμπληρώνουν τρία (3) έτη στις θέσεις αυτές. Δεν αποτελεί κώλυμα επιλογής Προέδρου και Εισαγγελέα του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου ο μικρότερος των τριών ετών υπολειπόμενος χρόνος για τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας.
3. Οι δικαστικοί λειτουργοί του Δικαστικού Σώματος Ενόπλων Δυνάμεων οι οποίοι φέρουν τους βαθμούς του Αναθεωρητή Β` και Γ΄, αποχωρούν από την υπηρεσία, ως ευδοκίμως τερματίσαντες τη σταδιοδρομία τους, ανεξάρτητα από το όριο ηλικίας προαγόμενοι στον επόμενο βαθμό, εφόσον κριθούν προακτέοι με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου και εφόσον συμπληρώνουν οκτώ (8) χρόνια στον ένα ή συνολικά και στους δύο αυτούς βαθμούς, από την προαγωγή τους στο βαθμό του Αναθεωρητή Γ΄.».
27. Η παράγραφος 1 του άρθρου 64 του ΚΔΣΕΔ αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Ο δικαστικός λειτουργός που συμπλήρωσε τριάντα έτη δικαστικού λειτουργού διατηρεί τιμητικά τον τίτλο της θέσης που κατείχε τελευταία και μετά τη λύση της δημόσιας υπηρεσιακής σχέσης. Αυτό μνημονεύεται στο προεδρικό διάταγμα αποχώρησης από την υπηρεσία.».
28. Μετά το άρθρο 64 του ΚΔΣΕΔ προστίθεται άρθρο 64Α ως εξής:
«Άρθρο 64Α
Απονομή τιμητικού βαθμού λόγω θανάτου
Οι Αναθεωρητές Β΄ και Γ΄ και οι Στρατιωτικοί Δικαστές που αποβιώνουν κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας τους προάγονται στον επόμενο βαθμό από την προηγουμένη του θανάτου τους, εφόσον κριθούν προακτέοι από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, ανεξάρτητα από την ύπαρξη τυπικών προσόντων και θεωρείται ότι αποχωρούν από την υπηρεσία με προεδρικό διάταγμα την ημερομηνία του θανάτου τους.».
29. Στο άρθρο 65 του ΚΔΣΕΔ προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής:
«6. Οι Αναθεωρητές Β΄, οι Αναθεωρητές Γ` και οι Στρατιωτικοί Δικαστές που αποχωρούν από την υπηρεσία, σύμφωνα με την περίπτωσης α΄ της παραγράφου 2, προάγονται στον επόμενο βαθμό, εφόσον κριθούν προακτέοι από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, ανεξάρτητα από την ύπαρξη τυπικών προσόντων και αποχωρούν ως ευδοκίμως τερματίσαντες τη σταδιοδρομία τους με προεδρικό διάταγμα που προκαλείται μέσα σε ένα μήνα από την προαγωγή τους, εντός ενός δε μηνός από τη δημοσίευση αυτού λύνεται η υπηρεσιακή τους σχέση και διαγράφονται από την ενεργό υπηρεσία.».
30. Οι παράγραφοι 1, 2, 3 και 4 του άρθρου 65Α του ΚΔΣΕΔ καταργούνται και η παράγραφος 5 του ίδιου άρθρου αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας μπορεί να ανακαλεί με απόφασή του στην ενεργό υπηρεσία δικαστικούς λειτουργούς που αποχώρησαν από την υπηρεσία λόγω σοβαρών ασθενειών, ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας, μετά από γνωμάτευση της Ανώτατης Υγειονομικής Επιτροπής του Στρατού Ξηράς και κατόπιν εισήγησης του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου. Όσοι ανακαλούνται για το λόγο αυτόν, εγγράφονται ως προσωπικό εκτός οργανικής δύναμης στη Διεύθυνση Στρατιωτικής Δικαιοσύνης του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας και τίθενται εκτός οργανικών θέσεων του Δικαστικού Σώματος. Η απόλυση των παραπάνω γίνεται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας μετά από εισήγηση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου, αμέσως μόλις εκλείψουν οι λόγοι για τους οποίους ανακλήθηκαν.».
31. Μετά το άρθρο 65Α του ΚΔΣΕΔ προστίθεται άρθρο 65Β ως εξής:
«Άρθρο 65Β
1. Στους Στρατιωτικούς Δικαστές και τους Αναθεωρητές που ασθενούν ή έχουν ανάγκη θεραπείας ή ανάρρωσης χορηγείται αναρρωτική άδεια με πλήρεις αποδοχές. Για τις προϋποθέσεις, τη διαδικασία, τον τρόπο χορήγησης και τη διάρκεια της αναρρωτικής άδειας, καθώς και για τις αρμόδιες υγειονομικές επιτροπές, εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις που ισχύουν για τα μόνιμα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων.
2. Στους δικαστικούς λειτουργούς του Δικαστικού Σώματος των Ενόπλων Δυνάμεων χορηγείται άδειας κύησης-τοκετού και ανατροφής τέκνου, σύμφωνα με τα ισχύοντα για τα μόνιμα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων.
3. Για τη νοσοκομειακή, ιατρική και φαρμακευτική περίθαλψη καθώς και για τα έξοδα κηδείας των δικαστικών λειτουργών εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τα μόνιμα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων.
4. Οι στρατιωτικοί δικαστές υποβάλλονται σε περιοδική υγειονομική εξέταση της σωματικής και ψυχικής τους υγείας ανά δύο έτη. Οι λεπτομέρειες για τη διενέργεια και τη διαδικασία αυτής καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας.».
32. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 71 του ΚΔΣΕΔ προστίθεται περίπτωση η΄ ως εξής:
«η. Η παραβίαση των προβλεπόμενων από τις κείμενες διατάξεις προθεσμιών επεξεργασίας και διεκπεραίωσης δικογραφιών».
33. Η παράγραφος 2 του άρθρου 133 του ΚΔΣΕΔ αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Ο επιθεωρητής εξετάζει την εργασία των δικαστικών λειτουργών, και ιδίως το νομικό και πραγματικό μέρος κάθε υπόθεσης και τις δοθείσες με την απόφαση απαντήσεις στους προβληθέντες από τους διαδίκους ισχυρισμούς. Διεξάγει κάθε χρήσιμη έρευνα για τη μόρφωση ασφαλούς γνώμης σχετικά με το ήθος, το σθένος, την επιστημονική κατάρτιση, την υπηρεσιακή απόδοση, την ευθυκρισία, τη φιλοπονία και την υπηρεσιακή και κοινωνική παράσταση των δικαστικών λειτουργών. Οφείλει δε να διεξάγει με κάθε λεπτομέρεια την έρευνά του για το σχηματισμό ασφαλούς γνώμης ως προς τους επιθεωρούμενους, χρησιμοποιώντας απαραίτητα και την προσωπική επαφή με αυτούς, και συμβουλευόμενος και τον πρόεδρο ή τον εισαγγελέα του δικαστηρίου.».
34. Το άρθρο 135 του ΚΔΣΕΔ αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 135
Υποβολή των εκθέσεων
Οι εκθέσεις του επιθεωρητή υποβάλλονται στον προϊστάμενο της επιθεώρησης μέσα σε προθεσμία δύο μηνών από τη λήξη της ετήσιας επιθεώρησης, η τήρηση της οποίας ελέγχεται από τον προϊστάμενο επιθεώρησης. Σε περίπτωση έκτακτης ή συμπληρωματικής επιθεώρησης, η έκθεση υποβάλλεται αμέσως μετά τη διενέργειά της. Η πρωτότυπη έκθεση κάθε τακτικής ή έκτακτης επιθεώρησης διαβιβάζεται από τον προϊστάμενο επιθεώρησης στη Διεύθυνση Στρατιωτικής Δικαιοσύνης του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, όπου και τηρείται, αντίγραφο δε αυτής επιδίδεται στον επιθεωρούμενο. Αντίγραφο της έκθεσης κάθε τακτικής ή έκτακτης ατομικής επιθεώρησης υποβάλλεται από τον προϊστάμενο της επιθεώρησης στον Εισαγγελέα του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου, όταν συντρέχει περίπτωση άσκησης πειθαρχικής δίωξης.».
35. Το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 137 του ΚΔΣΕΔ αντικαθίσταται ως εξής:
«Κατά της απόφασης του Συμβουλίου που διορθώνει την έκθεση ή απορρίπτει την προσφυγή που ασκήθηκε κατά της έκθεσης επιθεώρησης και κατά της έκθεσης που συντάσσεται ύστερα από επανάληψη της επιθεώρησης δεν παρέχεται δικαίωμα προσφυγής.».
36. Η παράγραφος 4 του άρθρου 140 του ΚΔΣΕΔ αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Οι Στρατιωτικοί Δικαστές και οι Αναθεωρητές, τόσο κατά τις συνεδριάσεις των δικαστηρίων όσο και στην εκτέλεση των λοιπών καθηκόντων τους, φέρουν πολιτική περιβολή. Σε πολεμική περίοδο καθώς και σε καταστάσεις ένοπλης στάσης, πολιορκίας και γενικής επιστράτευσης φέρουν στρατιωτική στολή.».
37. Το άρθρο 146 του ΚΔΣΕΔ αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 146
Με προεδρικά διατάγματα που καταρτίζονται μετά από πρόταση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου και εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, καθορίζονται τα θέματα που αναφέρονται στην οργάνωση και λειτουργία εν γένει των στρατιωτικών δικαστηρίων, στη συγκρότηση, στις αρμοδιότητες και στον τρόπο λειτουργίας της ολομέλειας αυτών, στη διάρκεια του δικαστικού έτους και των δικαστικών διακοπών, στις προϋποθέσεις, στην αρμοδιότητα χορήγησης και στη διάρκεια των αδειών εν γένει των δικαστικών λειτουργών, στον τρόπο κατάρτισης και στο περιεχόμενο των κανονισμών εσωτερικής υπηρεσίας των στρατιωτικών δικαστηρίων, που καταρτίζονται από αυτά, στη πειθαρχική δικαιοδοσία των προέδρων και εισαγγελέων των στρατιωτικών δικαστηρίων επί του στρατιωτικού και πολιτικού προσωπικού που υπηρετεί σε αυτά, στην οργάνωση και στις αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Στρατιωτικής Δικαιοσύνης, καθώς και στην πειθαρχική δικαιοδοσία του Διευθυντή της επί του στρατιωτικού και πολιτικού προσωπικού που υπηρετεί σε αυτήν, στις ηθικές αμοιβές, στον τύπο του δελτίου ταυτότητας και στην αρχή εκδόσεως αυτού, στα ειδικά προνόμια των επίτιμων δικαστικών λειτουργών, της στολής και των διακριτικών σημείων των δικαστικών λειτουργών και γενικώς στα θέματα που προβλέπονται από τον Κώδικα και απαιτούν ειδική ρύθμιση.».