Αρχική Εναρμόνιση του εθνικού δικαίου προς τις Οδηγίες 2009/28/ΕΚ και 2009/30/ΕΚ και άλλες διατάξειςΆρθρο 15: Τροποποίηση του ν. 3054/2002 όπως ισχύειΣχόλιο του χρήστη Ελίν Βιοκαύσιμα ΑΕ - Π.Ν. Πέττας ΑΒΕΕ | 30 Ιανουαρίου 2012, 11:16
Yπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Κοινή παρεμβαση των Ελίν Βιοκαύσιμα Α.Ε. και Π. Ν. Πέττας Α.Β.Ε.Ε. στην διαβούλευση για το ΠΡΟΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «Εναρμόνιση του εθνικού δικαίου προς τις Οδηγίες 2009/28/ΕΚ και 2009/30/ΕΚ και άλλες διατάξεις» Η μέχρι τώρα εμπειρία από τις κατανομές βιοντίζελ έχει αναδείξει τα ακόλουθα σοβαρά προβλήματα – στρεβλώσεις: 1 Το μεγάλο ποσοστό συμμετοχής των ενεργειακών καλλιεργειών που το 2011, λόγω μικρότερης περιόδου αλλά και υποεκτίμησης των ποσοτήτων έφτασε το 88%, έχει σαν συνέπεια να αποτελεί ουσιαστικά το μοναδικό κριτήριο για την κατανομή, με αποτέλεσμα να ανεβαίνει εν τέλει υπερβολικά η τιμή του ελληνικού βιοντίζελ. Παράλληλα προκάλεσε τον εκμηδενισμό των ποσοτήτων από άλλες ελληνικές πρώτες ύλες όπως το βαμβακέλαιο και τα τηγανέλαια. Δεδομένου ότι τα τηγανέλαια είναι η κατ’εξοχήν πρώτη ύλη που προωθούν οι ενσωματούμενες οδηγίες, ο αποκλεισμός τους από την κατανομή, αποτελεί πλην των άλλων και ευθεία παραβίαση των οδηγιών αυτών. Γι’αυτό ζητάμε αφ’ενός μεν να κατανέμονται όλες οι ελληνικές πρώτες ύλες κατά προτεραιότητα, αφ’ετέρου δε, να θεσπισθεί μέγιστη οροφή για το ποσοστό της κάθε πρώτης ύλης. Εξ άλλου, πολλά από τα υφιστάμενα κριτήρια δεν έχουν πρακτικό λόγο ύπαρξης: • Το κριτήριο της συνέπειας εφαρμόζεται με τρόπο απολύτως σκανδαλώδη, αφού το καρπούνται όσοι έχουν παραδώσει τις προβλεπόμενες ποσότητες, χωρίς να εξετάζεται η αιτία που υπολείπονται οι υπόλοιποι. Έτσι, τιμωρούνται εταιρίες από τις οποίες τα διυλιστήρια προμηθεύονται αυθαίρετα μικρότερες ποσότητες από όσες υποχρεούνται, και επιβραβεύονται άλλες από τις οποίες τα διυλιστήρια προμηθεύονται εξ ίσου αυθαίρετα μεγαλύτερες ποσότητες • Τα κριτήρια επιστημονικής έρευνας και ISO, έχουν χάσει εντελώς την αξία τους. Ολοι εμφανίζουν κάποια συνεργασία με επιστημονικό ίδρυμα, η αξία της οποίας αμφισβητείται στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, χωρίς να έχει η επιτροπή αξιολόγησης την δυνατότητα να απορρίψει ακόμα και τις πιο κραυγαλέες περιπτώσεις. Επίσης όλοι εμφανίζουν ένα πιστοποιητικό ISO, επίσης αμφισβητούμενης αξίας. • Το κριτήριο της τιμής επίσης δεν έχει νόημα αφού σε αυτό μπορούν να συμμετέχουν πρακτικά μόνον εισαγωγείς οι οποίοι ανταγωνίζονται αθέμιτα τους Έλληνες παραγωγούς. Για τους λόγους αυτούς