Αρχική Κατηγορίες και περιεχόμενο χρήσεων γηςΆρθρο 09: Περιοχές χαμηλής και μέσης όχλησης ειδικών παραγωγικών εγκαταστάσεωνΣχόλιο του χρήστη Ε.Β.Ε. ΠΕΙΡΑΙΩΣ | 28 Φεβρουαρίου 2012, 10:52
Yπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Πειραιάς, 24 Φεβρουαρίου 2012 Αριθ. Πρωτ. 1467 ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ: ΕΜΠΟΡΙΟΥ & ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ: ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ: Φ. ΑΝΔΡΙΑΝΑ Τηλέφωνο: 2104177241-5 Φαξ: 2104178680 E-mail: industry@pcci.gr Προς: - Αναπληρωτή Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, κ. Ν. Σιφουνάκη Κοιν.: - Υπουργό Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, κ. Γ. Παπακωνσταντίνου - Αναπληρωτή Υπουργό Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, κ. Σ. Ξυνίδη - Γενικό Γραμματέα Βιομηχανίας, κ. Αλ. Φούρλα Κύριε Υπουργέ, Σας διαβιβάζουμε προτάσεις του Εμπορικού & Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς, επί του Σχεδίου Προεδρικού Διατάγματος «Κατηγορίες και Περιεχόμενο Χρήσεων Γης» και του Σχεδίου Υπουργικής απόφασης για την εξειδίκευση περιεχομένου ειδικών κατηγοριών χρήσεων. Με τιμή Ο Πρόεδρος Γεώργιος Κασιμάτης Προτάσεις του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιά επί του Σχεδίου Προεδρικού Διατάγματος «Κατηγορίες και Περιεχόμενο Χρήσεων Γης» και του Σχεδίου Υπουργικής απόφασης για την εξειδίκευση περιεχομένου ειδικών κατηγοριών χρήσεων Το μέχρι τώρα ισχύον θεσμικό πλαίσιο για τις κατηγορίες χρήσεων γης είναι το Π.Δ. του 1987. Με το Σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος «Κατηγορίες και Περιεχόμενο Χρήσεων γης» καθώς και της ΥΑ για την εξειδίκευση περιεχομένου ειδικών κατηγοριών χρήσεων που βρίσκονται σε διαβούλευση επιχειρείται μια θετική και αναγκαία αναδιάρθρωση του υφιστάμενου πλαισίου χρήσεων που προσπαθεί να επιτύχει την αναγκαία εναρμόνιση με τις σύγχρονες οικονομικές λειτουργίες και τις ανάγκες της ανάπτυξης. Η έκδοση του νέου Π.Δ. προβλέπεται στον «εφαρμοστικό» νόμο 3986/2011 και συγκεκριμένα στην παρ. 6 του άρθ. 11. Αντίστοιχα με την παρ. 7 του ίδιου άρθρου προβλέπεται η έκδοση Υ.Α. για την εξειδίκευση του περιεχομένου των χρήσεων γης . Επισημαίνουμε κατ’ αρχάς, ένα γενικότερο πρόβλημα με την επικρατούσα αντίληψη της περιοριστικής καταγραφής των επιτρεπομένων χρήσεων σε κάποιο κλειστό κατάλογο που αναθεωρείται κάθε 25 χρόνια!! (1987-2012) . Διαπιστώνουμε ότι ενώ οι τεχνολογικές εξελίξεις δημιουργούν συνεχώς νέες παρεμφερείς χρήσεις, οι ελληνικοί νόμοι αραχνιάζουν για δεκαετίες, η γραφειοκρατία μεσουρανεί (ακόμα και σήμερα) και έτσι δημιουργούνται συνθήκες διαπλοκής, καθυστέρησης και επιβάρυνσης των διαδικασιών και πρόσθετη (χωρίς λόγο) μείωση της ήδη προβληματικής μας ανταγωνιστικότητας. Σύμφωνα με το ΥΠΕΚΑ μέσω του παρόντος Π.