1. Η περίπτωση γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 171 του ΣΠΚ αντικαθίσταται ως εξής:
«γ) Ένας ή περισσότεροι στρατιωτικοί δικαστές Α΄, Β΄ ή Γ΄, ως ανακριτές.».
2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 193 του ΣΠΚ αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Οι στρατιωτικοί δεν υπάγονται στα στρατιωτικά, αλλά στα κοινά ποινικά δικαστήρια για:
α. Πλημμελήματα και πταίσματα που διαπράττουν στο ακροατήριο οποιουδήποτε κοινού ποινικού δικαστηρίου, αν αυτά δικασθούν αμέσως σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΠΔ.
β. Κακουργήματα και πλημμελήματα που με ειδικούς νόμους έχουν υπαχθεί στα εφετεία.».
3. Στο άρθρο 194 του ΣΠΚ:
α. Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Οι στρατιωτικοί που ανήκουν στα Κοινά Σώματα των Ενόπλων Δυνάμεων υπάγονται στην αρμοδιότητα του στρατοδικείου του κλάδου των Ενόπλων Δυνάμεων στον οποίο υπηρετούσαν κατά το χρόνο τέλεσης της πράξης. Όσοι από αυτούς υπηρετούν στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας, στο Γενικό Επιτελείο Εθνικής Άμυνας ή σε υπηρεσίες υπαγόμενες σε αυτά, υπάγονται στην αρμοδιότητα του στρατοδικείου.».
β. Προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:
«4. Οι στρατιωτικοί δικαστές και οι πάρεδροι των στρατιωτικών δικαστηρίων, στις περιπτώσεις που δεν εξαιρούνται από τη δικαιοδοσία των στρατιωτικών δικαστηρίων κατά τις κείμενες διατάξεις, υπάγονται στην αρμοδιότητα στρατοδικείου Κλάδου των Ενόπλων Δυνάμεων, διαφορετικού από αυτόν στον οποίο ανήκει το δικαστήριο όπου υπηρετούσαν κατά το χρόνο τέλεσης της πράξης ως εξής:
α. Όσοι υπηρετούσαν στο στρατοδικείο υπάγονται στην αρμοδιότητα του ναυτοδικείου.
β. Όσοι υπηρετούσαν στο ναυτοδικείο ή στο αεροδικείο υπάγονται στην αρμοδιότητα του στρατοδικείου.
Τα μέλη του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου υπάγονται στην αρμοδιότητα του στρατοδικείου. Όσοι απ’ αυτούς υπηρετούν στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας ή σε υπηρεσίες υπαγόμενες σ’ αυτό, υπάγονται στην αρμοδιότητα του στρατοδικείου.».
4. Η παράγραφος 1 του άρθρου 198 του ΣΠΚ αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Στην αρμοδιότητα του τριμελούς στρατοδικείου υπάγονται τα πταίσματα, καθώς και τα πλημμελήματα, για τα οποία απειλείται χρηματική ποινή ή ποινή φυλάκισης με ελάχιστο όριο κατώτερο των τριών μηνών. Τα λοιπά εγκλήματα υπάγονται στην αρμοδιότητα του πενταμελούς στρατοδικείου, καθώς επίσης και οι παραβάσεις των άρθρων 259 και 314, σε συνδυασμό με το άρθρο 315 του ΠΚ.».
5. Η παράγραφος 1 του άρθρου 199 του ΣΠΚ αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Αρμόδιο κατά τόπο στρατοδικείο είναι εκείνο στην περιφέρεια του οποίου τελέσθηκε η πράξη ή του τόπου όπου υπηρετεί ή κατοικεί ή διαμένει ο κατηγορούμενος κατά το χρόνο άσκησης της ποινικής δίωξης.».
6. Στο άρθρο 218 του ΣΠΚ προστίθενται παράγραφοι 4 και 5 ως εξής:
«4. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας που εκδίδεται εντός τεσσάρων (4) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, καθορίζονται οι λεπτομέρειες κατάρτισης και τήρησης του Μητρώου της εφεδρείας του προσωπικού του Δικαστικού Σώματος των Ενόπλων Δυνάμεων και ορίζεται το όριο ηλικίας των δικαστικών λειτουργών που εγγράφονται σε αυτό.