ζητάμε να καταργηθούν τα 4 κριτήρια και το ποσοστό τους να προστεθεί στις ενεργειακές καλλιπεργειες. Με βάση τα ανωτέρω, προτείνουμε τα κριτήρια, οι βαρύτητές τους και το μέγιστο ποσοστό τους να διαμορφωθούν ως εξής: Κριτήριο Ποσοστό συμμετοχής Μέγιστο ποσοστό Ενεργειακές καλλιέργειες 52.5% 60% Τηγανέλαια κλπ 7.5% 15% βαμβακόσπορος - βαμβακέλαιο 5.0% 10% παραδόσεις προηγούμενων ετών 15.0% Αιτούμενη ποσότητα 20.0% Σύνολο 100.00% 2 Οι δηλώσεις των δικαιούχων δεν ελέγχονται επαρκώς με συνέπεια πολλοί να προσπορίζονται παράνομα μεγαλύτερες ποσότητες κατανομής. Μετά το τέλος δε της περιόδου κατανομής, οι όποιες διαφορές «λησμονούνται». Προτείνουμε την παρακάτω προσθήκη στην παράγραφο 9 του άρθρου 15 Α του ν. 3054: 9. Στους δικαιούχους της παραγράφου 7 και στους υπόχρεους της παραγράφου 8, οι οποίοι δεν τηρούν τους όρους και τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο, επιβάλλονται οι διοικητικές κυρώσεις του άρθρου 17 του παρόντος νόμου. Στους δικαιούχους της παραγράφου 7 του παρόντος άρθρου με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης δύναται να επιβληθούν, ανάλογα με τη σοβαρότητα της παράβασης και την υποτροπή τους και οι ακόλουθες κυρώσεις: α) Μερική ή ολική κατάπτωση της εγγυητικής επιστολής της παραγράφου 7, β) μερική ή ολική ανάκληση της έγκρισης κατανομής του οικείου έτους, γ) απαγόρευση συμμετοχής σε μελλοντικές διαδικασίες κατανομής, δ) προσωρινή ή οριστική ανάκληση της χορηγηθείσας άδειας διάθεσης βιοκαυσίμων. ε) Ειδικότερα, εάν μετά από έλεγχο των αρμοδίων υπηρεσιών αποδειχθεί ότι οι δηλωθείσες ποσότητες αγοράς σπόρων, βαμβακελαίου, τηγανελαίων κλπ είναι μεγαλύτερες από εκείνες που πραγματικά προμηθεύτηκε κάποιος δικαιούχος, ανακαλείται από την έγκριση κατανομής ποσότητα βιοντίζελ που αντιστοιχεί τουλάχιστον στο τριπλάσιο της ποσότητας που κατανεμήθηκε εξ αιτίας των πρώτων υλών που δήλωσε χωρίς να έχει πράγματι προμηθευτεί. Σε περίπτωση που η υπολειπόμενη ποσότητα κατανομής κατά την επιβολή της ανάκλησης είναι μεγαλύτερη από την ανακαλούμενη ποσότητα βιοντίζελ, η διαφορά αφαιρείται από την κατανομή του επόμενου έτους, ή και των επόμενων μέχρι εξαντλήσεώς της. 3 Αδεια διάθεσης βιοκαυσίμων. Πιστεύουμε ότι η έννοια της άδειας διάθεσης βιοκαυσίμων» είναι εντελώς ασύμβατη τόσο με το ισχύον νομικό πλαίσιο, όσο και με την κοινή λογική. Είναι αναγκαίο να αντικατασταθεί με μια «άδεια παραγωγής βιοκαυσίμων» η οποία θα παρέχει την δυνατότητα πώλησης βιοκαυσίμων σε κατόχους Άδει¬ας Διύλισης και Αδειας Εμπορίας κατηγορίας Α. Επίσης η υποχρέωση τήρησης αποθεμάτων ασφαλείας στους παραγωγούς