Δ.” επιχειρείται η συμπλήρωση και ο εκσυγχρονισμός του θεσμικού πλαισίου για τις χρήσεις γης, δεδομένου ότι εμφανίστηκαν νέες λειτουργίες και χρήσεις”. Αν λάβουμε υπ’ όψη μας ότι το τροποποιούμενο θεσμικό πλαίσιο είναι του 1987, αντιλαμβανόμαστε την ταχύτητα εκσυγχρονισμού του νομοθετικού πλαισίου στην Ελλάδα (τουλάχιστον μέχρι σήμερα) και αντιλαμβανόμαστε τα τεράστια προβλήματα που αντιμετώπιζαν τόσα χρόνια υπαρκτές χρήσεις. Είναι απαραίτητο να δοθεί μια σχετική ευελιξία στο περιεχόμενο των ορισμών (χωρίς να αλλοιωθεί το ουσιαστικό περιεχόμενό τους) γιατί είναι αδύνατο να προβλεφθούν όλες οι επαγγελματικές ή κοινωφελείς χρήσεις (άλλωστε και αυτές μεταβάλλονται σύμφωνα με τις ανάγκες της κοινωνίας, τις τρέχουσες τάσεις της αγοράς και την πρόοδο της τεχνολογίας, της επιστήμης κλπ). Επομένως πρέπει σε όλες τις κατηγορίες να προστεθεί στην αρχή η φράση «όπως ενδεικτικά και όχι περιοριστικά, περιλαμβάνονται χρήσεις συναφείς με τις εξής:..», είτε στο τέλος κάθε κατηγορίας να προστεθεί και η περίπτωση «Άλλες συναφείς χρήσεις». Επίσης να προβλεφθεί ότι οι απαριθμούμενες ειδικές χρήσεις της ίδιας κατηγορίας μπορούν να συνδυάζονται μεταξύ τους (να προστεθεί η φράση «και ο συνδυασμός αυτών»), όπως π.χ. «κατοικία – στάθμευση», «κατοικία – εμπορικά καταστήματα», «πρατήριο υγρών καυσίμων – πλυντήριο αυτοκινήτων» κ.α. Το Ε.Β.Ε.Π. προτείνει να θεσμοθετηθεί στα πλαίσια του συγκεκριμένου ΠΔ ρητή πρόβλεψη και σαφής καθορισμός της διαδικασίας συνεχούς ενημέρωσης του καταλόγου των κατηγοριών χρήσεων που επιβάλλονται και επιτρέπονται από τα χωροταξικά πλαίσια και τον εν γένει χωρικό και πολεοδομικό σχεδιασμό. Να είναι ανοικτό το ΠΔ σε συνεχή (ανά 2 τουλάχιστον χρόνια) update με τις νέες κατηγορίες χρήσεων και να μην μετατραπεί πάλι σε λίγα χρόνια άλλη μια τροχοπέδη στην ενδεχόμενη ανάπτυξη. Πιστεύουμε επίσης ότι είναι ασαφής και χρειάζεται αναδιατύπωση ο περιορισμός που υπάρχει σε πολλά σημεία του Π.Δ. και της Υ.Α. «επιτρέπεται εφόσον προβλέπεται από το ρυμοτομικό σχέδιο». Είναι προφανές ότι ο περιορισμός αυτός δεν μπορεί να τίθεται για χρήσεις που δεν έχουν κοινωφελή ή κοινόχρηστο χαρακτήρα, δηλαδή για ιδιωτικές δραστηριότητες (καταστήματα, ξενοδοχεία, κτίρια στάθμευσης, ιδιωτικές κλινικές κ.α.), διότι δεν επιβάλλονται τέτοιου είδους χαρακτηρισμοί στις πολεοδομικές μελέτες, γιατί ακριβώς όταν υπάρχουν, προϋποθέτουν απαλλοτρίωση του χώρου υπέρ του Δημοσίου για κοινωφελή σκοπό. Απαιτείται επίσης, η συσχέτιση του νέου Π.Δ. και της συνοδευτικής Υ.