Αρχική Ποινική προστασία του περιβάλλοντοςΆρθρο 9 Ειδικές δικονομικές διατάξειςΣχόλιο του χρήστη ΚΑΡΡΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ -ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ | 26 Σεπτεμβρίου 2011, 14:09
Yπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Με το άρθρο 9 ορίζεται ότι η Προκαταρκτική Εξέταση και η προανάκριση των εγκλημάτων του άρθρ. 28 ν. 1650, διενεργείται και από τους Eπιθεωρητές Περιβάλλοντος, οι οποίοι ως εκ του τούτου αναγορεύονται σε ειδικούς προανακριτικούς υπαλλήλους. Παράλληλα, αίρεται το ασυμβίβαστο του άρθρ. 211 Κ.Π.Δ. για τους Επιθεωρητές Περιβάλλοντος, όταν ασκούν καθήκοντα προανακριτικού υπαλλήλου, που αποκλείει την εξέτασή τους ως μαρτύρων στο ακροατήριο. Η προτεινόμενη διάταξη θα είχε ενδεχομένως αξία αν οι Επιθεωρητές Περιβάλλοντος δεν είχαν τις αρμοδιότητες του άρθρ. 9 ν. 2947/2001 κατά τις οποίες μπορούν να διενεργούν ελέγχους σε δημόσια ή ιδιωτικά έργα, να συντάσσουν έκθεση ελέγχου και να εισηγούνται ή και εκδίδουν την Πράξη Βεβαίωσης Παράβασης που διαβιβάζεται στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών, ως καταγγελία αξιοποίνων πράξεων παραβάσεως του περιβάλλοντος που πάντοτε οδηγεί σε παραγγελία διενέργειας προκαταρκτικής εξετάσεως ή προανακρίσεως. Ως εκ της μακράς επαγγελματικής ενασχολήσεως μου, και με θέματα περιβαλλοντικών εγκλημάτων, έχω την άποψη ότι η προτεινόμενη διάταξη, θα οδηγήσει σε σειρά ακύρων πράξεων της ποινικής προδικασίας λόγω προσβολής των κατοχυρωμένων δικαιωμάτων των κατηγορουμένων πολιτών. 1) οσάκις οι Επιθεωρητές Περιβάλλοντος προβαίνουν σε έλεγχο ορισμένης δραστηριότητος και ακολούθως τους ανατίθεται η διενέργεια προκαταρκτικής εξετάσεως ή προανακρίσεως, για τις πράξεις που ήλεγξαν οι ίδιοι κατά την σχετική ενάσκηση της αρμοδιότητός τους, εξυπακούεται ότι αμέσως θα αμφισβητείται η αξιοπιστία και αντικειμενικότης των πράξεων που διενεργούν κατά την προδικασία και είναι σφόδρα ενδεχόμενο από τα ποινικά δικαστήρια να απαγγέλλονται ακυρότητες, διότι στο ίδιο πρόσωπο δεν μπορεί να συμπίπτει διπλή ιδιότητα, το μεν ως ελεγκτικού οργάνου της Ε.Υ.Ε.Π. το δε ως προανακριτικού υπαλλήλου που ελέγχει δια των ανακριτικών πράξεων και την βασιμότητα της αποδιδομένης παραβάσεως. 2) Η ενδεχόμενη ακυρότης των διαδικαστικών πράξεων, πιθανόν να απαγγελθεί για παραβίαση του άρθρ. 6 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που απαιτεί την διεξαγωγή «δικαίας δίκης», καθώς και της διεθνούς συμβάσεως των Θεμελιωδών Ελευθεριών και του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα, που πλέον μετά το άρθρ. 11 ν. 3904/2010, η παραβίαση των δικαιωμάτων που απονέμουν στον κατηγορούμενο, συνιστούν απόλυτη ακυρότητα κατά το άρθρ. 171 Κ.Π.