βιοντίζελ στερείται λογικής και δεν μπορεί να εφαρμοσθεί στην πράξη. Η θέση μας για τα παραπάνω τεκμηριώνεται επαρκώς στο συνημμένο αρχείο το οποίο είχαμε υποβάλει στην ΡΑΕ. Ζητάμε τις ακόλουθες αλλαγές στον ν. 3054/2002: "Άρθρο 5Α Αδεια Παραγωγής Βιοκαυσίμων 1. Για την άσκηση της δραστηριότητας της Παραγωγής Βιοκαυσίμων απαιτείται Άδεια Παραγωγής Βιο¬καυ¬σί¬μων. Η άδεια αυτή χορηγείται σε ανώνυμες εταιρείες ή εταιρείες περιορισμένης ευθύνης που εδ¬ρεύ¬ουν σε Κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης, καθώς και σε Αγροτικές Συνεταιριστικές Ορ¬γα¬νώ¬σεις (Α.Σ.Ο.), κάθε βαθμού και Συνεταιριστικές Εταιρείες (Σ.Ε.), κατά το ν 2810/2000 (ΦΕΚ 61 Α). Απαραίτητη προϋπόθεση για τη χορήγηση της άδειας αυτής είναι η κατοχή άδειας λειτουργίας Μονά¬δας Παραγωγής Βιοκαυσίμων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις οικείες διατάξεις του ν. 3325/2005 (ΦΕΚ 68 Α) 2. Ο κάτοχος Άδειας Παραγωγής Βιοκαυσίμων μπορεί να παράγει αυτούσια Βιοκαύσιμα και Άλλα Ανανεώσιμα Καύσιμα και να διαθέτει αυτά εντός της Ελληνικής Επικράτειας, σε κατόχους Άδει¬ας Διύλισης, Αδειας Εμπορίας κατηγορίας Α 3. Ο κάτοχος Άδειας Παραγωγής Βιοκαυσίμων υποχρεούται να διαθέτει κατάλληλους αποθηκευτικούς χώ¬ρους με όγκο τουλάχιστον 100 κυβικά μέτρα για την αποθήκευση αυτούσιων Βιοκαυσίμων και Αλλων Ανα¬νεώσιμων Καυσίμων." Άρθρο 11 "4. Οι κάτοχοι Άδειας Διύλισης, Εμπορίας, Λιανικής Εμπορίας, Μεταφοράς με Αγω¬γό και …. "Άρθρο 15Α Βιοκαύσιμα και Αλλα Ανανεώσιμα Καύσιμα 3. Οι κάτοχοι Αδειας Λιανικής Εμπορίας υποχρεούνται να αναρτούν ειδική σήμανση στα σημεία πώλησης των… ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Σχόλια πάνω στην γνωμοδότηση της ΡΑΕ για την συμπλήρωση του κανονισμού Αδειών ως προς την «άδεια διάθεσης βιοκαυσίμων». Η προβλεπόμενη από τον ν. 3054, (όπως ισχύει), «άδεια διάθεσης βιοκαυσίμων», αποτελεί αφ’εαυτής λογικό εξάμβλωμα και επομένως η όποια γνωμοδότηση εντός του ισχύοντος νομικού καθεστώτος, οδηγεί μοιραία σε προβληματικές, παράλογες και ανεφάρμοστες ρυθμίσεις. Συγκεκριμένα: Ο ν. 3054 προέβλεπε τριών ειδών άδειες για την παραγωγή και διακίνηση πετρελαιοειδών προϊόντων στην Ελληνική αγορά: 1. Άδεια διύλισης, 2. Άδεια εμπορίας και 3. Άδεια λιανικής εμπορίας. Εξ άλλου, ο ίδιος νόμος, κατ’επιταγή σχετικής οδηγίας της Ε.