Α. με διάφορους πρόσφατους και παλαιότερους νόμους και υπουργικές αποφάσεις που καθορίζουν το περιεχόμενο των χρήσεων γης ή άλλα συναφή θέματα (ενδεικτικά: Ν. 3986/11, άρθ. 11: χρήσεις γης, άρθ. 12: χωρικός προσδιορισμός, άρθ. 18: εδαφονόμιο, Ν. 3775/09: fast-track, Ν. 3937/11: βιοποικιλότητα, Κτιριοδομικός Κανονισμός, υγειονομική διάταξη για τις κατηγορίες ΚΥΕ κ.α.), έτσι ώστε να υπάρχει εναρμόνιση με αυτούς. Σε κάθε περίπτωση είναι αυτονόητο ότι, προκειμένου να είναι ουσιαστική και εφαρμοστέα η όποια μεταρρύθμιση προτείνεται, θα πρέπει μετά την ψήφιση του Προεδρικού Διατάγματος, να δρομολογηθούν διαδικασίες ενσωμάτωσης των νέων αυτών χρήσεων στα ήδη εγκεκριμένα αλλά και στα εν εξελίξει Γενικά Πολεοδομικά Σχέδια και τα Σχέδια Χωρικής και Οικιστικής Οργάνωσης Ανοικτής Πόλης. Ειδικότερα, αξίζει να αναφερθεί ότι η επιχειρούμενη αναδιάρθρωση του υφιστάμενου πλαισίου χρήσεων που στοχεύει στην αναγκαία εναρμόνιση με τις σύγχρονες οικονομικές λειτουργίες και τις ανάγκες της ανάπτυξης, θα αποδειχθεί σύντομα μία άκυρη προσπάθεια, αν δεν εναρμονιστεί με το σχετικό θεσμικό πλαίσιο που πρόσφατα ψηφίστηκε, όπως ο Ν. 3982/2011 περί «Απλοποίησης της αδειοδότησης Τεχνικών Επαγγελματικών και Μεταποιητικών Δραστηριοτήτων και Επιχειρηματικών Πάρκων και άλλες διατάξεις». Αντίστοιχα άκυρη θα αποδειχθεί η εν λόγω προσπάθεια αν παράλληλα με την υπογραφή του ΠΔ δεν υπάρξει νομοθετική ρύθμιση για την άμεση εφαρμογή των διατάξεων του νέου ΠΔ σε όλες τις αντίστοιχες θεσμοθετημένες Ζώνες, στα ισχύοντα ΓΠΣ, ΣΧΟΟΑΠ της Ελληνικής Επικράτειας. Η ισχύς της του Άρθ. 16 - παρ. 8 του παρόντος σχεδίου ΠΔ παραπέμπει την εφαρμογή του στο απώτερο μέλλον, οπότε και θα είναι πλέον ανεπίκαιρο. Επίσης η μορφή και το περιεχόμενο των χρήσεων επιβάλλουν την ανάγκη ριζικής τροποποίησης ακόμη και του πρόσφατου συγγενούς θεσμικού πλαισίου, δηλαδή του Ν. 3982/2011. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι πλήθος προβλεπόμενων χρήσεων σχετικά με την υποκατηγορία Α.1. "Περιοχές χαμηλής και μέσης όχλησης βιομηχανίας - βιοτεχνίας , βιομηχανικού και βιοτεχνικού πάρκου, ΒΙΠΑ – ΒΙΟΠΑ" δεν είναι επιτρεπτές στις υπάρχουσες ΒΕΠΕ που δημιουργήθηκαν βάσει του Ν. 2545/1997 (βλ. Άρθ. 2). Η μετάπτωση αυτών των ΒΕΠΕ στο Ν. 3982/2011 βάσει της παρ. 1α του Άρθ. 63, «στεγανοποιεί» τις επιτρεπόμενες χρήσεις σε αυτές που προβλέπονται στο Άρθ. 43 του ίδιου Νόμου. Αναφορικά με την υποκατηγορία Α.2. "Περιοχές ΒΙΠΑ-ΒΙΟΠΑ προς εξυγίανση και Επιχειρηματικό Πάρκο Εξυγίανσης" οι διατάξεις της εν λόγω παραγράφου θα μπορούσαν να ενισχύσουν την οικονομία μόνο αν υιοθετηθούν ριζικές ανατροπές στους τρόπους υλοποίησης της πολεοδόμησης αυτών των περιοχών. Ενώ για την υποκατηγορία Α.3. ‘’Περιοχές χονδρεμπορίου’’, προκειμένου και οι Περιοχές Χονδρεμπορίου να πολεοδομηθούν, θα μπορούσε να ενσωματωθεί αυτή η υποκατηγορία