Δ.. 3) Περαιτέρω η άρση του ασυμβιβάστου της εξετάσεως ως μαρτύρων στο ακροατήριο των Επιθεωρητών Περιβάλλοντος, οδηγεί επίσης σε ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο, διότι έστω και αν προβλέπεται από διάταξη τυπικού νόμου, η εξαιρετική αυτή διάταξη είναι σφόδρα πιθανόν να αντιβαίνει, τόσο σε ατομικά δικαιώματα που κατοχυρώνει το ισχύον σύνταγμα της Ελλάδος όσο και ιδίως στις προαναφερθείσες διεθνείς συμβάσεις που αναφέρονται στα δικαιώματα του πολίτη και ως κατηγορουμένου και έχουν κατά το άρθρ. 28 Συντάγματος, αυξημένη ισχύ από κάθε άλλη αντίθετη διάταξη Ελληνικού νόμου. 4) Συνεπώς η προτεινόμενη διάταξη είναι βέβαιο ότι θα αποτελέσει αντικείμενο μακράς αντιδικίας ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων μεταξύ πλέον των Επιθεωρητών Περιβάλλοντος που θα έχουν ασκήσει προανακριτικά καθήκοντα και θα εξετάζονται και στο ακροατήριο ως μάρτυρες, την ατέρμονα υποβολή ενστάσεων ακυρότητος τόσο της προδικασίας όσο και της κύριας διαδικασίας και ως εκ τούτου από την ανάμειξη των Επιθεωρητών Περιβάλλοντος στην προδικασία, τελικώς απειλείται η άρση της επιδιωκόμενης προστασίας του περιβάλλοντος, διότι εκ των ακυροτήτων κατ’ ανάγκην θα απαγγέλλεται αθώωση. Σε κάθε δε περίπτωση θα τρωθεί το κύρος της Ε.Υ.Ε.Π. διότι πλέον εν πολλοίς η διαφορά θα μεταπίπτει σε προσωπική αντιδικία. 5) Πιστεύω ότι η διάταξη θα πρέπει να αποσυρθεί ως ανεδαφική, ενώ μπορεί να διατηρηθεί μόνο στις περιπτώσεις εκείνες που οι Επιθεωρητές Περιβάλλοντος δεν έχουν ασκήσει ελεγκτικά καθήκοντα και επιλαμβάνονται κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας ύστερα από διαβίβαση καταγγελιών ιδιωτών ή εκθέσεων ελέγχου άλλων υπηρεσιών περιβάλλοντος, περιφερειακού επιπέδου. 6) Τέλος θα πρέπει να αποσυρθεί και η παρ. 5 του άρθρ. 9 του σχεδίου που αίρει τον άδικο χαρακτήρα, όταν προανακριτικός υπάλληλος εμφανίζεται ως ενδιαφερόμενος για την παράνομο διαχείριση αποβλήτων διότι εισαγάγει στην ελληνική έννομη τάξη την «αστυνομική διείσδυση» και τον «πράκτορα προκλήσεως», για την ηθική υπόσταση του οποίου στην ποινική διαδικασία έχουν εγερθεί στην Ελληνική Νομική Φιλολογία σοβαρά αντίθετα επιχειρήματα, ενώ στα Αγγλοσαξονικά και Βορειοευρωπαικά Δίκαια, όταν απαγγέλλεται κατηγορία κατόπιν «αστυνομικής διεισδύσεως» ή «πράκτορος προκλήσεως», κρίνεται ότι η πράξη του φυσικού αυτουργού δεν μπορεί να καταλογισθεί, διότι είναι αποτέλεσμα παρανομίας της πολιτείας η οποία προκάλεσε το έγκλημα. Σημείωση: Δεν μπορούν να αποτελέσουν αντεπιχείρημα υπέρ των προτεινομένων ρυθμίσεων, διάσπαρτες παλαιές διατάξεις σε διοικητικούς νόμους όπως π.χ. το άρθρ. 292 Δασικού Κώδικα έτους 1967, που επιτρέπουν την εξέταση στο ακροατήριο των δασικών υπαλλήλων όταν εξετέλεσαν προανακριτικά καθήκοντα ή γραμματέως της ανακρίσεως, διότι απηχούν παρωχημένες ήκιστα δημοκρατικές αντιλήψεις που δεν βρίσκουν πεδίο συμφωνίας με το ισχύον σύνταγμα έτους 1975 και τις διεθνείς συμβάσεις της χώρας.