Ε., προέβλεπε - και εξακολουθεί να προβλέπει – ότι «Οι εισαγωγές και εξαγωγές Πετρελαίου και Προϊόντων πραγματοποιούνται ελεύθερα σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις και τις διατάξεις του άρθρου 12 χωρίς να απαιτείται άδεια του νόμου αυτού.» (άρθρο 15 § 3, Ν. 3054). Οι άδειες εμπορίας και λιανικής εμπορίας, όπως και η πρόβλεψη για την ελευθερία εισαγωγών, ισχύουν προφανώς για όλα τα προϊόντα και επομένως και για τα βιοκαύσιμα, τα οποία θεωρούνται πετρελαιοειδή προϊόντα σύμφωνα με το άρθρο 3 §1 του ν. 3054, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 του ν. 3423/2005, ΦΕΚ Α 304/13.12.2005: «…Για την εφαρμογή του νόμου αυτού θεωρούνται επίσης πετρελαιοειδή προϊόντα και τα υγρά και αέρια Βιοκαύσιμα και τα άλλα Ανανεώσιμα Καύσιμα που υποκαθιστούν προϊόντα διύλισης του αργού πετρελαίου στις αντίστοιχες κατηγορίες και χρήσεις που αναφέρονται ανωτέρω είτε αυτούσια είτε σε μίγμα με προϊόντα διύλισης του αργού πετρελαίου.» Δηλαδή, οι άδειες εμπορίας και λιανικής εμπορίας, καλύπτουν το βιοντήζελ και την βιοαιθανόλη, σαν να ήταν πετρέλαιο κίνησης και βενζίνη αντιστοίχως. Το ίδιο συμβαίνει και με την άδεια διύλισης, όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων αυτών, ενώ είναι προφανές ότι δεν συμβαίνει το ίδιο όσον αφορά την παραγωγή των βιοκαυσίμων, αφού τα βιοκαύσιμα δεν είναι προϊόντα διύλισης. Προκειμένου επομένως να λειτουργήσει σωστά ο νόμος, θα έπρεπε να είχε θεσπισθεί μια «άδεια παραγωγής βιοκαυσίμων», αντίστοιχη με την άδεια διύλισης που να περιορίζεται αποκλειστικά στην παραγωγή και να μην περιλαμβάνει και την εμπορία. Με την ίδια τροπολογία, (άρθρο 1 του ν. 3423/2005, ΦΕΚ Α 304/13.12.2005), θεσπίζεται η υποχρέωση μείξης βιοκαυσίμων από τα διυλιστήρια και η κατανομή αυτούσιου βιοντήζελ σε δικαιούχους. Οι διαδικασίες αυτές, της επιβολής υποχρέωσης ανάμειξης στα διυλιστήρια και της κατανομής δικαιώματος διάθεσης σε παραγωγούς και εισαγωγείς, είναι απολύτως διακριτές από όλο το κύκλωμα διάθεσης των προϊόντων στην Αγορά, που ρυθμίζεται από τις άδειες εμπορίας και λιανικής εμπορίας. Αγνοώντας το παραπάνω προφανές, με την τροπολογία του ν. 3054 εφευρέθηκε η έννοια της «διάθεσης βιοκαυσίμων», που με μαγικό τρόπο συνδυάζει επιλεκτικά και άναρχα έννοιες από όλες τις παραπάνω διεργασίες, (παραγωγή, εμπορία, εισαγωγή, διάθεση στην Αγορά), αλλά μόνο για ένα από τα πετρελαιοειδή προϊόντα και για την οποία προβλέπεται μια ενιαία άδεια, παράλληλα και ασύμβατα με τις υπόλοιπες άδειες που προβλέπει ο ν. 3054 με τρόπο απολύτως παράλογο και χαοτικό. Εξ άλλου, ο ν. 3054, (άρθρο 1 §4), είχε δημιουργήσει εξ αρχής ένα θολό τοπίο, ορίζοντας ότι υποχρέωση τήρησης αποθεμάτων ασφαλείας έχουν «Οσοι εισάγουν αργό Πετρέλαιo, Πετρελαιοειδή ή ημικατεργασμένα Προϊόντα προς κατανάλωση στην εγχώρια αγορά», ορίζοντας ταυτόχρονα σαν «εισαγωγή» την «εισαγωγή αργού Πετρελαίου ή πετρελαιοειδών προϊόντων στην Ελληνική Επικράτεια από τρίτες χώρες, καθώς και η παραλαβή από κράτη -μέλη της Ε.