με την υποκατηγορία Β.1. "Περιοχές επιχειρηματικού πάρκου (Β, Γ και Δ-ειδικού τύπου)". Αυτό θα επιτρέψει την πολεοδόμηση των Περιοχών Χονδρεμπορίου μέσω Ιδιωτικών Πόρων, υπό τη μορφή του Επιχειρηματικού Πάρκου (Ν. 3982/2011). Ειδικότερα στο άρθρο 4 – Περιοχές κατοικίας θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι: Βάσει του εν λόγω άρθρου, μεταξύ των άλλων επιτρεπόμενων χρήσεων στη γενική κατοικία προβλέπονται και «Εμπορικά καταστήματα, καταστήματα παροχής προσωπικών υπηρεσιών, υπεραγορές, πολυκαταστήματα, μέχρι 800 τ.μ. συνολικής επιφάνειας δόμησης ανά οικόπεδο». Το θέμα της θέσπισης περιορισμών για τις υπεραγορές και τα πολυκαταστήματα είναι σημαντικό, ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες της πρωτόγνωρης οικονομικής κρίσης. Θα πρέπει να αντιμετωπισθεί σφαιρικά, τόσο από την πλευρά του μεγάλων υπεραγορών αλλά και από την πλευρά των μικρών καταστημάτων που συντρίβονται από τον αθέμιτο ανταγωνισμό. Η εμπειρία μέχρι σήμερα έδειξε ότι η απεριόριστη εγκατάσταση υπεραγορών στον αστικό ιστό αποδείχθηκε καταστροφική τόσο για τα υπάρχοντα μικροκαταστήματα όσο και για τις ίδιες τις υπεραγορές που στα πλαίσια της κρίσης βλέπουν τεράστιες επενδύσεις να αποδεικνύονται ελάχιστα ανταποδοτικές και να εγκαταλείπονται. Η θέση του Ε.Β.Ε.Π. είναι ότι στο σημαντικό αυτό θέμα, οι προτάσεις των όποιων περιορισμών θα πρέπει να τεκμηριωθούν με μελέτες και ανάλυση των αποτελεσμάτων από τις πρακτικές που ακολουθήθηκαν μέχρι σήμερα. Θα πρέπει όμως επίσης να ληφθεί υπόψη και η πιθανή μελλοντική απαγόρευση της εκτός σχεδίου δόμησης η οποία εκ των πραγμάτων θα περιορίσει τις εναλλακτικές περιοχές χωροθέτησης εμπορικών καταστημάτων, πολυκαταστημάτων και υπεραγορών. (κάτι όμως που δεν ισχύει προς το παρόν). Επιπροσθέτως, βάσει των προβλεπομένων στο σχέδιο Π.Δ., η κινητήρια ισχύς των επαγγελματικών εργαστηρίων χαμηλής όχλησης στις περιοχές Γενικής Κατοικίας (άρθρο 4) καθορίζεται στους 15 HP δύναμης του μηχανολογικού εξοπλισμού ή μέχρι 50 KW, και συνολικής επιφανείας δόμησης μέχρι 600 τμ ανά οικόπεδο. Νομίζουμε ότι τα μεγέθη αυτά θα πρέπει να αναθεωρηθούν προς τα πάνω, ειδικά για τα εργαστήρια με προηγμένο εξοπλισμό. Ο μηχανολογικός εξοπλισμός των περισσότερων εργαστηρίων είναι πλέον ηλεκτρονικός και κατευθυνόμενος από υπολογιστές (ηλεκτρονικοί κόφτες ακριβείας με τεχνική lazer, ηλεκτρονικοί διαγνώστες βλαβών στα αυτοκίνητα κλπ) και μηδενικής όχλησης. Απαιτούν περισσότερη ισχύ KW και ενδεχομένως μεγαλύτερους και καθαρότερους χώρους. Επίσης εντύπωση μας κάνει η απουσία ρητής πρόβλεψης για ερευνητικά εργαστήρια ελέγχου ποιότητας των προϊόντων και υλικών από τις περιοχές Γενικής κατοικίας. Τα εργαστήρια αυτά, με εξαιρετικά προηγμένη