5. Για την αντιμετώπιση επειγουσών αναγκών των Ενόπλων Δυνάμεων σε πολεμική περίοδο, ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας δύναται να προτείνει από τον καιρό της ειρήνης, μετά από εισήγηση του Διευθυντή της Διεύθυνσης Στρατιωτικής Δικαιοσύνης του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, την έκδοση προεδρικού διατάγματος επαναφοράς στην ενέργεια έφεδρου προσωπικού του Δικαστικού Σώματος των Ενόπλων Δυνάμεων που αποχώρησε από την ενεργό υπηρεσία εντός της τελευταίας δεκαετίας. Με το ίδιο προεδρικό διάταγμα απονέμεται στους επαναφερόμενους στην ενέργεια στρατιωτικούς δικαστές ο στρατιωτικός βαθμός που έφεραν πριν από τη λύση της υπηρεσιακής τους σχέσης.».
Με δεδομένη τη συνταγματική αναθεώρηση και την πρόταση θέσπισης νέου Π.Κ. και νέου Κ.Π.Δ., η πρόταση τροποποίησης στη χρονική αυτή συγκυρία των διατάξεων του Σ.Π.Κ. μοιάζει άκαιρη και το καλύτερο, κατά τη γνώμη μου θα ήταν το άρθρο 36 να αποσυρθεί και να επανέλθει μετά την ολοκλήρωση της αναθεώρησης και της εισαγωγής των νέων Κωδίκων, που θα δημιουργήσουν ανάγκη νέων τροποποιήσεων ακόμη και των διατάξεων που θα τροποποιηθούν τώρα. Ειδικότερα, η αύξηση της αρμοδιότητας του πενταμελούς στρατοδικείου σε βάρος εκείνης του τριμελούς αφενός δεν έχει λάβει υπόψη της τις διατάξεις του υπό διαβούλευση ΚΠΔ και τη μεταβολή της υλικής αρμοδιότητας του μονομ. πλημ/κείου αφετέρου παραγνωρίζει το γεγονός ότι, δεδομένου ότι θα αυξηθούν οι δικάσιμοι των πενταμελών στρατοδικείων, για κάθε πενταμελές απαιτείται η κλήρωση και παρουσία την ημέρα της δικασίμου ΟΚΤΩ στρατοδικών (αξιωματικών δηλ. των Ε.Δ.) έναντι ΤΕΣΣΑΡΩΝ για το τριμελές, πράγμα που συνεπάγεται περιττή δυσλειτουργία στις Ε.Δ., αφού διπλάσιοι αξιωματικοί θα λείπουν τις ημέρες των δικασίμων από τις μονάδες τους, χωρίς να παραγνωρίζεται και το οικονομικό κόστος για το κράτος, αφού σε κάποια επαρχιακά στρατιωτικά δικαστήρια ιδίως οι ναυτοδίκες-αεροδίκες μετακινούνται από την Αθήνα. Επίσης, αντίθετη με την υπό αναθεώρηση διάταξη του άρθρου 96 Συντάγματος εμφανίζεται και η ρητή πρόβλεψη υπαγωγής των στρατιωτικών δικαστών στα στρατοδικεία.
Η στρατιωτική δικαιοσύνη, τουλάχιστον κατά τα τελευταία σαράντα χρόνια, αντιμετωπίσθηκε, από την Πολιτεία, με τρόπο πρόχειρο, εντελώς αποσπασματικό και επιπόλαιο. Στις υπόψη τέσσερις δεκαετίες, η Πολιτεία δεν μπόρεσε ποτέ να απαντήσει, με επάρκεια, επί του βασικού ερωτήματος αν η ύπαρξη και λειτουργία της στρατιωτικής δικαιοσύνης είναι επιβεβλημένη και, αν είναι, ποια πρέπει να είναι η μορφή και λειτουργία της, ούτως ώστε να διασφαλίζεται η γρήγορη και, πρωτίστως, η ορθή απονομή της ποινικής δικαιοσύνης στα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων και του Λιμενικού Σώματος.