Ε.». Δηλαδή, αντί της ορθής κατά την Ευρωπαϊκή νομοθεσία έννοιας της εισαγωγής στην «Ελληνική Αγορά», που σημαίνει τον εκτελωνισμό και την διάθεση στην κατανάλωση, ορίζει σαν «εισαγωγή» την είσοδο, (έστω και προσωρινά), στα γεωγραφικά όρια της Χώρας. Έτσι ο ν. 3054 αποφεύγει σκοπίμως να διευκρινίσει ποιος θεωρείται εισαγωγέας πετρελαιοειδών. Από όλο αυτό το κομφούζιο, δημιουργούνται τα ακόλουθα προβλήματα και ερωτήματα: 1. Ο ν. 3054 ορίζει: 1.1. άρθρο 3, § 20, ότι «Διάθεση Bιοκαυσίμων» είναι «παραγωγή ή εισαγωγή ή η εμπορία εντός της Ελληνικής Επικράτειας, αυτούσιων Βιοκαυσίμων ή Άλλων Ανανεώσιμων Καυσίμων σύμφωνα με το άρθρο 5Α.» 1.2. άρθρο 5Α, § 1, ότι «Για την άσκηση της δραστηριότητας της Διάθεσης Βιοκαυσίμων απαιτείται Άδεια Διάθεσης Βιο¬καυ¬σί¬μων.» 1.3. άρθρο 4 § 6, ότι: «Με την προϋπόθεση ότι πληρούνται χωριστά για κάθε άδεια οι προϋποθέσεις που επιβάλλονται από το νόμο αυτόν και τον Κανονισμό Αδειών, ένα πρόσωπο μπορεί να λαμβάνει περισσότερες από μία Άδειες. Αν το ίδιο πρόσωπο κατέχει περισσότερες από μία Άδειες, υποχρεούται να τηρεί χωριστούς λογαριασμούς για κάθε δραστηριότητα για την οποία χορηγήθηκε άδεια». Αυτό σημαίνει προφανώς, ότι οι κάτοχοι άδειας εμπορίας και άδειας διύλισης, πρέπει να αποκτήσουν και άδεια διάθεσης βιοκαυσίμων προκειμένου να εμπορεύονται αυτούσιο βιοντήζελ. Επίσης, ότι οι παραπάνω υποχρεούνται να τηρούν χωριστούς λογαριασμούς για τις ποσότητες βιοκαυσίμων που διακινούν. 2. Όμως μια εταιρία με άδεια εμπορίας δικαιούται σήμερα χωρίς καμιά επί πλέον άδεια να εισάγει πετρελαιοειδή, να τα εκτελωνίζει και να τα διαθέτει στην κατανάλωση. Με ποια λογική για να κάνει ακριβώς το ίδιο με βιοντήζελ απαιτείται «άδεια διάθεσης»; 3. Για την πώληση όλων των υπολοίπων πετρελαιοειδών προϊόντων χρειάζεται η άδεια εμπορίας, που παρέχει τα εχέγγυα, (κεφάλαια 2 εκατομ. Ευρώ, δεξαμενισμός 13,000 m3, μεταφορικά μέσα κλπ), ότι ο κάτοχός της διαθέτει την αναγκαία υποδομή, αξιοπιστία και σοβαρότητα για να διακινεί καύσιμα, να διαχειρίζεται τους κρατικούς δασμούς, να λειτουργεί φορολογική αποθήκη κλπ αλλά και ορίζει σημαντικές υποχρεώσεις για τον κάτοχό της, (υποχρέωση ομαλού εφοδιασμού κλπ). Πως θα λειτουργήσει η αγορά όταν όλα αυτά θα μπορεί να γίνουν με μια απλή άδεια διάθεσης βιοκαυσίμων με μοναδική απαίτηση μια νοικιασμένη δεξαμενή 100 m3; Πως θα ελέγχεται ο κάθε κάτοχος τέτοιας άδειας που θα μπορεί ελεύθερα να εισάγει βιοντήζελ - ή πετρέλαιο κίνησης που θα «βαφτίζει» βιοντήζελ - και θα το διακινεί νομότυπα σε απεριόριστες ποσότητες; Πως θα ελέγχεται ο κάθε κάτοχος τέτοιας άδειας, που αποκτά αυτοδικαίως την ιδιότητα του φορολογικού αποθηκευτή, σύμφωνα με πρώτο εδάφιο του άρθρου 2 της ΥΑ υπ΄αρ.