τεχνολογία (ηλεκτρονικά μικροσκόπια ακριβείας, ηλεκτρονικά μηχανήματα ελέγχου αντοχών, οπτικούς αναλυτές δομής των υλικών) και με ανάγκες σε ιδιαίτερα ειδικευμένο προσωπικό, έχουν πλέον αποσπασθεί από τις μητρικές τους βιομηχανικές ομάδες και επιθυμούν χωροθέτηση μέσα ή κοντά στον αστικό ιστό. Προφανώς είναι μηδενικής όχλησης (κάτι ανάλογο με τα μικροβιολογικά εργαστήρια) αλλά από την περιοριστική φράση στο προοίμιο του άρθρου 4 « Στις περιοχές κατοικίας επιτρέπονται ΜΟΝΟ» είναι σίγουρο θα ότι θα τους δημιουργηθούν ΧΩΡΙΣ ΛΟΓΟ, προβλήματα στην ελεύθερη εγκατάστασή και λειτουργία τους. Επίσης στο άρθρο 5 – Περιοχές Πολεοδομικού Κέντρου – Κεντρικής Λειτουργίας Πόλης Τοπικού Κέντρου Συνοικίας – Γειτονιάς. Ισχύουν και εδώ οι προηγούμενες παρατηρήσεις μας . Ταυτόχρονα, στην κατηγορία αυτή επιτρέπονται στα τοπικά κέντρα συνοικίας η χωροθέτηση «Εμπορικών καταστημάτων, καταστημάτων παροχής προσωπικών υπηρεσιών, υπεραγορών, πολυκαταστημάτων και εμπορικών κέντρων, συνολικής επιφάνειας δόμησης μέχρι 1.200 τ.μ. ανά οικόπεδο». Όπως αναφέρθηκε και στο προηγούμενο άρθρο, το θέμα της θέσπισης περιορισμών για τις υπεραγορές και τα πολυκαταστήματα είναι σημαντικό, ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες της πρωτόγνωρης οικονομικής κρίσης. Θα πρέπει να αντιμετωπισθεί σφαιρικά, τόσο από την πλευρά του μεγάλων υπεραγορών αλλά και από την πλευρά των μικρών καταστημάτων που συντρίβονται από τον αθέμιτο ανταγωνισμό. Η εμπειρία μέχρι σήμερα έδειξε ότι η απεριόριστη εγκατάσταση υπεραγορών στον αστικό ιστό αποδείχθηκε καταστροφική τόσο για τα υπάρχοντα μικροκαταστήματα όσο και για τις ίδιες τις υπεραγορές που στα πλαίσια της κρίσης βλέπουν τεράστιες επενδύσεις να αποδεικνύονται ελάχιστα ανταποδοτικές και να εγκαταλείπονται. Μετά από αυτές τις μελέτες θα είναι δυνατόν να καθορισθεί αν το όριο των 1200 τμ είναι αρκετό, υπερβολικό ή περιοριστικό για την συνολική ανάπτυξη του εμπορίου στην περιοχή. Στα Άρθρα 9,10 και 11 που είναι σωστό να τα δούμε σαν μια αλληλοσυμπληρούμενη ενότητα δεν υπάρχουν σημαντικές αντιρρήσεις ως προς το περιεχόμενο των χρήσεων γης σ’ αυτές τις περιοχές.. Επισημαίνουμε ότι πλήθος χρήσεων που αναφέρονται στις υποκατηγορίες του Άρθ. 9 και του 10 και του 11 δεν μπορούν να υλοποιηθούν καθώς δεν είναι συμβατές με το θεσμικό πλαίσιο ανάπτυξης των αντίστοιχων Οργανωμένων Υποδοχέων (πρ. Ν. 2545/1997, Ν. 3333/2005, Ν. 3982/2011) και επομένως είναι γράμμα κενό, αν δεν υπάρξει άμεση αναπροσαρμογή αυτών των νόμων. Στην Ενότητα Β – και ιδιαίτερα υποενότητα Β..2 θεωρούμε προβληματική την απουσία πρόβλεψης για ερευνητικά κέντρα (π.