Η παραπάνω διαχρονική ατέλεια του πολιτικού συστήματος φάνηκε, πρόσφατα, να παίρνει μία εντυπωσιακή θετική πορεία, στα πλαίσια της επικείμενης συνταγματικής αναθεώρησης. Η πολιτεία, πλέον, συμφωνεί επί του ότι η στρατιωτική δικαιοσύνη είναι απαραίτητη, η δε επόμενη Βουλή θα είναι εκείνη η οποία θα θέσει τις συνταγματικές βάσεις για την ύπαρξη και τη σωστή θεσμική λειτουργία της, στα χρόνια που θα ακολουθήσουν.
Και ενώ η θετικότατη αυτή εξέλιξη είναι επί θύραις, υπάρχουν ακόμη δύο πολύ σημαντικά θετικά δεδομένα, τα οποία είναι αναμφίβολα αλληλένδετα με την λειτουργία της στρατιωτικής δικαιοσύνης: Ο νέος Ποινικός Κώδικας και ο νέος Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, επί των οποίων θα βασισθούν οπωσδήποτε τόσο το υπό τροποποίηση ουσιαστικό μέρος του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα (στο εξής, Σ.Π.Κ.), όσο και οι δικονομικές διατάξεις του. Στα προαναφερόμενα πρέπει να προστεθεί ότι, εν όψει της επικείμενης συνταγματικής μεταβολής του άρθρου 96 παρ. 5 του Συντάγματος, ο Κώδικας Δικαστικού Σώματος των Ενόπλων Δυνάμεων (στο εξής, Κ.Δ.Σ.Ε.Δ.), ο οποίος κυρώθηκε με το Ν. 2304/1995, θα χρειαστεί βέβαιη αναμόρφωση, σχεδόν στο σύνολό του, η οποία, πιθανότατα, θα καταστήσει αναγκαίες και νέες τροποποιήσεις, επί διατάξεων, των οποίων η τροποποίηση επιχειρείται τώρα.
Εν όψει των εκκρεμοτήτων αυτών είναι πολύ δύσκολο να αντιληφθεί κανείς για ποιο λόγο, για ακόμη μία φορά, στις τόσες άλλες που έχουν προηγηθεί, επιχειρούνται αποσπασματικές τροποποιήσεις διατάξεων τόσο του Σ.Π.Κ., όσο και του Κ.Δ.Σ.Ε.Δ., ελάχιστο χρόνο πριν τεθούν σε ισχύ οι βασικές νέες συνταγματικές διατάξεις, ο νέος Ποινικός Κώδικας και ο νέος Κώδικας Ποινικής Δικονομίας.
Αρκετές από τις νέες διατάξεις, οι οποίες επιχειρείται να εισαχθούν στον Κ.Δ.Σ.Ε.Δ., με τις υπό σχολίαση διατάξεις, είναι πράγματι αναγκαίες Δεν είναι όμως οι μόνες. Υπάρχουν και διατάξεις, επί των οποίων διαφωνώ απόλυτα. Επί παραδείγματι, δεν αντιλαμβάνομαι το λόγο για τον οποίο η παρακολούθηση ενός διεθνούς συνεδρίου ή μίας επιστημονικής συνάντησης, εκ μέρους κάποιου στρατιωτικού δικαστή, πρέπει να προϋποθέτει την έγκριση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας (άρθρα 29 και 31 Κ.Δ.Σ.Ε.Δ.) και όχι της Διεύθυνσης Στρατιωτικής Δικαιοσύνης ή ακόμη και του Προέδρου ή του Εισαγγελέα του Δικαστηρίου, στο οποίο υπηρετεί. Ούτε, πολύ περισσότερο, κατανοώ το λόγο, για τον οποίο θα πρέπει να λάβει χώρα αύξηση των ετών παραμονής του Προέδρου και του Εισαγγελέα του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου, από δύο σε τρία. Το πολύπαθο άρθρο 63 Κ.Δ.Σ.Ε.Δ., ως προς το θέμα αυτό, έχει τροποποιηθεί κατ΄ επανάληψη, με τα χρόνια παραμονής του Προέδρου και του Εισαγγελέα του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου να έχουν μεταβληθεί, κατά καιρούς, σε δύο, τρία αλλά και σε τέσσερα! Και τώρα επιχειρείται να τροποποιηθεί και πάλι και, μάλιστα, με αύξηση των ετών παραμονής! Πρέπει να είμαστε ευθείς και ειλικρινείς: Τα δύο χρόνια που προβλέπονται σήμερα, είναι επαρκέστατα, για τους εκάστοτε Προέδρους και Εισαγγελείς του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου, προκειμένου να φέρουν σε πέρας τις τομές και μεταβολές που απαιτούνται, κατά τη γνώμη τους, για τη βελτίωση της λειτουργίας και αποδοτικότητας της στρατιωτικής δικαιοσύνης. Πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι οι θέσεις αυτές καταλαμβάνονται, εντελώς προσωρινά, από κάποιους, οι οποίο πρέπει να αποχωρήσουν, μετά την πάροδο δύο ετών, προκειμένου να ανέλθουν άλλοι και να προσφέρουν και εκείνοι. Εκτός αυτού, είναι αναμφισβήτητο ότι τυχόν αύξηση των ετών παραμονής θα δημιουργήσει τεράστια προβλήματα εξέλιξης, στους υφισταμένους τους Αναθεωρητές και Στρατιωτικούς Δικαστές, αφού θα καταστεί ανεπίτρεπτα δυσχερέστερη η αυτονόητη ανέλιξή τους, στην επετηρίδα.