Φ.1643/820/2006 (ΦΕΚ Β΄4), όπως ρητά αναφέρεται στην τελευταία παρατήρηση του άρθρου 5 του ν. 3054; 4. Όταν κάποιος εισάγει βιοντήζελ και το πουλά στα διυλιστήρια, είναι υποχρεωμένος να διατηρεί αποθέματα ασφαλείας; Αν ναι, ποιος ορίζεται σαν «εισαγωγέας»; Το γραφείο εισαγωγών που πουλά transit στα διυλιστήρια, ή τα ίδια τα διυλιστήρια; Αν είναι ο πρώτος, γιατί δεν ισχύει αυτό και στα υπόλοιπα καύσιμα; Δηλαδή όταν ένας εισαγωγέας με έδρα π.χ. την Ιταλία, πουλά βενζίνη στα διυλιστήρια, γιατί δεν υποχρεούται να τηρεί ο ίδιος τα αποθέματα ασφαλείας, ενώ όταν πουλάει βιοντήζελ υποχρεούται; 5. Γιατί ο εισαγωγέας από την Ιταλία της προηγούμενης παραγράφου χρειάζεται «άδεια διάθεσης βιοκαυσίμων» για να πωλήσει στα διυλιστήρια 500 M3 βιοντήζελ και δεν χρειάζεται καμιά απολύτως άδεια για να πουλήσει στον ίδιο παραλήπτη π.χ. 500,000 ΜΤ πετρελαίου κίνησης; 6. Υποχρεούνται οι παραγωγοί να τηρούν αποθέματα ασφαλείας; Αν ναι, από πού προκύπτει αυτή η υποχρέωση και πως συνάδει με την Ευρωπαϊκή νομοθεσία που προβλέπει ότι την υποχρέωση αυτή την έχουν όσοι εφοδιάζουν την εσωτερική αγορά; Είναι δυνατόν να έχει κάποιος υποχρέωση τήρησης αποθεμάτων επειδή τεκμαίρεται ότι αυτός τον οποίον προμηθεύει, (Διυλιστήρια), σκοπεύει να διοχετεύσει το καύσιμο στην εσωτερική αγορά; Είναι προφανές, ότι ο παραγωγός ούτε εισάγει καύσιμα στην Ελληνική επικράτεια για να έχει υποχρέωση τήρησης αποθεμάτων κατά τον 3054, ούτε φυσικά εισάγει καύσιμα στην Ελληνική αγορά για να έχει υποχρέωση κατά την Ευρωπαϊκή νομοθεσία, αφού δεν εκτελωνίζει προϊόντα. 7. Πέραν του παραλογισμού της ανωτέρω παραγράφου, η εφαρμογή παρόμοιας υποχρέωσης είναι πρακτικά αδύνατη, καθώς το βιοντήζελ δεν μπορεί να διατηρηθεί για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς να αλλοιωθούν βασικά ποιοτικά χαρακτηριστικά του. 8. Είναι λογικό για την άδεια διάθεσης βιοκαυσίμων να απαιτείται από μεν τους έλληνες παραγωγούς η ύπαρξη και λειτουργία μιάς μεγάλης μονάδας χημικής βιομηχανίας αξίας πολλών εκατομμυρίων ευρώ και την ίδια άδεια να την λαμβάνει ένα γραφείο εισαγωγών που διαθέτει απλώς μια τηλεφωνική γραμμή και μια αμφιβόλου ισχύος και γνησιότητας, μη δεσμευτική σύμβαση με «κάποιον» παραγωγό, κάπου στον κόσμο; 9. Ο ν. 3054 προβλέπει την έκδοση άδειας διύλισης, που μέσω των σχετικών υπουργικών αποφάσεων εξασφαλίζουν ότι ο κάτοχος της άδειας έχει τα