χ ερευνητικά κέντρα ποιότητας προϊόντων και εντοπισμού των αστοχιών τους). Τα εργαστήρια αυτά έχουν πλέον αναπτυχθεί σημαντικά και λειτουργούν ανεξάρτητα από την μητρική βιομηχανία. Έχουν ανάγκη υψηλής ειδίκευσης προσωπικό και πιθανά χωροθετούνται κοντά στον ιστό της πόλης. Προτείνουμε λοιπόν μετά την κατηγορία 14 (Κέντρα τεχνολογικής υποστήριξης επιχειρήσεων) να μπει πιο ειδικά και η κατηγορία 15 - Ερευνητικά Κέντρα ποιότητας προϊόντων κλπ Επίσης για ειδικές περιπτώσεις εργαστηρίων με ιδιαίτερα προηγμένη τεχνολογία θα έπρεπε να υπάρχει ρητή πρόβλεψη εγκατάστασής τους ακόμα και σε περιοχές του Άρθρου 4 – Γενικής κατοικίας χωρίς περιορισμούς. Συμπερασματικά, θεωρούμε ότι οι οικονομικές συνθήκες που επικρατούν στη χώρα μας, δεν επιτρέπουν την πολυτέλεια θέσπισης υπερβολικών περιοριστικών μέτρων στις χρήσεις γης, όταν αυτές αφορούν την ανάπτυξη επιχειρηματικής δραστηριότητας. Επιπλέον, οι διαρκείς αλλαγές στην πολεοδομική νομοθεσία δημιουργούν μια νέα γραφειοκρατία, ασάφειες και ερμηνευτικές αβεβαιότητες, με συνέπεια την αδυναμία επενδυτικού προγραμματισμού, εφόσον προϋπόθεση για κάθε επένδυση αποτελεί η καταλληλότητα της γης. Ένα σημαντικό θέμα επίσης αφορά την ενσωμάτωση χρήσεων μεταποιητικών δραστηριοτήτων χαμηλής και μέσης όχλησης σε Ζώνες Χονδρεμπορίου. Στη σύγχρονη αντίληψη της οικονομικής ανάπτυξης ανήκει η άποψη ότι η συμπληρωματικότητα των οικονομικών δραστηριοτήτων συμβάλλει στην • Βελτίωση της ανταγωνιστικότητας • Εξοικονόμηση ενέργειας • Προστασία του περιβάλλοντος • Αύξηση της απασχόλησης • Ανάπτυξη νέων τεχνολογιών Καθόσον με αυτή επιτυγχάνεται : • Η μείωση του κόστους του τελικού προϊόντος που καταλήγει στην αγορά • Περιορισμός των μετακινήσεων και επομένως εξοικονόμηση ενέργειας και προστασία του περιβάλλοντος • Η συνύπαρξη και η συνεργασία πολλών και διαφορετικών ειδικοτήτων • Η ανάπτυξη νέων κάθε φορά τρόπων συσχετισμού μεταποίησης και αποθήκευσης. Στα πλαίσια αυτής της αντίληψης για την συμπληρωματικότητα των οικονομικών δραστηριοτήτων πιστεύουμε ότι τόσο από οικονομική άποψη, όσο και από περιβαλλοντική άποψη, σε θεσμοθετημένες Ζώνες Χονδρεμπορίου, πέραν των επιτρεπομένων χρήσεων του ΠΔ στην ενότητα Α3 (Περιοχές Χονδρεμπορίου) πρέπει να μπορούν να συμπεριληφθούν σ’ αυτές και σχετικές μεταποιητικές δραστηριότητες χαμηλής και μέσης όχλησης, ώστε να δίνεται η δυνατότητα στις επιχειρήσεις για επεξεργασία και μεταποίηση των προϊόντων τους με απώτερο όφελος την αύξηση του κέρδους τους, αλλά και την βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς τους μέσου της μείωσης του κόστους του τελικού προϊόντος. Επισημαίνουμε επίσης ότι πλήθος χρήσεων που αναφέρονται στις υποκατηγορίες των Άρθρων 9, 10 και 11 δεν μπορούν να υλοποιηθούν καθώς δεν είναι συμβατές με το θεσμικό πλαίσιο ανάπτυξης των αντίστοιχων Οργανωμένων Υποδοχέων (πρ. Ν. 