Θεωρώ ότι είναι επιβεβλημένο, εκ μέρους του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, να μην επιμείνει επί της περαιτέρω προώθησης των υπό σχολίαση αποσπασματικών διατάξεων των άρθρων 35, 36 και 37 του σχεδίου νόμου, μέχρις ότου ολοκληρωθεί η συνταγματική αναθεώρηση και τεθούν σε ισχύ ο νέος Ποινικός Κώδικας και ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας. Αμέσως μετά, υπό το φως των νέων διατάξεων, οι οποίες θα είναι σε ισχύ, θα πρέπει να επιχειρηθεί μία προσπάθεια γενικής αναμόρφωσης τόσο του Σ.Π.Κ., όσο και του Κ.Δ.Σ.Ε.Δ., επ΄ ωφελεία της στρατιωτικής δικαιοσύνης, πρωτίστως όμως υπέρ του λόγου, για τον οποίο θα υφίσταται και θα λειτουργεί: Της ορθής και ταχείας απονομής της ποινικής δικαιοσύνης, στον ευαίσθητο χώρο των Ενόπλων Δυνάμεων και του Λιμενικού Σώματος.
Δε λαμβάνονται υπόψιν οι επικείμενες τροποποιήσεις στον ΠΚ και ΚΠΔ αλλά και κυρίως δε λαμβάνεται υπόψη η επικείμενη Αναθεώρηση του Συντάγματος.
Βλ. γενικότερο σχόλιό μας υπό το άρθρο 37.
Επικουρικά φρονούμε ότι το άρθρο 198 παρ. 1 ΣΠΚ πρέπει να παραμείνει ως έχει σήμερα, δηλαδή να παραμείνει η σύνδεση της αρμοδιότητας του τριμελούς στρατοδικείου με εκείνη του μονομελούς πλημμελειοδικείου, προκειμένου να ισχύει κάθε φορά η αρμοδιότητα (που ορίζεται από τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας) του ίδιου κατ´ αντιστοιχία δικαστηρίου και στους στρατιωτικούς και η απολαβή των ίδιων δικαιωμάτων, όπως στους ιδιώτες που κατηγορούνται για τις ίδιες πράξεις (δικαίωμα προσφυγής κατά της απευθείας κλήσης, ύψος ποινής για άσκηση έφεσης).