απαραίτητα εχέγγυα για την λειτουργία μιας μεγάλης βιομηχανίας που εμπορεύεται και παράγει επικίνδυνα και στρατηγικής σημασίας προϊόντα. Είναι προφανές ότι ο παραγωγός βιοκαυσίμων αναλαμβάνει σε μικρότερη κλίμακα μεν αλλά αντίστοιχης σοβαρότητας έργο, αφού λειτουργεί μια μεγάλη χημική βιομηχανία που παράγει επικίνδυνα και στρατηγικής σημασίας προϊόντα και μάλιστα υποκείμενα σε ΕΦΚ. Για όλη αυτή την λειτουργία απαιτείται μόνον μια άδεια λειτουργίας της νομαρχίας, όπως και για οποιαδήποτε βιοτεχνία. Η «άδεια διάθεσης βιοκαυσίμων» δεν είναι δυνατόν μέσω υπουργικών αποφάσεων να εξασφαλίσει ούτε στο ελάχιστο αυτά τα εχέγγυα, δεδομένου ότι είναι κοινή για παραγωγούς και εισαγωγείς. 10. Κατά τον ν. 3054, (άρθρο 6 § 3), η άδεια εμπορίας ισχύει για όλην την επικράτεια. Ισχύει το ίδιο και για την άδεια διάθεσης βιοκαυσίμων; Ούτε ο Νόμος, ούτε η πρόταση της ΡΑΕ το διευκρινίζουν, ούτε θέτουν κανενός είδους γεωγραφικό περιορισμό. Είναι λογικό λοιπόν κάποιος που έχει νοικιάσει μια δεξαμενή 100 m3 στον Εύρο, να πουλά ελεύθερα απεριόριστες ποσότητες βιοκασίμων σε καταναλωτές στην Κρήτη χωρίς καμιάν άλλη υποδομή; Και με ποια λογική θα τον εμποδίσει κανείς με το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο; 11. Καθώς δεν γίνεται πουθενά διάκριση για το είδος των βιοκαυσίμων στα οποία αναφέρεται η άδεια, τεκμαίρεται αναγκαστικά ότι ο κάτοχος άδειας διάθεσης μπορεί να πουλά οποιοδήποτε βιοκαύσιμο σε οποιονδήποτε. Επί πλέον, αφού κατά τον ν. 3054, (άρθρο 5Α § 2), ο κάτοχος άδειας διάθεσης μπορεί να διαθέτει χωρίς κανέναν περιορισμό βιοκαύσιμα εντός της Ελληνικής επικράτειας σε καταναλωτές γενικά, σε αντίθεση με τον κάτοχο άδειας εμπορίας (ν. 3054, άρθρο 6 § 2), που μπορεί να τα διαθέτει μόνο σε καταναλωτές με ίδιους αποθηκευτικούς χώρους, (δηλαδή βιομηχανίες βιοτεχνίες κλπ), είναι προφανές ότι με μια νοικιασμένη δεξαμενή 100 M3 κάπου στην Ελλάδα, μπορεί κανείς να διανέμει βιοντήζελ και βιοαιθανόλη στα σπίτια των καταναλωτών σε όλη την Επικράτεια! ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ Αναφέρονται εδώ μερικά μόνον παραδείγματα από τα αδιέξοδα και τους παραλογισμούς που γεννά η ίδια η έννοια της διάθεσης βιοκαυσίμων. Είναι προφανές ότι η έννοια της «άδειας διάθεσης βιοκαυσίμων» είναι εντελώς ασύμβατη τόσο με το ισχύον νομικό πλαίσιο, όσο και με την κοινή λογική. Είναι επομένως αναγκαίο να αντικατασταθεί με μια «άδεια παραγωγής βιοκαυσίμων» και - αν κριθεί αναγκαίο - μια «άδεια συμμετοχής στην κατανομή αυτούσιου βιοντήζελ» την οποία λογικά θα πρέπει να αποκτούν αυτοδικαίως οι κάτοχοι της άδειας παραγωγής.