2545/1997, Ν. 3333/2005, Ν. 3982/2011) και επομένως είναι γράμμα κενό. Μόνη περίπτωση εφαρμογής είναι αυτή μέσω του Ν. 2300/1995, ο οποίος όμως είναι ένας ανεφάρμοστος νόμος. Τέλος μας κάνει εντύπωση και διατυπώνουμε επιφυλάξεις για την συμβατότητα των χρήσεων της ενότητας Β1 (περιοχές επιχειρηματικού πάρκου (Β,Γ, και Δ) των κατηγοριών 12. Κέντρα Αναψυχής, 13. Ξενοδοχεία κλπ τουριστικές εγκαταστάσεις, με τις υπόλοιπες παραγωγικές κατηγορίες. Θα προτιμούσαμε μια υποκατηγορία με τις χρήσεις αυτές είτε σε διακριτή γειτνίαση με τα επιχειρηματικά πάρκα, είτε σε διαφορετικές περιοχές. Συνοψίζοντας τις προτάσεις μας για την συμπλήρωση του τόσου σημαντικού ΠΔ σχετικά με τις κατηγορίες και το περιεχόμενο των χρήσεων γης υπογραμμίζουμε: 1. Την ανάγκη θεσμοθέτησης στα πλαίσια του συγκεκριμένου ΠΔ της ρητής πρόβλεψης και του καθορισμού της διαδικασίας συνεχούς ενημέρωσης του καταλόγου των κατηγοριών χρήσεων που επιβάλλονται και επιτρέπονται από τα χωροταξικά πλαίσια και τον εν γένει χωρικό και πολεοδομικό σχεδιασμό. 2. Την επιτακτική ανάγκη μετά την ψήφιση του Προεδρικού Διατάγματος, προκειμένου να είναι ουσιαστική και εφαρμοστέα η όποια μεταρρύθμιση που προτείνεται, να ξεκινήσει δρομολόγηση διαδικασιών ενσωμάτωσης των νέων αυτών χρήσεων στα ήδη εγκεκριμένα αλλά και στα εν εξελίξει Γενικά Πολεοδομικά Σχέδια ή στα Σχέδια Χωρικής και Οικιστικής Οργάνωσης Ανοικτής Πόλης. 3. Της ανάγκης τεκμηριωμένης διερεύνησης του θέματος της θέσπισης περιορισμών για τις υπεραγορές και τα πολυκαταστήματα , ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες της πρωτόγνωρης οικονομικής κρίσης. Θα πρέπει να αντιμετωπισθεί σφαιρικά, τόσο από την πλευρά του μεγάλων υπεραγορών αλλά και από την πλευρά των μικρών καταστημάτων που συντρίβονται από τον αθέμιτο ανταγωνισμό. Η εμπειρία μέχρι σήμερα έδειξε ότι η απεριόριστη εγκατάσταση υπεραγορών στον αστικό ιστό αποδείχθηκε καταστροφική τόσο για τα υπάρχοντα μικροκαταστήματα όσο και για τις ίδιες τις υπεραγορές που στα πλαίσια της κρίσης βλέπουν τεράστιες επενδύσεις να αποδεικνύονται ελάχιστα ανταποδοτικές και να εγκαταλείπονται. 4. Για την ανάγκη ενίσχυσης της αντίληψης της συμπληρωματικότητας των οικονομικών δραστηριοτήτων και ιδιαίτερα της αντίληψης ότι τόσο από οικονομική άποψη, όσο και από περιβαλλοντική άποψη, θα πρέπει σε θεσμοθετημένες Ζώνες Χονδρεμπορίου, να συμπεριληφθούν σ’ αυτές και μεταποιητικές δραστηριότητες χαμηλής και μέσης όχλησης, ώστε να δίνεται η δυνατότητα στις επιχειρήσεις για επεξεργασία και μεταποίηση των προϊόντων τους με απώτερο όφελος την αύξηση του κέρδους τους, αλλά και την βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς τους, μέσου της μείωσης του κόστους του τελικού προϊόντος.