Στο άρθρο 194 προστίθεται παράγραφος 4 η οποία ανακυκλώνει την αμφισβητούμενη «στρατιωτική ιδιότητα» των Δικαστικών Λειτουργών της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης και έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την επικείμενη συνταγματική αναθεώρηση, με την οποία κατοχυρώνεται πλήρως η προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία αυτών. Στο άρθρο 198 αντικαθίσταται η παράγραφος 2, χωρίς να μπορεί να γίνει αντιληπτός ο λόγος που επιβάλλει τούτου. Το σχετικό σκεπτικό στην αιτιολογική έκθεση όχι μόνον είναι ασαφές και αόριστο αλλά θα μπορούσε να θεωρηθεί και μειωτικό για τους Στρατιωτικούς Δικαστές και τη δικαιοδοτική τους ικανότητα. Πέραν τούτων με τους νέους κώδικες (ΠΚ και ΚΠΔ) επέρχονται αλλαγές τόσο στις απειλούμενες ποινές (μεγάλου μάλιστα αριθμού εγκλημάτων), στην καθ΄ ύλη αρμοδιότητα των δικαστηρίων αλλά και στις προϋποθέσεις για την άσκηση λ.χ. εφέσεως από τον καταδικασθέντα. Τις αλλαγές αυτές η προτεινόμενη διάταξη δεν έχει υπόψη της, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται σοβαρά φαινόμενα δυσαρμονίας, παντελώς αδικαιολόγητα, όπως: αναφέρονται τα «πταίσματα» τα οποία καταργούνται με το Σχ.Π.Κ. – γίνεται παραπομπή στο άρθρο 315 ΠΚ, το οποίο στο Σχ.Π.Κ. ουδεμία σχέση έχει με το αυτεπάγγελτο της δίωξης της σωματικής βλάβης από αμέλεια – για τα ίδια αδικήματα οι κατηγορούμενοι να υπάγονται σε διαφορετικής καθ΄ ύλη αρμοδιότητας δικαστήρια (ανάλογα αν είναι στρατιωτικοί ή ιδιώτες) και να μεταβάλλονται έτσι οι προϋποθέσεις για την άσκηση έφεσης κλπ. Επιβάλλεται συνεπώς η απόσυρση των εν λόγω διατάξεων για προφανείς λόγους.
Η τροποποίηση του άρ. 198 του ΣΠΚ φρονώ πως τυγχάνει άστοχη αλλά και περιττή, δεδομένου πως σύμφωνα με το σχέδιο του νέου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (αρ. 115) επέρχεται ουσιώδης μεταβολή της αρμοδιότητας των μονομελών και τριμελών πλημμελειοδικείων, με σημαντική διεύρυνση της αρμοδιότητας των τελευταίων.Επιπλέον με το σχέδιο του νέου Ποινικού Κώδικα καταργούνται εντελώς τα πταίσματα.
Η πρόβλεψη για υπαγωγή των στρατιωτικών δικαστών σε στρατιωτικό δικαστήριο άλλου Κλάδου από αυτόν που υπηρετούσαν κατά το χρόνο τέλεσης της πράξης μάλλον περιπλέκει παρά επιλύει τα όποια αναφυόμενα ζητήματα, δεδομένου ότι: α)Τα περισσότερα στρατιωτικά δικαστήρια που εδρεύουν εκτός Αττικής λειτουργούν ως δικαστήρια και των τριών Κλάδων, επανδρωμένα από τους ίδιους στρατιωτικούς δικαστές και β) Είναι πολύ συχνή μετάθεση στρατιωτικών δικαστών από το δικαστήριο ενός Κλάδου στο αντίστοιχο άλλου Κλάδου.Έτσι,είναι πολύ πιθανό ο κατηγορούμενος να δικάζεται από δικαστήριο του Κλάδου που υπηρετούσε κατά το χρόνο τέλεσης της πράξης.
Δεδομένου πάντως ότι , με την ολοκλήρωση της επικείμενης συνταγματικής αναθεώρησης και την ψήφιση του νέου εκτελεστικού νόμου αναμένεται να λυθεί-επιτέλους- το ζήτημα της ύπαρξης ή μη παράλληλης στρατιωτικής ιδιότητας των λειτουργών της στρατιωτικής δικαιοσύνης,οποιαδήποτε τροποποίηση στην παρούσα φάση δεν συμβάλλει ούτε στο ελάχιστο στην επίλυση οποιουδήποτε ζητήματος
Αποσπασματικές και πρόχειρες οι τροποποιήσεις. Με τις νέες διατάξεις του ΚΠΔ καταργούνται τα πτασματα και η διάκριση των πλημμελημάτων που υπάγονται αφενός στα μονομελή και αφετέρου στα τριμελή πλημμμελειοδικεία είναι ουσιώδης και καθοριστική για τον περαιτέρω χειρισμό τους. Εντελώς άστοχη η διαφοροποίηση της καθ’ ύλην αρμοδιότητας στα στρατιωτικά δικαστήρια από τα κοινά ποινικά δικαστήρια. Προφανώς δεν έχει ληφθεί υπόψη η επικείμενη ψηφιση νέου κώδικα πονικής δικονομίας.